Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2016

Δὲν συνηθίζεται στοὺς Ἕλληνες νὰ προσκυνοῦν, οὐκ εἴθισται τοῖς Ἕλλησι προσκυνέειν

Δὲν συνηθίζεται στοὺς Ἕλληνες νὰ προσκυνοῦν, οὐκ εἴθισται τοῖς Ἕλλησι προσκυνέειν


Ὑδάρνης, Πέρσης στὴν καταγωγή, ἦταν διοικητής των στρατιωτικῶν δυνάμεων στὰ παραθαλάσσια της Μικράς Ἀσίας· αὐτὸς τους φιλοξένησε κάνοντάς τους το τραπέζι· καὶ πάνω στὸ τραπέζι, τους ρώτησε: Ἄνδρες Λακεδαιμόνιοι, γιατί δὲν δέχεσθε νὰ γίνετε φίλοι του βασιλιά;Νά, βλέπετε πώς ξέρει ὁ βασιλιάς νὰ τιμᾶ τους ἄνδρες πού ἔχουν ἀρετή, ρίχνοντας μία ματιά σε μένα καὶ την θέση πού κατέχω. Ἔτσι λοιπόν κι ἐσεῖς, ἄν γίνετε ἄνθρωποι του βασιλιά (γιατί ἔχει σχηματίσει την γνώμη πῶς εἶσθε ἄνδρες με ἀρετὴ), ὁ καθένας σας θὰ μποροῦσε νὰ ἐξουσιάζει μία περιοχή της Ἑλλάδος ποὺ θὰ του παραχωροῦσε ὁ βασιλιάς. Ἡ ἀπόκρισή τους ἦταν ἡ ἐξῆς: Ὑδάρνη, ἡ συμβουλή ποὺ μᾶς ἀπευθύνεις στηρίζεται σε μονόπλευρη ἐμπειρία· γιατί μας συμβουλεύεις γιὰ δύο πράγματα, ποὺ το ἕνα τους το δοκίμασες, το ἄλλο ὅμως ὄχι· δηλαδή γνωρίζεις πολύ καλά πώς ζοῦν οἱ δοῦλοι, ὅμως δὲν δοκίμασες ἑως σήμερα την ἐλευθερία, τι ἄραγε νὰ ’ναὶ, γλυκό ἡ ὄχι. Γιατί ἂν κάποτε την δοκίμαζες, θὰ μας συμβούλευες νὰ ἀγωνιζόμαστε γι’ αὐτὴν ὄχι μονάχα με δόρατα, ἀλλὰ καὶ με πελέκεις (με τσεκούρια).Αὐτὴ την ἀπάντηση ἔδωσαν στὸν Ὑδάρνη.» Ἡ συνέχεια εἶναι ἐξ ἴσου ἐντυπωσιακή. «Κι ἀπὸ κεῖ ἀνέβηκαν στὰ Σοῦσα· κι ὅταν παρουσιάσθηκαν στὸν βασιλιά πρῶτα πρῶτα, ἐνῶ οἱ σωματοφύλακές του τους πρόσταζαν, ἀσκῶντας βία, νὰ πέσουν καὶ νὰ προσκυνήσουν τον βασιλιά, δὲν δέχθηκαν με κανέναν τρόπο νὰ το κάνουν, ὅσο κι ἄν ἐκεῖνοι τοὺς ἔσπρωχναν το κεφάλι πρὸς τα κάτω· γιατί, ἐπέμεναν πῶς οὔτε στὸν νόμο τους εἶναι γραμμένο νὰ προσκυνοῦν ἀνθρώπῳ οὔτε γι’ αὐτό ἦλθαν (οὔτε γάρ σφι ἐν νόμω εἶναι ἄνθρωπον προσκυνέειν οὔτε κατά ταῦτα ἤκειν), [Ἡροδότου Ἱστορία, βιβλίο 7ο, 136, 5-6] Κι ἀφοῦ με ἀγῶνα ἀπέφυγαν την προσκύνηση, κατόπιν λένε τα ἐξῆς καὶ με το ἀκόλουθο περίπου περιεχόμενο: «Βασιλιά των Μήδων, ἐμᾶς μας ἔστειλαν οἱ Λακεδαιμόνιοι ὡς ἀντιστάθμισμα για τους κήρυκές σας ποὺ θανατώθηκαν στὴν Σπάρτη, γιὰ νὰ πληρώσουμε ἐμεῖς γιὰ τον θάνατό τους.»


Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2016

Ἡ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΟΛΟΣΣΟΥ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ!

Ἡ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΟΛΟΣΣΟΥ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ!


Το 357 π.Χ. το νησί κατέκτησε ὁ Μαύσωλος (ὁ τάφος τού ὁποίου εἶναι ἄλλο ἕνα ἀρχαῖο θαῦμα) ἀπὸ την Ἀλικαρνασσό (Ἑλληνική Μικρά Ἀσία), κατακτήθηκε ἀπὸ τους Πέρσες το 340 π.Χ. καὶ τελικά ἀπὸ τον Μέγα Ἀλέξανδρο το 332 π.Χ.. Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, ἡ αὐτοκρατορία του μοιράστηκε ἀνάμεσα στοὺς 3 ἰσχυρότερους στρατηγούς του: τον Πτολεμαίων, τον Σέλευκο καὶ τον Ἀντίγονο, ποὺ δημιούργησαν καὶ τις ὁμώνυμες δυναστεῖες.

Οἱ 'Ρόδιοι στάθηκαν στὸ πλευρό των Πτολεμαίων, (οἱ ὁποῖοι κατεῖχαν το μερίδιο της Αἰγύπτου), ὅμως το 305 π.Χ. οἱ Ἀντιγονίδες της Μακεδονίας, ἀνταγωνιστές τῶν Πτολεμαίων, θέλησαν νὰ σπάσουν την συμμαχία της Ρόδου με τους Πτολεμαίους, κι ἔστειλαν τον Δημήτριο Πολιορκητή με 40,000 στρατιῶτες καὶ προηγμένη γιὰ την ἐποχῆ πολεμική τεχνολογία, γιὰ νὰ κατακτήσει την Ρόδο.

Ὁ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Ὁ ΠΟΛΙΟΡΚΗΤΗΣ

Ὁ Δημήτριος ἀρχικά χρησιμοποίησε ἕναν τεράστιο πολεμικό πύργο με καταπέλτη, ποὺ ὑψωνόταν πάνω ἀπὸ ἕξι πλοῖα. Ὅμως ὁ πύργος ἀναποδογυρίστηκε λόγῳ κακοκαιρίας, καὶ οἱ 'Ρόδιοι νίκησαν την μάχη.
Ὁ Δημήτριος ἔχτισε καὶ δεύτερο, μεγαλύτερο πολεμικό πύργο, με ὕψος 46 μέτρα καὶ βάση 23 τετραγωνικά μέτρα. Εἶχε σιδερένιες ρόδες γιὰ νὰ ἀνεβαίνει στὰ τείχη. Ἦταν ἐξοπλισμένος με πολλούς καταπέλτες, δεξαμενές νεροῦ γιὰ νὰ σβήνουν τα φλεγόμενα βέλη, καὶ εἶχε ξύλινη καὶ δερμάτινη κάλυψη ὡς προφύλαξη τῶν πολεμιστῶν στὸ ἐσωτερικό του πύργου, ἀπὸ τα βέλη τῶν ἀντιπάλων. Ὅταν ὁ Δημήτριος ἐπιτέθηκε ξανά στὴν πόλη, οἱ 'Ροδῖτες γέμισαν ἕνα μεγάλο χαντάκι με νερό ἕξω ἀπὸ τα τείχη, κι ἔτσι ὁ περίφημος μηχανισμός του Δημητρίου βυθίστηκε στὴν λάσπη. Ἕναν ὁλόκληρο χρόνο οἱ 'Ρόδιοι, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ἀγωνίστηκαν γενναία κι ἀντιστάθηκαν στὶς ἐπιθέσεις του Δημητρίου, μέχρι ποὺ οἱ Πτολεμαίοι στείλανε σύμμαχο στόλο ἀπὸ την Αἴγυπτο γιὰ νὰ βοηθήσουν τους 'Ροδίους. Ὁ Δημήτριος καὶ οἱ στρατιῶτες του τράπηκαν σε φυγή, ἀφήνοντας τον περίφημο μηχανισμό τους καὶ τα ὅπλα πίσω τους.



Ἡ ἈΚΡΟΠΟΛΗ ΤΗΣ  ΡΟΔΟΥ



ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΣΤΗΝ ΚΑΜΙΡΟ.



Ἡ ἱστορία του Κολοσσοῦ
Οἱ Ροδῖτες ὡς ἐνθύμιο της νίκης τους, χτίσανε το τεράστιο ἄγαλμα στὸν προστάτη τους, Θεό Ἥλιο (Ἀπόλλωνα). Ἔλιωσαν τον μπροῦντζο καὶ τα ἄλλα μέταλλα ἀπὸ τους μηχανισμούς ποὺ ἄφησε ὁ Δημήτριος γιὰ νὰ φτιάξουν το ἐξωτερικό του Κολοσσοῦ, καὶ ἡ τεράστια σκαλωσιά ἀπὸ τον πολεμικό μηχανισμό του ἔγινε η σκαλωσιά γιὰ την κατασκευή του ἀγάλματος. Ἡ ἐνάρξει τῶν ἐργασιῶν σύμφωνα με τους ἱστορικούς, ὑπολογίζεται γύρω στὸ 304 π.Χ., καὶ κατά τον ἱστορικό Πλίνιο, περατώθηκε σε 12 ἔτη.

Ὁ γλύπτης Χάρις της Λίνδου ὁ ὁποῖος μάλιστα πολέμησε γιὰ την ὑπεράσπιση της Ρόδου ἀπὸ τον Δημήτριο, ἐπιμελήθηκε το ἔργο. Ὁ Χάρις ἦταν μαθητής του Λυσσίπου, καὶ δέν εἶχε ξαναφτιάξει ἄγαλμα παρομοίου μεγέθους. Πιθανόν ἄρχισε φτιάχνοντας ἕνα μικρό ἄγαλμα γιὰ νὰ πειραματιστεῖ γιὰ το δέσιμο των ὑλικῶν καὶ την τελική μορφή του ἔργου.

Το ἄγαλμα εἶχε ὕψος 33 μέτρα, ἦταν γυμνό, στὸ κεφάλι φοροῦσε στέμμα σὰν τις ἀκτῖνες του ἡλίου (ὅπως το ἄγαλμα της Ἐλευθερίας στὴν Νέα Ὑόρκη). Εἰκάζεται ὅτι με το δεξί χέρι προστάτευε τα μάτια ἀπὸ τον ἥλιο καὶ με το ἀριστερό κρατοῦσε ἕναν χιτῶνα.

Φτιάχτηκαν πρῶτα τα πόδια του ἀγάλματος καὶ ἡ κατασκευή ἀνέβαινε σταδιακά, καθώς το χάλκινο σχῆμα ἐνισχυόταν ἐσωτερικά με σιδερένια δοκάρια καὶ πέτρινες κολόνες. (Ἡ τεχνική ἀντιγράφηκε γιὰ την κατασκευή του ἀγάλματος της Ἐλευθερίας της Νέας Ὑόρκης, στὸ ὁποῖο χύθηκε χαλκός πάνω ἀπὸ ἀτσάλινο 'σκελετό'). Χρειάστηκε πολύ δουλειά γιὰ νὰ ἐφαρμόζουν ἀπόλυτα ὁ ἐσωτερικός σκελετός (σίδερα καὶ πέτρες) με το χάλκινο 'δέρμα' ἐξωτερικά. Ἡ βάση του ἀγάλματος ἦταν ἀπὸ λευκό μάρμαρο.

Ὁ Πίλων του Βυζαντίου ἀναφέρει ὅτι χρησιμοποιήθηκαν 15 τόνοι ἀπὸ μπροῦντζο καὶ 9 τόνοι σιδήρου, ὅμως καὶ ὑπολογίζεται ὅτι οἱ ἀληθινές ποσότητες ἦσαν πολύ μεγαλύτερες. Λαμβάνοντας ὑπ' ὄψιν ὅτι το ἄγαλμα της Ἐλευθερίας στὴν Νέα Ὑόρκη ἔχει το ἴδιο περίπου μέγεθος καὶ βάρος 225 τόνους, ὁ Κολοσσός πρέπει νὰ εἶχε ἀνάλογο βάρος.

Το 226 π.Χ. το ἄγαλμα καταστράφηκε ὁλοσχερῶς ἀπὸ μεγάλο σεισμό, ὁ ὁποῖος κατέστρεψε την πόλη. Ὁ Πτολεμαίος ΙΙΙ ὁ Εὐεργέτης προσέφερε την χρηματοδότηση γιὰ ἀναστήλωση του κατεστραμμένου ἔργου. Ὅμως, σύμφωνα με ἕναν χρησμό, ἀπαγορεύτηκε ἡ ἀναστήλωση του Κολοσσοῦ, γιατί θεωρήθηκε ὅτι ὁ Θεός Ἥλιος δὲν τὸ ἤθελε

.

Ὁ ἱστορικός Πλίνιος ἔζησε αἰῶνες μετά την καταστροφή του ἀγάλματος, κι ἀνέφερε ὅτι ἀκόμα καὶ πεσμένο, τραβοῦσε τον θαυμασμό τῶν ἀνθρώπων. Καθώς το ἄγαλμα στὴν ἐποχῆ του ἦταν σπασμένο σε κομμάτια, ὁ Πλίνιος εἶχε την εὐκαιρία νά μελετήσει το ἐσωτερικό του. Ἔτσι, μας δίνει χρήσιμες πληροφορίες γιὰ τα ὑλικά καὶ την τεχνική δόμησης του ἀγάλματος. Γιὰ νὰ περιγράψει το μέγεθος του ἀγάλματος ἀναφέρει ὅτι λίγοι ἄνθρωποι μπορούσανε νὰ κλείσουν στὴν ἀγκαλιὰ τους τον ἀντίχειρα του Κολοσσοῦ με τα χέρια τους.

Γιὰ πολλές ἑκατοντάδες χρόνια τα συντρίμμια βρίσκονταν στὸν βυθό του λιμανιοῦ της Ρόδου, ὡς ποῦ το 654 μ.Χ., οἱ Ἄραβες κατέλαβαν την Ρόδο. Λέγεται ὅτι ἀποσυναρμολόγησαν τα κομμάτια του ἀγάλματος καὶ τα πούλησαν στὴν Συρία. Μάλιστα, χρειάστηκαν 900 καμῆλες γιὰ την μεταφορά τῶν κομματιῶν ἀπὸ τα παράλια της Μικράς Ἀσίας ἀπέναντι ἀπὸ την Ρόδο, ὡς την Συρία.

Ἐνῶ παλαιότερα πιστευόταν ὅτι ο Κολοσσός στεκόταν στὴν εἴσοδο του λιμανιοῦ (σημερινό Μανδράκι), οἱ ἀρχαιολόγοι σήμερα θεωροῦν ὅτι αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον λόγο του μεγάλου ὕψους του ἀγάλματος καὶ του σχετικά μικροῦ πλάτους του λιμανιοῦ.

Πρόσφατες μελέτες ὑπολογίζουν την τοποθεσία του ἀγάλματος λίγο πιὸ ἔξω ἀπὸ το Μανδράκι.



