Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2022

Τί ἀπέγινε ὁ Ὀδυσσέας;

Τί ἀπέγινε ὁ Ὀδυσσέας;
Τὸ ὄνομα «Ὀδυσσέας» ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα «ὀδύσσομαι» (ὀργίζομαι, μισῶ κάποιον) καὶ σημαίνει ἐξοργισμένος, ἀλλὰ καὶ ὁ μισούμενος ἀπὸ τοὺς θεούς, αὐτὸς ποὺ ἔδωσε ἀφορμές. δυσαρέσκειας, τὸ ἔδωσε ὁ παπποῦς του (ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς μητέρας του), ὁ Αὐτόλυκος.
Σύμφωνα μὲ τὸν Ὅμηρο τὸ ὄνομα σημαίνει «γιος τῆς πέτρας», ἀλλὰ πιὸ πιθανὸ εἶναι νὰ συγγενεύει ἐτυμολογικὰ μὲ τὴν λέξη «ὁδηγὸς»..
.




Μπορεῖ ἐπίσης νὰ προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα «ὀδυνάω» ποὺ σημαίνει «προκαλῶ πόνο» μὲ τὴν ἔννοια «αὐτὸς ποὺ προκαλεῖ καὶ αἰσθάνεται πόνο».
Ὁ Ὀδυσσέας ἐξάλλου αἰσθάνεται ἕναν διαρκῆ πόνο πνευματικὸ ἤ/καὶ σωματικό - προκαλεῖ δηλαδὴ πόνο σὲ κάποιον ἄλλο καὶ παράλληλα κάποιος ἄλλος σ΄αυτόν.
Στὸν Ὀδυσσέα ἀποδίδεται μερικὲς φορὲς καὶ τὸ πατρωνυμικὸ οὐσιαστικὸ Λαερτιάδης, δηλαδὴ «γιος τοῦ Λαέρτη».

Οἱ περισσότεροι θεωροῦν ὅτι ἀφοῦ σκότωσε τοὺς μνηστῆρες καὶ ἀνακατέλαβε τὸ βασίλειο τοῦ, "ζήσανε (μὲ τὴν Πηνελόπη καὶ τὸν Τηλέμαχο), αὐτοὶ καλὰ κι ἐμεῖς καλύτερα".
Εἶναι ὅμως ἔτσι; .


Προσπάθησε νὰ ξαναφτιάξει τὴ ζωή του ὅμως ἡ σχέση του μὲ τὴν Πηνελόπη δὲν ἐξελίχθηκε καλά. Ἄρχισαν οἱ τσακωμοὶ καθὼς ἡ Πηνελόπη, ἀκούγοντας τὸν Ὀδυσσέα νὰ τίς ἱστορεῖ τὰ κατορθώματα καὶ τίς περιπέτειες τῆς, ζήλεψε τὴν Καλυψώ, στὸ νησὶ τῆς ὁποίας ὁ Ὀδυσσέας εἶχε περάσει ἑπτὰ χρόνια.

Ἡ ἴδια τὸν περίμενε ὑπομονετικὰ καὶ δὲν ὑπέκυπτε στοὺς μνηστῆρες, ἐνῶ αὐτὸς ἔπεφτε ἀπὸ τὴν ἀγκαλιὰ τῆς Κίρκης καὶ τῆς Καλυψούς.

Τί ἀπέγινε λοιπὸν ὁ Ὀδυσσέας; Ἄς δοῦμε παρακάτω,,

Οἱ ἑκατὸ μνηστῆρες τῆς βασίλισσας Πηνελόπης εἶχαν σκοτωθεῖ καὶ τὰ πτώματά τους, τὸ ἕνα μετὰ τὸ ἄλλο, τὰ ἔβγαλαν ἀπὸ τὴ σάλα τῆς γιορτῆς τυλιγμένα μὲ χαλιά. Μολονότι κόντευαν μεσάνυχτα, τὸ σπίτι ἦταν ἀκόμη στὸ πόδι μετὰ τὰ φοβερὰ συμβάντα, τὰ παράθυρα ἅπλωναν φῶς μέσα στὴ νύχτα κι οἱ ὑπηρέτες ἔτρεχαν πέρα - δῶθε.
Στὸ λαμπροφώτιστο ὑπνοδωμάτιο ὁ Ὀδυσσέας ἄρχισε νὰ μιλάει στὴ γυναῖκα του τὴν Πηνελόπη γιὰ τίς εἰκοσάχρονες τοῦ περιπέτειες,γιὰ τὴν Τροία, γιὰ τὴ διαμάχη τῶν βασιλιάδων στὸ στρατόπεδο, γιὰ τὸ ταξίδι τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τὰ παράξενα τῆς μακρινῆς θάλασσας.


Συγκεκριμένα στὸ τέλος τῆς Ι Ραψωδίας ἀναφέρεται :
Εἶπα, κ' ἐκεῖνος εὔχονταν στὸν μέγαν Ποσειδῶνα, στὸν ἀστροφόρον οὐρανὸν ἁπλώνοντας τὰ χέρια «ὦ Ποσειδῶνα, εἰσάκου με, γεωφόρε μαυροχήτη ἂν εἴμ' υἱός σου ἀληθινά, πατέρα, μὴν ἀφήσῃς ὁ Ὀδυσσηὰς ὁ πορθητής 'ς σπίτι του νὰ φθάσῃ


Λαερτιάδης, κάτοικος τῆς πετρωτὴς Ἰθάκης ἀλλ' ἂν τὸ θέλ' ἡ μοῖρα του νὰ ἰδῇ τοὺς ποθητούς του, τὸ σπίτι τὸ καλόκτιστο, καὶ τὴν γλυκειὰ πατρίδα, ἂς κακοφθάση ἀργὰ πολὺ καὶ ἀπὸ συντρόφους ἔρμος, μὲ ξένην πλώρη, καὶ κακά 'ς τὸ σπίτι μέσα ναύρη

Ὅμως ὅταν ἔφτασε στὴ Σκύλλα καὶ τὴ Χάρυβδη, παρατήρησε πὼς ἡ Πηνελόπη δίπλα του εἶχε ἀποκοιμηθεῖ. Καὶ σκέφτηκε: "τράβηξε πολλὰ σήμερα ἡ καημένη θὰ συνεχίσω αὔριο."
Κι ἀκούμπησε τὸ κεφάλι τοῦ πλάϊ στὸ δικό της, πάνω στὸ πορφυρένιο προσκεφάλι.


Στὸ μακρινὸ ταξίδι τῆς ἐπιστροφῆς ἀπ' ὅλα πιὸ πολλὴ χαρὰ ἔδινε στὸν Ὀδυσσέα το πὼς θὰ διηγιόταν στὴ γυναῖκα του ὅλες αὐτὲς τίς περιπέτειες καὶ πὼς ἐκείνη θὰ κρεμόταν ἀχόρταγα ἀπ' τὰ χείλη του καὶ θὰ τὸν διέκοπτε μὲ ἐρωτήσεις.
Ὅμως γρήγορα κατάλαβε πὼς δὲν ἦταν τόσο προσεκτικὸς ἀκροατὴς σὰν τοὺς Φαίακες, ποὺ δύο μέρες ὁλάκερες ἄκουγαν μὲ προσήλωση τὴ μελωδική του ἀφήγηση.
Ὅταν ἄρχισε τὴ διήγηση στὴν Πηνελόπη, ἐκείνη δούλευε ἀμίλητη τὸ χρυσὸ σχέδιο ἑνὸς κεντήματος καὶ κοίταζε ἀφῃρημένη ἀπ' τὸ παράθυρο.

Ὅταν κάποτε τῆς ἔκανε μιὰ ἐρώτηση, κατάλαβε πὼς μπέρδευε τοὺς Λαιστρυγόνες μὲ τοὺς Λωτοφάγους, κι αὐτὸ τὸν πόναγε, γιατί θυμόταν μὲ ἀκρίβεια τίς ἐμπειρίες του, ποὺ ὅσο γίνονταν πιὸ μακρινές, ὅλο καὶ πιὸ πολὺ τίς ἀγαποῦσε.


Μόνον ὅταν μιλοῦσε γιὰ τὴ νύμφη Καλυψὼ φαινόταν ν' ἀκούει προσεκτικότερα. Καὶ τὸ ἐνδιαφέρον της αὐτὸ τὸν ἐρέθιζε κι ἐξιστοροῦσε τοῦτο τὸ κομμάτι τῆς περιπλάνησής του πιὸ διεξοδικά: τὸ μοναχικὸ νησί, τὸ θαυμαστὸ ἱερὸ ἄλσος, ποὺ στὰ δέντρα του φώλιαζαν τὰ θαλασσοπούλια, καὶ τὴν εὐωδιαστὴ σπηλιὰ τῆς θεᾶς.


-Πόσο καιρὸ ἔμεινες σ' αὐτὴ τὴν Καλυψώ; ρώτησε μιὰ φορά.
-Ἑπτὰ χρόνια, ἀπάντησε αὐτός.
Ἔσκυψε στὸ ἐργόχειρό της καὶ τὰ μάτια της σκοτείνιασαν.
-Περισσότερο θὰ ἤθελα νὰ μάθω γιὰ σένα, τί ἔκανες αὐτὰ τὰ δέκα χρόνια στὴν Καλυψώ.
-Ἑπτὰ χρόνια, ἀπάντησε.
-Χθὲς ἔλεγες δέκα ἔχεις, φαίνεται, πεῖ τόσα ψέματα στὰ ταξίδια σου, καημένε μοῦ φίλε, ποὺ δὲν ξέρεις πιὰ νὰ πεῖς τὴν ἀλήθεια. Ὅμως εἴτε δέκα χρόνια ἦταν εἴτε ἑπτά, ἦταν σίγουρα πολὺς καιρὸς καὶ φαίνεται πὼς καλοπέρασες ἐκεῖ. Ἀπάντησε λοιπὸν στὴν ἐρώτησή μου: τί ἔκανες τόσο καιρό;

Τώρα ἔπρεπε νὰ τῆς ἀπαντήσει:

"-Γυναῖκα, ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια νοσταλγοῦσα ἐσένα, αὐτὰ τὰ χρόνια καθόμουν στὴν ἀμμουδιὰ τοῦ μακρινοῦ νησιοῦ, κοίταζα πέρα ἀπὸ τὴ θάλασσα καὶ παρακαλοῦσα τοὺς θεούς, νὰ μπορέσω νὰ δῶ μιὰ φορὰ μονάχα ἀκόμα τὸν καπνὸ τοῦ σπιτιοῦ σου. "
Ἔτσι ἔπρεπε νὰ ἀπαντήσει....
Βλέποντας ὅμως πὼς τὰ μάτια της τὸν κοίταζαν παγερὰ καὶ σκληρά, τὰ κράτησε μέσα του αὐτά.
Καὶ ποτέ της δὲν ἔμαθε γιὰ τὴ μεγάλη του νοσταλγία γιὰ τὴν πατρίδα.
-Ἔπινα κρασὶ ἐκεῖ, ἀπάντησε ἤρεμα, τὸ κρασὶ εἶναι καλὸ σ' αὐτὰ τὰ νησιά, μολονότι λίγο ξινό...


Ἡ Πηνελόπη μάταια προσπαθεῖ νὰ τὸν καθησυχάσει. Ὁ Ὀδυσσέας ἐξακολουθεῖ νὰ ἀνησυχεῖ, νὰ ἀναρωτιέται:
Ἀπὸ ποῦ θά 'ρθεὶ θάνατος;
Ἀπὸ τὴ θάλασσα ἢ μακριὰ ἀπ' τὴ θάλασσα; Καὶ ποιός θὰ μὲ χτυπήσει;
Παρακάτω στὴν Ψ Ραψωδία, κατὰ τὴ συνομιλία μὲ τὴν Πηνελόπη, λέει:


Ἐκείνης ὁ πολύγνωμος ἀπάντησε Ὀδυσσέας· «Ὦ τρομερή, πόσο σφοδρὰ μὲ βιάζεις νὰ τὸν εἴπω· κ' ἰδοὺ τὸν φανερόνω ἐγώ, χωρὶς τὸ οὐδὲν νὰ κρύψω,


ἀλλὰ ποσῶς δὲν θὰ χαρῇς, καθὼς κ' ἐγὼ δὲν χαίρω· ότ' εἰς πολλαῖς χώραις θνητῶν παράγγειλε μοῦ ἐκεῖνος νὰ πάρω δρόμο, φέρνοντας ἴσιο κουπὶ μαζή μου, ὅσο νὰ φθάσω 'ς τοὺς θνητούς 'ποὺ θάλασσα δὲν ξεύρουν, καὶ ὁπού,ὁποῦ δὲν τρώγουν φαγητὸ μὲ ἄλατ' ἀρτυμένο.


οὔτε τὰ κοκκινόπλωρα καράβι' αὐτοὶ γνωρίζουν, οὔτε τὰ ἴσια κουπιά, 'πού 'ναι πτερὰ τῶν πλοίων, κ' ἕνα σημάδι φανερό μου εἶπε, ὁπού,ὁποῦ δὲν κρύβω· 'ς τὸν δρόμον ἄμ' ἀπαντηθῇ μ' ἐμέν' ἄλλος ὀδίτης καὶ εἰπῇ, 'ς τὸν λαμπρὸν ὦμον μου πὼς ἔχω λιχνιστήρι,


'ς την γῆ νὰ στήσω τὸ κουπί, μοῦ εἶπε, καί, ἀφοῦ κάμω τοῦ Ποσειδῶνα βασιληὰ καλόδεκταις θυσίαις, κριάρι, ταῦρον σφάζοντας, καὶ χοῖρον ἀναβάτην, νὰ γύρῳ 'ς τὴν πατρίδα μου καὶ νὰ δώσ' ἑκατόμβαις τῶν ἀθανάτων, 'πώχουσι τῶν οὐρανῶν τοὺς θόλους,

μὲ τὴν σειρὰ τοῦ καθενός· καὶ θάνατος θὰ μ' εὕρη ἔξω ἀπ' τὰ πέλαγα ἐλαφρός, καὶ θὰ μὲ σβύση ἀγάλι μὲς τὰ λαμπρὰ γεράματα· καὶ ωστόσ' ὁλόγυρά μου θά 'ναι μακάριος ὁ λαός· τούτ' όλ', εἶπε, θὰ γείνουν.


Ὑποψιάζεται τὸν Τηλέμαχο, τὸν ὁποῖο καὶ ἀποφασίζει νὰ ἐξορίσει στὴν Κεφαλληνία. Ἀργότερα, ὅμως, τὸ μετανιώνει, πείθεται καὶ ἠρεμεῖ. O Τηλέμαχος ἀνησυχεῖ, καθὼς εἶναι βέβαιος ὅτι αὐτός, σύμφωνα μὲ τὸν χρησμό, 
θὰ σκοτώσει τὸν πατέρα του. Ἀργότερα ἀποχαιρετᾷ τοὺς γονεῖς του καὶ φεύγει. Ὁ Ὀδυσσέας ἐκφράζει στὴν Πηνελόπη τὴν λύπη ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνακούφισή του γιὰ τὴν φυγὴ τοῦ Τηλεμάχου, τὸ κέφι του νὰ κατέβει στὴ θάλασσα μέ τα σκυλιά, καὶ τὴν ἐπιθυμία του νὰ βρεθοῦν ἐπιτέλους μόνοι τὸ βράδυ.
Ὁ Τειρεσίας, τὸν εἶχε ἐπίσης συμβουλεύσει ὅτι γιὰ νὰ ἐξευμενίσει τὸν Ποσειδῶνα ἔπρεπε, ὅταν θὰ γύριζε στὴν Ἰθάκη, νὰ φύγει ἀπὸ τὸν τόπο το νὰ πάρει ἕνα κουπὶ στὸν ὦμο καὶ νὰ ταξιδέψει στὴ στεριὰ μέχρι νὰ βρεῖ κάποιον ποὺ νὰ μὴν γνωρίζει τὴ θάλασσα καὶ τί εἶναι τὸ κουπί. Ἐκεῖ νὰ θυσιάσει στοὺς θεούς.


