Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2017

ΡΗΤΟΡΙΚΗ: ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ - Περὶ τῶν πρὸς Ἀλέξανδρον συνθηκῶν (26-30)










[26] Τὸ μὲν οὖν περὶ τὰ πλοῖα πρὸς τοῖς ἄλλοις τοῖς προειρημένοις ὁ Μακεδὼν τηλικοῦτον παρέβη· τὸ δὲ ὑβριστικώτατον καὶ ὑπεροπτικώτατον τῶν Μακεδόνων τὸ πρώην γεγενημένον ἐστί, τὸ τολμῆσαι εἰσπλεῦσαι εἰς τὸν Πειραιᾶ παρὰ τὰς κοινὰς ἡμῖν πρὸς αὐτοὺς ὁμολογίας. καὶ τοῦτ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, οὐχ ὅτι μία τριήρης ἦν, μικρὸν ὑποληπτέον, ἀλλ᾽ ὅτι ἀπόπειρα ἐγένετο, εἰ περιοψόμεθα, ἵνα μετὰ πλειόνων αὐτοῖς ἐγγένηται τοῦτο πράττειν, καὶ ὅτι οὐκ ἐφρόντισαν τῶν κοινῶν δογμάτων, καθάπερ οὐδὲ τῶν προειρημένων.




[27] ἐπεὶ ὅτι γε τοῦτο παράδυσις ἦν κατὰ μικρὸν καὶ ἐθισμὸς τοῦ ἀνέχεσθαι ἡμᾶς τοὺς τοιούτους εἴσπλους, κἀκεῖθεν δῆλον· τῷ γὰρ τὸν τότε ἐπὶ τῆς νεὼς εἰσπλεύσαντα, ὃν ἔδει εὐθὺς μετὰ τῆς τριήρους ὑφ᾽ ὑμῶν ἀπολωλέναι, αἰτεῖσθαι ναυπηγήσασθαι μικρὰ πλοῖα ἐν τοῖς ἡμετέροις λιμέσι πῶς οὐ καταφανὲς ὅτι ἀντὶ τοῦ εἰσπλεῖν τὸ εὐθὺς ἔνδον εἶναι ἐμηχανῶντο; καὶ εἰ λεπτὰ πλοῖα ὑπομενοῦμεν, ὀλίγον ὕστερον καὶ τριήρεις· καὶ εἰ τὸ πρῶτον ὀλίγας, μικρῷ ὕστερον πολλάς.




[28] οὐ γὰρ δὴ ἔστι γ᾽ εἰπεῖν ὡς Ἀθήνησι μὲν ἀφθόνων ὄντων τῶν ναυπηγησίμων ξύλων, τῶν μόγις καὶ πόρρωθεν εἰσκομιζομένων, ἐν δὲ τῇ Μακεδονίᾳ ἐπιλελοιπότων, τῇ καὶ τοῖς ἄλλοις τοῖς βουλομένοις εὐτελέστατα καθισταμένῃ, ἀλλ᾽ ᾤονθ᾽ ἅμα τε ναυπηγήσεσθαι ἐνταῦθα καὶ πληρώσεσθαι ἐν τῷ λιμένι [τῷ προειρημένῳ], ἐν ταῖς κοιναῖς ὁμολογίαις διειρημένον μηδὲν τοιοῦτον εἰσδέχεσθαι, καὶ τοῦτ᾽ ἐξέσεσθαι ἐπὶ πλέον ἀεὶ ποιεῖν.




[29] οὕτω πανταχόθεν καταπεφρονηκότως ἐκεῖνοι τῇ πόλει χρῶνται διὰ τοὺς ἐντεῦθεν διδασκάλους τοὺς ὑπαγορεύοντας αὐτοῖς ἃ δεῖ ποιεῖν· οὕτω δὲ κατεγνώκασι μετὰ τούτων ἀδιήγητόν τινα τῆς πόλεως ἔκλυσιν καὶ μαλακίαν, καὶ οὔτε πρόνοιαν περὶ τῶν μελλόντων εἶναι, οὔτε λογισμὸν οὐδένα παραγίγνεσθαι τίνα τρόπον χρῆται ὁ τύραννος ταῖς κοιναῖς ὁμολογίαις.