ΛΙΝΔΟΣ ΑΡΧΑΙΟΣ ΝΑΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟ ΚΑΣΤΡΟ





ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΣΤΑΔΙΟ




ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΟ ΚΑΣΤΡΟ ΣΤΗΝ ΛΙΝΔΟ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΕΙ ΑΡΧΑΙΑ ΕΡΕΙΠΙΑ.


Ὁ Κολοσσός της Ρόδου δὲν ἦταν μόνο ἕνα ἔργο τέχνης . Χτίστηκε ὡς εὐγνωμοσύνη πρὸς τον Θεό Ἥλιο, προστάτη του νησιοῦ, καὶ συμβόλιζε την ἐλευθερία κι ἀνεξαρτησία τῶν Ροδίων.

το ἔργο καταστράφηκε 56 χρόνια μετά ἀπὸ την κατασκευή του, ἡ φήμη του πέρασε τα ὅρια της χώρας μας, κι ἔμηνε στὴν ἱστορία ὡς ἕνα ἀπὸ τα ἑπτὰ θαύματα του ἀρχαίου κόσμου.

Μέχρι σήμερα στὰ Ἑλληνικά ἀλλὰ καὶ σε ὅλες τις Λατινογενεῖς γλῶσσες (Ἀγγλικά καὶ Γερμανικά: Colosseum, Γαλλικά: Colisée και Colosse, Ἰταλικά: Colosseo, κλπ.) 'Κολοσσιαῖο' σημαίνει ἕνα μεγάλου μεγέθους, ἐντυπωσιακό ἔργο. Ἔτσι, το θέατρο της Ἀρχαίας Ρώμης (80 π.Χ.) ὀνομάστηκε Κολοσσιαῖο (Colosseo).

Ὅπως βλέπουμε στὴν ἀναπαράσταση ποὺ ἐξακολουθεῖ, στὴν εἴσοδο του Κολοσσιαίου Θεάτρου της Ρώμης (80 π.Χ.) δέσποζε ἕνα ἄγαλμα (με ἐμφανῆ ἐπιρροή κι ὁμοιότητα με τον Κολοσσό της Ρόδου), ποὺ μετά τον θάνατο του Νέρωνα ἀφιερώθηκε στόν ΘΕΟ ΗΛΙΟ.


 

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016

Τα θαμμένα αγάλματα του πολέμου

Τα θαμμένα αγάλματα του πολέμου
ΘΗΝΑ - Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΙΑΣ ΠΟΛΗΣ
Τα θαμμένα αγάλματα του πολέμου.
Αποτέλεσμα εικόνας για θαμμενα αγαλματα

Του Κώστα Πασχαλίδη
Ἐπὶ ἕξι μῆνες πρίν ἀπὸ την εἰσβολὴ τῶν Γερμανῶν μία ὁμάδα ἀπὸ ἐργάτες καὶ ἀρχαιολόγους ἔσκαβε τα δάπεδα του Ἐθνικοῦ Ἀρχαιολογικοῦ Μουσείου γιὰ νὰ θάψει ἐκεῖ ό,τι πολυτιμότερο ἔχει ἡ Ἀθήνα: τους κοῦρους καὶ τις ληκύθους της.



Την Κυριακή 27 Ἀπριλίου 1941 τα γερμανικά στρατεύματα κατοχῆς κατέλαβαν την Ἀθήνα. Την ἑπομένη, νωρίς το πρωί, οἱ Γερμανοί ἀξιωματικοί ποὺ ἀνέβηκαν με φόρα τα μαρμάρινα σκαλιά του Ἐθνικοῦ Ἀρχαιολογικοῦ Μουσείου διαπίστωσαν με ἔκπληξη ὅτι παρελάμβαναν ἕνα κτίριο ἄδειο. Δὲν βρῆκαν πουθενά οὔτε ἴχνος ἀπὸ τα χιλιάδες πολύτιμα ἐκθέματα ποὺ κοσμοῦσαν το μεγαλύτερο μουσεῖο της χώρας τα προηγούμενα ἑξῆντα χρόνια της λειτουργίας του. Ἀντὶ γιὰ ἀγάλματα, στέκονταν μπροστά τους παγωμένοι καὶ ἀνέκφραστοι οἱ λιγοστοί ἀρχαιολόγοι καὶ οἱ φύλακες ποὺ εἶχαν βάρδια ἐκείνη την ὥρα. Στίς ἐπίμονες ἐρωτήσεις τους, ἐκεῖνοι ἀπάντησαν σιβυλλικά, ὅτι τα ἀρχαία εἶναι ἐκεῖ ὁποῦ ὅλοι γνωρίζουν, κάτω ἀπὸ τὴ γῆ. Καὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι τα ἀρχαία εἶχαν μόλις ἐπιστρέψει ξανά στὸ χῶμα, δηλαδή στὴ μοναδική κιβωτό του κόσμου στὴν ὁποία θὰ μποροῦσαν νὰ παραμείνουν ἀσφαλῆ. Ἡ εὔθραυστη εὐρωπαϊκή τάξη του Μεσοπολέμου ἦταν αἰσθητὴ στὶς ἑλληνικές κυβερνήσεις πολύ καιρό πρὶν ἀπὸ την κήρυξη του πολέμου. Ἀπὸ το 1937 ἡ κυβέρνηση Μεταξά εἶχε ξεκινήσει ἀλληλογραφία με τὴ Διεύθυνση Ἀρχαιοτήτων του ὑπουργείου Θρησκευμάτων καὶ Ἐθνικῆς Παιδείας, προκειμένου νὰ ἐκπονηθεῖ ἀπὸ κοινοῦ ἕνα πλῆρες σχέδιο διαφύλαξης τῶν ἀρχαίων ἀπὸ τις ἀεροπορικές ἐπιδρομές καὶ ἀπὸ το ἐνδεχόμενο τῶν ὀδομαχιῶν ἐντὸς τῶν πόλεων.


Στὴν ἐπίμονη ἀπαίτηση του κράτους νὰ συνταχθοῦν κατάλογοι καὶ νὰ ταξινομηθοῦν τα ἀρχαία σε κατηγορίες με βάση τὴ σπουδαιότητά τους οἱ ἀρχαιολόγοι της Ὑπηρεσίας ὑποστήριζαν σταθερά ὅτι δὲν ὑπῆρχε δυνατότητα ἐπιλογῆς καὶ ὅτι ὅλα τα ἀρχαία (ἐκτεθειμένα καὶ ἀποθηκευμένα) ἔπρεπε νὰ διασωθοῦν σε περίπτωση πολέμου. Μάλιστα, ὁ Νικόλαος Κυπαρίσσης, Ἔφορος Ἀρχαιοτήτων Ἀθηνῶν (Ἀττικῆς καὶ Μεγαρίδος ἐκτὸς Πειραιῶς), σε ἐμπιστευτική του ἔκθεση πρὸς το ὑπουργεῖο στὶς 11 Αὐγούστου 1937 ἀναφέρει ὅτι, ἀντί νὰ δαπανηθοῦν μεγάλα ποσά γιὰ την κατασκευή καταφυγίων γιὰ ὁρισμένα ἀπὸ τα ἀρχαία, θὰ ἦταν προτιμότερο νὰ μεταφερθοῦν σε νέους χώρους φύλαξης, ἀσφαλεῖς ἀπὸ φωτιά καὶ βομβιστικές ἐπιθέσεις, σε κηρυγμένες «ἀρχαιολογικές πόλεις», οἱ ὁποῖες με διεθνεῖς συμβάσεις θὰ μποροῦσαν νὰ χαρακτηριστοῦν ἱερὲς καὶ ἀπαραβίαστες. Καὶ ὑπέδειξε την περιοχή της Ἀκρόπολης ὥς μία ἀπὸ αὐτὲς. Ὡστόσο, ἡ πραγματικότητα διέλυσε τις ἐλπίδες καὶ τις λιγοστές ἀμφιβολίες γιὰ το ἐπερχόμενο κακό. Οἱ προετοιμασίες γιὰ την ἀντιμετώπιση του κινδύνου τῶν καταστροφῶν ἐντείνονταν με την πάροδο του χρόνου.


Στίς 18 Ἰουνίου 1940 ὁ ὑφυπουργός Παιδείας Ν. Σπέντζας ἀνακοίνωσε με ἐμπιστευτικό του ἔγγραφο ὅτι «Ἀπὸ σήμερον ἀπαγορεύομεν την χορήγησιν κανονικῶν ἀδειῶν, κατόπιν ἀποφάσεως του Ὑπουργικοῦ Συμβουλίου». Με την κήρυξη του πολέμου τέσσερις μῆνες μετά, ἡ Ἀρχαιολογική Ὑπηρεσία ἀντέδρασε ἀστραπιαία. Με ἔγγραφο της στὶς 11 Νοεμβρίου 1940 ποὺ ἀπεστάλη σε ὅλες τις τοπικές διευθύνσεις, ἐξέδωσε εἰδικές τεχνικές ὁδηγίες «διά την προστασίαν των ἀρχαίων τῶν διαφόρων μουσείων ἀπὸ τους ἐναερίους κινδύνους». Σε αὐτὲς προβλέπονταν δύο τρόποι ἀσφάλισης τῶν ὀγκωδῶν καὶ μὴ μετακινήσιμων ἐκθεμάτων. Ὁ πρῶτος ἦταν «διά της ἐπικαλύψεως του ἀγάλματος διά γαιοσάκκων, ἀφοῦ προηγουμένως τοῦτο περιβληθῆ δι' ἑνὸς ξυλίνου ἰκριώματος ἐπενδεδυμένου διά σανίδων ὡς το ὑπόδειγμα» καὶ ὁ δεύτερος, ποὺ προκρίθηκε ὥς ἀποτελεσματικότερος, με την κατάχωση τῶν ἀγαλμάτων ἐντὸς του δαπέδου της αἴθουσας ἡ στὴν αὐλὴ του μουσείου ἡ σε περιφραγμένες αὐλὲς καὶ ὑπόγεια δημόσιων ἱδρυμάτων. Ἡ μέθοδος της κατάχωσης, μάλιστα, δινόταν με κάθε λεπτομέρεια. Τα ἀγάλματα ἔπρεπε νὰ ἀποτεθοῦν στὸν πυθμένα του ὀρύγματος ποὺ ἦταν ἐπενδεδυμένο με ὁπλισμένο σκυρόδεμα, σε ὁριζόντια θέση (σὰν νεκρά σώματα σε τάφο), νὰ καλυφθοῦν με ἀδρανῆ ὑλικὰ καὶ το ὄρυγμα νὰ σφραγιστεῖ με πλάκα τσιμέντου. Γιὰ τα χάλκινα καὶ γιὰ τα πήλινα προβλεπόταν ἡ φύλαξη ἐντὸς κιβωτίων ἐπενδεδυμένων με κερόχαρτο ἡ πισσόχαρτο γιὰ τον φόβο της ὑγρασίας.


Στὸ Ἐθνικὸ Ἀρχαιολογικό Μουσεῖο σήμανε συναγερμός. Με ὑπουργική ἀπόφαση συστάθηκε ἡ Ἐπιτροπή Ἀπόκρυψης καὶ Ἀσφάλισης τῶν ἐκθεμάτων του, με ἐπὶ κεφαλῆς τρεῖς Ἀρεοπαγῖτες καὶ μέλη τον γραμματέα της Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας Γεώργιο Οἰκονόμο, τον προσωρινό διευθυντή του μουσείου Ἀναστάσιο Ὀρλάνδο, τον καθηγητή Σπυρίδωνα Μαρινᾶτο, τους ἐφόρους Γιάννη Μηλιάδη καὶ Σέμνη Καροῦζου, την ἐπιμελητήρια Ἰωάννινα Κωνσταντίνου καὶ ὁρισμένους μηχανικούς καὶ ἀρχιτέκτονες του ὑπουργείου. Στὴν ὁμάδα προστέθηκαν καὶ ἐθελοντὲς, ὅπως ὁ διευθυντής του Αὐστριακοῦ Ἀρχαιολογικοῦ Ἰνστιτούτου Otto Walter, ὁ Βρετανός ἀρχαιολόγος Allan Wace καὶ ὁ ἀκαδημαϊκός Σπύρος Ἱακωβίδης, ποὺ ἦταν τότε πρωτοετής φοιτητής Ἀρχαιολογίας. «Πολύ πρωί, πρὶν νὰ δύσει ἡ σελήνη, συγκεντρώνονταν στὸ μουσεῖο ὅσοι εἶχαν ἀναλάβει την ἐργασία τούτη. Νύχτα ἔφευγαν το βράδυ γιὰ νὰ πᾶνε στὰ σπίτια τους» γράφει χαρακτηριστικά ἡ Σέμνη Καροῦζου. Ἡ φύλαξη τῶν γλυπτῶν γινόταν ἀνάλογα με το μέγεθος καὶ τὴ σημασία του καθενός. Τα μεγαλύτερα ἀπὸ αὐτὰ παρατάσσονταν ὄρθια σε βαθιά ὀρύγματα ποὺ εἶχαν ἀνοιχτεῖ στὰ δάπεδα των βόρειων αἰθουσῶν του μουσείου, το ὁποῖο ἦταν, ἄλλωστε, θεμελιωμένο πάνω στὸν μαλακό βράχο. Γιὰ την κάθοδο των ἀγαλμάτων στὰ ὀρύγματα χρησιμοποιήθηκαν αὐτοσχέδιοι ξύλινοι γερανοί, τους ὁποίους χειρίζονταν ἀδιάκοπα οἱ τεχνῖτες του μουσείου. Τα ὀρύγματα, ποὺ ἔμοιαζαν με πολυάνδρια, δηλαδή με ὁμαδικούς τάφους, συγκέντρωσαν ἕνα σαστισμένο πλῆθος μορφῶν, σὰν αὐτὸ ποὺ εἰκονίζεται στὴν πιὸ πολύτιμη ἀπὸ τις φωτογραφίες του ὁμώνυμου ἀρχείου του μουσείου. Ἀνάμεσα στὶς μορφές των ἀγαλμάτων, πού στέκονται ἀμήχανα στὸν νέο τους τάφο, βρίσκεται κι ἕνας ἀπὸ τους ἀνώνυμους πρωταγωνιστές του Ἔπους της Ἀπόκρυψης. Ἕνας τεχνίτης του μουσείου ποὺ κοιτᾶ ἀφηρημένα τον φακό. Κι ἔτσι ὅπως συμμερίζεται την ἀβέβαιη μοῖρα τῶν ἡμερῶν, καταλήγει νὰ μὴν ξεχωρίζει ἀπὸ το πλῆθος τριγύρω. «Ἄν καμιά ζημιά δὲν ἔγινε στὰ μάρμαρα, παρόλες αὐτὲς τις μετακινήσεις, ὀφείλεται τοῦτο κυριότατα στὸ ὅτι προϊστάμενος του συνεργείου τῶν ἐργατῶν ἦταν τότε, ἑως καὶ στὰ πρῶτα χρόνια ὕστερ' ἀπὸ τον πόλεμο, ὁ παλαιός, ἔμπειρος καὶ ἀφοσιωμένος γλύπτης τῶν ἑλληνικῶν μουσείων Ἀνδρέας Παναγιωτάκης» ἀφηγεῖται ἡ Σέμνη Καροῦζου.


«Τον Ὀκτώβριο του 1940, ὅταν κηρύχθηκε ὁ πόλεμος, μόλις εἶχα ἐγγραφεῖ στὸ πανεπιστήμιο, πρωτοετής φοιτητής» θυμᾶται σε συνέντευξή του ὁ ἀκαδημαϊκός Σπύρος Ἱακωβίδης. «Ἡ ἀπόκρυψη εἶχε ἴδη ἀρχίσει κι ἐγὼ προσέφερα την ἐθελοντική μου ἐργασία. Με ἔβαλαν σε μία ἀπὸ τις ἀποθῆκες, ὁποῦ υπήρχαν τεράστια κασόνια. Η δουλειά μου ἦταν νὰ τυλίγω ταναγραῖες σε παλιές ἐφημερίδες καὶ με μεγάλη προσοχή νὰ τις τοποθετῶ στὰ κασόνια. Μετά, τὴ δουλειά συνέχιζε ἡ εἰδικὴ ἐπιτροπή πού εἶχε συσταθεῖ. Ὅλοι δουλεύαμε ἐναντία στὸν χρόνο, με τον φόβο της εἰσβολῆς τῶν Γερμανῶν, καὶ βέβαια με τεράστια προσοχή. Οἱ ταναγραῖες τυλίγονταν εὔκολα. Ὅμως τα ἀγγειά ἔσπαγαν ἀκόμα πιὸ εὔκολα... Ἡ δουλειά γινόταν στὰ ὑπόγεια του μουσείου. Τα ἀγάλματα τοποθετοῦνταν σὰν ἄνθρωποι σε διαδήλωση. Στὴ συνέχεια χυνόταν πάνω τους ἄμμος πού ξεχώριζε το ἕνα ἀπὸ το ἄλλο καὶ τα σκέπαζε καὶ ἀπὸ πάνω ἔπεφτε πλάκα τσιμέντο. Τα παράθυρα τῶν ἀπόγειων χώρων τα φράζανε με τσουβάλια ἀπὸ ἄμμο. Με αὐτὸ τον τρόπο δὲν μποροῦσαν νὰ πάθουν τίποτε ἀπὸ ἀεροπορική ἐπιδρομή». Τα ξύλινα κιβώτια με τα πήλινα ἀγγεῖα καὶ τα εἰδώλια, καθώς καὶ με τα χάλκινα ἔργα, τοποθετοῦνταν στὶς ἡμιυπόγειες ἀποθῆκες της ἐπέκτασης του μουσείου, ποὺ εἶχε μόλις ὁλοκληρωθεῖ πρὸς την ὁδὸ Μπουμπουλίνας. Μετά τὴ συμπλήρωση τῶν χώρων, τα δωμάτια γεμίζονταν μέχρι την ὀροφὴ με στεγνή ἄμμο, προκειμένου νὰ ἀντέξουν τὴ διάρρηξη της τσιμεντένιας πλάκας της ὀροφῆς τους ἀπὸ ἐνδεχόμενο βομβαρδισμό. Ἕνα στιγμιότυπο αὐτῆς της ἐργασίας του ἐγκιβωτισμοῦ ἀποτυπώθηκε σε μία ξεχωριστή φωτογραφία, τὴ μόνη ποὺ εἰκονίζει τους τεχνῖτες του μουσείου σε μία στιγμή ἀνάπαυλας νὰ κοιτοῦν ἀνέκφραστοι τον φακό, ἀνθρώπους ποὺ ἀναρωτιέται κανείς γιὰ την τύχη τους τους σκληρούς μῆνες της ἀθηναϊκῆς Κατοχῆς. Ἡ Σέμνη Καροῦζου διέσωσε το ὄνομα ἑνὸς ἀπὸ αὐτούς: «Σε ὅλη την ἐργασία του ξεριζώματος καὶ του ἐγκιβωτισμοῦ τῶν ἀρχαίων της Συλλογῆς Ἀγγείων καὶ Μικροτεχνημάτων πρωτοστατοῦσε ὁ μακαρίτης ἀρχιτεχνίτης Γεώργιος Κοντογιώργης, ἕνας ἀπὸ τους τεχνῖτες ποὺ τόσα προσέφεραν καὶ προσφέρουν στὴν ἀνάδειξη καὶ την ἀσφάλεια τῶν ἀρχαίων». Ταυτόχρονα με τα ἀρχαία ἐγκιβωτίστηκαν καὶ οἱ πολύτιμοι κατάλογοι του μουσείου, δηλαδή τα βιβλία καταγραφῆς καὶ τεκμηρίωσης τῶν ἀρχαιοτήτων του. Τα κιβώτια αὐτὰ παραδόθηκαν στὸν γενικό ταμία της Τράπεζας της Ἑλλάδος στὶς 29 Νοεμβρίου 1940. Στίς 17 Απριλίου 1941, στὸ κεντρικό κατάστημα της ἴδιας τράπεζας, ἀπογράφηκε το πρωτόκολλο παράδοσης καὶ παραλαβῆς των ξύλινων κιβωτίων με τα χρυσά καὶ με τα ἄλλα πολύτιμα εὑρήματα τῶν Μυκηνῶν. Ἦταν ἡ πράξη του τέλους μιᾶς ἑξάμηνης ἐπιχείρησης ποὺ πέτυχε νὰ ἀσφαλίσει τον ἀμύθητο πλοῦτο του μεγαλύτερου μουσείου της χώρας. «Ἡ ὄψη του μουσείου τον Ἀπρίλη του 1941, γυμνωμένου ἀπὸ ὅλο το περιεχόμενό του, ἦταν μία εἰκόνα ἐρήμωσης. Οἱ τοῖχοι γυμνοί, τα δάπεδα πολλῶν αἰθουσῶν σκαμμένα, οἱ προθῆκες ἄδειες». Ἦταν ἡ εἰκόνα ποὺ ἀντίκρυσαν οἱ Γερμανοί ἀξιωματικοί το πρωί της Δευτέρας 28 Ἀπριλίου. Της πρώτης μέρας της ἀθηναϊκῆς Κατοχῆς.


Στὰ δύσκολα χρόνια ποὺ ἀκολούθησαν το μουσεῖο δὲν παρέμεινε ἔρημο. Καταλήφθηκε ἀπὸ δημόσιες ὑπηρεσίες. Στή μεγάλη Μυκηναία Αἴθουσα στεγάσθηκε ἡ Κρατική Ὀρχήστρα. Σε ἕνα μεγάλο μέρος της δυτικῆς πλευράς, δεξιά ἀπὸ την εἰσόδῳ, ἐγκαταστάθηκε το Κεντρικό Ταχυδρομεῖο. Στίς αἴθουσες του πρώτου ὀρόφου ἐπὶ της ὁδοῦ Μπουμπουλίνας λειτούργησαν οἱ ὑπηρεσίες του ὑπουργείου Πρόνοιας, ἐνῶ σε μία αἴθουσα του παλαιοῦ κτιρίου πρὸς την ὁδὸ Τοσίτσα ἐγκαταστάθηκε μία εἰδικὴ Ὑγειονομική Ὑπηρεσία, ἀπ' ὁπού «περνοῦσαν ὑποχρεωτικά δυστυχισμένες νέες γυναῖκες, ἀπόκληρες της κοινωνίας» ὅπως διασώζει ἡ Σέμνη Καροῦζου. Σε μία γωνιά του νέου κτιρίου ἔμεινε λιγοστός χῶρος γιὰ τα γραφεῖα τῶν ὑπαλλήλων του μουσείου, ὁποῦ συγκεντρώθηκε ἡ ἄχρηστη πιὰ σκεύη του, το πλῆθος τῶν ἄδειων προθηκῶν, ὁρισμένοι πίνακες της Ἐθνικῆς Πινακοθήκης καὶ τα Γενικά Ἀρχεῖα του Κράτους. Σε ἕνα ἀπὸ τα ὑπόγεια της νέας πτέρυγας παρασκευαζόταν το συσσίτιο των φυλάκων καὶ τῶν άρχαιολογικῶν ὑπαλλήλων, με τα πυκνά ἴχνη ἀπὸ τους καπνούς του νὰ παραμένουν μέχρι σήμερα σε σημεῖα της ὀροφῆς. Παρά την ἀπώλεια του χαρακτῆρα του, το κτίριο παρέμεινε ἀλώβητο μέχρι το τέλος της Κατοχῆς. Ὡς τις «ἡμέρες του δεκεμβριανοῦ ἐφιάλτη», ὅταν οἱ «πυροβολισμοί τῶν ἀεροπλάνων» κατέκαψαν μέρος της ξύλινης στέγης του καὶ ἕνα τμῆμα του πρώτου ὀρόφου διαμορφώθηκε σε φυλακές των κρατουμένων. Ὁρισμένοι ἀπὸ τους διάτρητους ἀπὸ τις ὀβίδες τοίχους διατηροῦνται ἀκόμα καὶ σήμερα, μεταξύ των γραφείων ὁποῦ ἐργάζεται το προσωπικό του Μουσείου. Καὶ παρά τὴ μακρά καὶ ἐπίπονη ἀποκατάσταση του κτιρίου καὶ τῶν ἐκθέσεών του τα μεταπολεμικά χρόνια, ἦσαν πολλές οἱ κρυμμένες ἐκπλήξεις ποὺ ἔρχονταν σποραδικά στὸ φῶς. Ἀκόμα καὶ ἡ δεύτερη, ἐκ βάθρων ἀνακαίνισή του, ποὺ ὁλοκληρώθηκε πρόσφατα, ἦταν ἡ ἀφορμὴ νὰ ἀνακαλυφθοῦν καὶ ἄλλα ἀπὸ τα καλά θαμμένα μυστικά του. Νά ἦταν, ἄραγε, τα τελευταία; Ζῶντας καὶ δουλεύοντας κανείς ἀνάμεσά σε αὐτούς τους τοίχους, γνωρίζει πὼς δὲν του ἐπιτρέπεται νὰ διατυπώνει τέτοιες ἐκφράσεις χρονικῆς βεβαιότητας.




Από την προετοιμασία απόκρυψης των επιτύμβιων γλυπτών του Μουσείου. (Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου)




Η απόκρυψη του Κούρου του Σουνίου ΕΑΜ 2720 στο όρυγμα που είχε διανοιχθεί μπροστά από το βάθρο του. (Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου).
Ένα από τα ορύγματα με τα αμήχανα πλήθη των αγαλμάτων







Στιγμιότυπο από τον εγκιβωτισμό του αμφορέα Α 803.

.
Αποτέλεσμα εικόνας για θαμενα αγαλματα

Ὁ Θρῆνος της Ἀντιγόνης - Σοφοκλῆς



Ἡ Ἀντιγόνη εἶναι ἀρχαία τραγωδία του Σοφοκλῆ ποῦ παρουσιάστηκε πιθανότατα στὰ Μεγάλα Διονύσια του 442 π.Χ.. Το θέμα της προέρχεται ἀπὸ τον Θηβαϊκό κύκλο, απ' ὁποῦ ὁ Σοφοκλῆς ἄντλησε ὑλικό καὶ γιὰ δύο ἄλλες τραγωδίες, τον Οἰδίποδα Τύραννο καὶ τον Οἰδίποδα ἐπὶ Κολωνῷ. Τα ἐπεισόδια ἀπὸ τα ὁποία προέρχεται το ὑλικὸ της Ἀντιγόνης εἶναι μεταγενέστερα χρονολογικά ἀπὸ τα ἐπεισόδια τῶν τραγωδιῶν γιὰ τον Οἰδίποδα, ἀλλὰ ἡ Ἀντιγόνη εἶναι προγενέστερη ἀπὸ αὐτὲς. Θέμα της εἶναι η προσπάθεια της Ἀντιγόνης νὰ θάψει το νεκρό ἀδελφὸ της Πολυνείκη, παρά την ἀντίθετη ἐντολὴ του Κρέοντα, βασιλιά της Θήβας. Ἔτσι ἡ Ἀντιγόνη θέτει την τιμή των θεῶν καὶ την ἀγάπῃ πρὸς τον ἀδερφὸ της ὑπεράνω τῶν ἀνθρώπινων νόμων.
Ἡ Ἀντιγόνη ἦταν ἕνα ἀπὸ τα τέσσερα παιδιά του Οἰδίποδα πού ἀπέκτησε με την Ἱοκάστη, βασίλισσα της Θήβας, χωρίς νὰ γνωρίζει ὅτι ἦταν ἡ φυσική μητέρα του. Τα ἀλλά παιδιά τους ἦταν ἡ Ἰσμήνη, ὁ Ἐτεοκλῆς καὶ ὁ Πολυνείκης. Ὁ Οἰδίποδας εἶχε καταραστεῖ τους γιοὺς του νὰ διαφωνήσουν γιὰ το μοίρασμα της κληρονομιᾶς καὶ νὰ αλληλοσκοτωθοῦν, ἐπειδὴ εἶχαν παραβιάσει κάποιες διαταγές του.
Ὅταν ὁ Οἰδίποδας ἀνακάλυψε την ἀλήθεια γιὰ την καταγωγή του αὐτοεξορίστηκε καὶ τα δύο ἀδέρφια συμφώνησαν νὰ διακυβερνοῦν ἐναλλὰξ ἀνὰ ἕνα χρόνο. Μετά το πρῶτο ἔτος ὁ Ἐτεοκλής ἀρνήθηκε νά δώσει το θρόνο στὸν Πολυνείκη καὶ αὐτὸς ἔφυγε ἀπὸ τὴ Θῆβα, πῆγε στὸ Ἀργός, ὁποῦ παντρεύτηκε την κόρη του βασιλιά Ἂδραστου καὶ ὀργάνωσε ἐκστρατεία ἐναντίον της Θήβας. Ἡ ἐκστρατεία ἀπέτυχε καὶ οἱ δύο ἀδερφοὶ σκοτώθηκαν σε μονομαχία. Το θρόνο πῆρε τότε ὁ Κρέων, ἀδερφὸς της Ἰοκάστης, ποὺ διέταξε το πτῶμα του Πολυνείκη νὰ μείνει ἄταφο, ἐπειδὴ πρόδωσε την πατρίδα του.
Ἀκολουθεῖ ἔντονη ἀντιπαράθεση μεταξύ Ἀντιγόνης καὶ Κρέοντα καὶ στὴ συνέχεια ἔρχεται στὴ σκηνή καὶ ἡ Ἰσμήνη, ποὺ κατηγορεῖται ἀπὸ το βασιλιά γιὰ συνεργασία. Ἂν καὶ δὲν εἶχε ἀναμειχθεῖ στὴν ταφή, ἀναδέχεται τις κατηγορίες καὶ ὁ Κρέοντας ἀποφασίζει νὰ τιμωρήσει καὶ τις δύο.
Στήν συνέχεια ἐμφανίζεται ὁ Αἵμονας, γιὸς του Κρέοντα καὶ ἀρραβωνιαστικός της Ἀντιγόνης, ποὺ συγκρούεται με τον πατέρα του γιὰ το θέμα της ταφῆς καὶ την τιμωρία της Ἀντιγόνης. Ἀδυνατῶντας νὰ μεταπείσει τον Κρέοντα, φεύγει ἀπὸ τὴ σκηνή ἀφήνοντας την ἀπειλῆ ὅτι θὰ αὐτοκτονήσει. Ἥ μόνη παραχώρηση ποὺ κάνει ὁ Κρέοντας εἶναι νὰ ἀθωώσει την Ἰσμήνη καὶ νὰ μὴν θανατώσει την Ἀντιγόνη, ἀλλὰ νὰ την φυλακίσει ὥστε νὰ ἀποφύγει το μίασμα. Ἔτσι μετέτρεψε την ποινή της Ἀντιγόνης, ποὺ πλέον θὰ φυλακιζόταν σε ἕναν ὑπόγειο θολωτό τάφο, γιὰ νὰ πεθάνει ἀπὸ ἀσιτία.
Ἡ ἡρωίδα ἀποχαιρέτησε τους συμπολῖτες της, θρηνῶντας γιὰ την κακή της μοῖρα...
Ἀρχαῖο Κείμενο
Ὦ τύμβος, ὦ νυμφεῖον, ὦ κατασκαφὴς
οἴκησις αἰείφρουρος, οἷ πορεύομαι
πρὸς τοὺς ἐμαυτῆς, ὧν ἀριθμὸν ἐν νεκροῖς
πλεῖστον δέδεκται Φερσέφασσ’ ὀλωλότων·
(895) ὧν λοισθία ’γὼ καὶ κάκιστα δὴ μακρῷ
κάτειμι, πρίν μοι μοῖραν ἐξήκειν βίου.
Ἐλθοῦσα μέντοι κάρτ’ ἐν ἐλπίσιν τρέφω
φίλη μὲν ἥξειν πατρί, προσφιλὴς δὲ σοί,
μῆτερ, φίλη δὲ σοί, κασίγνητον κάρα·
(900) ἐπεὶ θανόντας αὐτόχειρ ὑμᾶς ἐγὼ
ἔλουσα κἀκόσμησα κἀπιτυμβίους
χοὰς ἔδωκα· νῦν δέ, Πολύνεικες, τὸ σὸν
δέμας περιστέλλουσα τοιάδ’ ἄρνυμαι.
Καίτοι σ’ ἐγὼ ’τίμησα τοῖς φρονοῦσιν εὖ.
(905) Οὐ γάρ ποτ’ οὔτ’ ἂν εἰ τέκνων μήτηρ ἔφυν,
οὔτ’ εἰ πόσις μοι κατθανὼν ἐτήκετο,
βίᾳ πολιτῶν τόνδ’ ἂν ᾐρόμην πόνον.
Τίνος νόμου δὴ ταῦτα πρὸς χάριν λέγω;
πόσις μὲν ἄν μοι κατθανόντος ἄλλος ἦν,
(910) καὶ παῖς ἀπ’ ἄλλου φωτός, εἰ τοῦδ’ ἤμπλακον·
μητρὸς δ’ ἐν Ἅιδου καὶ πατρὸς κεκευθότοιν
οὐκ ἔστ’ ἀδελφὸς ὅστις ἂν βλάστοι ποτέ.
Τοιῷδε μέντοι σ’ ἐκπροτιμήσασ’ ἐγὼ
νόμῳ, Κρέοντι ταῦτ’ ἔδοξ’ ἁμαρτάνειν
(915) καὶ δεινὰ τολμᾶν, ὦ κασίγνητον κάρα.
Καὶ νῦν ἄγει με διὰ χερῶν οὕτω λαβὼν
ἄλεκτρον, ἀνυμέναιον, οὔτε του γάμου
μέρος λαχοῦσαν οὔτε παιδείου τροφῆς,
ἀλλ’ ὧδ’ ἔρημος πρὸς φίλων ἡ δύσμορος
(920) ζῶσ’ εἰς θανόντων ἔρχομαι κατασκαφάς·
ποίαν παρεξελθοῦσα δαιμόνων δίκην;
Τί χρή με τὴν δύστηνον ἐς θεοὺς ἔτι
βλέπειν; τίν’ αὐδᾶν ξυμμάχων; ἐπεί γε δὴ
τὴν δυσσέβειαν εὐσεβοῦσ’ ἐκτησάμην.
(925) Ἀλλ’ εἰ μὲν οὖν τάδ’ ἐστὶν ἐν θεοῖς καλά,
παθόντες ἂν ξυγγνοῖμεν ἡμαρτηκότες·
εἰ δ’ οἵδ’ ἁμαρτάνουσι, μὴ πλείω κακὰ
πάθοιεν ἢ καὶ δρῶσιν ἐκδίκως ἐμέ.
ΧΟ.
Ἔτι τῶν αὐτῶν ἀνέμων αὐταὶ
(930) ψυχῆς ῥιπαὶ τήνδε γ’ ἔχουσιν.
ΚΡ.
Τοιγὰρ τούτων τοῖσιν ἄγουσιν
κλαύμαθ’ ὑπάρξει βραδυτῆτος ὕπερ.
ΑΝ.
Οἴμοι, θανάτου τοῦτ’ ἐγγυτάτω
τοὔπος ἀφῖκται.
(935) ΚΡ.
Θαρσεῖν οὐδὲν παραμυθοῦμαι
μὴ οὐ τάδε ταύτῃ κατακυροῦσθαι.
ΑΝ.
Ὦ γῆς Θήβης ἄστυ πατρῷον
καὶ θεοὶ προγενεῖς,
ἄγομαι δὴ ’γὼ κοὐκέτι μέλλω.
(940) Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι,
τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν,
οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω,
τὴν εὐσεβίαν σεβίσασα.
Μετάφραση
Ὧ τάφε μου, ὦ νυφιάτικό μου, ὦ αἰώνια,
βαθιά στῆ γῆ σκαμμένη κατοικία μου,
γιὰ σένα τώρα ξεκινῶ νὰ πάω
πρὸς τους δικούς μου, ποῦ ἕνα τόσο πλῆθος
ἔχει δεχτεῖ ἀπ' αὐτούς ἡ Περσεφόνη·
στερνή τους τώρα ἐγὼ καὶ πολύ πιὸ ἄθλια
πρὶν νὰ 'ρθη ἀκόμα ἡ ὥρα μου πηγαίνω·
μὰ ὅταν θὰ φτάσω βέβαιη θρέφω ἐλπίδα
νὰ με δεχτῆ ὁ πατέρας μου με ἀγάπη,
με ἀγάπη καὶ σῦ, μάννα μου, με ἀγάπη,
καὶ σῦ, ἀδερφέ μου πολυλατρεμένε·
γιατί νεκρούς μ' αὐτὰ μου ἐγὼ τα χέρια
σας ἔλουσα, σας στόλισα καὶ μ' ὅλα
τα νεκρικά σάς τίμησα τα δῶρα·
καὶ τώρα, γιὰ νὰ θάψω, Πολυνείκη,
το δικό σου κορμί, τέτοια παθαίνω·
κι ὅμως δίκαια σε τίμησα, ὅπως κρίνουν
ὅσοι ἔχουν γνώση, γιατί ἐγὼ ποτέ μου
μήτε παιδιῶν ἂν ἤμουνα μητέρα,
μητ' ἂν νεκρός ὁ ἄντρας μου ἐσεπόνταν,
δὲ θὰ 'παῖρνα πάνω μου τέτοιο ἀγῶνα
ἐναντία στὴν ἀπόφαση της χώρας.
Καὶ χάρη σε ποῖο νόμο αὐτὸ ποῦ λέω;
Ὁ ἄντρας ἄν μου πεθάνη, θὰ μποροῦσα
κι ἄλλον νὰ πάρω, καὶ παιδί νὰ κάμω
ἀπ' ἄλλον ἄντρα, ἄν θὰ 'χανα το πρῶτο·
μὰ μία ποῦ μόχουν μάννα καὶ πατέρας
στὸν Ἄδη κατεβῆ, δὲν εἶναι τρόπος
ποτέ νὰ γεννηθῆ ἀδερφὸς γιὰ μένα·
κι ἐνῶ μ' αὐτὸ το νόμο πάνω ἀπ' ὅλους
σ' ἔβαλα ἐγὼ, μυριάκριβε ἀδερφὲ μου,
ἔγκλημα ὁ Κρέοντας ἔκρινε καὶ τόλμη
ἀνήκουστη την πράξη αὐτή, καὶ τώρα
με παίρνει ἔτσι ἀπ' τα χέρια καὶ με σέρνει
πρὶν τις χαρές του ὑμέναιου νὰ γνωρίσω,
πρι δῶ ἄντρα πλάϊ μου, πρὶν παιδιά ἀναστήσω,
μὰ ἔτσι παρατημένη ἀπὸ τους φίλους,
ζωντανή κατεβαίνω η μαυρομοίρα
στῶν πεθαμένων τα λημέρια, ἐνῶ
ποῖο νόμο των θεῶν ἔχω πατήση;
καὶ γιατί πρέπει πιὰ ἡ δυστυχισμένη
νὰ ἐλπίζω στοὺς θεούς; ποῖο σύμμαχό μου
νὰ κράξω, ὅταν με την εὐσέβειά μου
της ἀσεβείας την καταδίκη βρῆκα;
μ' ἄν περνοῦν στοὺς θεούς αὐτὰ γιὰ δίκια,
πεθαίνοντας θὰ ὀμολογοῦσα τότε
πῶς ἐνοχὴ πεθαίνω, ἄν ὅμως οἱ ἄλλοι
ἔχουν την ἁμαρτία, εἰθ' ἄς μὴν πάθουν
πιὸ πολλ' ἀπ' ὅσα ἔτσι ἄδικα μου κάνουν.
ΧΟΡΟΣ
Πάντ' ἀκόμα το ἴδιο φύσημα του ἀνέμου
την κρατᾶ καὶ δὲν το λέει νὰ την ἀφήση.
ΚΡΕΟΝΤΑΣ
Μὰ γι' αὐτὸ θὰ κλάψουν ποῦ ἔτσι ἀργοῦνε
τοῦτοι ἐδῶ, ποὺ ἔχω προστάξη νὰ την πᾶνε.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Ἄχ ἀλλίμονό μου, αὐτὸς ὁ λόγος
την ὁλόστερνη την ὥρα μου σημαίνει.
ΚΡΕΟΝΤΑΣ
Δὲ σου συνιστῶ πολύ νὰ ἐλπίζης
πῶς αὐτὸ ποῦ λὲς δὲ θ' ἀληθέψη.
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Ὦ της Θήβας πατρική μου πόλη,
ὦ πανάρχαιοι θεοί της γενεάς μας,
πάει τέλειωσε, με παίρνουν
βλέπετε, ἄρχοντες της Θήβας,
τὴ στερνή βασιλοπούλα σας,
τι παθαίνω κι ἀπὸ ποῖους,
γιατί φύλαξα το σέβας στοὺς θεούς.


Ἡ Ἀντιγόνη μπροστά στὸν νεκρό Πολυνείκη. Ἐθνικὴ Πινακοθήκη, Νικηφόρος Λύτρας (1865)

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016

Ἤρα - Ἡ Θεά των Οὐρανῶν

Ἤρα soldatosikos.blogspot.com page title ... ... ... ... ... ... - Ἡ Θεά των Οὐρανῶν
Ἤρα εἶναι μιά ἀπὸ τις πιὸ ἐνδιαφέρουσες μορφές του ἀρχαίου ἑλληνικοῦ Δωδεκάθεου. Κόρη του Κρόνου καὶ της Ρέας, μοναδική νόμιμη σύζυγος του Δία, θεά των οὐρανῶν, προστάτιδα του γάμου καὶ τῶν παντρεμένων, ἰδιαίτερα, γυναικών καῆ προσωποποίηση της συζυγικῆς πίστης. Ἡ Ἤρα ἐνσαρκώνει τις ἀρετὲς καὶ τα ἐλαττώματα της παντρεμένης γυναίκας. Εἶναι ἡ πιστή καὶ ἀφοσιωμένη, ἡ τρυφερή καὶ ὑποταγμένη στὸν κύριο καὶ ἀφέντη της γυναῖκα, ἀλλὰ καὶ ἡ δυναμική καὶ πολυμήχανη, ἐριστική καὶ γκρινιάρα, καταπιεστική καὶ ζηλόφθονη, παθιασμένη καὶ ἐκδικητική σύζυγος. Ἡ ἐκδίκησή της, ἀφρισμένη κατεβασιά, σαρώνει τα πάντα στὸ πέρασμά της.
Μάχεται, ἀγωνίζεται ἀπεγνωσμένα γιὰ ό,τι δικαιωματικά της ἀνήκει, γιὰ το ἀντικείμενο του πόθου της. Λαός εὔθυμος, με σκωπτική διάθεση καὶ πηγαῖο, ἀνεξάντλητο χιοῦμορ, οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἔδωσαν μία περισσότερο ἀνθρώπινη διάσταση στὶς θεότητές τους. Φαντάστηκαν το γάμο της Ἤρας καὶ του Δία ἕνα πεδίο διαρκοῦς ἀντιπαλότητας, ἀντιπαραθέσεων καὶ συγκρούσεων καὶ το βασιλιά θνητῶν καὶ θανάτων, το νεφεληγερέτη, ἀστραποβόλο καὶ κεραυνοβόλο Δία, νὰ κατατρέχεται ἀσταμάτητα ἀπὸ μία ζηλόφθονη καὶ ἐκδικητική σύζυγο καὶ νὰ καταφεύγει σε τεχνάσματα καὶ μηχανορραφίες γιὰ νὰ ἀποφύγει τις θυελλώδεις ἐκρήξεις της ὀργῆς της.
γέννηση της βασίλισσας τῶν θεῶν τοποθετεῖται στὴ Σάμο καὶ κατὰ ἄλλους στῆ Στυμφαλία ἡ στὴν Εὔβοια. Ἡ μοῖρα της δὲν ἦταν διαφορετική ἀπὸ αὐτή τῶν ἀδερφῶν της. Ὁ ἀνελέητος Κρόνος την κατάπιε, προσπαθῶντας νὰ πολεμήσει τὴ μοῖρα του. Μόνο ὅταν ἡ πολυμήχανη Ρέα κατόρθωσε, με τέχνασμα, νὰ ξεγελάσει τον Κρόνο, τότε ἡ Ἤρα, μαζί με τα ὑπόλοιπα ἀδέρφια της, ξαναεῖδε το φῶς. Μετά την ἐκθρόνιση του Κρόνου, ὁ Δίας τὴ ζήτησε σε γάμο. Ἐκείνη τον ἀπέκρουσε με περηφάνια. Τρελός ἀπὸ ἔρωτα γιὰ την ἀδερφὴ του ὁ Δίας δὲν παραιτήθηκε ἀπῶ τους σκοπούς του. Μιὰ βροχερή, χειμωνιάτικη μέρα, καθώς ἡ θεά περπατοῦσε στὸ δάσος, ὁ Δίας μεταμορφώθηκε σε κοῦκο, ποὺ ἔπεσε στὰ πόδια της ἀνυποψίαστης Ἤρας. Ἡ θεά λυπήθηκε το μισοπαγωμένο πλασματάκι. Ἔσκυψε, το πῆρε στὴν ἀγκαλιὰ της, το χάϊδεψέ με τα τρυφερά της χέρια καὶ το ζέστανε στοὺς παρθενικούς της κόρφους. Τότε ὁ βασιλιάς τῶν θεῶν πῆρε την πραγματική του μορφή. Μεγαλόπρεπος, ἐπιβλητικός, πανίσχυρος καὶ ἀκαταμάχητος, ἐξουδετέρωσε καὶ τις τελευταῖες ἰκμάδες ἀντίστασης της θεάς. Ἡ ᾞρα νικήθηκε, ὑποτάχτηκε, ἔγινε γιὰ πάντα δική του, ἀφοῦ πρῶτα ἐξασφάλισε "ὑπόσχεση γάμου".
γάμος τους ἔγινε με θεϊκή λαμπρότητα. Ἡ ζωή τους ὅμως δὲν ἦταν πάντοτε εὐτυχισμένη. Ἀντίθετα, ἦταν τρικυμιώδης καὶ πολυτάραχη, ὅπως, ἄλλωστε, θυελλώδης ὑπῆρξε καὶ ὁ ἔρωτας τους. Οἱ ἀλλεπάλληλες ἐκρήξεις ὀργῆς καὶ ζήλιας της θεάς καὶ οἱ συχνοί καβγᾶδες ἀνάμεσα στὸ θεϊκό ζευγάρι, ἔτρεφαν τὴ φαντασία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων καὶ ἀποτελούσανε προσφιλεῖς διηγήσεις καὶ ἀναγνώσματα.
Ἐκεῖνος, ὑπερόπτης, ἄστατος καὶ ἄπιστος σύζυγος, τσάκιζε συχνά την ἀξιοπρέπειά της καὶ πλήγωνε ἀνεπανόρθωτα τὴ γυναικεία περηφάνια της. Δὲ δίσταζε, μάλιστα, νὰ καυχιέται, μπροστά της, γιὰ τις ἀμέτρητες περιπέτειές του με θεές καὶ θνητές.
Ἐκείνη, ἀδάμαστη καὶ ἀγέρωχη, ἐπικαλοῦνταν την τιμημένη καταγωγή της καὶ πρόβαλλε τα ἀναφαίρετα δικαιώματά της -την ἰδιότητά της, της νόμιμης συζύγου.
Δίας, μέσα ἀπὸ τους ὁμηρικούς στίχους, δήλωνε ὅτι περιφρονοῦσε την ὀργὴ καὶ την γκρίνια της καὶ της ζητοῦσε, ἐπίμονα, ὑποταγή. Δὲ δίστασε, μάλιστα, νὰ κάνει κάποτε πράξεις τις ἀπειλὲς του, ὅταν, δεμένη χειροπόδαρα, την κρέμασε ἀνάμεσα στὸν αἰθέρα καὶ στὰ σύννεφα.
Ἥρα, με καταρρακωμένη ἀναξιοπρέπεια καὶ τυφλωμένη ἀπὸ το πάθος της γιὰ ἐκδίκηση, περνοῦσε συχνά στὴν ἀντεπίθεση. Κατορθώνοντας νὰ πάρει με το μέρος της τὴν Ἀθηνᾶ καὶ τον Ποσειδῶνα, προσπάθησε κάποτε νὰ καθυποτάξει τον Δία, ὁ ὁποῖος μόλις ποῦ κατάφερε νὰ γλιτώσει χάρη στὴ μεσολάβηση της Θέτιδας καὶ του Ἑκατόγχειρα Αἰγαίωνα. Ἄλλοτε πάλι, ἡ θεά ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει γιὰ πάντα τὴ "συζυγική κλίνη". Γύρισε στὴν Εὔβοια, ἐκεῖ ὁποῦ γιὰ πρώτη φορά του δόθηκε. Ὁ Δίας ὅμως, ποὺ ἔνιωσε την ἐπιθυμία γιὰ τὴ νόμιμη γυναῖκα του νὰ ξαναφουντώνει, μηχανεύτηκε ἕνα τέχνασμα γιὰ νὰ τὴ φέρει πάλι κοντά του. Πῆγε κι αὐτὸς στὴν Εὔβοια, ὁποῦ διέδωσε ὅτι θὰ παντρευτεῖ μία πανέμορφη νύμφη. Ἔντυσε μάλιστα ἕνα ξόανο με νυφιάτικα πέπλα. Ἡ Ἥρᾳ, τυφλωμένη ἀπὸ τὴ ζήλια της, ὅρμησε με μῖσος στῆ νέα ἀντίζηλή της καὶ της πέταξε τα πέπλα. Στή θέα ὅμως του ξόανου, ξέσπασε σε γέλια. Γέλια χαράς καὶ λύτρωσης. Ἡ ἀγάπη ποὺ σιγόκαιγε μέσα της ἔγινε πυρκαγιά. Χύθηκε με λαχτάρα στὴν ἀγκαλιὰ του ἀγαπημένου της, νικημένη καὶ ὑποταχτικιά του καὶ πάλι.
Δίας ὅμως της ἔδινε ἀφορμὲς ἀσταμάτητα. Μανιασμένη ἐκείνη καὶ ἀνήμπορη νὰ ἐκδικηθεῖ προσωπικά τον ἄπιστο, ἔστρεφε την ὀργὴ της ἐνάντια στὶς δύστυχες ἀντίζηλές της. Σκληρή καὶ ἀνελέητη ἔπεφτε πάνω στὰ ἀθώα θύματα ἡ θεϊκή τιμωρία.
Λητώ, κόρη του τιτάνα Κοίου καὶ της Φοίβης, ἀντιμετώπισε την ἐκδικητική μανία της θεάς. Παρά τις προσπάθειες της Ἥρας, ἔφερε, τελικά, στὸν κόσμο τον Ἀπόλλωνα καὶ την Ἄρτεμι, παιδιά της παράνομης ἑνώσης της με τον Δία.
πανέμορφη Ἴω, κόρη του Ἴναχου, βασιλιά τους Ἀργούς, δὲν κατόρθωσε νὰ ἀποφύγει την ὀργὴ της Ἤρας.
Δίας προσπάθησε νὰ τὴ σώσει μεταμορφώνοντάς την σε ἀγελάδα. Ὅμως ἡ ζηλιάρα Ἤρα την καταδίωξε μέχρι την Αἴγυπτο, ὁποῦ ὁ Δίας της ἔδωσε την ἀρχικὴ της μορφή καὶ γέννησε τον Ἔπαφο. Η τραγική Σεμέλη, κόρη του βασιλιά των Θηβῶν Κάδμου, ἦταν ἕνα ἀκόμη θῦμα της ὀργῆς της θεάς. Φριχτός θάνατος, μέσα στὶς φλόγες, περίμενε την ἄμοιρη θνητή, ποὺ τόλμησε νὰ μοιραστεῖ το παρθενικό της κρεβάτι με το βασιλιά τῶν ἀθανάτων. Το παιδί ποὺ εἶχε στὰ σπλάχνα της σώθηκε ἀπὸ τον Δία, ὁ ὁποῖος το ἔραψε στὸ μηρό του καὶ, ὅταν συμπληρώθηκαν οἱ ἐννιά μῆνες, γεννήθηκε ὁ θεός Διόνυσος .Ἡ παράφορη ὅμως μανία της Ἤρας στράφηκε καὶ ἐνάντια στὰ παιδιά τῶν ἀντίζηλον της. Ὁ Ἡρακλῆς, γιὸς του Δία καὶ της Ἀλκμήνης, βρέφος ἀκόμα, στὴν κούνια του, ἀντιμετώπισε τα δύο δηλητηριώδη φίδια πού ἡ ζηλόφθονη θεά ἔστειλε νὰ τον σκοτώσουν, κατά τραγική, ὅμως τύχη, ἔμελλε νὰ εἶναι ἡ Ἥρα ἐκείνη ποὺ πρόσφερε την ἀθανασία στὸ νόθο παιδί του ἄντρα της.
Με προτροπή του Δία, ὁ Ἑρμῆς ἀκούμπησε το βρέφος στὸ κρεβάτι της θεάς, ἐνῶ αὐτή κοιμόταν. Το βρέφος ἅρπαξε το θεῖο μαστό καὶ βύζαξε το γάλα της ἀθανασίας. Ἡ Ἤρα ξύπνησε καὶ ἀποτράβηξε με ὀργὴ τον παράνομο τρυγητή. Το γάλα ποὺ πετάχτηκε, ἐκείνη τὴ στιγμή, ἀπὸ τον ζωοδότη κόρφο, γέννησε τον Γαλαξία.
Πρότυπο ἀστάτου καὶ ἄπιστου συζύγου ὁ Δίας, ὁμολογεῖ, μέσα ἀπὸ τους στίχους του Ὁμήρου, ὅτι ποτέ του δὲν ἀγάπησε, οὔτε πεθύμησε ἄλλη γυναῖκα, ὅσο τὴ μεγαλόπρεπη Ἤρα. "Ποτέ θεά ἡ θνητή δὲ μου ἐνέπνευσε τόσο ἐπιθυμία".
Ἀπὸ την ἕνωσή της με τον Δία ἡ Ἥρα ἔφερε στῶν κόσμο την Ἥβη, τὴ θεά της νεότητας, καὶ τον Ἄρη, τον αἱμοβόρο καὶ κοσμοχαλαστή θεό του πολέμου. Κατὰ ἄλλους, καὶ ἡ Εἰλείθυια, μητέρα των Ὀδυνῶν, καὶ ἡ Ἔριδα, θεά της διχόνοιας καὶ της ἀμάχης, ἦταν παιδιά της Ἤρας καὶ του Δία.
Θέλοντας νὰ ἐκδικηθεῖ τον ἄστατο Δία, γιὰ τα ἀμέτρητα νόθα ποὺ ἔσπερνε, ἡ Ἥρα θέλησε νὰ φέρει στὸν κόσμο τα δικά της παιδιά, τα παιδιά ποὺ θὰ γεννιοῦνταν χωρίς τὴ σαρκική της ἕνωση με τον Δία.
Ἥφαιστος, κατά το μῦθο, ὑπῆρχε στὰ σπλάχνα της θεάς πρὶν την ἕνωσή της με τον Δία. Ἦταν ὅμως τόσο ἄσχημος καὶ περίγελως τῶν θεῶν, ποὺ ἡ Ἥρα τον γκρέμισε στὴ θάλασσα. Το φοβερό ἐκείνῳ πέσιμο τον ἄφησε γιὰ πάντα "σακάτη καὶ στραβοπόδαρο", γι' αὐτὸ καὶ ποτέ δὲ συγχώρεσε την ἄστοργη μητέρα του. Την ἔδεσε σε θρόνο ὁλόχρυσο, με ἀόρατα δεσμά καὶ μονάχα ὁ Δίας κατόρθωσε νὰ την ἐλευθερώσει ἀπὸ την ἀτιμωτική τιμωρία.
φοβερός Τυφωέας, μάστιγα των θνητῶν, ἦταν ἐπίσης ἀποκλειστικός γιὸς της Ἥρας. Το ἀποκρουστικό θηρίο κατόρθωσε τελικά νὰ ἐξοντώσει ὁ Δίας σε τρομερή μονομαχία. Ἂν καὶ ἄστατος σύζυγος ὁ Δίας, δὲν ἀνεχόταν κανέναν νὰ ἐρωτοτροπεῖ με την πανέμορφη ᾞρα. Σκληρή καὶ ἀμείλικτη τιμωρία περίμενε τους ἐπίδοξους ἐραστὲς της βασίλισσας τῶν θεῶν. Ὁ Ἱξίονας, κάνοντας κατάχρηση της φιλοξενίας ποὺ του παρεῖχε ὁ Δίας, προσπάθησε νὰ πλησιάσει με ἐρωτικές διαθέσεις την Ἤρα. Ἥ τιμωρία του Δία ἦταν σκληρή. Ἔδωσε σε μία Νεφέλη το σχῆμα της Ἤρας καὶ ὁ μεθυσμένος Ἰξίονας ζευγάρωσε μ' αὐτὴ. Ἀπὸ την ἐνῶσι αὐτὴ γεννήθηκε ὁ Κένταυρος. Μὴ συγχωρῶντας την ἀχαριστία ὁ Δίας, καταδίκασε τον Ἰξίονα νὰ δεθεῖ πάνω σε φλεγόμενη ρόδα ποὺ στριφογύριζε ἀσταμάτητα στον ἀέρα. Ὁ Ἐνδυμίωνας ποὺ τόλμησε νὰ ποθήσει τὴ μεγαλόπρεπη βασίλισσα, γκρεμίστηκε στὰ Τάρταρα, ἐνῶ ὁ γίγαντας Πορφυρίωνας ἐξοντώθηκε ἀπὸ τα βέλη του Ἡρακλῆ, τὴ στιγμή ποὺ ἐπιχειροῦσε νὰ βιάσει την Ἤρα.
Ἄν καὶ ἡ Ἤρα δὲν ἦταν γνωστή σὰν πολεμική θεά, στάθηκε στὸ πλευρό τῶν Ἑλλήνων κατά τὴ διάρκεια του Τρωικοῦ πολέμου. Ἡ μνησίκακη καὶ ἐκδικητική θεά ποτέ δὲν ξέχασε την προσβολή του Πάρη, του ἐπιπόλαιου βασιλόπουλου ποὺ προτίμησε τον ἔρωτα, ἀπὸ την ἰσχὺ ποὺ του πρόσφερε ἡ Ἤρα. Ἡ Ἤρα ἀγαπήθηκε, λατρεύτηκε καὶ τιμήθηκε ἀπὸ τους ἀρχαίους Ἕλληνες, στὴ ψυχή των ὁποίων, ἡ ἀγέρωχη αὐτὴ γυναικεία παρουσία, ἦταν ἀπόλυτα δικαιωμένη.
ἰδία κατεῖχε μία ἐντελῶς ξεχωριστή, ζηλευτή θέση ἀνάμεσα στοὺς Ὀλύμπιους θεούς. Ἦταν ἐκείνη ποὺ ἀπομυθοποιοῦσε, στὰ μάτια τῶν Ἑλλήνων, την ἐξουσία του ἄντρα ἀφέντη, του κύρη, του συζύγου. Ἐκείνη ποὺ μπροστά της ὁ πανίσχυρος κυρίαρχος του σύμπαντος ξεγυμνωνόταν τὴ δύναμή του κι ἔνιωθε φόβο κάθε φορά ποὺ ἀντιμετώπιζε τις ἐπιθέσεις της.
Στὸ ὄνομα της Ἤρας, ἡ Γυναῖκα ἔπαιρνε την ἐκδίκησή της ἀπὸ τον Ἄντρα, στὰ πλαίσια μιᾶς καλά ὀργανωμένης ἀνδροκρατούμενης κοινωνίας.

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2016

Δήμητρα καὶ Περσεφόνη, ἕνας μῦθος γιὰ τὴ ζωή καὶ το θάνατο (Ψυχολογική προσέγγιση,

 Διάλεξα τους ὁμηρικούς καὶ τους Ὀρφικούς μύθους πρῶτα ἀπὸ ὅλα, γιὰ νὰ σας μιλήσω γιὰ τὴ δημιουργία του κόσμου. Ὁ Ὅμηρος λοιπόν μας λέει, ὅτι οἱ Θεοί καὶ ὅλα τα πλάσματα της γῆς, προῆλθαν ἀπὸ το ρεῦμα του Ὠκεανοῦ ποὺ περιζώνει τον κόσμο, καὶ ὅτι ἡ Τηθύς ἦταν ἡ μητέρα ὅλων τῶν παιδιῶν του.

Οἱ Ὀρφικοί μῦθοι πάλι λένε , πῶς ὁ Ἄνεμος ξελόγιασε τὴ μαυροφτέρουγη Νύχτα, τὴ θεά ποὺ ἀκόμα καὶ ὁ Δίας σεβόταν καὶ αὐτὴ τότε γέννησε ἕνα ἀσημένιο αὐγό μέσα στοὺς κόλπους του σκότους καὶ ὅτι ἀπὸ αὐτὸ το αὐγὸ βγῆκε ὁ Ἔρωτας καὶ ἔβαλε σε κίνηση το Σύμπαν.
Ὁ Ἔρωτας εἶχε διπλό φῦλο, χρυσά φτερά καὶ τέσσερα κεφάλια καὶ ἐκείνη, ἡ Νύχτα, ζοῦσε μαζί του σε ἕνα σπήλαιο προβάλλοντας ἡ ἰδία σὰ τριάδα, δηλαδή σὰν Νύχτα, σὰν Τάξη καὶ σὰν Δικαιοσύνη. Καὶ ὁ Ἔρωτας δημιούργησε τὴ γῆ, τὸν οὐρανό, τον ἥλιο καὶ τὴ σελήνη" (Ρομπερτ Γκρειβς ).
Διάλεξα νὰ μιλήσω γιὰ τὴ Δήμητρα καὶ την Περσεφόνη γιατί πιστεύω ὅτι μέσα σε αὐτὸ το μῦθο ἐμπεριέχονται ὅλα τα παραπάνω. Καὶ ὅπως μας λέει ο Κακριδής, ὁ μῦθος ἔχει μέσα του ἕνα κόσμο ποὺ ἄλλοτε εἶναι ἕν μέρει λογικός καὶ ἄλλοτε εἶναι ἄλογος. Ὁ μῦθος , λέει, δὲν ἔγινε γιὰ νὰ εἶναι αἰσθητικά ὡραῖος ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀνταποκρίνεται σε ἄλλες ἔξεις της συνείδησης. Ἁπλῶς μπορεῖ νὰ εἶναι καὶ ὡραῖος.
Ὁ μῦθος στὸν ὁποῖο θὰ ἀναφερθῶ εἶναι πολύ ὡραῖος, γιατί μέσα του περιέχει ὅλη τὴ διαδρομή του ἀνθρώπου, δηλαδή τὴ γέννηση καὶ το θάνατο.
Καὶ εἶναι ἀλήθεια πῶς το νῆμα του κόσμου το κρατᾶ ὁ Ἔρωτας καὶ ἕπονται ἡ τάξη καὶ ἡ δικαιοσύνη. Γιατί μέσα στὴ Νύχτα βρίσκεται το μυστικό του ἀνθρώπου, εἶναι αὐτὴ ἡ μαγική λειτουργία του σκοτεινοῦ σημείου ποὺ δίδει τὴ κίνηση στὸ κόσμο,καὶ ὅπως γνωρίζομε μέσα ἀπὸ το σκοτάδι ἐρχόμαστε καὶ στὸ σκοτάδι πηγαίνουμε.
Ἀπὸ το σκοτάδι της Νύχτας, ἀπὸ το Ἔρεβος, βγῆκε το πεπρωμένο, το γῆρας, ὁ θάνατος, ἡ ἐγκράτεια, ὁ ὕπνος, τα ὄνειρα.
Ἡ Δήμητρα, κόρη της Ρέας καὶ του Κρόνου, Γῆ- Δὰ- Μήτηρ, Μητέρα Γῆ ποῦ κρύβει τα σπέρματα. Ἡ λέξη Δὰ ἦταν ἕνα πανάρχαιο ὄνομα γιὰ τὴ Γα- Γαῖα. Ἡ Θεά αὐτὴ λεγόταν Δά- μήτηρ ἡ Δά- μάτερ. Τὴ Δήμητρα την ἔλεγαν Θεσμοφόρο, γιατί ἔθετε τους θεσμούς, Λουσία καὶ Ἐρυνία γιατί λούστηκε στὸ Λάδωνα γιὰ νὰ της περάσει ἡ ὀργὴ γιὰ τον Ποσειδῶνα ποὺ τὴ βίασε. Την ἔλεγαν ἀκόμα Ὄμπνια ποὺ σημαίνει τροφή καὶ εὐδαιμονία.
Ὁ Διόδωρος ὁ Σικελιώτης μας πληροφορεῖ ὅτι εἶναι ἡ μόνη ποὺ μάζευε το ἄγριο σιτάρι ἀπὸ τὴ γῆ ὅταν οἱ ἄνθρωποι δὲν το γνώριζαν καὶ τους ἔδωσε τους νόμους γιὰ νὰ μποροῦν νὰ εἶναι δίκαιοι.
Ἡ Δήμητρα εἶναι ἡ ὀργωμένη γῆ, ἡ γόνιμη. Δὲ θεωρήθηκε κατάλληλη γιὰ σύζυγος, ὅπως ἡ Ἤρα καὶ δὲν εἶναι ἰσότιμη με το πνεῦμα. Εἶναι ἡ ἀθάνατη πηγή της ζωῆς, εἶναι μία θεά εἰρηνική με καλοσύνη καὶ φροντίδα. Εἶναι ὅμως καὶ μία θεά ποὺ ἂν δὲν ἔχει τον ἔλεγχο ὀργίζεται τόσο πολύ ποὺ οἱ Θεοί τὴ φοβοῦνται.
Ἡ Δήμητρα, ἀπὸ τον ἀδελφὸ της Δία γέννησε την Κόρη ποὺ ὅταν την ἔκλεψε ὁ Ἄδης ἀπέκτησε ὄνομα καὶ ὀνομάστηκε Περσεφόνη γιατί μόνο τότε ἔγινε γυναῖκα.
Περσεφόνη σημαίνει αὐτὴ ποῦ φέρει το Φόνο, αὐτή ποὺ φέρνει την καταστροφή. Περσεφάττα εἶναι ἀπὸ το Πτέρσις καὶ ἐφάπτω δηλαδή αὐτὴ ποὺ ρίχνει τὴ καταστροφή. Καὶ πράγματι ἡ ἀπαγωγὴ της ἔφερε την καταστροφή στὴ γῆ, γιατί ὁ πόνος της μάνας της τὴ ξέρανε.
Ὁ Ὁμηρικός ὕμνος στὴ Δήμητρα λέει:
" Τή Δήμητρα την ὀμορφόμαλλη σεμνή θεά νὰ ψάλλω ἀρχίζω, καὶ τὴ λιγνοστράγαλη μαζί της θυγατέρα, ποὺ ὁ βροντερόφωνος Δίας ἄφηκε τον Ἄδη νὰ ἁρπάξει, την ὥρα ποὺ ἔπαιζε με τις πλουσιόστηθες κόρες του Ὠκεανοῦ μαζεύοντας λουλούδια σε λιβάδι ρόδα, κρόκους, μενεξέδες, κρίνους, ὑάκινθους κι ἕνα νάρκισσο ποὺ ἡ Γῆ γιὰ νὰ πλανέψει τὴ ροδόχρωμη παρθένα καὶ νὰ εὐχαριστήσει τον ἀχόρταγο Ἄδη ἔφτιαξε, με τὴ θέληση του Δία τόσο ἐξαίσιο ποὺ δύσκολα θὰ ἀντιστεκόταν θνητός ἡ ἀθάνατος στὴν ὀμορφιά του. Καὶ ἀπὸ τὴ ρίζα του ξεφύτρωσαν ἑκατὸ λουλούδια κι ἀπὸ τὴ γλυκιά εὐωδιά του ὁλόκληρος ὁ πλατύς οὐρανός πού μας σκεπάζει καὶ ὁλόκληρη ἡ γῆ ἀναγάλλιασαν ὅπως καὶ ἡ ἁλμυρὴ ἄβυσσο της θάλασσας."
Σε αὐτὸ το πανέμορφο λουλούδι δὲν ἀντιστάθηκε ἡ κόρη καὶ ἔτσι ἔγινε ἡ βασίλισσα του Κάτω Κόσμου. Κανείς δὲν ἔλεγε στὴ μητέρα Δήμητρα πού πῆγε ἡ κόρη της. Μονάχα ἡ Ἐκάτη την παρηγόρησε κι ἔψαχνε μαζί της νὰ τὴ βρεῖ.
Ὀργίστηκε η Δήμητρα καὶ ἡ γῆ ξεράθηκε. Γιατί αὐτὸς ὁ ἀποχωρισμός εἶναι ἴδιος με το θάνατο. Καὶ αὐτὸς ὁ ἀποχωρισμός εἶναι πού θὰ κάνει την Κόρη, Περσεφόνη. Τότε θὰ γίνει ὁ ἀπέραντος θρῆνος, καὶ θὰ βυθίσει στὴν κατάθλιψη τὴ μάνα καὶ στὸ θρῆνο την κόρη. Πόσο δύσκολος εἶναι ὁ ἀποχωρισμός ἀπὸ το ἀντικείμενο! Μέχρι τότε ἡ παρθενικότητα της Κόρης δὲν εἶχε θρῆνο. Ἡ ἀθωότητα δὲ σκέφτεται το θάνατο. Με αὐτὴ τὴ βίαιη ἁρπαγή διαλύεται ἡ σχέση μάνας-κόρης καὶ θὰ μπορούσαμε πράγματι νὰ σκεφτοῦμε πῶς ἡ ἀλλαγή ἀντικειμένου εἶναι μία βίαιη πράξη.
Καὶ πῆρε ὁ Ἄδης την Κόρη μαζί του μέσα στὰ Τάρταρα, ὁ Ἄδης ὁ γιὸς των Τιτάνων, του Κρόνου καὶ της Ρέας. Ὁ Ἄδης, Ἄιδης ἡ Ἀιδωνεύς, "σπίτι του Ἄιδου" λεγόταν ὁ κάτω κόσμος πού ἀργότερα ὀνομάστηκε Ἄδης. Αἷς ἈΙδης θὰ πεῖ πολύ πιθανόν ἀόρατος, σε ἀντίθεση με τον ἥλιο πού εἶναι ὁρατὸς. Καὶ Ἀίδιος ποὺ σημαίνει αἰώνιος. (Karl Kerenyi Ἡ Μυθολογία τῶν Ἑλλήνων σελ 218). Εἶχε βγεῖ ἀπὸ την κοιλιά της μητέρας του, βρέθηκε στὸ στομάχι του πατέρα του, μαζί με τα ἀδέλφια του, καὶ μετά συμφώνησαν καὶ πῆρε το βασίλειο του Κάτω Κόσμου. Στό Ἔρεβος.
Ἐκεῖ στὸ Ἔρεβος ἔγινε το παλάτι του Ἄδη καὶ της Περσεφόνης. Εἶναι ἡ Ὑποχθόνια περιοχή ποὺ στὴ μυθική γλῶσσα εἶναι το σύμβολο του ὑποσυνείδητου καὶ ὁ ἄρχοντας του εἶναι ὁ Πλούτωνας.
Ἐκεῖ οἱ σκιές ψυχές των νεκρῶν ἔφταναν εἴτε συνοδευμένες ἀπὸ τον Ἑρμῆ ἡ μόνες τους. Ἔφταναν στὴ πεδιάδα με τους ἀσφοδέλους ποὺ ἦταν πάντα σκεπασμένη με πάχνη μουντή. Ποτάμια τὴ διαπερνοῦσαν. Ὁ Ἀχέροντας το ποτάμι χωρίς χαρά, η πηγή της Λήθης ποὺ ἦταν δίπλα στὸ λευκό κυπαρίσσι καὶ, ἐάν ἔπινες ἀπὸ το νερό της, ξέχναγες την ἱστορία καὶ τὴ ζωή σου.
Στήν Ἑλληνική μυθολογία ὑπάρχει ἐπίσης μία θεότητα ποὺ ἔχει το ὄνομα μιᾶς ψυχολογικῆς λειτουργίας. Εἶναι ἡ Μνημοσύνη καὶ αὐτὴ στὸ βασίλειο του Ἄδη, μία πηγή ποὺ τὴ σκίαζε μιά ἄσπρη λεύκα, ἀπὸ ὁπού ἔπιναν οἱ μυημένες ψυχές, σύμφωνα με τα λίγα ποὺ γνωρίζουμε γιὰ τα Ἐλευσίνας μυστήρια. Ἡ Μνημοσύνη, ἦταν ἡ μητέρα τῶν Μουσῶν. Εἶναι ἡ θεότητα πού προστατεύει την ποιητική λειτουργία τῶν ποιητῶν. Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι ὁ ποιητής εἶναι ὁ ἀντιπρόσωπος της παιδικῆς μας ἡλικίας, ἀπὸ την ὁποία θὰ βροῦμε τὴ λύση των συγκρούσεών μας. Ἡ Μνημοσύνη γνωρίζει, ὅπως μας λέει ὁ Ἡσίοδος, καὶ τραγουδᾶ τα περασμένα, τα τωρινά, καὶ τα μελλούμενα. Εἶναι ἡ ποιητική λειτουργία πού τόσο μοιάζει με την Ψυχαναλυτική. Ὁ ποιητής εἶναι κυρίως το παρελθόν ποὺ εἶναι ἡ ἀφετηρία του κόσμου.
Ὁ μῦθος της Περσεφόνης, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι εἶναι μία συμβολική ἀναπαράσταση της περιπέτειας της ἐσωτερικῆς ζωῆς ποὺ, γιὰ νὰ γνωρίσει, θὰ βυθιστεῖ στὸ πένθος, γιὰ νὰ μπορέσει κατόπιν νὰ ἀνθοφορήσει. Καθρεφτίζει τὴ δύναμη της ἀλλαγῆς. Γιατί οἱ ἄνθρωποι δὲ θὰ μπορέσουν νὰ βιώσουν τις ἀλλαγὲς τῶν ἐποχῶν ἄν δὲν πενθήσουν. Μόνο ἔτσι θὰ ἀποκτήσουν παρελθόν. Καὶ το παρελθόν εἶναι ἀναπόσπαστο μέρος του κόσμου.
Εἶναι ἀκόμη, ὁ μόνος μῦθος πού κανένας ἱστορικός δὲν μπόρεσε νὰ ἐξοστρακίσει, ὅπως ἔχει γίνει με ἄλλους μύθους καὶ αὐτὸ γιατί ὁ συμβολισμός του ὑπονοεῖ τὴ γέννηση της ζωῆς. Εἶναι το στάρι ποὺ θὰ πεθάνει, θὰ μπεῖ στῆ γῆ γιὰ νὰ ἀναγεννηθεῖ. Εἶναι ἡ ἐννιά του πεπρωμένου. Γιατί, ὅπως μας λέει καὶ ὁ Caston Bachelart, χαρακτηριστικό του ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἡ φύση του, εἶναι ἡ ἱστορία του ποὺ θέλει νὰ τὴ ζήσει, νὰ τὴ δραματοποιήσει, γιὰ νὰ την κάνει πεπρωμένο.!
Κανείς ὅμως ἀπὸ τους μελετητές δὲν μπορεῖ νὰ ἐξηγήσει το γιατί ἡ Περσεφόνη πρέπει νὰ ἐγκαταλείψει τον ἄντρα της ὅσο χθόνιος καὶ ἄν εἶναι καὶ νὰ βρεθεῖ πάλι στὴν ἀγκαλιὰ της μητέρας της. Λέγεται λοιπόν ἀπὸ τον Walter Burkert ὅτι εἶναι κάτι ποῦ μόνο στὸν Ἑλληνικό μῦθο βρίσκουμε.
Ἥ Περσεφόνη φεύγοντας ἀπὸ την ἀγκαλιὰ της μητέρας της θὰ γνωρίσει τον ἔρωτα του Ἄδη καὶ θὰ τον ἀγαπήσει, γιατί θὰ φάει τα σπόρια ἀπὸ το ρόδι πού θὰ της δώσει γιὰ νὰ εἶναι πιὰ μετά ἀπὸ αὐτὸ γιὰ πάντα δική του.
Το ρόδι εἶναι τροφή γιὰ τους νεκρούς. Ἡ ροδιά, ἡ ἀνεμώνα εἶχαν φυτρώσει ἀπὸ το αἷμα του Ἄδωνι. Ὁ Ἄδης ἔδωσε στὴν Περσεφόνη, πρὶν φύγει γιὰ νὰ συναντήσει τὴ μητέρα της, ἑπτὰ σπόρους ἀπὸ το ρόδι καὶ λέγεται ὅτι αὐτοὶ οἱ σπόροι ἀντιπροσώπευαν τις ἑπτὰ φάσεις της σελήνης, φάσεις ποὺ οἱ γεωργοί περιμένουν γιὰ νὰ ἐμφανιστοῦν τα πρῶτα βλαστάρια τῶν καρπῶν.
Γύρισε λοιπόν ξανά στὴν ἀγκαλιὰ της μητέρας της καὶ ἀμέσως βλάστησαν οἱ κρυμμένοι μέσα στὴ γῆ σπόροι. Tὸ πένθος εἶχε περάσει.
Οἱ μῦθοι ἐκφράζονται μόνο με συμβολική γλῶσσα, ἐξ αἰτίας ὅμως της ὀδύνης καὶ της ὀργῆς ποὺ μποροῦν νὰ προκαλέσουν μποροῦν νὰ ἐξιδανικευτοῦν.
Ἡ ἐξιδανίκευση της ἀγάπης ποὺ ἡ Δήμητρα ἔτρεφε γιὰ την κόρη της δὲν ἦταν τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὴ διχοτομημένη πλευρά του ἐαυτού της. Ἔβλεπε στὸ πρόσωπό της κόρης της ἕνα κομμάτι του ἐαυτού της, ποὺ ὅμως δὲν μποροῦσε νὰ καταλάβει, γιατί αὐτὴ ἡ σχάση ποὺ δημιουργοῦνταν ἦταν ἡ ἀπαγόρευση του ἔρωτα ποὺ θεωροῦσε πῶς θὰ ἦταν ἡ βασική αἰτία γιὰ νὰ χάσει τὴ κόρη της. Ἔγινε ἔτσι δέσμια αὐτοῦ του ἀρχαϊκοῦ καὶ ἀνελέητου ὑπερεγώ της. Πιθανόν αὐτὸ πού την τρόμαζε νὰ ἦταν το κομμάτι του σκότους, πού αὐτὴ δὲν ἄντεχε, το κομμάτι της νύχτας ποὺ ἐμπεριέχει τον Ἔρωτα καὶ τα βάσανα ποὺ ἔχει ὁ ναρκισσισμός.
Ο Paul Diel λέει, ὅτι ὁ μῦθος της Δήμητρας συμβολίζει ἕνα ἀκόμα στοιχεῖο:
τους πολλαπλούς μύθους του ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι ἐκτεθειμένοι στὸ διεστραμμένο πειρασμό. Ἡ Περσεφόνη, ἐγκλωβισμένη μέσα σε αὐτὴ τὴ σχάση, ἀναγκάστηκε νὰ ἀνεβοκατεβαίνει ἀνάμεσα στὴ ἐπιθυμία καὶ στὸν ἀτελῆ ἀποχωρισμό ἀπὸ την ἀρχαϊκή δύναμη της μητέρας της.
Ἡ Περσεφόνη ἀκόμα, δὲν εἶναι σύμβολο ἀνεξαρτησίας, ὅπως ἦταν π.χ ἡ Ἀφροδίτη καὶ δὲν μποροῦσε νὰ ἐκφραστεῖ χωρίς τὴ μεσολάβηση της μητέρας της καὶ του συζύγου της. Γι’ αὐτὸ το λόγο πιθανόν ἀντέγραφε τὴ μητέρα της με το νὰ ἐλέγχει τον Κάτω Κόσμο, τιμωροῦσε δὲ ἀνελέητα τις ἑκάστοτε ἐρωμένες του Ἄδη. Δὲν εἶναι τόσο ἀθώα ὅπως πιθανόν νὰ θέλαμε.



Αποτέλεσμα εικόνας για persefvnh

Έρως και Ψυχή: Ορφικός Ύμνος Περσεφόνη

Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2016

Ἔρμής - Ὁ ἀγγελιαφόρος τῶν Θεῶν

Ἔρμής soldatosikos.blogspot.com page title ... ... ... ... ... - Ὁ ἀγγελιαφόρος τῶν Θεῶν
Ὁ Ἐρμῆς εἷναι ἕνας ἀπὸ τους πιὸ περίεργους, πιὸ προικισμένους, ἀλλὰ καὶ πιὸ λαοφιλεῖς Ὀλύμπιους θεούς. Γιὸς του Δία καὶ της Μαίας, ὁδηγὸς καὶ συνοδηγός ζωντανῶν καὶ νεκρῶν, κήρυκας καὶ ἀγγελιαφόρος τῶν θεῶν, προστάτης των νέων, τῶν βοσκῶν, τῶν ἀθλητῶν καὶ τῶν κλεπτῶν. Ἡ γέννηση του ἱκανοῦ καὶ ἐπινοητικότατου θεοῦ τοποθετεῖται στὴν Ἀρκαδία καὶ πιὸ συγκεκριμένα στὸ βουνό Κυλλήνη. Ἐκεῖ, μέσα σε μιά σπηλιά, κατοικοῦσε ἀπομονωμένη μία ἀπὸ τις ἑπτὰ κόρες τοῦ Ἄτλαντα καὶ της Πληιόνης, ἡ ντροπαλή Πλειάδα Μαῖα. Σ' αὐτή τὴ σπηλιά τὴν ἐντόπισε ὁ ἐρωτιᾶρης Δίας καὶ ἑνώθηκε μαζί της. Ἐκεῖ δέκα μῆνες μετά ἔφερε ἡ ἀθάνατη νύμφη στὸν κόσμο τον καρπό τοῦ ἐρωτᾶ της με τον Δία, το μικρό καὶ θαυματουργό Ἑρμῆ.
Ἀπὸ την πρώτη κιόλας μέρα της γέννησής του ὁ Ἔρμής ἄρχισε νὰ μεγαλουργεῖ. Ἐκμεταλλευόμενος την ἀπουσία της μητέρας του πηδᾶ ἀπὸ την κούνια του καὶ βγαίνει ἀπὸ τὴ σπηλιά γιὰ νὰ παίξει. Στήν ἔξοδο του σκοντάφτει σε μία χελώνα. Ἐντυπωσιασμένος ἀπὸ το μικρό ζωάκι, το παίρνει, το ἀναποδογυρίζει, του ἀδειάζει το κέλυφος καὶ μ' ἕνα τεντωμένο δέρμα βοδιοῦ του καλύπτει το ἐπάνω κι ἀνοιχτό μέρος του ὀστράκου.
Πάνω σε δύο καλά προσαρμοσμένα στὸ ὄστρακο καλάμια στερεώνει ἑπτὰ (ἀπὸ προβατίσια ἔντερα) χορδές καὶ κατασκευάζει ἕνα θαυμάσιο μουσικό ὄργανο. Ὁ μικρός Ἑρμῆς δὲ μένει ἄπραγος ἀπέναντι στὴν ἐκπληκτική του αὐτὴ ἐπινόηση. Παίρνει ἕνα ξυλάκι κι αὐτοσχεδιάζοντας ἀρχίζει νὰ τραγουδᾶ τους ἔρωτες του πατέρα του καὶ της μητέρας του. Ἡ καινούρια του ὅμως αὐτὴ ἐνασχόληση γρήγορα σταματᾶ νὰ τον γεμίζει. Κουρασμένος καὶ με ἔντονο το αἴσθημα της πείνας ὁ Ἐρμῆς προσπαθεῖ νὰ σκαρφιστεῖ τρόπους πού θὰ του γεμίσουν το ἄδειο του στομάχι. Ἀποφασίζει νὰ ἐγκαταλείψει την Ἀρκαδία καὶ νὰ ἀνηφορίσει πρὸς το βορρᾶ. Ἔχοντας καλύψει μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα μία τεράστια ἀπόσταση, ὁ μικρός θεός φτάνει με το ἡλιοβασίλεμα κοντά στὴν Πιερία.
Ἐκεῖ ἔβοσκε το κοπάδι τοῦ Ἀπόλλωνα, το ὁποῖο ὁ Ἐρμῆς θέλησε νὰ το κλέψει. Ἔχοντας γρήγορα ξεχωρίσει 50 δαμάλια, βάζει ὁ παμπόνηρος καὶ πανοῦργος θεός το σχέδιό του σε ἐφαρμογή: προκειμένου νὰ μὴν ἀποκαλυφθοῦν τα ἀχνάρια των ζώων, τα μπερδεύει με ἐπιτηδειότητα καὶ μεταφέρει το καινούριο του κοπάδι με ἀσφάλεια στὴν Πελοπόννησο. Τόσο το τέχνασμα με τα ἀναποδογυρισμένα ἴχνη, ὅσο καὶ το σκοτάδι της νύχτας εὐνόησαν το σχέδιο τοῦ Ἑρμῆ.
Κατηφορίζοντας πρὸς τα νότια, κοντά στὴ Βοιωτία, ἔτυχε ὁ μικρός θεός νὰ γίνει ἀντιληπτός ἀπὸ ἕνα γέροντα την ὥρα πού καλλιεργοῦσε το ἀμπέλι του. Ἡ συνάντησή του αὐτὴ μὲ τὸν ἡλικιωμένο γεωργό κάθε ἄλλο παρά τον πτόησε. Με αὐστηρότητα καὶ στόμφο μεγάλου ἄντρα ἀπαίτησε τὴ σιωπή του καὶ συνέχισε ἀνέμελα το ταξίδι του πρὸς τα κάτω.
Με το ξημέρωμα ἔφτασε στὴν Πῦλο. Ἀφοῦ διάλεξε δύο δαμάλια γιὰ νὰ ἱκανοποιήσει την πείνα του, ἔκρυψε τὸ ὑπόλοιπο κοπάδι σ' ἕνα στάβλο καὶ ἔσφαξε τα δαμάλια ποὺ εἶχε ξεχωρίσει. Κόβοντας το κρέας τους σε δώδεκα κομμάτια (ἕνα γιὰ κάθε Ὀλύμπιο θεό) κι ἀνάβοντας με κάποιο τέχνασμα μία φωτιά (τρίβοντας συγκεκριμένα ἕνα κλαδί δάφνης) ἑτοιμάστηκε γιὰ θυσία. Γρήγορα ὁ εὐφυής θεός ὁλοκλήρωσε αὐτὰ πού εἶχε προετοιμάσει καὶ σχεδιάσει. Κουρασμένος ἀπὸ την ἔνταση τῆς ἡμέρας, γύρισε στὴ σπηλιά, πέρασε σὰν τον ἄνεμο μέσα ἀπὸ την κλειδαρότρυπα κι ἐπέστρεψε στὴν κούνια του. Την ἑπομένη κιόλας μέρα ὁ Ἀπόλλωνας ἀνακάλυψε την ἀπώλεια καὶ κατάλαβε την κλεψιά. Ὡς θεός τῆς μαντικῆς μάντεψε τον κλέφτη κι ἀποφάσισε νὰ τον βρεῖ καὶ νὰ τὸν ἐκδικηθεῖ. Κατηφορίζει πρὸς τα νότια καὶ γιὰ καλή του τύχη συναντᾶ στὸ δρόμο το γέρο ποὺ την προηγούμενη μέρα εἶχε ἀπαντηθεῖ με τον Ἑρμῆ. Ἡ ἐπιβεβαίωση τῶν ὑποψιῶν του εἶναι πλέον γεγονός. Ἐξοργισμένος φτάνει στὴν Κυλλήνη καὶ ἀρχίζει νὰ κατηγορεῖ στῆ μητέρα του το μικρό του ἀδερφὸ.
Ὁ Ἑρμῆς μπροστά στὸν καταιγισμό τῶν προσβολῶν ἀπὸ τὸν ἀδερφὸ του δὲ μένει σιωπηλός. Παίρνει ἀρνητική θέση στὶς κατηγορίες καὶ διαμαρτύρεται ἔντονα· προτείνει μάλιστα νὰ ἀνεβοῦν κι οἱ δύο τους στὸν Ὄλυμπο καὶ νὰ τους λύσει τὴ διαφορά ὁ πατέρας τους ὁ Δίας. Στόν Ὄλυμπο ὁ Δίας μένει ἔκπληκτος ἀπέναντι στὴν πονηριά καὶ την ἀναίδεια του μικροῦ του γιοῦ. Θαυμάζει την εὐστροφία του καὶ διασκεδάζει με τα καμώματά του. Ἀκούγοντας τα παράπονα καὶ τῶν δύο του παιδιῶν, τα συμβουλεύει καὶ κατορθώνει νὰ τα συμφιλιώσει.
Ὁ ζαβολιάρης, ἀρχικὰ, Ἑρμῆς πείθεται στὰ λόγια του πατέρα του κι ἀποφασίζει νὰ ἐπιστρέψει τα δαμάλια στὸν Ἀπόλλωνα. Ἐπιπλέον, γιὰ νὰ τον γαληνέψει, του παίζει με τὴ λύρα του αὐτοσχέδια μουσική. Ὁ Ἀπόλλωνας ἐνθουσιάζεται με την ἐφεύρεση του ἀδερφοῦ του καὶ μαγεμένος του τὴ ζητᾶ ὡς δῶρο. Ὁ Ἑρμῆς δὲν του την ἀρνεῖται. Χαρίζει στὸν ἀδερφὸ του τὴ λύρα ἀλλὰ του ζητᾶ σὰν ἀντάλλαγμα το κοπάδι με τα δαμάλια ποὺ του εἶχε ἤδη κλέψει. Ὁ Ἀπόλλωνας δέχεται εὐχαρίστως την πρόταση τοῦ Ἑρμῆ καὶ σε ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης του χαρίζει το κοπάδι, ἔπειτα το ραβδί του πλούτου καὶ της εὐτυχίας καὶ τέλος το προνόμιο της "διὰ ψήφων" μαντείας (ποὺ μέχρι τότε το κατεῖχαν οἱ Θρῖες, τρεῖς φτερωτές παρθένες). Ἡ διαμάχη των δύο ἀδερφῶν καταλήγει αἴσια με τὴ δέσμευσή τους γιὰ αἰώνια ὑποστήριξη, ἀγάπη καὶ φιλία.
Ὁ δόλιος καὶ εὔστροφος Ἑρμῆς γρήγορα κερδίζει την εὔνοια καὶ τῶν ὑπόλοιπων θεῶν. Πρῶτος ἀπ' ὅλους ὁ Δίας τον ὁρίζει κήρυκα καὶ διαπραγματευτῆ του. Ἐμπιστευόμενος την ἐξυπνάδα του καὶ την πονηριά του, προσφέροντάς του συνάμα το κηρύκειο, τον πέτασσο καὶ τα φτερωτά σανδάλια του ἀναθέτει ἐμπιστευτικές καὶ καίριας σημασίας ἀποστολές.
Ὁ Ἑρμῆς, πετῶντας πάνω ἀπὸ στεριές καὶ θάλασσες ἀπὸ τὴ μία μεταφέρει τις βουλήσεις του κι ἀπὸ την ἄλλη του ἀναγγέλλει εἰδήσεις καὶ περιστατικά. Σὰν ἀκούραστος δρομέας καὶ σὰν γρήγορος ἀγγελιαφόρος προθυμοποιεῖται πάντα νὰ προσφέρει τις ὑπηρεσίες του μεταφέροντας κυρίως ἐπιθυμίες θεῶν.
Ὁ Ἄδης, ὅπως καὶ ὁ Δίας, σύντομα ἀντιλαμβάνεται τις ἱκανότητές του. Τον προσλαμβάνει στὸ βασίλειό του καὶ του ἀναθέτει το κάλεσμα καὶ τὴ μεταφορά τῶν νεκρῶν στή νέα τους κατοικία. Ὁ Ἑρμῆς με τις δικαιοδοσίες ποὺ του προσφέρει ὁ Ἄδης γίνεται ὁ μοναδικός θεός ποὺ διασχίζει καὶ δρᾶ σε τρεῖς κόσμους: σ' αὐτὸν του οὐρανοῦ, σ' αὐτὸν της γῆς καὶ σ' αὐτὸν του Κάτω Κόσμου. Στὰ περισσότερα μυθολογικά θέματα καὶ περιστατικά, ὁ Ἑρμῆς παίρνει μέρος με τις τρεῖς πιὸ βασικές του ἰδιότητες: 1) του ἀγγελιοφόρου, 2) του ψυχοπομπού καὶ 3) του συνοδοῦ καὶ προστάτη. Πολλοί εἶναι οἱ μῦθοι πού πιστοποιοῦν την ἱκανότητα, την ἐπιτηδειότητα καὶ την τεράστια δύναμη καὶ προσφορά του.