Σ' αὐτὴ τὴ νέα περιπλάνησή του θὰ συναντήσει κάποιον ποὺ θὰ νομίσει πὼς τὸ κουπὶ στὸν ὦμο του εἶναι λιχνιστήρι (ξύλινο, ἀγροτικὸ ἐργαλεῖο μὲ τὸ ὁποῖο ξεχωρίζεται ὁ καρπὸς τῶν σιτηρῶν ἀπὸ τὸ ἄχυρο). Ἐκεῖ νὰ σταματήσει, θυσιάζοντας στὸν Ποσειδῶνα ἕνα κριάρι, ἕναν κάπρο κι ἕναν ταῦρο.


Μόνο ἔτσι θὰ ἐξασφαλίσει τὸν ὁριστικὸ τοῦ πιὰ νόστο στὴν Ἰθάκη· ὅπου τὸν περιμένουν ἥσυχα χρόνια καὶ βαθιὰ γεράματα· καὶ γύρῳ του ὅλοι οἱ λαοί του θὰ ζοῦν εὐτυχισμένοι ἐκεῖ θὰ τὸν βρεῖ ἀνώδυνος θάνατος, κάπου μακριὰ ὡστόσο ἀπὸ τὸ νερὸ τῆς θάλασσας. (ἐξ ἁλὸς).


Πράγματι κατὰ τὴ μυθολογία ἔτσι κι ἔγινε.
Ὁ Ὀδυσσέας μετὰ τὸν φόνο τῶν μνηστήρων ἔφυγε πάλι γρήγορα μ' ἕνα κουπὶ στὸν ὦμο, γιὰ τὴ Θεσπρωτία τῆς Ἠπείρου. Προχωρῶντας στὸ ἐσωτερικὸ τῆς χώρας, συνάντησε κάποιους ἀνθρώπους ποὺ τὸν ρώτησαν γιατί κουβαλοῦσε μαζί του τὸ λιχνιστήρι. Τότε κατάλαβε πὼς αὐτὸς ἦταν ὁ τόπος ποὺ ἔπρεπε νὰ μπήξει τὸ κουπὶ καὶ νὰ θυσιάσει στὸν Ποσειδῶνα.


Στὴ Θεσπρωτία ὁ Ὀδυσσέας παντρεύτηκε τὴ βασίλισσα Καλλιδίκη. Ἀπέκτησε μαζί της ἕνα παιδὶ τὸν Πολυποίτη. Μετὰ τὸν θάνατο τῆς Καλλιδίκης ὕστερα ἀπὸ ἕναν πόλεμο τῶν Θεσπρωτῶν μὲ τοὺς Βρύγους, ὁ Ὀδυσσέας παρέδωσε τὴ βασιλεία τῶν Θεσπρωτῶν στὸν Πολυποίτη καὶ ἐπέστρεψε στὴν Ἰθάκη, πιστεύοντας πὼς θὰ περάσει ἤρεμα γεράματα.
Στὴν Χρηστομάθεια τοῦ Πρόκλου διαβάζουμε τὰ ἑξῆς:


"Μετὰ τὴν ταφὴ τῶν μνηστήρων, ὁ Ὀδυσσέας, ἀφοῦ θυσίασε στὶς Νύμφες, ταξίδεψε στὴν Ἤλιδα, γιὰ νὰ ἐπιθεωρήσει τὰ βουκόλιά του. Ἐκεῖ φιλοξενήθηκε ἀπὸ τὸν Πολύξενο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο καὶ ἔλαβε ὡς δῶρο ἕναν κρατῆρα. 
Ἔπειτα ἐπέστρεψε στὴν Ἰθάκη καὶ τέλεσε τὰς ὑπὸ Τειρεσίου ῥηθεῖσας θυσίας. Στὴν συνέχεια πῆγε στὴν Θεσπρωτία, παντρεύτηκε τὴν βασίλισσα Καλλιδίκη, ἡγήθηκε δὲ τῶν Θεσπρωτῶν στὸν πόλεμο ποὺ ξέσπασε ἀνάμεσα σ' αὐτοὺς καὶ τοὺς Βρύγους. Μετὰ τὸν θάνατο τῆς Καλλιδίκης, τὴν ἐξουσία ἀνέλαβε ὀπολυποίτης, γιος του Ὀδυσσέα ἀπὸ τὴν Καλλιδίκη, ὁ δὲ Ὀδυσσέας ἐπέστρεψε στὴν Ἰθάκη.
Στὸ μεταξὺ ὁ Τηλέγονος, γιος ποὺ ἀπέκτησε ὁ Ὀδυσσέας μὲ τὴν Κίρκη, ἀναζητῶντας τὸν πατέρα του ἀποβιβάστηκε στὴν Ἰθάκη καὶ οἱ σύντροφοί του κατέστρεψαν τὸ νησί.
Ὅταν ὁ Ὀδυσσέας ἔμαθε πὼς κάποιο καράβι εἶχε ἀράξει στὴν Ἰθάκη, καὶ πὼς οἱ ναῦτες εἶχαν βγεῖ ἔξω γιὰ λεηλασίες, ἔτρεξε μὲ τὸν στρατό του, νὰ τοὺς διώξει. Χτυπήθηκε ὅμως ἀπὸ τὸν ἀρχηγὸ τῶν ἐπιδρομέων μ' ἕνα κοντάρι, ποὺ ἀντὶ γιὰ σιδερένια λόγχη εἶχε τὸ ἀγκάθι ἑνὸς σαλαχιοῦ. Ἑτοιμοθάνατος μεταφέρθηκε στὸ παλάτι, ὅπου παραπονέθηκε γιὰ τὸ μαντεῖο ποὺ τὸν εἶχε γελάσει, λέγοντάς του νὰ φυλάγεται ἀπὸ τὸν γιο του, ἐνῶ τελικὰ χτυπήθηκε ἀπὸ κάποιον ξένο.


Σύντομα ὅμως φανερώθηκε πὼς ὁ φονιᾶς ἦταν ὁ γιος του Τηλέγονος, ποὺ τοῦ εἶχε γεννήσει ἡ Κίρκη, ὁ ὁποῖος δὲν τὸν γνώριζε. Ἡ αἰχμὴ τοῦ δόρατος, μὲ τὸ ὁποῖο ὁ Τηλέγονος τραυμάτισε θανάσιμα τὸν Ὀδυσσέα, ἦταν κατασκευασμένη ἀπὸ τὸ κέντρον τρυγόνος (τὸ σημερινὸ ὄνομα εἶναι «σελάχι» ἢ «σαλάχι»). Πρόκειται γιὰ ψάρι μὲ πιεσμένο στὴ ράχη καὶ τὴν κοιλιὰ σῶμα, πλακοειδῆ λέπια, μεγάλη οὐρὰ σὰν μαστίγιο ποὺ ἔχει μερικὲς φορὲς δηλητηριῶδες ἀγκάθι, τὸ ὁποῖο κολυμπᾷ γρήγορα καὶ συνήθως κινεῖται σὲ ἀμμώδεις καὶ λασπώδεις βυθούς.


Ὁ Ι. Κακριδὴς (Ἑλληνικὴ Μυθολογία. Ἐκδοτικὴ Ἀθηνῶν, ) ἀναφερόμενος στὴν νεκρομαντεία του Τειρεσία, παρατηρεῖ ὅτι «...οἱ προφητεῖες εἶναι πάντα διφορούμενες...» καὶ ὅτι «πραγματικά, ὁ θάνατος βρίσκει τὸν Ὀδυσσέα ἀπὸ τὴ θάλασσα, ὄχι μόνο ἐπειδὴ ὁ φονιᾶς εἶχε φθάσει στὴν Ἰθάκη μὲ καράβι, ἀλλὰ καὶ γιατί τὸ φονικὸ ὅπλο ἦταν θαλασσινό». Ὅταν ὁ Τηλέγονος κατάλαβε πὼς εἶχε σκοτώσει τὸν πατέρα του, ἦταν πιὰ ἀργά.

Πῆρε τὸ ἄψυχο κορμί του, τὸ γιο του, τὸν Τηλέμαχο, καὶ τὴν Πηνελόπη καὶ κατευθύνθηκε στὴν Αἴα.


Ἐκεῖ ἡ Κίρκη τους ἔκανε ὅλους ἀθάνατους. Ὁ Μῦθος λέει ὅτι ἡ Κίρκη παντρεύτηκε τὸν Τηλέμαχο καὶ ἡ Πηνελόπη τὸν Τηλέγονο...



Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2022

Τὁ μυστικὸ ταξίδι τοῦ Μ.Αλεξάνδρου ποὺ λίγοι γνωρίζουν Μέρος Β`







Μέρος Β` : ΧΡΗΣΜΟΣ Κι ΕΥΛΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΟΑΣΗ ΤΗΣ ΣΙΒΑ

Τ ὸ 331 π.χ ἡ κατάκτηση τῆς Αἰγύπτου ἔχει ὁλοκληρωθεῖ , καὶ ὁ Ἀλέξανδρος
ξεκινᾷ γιὰ ἕνα ταξίδι τὸ ὁποῖο ἔχει προαποφασισθεῖ καὶ σχεδιαστεῖ ἀπὸ κοινοῦ
μὲ τὴν Ὀλυμπιάδα , ἀπὸ χρόνια.
Τὸν Μάρτιο τοῦ ἴδιου ἔτους ταξιδεύει γιὰ τὴν Ἀμμωνιάδα ( ὄαση Σίβα ) ὅπου βρίσκεται τὸ ἱερὸ τοῦ Ἀμμωνος Διός.

Ὁ Ναὸς τοῦ Ἀμμωνος εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπὸ τοὺς Ἀρκάδες οἴ ὁποῖοι στὸ ἀπώτατο παρελθὸν ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ Ἡρακλῆ , εἶχαν ἐκστρατεύσει στὴν Ἀφρικὴ καί
πρὸς τὸν Ἀτλαντικό.

Τὸ ἱερό , γράφει ὁ Ἡρόδοτος , " εἶναι ἀπομίμησις τοῦ ἱεροῦ τὼν Θηβῶν " , τὸ ὁποῖο ἐπίσης ἵδρυσε ὁ Ἡρακλῆς , ὅπως καὶ τὴν Αἰγυπτιακὴ Θήβα.
Γιὰ τὸν Ἀλέξανδρο , ὁ Ἀμμων Ζεὺς ἦταν ἕνας Ἑλληνας θεὸς ποῦ εἶχε ἤδη ἕνα ναό
στὴν Ἀφυτι τῆς Χαλκιδικής , καὶ τὸν λάτρευαν στὴ Δωδώνη.

Τὸν γύρω ἀπὸ τὸ ναὸ χῶρο τῆς ὀάσεως εἶχαν ἱδρύσει καὶ ἀποικήσει Σάμιοι τῆς
Αἰσχριωνιὴς Φυλῆς καὶ " οἱ μετανάστες αὐτοὶ στὰ βάθη τῆς ἐρήμου ἐδημιούργησαν τὸν ἀκραῖο σταθμὸ τῆς ἀποικιακῆς πρὸς νότο διασπορᾶς τοῦ Ἑλληνισμοῦ ".


Ἰδιαίτερης προσοχῆς πρέπει νὰ τύχει , ἡ ἀναφορὰ τὴν ὁποία κάνει ὁ ἀείμνηστος
Ι.Φουράκης , βαθὺς μελετητὴς καὶ γνώστης τῆς ἱστορίας καὶ προϊστορίας , στό
βιβλίο του " Μεῖξις-Ἀνακύκλησις ".

Ὁ βασιλεύς , τὼν πελασγικῆς καταγωγῆς Ἀσσυρίων , Νίνος , σχεδίαζε ἐκστρατεία
πρὸς τὴν Ἰνδικὴ καὶ προγραμμάτιζε ἐπίσκεψη στὸ ἱερὸ τοῦ Ἀμμωνος γιὰ νὰ ζητήσει " χρησμὸ καὶ εὐλογία ".
Ταξίδι ποῦ πραγματοποίησε μέσα στὴν ἀπέραντη ἔρημο , ἡ σύζυγός του Σεμίραμις
μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Νίνου καὶ τὴν ἀνάρρησί της στὸ θρόνο.
Προσκύνημα τὸ ὁποῖο πραγματοποίησε καὶ ὁ Περσέας μὲ τὸν Ἡρακλῆ.

Τὸ ταξίδι ἦταν ἕνα τεράστιο τόλμημα , λόγῳ τὼν δυσκολιῶν καὶ τὼν κινδύνων.

Ἡ ἔλλειψη νεροῦ στὴ βαθιὰ κι ἀτέλειωτη ἄμμο , καὶ ὁ τρομερὸς νοτιᾶς ποῦ σήκωνε μεγάλες ἀνεμοθύελλες καθιστοῦσαν τὸ ἐγχείρημα ἄκρως ἐπικίνδυνο.

Μιὰ τέτοια ἀνεμοθύελλα εἶχε καταπιεῖ στὴν ἔρημο 50.000 στρατιῶτες τοῦ βασιλιᾶ Καμβύση.
Ὀλα αὐτὰ σχεδὸν ὅλοι τὰ συνεκτιμοῦσαν , γράφει ὁ Πλούταρχος , ἀλλὰ ἦταν δύσκολο νὰ ἀποτρέψουν τὸν Ἀλέξανδρο ἀπὸ ὅ,τι εἶχε ἀποφασίσει.

" ..χαλεπὸν δ`ὴν Ἀλέξανδρον ἀποτρέψαι πρὸς ὀτιοὺν ὡρμημένον "..
Γιατί καὶ ἡ τύχη , ὑποχωρῶντας στὴν ἐπιρροή του , ἰσχυροποιοῦσε τὴ γνώμη του.
" Ἡ τε γὰρ τύχη ταὶς ἐπιβολαῖς ὑπείκουσα τὴν γνώμην ἰσχυρὰν ἐποίει "...

Μέχρι τὸ Παραιτόνιο προχωροῦσε παραθαλάσσια μέσῳ μιᾶς περιοχῆς ποῦ ἦταν ἔρημη , ἀλλὰ ὄχι ἄνυδρη , διανύοντας μέχρι ἐκεῖ περίπου χίλια ἑξακόσια στάδια.
Ἀπὸ ἐκεῖ κατευθύνθηκε στὴ μεσόγειο περιοχή , ὅπου βρισκόταν τὸ μαντεῖο τοῦ
Ἀμμωνα.


" Κατὰ τὴ φάση αὐτῆς τῆς πορείας ἡ βοήθεια ποῦ προσφέρθηκε στὶς δυσκολίες
τοῦ ἀπὸ τὸ θεὸ ἔγινε περισσότερο πιστευτὴ ἀπὸ τοὺς μεταγενέστερους χρησμούς.

Ἀρχικά , πολὺ νερὸ καὶ συνεχεῖς βροχὲς ἀπὸ τὸ Δία τοὺς ἀπάλλαξαν ἀπὸ τὸν κίνδυνο τῆς δίψας , καὶ σβήνοντας τὴν ξηρασία τῆς ἄμμου , ποῦ ἔγινε ὑγρὴ καὶ συμπιέστηκε ἀπὸ μόνη της , ἔκαναν τὸν ἀέρα πιὸ ἀναπνεύσιμο καὶ καθαρό.
Ἐπειτα , ἐνῶ εἶχαν σβήσει τὰ σημάδια ποῦ ὑπῆρχαν γιὰ τοὺς ὁδηγούς , καὶ περιπλανιόταν ὁ στρατὸς καὶ χάθηκαν μεταξύ τους λόγῳ ἄγνοιας , ἐμφανίστηκαν κάποια
κοράκια καὶ τοὺς ἔδειχναν τὴν κατεύθυνση τοῦ δρόμου , πετῶντας καὶ κατευθυνό
μενα μπροστὰ ὅταν τὰ ἀκολουθοῦσαν καὶ περιμένοντάς τους ἅμα καθυστεροῦσαν
κι ἔμεναν πίσω' καὶ τὸ πιὸ παράξενο ἄπ` ὅλα ὅπως ἀναφέρει ὁ Καλλισθένης , καλῶντας μὲ τοὺς κρωγμοὺς τὴ νύχτα αὐτοὺς ποῦ περιπλανιόνταν καὶ κράζοντας , τούς
ἔβαζαν στὸ σωστὸ δρόμο " ,   
 περιγράφει παραστατικὰ τὴν πορεία ὁ Πλούταρχος.
Κι ὁ Ἀρριανὸς ὁμολογεῖ , " ὅτι κάποια θεϊκὴ δύναμη τὸν βοήθησε , αὐτὸ μπορῶ νά
τὸ ἐπιβεβαιώσω ' καθὼς καὶ ἡ λογικὴ σκέψη συμφωνεῖ μὲ αὐτό ".
" Καὶ ὅτι μὲν θεῖον τί ξυνεπέλαβεν αὐτῷ ἔχω ἰσχυρίσασθαι , ὅτι καὶ τὸ εἰκὸς ταύτῃ
ἔχει "..