[30] αἷς ἐγὼ διακελεύομαι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πείθεσθαι, καθάπερ ἐδίδαξα, καὶ διαβεβαιωσαίμην ἄν, ὡς τοῦθ᾽ ἡλικίας ἔχων, ἅμα καὶ τῷ δικαίῳ ἡμᾶς ἀνεγκλήτως καὶ τοῖς καιροῖς ἀσφαλέστατα χρήσεσθαι τοῖς ἐπὶ τὸ συμφέρον κατεπείγουσιν. καὶ γὰρ ἔτι προσγέγραπται ‹ἐν› ταῖς συνθήκαις, «ἐὰν βουλώμεθα τῆς κοινῆς εἰρήνης μετέχειν»· τὸ δ᾽ «ἐὰν βουλώμεθα» ἐστὶν ἅμα καὶ τοὐναντίον, εἰ ἄρα ποτὲ δεῖ παύσασθαι αἰσχρῶς ἑτέροις ἀκολουθοῦντας, ἢ μηδ᾽ ἀναμνησθῆναι μηδεμιᾶς φιλοτιμίας τῶν ἐξ ἀρχαιοτάτου καὶ πλείστων καὶ μάλιστα πάντων ἀνθρώπων ἡμῖν ὑπαρχουσῶν. ἐὰν οὖν κελεύητ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, γράψω, καθάπερ αἱ συνθῆκαι κελεύουσι, πολεμεῖν τοῖς παραβεβηκόσιν.




***




[26] Ἐκτὸς ἀπὸ τις ἄλλες περιπτώσεις ποὺ ἔχω προαναφέρει, το ἐπεισόδιο με τα πλοῖα ἦταν μεγάλη παραβίαση της συνθήκης ἐκ μέρους του Μακεδόνα βασιλιά. Ἀλλὰ ἡ πιὸ ἀλαζονική καὶ ὑπεροπτική ἐνέργεια τῶν Μακεδόνων εἶναι αὐτή ποῦ ἔχει γίνει προσφάτως, το θράσος τους δηλαδή νὰ μποῦν στὸ λιμάνι του Πειραιᾶ, παραβιάζοντας τις κοινές συνθῆκες ποῦ ἔχουμε συνάψει με αὐτούς. Το γεγονός, Ἀθηναῖοι, ὅτι ἦταν μία μόνο τριήρης, δὲν πρέπει νὰ θεωρηθεῖ σὰν ἕνα ἀσήμαντο ἐπεισόδιο, ἀλλὰ ὅτι ἔγινε μία δοκιμή νὰ δοῦν ἄν θὰ ἀδιαφορήσουμε, γιὰ νὰ το ἐπαναλάβουν σε μεγαλύτερη κλίμακα (: με περισσότερα πλοῖα), καὶ ἔδειξε ἀκόμη ὅτι δὲν λογάριασαν τις κοινές ἀποφάσεις, ὅπως ἀκριβῶς ἀδιαφόρησαν καὶ γιὰ ὅσα ἀνέφερα προηγουμένως.




[27] Το ὅτι ἡ ἐνέργεια αὐτὴ ἦταν μία προσπάθεια παρείσδυσης καὶ ἕνας σταδιακός ἐθισμός, ὥστε νὰ ἀνεχόμαστε τέτοιες εἰσόδους πλοίων στὰ λιμάνια μας, γίνεται φανερό ἀπὸ το ἀκόλουθο περιστατικό: το ὅτι ὁ ἄνθρωπος του πλοίου ποῦ μπῆκε στὸ λιμάνι μας, τον ὁποῖο ἔπρεπε νὰ τον εἴχατε ἀφανίσει μαζί με το πλοῖο του ἀπὸ την πρώτη κιόλας στιγμή, ζήτησε την ἀδείᾳ νὰ ναυπηγήσει ἐμπορικά πλοῖα μικρῆς χωρητικότητας στὰ λιμάνια μας, αὐτὸ το πρᾶγμα δηλαδή δὲν καθιστά ὁλοφάνερο ὅτι με αὐτὲς τις κομπίνες ἀπέβλεπαν ὄχι ἁπλῶς νὰ μποῦν στὸ λιμάνι μας ἀλλὰ ὅτι θὰ βρίσκονται σ᾽ αὐτὸ ἀπὸ την πρώτη στιγμή; Καὶ, ἂν στὴν ἀρχὴ ἀνεχθοῦμε μικρά ἐμπορικά πλοῖα, λίγο ἀργότερα θὰ ἀνεχθοῦμε καὶ πολεμικά· καὶ, ἄν στὴν ἀρχὴ λίγα, ὑστέρα ἀπὸ λίγο πολλά.