Κατά τὴ Γιγαντομαχία φορῶντας τὴ σκουφιά ποὺ τον ἔκανε ἀόρατο σκοτώνει τον Ἱππόλυτο. Την ἴδια περίοδο βοηθᾶ τον πατέρα του Δία στὴ σύγκρουσή του με τον Τυφωέα. Ἀφοῦ κατορθώνει νὰ τον ἐξοντώσει, του ἀποσπᾶ τα κλεμμένα νεῦρα του πατέρα του καὶ τα ἐπανατοποθετεί στὶς σωστές τους, στὰ πόδια καὶ στὰ χέρια, θέσεις.
Την πανέμορφη Ἰῷ, ποὺ ἡ Ἤρα την εἶχε μεταμορφώσει σε δαμάλα, ὁ Ἑρμῆς -καὶ μετά ἀπὸ ἐντολὴ του πατέρα του- κατορθώνει νὰ την κλέψει, ἀφοῦ πρῶτα ἔχει πετύχει νὰ κοιμίσει με το παραπλανητικό παίξιμο του αὐλοῦ του το φύλακά της Ἀργὸ, στὴ συνέχεια ἔχει καταφέρει νὰ τον τυφλώσει καὶ τέλος νὰ του κόψει το κεφάλι. Τον Ἄρη, ποὺ γειά ἕνα περίπου χρόνο βρισκόταν φυλακισμένος ἀπὸ τους δίδυμους γίγαντες Ἄλωάδες μέσα σ' ἕνα χάλκινο καζάνι, ὁ ἐπινοητικότατος θεός κατόρθωσε νὰ τον ἀπελευθερώσει καὶ νὰ τον ἐπαναφέρει στὸν Ὄλυμπο. Ὅταν ὁ Δίας ἔκαψε τὴ Σεμέλη, στὸν Ἑρμῆ ἀνατέθηκε ἡ μεταφορά τοῦ μικροῦ Διόνυσου ἀπὸ την Εὔβοια στὶς Νύμφες του βουνοῦ Νύσα. .
Ὁ Ἀπόλλωνας στὰ χέρια τοῦ Ἑρμῆ ἐμπιστεύτηκε το μικρό Ἀσκληπιό, παιδί της ἀπιστῆς ἐρωμένης του Κορωνίδας. Ὁ ἐγκαταλειμμένος στὸ βράχο της Ἀκρόπολης (ἀπὸ τὴ μητέρα του Κρέουσα) Ἴωνας, ἀπὸ τὸν Ἑρμῇ μεταφέρθηκε στὸ μαντεῖο τῶν Δελφῶν γιὰ νὰ βρίσκεται κοντά στὸν πατέρα του Ἀπόλλωνα
Ἡ μεταφορά ἐπίσης του Φρίξου καὶ της Ἕλλης πάνω στὸ Αἰγαῖο γίνεται πάλι χάρη στὸν Ἑρμῆ καὶ στὸ χρυσό κριάρι ποὺ αὐτὸς εἶχε χαρίσει στὴ Νεφέλη. Ὁ Ὀδυσσέα, την περίοδο ποὺ βρίσκεται στὸ νησί της Κίρκης, δέχεται κι αὐτὸς τὴ βοήθεια του Ἑρμῆ. Ὁ νεαρός θεός, μεταμορφωμένος, του ἀποκαλύπτει τα σχέδια της μάγισσας καὶ του χαρίζει το ἀντίδοτο στὶς μαγεῖες της. Γιὰ ἄλλη μία φορά, στὸ νησί της Καλυψῶς τώρα, ὁ Ἑρμῆς ἐπιχειρεῖ νὰ σώσει πάλι τον Ὀδυσσέα. Με παρακίνηση του Δία ἐπεμβαίνει καὶ γνωστοποιεῖ στὴν Καλυψώ τὴ σχετική με την τύχη τοῦ Ὀδυσσέα ἀπόφαση τῶν θεῶν.
Ὁ Περσέας, ὅπως κι ὅλοι οἱ ὑπόλοιποι ἥρωες, δέχεται ἐπίσης τὴ συμπαράσταση του Ἑρμῆ. Δεσμευμένος νὰ ἀποκτήσει το κεφάλι της Γοργῶς καὶ ἀπελπισμένος ἀπὸ τον τεράστιο ἄθλο ποὺ ἔχει νὰ ἀναλάβει, ἀπευθύνεται στὸν Ἑρμῆ. Ὁ θεός χαρίζοντάς του ἕνα διαμαντένιο δρεπάνι τον βοηθᾶ νὰ ἐξοντώσει τή Μέδουσα καὶ νὰ της κόψει το κεφάλι. Στά περιστατικά ποὺ προηγοῦνται, συμβαδίζουν καὶ ἀκολουθοῦν τον τον Τρωικό πόλεμο ὁ Ἑρμῆς παίζει ἐπίσης ἕναν πολύ σημαντικό ρόλο. Ἀρχικά, ὁ Ἑρμῆς ἦταν αὐτὸς ποῦ ὁδήγησε τις τρεῖς θεές στὸ ὄρος Ἴδῃ, γιὰ νὰ ἐπιλέξει ὁ Πάρης την ὀμορφότερη.
Στή συνέχεια, ὁ Ἑρμῆς ἦταν πάλι αὐτὸς ποῦ ἔκλεψε την πραγματική Ἑλένη καὶ την ἔκρυψε στὴν Αἴγυπτο. Ὁ Ἑρμῆς ἐπίσης ἦταν ἐκεῖνος ποῦ στάλθηκε ἀπὸ τους θεούς στὸν Πάρη καὶ τὸν ἐνημέρωσε γιὰ τις ἀποφάσεις τους. Κατά τὴ διάρκεια του Τρωικοῦ πολέμου ὁ ἴδιος προτάθηκε ἀπὸ τους θεούς νὰ κλέψει το κακοποιημένο ἀπὸ τὸν Ἀχιλλέα σῶμα του Ἕκτορα. Λίγο ἀργότερα αὐτὸς πάλι, μεταμορφωμένος σε θνητό, συνόδευσε το γέρο Πρίαμο ὡς τὴ σκηνή τοῦ Ἀχιλλέα γιὰ νὰ του ζητήσει το νεκρό σῶμα του γιοῦ του Ἕκτορα. Τέλος, με τὴ λήξη του Τρωικοῦ πολέμου ὁ Ἑρμῆς πάλι κατέβηκε στὶς Μυκῆνες, γιὰ νὰ προειδοποιήσει τον Αἴγισθο γι' αὐτὰ ποὺ ἔμελλε νὰ πάθει ἐάν ἀποφάσιζε το γάμο του με την Κλυταιμνίστρα. Η δράση τοῦ Ἑρμῆ στὸν Κάτω Κόσμο καὶ με την ἰδιότητα του μεσάζοντα καὶ σωτῆρα δὲν εἶναι ὑποδεέστερη αὐτῆς του ἀγγελιοφόρου.
Τή νεκρή Ἀλκμήνη, τὴ μητέρα του Ἡρακλῆ, ὁ Ἑρμῆς την ἔκλεψε καὶ την ὁδήγησε στὸ νησί τῶν Μακάρων. Τον Ἡρακλῆ, ποὺ ἤθελε νὰ ἀνεβάσει τον Κέρβερο στὴ γῆ, ὁ Ἑρμῆς πάλι τον βοήθησε. Την Περσεφόνη, την κόρη της Δήμητρας, ποὺ ὁ θεός του Κάτω Κόσμου την εἶχε ἁρπάξει, ὁ Ἑρμῆς πάλι την ξανάφερε στὸν Ἐπάνω Κόσμο, ἀφοῦ πρῶτα ἔπεισε τον Ἄδη νὰ την ἀφήσει. Τις ψυχές των μνηστήρων της Πηνελόπης ποὺ κείτονταν στὸ παλάτι του Ὀδυσσέα, ὁ Ἑρμῆς τις κάλεσε με το ραβδί του ἔξω καὶ τις ὁδήγησε στὸν Κάτω Κόσμο. Οἱ μῦθοι γύρω ἀπὸ τὴ ζωή καὶ τὴ δράση του Ἑρμῆ ὅπως καὶ τα περιστατικά στὰ ὁποῖα συμμετεῖχε, συγκλίνουν ὡς πρὸς τὴ σκιαγράφηση ἑνὸς ἑνιαίου χαρακτῆρα. Το εὐρώς καὶ ὁ πλοῦτος τῶν στοιχείων ποὺ ἡ προσωπικότητά του παρουσιάζει, πολλές φορές, τον προσγειώνει καὶ τον ὑποβιβάζει· τον κάνει με ἄλλα λόγια να ἐνσαρκώνει ἀρετὲς καὶ ἐλαττώματα ἄντρα θνητοῦ.
Πονηρός καὶ ἔξυπνος, εὔστροφος καὶ πανοῦργος, ἐπινοητικός καὶ δόλιος, ὀνειροπαρμένος, κλέφτης καὶ κόλακας, ἐνεργητικός καὶ ἀεικίνητος, εἶναι μερικά ἀπὸ τα βασικότερα χαρακτηριστικά του. Πέρα ἀπὸ τις ὑπεύθυνες καὶ σοβαρές ὑπηρεσίες καὶ ἀποστολές ποὺ πρόσφερε ὁ νόθος γιὸς του Δία ἦταν καὶ ἀδιόρθωτος φαρσέρ. Κάποτε γιὰ νὰ διασκεδάσει εἶχε ἁρπάξει τα ροῦχα της μητέρας του καὶ κάποιων ἄλλων Νυμφών την ὥρα ποὺ ἔκαναν το λουτρό τους. Ἐπίσης πολύ παλιά εἶχε κατορθώσει νὰ ξεγελάσει την Ἤρα κάνοντάς την νὰ θηλάσει τον ἄλλο νόθο γιὸ του Δία, τον Ἡρακλῆ. Στὸν Ἑρμῆ οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες εἶχαν ἀποδώσει πάρα πολλές ἐπινοήσεις. Σ' αὐτὸν εἶχαν ἀποδώσει την ἀνακάλυψη της φωτιᾶς, την κατασκευή της πρώτης λύρας, του αὐλοῦ καὶ του σουραυλιοῦ.
Γιὰ τους Ἕλληνες της ἀρχαίας Ἑλλάδας ὁ Ἑρμῆς ἦταν ὁ θεός του λόγου, της εὐγλωττίας, ὁ ἐφευρέτης τῶν γραμμάτων καὶ τῶν ἀριθμῶν. Αὐτὸς ἐξάλλου ἦταν ἐκεῖνος πού εἶχε δώσει στὴν πρώτη γυναῖκα, την Πανδώρα, ἀνθρώπινη φωνή καὶ την εἶχε κάνει νὰ μιλᾶ με λόγια ψεύτικα, δόλια καὶ κακά. Ὡς γιὸς μιᾶς ἀπὸ τις Πλειάδες ὁ Ἑρμῆς, συνδεόταν ἐπίσης με την ἀστρονομία, ἐνῷ θεωροῦνταν ὁ ἐμπνευστής τῶν μέτρων καὶ τῶν σταθμῶν καὶ κατά ἀναλογία προστάτης του ἐμπορίου. Ὡς ἰδεώδης δρομέας ὁ Ἑρμῆς, μαζί με τον Ἔρωτα καὶ τον Ἡρακλῆ, χαρακτηρίζονταν ὡς θεοί της ἀθλούμενης νεολαίας, των γυμνασίων καὶ των παλαιστρῶν.
Ἀπὸ το περιστατικό ἀρχικὰ της κλοπῆς καὶ στῆ συνέχεια της ἐκτροφῆς καὶ περιποίησης των 50 δαμαλιῶν του Ἀπόλλωνα, ὁ γιὸς του Δία συνδέθηκε με τὴ δολιότητα, την καπηλεία καὶ την κτηνοτροφία καὶ θεωρήθηκε προστάτης τῶν κλεφτῶν καὶ των βοσκῶν. Ὁ Ἑρμῆς ἦταν θεός ἐρωτιᾶρης καὶ ἀρκετὰ ζωηρός. Πολλές γυναῖκες τόσο θεές ὅσο καὶ θνητές ἱκανοποίησαν τις ἐρωτικές του ἐπιθυμίες καὶ του χάρισαν πολλά παιδιά. Ἀπὸ την ἕνωση του με τὴ νύμφη Δριόπη γεννήθηκε ὁ τραγοπόδαρος γιὸς του Πάνας, ἐνῶ ἀπὸ κάποια ἄλλη νύμφη ἀπέκτησε τον Δάφνη. Ἐπίσης εἶχε γιὸ τον Αὐτόλυκο ἀπὸ την ἕνωσή του με τη Χιόνη (ἡ τὴ Φιλωνίδα) καὶ τον Μυρτίλο ἀπὸ την Κλυμένη (ἡ τὴ Φαέθουσα).


Ἀπὸ την Ἀκαλλία (κόρη του Μίνωα) ἀπόκτησε τον Κύδωνα καὶ ἀπὸ την Ἀλκιδᾶμεια τον Βοῦνο. Ἀκόμη εἶχε γιούς: τον Άρπάλυκο (στὸν ὁποῖο εἶχε μάλιστα διδάξει την τέχνη του κλεψίματος) καὶ τον Ἄβδηρο. Με την Ἄγλαυρο (κόρη του Κέκροπα) εἶχε ἀποκτήσει τον Κήρυκα, ἐνῶ ἐπίσης εἶχε ἑνωθεῖ καὶ με την Ἀπημοσύνη. Τέλος, ἦταν πάντα ἐρωτευμένος με την Ἀφροδίτη (το 'χε μάλιστα ἐκμυστηρευτεῖ στὸν Ἥφαιστο ὅταν την εἶχε πιάσει στὸ κρεβάτι με τον Ἄρη) ἀλλὰ ποτέ δὲν την ἀπέκτησε
Φωτογραφία του Nikos Soldatos.
Φωτογραφία του Nikos Soldatos.Φωτογραφία του Nikos Soldatos.Φωτογραφία του Nikos Soldatos.