Ἐφτασαν στὴν ὄαση Σίβα , ἢ ὁποία ὅπως καὶ ἡ Σαμοθράκη , " εὑρίσκονται ὄχι μόνο
ἐπὶ τοῦ κέντρου τοῦ τεσσαρακοστοῦ δευτέρου παραλλήλου , ἀλλὰ καὶ εἵς τὴν αὐτὴν ἀκριβῶς συντεταγμένην ἀκτῖνα τοῦ 25ου ἀνατολικοῦ μεσημβρινοῦ " , σημειώνει ὁ Φουράκης.
" Ἡ περιοχή , στὴν ὁποία βρίσκεται τὸ ἱερὸ τοῦ Ἀμμωνα , ἄπ` ὅλες τίς πλευρὲς τριγύρω εἶναι ἐρημική , πάρα πολὺ ἀμμώδης καὶ χωρὶς καθόλου νερό.

Τὸ ἱερό , ἐνῶ καταλαμβάνει μικρὴ ἔκταση στὸ κέντρο ( γιατί ἡ πλευρὰ τοῦ ἱεροῦ
ποῦ ἔχει τὸ μεγαλύτερο πλάτος εἶναι περίπου σαράντα στάδια ) εἶναι γεμᾶτο ἀπό
ἥμερα δέντρα , ἀπὸ ἐλιὲς καὶ φοίνικες , καὶ ὁ μόνος χῶρος ποῦ διαθέτει νερὸ ἀπό
τίς γύρῳ,γύρω περιοχές.

Ἀπὸ αὐτὸ ἀναβλύζει μία πηγή , ποῦ δὲν μοιάζει καθόλου μὲ τίς ὑπόλοιπες πηγὲς ποῦ
ἀναβλύζουν ἀπὸ τὴ γῆ.
 Γιατί τὸ νερὸ τῆς τὸ μεσημέρι εἶναι παγωμένο γί` αὐτὸν ποῦ
τὸ πίνει , καὶ ἀκόμα περισσότερο παγωμένο γιὰ ὅποιον τὸ ἀγγίξει ` ὅταν ὁ ἥλιος τείνει πρὸς τὴ δύση , γίνεται λίγο πιὸ ζεστό , καὶ ἀπὸ τὸ βράδυ μέχρι τὰ μεσάνυχτα ἀκόμα πιὸ ζεστό , τὰ μεσάνυχτα μάλιστα εἶναι πολὺ πιὸ ζεστὸ ἄπ` ὅ,τι προηγουμένως,
ἐνῶ ἀπὸ τὰ μεσάνυχτα ἀρχίζει σταδιακὰ νὰ κρυώνει , καὶ τὸ ξημέρωμα εἶναι πιά
ψυχρό , ἐνῶ τὸ μεσημέρι ἀκόμη πιὸ ψυχρό ". ( ΑΡΡΙΑΝΟΣ-ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΑΝΑΒΑΣΙΣ
- ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV ).

" Ω` Παί` Διο`σ "
" Κὶ ὅταν πέρασε τὴν ἔρημο καὶ ἔφτασε στὸν ἱερὸ τόπο , ὁ προφήτης τοῦ Ἀμμωνα
τοῦ εὐχήθηκε νὰ εἶναι καλὰ ἐκ μέρους τοῦ θεοῦ , ὅπως ἔκ μέρους τοῦ πατέρα ".
" ..ὼς ἀπὸ πατρὸς προσεῖπεν ".
" Κι αὐτὸς ( ὁ Ἀλέξανδρος ) ρώτησε ἂν τοῦ εἶχε ξεφύγει κάποιος ἀπὸ τοὺς δολοφόνους τοῦ πατέρα του.

Κι ὅταν ὁ προφήτης τοῦ συνέστησε νὰ μιλάει μὲ εὐσέβεια - γιατί ὁ πατέρας τοῦ δέν
ἦταν θνητός - ( " οὖ γὰρ εἶναι πατέρα θνητὸν αὐτῷ " ) ρώτησε ἀλλάζοντας ἂν εἶχε τιμωρήσει ὅλους τοὺς δολοφόνους τοῦ Φιλίππου '
ἔπειτα ρώτησε γιὰ τὴν ἐξουσία , ἂν δηλαδὴ ἔχει καθορίσει γί` αὐτὸν νὰ γίνει κυρίαρχος
ὅλων τὼν ἀνθρώπων.

Κι ὅταν ὁ θεὸς χρησμοδότησε ὅτι καὶ αὐτὸ τὸ καθόρισε καὶ ὅτι ὁ Φίλλιππος βρῆκε πλήρη δικαίωση , πρόσφερε στὸ θεὸ λαμπρὰ ἀφιερώματα καὶ χρήματα στοὺς ἱερεῖς.

Αὐτὰ γράφουν οἱ περισσότεροι σχετικὰ μὲ τοὺς χρησμούς." ( ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ-ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ , Ἀλέξανδρος-Καῖσαρ ).


" Ὁ ἴδιος ὅμως ὁ Ἀλέξανδρος σὲ ἐπιστολὴ πρὸς τὴ μητέρα του γράφει ὅτι τοῦ δόθηκαν
ΚΑΠΟΙΟΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΙ ΧΡΗΣΜΟΙ , ΠΟΥ ΑΥΤΟΣ ΘΑ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΕΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
ΤΟΥ ΜΟΝΟ Σ` ΕΚΕΙΝΗ "
" ...γεγονέναι τινὰς αὐτῷ μαντείας ἀπορρήτους , ἂς αὐτὸς ἐπανελθὼν φράσει πρὸς μόνην
ἐκείνην.." ( ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ )

Αὑτὰ ἔγραψε πρὸς τὴ μητέρα του , Ἱέρεια Ὀλυμπιάδα , ἡ ὁποία ἦταν γόνος καὶ τοῦ βασιλὲ ὡς τῶν Χαόνων Ἐλένου , ὁ ὁποῖος " κατέχει τὸν ὁμιλοῦντα λίθον , τὸν ὁποῖον τοῦ ἐδώρισε
ὁ Ἀπόλλων ".
Ὁ Ἀπόλλων γιὰ τοὺς Ἑλληνες εἶναι ὁ Ἠλιος Σείριος , ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ μέγιστος τοῦ ἀστερι σμοὺ τοῦ Κυνός. 
Δύο χρόνια μετὰ τὸ θανατό του στὴ Βαβυλῶνα , 10 Ἰουνίου τοῦ 323 π.χ , ὁ Πτολεμαῖος , ὁ
τελευταῖος ἐπιζῶν ἀπὸ τοὺς ἐπιγόνους του , ὁ ὁποῖος τὸν εἶχε συνοδεύσει καὶ στὴν ὄαση ,
θὰ ἐνταφιάσει τὸ ταριχευμένο σῶμα τοῦ στὴ Σίβα.






Κυριακή 20 Φεβρουαρίου 2022

Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ καί οἱ κυνοκέφαλοι στὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα!!!


Ἡ ΑΓΝΩΣΤΗ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
Συνεχίζοντας τὴν σειρὰ ἄρθρων σχετικὰ μὲ τίς ἀποδείξεις τῆς ὕπαρξης τῶν ἀρχαίων θεῶν στὸν κόσμο, τῶν ἢ Γιγάντων ἀλλιῶς, θὰ ἀναφερθῶ σὲ ἕνα θέμα ποὺ εἶναι ἐλάχιστα γνωστὸ καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ ἄγνωστη ἐκστρατεία τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου στὴν ἔρημο Τάκλα Μακὰν ὥστε νὰ νικήσει ὄντα τὰ ὁποῖα μποροῦσαν νὰ ἀπειλήσουν ὁλόκληρο τὸν κόσμο ὅπως τὸ εἶχαν κάνει πολλὰ χρόνια πρὶν ἀφοῦ ὅταν γεννήθηκαν τὸ 40.000 π.Χ περίπου καὶ μετὰ καθὼς ζοῦσαν πλέον ἀνάμεσα μᾶς, ἀποτελοῦσαν μέγα δυνάστη τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Θὰ πεῖ κανείς,μὰ εἶναι ποτὲ δυνατὸν ὁ Ἀλέξανδρος νὰ πολέμησε Νεφελὶμ Ὑπάρχουν πουθενὰ ἀποδείξεις γιὰ τὴν ἐκστρατεία αὐτὴ Φυσικὰ καὶ ὑπάρχουν καὶ θὰ ἔλεγε κανεὶς πὼς δὲν εἶναι καὶ λίγες καὶ ἀποδεικνύουν περίτρανα καὶ τὴν ὕπαρξη τῶν ἀρχαίων θεῶν καὶ τὸν πόλεμο ποὺ ἔκανε ὁ Ἀλέξανδρος ἐναντίον τους.
Ἀκολουθοῦν οἱ πηγές:
1. Ἡ πρώτη πηγὴ βρίσκεται σὲ ἕνα κείμενο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου μὲ τίτλο Ὅρασις τοῦ Δανιήλ , Visio Danielis στὰ λατινικὰ ποὺ μᾶς ἔχει σωθεῖ καὶ ἀναφέρει γιά το πὼς συνάντησε ὁ Ἀλέξανδρος τοὺς Κυνοκέφαλους καὶ ὄχι μόνο αὐτοὺς καὶ ἀφοῦ νίκησε , μετὰ ἀπὸ δέηση στὸν Θεὸ ( ὁ Ἀλέξανδρος πίστευε στὸν ἕνα Θεὸ καὶ θὰ τὸ δεῖτε αὐτὸ στὸ κείμενο ) τοὺς σφράγισε μέσα σὲ χάλκινες πύλες. Καὶ εἰσῆλθεν ἕως τῆς ἐώας γῆς καὶ ἐκεῖ εὗρεν ἔθνος ἀνεξιχνίαστον , πᾶν,πᾷν ζωφίον , μαγάρον , ὄφεις , γάτας , μύιας καὶ πᾶν,πᾷν ἑρπετόν.
Καὶ τοὺς νεκροὺς οὔκ ἔθαπτον ἀλλὰ μᾶλλον ἤσθιον καὶ ἐκτρώματα τῶν γυναικῶν καὶ εἶδος θηρίων. ΄αυτῶν ἐν ἀγροῖς γινομένα δεδοικὼς μήπως πλατυνθῶσιν ἐν τὴν γῆν καὶ ἔνουσιν αὔτην ἐκ τῶν μιαρῶν ἐπιτηδευμάτων ἐδεήθῃ τοῦ Κυρίου ἐκτενῶς καὶ συνήγαγεν αὐτοὺς ἄνδρας σὺν γυναιξὶν καὶ τέκνοις καὶ εἰπεῖν ἁπλῶς πάσας τα παρεμβολὰς αὐτῶν καὶ ἐξήγαγεν αὐτοὺς ἐκ τῆς ἐώας γῆς καὶ κατεδίωξεν αὐτοὺς ἕως εἰσήλθωσαν ἐν τοῖς μέρεσιν τοῦ βορρᾶ Ταῦτα καταθεωρήσας Ἀλέξανδρος ὑπ. Καὶ οὐκ ἐστὶν εἴσοδος ἀπὸ ἀνατολῶν ἢ δυσμῶν.
Αὔθυς οὔν ἐκλιπάρησεν Ἀλέξανδρος τὸν Θεὸν καὶ ἔκλεισεν αὐτοὺς εἰς χαλκᾶς πύλας, ἐπιχρήσας ἀσύγχητον. Ταῦτα οὔν τὰ μυσαρὰ καὶ κίβδηλα ἔθνη πάσαις ταῖς μαγικαῖς κακοτεχνίαις κέχρηνται καὶ ἐν τούτοις αὐτῶν τὴν ρυπαρὰν καὶ μισόθεον γοητείαν κατήργησεν ἡ φύσις τοῦ ἀσυγχήτου. Ἐν τῇ ἐσχάτῃ μέρα τῆς συντελείας τοῦ κόσμου ἐξελεύσονται κυνοκέφαλοι, σαυρομάται, γώγ,μαγώγ, οὗτοι εἰσὶν μετ ΄άλλων οἱ ὸβ βασιλεῖς καθεστήκασιν ἐντὸς τῶν πυλῶν ἂς κατασκεύασεν Ἀλέξανδρος ὁ βασιλεὺς ΄
.Μετάφραση. 
Καὶ ἀφοῦ μπῆκε σὲ ἐκείνη τὴν γῆ,βρῆκε ἕνα ἔθνος ἄγνωστο ἀλλὰ καὶ κάθε ζωύφιο βρώμικο καὶ φίδια καὶ γάτες καὶ μῦγες καὶ κάθε ἑρπετό. Καὶ τοὺς νεκρούς τους δὲν τοὺς ἔθαβαν ἀλλὰ τοὺς ἔτρωγαν ὅπως καὶ τὰ προιόντα τῶν ἐκτρώσεων τῶν γυναικῶν ἀλλὰ καὶ κάθε εἶδος θηρίου.


ἄλλα αὐτὰ βλέποντας ὁ Ἀλέξανδρος καὶ μὲ τὸν φόβο μήπως φύγουν ἀπο ἐκεῖνο τὸ μέρος καὶ ξεχυθοῦν σὲ ὅλη τὴν γῆ καὶ τὴν μολύνουν μὲ τίς βρωμερές τους πράξεις, καὶ τοὺς μάζεψε ὅλους αὐτοὺς μαζὶ μὲ τὰ παιδιὰ τοὺς ἄνδρες καὶ τίς γυναῖκες τους. Καὶ ἀφοῦ μετὰ λοιπόν τους ἔβγαλε ἀπὸ ἐκείνη την γῆ, τοὺς καταδίωξε ἐως ώτου μπῆκαν στὰ μέρη τοῦ βορρᾶ.
Καὶ δὲν ὑπῆρχε ἄλλη εἴσοδος οὔτε ἀπὸ ἀνατολὴ οὔτε ἀπὸ δύση. Ἀμέσως παρακάλεσε τὸν Θεὸ ὁ Ἀλέξανδρος καὶ τοὺς ἔκλεισε αὐτοὺς σὲ χάλκινες πύλες, της ὁποῖες «ἔντυσε¨ μὲ ἀσύγκρητο γυαλὶ (ἐνεργειακὸ πεδίο). Παρά το ὅτι μετὰ τὰ βρωμερὰ αὐτὰ γένη δοκίμασαν ὅλους τοὺς μαγικοὺς τρόπους ποὺ ἤξεραν μέσῳ τῶν κακῶν τους τεχνῶν καὶ τὴν μιαρὴ καὶ μισόθεη δύναμή τους κατέργησε ἡ ἰδιότητα τοῦ γυαλιοῦ αὐτοῦ. Στὶς τελικὲς μέρες πρὸς τὴν συντέλεια τοῦ κόσμου θὰ βγοὺν οἱ Κυνοκέφαλοι, οἱ Σαυρομάτες, οἱ Γὼγ καὶ οἱ Μαγὼγ καὶ αὐτοὶ εἶναι μαζὶ μὲ ἄλλους οἱ βασιλεῖς 72 (βασιλεῖς τῶν Νεφελὶμ δηλαδὴ οἱ 72) τοὺς ὁποίους ἔκλεισε μέσα σὲ πύλες οἱ βασιλιᾶς Ἀλέξανδρος.

2. Δύο παραδόσεις λαῶν ἀκολουθοῦν σχετικὰ μὲ τὴν ἐκστρατεία τοῦ Ἀλεξάνδρου καὶ ταυτόχρονα τὴν ὕπαρξη τῶν Νεφελίμ. Ὁ Θεὸς ἔστειλε τὸν μέγαν Ἀλέξανδρο νὰ τιμωρήσει τοὺς κακούς. Ὅταν ὁ Ἀλέξανδρος ἐνίκησε τὸν Βασιλέα Πῶρο, τὸν ἔπιασε καὶ τὸν ἐφυλάκισε μέσα στὰ σκοτεινὰ κοιλώματα μιᾶς λοφοσειράς, ποὺ ἔκλεινε τοὺς σκυλοκέφαλους. Ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Πῶρος δὲν ἠμπορεῖ νὰ βγεὶ παρὰ στὸν κατοπινὸ καιρό. Πάνω ἀπὸ τοὺς λόφους αὐτοὺς ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ἔμπηξε μιὰ φούρκα (δίκρανο) καὶ τοῦ ἔβαλε μιὰ καμπάνα ποὺ κτυπᾷ μονάχη της μὲ τὸ φύσημα τοῦ ἀέρα.
 Οἱ σκυλοκέφαλοι, ὅταν ἀκοῦνε τὴν καμπάνα, ξέρουν πὼς ὁ Ἀλέξανδρος εἶναι ἐκεῖ καὶ τοὺς φυλάει. Αὐτοὶ θὰ βγοῦν στὸν κατοπινὸ καιρὸ καὶ θὰ ἀρχίσουν τὴ δουλειὰ ποὺ γι'αὐτοὺς τοὺς προώρισε ὁ θεός. Οἱ σκυλοκέφαλοι ἔχουν ἕνα μάτι στὸ μέτωπο κι ἕνα στὸν τράχηλο.εῖναι βίαιοι καὶ ὑπερβολικὰ κακοί. Ἡ ὁμιλία τους εἶναι ἄσχημη. Πιάνουν τοὺς ἀνθρώπους καί,ἀφοῦ τοὺς λιπαίνουν, τοὺς ψήνουν στὸ φοῦρνο καὶ τοὺς τρῶνε. Καὶ ἡ δεύτερη. Ὁ ἀέρας κινεῖ τὰ καράβια στὶς θάλασσες καὶ καθαρίζει τὴν ἀτμόσφαιρα ἀπὸ τὰ κακά. Αὐτὸς κτυπᾷ καὶ τὴν καμπάνα, ποὺ ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ἔβαλε ἐπάνω ἀπὸ τοὺς λόφους, ὅπου εἶναι, κλεισμένοι οἱ σκυλοκέφαλοι, ποὺ θὰ βγοῦν ἔπειτα ἀπὸ καιρούς.

3. Ἀπὸ τὸ κείμενο τῆς προφητείας τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα τοῦ δια Χριστὸν Σαλοῦ σχετικὰ μὲ τὴν ὕπαρξη τῶν ρυπαρῶν γενῶν καὶ τὴν μάχη τους μὲ τὸν Ἀλέξανδρο:
Κατὰ τὸ ἔτος ἔκεῖνο θ'όνοίξη ὸ Κύριος τίς πύλες τὼν Ἴνδιὼν ποῦ ἔκλεισε ὸ βασιλιᾶς τὼν Μακεδόνων Ἄλέξανδρος.θά βγοϋν τότε ἀπ' ἔκεὶ οἴ ἔβδομηκοντα δύο βασιλεῖς μὲ τὸν λαό τους, τὰ λεγόμενα βδελυρὰ ἔθνη, ποῦ εἴ *ναὶ πιὸ σιχαμερὰ ἀπὸ κάθε ἄηδία καὶ δυσωδία. 
Αὔτὰ θὰ διασκορπισθοϋν σ' ὀλο τὸν κόσμο. Θὰ τρῶνε ζωντανοὺς τοὺς ἄνθρώπους καὶ θὰ πίνουν τὸ αἷμα τους. Θὰ καταβροχθίζουν ἔπίσης μὲ μεγὰλπ ἠδoνὴ μῦγες, βατράχους,σκυλιὰ καὶ κάθε ἄκαθαρσία. Ἄλλοίμονο στὶς περιοχές, ἀπ' ὀπου θὰ περάσουν! Ἄν εἶναι δυνατόν, Κύριε, ἂς μὴν ὕπάρχουν τότε Χριστιανοί!
Γνωρίζω δμὼς ὀτι θὰ ὕπάρχουν. «Ἐκεῖνες οἴ ἠμερες θὰ σκοτεινιασουν, σὰν νὰ θρηνοῦν στὸν ἄέρα γιὰ ὀσα ἄποτροπιαστικὰ θὸ διαπράξουν ἔκείνα τὰ σιχαμερὰ ἔθνη. Ό ἥλιος θὰ γίνει σὰν αἷμα, ἔνὼ ν σελήνη κι ὀλα τὸ ἄστρα θὰ σκοτισθοῦν, καθὼς θὰ τὰ βλέπουν ἔπανω ὀτὴ γῆ νὰ συναγωνίζωνται στὴν ἄκαθαρσία. Αὔτοὶ οἴ λαοὶ θὸ κατασκαψουν τὴ γῆ, θὰ κάνουν ἀποχωρητήρια τς θυσιαστήρια, καὶ θὰ βάλουν τὰ ἅγια σκεύη σὲ ἄτιμωτικὴ χρήση.

4. Ἀπὸ ἄγνωστο χειρόγραφο σχετικὰ μὲ τὸ ἴδιο θέμα:

Ἐν τοῖς ἐσχάτοις καροὶς καὶ ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ τῆς συντέλειας τοῦ αἰῶνος ἐξελεύσεται Γὼγ καὶ Μαγὼγ εἰς τὴν γῆν τοῦ Ἰσμαήλ, οἴ εἰσὶν ἔθνη καὶ βασιλεῖς, καὶ ἐξελεύσοναται αἱ ἐποκεκλεισμέναι γλῶσαι κβ: Ἀνοίγ, Ἀνίγ,Ἀχενάζ, Διφάρ, Φωτιναῖοι, Λεσβίοι, Εὔνιοι,Φαριζαῖοι, Δεκλισμοί, Ζαρμάται, Φλιβαῖοι,Ζαρματιανοί,Χανώνιοι, Ἀσαρμάσται, Γαρμιάδαι,Κυνοκέφαλοι, Θάρβιοι, Ἀλᾶνες, Φισολονίκιοι,Ἀρήναοι, Ἀσαρτάνιοι, καὶ Μαγώθ- οὗτοι κβ»βασιλεῖς καθεστήκασιν ἔνδον τῶν Κασπίων πυλῶν, ἂς κατασκεύασεν Ἀλέξανδρος ὁ βασιλεύς. Καὶ ὅτε ἐξελεύσονται ἤγγικεν ἡ συντέλεια καὶ οὔκ ἔσται μῆκος.

                                                                          

Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2022

Tι ἦταν ὁ Ἰχώρ; Εἶναι ἀκόμα ἐνεργός;


Ποιοὶ ἦταν πραγματικὰ οἱ Θεοὶ τῆς Ἀρχαίας Ἑλλάδας, ἦταν ἁπλῶς σύμβολα ἢ ἀληθινὰ ὑπερδύναμα ὄντα;
 Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ὑπάρχουν ἀρκετὰ ἐπιχειρήματα ἱκανὰ νὰ μᾶς πείσουν ὅτι οἱ θεοὶ τῶν Ἀρχαίων Ἑλλήνων ἦταν σύμβολα, ὅπως ὑποστήριζε καὶ μιὰ μεγάλη μερίδα φιλοσόφων, οἱ Στωικοί, οἱ ὁποῖοι πίστευαν ὅτι οἱ μῦθοι δὲν ἔχουν κυριολεκτικὴ σημασία ἀλλὰ ἀντίθετα παρουσιάζουν ἀλληγορικὲς διηγήσεις, χρήσιμες γιὰ τὴν καθημερινότητα τῶν ἀνθρώπων.

Ὑπάρχει περίπτωση νὰ ἰσχύει τὸ ἀντίθετο;
 Σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἑλληνικὴ γραμματεία, ὁποιοσδήποτε μπορεῖ νὰ ἀνακαλύψει μιὰ ἀτελείωτη σειρὰ ἀπὸ παράδοξες καὶ μεταφυσικὲς ἐμπειρίες, ποὺ οἱ θνητοὶ πρόγονοί μας τίς ἀπέδωσαν στοὺς ἀθάνατους θεούς τους.
 Ἐπίσης ὑπάρχει μιὰ παραφυσικὴ λεπτομέρια ποὺ ἴσως ἀποτελεῖ κλειδὶ γιὰ τὴν διατύπωση τῆς ἀληθινῆς φύσης τῶν ἀρχαίων θεῶν.



Μέσα στὴν μυθολογία ὑπάρχουν ἀμέτρητες ἀναφορὲς σχετικὰ μὲ μιὰ οὐσία ὀνόματι Ἰχὼρ ποὺ ἔρρεε στὶς φλέβες τῶν Θεῶν καὶ ἦταν γαλαζόχρωμη.

Ἡ οὐσία Ἰχὼρ ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν Ὅμηρο, τὸν Πλάτωνα, τὸν Ἀπολλώνιο τὸν Ρόδιο, τὸν Ἰουλιανό,τὸν Ἀριστοτέλη,τὸν Πυθαγόρα κ.α. 
Ὁ Ὅμηρος ἀναφέρει: (Ἰλιὰς Ε 340 καὶ Ὀδύσσεια 405). "ρέε δ' ἄμβροτον αἷμα θεῖο, ἰχώρ, οἷς πὲρ τε ρέει μαχάρεσση θεοίσιν".

Ὁ Πλάτωνας (Πλάτων, Τίμαιος, 39, 3) "ὁ ἰχώρ, τὸ ὑγρόν, ὁ ὀρὸς τοῦ αἵματος εἶναι ἁπαλὸς τῆς μαύρης καὶ τῆς ὀξείας χολῆς εἶναι δριμύς,    ὅταν ἀναμειγνύεται ἕνεκα θερμότητας μὲ ἁλμυρὰ συστατικά, τότε τὸ ὀνομάζουμε ὀξὺ φλέγμα".

Ὁ Πυθαγόρας ἐπίσης ἀναφέρει περὶ «θείας οὐσίας» στὸ αἷμα τῶν Ἑλλήνων ποὺ προστατεύει τους φέροντες ἀπὸ ἀλλοίωση ἢ μετάλλαξη τοῦ γενετικοῦ τους κώδικα.

Ἐπίσης, στὴν μυθολογία γίνεται μιὰ ἀναφορὰ γιὰ ἕναν μυθικὸ φύλακα τῆς Κρήτης,    τὸν Τάλω, ποὺ ἦταν κατασκευασμένος ἀπὸ χαλκὸ ἀπὸ τὸν θεὸ Ἥφαιστο καὶ μέσα του ἔρεε ἰχὼρ (θὰ μποροῦσε νὰ ἦταν ἕνα εἶδος καυσίμου;)! 
Πρόκειται σύμφωνα μὲ ἀναφορὲς γιὰ μία ζωογόνο οὐσία ποὺ εἶναι ἀθάνατη, ἄφθαρτη, δὲν ὑπόκειται στοὺς νόμους σύνθεσης καὶ ἀποσύνθεσης, ἔχει τὴν ἰδιότητα νὰ πυρακτώνεται, νὰ παρέχει τεράστια δύναμη καὶ δύναται νὰ κληροδοτηθεῖ ἀπὸ τὸν πατέρα.

Ἔτσι, ἂν θεωρήσουμε ὅτι οἱ θεοὶ ἦταν ὄντα ὑπαρκτὰ καὶ ἑνώθηκαν μὲ τοὺς ἀνθρώπους τοτε σύμφωνα μὲ τίς ἀναφορές, τὰ παιδία ποὺ προέκυπταν ἀπὸ τὴν ἕνωση θεῶν καὶ θνητῶν εἶχαν εἴτε γαλάζιο αἷμα εἴτε κόκκινο
. Ὅσα παιδιὰ εἶχαν γαλάζιο αἷμα,ἦταν ἡμίθεοι καὶ ὅσα παιδιὰ εἶχαν κόκκινο, διέθεταν ἀνενεργὸ ἰχώρ, ὅπως ἐξακολουθοῦν νὰ ἔχουν καὶ σήμερα οἱ ἀπόγονοι τῆς ἕνωσης τῶν ἀνθρώπων μὲ τοὺς θεόυς, οἱ Ἕλληνες.

Ὁ ἰχὼρ ἀκόμη,  λέγεται ὅτι μπορεῖ νὰ ἐνεργοποιηθεῖ στὸ αἷμα καὶ νὰ τὸ μετατρέψει ἀπὸ κόκκινο σὲ γαλάζιο (ποιά θὰ ἦταν ἡ συνέπεια;).
 Μάλιστα, τὸν τελευταῖο καιρὸ Γάλλοι βιολόγοι ἀποφάνθηκαν ὅτι στὸ DNA (γενετικὴ σύσταση) τῶν Ἑλλήνων ὑπάρχουν κάποια χρωματοσώματα ποὺ τοὺς καθιστοῦν διαφορετικοὺς (θὰ μποροῦσε νὰ ἦταν ὁ Ἰχώρ;). 
Ἐπίσης σύμφωνα μὲ ἔρευνα τῶν Πανεπιστημίων τοῦ Στάνφορντ τῶν ΗΠΑ καὶ τῆς Παβίας τῆς Ἰταλίας, τo DNA τῶν Ἑλλήνων καταδεικνύει πὼς σὲ ποσοστὸ 99,5% πρόκειται γιὰ καθαρὰ φυλὴ ποὺ δὲν ἔχει ἐπηρεασθεῖ ἀπὸ τοὺς Σλάβους οὔτε ἀπὸ τοὺς Τούρκους.

Σίγουρα ὅμως, δὲν θὰ ὑπῆρχαν τόσες πολλὲς ἀναφορὲς (μυθολογία,φιλόσοφοι) ἂν δὲν ὑπῆρχε ἕνα στήριγμα ὥστε νὰ βασιστεῖ ἡ θεωρία του ἰχὼρ (ὅπως λένε ὅπου ὑπάρχει καπνός,ὑπάρχει καὶ φωτιά).
 Γιατί ὅμως ὁ ἰχὼρ ποὺ ὑποστηρίζεται ἀπὸ πολλούς, βρίσκεται στὸ αἷμα τῶν Ἑλλήνων ἀνενεργός; Μήπως περιμένει μιὰ ἀφύπνιση;


Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2022

ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ



ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΥ (ΒΙΟΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΑ)

Plutarchus Biogr., Phil., Alexander



Ἐγεννήθη δ' οὖν Ἀλέξανδρος ἱσταμένου μηνὸς Ἑκατομβαιῶνος, ὃν Μακεδόνες Λῷον καλοῦσιν, ἕκτῃ, καθ' ἣν ἡμέραν ὁ τῆς Ἐφεσίας Ἀρτέμιδος ἐνεπρήσθη νεώς·
ᾧ γ' Ἡγησίας ὁ Μάγνης (FGrH 142 F 3) ἐπιπεφώνηκεν ἐπιφώνημα κατασβέσαι τὴν πυρκαϊὰν ἐκείνην ὑπὸ ψυχρίας δυνάμενον· εἰκότως γὰρ ἔφη καταφλεχθῆναι τὸν
νεών, τῆς Ἀρτέμιδος ἀσχολουμένης περὶ τὴν Ἀλεξάνδρου μαίωσιν.
ὅσοι δὲ τῶν μάγων ἐν Ἐφέσῳ διατρίβοντες ἔτυχον, τὸ περὶ τὸν νεὼν πάθος ἡγούμενοι πάθους ἑτέρου σημεῖον εἶναι, διέθεον, τὰ πρόσωπα τυπτόμενοι καὶ βοῶντες ἄτην ἅμα καὶ συμφορὰν μεγάλην τῇ Ἀσίᾳ τὴν ἡμέραν ἐκείνην τετοκέναι.
Φιλίππῳ δ' ἄρτι Ποτείδαιαν ᾑρηκότι τρεῖς ἧκον ἀγγελίαι κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον, ἡ μὲν Ἰλλυριοὺς ἡττῆσθαι μάχῃ μεγάλῃ διὰ Παρμενίωνος, ἡ δ' Ὀλυμπίασιν ἵππῳ κέλητι νενικηκέναι, τρίτη δὲ περὶ τῆς Ἀλεξάνδρου γενέσεως.
ἐφ' οἷς ἡδόμενον ὡς εἰκὸς ἔτι μᾶλλον οἱ μάντεις ἐπῆραν, ἀποφαινόμενοι τὸν παῖδα τρισὶ νίκαις συγγεγεννημένον ἀνίκητον ἔσεσθαι.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ Εὐκλείδη Λιθοξόου

Ὁ Ἀλέξανδρος ἐγεννήθῃ τὴν ἕκτη ἡμέρα τοῦ μηνὸς Ἑκατομβαιῶνος, τὸν ὁποῖον οἱ Μακεδόνες τὸν ὀνομάζουν Λῶον, τὴν ἡμέρα ποὺ κάηκε ὁ ναὸς τῆς Ἀρτέμιδος στὴν Ἔφεσο. Ἡ πυρκαγιὰ κατασβέστηκε (ὅπως λέγουν) ἀπὸ τὸν ἀρχιερέα τὸν Μάγνη μὲ ἐπιφώνημα ποὺ προκάλεσε ψῦχος. Ἡ φωτιὰ ὅπως εἶπε ἄναψε προφανῶς γιατί ἡ θεὰ Ἄρτεμις ἦταν ἀπασχολημένη μὲ τὴν γέννηση τοῦ Ἀλέξανδρου.
Ὅσοι δὲ μάγοι (τοῦ Ζωροάστρη) ἔτυχε νὰ βρίσκονται στὴν Ἔφεσο, θεώρησαν τὴν ζημιὰ τοῦ ναοῦ σὰν προαναγγελία ἄλλης μεγάλης ἀπειλῆς καὶ συμφορᾶς ποὺ ἐκείνη τὴν ἡμέρα γεννήθηκε γιὰ τὴν Ἀσία χτυπῶντας τὰ πρόσωπά τους καὶ κραυγάζοντας.

Ὁ Φίλιππος ποὺ μόλις εἶχε κατακτήσει τὴν Ποτίδαια εἶχε καὶ τρία χαρμόσυνα μηνύματα τὴν ἴδια μέρα. Τὴν νίκη τοῦ Παρμενίωνα σὲ μεγάλη μάχη ἐναντίον τῶν Ἰλλυριῶν, τὴν νίκη σὲ ἀρματοδρομία μὲ δικά του ἄλογα στοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνες καὶ τὴν γέννηση τοῦ Ἀλέξανδρου.
Ἐνῶ ἀπολάμβανε τὴν εὐτυχία του οἱ μάντεις τοῦ τὴν ἔκαναν μεγαλύτερη λέγοντάς του ὅτι ἡ γέννηση αὐτοῦ τοῦ παιδιοῦ μὲ τρεὶς νῖκες σημαίνει ὅτι θὰ γίνει ἀνίκητο.

ΣΧΟΛΙΟ ΤΟΥ ΕΡΜΗΝΕΥΤΗ

Ἡ δολιοφθορὰ τοῦ ναοῦ τῆς Ἀρτέμιδος θὰ πρέπει νὰ ἔγινε ἀπὸ Πέρσες ποὺ ζηλοφθονούσαν πάντοτε τοὺς Ἕλληνες γιὰ τὸ ἀνυπότακτο καὶ ἐλεύθερο πνεῦμα τους ποὺ τοὺς ἐμπόδιζε ἀπὸ τίς ἐπεκτατικὲς τοὺς ἐπιδιώξεις. Τὰ προβλήματα τῶν πόλεων τῆς Ἰωνίας εἶχαν ἀρχίσει ἀπὸ τὸν 6ο αἰῶνα (τὴν ἐποχή του Θαλῆ) ὅταν ἡ ἐνδυνάμωση τοῦ βασιλείου τῶν Μήδων ἔκανε τίς πόλεις τῆς Ἰωνίας νὰ στενάζουν ἀπὸ δοτοὺς τυράννους, φίλους τῆς δυναστείας τῶν Ἀχαιμενιδῶν, ποὺ ἐπέβαλαν φόρους καὶ ἐξεδίωκαν τοὺς σοφοὺς ποὺ πρότειναν πολιτεύματα ἰσονομίας γιὰ τὴν διοίκηση τῶν πόλεων. Αὐτὸς ἦταν καὶ ὁ λόγος ποὺ ὁ Πυθαγόρας ἔφυγε γιὰ τὴν Ἰταλία, ἐνῶ καταστράφηκε τὸ ἔργο τοῦ Ἠράκλειτου καὶ ἀπειλήθηκε ἡ ζωὴ τοῦ Ἀναξιμένη, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν ἀλληλογραφία τῶν σοφῶν τῆς Ἰωνίας.
Οἱ Ἴωνες ζητοῦσαν πάντοτε τὴν βοήθεια τῶν Ἑλλήνων τῆς μητρόπολης καὶ ἰδιαίτερα ἀπὸ τοὺς ἰσχυροὺς Ἀθηναίους καὶ Σπαρτιᾶτες μετὰ ἀπὸ τίς μάχες τοῦ Μαραθῶνα καὶ τῶν Πλαταιῶν.

Δυστυχῶς οἱ τελευταῖοι δὲν κατόρθωσαν νὰ δώσουν ἀποτελεσματικὴ βοήθεια στοὺς ὁμοεθνεῖς τους τῆς Ἰωνίας ἐξ αἰτίας τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου ποὺ κυριάρχησε στὴν Ἑλλάδα τον 5ο αἰῶνα καὶ τὸν ὁποῖο ὑπέθαλψαν* οἱ Πέρσες γι αὐτὸν τὸν λόγο.
Ἀναγκαστικά τον 4ο αἰῶνα οἱ ἐλπίδες στράφηκαν πρὸς τὸν ἀνερχόμενο Φίλιππο τὸν Β΄ τῆς Μακεδονίας, καὶ ἡ γέννηση τοῦ διαδόχου του ἦταν σίγουρα ἕνα χαρμόσυνο μήνυμα γιὰ τοὺς Ἕλληνες τῆς Ἰωνίας.
Ἔτσι δὲν εἶναι δύσκολο νὰ φανταστεῖ κανεὶς γιατί οἱ ἱεροφάντες τύλιξαν μὲ μύθους τὸν νεογέννητο Ἀλέξανδρο καὶ γιατί μάγοι τράβαγαν τὰ μαλλιά τους. Δὲν χρειαζόταν «μαντικὲς» ἱκανότητες γιὰ νὰ καταλάβει ἕνας ἔξυπνος ἄνθρωπος ὅτι μία ἐνδεχόμενη ἑνότητα τῶν Ἑλλήνων θὰ ἦταν συμφορὰ γιὰ τοὺς Πέρσες ποὺ ὑπερτεροῦσαν στὸν πλοῦτο καὶ τὴν διπλωματία, ἀλλὰ ὑστεροῦσαν στὸ πεδίο τῆς μάχης.


*Κατὰ τὴν γνώμη τοῦ γράφοντος (μελετητῆ τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου) τὸν προκάλεσαν. Ἐξ ἄλλου αὐτὸ φαίνεται καὶ ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ τοῦ Ἀλέξανδρου πρὸς τὸν Δαρεῖο μετὰ τὴν μάχη στὰ Γαυγάμηλα. Ἡ ἐπιτυχία τοῦ Ἀλέξανδρου ὀφειλόταν καὶ στὸ γεγονὸς ὅτι ἔγινε σύμβολο τῆς ἑνότητας τῶν Ἑλλήνων, ποὺ ἐξασφάλισε μὲ τὴν διπλωματία του μετὰ τὴν μάχη στὴν Χαρώνεια.











Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2022

Οἱ μυθικοὶ Κουρῆτες

Οἱ μυθικοὶ Κουρῆτες
Πολλὲς ἑρμηνεῖες δίδονται στὸ ποιοὶ ἦσαν τελικὰ οἱ Κουρῆτες, οἱ ὁποῖοι ἦρθαν σὲ ρήξη καὶ σὲ πόλεμο μὲ τοὺς Καλυδωνίους.
Ἡ ἐπικρατέστερη εἶναι αὐτὴ ποὺ θέλει τὸ ὄνομα νὰ χρησιμοποιεῖται σὲ ἀντιδιαστολὴ μὲ τοὺς «ἄκουρους», τοὺς ἀκούρευτους δηλαδὴ Ἀκαρνᾶνες ἢ ἐκείνη ποὺ ἐτυμολογεῖται ἀπ' τὸ κοντινὸ βουνὸ Κούριον. Ἡ χρήση τοῦ ὀνόματος ὡστόσο, ὁδηγεῖ πολλοὺς ἀρχαίους συγγραφεῖς στὸ νὰ ταυτίσουν τοὺς Κουρῆτες μέ τους Κρῆτες.
Οἱ Κουρῆτες ἄλλωστε ἦταν ἡμίθεοι, ὁπλισμένοι μὲ ὅπλα ποὺ ἡ Ρέα τους εἶχε δώσει γιὰ νὰ προστατεύσουν τὸ νεογέννητο παιδί της, τὸν Δία, ἀπ' τὸν Κρόνο καὶ τοὺς Τιτᾶνες ποὺ ἤθελαν νὰ τὸν ἐξοντώσουν. Λέγεται μάλιστα ὅτι οἱ Κουρῆτες


χόρευαν χτυπῶντας τὰ δόρατά τους στὶς ἀσπίδες, ὥστε ὁ ἦχος νὰ καλύψει τὸ κλάμα τοῦ βρέφους, ποὺ βρίσκονταν στὸ Ἰδαῖο Ἄντρον στὴν Κρήτη.
Τέτοιοι χοροὶ ἦταν εὐρέως διαδεδομένοι στὰ προϊστορικὰ χρόνια, ἀλλὰ καὶ μετέπειτα. Τὸν ἴδιο χορὸ τῶν Κουρητῶν, τὸν συναντᾶμε καὶ στὴν παραλλαγὴ τοῦ μύθου τῆς γέννησης τοῦ Ἀπόλλωνος ἀπ' τὴ Λητὼ στὴν Ἀκαρνανία (βλέπε Κάρνος). Ἡ Ἴδῃ γίνεται Κάρνος καὶ οἱ Τιτᾶνες Πύθωνας.
Τὸ νεογέννητο ἔπρεπε ὅμως νὰ προστατευτεῖ. Ἀνάλογο ἔργο ἀνέλαβαν οἱ Κουρῆτες καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Ζαγραίου Διονύσου, ὄχι ὅμως μὲ τὴν ἴδια ἐπιτυχία. Ὁ Ζαγρεὺς Διόνυσος ἦταν γιος του Δία καὶ τῆς Περσεφόνης, ποὺ κι αὐτὴ ἦταν κόρη τοῦ Διὸς ἀπ' τὴν Ρέα. Ὁ Ζεὺς ὅμως δὲν ἐμπιστευόταν τὴ ζηλόφθονη Ἥρα καὶ ἔδωσε τὸ παιδὶ στοὺς Κουρῆτες νὰ τὸ φυλᾶνε. Ἡ Ἥρα ἀπ' τὴν πλευρά της ἀνέθεσε στοὺς Τιτᾶνες νὰ τὸ βροῦν καὶ νὰ τὸ σκοτώσουν.





 
Ἡ Γέννηση ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ
ΑΠΟ ΤΟ ΓΟΝΑΤΟ ΤΟΥ ΔΙΟΣ

Ὁ Ζαγρεὺς προσπάθησε μὲ μεταμορφώσεις νὰ ξεφύγει, οἱ Τιτᾶνες ὅμως τὸν ἔπιασαν καί, ἀφοῦ τὸν διαμέλησαν, ἄρχισαν νὰ τρῶνε τὰ μέλη του. Τότε ὁ Ζεύς τους κατακεραύνωσε. Μὲ ἐντολὴ δική του ὁ Ἀπόλλων ἀνέλαβε νὰ θάψει τὰ ὑπολείμματα στὸν Παρνασσό. Ἡ Ἀθηνᾶ πῆρε τὴν ἀνέπαφη καρδιὰ τοῦ Ζαγραίου Διονύσου καὶ τὴν πῆγε στὸν Δία. Ἐκεῖνος τὴν ἔκανε σκόνη καὶ πότισε τὴ Σεμέλη, ποὺ ἔμεινε ἔτσι ἔγκυος καὶ γέννησε τὸν μετέπειτα Διόνυσο ποὺ ὅλοι γνωρίζουμε (ἡ κυοφορία ὁλοκληρώθηκε στὸ μηρὸ τοῦ Διός). Αὐτὸς ὁ Διόνυσος πῆγε στὴν αὐλὴ τοῦ Οἰνέα καὶ τοῦ δίδαξε τὴν καλλιέργεια τῆς ἀμπέλου.

Κατὰ τὴν ἐκδοχὴ τοῦ ὀρφισμοῦ ὁ Ζεὺς ἔφαγε τὴν καρδιὰ γιὰ νὰ ἀποκτήσει ἔτσι τὸν Διόνυσο ἀπ' τὴ Σεμέλη. Αὐτὸς ἦταν ὁ τρίτος Διόνυσος. Ὁ πρῶτος, πρὶν τὸν Ζαγραῖο, ἦταν ὁ Φάνης, ὁ δεσπότης τοῦ κόσμου, ὁ φωτεινὸς δημιουργὸς τῶν πάντων, στὸν ὁποῖο ὁ Ζεὺς εἶχε ἐμπιστευθεῖ τὴν κυριαρχία τοῦ κόσμου. Ὁ κόσμος αὐτὸς εἶχε γεννηθεῖ ἀπὸ τὴ Νύχτα, τὸ Σκότος.




Ὁ ΦΑΝΗΣ

Ἡ Νύχτα δημιούργησε το Χρόνο καὶ τὸν Αἰθέρα. 
Ἀπ' τὸν Αἰθέρα ὁ Χρόνος δημιούργησε τὸ «κοσμικὸ αὐγὸ» ἀπ' ὅπου ἐκκολάφθηκε ὁ Φάνης - Διόνυσος,   τὸν ὁποῖο καὶ καταβρόχθισε ὁ Ζεύς, γιὰ νὰ γεννήσει μετὰ ἀπ' τὴν Περσεφόνη τὸν Ζαγραῖο.
Ὅταν οἱ Τιτᾶνες κατασπάραξαν τὸν Ζαγραῖο καὶ ὁ Ζεύς τους κατακεραύνωσε, πῆρε τὴν τέφρα τους καὶ ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο. Ἡ τέφρα αὐτὴ ὅμως περιεῖχε καὶ τὴν τέφρα τοῦ Ζαγραίου Διονύσου.
 Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος εἶναι διφυής.
Ἔχει ἀπὸ τὴ φύσῃ τῶν θεῶν Διονυσιακὴ ψυχή, ἐνῶ τὸ σῶμα του εἶναι Τιτάνιο. 
Ἡ ψυχὴ ἑπομένως ἔχει ἀπὸ τὴ φύσῃ της τὸ ἀγαθὸ στοιχεῖο, ἐνῶ στὸ σῶμα ὑπάρχουν οἱ ἀδυναμίες, ἡ πονηρὴ ἀρχή.
 Ὅπως ἀναφέραμε, ἡ περιοχὴ ποὺ πρώτη δέχθηκε τὴ λατρεία τοῦ Διονύσου ἦταν ἡ Αἰτωλία καὶ ἡ Ἀκαρνανία.
Περιοχὴ ποὺ δικαιοῦται νὰ προστεθεῖ στὸν μακρὺ κατάλογο ἐκείνων ποὺ διεκδικοῦν τὴ δόξα πὼς ἀνέθρεψαν τὸν Διόνυσο, ὅταν γιὰ νὰ τὸν προστατεύσει ὁ Ζεὺς τὸν μεταμόρφωσε σὲ κατσίκι καὶ ἀνέθεσε στὸν Ἑρμῆ νὰ τὸν πάει στὶς Νύμφες ποὺ κατοικοῦσαν στὸ ὄρος Νύσα (Διόνυσος... «ἀπὸ τοῦ Διὸς καὶ τῆς Νύσης τοῦ ὄρους, ἐπεὶ ἐν τούτῳ ἐγεννήθῃ», ἀναφέρει ὁ Πίνδαρος).
Ὡς τοπονύμιο τὴ λέξη «Νύσα» τὴ συναντᾶμε στὴν ὀρεινὴ Ἀκαρνανία. Μὲ τὸ ἴδιο ὄνομα ἀναφέρεται καὶ ἕνας ποταμὸς στὸ κεντρικὸ Ξηρόμερο. Μιὰ ἄλλη ἐκδοχὴ πάντως εἶναι τὸ ὄρος Νύσα τοῦ μύθου νὰ εἶναι στὴν Αἰθιοπία.



Ἡ γέννηση τοῦ θεοῦ Διονύσου

Ὡστόσο, ἡ Λιβύη, ἡ Αἴγυπτος, ἡ Ἰνδία, ἡ Ἀραβία, ἡ Σκυθία, ἡ Καρία, ἡ Κιλικία, ἀλλὰ καὶ ἡ Βοιωτία, ὁ Παρνασσός, ἡ Θεσσαλία, ἡ Μακεδονία, ἡ Θράκη, ἡ Εὔβοια καὶ ἡ Νάξος διεκδικοῦν αὐτὴ τὴν τιμή.
Ὁ Διόνυσος «κάλυψε» σὲ μεγάλο βαθμὸ τὴ λατρεία τοῦ Πανὸς καὶ συνδέθηκε μὲ διαδεδομένες τελετουργίες ποὺ ἀργότερα ἀφομοιώθηκαν ἀπ' τὸν Κάρνειο Ἀπόλλωνα.
Στὴν ἀπαρχὴ ὅλης αὐτῆς τῆς ἱστορίας ὅμως, συναντᾶμε καὶ πάλι τοὺς Κουρῆτες... Καὶ ἔχει ἀξία ἴσως νὰ ἀναφερθεῖ ὁ πιθανὸς συσχετισμὸς (ἡ σύγχυση πιὸ σωστὰ) τῶν «ωμοφάγων» κατοίκων τῆς περιοχῆς μὲ τό... «ωμοφάγιον», τὴ συνήθεια δηλαδὴ τῶν μαινάδων νὰ διαμελίζουν τὸ πρῶτο κατσίκι ποὺ συναντοῦν καὶ νὰ τρῶνε ὠμὸ τὸ κρέας τους, στὸ πλαίσιο τῆς ἔκστασης ποὺ προκαλοῦσαν οἱ ἀφιερωμένες στὸν Διόνυσο ὀργιαστικὲς τελετές. Οἱ μαινάδες πίστευαν ὅτι γίνονταν «ἔνθεες», τρώγοντας ὠμὸ τὸ κατσίκι καὶ συχνὰ φοροῦσαν τὴ δορά του, ὥστε νὰ πετύχουν μεγαλύτερη ταύτιση μέ το Θεό.
Ἡ ὠμοφαγία αὐτὴ παραπέμπει ἀσφαλῶς στὸ διαμελισμὸ τοῦ Ζαγραίου Διονύσου. Οἱ Κρῆτες, ἀπ' τὴν ἄλλη, εἶχαν ἐξαπλωθεῖ καὶ θεωρεῖται βέβαιον ὅτι κάποιοι εἶχαν ἐγκατασταθεῖ στὴν περιοχὴ τῆς Αἰτωλίας καὶ τῆς Ἀκαρνανίας. Κατὰ ἕναν περίεργο τρόπο πάντως, ὑπῆρχε νησῖδα ὀνόματι Καλυδῶν ἀνοιχτὰ τῆς Κρήτης.

Ἐντύπωση προκαλεῖ καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι σὲ περιοχὲς τῆς Κρήτης, ὅπως π.χ. ἡ πόλη Λεβήνη, λατρεύονταν ἰδιαίτερα ὁ Ἀχελῶος. Ἐπίσης ὁ Ἀλθοιμένης, γιος τοῦ Κείσου καὶ ἐγγονὸς τοῦ Τημένου, εἶχε ἱδρύσει ἀποικία στὴν Κρήτη.
Πέραν αὐτῶν, δὲν μποροῦμε νὰ παραβλέψουμε τὴν σημαντικὴ μαρτυρία, πληροφορία πιὸ σωστά, ποὺ ὁ Διόδωρος ὁ Σικελιώτης μας καταθέτει: «Οἱ ἀπὸ Κουρητίας τῆς νῦν Ἀκαρνανίας Κούρητες Κνωσὸν ἔκτισαν». Εἶναι δυνατὸν ὅμως οἱ Κουρῆτες νὰ ξεκίνησαν ἀπ' τὴν Κρήτη, νὰ μετοίκησαν στὴν Ἠλεία, νὰ ἐξαπλώθηκαν ἀπό 'κεῖ στὴν Αἰτωλία καὶ νὰ ἐπέστρεψαν μετὰ στὴν Κρήτη γιὰ νὰ χτίσουν τὴν Κνωσό; Σαφέστατα ναί! Οἱ πηγὲς ἄλλωστε ἀναφέρουν ὅτι οἱ Κύκλωπες ἔφυγαν κάποια στιγμὴ ἀπ' τὴ Θράκη καὶ ἦρθαν στὴν χώρα τῶν Κουρητῶν (...ωκίσθησαν, οἱ πλείονες δὲ αὐτῶν ἐν τὴ Κουρήτιδι...)....
Ἡ περιοχὴ δηλαδὴ ὀνομάζονταν Κουρητὶς καὶ κατοικούταν ἀπὸ Κουρῆτες ἀπ' τὰ ἀπώτατα μυθικὰ χρόνια τῶν Κυκλώπων... Πολὺ ἀργότερα ἦρθε ὁ Αἰτωλός... Εἶναι πιθανὸ ὅσο καὶ εὔλογο συνεπῶς, στοὺς μέσους αἰῶνες ἕνα μέρος τῶν Κουρητῶν τῆς περιοχῆς νὰ θέλησε νὰ ἐπιστρέψει στὴν πατρώα γῆ. Ἄλλωστε εἶχαν ἤδη ἐπιτελέσει τὴν ἀποστολή τους. Καὶ ἡ ἀποστολὴ τῶν Κουρητῶν δὲν ἦταν ἄλλη ἀπ' τόν... ἐκπολιτισμό!
Κουρῆτες ὀνομάζονταν καὶ οἱ Ἰδαῖοι Δάκτυλοι (ἀπὸ τὴν Ἴδῃ, δηλαδὴ τὸν Ψηλορείτη καὶ «Δάκτυλοι» ἐπειδὴ ἦταν ἐπιδέξιοι στὰ δάχτυλα τεχνῖτες) ποὺ ταυτίζονται μὲ τοὺς Κουρῆτες προστάτες τοῦ νεογέννητου Διός. Αὐτοὶ ἦταν οἱ πρῶτοι Κουρῆτες.

Οἱ γενάρχες.


Κατὰ μιὰν ἐκδοχή, αὐτοὶ οἱ πρῶτοι Κουρῆτες ἦταν... Ἀκαρνᾶνες. Ἡ φράση «Κουρῆτες δὲ οἱ Ἀκαρνᾶνες οἱ τὸν Δία θρέψαντες» αὐτὸ μαρτυρά. Μεταγενέστεροι καὶ σύγχρονοι σχολιαστὲς ὅμως ἐκτιμοῦν ὅτι ὑπάρχει χρονικὴ σύγχυση στὴν παραπάνω φράση ἡ ὁποία καὶ ἀποδίδεται ἀσφαλῶς στὴν μετέπειτα ταύτιση τῶν Κουρητῶν μὲ τὴν Αἰτωλία καὶ μέρος τῆς Ἀκαρνανίας, προφανῶς καὶ στὴν ἐπιστροφὴ ἀπογόνων Κουρητῶν τῆς αὐτῆς περιοχῆς στὴν Κρήτη.
Οἱ Ἰδαῖοι Δάκτυλοι παρουσιάζονται ὡς ἐφευρέτες τῆς σιδηρουργίας. Ἦταν «χαλκουργοὶ» καὶ οἱ ἀπόγονοί τους Κουρῆτες ἔδιναν τὸ ὄνομα «Χαλκὶς» σὲ πόλεις ποὺ ἵδρυσαν. Κουρῆτες τῆς Εὐβοϊκὴς Χαλκίδος, σύμφωνα μὲ μαρτυρίες ἀρχαίων συγγραφέων καὶ σχολιαστῶν τους, μετοίκησαν στὴν περιοχὴ τῆς Καλυδῶνος καὶ Πλευρῶνος, ὅπου καὶ ἡ ἀρχαία Χαλκὶς (Χάλκεια).


Οἱ Ἰδαῖοι Δάκτυλοι ἦταν καὶ ἱκανότατοι μάγοι ποὺ θεμελίωσαν πολλὲς μυστηριακὲς τελετές. Μεγάλοι μύστες, ὅπως ὁ Ὀρφέας καὶ ὁ Πυθαγόρας, ἔχουν συνδέσει τὸ ὄνομά τους μ' αὐτὲς τίς τελετές.
Καὶ δὲν εἶναι ἴσως τυχαῖο ποὺ οἱ προαναφερθέντες εἶχαν στενὴ σχέση καὶ μὲ τὴ μουσική, ὅπως ἀκριβῶς καὶ οἱ Ἰδαῖοι Δάκτυλοι ποὺ βρῆκαν πολλοὺς μουσικοὺς ρυθμοὺς (τὸ μέτρο «δάκτυλος» ἀπ' αὐτοὺς ὀνομάστηκε ἔτσι). Ἡ κοινὴ ὀνομασία «Κουρῆτες» πέρασε προφανῶς στοὺς ἀπογόνους τῶν Ἰδαίων Δακτύλων, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅσους, μεταγενέστερα, συμμετεῖχαν στὴ λατρευτικὴ κοινότητα τῶν νεαρῶν πολεμιστῶν ποὺ ὡς σημεῖο ἀναφορᾶς εἶχαν τὴν «κουρητοτροφία» καὶ τὰ ὅσα εἶχαν συμβεῖ στὸ Ἰδαῖο ἄντρο. Τέτοια κοινότητα ἔχει ἀποδειχθεῖ ὅτι λειτουργοῦσε ἀρχικὰ στὴν Κρήτη, ἀργότερα καὶ σὲ ἄλλες περιοχές.

Οἱ «ὑποψήφιοι» Κουρῆτες στὴ διαδικασία τῆς μύησης ἀναπαριστοῦσαν το μῦθο, μὲ ἔνοπλο χορό, εἰκονικὴ θανάτωση παιδιοῦ ποὺ ἔπαιρναν ἀπ' τὴ μητέρα τοῦ (ὅπως τὸν Δία ἀπ' τὴ Ρέα οἱ Κουρῆτες - Ἰδαῖοι Δάκτυλοι) καὶ ἀναγέννησή του. Οἱ «Κουρῆτες» αὐτοί, οἱ μυημένοι, εἶχαν ὅλα τὰ στοιχεῖα τῶν πρώτων Κουρητῶν. Ἦταν μάντεις καὶ «γόητες» (μάγοι), δεινοὶ πολεμιστές, ἀλλὰ καὶ «σοφοὶ» προστάτες τῆς ὀργανωμένης ἀνθρώπινης κοινωνίας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ.
Οἱ Κουρῆτες, ὅπως ἄλλωστε καὶ οἱ Κορύβαντες καὶ οἱ Τελχίνες εἶχαν τίς δικές τους μυστηριακὲς τελετὲς καὶ δὲν εἶναι ἴσως τυχαῖο ὁ Φόρβας, βασιλιᾶς τῶν Ἀκαρνάνων Κουρητῶν, γιος τοῦ Ποσειδῶνα, συμμάχησε μὲ τὸν ἱδρυτὴ τῶν Ἐλευσινίων Μυστηρίων, τὸν Εὔμολπο, στὸν πόλεμο κατὰ τῶν Ἀθηνῶν.

Ὁ Εὔμολπος ἦταν κι αὐτὸς γιος τοῦ Ποσειδῶνα. Ἡ ἐκστρατεία ἐναντίον τῶν Ἀθηνῶν, ποὺ ὑπερασπιστῆ,ὑπερασπιστή εἶχαν τὸν Ἐρεχθέα, ἔγινε μὲ τὴν αἰτιολογία ὅτι ὁ Ποσειδῶν εἶχε ἀποκτήσει τὴν Ἀθήνα πρὶν ἀπ' τὴ θεὰ Ἀθηνᾶ. Ἄν ὁ Εὔμολπος καὶ ὁ Φόρβας νικοῦσαν, ὡς σύμβολο τῶν Ἀθηνῶν θὰ ἐπικρατοῦσε ἡ τρίαινα ἀντὶ τῆς ἐλιᾶς. Αὐτὸ βεβαίως δὲν ἔγινε ποτέ.
Ὁ Εὔμολπος καὶ οἱ Ἐλευσίνιοι ἡττήθηκαν, διατήρησαν ὅμως τὸ δικαίωμα νὰ ἐξακολουθοῦν νὰ γιορτάζουν τὰ Ἐλευσίνια Μυστήρια. Ὁ Φόρβας, ποὺ κατ' ἄλλη ἐκδοχὴ δὲν συμμετεῖχε στὴν ἐκστρατεία μαζὶ μὲ τὸν Εὔμολπο, ἀλλὰ κίνησε δικό του πόλεμο ἐναντίον τοῦ Ἐρεχθέως, σκοτώθηκε ἀπ' αὐτόν. Σὲ ἀνάμνηση τοῦ γεγονότος ὀνομάστηκε τὸ Φορβαντεῖο στὴν Ἀθήνα.

Οι Κουρήτες σε ανάγλυφο ,
εν χορώ μετά θορύβου που δημιουργούν με τις ασπίδες
προστατεύουν τον Δια βρέφος
να μην ακουστεί ο ήχος του κλάματος από τον Κρόνο
Οἱ Ἰδαῖοι Δάκτυλοι μετὰ τὴν ἐνηλικίωση του Δία μετοίκησαν στὴν Ἤλιδα. Ὁ Ἰδαῖος Ἡρακλῆς, ποὺ παρίστατο στὴ γέννεση τοῦ Διός, εἶναι αὐτὸς ποὺ ἵδρυσε τοὺς Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνες, τοὺς ὁποίους καὶ ἀναβίωσε ἀργότερα ὁ Αἰτωλὸς Ἴφιτος.
Ὁ γνωστός μας ἥρωας Ἡρακλῆς, εἶχε κι αὐτὸς τελέσει ἀγῶνες στὴν Ὀλυμπία. Οἱ σχέσεις καὶ οἱ δεσμοὶ αἵματος τῶν κατοίκων τῆς Ἠλείας καὶ αὐτῶν τῆς Αἰτωλίας, ἀναπτύσσονται ἀλλοῦ .Ἴσως ἔχει ἀξία νὰ σημειώσουμε ὅτι στὴ Γιγαντομαχία, τὸν δεύτερο πόλεμο κατὰ τῶν Ὀλυμπίων, μετὰ τοὺς Τιτᾶνες ἀναφέρονται ὀνόματα Γιγάντων ποὺ ἀποκεφαλίστηκαν ἀπ' τοὺς Θεοὺς (ἕν προκειμένω τοὺς κομμάτιασαν οἱ Μοῖρες), ὅπως ὁ Ἄγριος καὶ ὁ Θόας...
Ἡ ἄμεση σχέση τῶν ἠμίθεων Κουρητῶν μὲ τὴν Αἰτωλία ἀποδεικνύεται καὶ ἀπ' τὸν μῦθο ποὺ θέλει τὸν ἴδιο τὸν Αἰτωλὸ νὰ σκοτώνει τοὺς Κουρῆτες Λαόδοκο, Δῶρο καὶ Πολυποίτη καὶ νὰ καταλαμβάνει τὴ χώρα τους, τὴν «Κουρητίδα χώρα», τὴν ὁποία καὶ ὀνόμασε Αἰτωλία!
Οἱ τρεῖς αὐτοὶ Κουρῆτες ἦταν γιοι τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ τῆς Φθίας. Ἦταν ἐκεῖνοι ποὺ ἔδωσαν ἄσυλο στὸν (ἐξόριστο βασιλιᾶ τὴ Ἤλιδος) Αἰτωλὸ ὅταν σκότωσε τὸν γιο του Ἰάσονος ἢ τοῦ Φορωνέως Ἄπιν. Οἱ πηγὲς ἄλλωστε ἀναφέρουν: «Ἐξ ἀρχῆς ἅπασαν τὴν χώραν Κουρήτας κατασχεῖν. Ἀφικομένου δ' ἐξ Ἤλιδος Αἰτωλοῦ τοῦ Εὐδυμίωνος καὶ τοῖς πολέμοις κρατοῦντος αὐτῶν, τους μὲν Κουρήτας εἰς τὴν νῦν καλουμένην Ἀκαρνανίαν ὑποχωρῆσαι, τοὺς δ' Αἰτωλῷ συγκατελθόντας Ἐπειοὺς τὰς ἀρχαιοτάτας κτίσαι των ἐν Αἰτωλίᾳ πόλεων».



Ἐνδιαφέρον παρουσιάζει ἐπίσης ἡ περίπτωση ἑνὸς βοσκοῦ ὀνόματι Κορήτας ἢ Κουρήτας, ὁ ὁποῖος καὶ οὐσιαστικὰ ἀνακάλυψε τὸ χάσμα, ὅπου ἔμελλε νὰ ἀποτελέσει ἀργότερα τὸν μυστηριώδη ὀμφαλὸ τοῦ κόσμου, τὸ περίφημο μαντεῖο τῶν Δελφῶν.
Ἡ ἱστορία τοῦ Κορήτα θυμίζει ἔντονα αὐτὴ τοῦ βοσκοῦ τοῦ Οἰνέα ποὺ παρακολουθῶντας τὴ μεθυσμένη ἀπ' τὰ σταφύλια κατσίκα, ἀνακάλυψε τὴν ἄμπελο. Ὁ Κορήτας ἦταν ἐξίσου παρατηρητικὸς κι ὅταν ὁ ἴδιος πῆγε νὰ δεῖ τί συμβαίνει καὶ γιατί τὰ ζῶα του συμπεριφέρονται ἔτσι παράξενα, ἐντόπισε τὴ σχισμὴ στὸ ἔδαφος, ἔγειρε νὰ κοιτάξει, αἰσθάνθηκε τὸ ρεῦμα ποὺ ξεπηδοῦσε ἀπ' τὴ γῆ καί... ἄρχισε νὰ προφητεύει. Πρὶν ὁ Ἀπόλλων κυριαρχήσει στοὺς Δελφούς, ὁ Διόνυσος εἶχε... κατοχυρώσει δικαιώματα στὸν Παρνασσό.
Αὐτὸς ὁ Κορήτας πάντως ἦταν ἕνας ἁπλὸς βοσκός, πρόσωπο ὑπαρκτὸ κατὰ τὸν Πλούταρχο, ποὺ διετέλεσε ἀρχιερέας στοὺς Δελφούς. Ὁ Κορήτας συνεπῶς δὲν συνδέεται μὲ τοὺς μυθικοὺς Κουρῆτες. Τὸ ὄνομά του ὅμως, ὁ τυχαῖος τρόπος ποὺ ἀνακάλυψε κάτι τόσο σημαντικό, ἡ ἀρχικὰ ἔντονη παρουσία τοῦ Διονύσου στὴν περιοχὴ καὶ ἡ ἀντικατάστασή του μετὰ ἀπ' τὸν Ἀπόλλωνα, ὅπως ἀκριβῶς συνέβῃ καὶ στὴν Αἴτ/νία (βλέπε Κάρνος), δημιουργοῦν εὔλογους συνειρμούς.
Στὸ ἴδιο συμπέρασμα καταλήγουμε ἂν λάβουμε ὑπ' ὄψιν μας ὅτι οἱ Νύμφες ποὺ κατὰ κύριο λόγο εἶναι κόρες ποταμῶν, ὅπως ὁ μεγάλος Ὠκεανὸς (ὁ πατέρας τοῦ Ἀχελώου) ἢ ὁ ἴδιος ὁ Ἀχελῶος, ἀναφέρονται συχνὰ ὡς «Κοῦραι» καὶ ἀντιστοιχοῦν στὸ θηλυκό των Κουρητῶν!

Στὴ Θεογονία τοῦ Ἡσιόδου τὸ ὄνομα Κοῦραι παράγεται ἀπὸ τὸ κουρίζω ποὺ σημαίνει: ἀνατρέφω (ὅπως οἱ Ὧρες ἀπ' τὸ ωρεύω ποὺ σημαίνει: φρουρῷ). Νύμφες ἐξάλλου [Κοῦραι - Νύμφες] ἀνέθρεψαν τὸν Δία, ποὺ προστάτευαν οἱ Κουρῆτες. Νύμφες καὶ Κουρῆτες ζοῦσαν σὲ δάση καὶ βουνά, σὲ «σύνδενδρους καὶ φαραγγώδεις τόπους». Στὸν Ἡρόδοτο τὸ «δάσος» ἀναφέρεται μὲ τὴ λέξη «ἴδῃ», ποὺ ἀσφαλῶς παραπέμπει στὴν Ἴδῃ καὶ στοὺς Ἰδαίους Δακτύλους.
Τὸ ὄνομα τῶν Κουρητῶν πάντως διεσώθῃ μέσα ἀπὸ πολλοὺς ἄλλους θρύλους καὶ παραδόσεις. Διατηρεῖται μάλιστα καὶ ὡς ... φυλετικὸς προσδιορισμὸς ἢ καὶ ὡς τοπωνύμιο. Ἐνδεικτικὰ ἀναφέρουμε τὸ σπήλαιο τοῦ Κουρήτα στὸν Ἀμβρακικό.

Ποιοὶ ὅμως τελικὰ ἦταν αὐτοὶ οἱ Κουρῆτες;

Ὀνομάστηκαν ἔτσι ἀπ' τὸ βουνὸ Κούριον;

Μήπως πῆραν τὸ ὄνομα αὐτὸ ἀπ' τὸ μέγεθος τῆς κόμης τους γιὰ νὰ ξεχωρίζουν ἀπ' τοὺς «ἄκουρους» γείτονές τους;

Μήπως ἐν τέλει τὸ ὄνομα προέρχεται ἀπ' τοὺς κούρους, τοὺς ἔφηβους δηλαδὴ ποὺ πιθανότατα εἶχαν στρατολογηθεῖ στὸν πόλεμο κατὰ τῆς Καλυδῶνος;

Καὶ πῶς αὐτοὶ οἱ ἔφηβοι πῆραν τὴν κοινὴ ὀνομασία τῶν Κούρων, τῶν γιων τοῦ Ἀπόλλωνος ποὺ σκότωσε ὁ Αἰτωλός;

Οἱ ἑρμηνεῖες αὐτὲς μπορεῖ νὰ ἔχουν βάση ὀρθολογική, ἀγνοοῦν ὅμως ὅλες τίς παραπάνω «συμπτώσεις» καὶ κυρίως δὲν λαμβάνουν ὑπόψιν τὴν ἀπευθείας σύνδεση τῶν μυθικῶν, ἠμίθεων Κουρητῶν μὲ τὴν Αἰτωλίδα γῆ, τὴν Κουρητίδα Χώρα.
Οὔτε βεβαίως καὶ τὴν πιθανότητα οἱ Κουρῆτες ποὺ πολέμησαν τὴν Καλυδώνα νὰ ἦταν μέλη τῆς μυστηριακῆς κοινότητας τῶν Κουρητῶν ποὺ ἀναμφίβολα, λόγῳ τῆς ἀπ' εὐθείας σύνδεσης τῶν πρώτων Κουρητῶν μὲ τὴν περιοχή, θὰ εἶχε διαδοθεῖ στὴν Αἰτωλία.
Ἡ μυστηριώδης δόξα ποὺ περιβάλει τοὺς μυθικοὺς Κουρῆτες δὲν ἀφήνει κανένα περιθώριο αὐθεντικῆς ἑρμηνείας τους. Τὸ μόνο βέβαιον εἶναι ὅτι στὰ πανάρχαια χρόνια ἔδρασε στὴν περιοχὴ μιὰ ὁμάδα ἀνθρώπων, ἡ δράση τῶν ὁποίων ἐνέπνευσε μύθους καὶ ἐπηρέασε ἀναμφίβολα τὴ μοῖρα τοῦ τόπου. Ἡ ἐπιστήμη ἔχει ἔργο ἐδῶ. Ἄν καταφέρει νὰ διώξει τὴν ὁμίχλη ποὺ σκεπάζει τὰ μυθικὰ αὐτὰ ὄντα, θὰ δοθοῦν ἀπαντήσεις σὲ μιὰ σειρὰ ἀπὸ καίρια ἐρωτήματα ποὺ διχάζουν σήμερα ἱστορικοὺς καὶ ἀρχαιολόγους.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Φώτη Μπερίκου:
«Aιτωλία καὶ Ἀκαρνανία: Ἐν ἀρχῇ ἤν,ἥν,ἦν ὁ Μῦθος»





Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2022

Ὁ μῦθος τῶν Δαναΐδων

Ὁ μῦθος τῶν Δαναΐδων


 
Μὲ τὴ συλλογικὴ ὀνομασία Δαναΐδες εἶναι γνωστὲς οἱ 50 κόρες τοῦ Δαναοῦ, τίς ὁποῖες ἀπέκτησε μὲ δέκα διαφορετικὲς γυναῖκες (τίς: Ἀτλαντείη, Ἐλεφαντίδα, Ἔρση, Εὐρώπη, Κρινῶ, Μέμφιδα, Πιερία, Πολυξώ, Φοίβη καὶ μιὰ ἀνώνυμη Αἰθιοπίδα). Λέγονταν καὶ Δανααὶ (Στράβων, Ἡ 371), ἢ καὶ Βηλίδες ἀπὸ τὸν παπποῦ τοὺς Βῆλο (Ὀβιδίου Μεταμορφώσεις, IV 463).


Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Βήλου, οἱ Δαναΐδες ἀκολούθησαν τὸν πατέρα τους καὶ ἔφυγαν ἀπὸ τὴ Λιβύη (τῆς ὁποίας ἡ βασιλεία εἶχε ἀνατεθεῖ σὲ αὐτόν), καθὼς φοβόνταν τοὺς 50 γιους τοῦ ἀδελφοῦ του, του Αἰγύπτου. Ἀρχικῶς κατέπλευσαν στὴ Λίνδο τῆς Ρόδου καὶ κατὰ μία παράδοση τρεῖς Δαναΐδες ἔμειναν γιὰ πάντα ἐκεῖ μετὰ τὴν ἀναχώρηση τῶν ὑπόλοιπων: «...ἐτελεύτησαν κατὰ τὴν ἐπιδημίαν την ἐν τῇ Λίνδω» (Διόδωρος ὁ Σικελιώτης, Ε 58). Τελικῶς ἔφθασαν στὸ Ἄργος.

Τὴν ἄφιξή τους ἐκεῖ σημάδεψε ἕνα ἐρωτικὸ περιστατικὸ τοῦ θεοῦ Ποσειδῶνα μὲ μία ἀπὸ τίς Δαναΐδες, τὴν Ἀμυμώνη, ποὺ εἶχε σταλεῖ μὲ ἀδελφές της νὰ βροῦν νερό. Τὸ περιστατικὸ αὐτὸ εἶχε εὐνοϊκὸ ἀποτέλεσμα γιὰ τὸν κάμπο τοῦ Ἄργους, καθὼς ἡ περιοχὴ ἀρδεύθηκε μὲ ἄφθονα νερὰ καὶ ἔγινε γονιμότατη. Ὁ Δαναὸς ἔθεσε ἀξίωση ἐπὶ τοῦ θρόνου τοῦ Ἄργους, καθὼς ἦταν δισέγγονος τῆς Ἰοῦς, κόρης τοῦ βασιλιᾶ τοῦ Ἄργους Ἰνάχου, ὁπότε τὸ σχετικὸ δημοψήφισμα τὸν ἔφερε στὴν ἐξουσία.

Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ ὅμως κατέφθασαν στὴν πόλη οἱ 50 γιοι του Αἰγύπτου (οἱ «Αἰγυπτιάδες») καὶ ἀπαίτησαν νὰ τοὺς παντρευτοῦν οἱ ἰσάριθμες Δαναΐδες. Ὁ Δαναὸς δέχθηκε φαινομενικὰ καὶ «μοίρασε» μὲ κλῆρο τὴν καθεμιὰ ἀπὸ τίς κόρες του στὸν καθένα Αἰγυπτιάδη (ἐκτὸς ἀπὸ τίς κόρες τίς Μέμφιδας, ποὺ πῆραν τοὺς συνώνυμους τούς), ἀλλὰ εἶχε ἀποφασίσει τὴν ἐξόντωσή τους: Ἐφοδίασε μὲ ἕνα μεγάλο μαχαίρι τὴν καθεμιὰ ἀπὸ τίς Δαναΐδες καὶ τίς διέταξε νὰ σκοτώσουν τοὺς συζύγους τους τὴν πρώτη νύχτα τοῦ γάμου σκίζοντας τὴν καρδιά τους μὲ αὐτὸ ὅταν αὐτοὶ θὰ εἶχαν ἀποκοιμηθεῖ.

Οἱ Δαναΐδες ἐκτέλεσαν τὴν ἐντολὴ τοῦ πατέρα τους, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ μεγαλύτερη στὴν ἡλικία, τὴν Ὑπερμήστρα, ποὺ ἐρωτεύθηκε τὸν Λυγκέα καὶ δὲν τὸν σκότωσε. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ φυλακίσθηκε ἀπὸ τὸν Δαναό, ἀλλὰ ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὴ θεὰ τοῦ ἔρωτα, τὴν Ἀφροδίτη. Τὰ κεφάλια τῶν σκοτωμένων τάφηκαν στὴ Λέρνη καὶ τὰ σώματά τους ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη.

Ἀντίθετα, ὁ Παυσανίας ἀναφέρει (Β 24, 2) ὅτι στὴ Λέρνη τάφηκαν τὰ σώματα, ἐνῶ οἱ κεφαλὲς στὸν δρόμο πρὸς τὴν ἀκρόπολη τοῦ Ἄργους. Τὴν ταφὴ ἀκολούθησαν καθαρμὸς (ποὺ ἔγινε μὲ διαταγή του Δία ἀπὸ τὸν Ἑρμῆ καὶ τὴν Ἀθηνᾶ) καὶ γυμναστικοὶ ἀγῶνες, οἱ νικητὲς τῶν ὁποίων πῆραν ἀπὸ μία Δαναΐδα ὡς ἔπαθλο.


Τὸν Δαναὸ διαδέχθηκε ὁ Λυγκέας καί, σύμφωνα μὲ νεότερο μῦθο, ὁ Δαναὸς καὶ οἱ κόρες του σκοτώθηκαν ἀπὸ τὸν Λυγκέα. Ἡ παράδοση συνέδεσε τὴν ἐγκατάσταση τῶν Δαναΐδων στὴν Ἀργολίδα μὲ τὴ λατρεία τῆς Δήμητρας, τὴν τελετὴ τῶν Θεσμοφορίων τῆς ὁποίας πίστευαν ὅτι εἶχαν μεταφέρει ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο (Ἡρόδοτος, Β 171).

Μιὰ ἀρκετὰ μεταγενέστερη παράδοση παρουσιάζει τίς Δαναΐδες στὰ Τάρταρα / Ἅδη νὰ μεταφέρουν καὶ νὰ ρίχνουν νερὸ σὲ ἕνα πιθάρι μὲ τρῦπες («τετρημένον πίθον») γιὰ νὰ τιμωρηθοῦν δῆθεν γιὰ τὴ δολοφονία τῶν Αἰγυπτιαδῶν. Αὐτὸ ἔγινε στὴ νεότερη ἐποχὴ πολὺ γνωστὴ ἔκφραση, ὁ «Πίθος τῶν Δαναΐδων», γιὰ τὸ πραγματικὸ νόημα τοῦ ὁποίου παραπέμπουμε στὸ ἰδιαίτερο ἄρθρο.

Ὁ μῦθος τῶν Δαναΐδων χρησιμοποιήθηκε ἀπὸ ἀρκετοὺς λογοτέχνες, κυρίως δραματουργούς. Ὁ Αἰσχύλος ἔγραψε μὲ βάση αὐτὸν τίς τραγωδίες Ἱκέτιδες καὶ Δαναΐδες, καθὼς καὶ τὸ σατυρικὸ δρᾶμα Ἀμυμώνη. Τραγωδίες μὲ τὸν τίτλο «Δαναΐδες» συνέγραψαν ἐπίσης ὁ Φρύνιχος καὶ ὁ Τιμησίθεος. Ὁ Ἀριστοφάνης καὶ ὁ Δίφιλος σατίρισαν τὸν μῦθο σὲ δύο κωμωδίες τους. Ἀναφέρονται ἐπίσης ἀντίστοιχα ἔργα τοῦ Ἀρχιλόχου καὶ τοῦ Θεοδέκτη, ποὺ ἔχουν χαθεῖ.
Οἱ Δαναΐδες

Δαναΐδα Μητέρα Σύζυγος



Ἀγαύη ἢ Ἀγαυὴ Εὐρώπη Λύκος
Ἀδιάντη Ἔρση Δαΐφρονας
Ἀδίτη Πιερία Μενάλκης
Ἀκταίη Πιερία Περίφας
Ἀμυμώνη Εὐρώπη Ἐγκέλαδος
Ἀναξιβίη ἀνώνυμη Αἰθιοπίδα Ἀρχέλαος
Ἀνθήλεια Πολυξὼ Κισσέας
Ἀστερία Ἀτλαντείη ἢ Φοίβη Χαῖτος
Αὐτομάτη Εὐρώπη Βούσιρις
Αὐτονόη Πολυξὼ Εὐρύλοχος
Βρύκη Πολυξὼ Χθονίος
Γλαύκη Ἀτλαντείη ἢ Φοίβη Ἄλκης ἢ Ἄλκις
Γλαυκίππη Πολυξὼ Ποταμώνας
Γόργη Ἀτλαντείη ἢ Φοίβη Ἰππόθοος
Γοργοφόνη Ἐλεφαντίδα Πρωτέας
Διωξίππη Πιερία Αἴγυπτος
Δώριον ἀνώνυμη Αἰθιοπίδα Κερκέτης
Ἐρατὼ Πολυξὼ Βρομίος
Εὐίππη ἀνώνυμη Αἰθιοπίδα Ἄργιος
Εὐίππη (συνώνυμη) Πολυξὼ Ἴμβρος
Εὐρυδίκη Πολυξὼ Δρύας
Ἠλέκτρα Πολυξὼ Περισθένης
Θεανὼ Πολυξὼ Φάντης
Ἰπποδάμεια Ἀτλαντείη ἢ Φοίβη Ἴστρος
Ἰπποδάμεια (συνώνυμη) Ἀτλαντείη ἢ Φοίβη Διοκορυστής
Ἰπποδίκη Ἔρση Ἴδας
Ἰππομέδουσα Ἀτλαντείη ἢ Φοίβη Ἀλκμήνορας
Ἰφιμέδουσα Ἀτλαντείη ἢ Φοίβη Εὐχήνορας
Καλλιδίκη Κρινῶ Πανδίονας
Κελαινὼ Κρινῶ Ὑπέρβιος
Κλειτὴ Μέμφιδα Κλειτός
Κλεοδώρη Πολυξὼ Λίξος
Κλεοπάτρα Ἀτλαντείη ἢ Φοίβη Ἀγήνορας
Κλεοπάτρα (συνώνυμη) Πολυξὼ Ἔρμος
Μνήστρα ἀνώνυμη Αἰθιοπίδα Αἴγιος
Νηλὼ ἀνώνυμη Αἰθιοπίδα Μενέμαχος
Οἴμη Κρινῶ Ἄρβηλος
Πειρήνη ἀνώνυμη Αἰθιοπίδα Ἀγαπτόλεμος
Ποδάρκη Πιερία Οἰνέας
Πυλάργη Πιερία Ἴδμωνας
Ρόδη Ἀτλαντείη ἢ Φοίβη Ἱππόλυτος
Ροδία Ἀτλαντείη ἢ Φοίβη Χαλκώδοντας
Σθενέλη Μέμφιδα Σθένελος
Σκαιὴ Εὐρώπη Δαΐφρονας
Στύγνη Πολυξὼ Πολύκτορας
Ὑπερίππη Κρινῶ Ἰπποκορυστής
Ὑπερμήστρα Ἐλεφαντίδα Λυγκέας
Φάρτιδα ἀνώνυμη Αἰθιοπίδα Εὐρυδάμας
Χρυσίππη Μέμφιδα Χρύσιππος
Ωκυπέτη Πιερία Λάμπος


Κυριακή 6 Φεβρουαρίου 2022

Ἡ ἱστορία τοῦ Οἰδίποδα

Ἡ ἱστορία τοῦ Οἰδίποδα
Ἀπολλόδωρος, Βιβλιοθήκη 3.48 - 56
[Μτφρ. Ἀπόστολου Παπανδρέου : Ἀπολλοδώρου Βιβλιοθήκη, τόμος Β', ἐκδ. Ἁφῶν Τολίδη Ο.Ε., Ἀθήνα 1984]
 Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Ἀμφίονος παρέλαβε τὴ βασιλεία (ἐννοεῖται στὴ Θήβα) ὁ Λάϊος. Παντρεύτηκε τὴν Ἰοκάστη ἤ, ὅπως λένε μερικοί, Ἐπικάστη, θυγατέρα τοῦ Μενοικέως, καί, ἐνῶ οἱ χρησμοὶ τοῦ μηνούσαν νὰ μὴν κάμει παιδιά, γιατί τὸ παιδὶ ποὺ θὰ γεννηθεῖ θὰ τὸν σκοτώσει, αὐτὸς τύφλα στὸ μεθύσι πλάγιασε μὲ τὴ γυναῖκα του. Κι ὅταν γεννήθηκε τὸ παιδὶ τό 'δωσε στὸ βοσκὸ νὰ τὸ παραπετάξει, ἀφοῦ πρῶτα του τρύπησε τοὺς ἀστραγάλους μὲ καρφιά.

 Ὁ βοσκὸς λοιπὸν ἀπόθεσε τὸ βράφος στὸν Κιθαιρώνα, τὸ βρίσκουν ὅμως οἱ βουκόλοι του Πολύβου, τοῦ βασιλιᾶ τῶν Κορινθίων καὶ τὸ πηγαίνουν στὴ γυναῖκα τοῦ βασιλιᾶ, τὴν Περίβοια (ἡ βασίλισσα παραδίδεται ἀλλοῦ καὶ ὡς Μερόπη. Μιὰ ἄλλη, πάντως, παράδοση θέλει τὸν βοσκὸ νὰ λυπᾷται τὸ βρέφος καὶ νὰ τὸ παραδίδει ὁ ἴδιος). Ἐκείνη υἱοθέτησε τὸ παιδὶ (τὸ βασιλικὸ ζεῦγος τῆς Κορίνθου δὲν εἶχε παιδιά), του θεράπευσε τὰ πόδια καὶ τὸ ὀνόμασε Οἰδίποδα γιατί εἶχε πρήξιμο στὰ πόδια ἀπ' τίς πληγὲς (Οἰδίπους : ἀπὸ τὸ οἰδέω = πρήζομαι καὶ ποὺς = πόδι).


 Ὅταν μεγάλωσε τὸ παιδὶ οἱ συνομήλικοί του τὸν ἔβριζαν νόθο ἀπὸ φθόνο, γιατί ξεχώριζε ἀπ' ὅλους στὴ δύναμη καὶ τὸ θάρρος. Κι αὐτὸς ρωτοῦσε καὶ ξαναρωτοῦσε τὴν Περίβοια γιὰ νὰ μάθει τὴν αἰτία, ἀλλὰ τίποτε. Πηγαίνει λοιπὸν κι αὐτὸς στοὺς Δελφοὺς καὶ ζητᾷ νὰ μάθει γιὰ τοὺς γονεῖς του. Κι ὁ θεός του ἀπάντησε νὰ μὴ γυρίσει στὴν πατρίδα, γιατί θὰ σκοτώσει τὸν πατέρα του καὶ θὰ ζευγαρωθεὶ μὲ τὴ μάνα του.

 Μόλις τ' ἄκουσε, νομίζοντας πραγματικούς τους θετοὺς γονεῖς του, ἀφήνει τὴν Κόρινθο καὶ περνῶντας μὲ τὸ ἅρμα τοῦ μέσ' ἀπ΄τη Φωκίδα συναντᾷ σ' ἕνα δρόμο στενὸ τὸ Λάϊο ποὺ περνοῦσε πάνω στὸ ἅρμα. Κι ὅπως ὁ Πολυφόντης, ὁ κήρυκας τοῦ Λάϊου, τὸν διέταξε νὰ παραμερίσει καὶ τοῦ σκότωσε μάλιστα τὸ ἕνα ἀπ' τ' ἄλογά του, ἐπειδὴ δὲν ὑπάκουσε κι ἀργοποροῦσε, ὁ Οἰδίπους πάνω στὸ θυμό του σκοτώνει τὸν Πολυφόντη καὶ τὸ Λάϊο μαζὶ καὶ τραβάει γιὰ τὴ Θήβα.


 Τὸ Λάϊο τὸν ἔθαψε ὁ Δαμασίστρατος, ὁ βασιλιᾶς τῶν Πλαταιέων καὶ τὴ βασιλεία τὴν παίρνει ὁ Κρέων, ὁ γιος του Μενοικέως. Ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κρέοντος μεγάλη συμφορὰ πλάκωσε στὴ Θήβα. Ἡ Ἥρα δηλαδὴ ἔστειλε ἐκεῖ τὴ Σφίγγα, ἕνα τέρας γεννημένο ἀπ' τὸν Τυφῶνα καὶ τὴν Ἔχιδνα, ποὺ εἶχε πρόσωπο γυναίκας, στῆθος, πόδια καὶ οὐρὰ λιονταριοῦ καὶ φτεροῦγες πουλιοῦ. Ἔμαθε λοιπὸν ἀπ' τίς μοῦσες ἕνα αἴνιγμα καὶ θρονιασμένη στὸ Φίκιο ὄρος τὸ πρότεινε στοὺς Θηβαίους.


 Νὰ ποιό ἦταν τὸ αἴνιγμα : Τί εἴν' αὐτὸ πού, ἐνῶ ἔχει μιὰ φωνή, γίνεται τετράπουν καὶ δίπουν καὶ τρίπουν; Ὑπῆρχε χρησμὸς στοὺς Θηβαίους ποὺ ἔλεγε, ὅτι τότε θὰ ἀπαλλαγοῦν ἀπ' τὴ Σφίγγα, ὅταν λύσουν τὸ αἴνιγμα. Γι' αὐτὸ συγκεντρώνονταν συχνὰ κι ἔσπαζαν τὰ κεφάλια τους νὰ βροῦν τί ἐννοεῖ τὸ αἴνιγμα. Κι ὅσο δὲν τό 'βρισκαν ἡ Σφίγγα ἅρπαζε κι ἕναν καὶ τὸν καταβρόχθιζε.


 Κι ἀφοῦ χάθηκε κόσμος πολὺς καὶ τελευταῖος κι ὁ γιος του Κρέοντος, ὁ Αἵμων, βάζει κήρυκα ὁ Κρέων νὰ φωνάξει, ὅτι δίνει καὶ τὴ βασιλεία καὶ τὴ γυναῖκα τοῦ Λάϊου σ' ὅποιον λύσει τὸ αἴνιγμα. Μόλις τ' ἄκουσε ὁ Οἰδίπους ἔλυσε τὸ αἴνιγμα ἀπαντῶντας, ὅτι εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Γιατί, λέει εἶναι τετράποδος στὴ βρεφική του ἡλικία, καθὼς μπουσουλάει μὲ τὰ τέσσερα, ὅταν μεγαλώνει γίνεται δίποδος καὶ στὰ γηρατειά του παίρνει τρίτο πόδι, τὸ ραβδί.


 Κι ἡ Σφίγγα γκρεμίστηκε ἀπ' τὴν Ἀκρόπολη, ἐνῶ ὁ Οἰδίπους παρέλαβε τὴ βασιλεία, παντρεύτηκε χωρὶς νὰ ξέρει τὴ μητέρα του καὶ γέννησε παιδιὰ μαζί της, ἀγόρια τὸν Πολυνείκη καὶ τὸν Ἐτεοκλή, καὶ θυγατέρες τὴν Ἰσμήνη καὶ τὴν Ἀντιγόνη. Μερικοὶ λένε ὅτι τὰ παιδιὰ τά 'κανε μὲ τὴ Εὐρυγάνεια, θυγατέρα τοῦ Ὑπέρφαντος.


 Κι ὅταν αὐτὰ τὰ φοβερὰ μυστικὰ ἦρθαν στὸ φῶς ἡ Ἰοκάστη κρεμάστηκε μὲ τὸ σκοινὶ κι ὁ Οἰδίπους ἔβγαλε τὰ μάτια του κι ἀπομακρύνθηκε ἀπ' τὴ Θήβα, ἀφοῦ καταράστηκε τοὺς γιους τους, ποὺ ἐνῶ τὸν ἔβλεπαν νὰ διώχνεται ἀπ' τὴν πόλη, δὲν ἔτρεξαν νὰ τὸν βοηθήσουν (καταράστηκε τοὺς δυὸ γιούς του νὰ κατέβουν στὸν Ἅδη σκοτώνοντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, ὅπως καὶ ἔγινε. Αἰτία τῆς κατάρας, σύμφωνα μὲ ἄλλη παράδοση, ἦταν το ὅτι παρέβησαν τὴν ἐντολὴ τοῦ νὰ μὴν κάνουν ποτὲ χρήση τῶν ἀρχαίων βασιλικῶν σκευῶν καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι κάποτε, μετὰ ἀπὸ θυσία, δὲν τοῦ ἔδωσαν τὴν ωμοπλάτη, ὅπως ἅρμοζε σὲ βασιλιᾶ). Καὶ φτάνοντας μὲ τὴν Ἀντιγόνη στὸν Κολωνὸ τῆς Ἀττικῆς ὅπου βρίσκεται τὸ τέμενος τῶν Εὐμενίδων κάθησε ὡς ἱκέτης κι ἔγινε δεκτὸς ἀπ' τὸν Θησέα μὲ φιλικὰ αἰσθήματα. Σὲ λίγον καιρὸ πέθανε.