[28] Γιατί δὲν μπορεῖ νὰ ἰσχυριστεῖ κανείς πῶς στὴν Ἀθήνα ὑπάρχει ἄφθονη ναυπηγήσιμη ξυλεία, την ὁποία φέρνουμε με δυσκολία καὶ ἀπὸ μακριά, ἐνῶ στῆ Μακεδονία, ἡ ὁποία προμηθεύει πάμφθηνα την ξυλεία της σε ὅσους θέλουν νὰ την χρησιμοποιήσουν, ἐνέσκηψε τελευταία ἔλλειψη. Ὄχι, ἀλλὰ φαντάζονται ὅτι θὰ μποροῦν νὰ ναυπηγοῦν ἐδῶ τα πλοῖα τους καὶ ταυτόχρονα νὰ βρίσκουν καὶ πληρώματα στὸ λιμάνι μας, παρόλο ποῦ ἔχει διατυπωθεῖ ρητά στὶς κοινές συμφωνίες ὅτι δὲν ἐπιτρέπεται κάτι τέτοιο, καὶ ὅτι θὰ μποροῦν ὅλο καὶ περισσότερο νὰ κάνουν αὐτὸ συνεχῶς καὶ στὸ μέλλον.




[29] Με τόση περιφρόνηση ἀπὸ κάθε ἄποψη συμπεριφέρονται ἐκεῖνοι πρὸς την πόλη μας, ἀφοῦ ἔχουν τους καθοδηγητές τους, οἱ ὁποῖοι ἀπὸ ἐδῶ τους ὑπαγορεύουν ὅσα πρέπει νὰ κάνουν. Με την ὑποστήριξη αὐτῶν ἔχουν γνωματεύσει σε βάρος της πόλης μας ὅτι βρίσκεται σε κατάσταση ἐκλύσης καὶ νωθρότητας, τέτοια ποῦ δὲν περιγράφεται, καὶ ὅτι δὲ λαμβάνεται καμιά πρόνοια γιὰ το μέλλον οὔτε καταλήγουμε σε καμιά σκέψη γιὰ το πώς ἀντιλαμβάνεται ὁ τύραννος τις κοινές συμφωνίες.




[30] Ὅπως ἀκριβῶς σας ἐξήγησα, Ἀθηναῖοι, συνεχίζω νὰ σας προτρέπω νὰ τηρεῖτε αὐτὲς τις συμφωνίες, καὶ, στὴν ἡλικία ποὺ βρίσκομαι, θὰ μποροῦσα νὰ σας διαβεβαιώσω ὅτι καὶ το δίκαιό μας θὰ διεκδικήσουμε, χωρίς τον κίνδυνο νὰ κατηγορηθοῦμε, καὶ ταυτόχρονα θὰ μπορέσουμε νὰ ἐκμεταλλευτοῦμε με τον πλέον ἀσφαλῆ τρόπο τις περιστάσεις (: εὐκαιρίες), ποὺ μας πιέζουν ἀσφυκτικά στὴν ἐξασφάλιση των συμφερόντων μας. Πράγματι, ἔχει προστεθεῖ στὶς συνθῆκες ἕνας ἀκόμη ὄρος: «ἄν ἐπιθυμοῦμε νὰ συμμετέχουμε στὴν κοινή εἰρήνη». Αὐτὸ το «ἐάν ἐπιθυμοῦμε» σημαίνει ταυτόχρονα καὶ το ἀντιθέτῳ, ἄν ἴσως κάποτε πρέπει νὰ παύσουμε νὰ ἀκολουθοῦμε κατά τρόπο δουλικό τις ἐντολὲς ἄλλων ἡ ἄν μας ὑποχρεώνουν νὰ μὴ θυμόμαστε κανένα ἀπὸ ἐκεῖνα τα ὑψηλά ἰδεώδη, ποῦ ὑπῆρχαν σε μας σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό ἀπὸ ὅλους τους ἄλλους ἀνθρώπους. Ἄν λοιπόν με προτρέπετε, Ἀθηναῖοι, θὰ προτείνω καὶ ἐγγράφως, ὅπως ἀκριβῶς ὑπαγορεύουν οἱ συνθῆκες, νὰ κηρύξουμε πόλεμο ἐναντίον αὐτῶν ποὺ τις παραβιάζουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: