Ὁ "ἅγιος" Ἀθανάσιος ὑπῆρξε μέγας ἐχθρὸς τοῦ Ἑλληνισμοῦ συμμετεῖχε σε μαζικές καταστροφές ἔργων τέχνης των προγόνων μας καὶ ἦταν αὐτὸς ποὺ ἀπαγόρευσε την ὀνομασία Ἕλλην καὶ την ἀντικατέστησε με το Ρωμιός!! Προέτρεπε τούς βυζαντινούς κατακτητές τῆς πατρίδος μας σε σφαγές Ἑλλήνων καὶ ἀπειλοῦσε με ἀφορισμό ὅποιον τολμοῦσε νὰ ἀναφερθεῖ σε ὁτιδήποτε ἑλληνικό!! Ἔγραψε βιβλίο με τίτλο κατά τῶν Ἑλλήνων ὁποῦ καταφέρεται με λύσσα κατά του ἑλληνισμοῦ καὶ τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας!!Αὐτόν τον ἀνθέλληνα τιμοῦν οἱ ἰουδαιοχριστιανοί΄ ἀποδεικνύοντας γιὰ μία φορά ἀκόμα ὅτι ἄν εἶσαι χριστιανός δὲν μπορεῖ νὰ εἶσαι Ἕλληνας..
ΔΕΙΤΕ ΠΑΡΑΚΑΤΩ!!...
ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ: ΦΟΝΙΑΣ-ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΟΣ- ΕΜΠΡΗΣΤΗΣ-ΣΥΝΩΜΟΤΗΣ
Ὁ Μέγας καὶ Ἅγιος της 18ης Ἰανουαρίου
«Οὐκοῦν εἰ μήτε ἄνθρωπος ἁπλῶς μήτε μάγος μήτε δαίμων τις ἐστίν ὁ Σωτήρ, ἀλλὰ καὶ την παρά ποιηταῖς ὑπόνοιαν καὶ δαιμόνων φαντασίαν καὶ Ἑλλήνων σοφίαν τὴ ἑαυτούς θεότητι κατήργησε καὶ ἐπεσκίασε.»
(Ἅγιος Ἀθανάσιος, «Κατά Ἑλλήνων», κεφ.48, παρ. 9).
Ὁ Ἀθανάσιος, Ἅγιος καὶ Μέγας της Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, γεννήθηκε το 295 μ.Χ. στὴν Ἀλεξάνδρεια της Αἰγύπτου πιθανότατα ἀπὸ ἑλληνικῆς καταγωγῆς γονεῖς. Ἀπὸ πολύ μικρή ἡλικία κατηχήθηκε στὸν Χριστιανισμό ξεχνῶντας ὁλοκληρωτικά την καταγωγή του. Κατά την ἐφηβεία του μαθήτευσε δίπλα στὸν φανατικό ἀσκητὴ ἅγιο Ἀντώνιο τον Μέγα, στὴν ἔρημο της Ἐρυθραίας. Ὁ δάσκαλός του πέθανε στὴν ἔρημο μέσα σε ἕνα ξεροπήγαδο προσευχόμενος στὸν Γιαχβέ.
Ὁ Ἀντώνιος, κατά την περίοδο ποὺ ἀσκήτευε, δὲν ἄλλαξε ποτέ κανένα ἔνδυμα, δὲν ἔπλυνε ποτέ το σῶμα του καὶ τρεφόταν μέρα παρά μέρα με ἕνα ξερό παξιμάδι. Γυναῖκα δὲν γνώρισε ποτέ. (Εγκυκλοπαίδεια «Ήλιος», λῆμμα «Ἅγιος Ἀντώνιος»). Τα ὁράματα του με μεταφυσικά ὄντα καὶ ἡ κατά φαντασίαν μάχη του με τον ἴδιο τον Διάβολο ἦταν οἱ πνευματικές καθημερινές του ἐνασχολήσεις. Με τις παράλογες καὶ σχιζοφρενικές αὐτὲς διδαχές γαλουχήθηκε ὁ χαρακτῆρας του ἁγίου Ἀθανασίου, ἑνὸς ἀπ΄ τους πλέον φανατικούς ἀνθρώπους της Ἱστορίας.
Κατά την περίοδο του 4ου μ.Χ. αἰῶνος στὴν ἐπικράτεια της Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ἦταν σε ἐξελίξη ἕνας ἀνελέητος διωγμός ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων, ποῦ καθοδηγεῖτο ἀπὸ χριστιανούς. Την ἴδια ἐποχῆ κορυφώνονταν καὶ οἱ ἀλληλοσφαγές μεταξύ τῶν διαφόρων χριστιανικῶν αἱρέσεων. Τα σχίσματα πλήθαιναν, καθώς καὶ ὁ ἀδυσώπητος ἐμφύλιος πόλεμος ἀναμεταξύ τους γιὰ το ποιό δόγμα θὰ ἐπικρατούσατε ὡς ἐπίσημη θρησκεία της Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας.
Το 328 μ.Χ. καὶ σε ἡλικία τριάντα τριῶν περίπου ἐτῶν ὁ Ἀθανάσιος ἀνέλαβε τον πατριαρχικό θρόνο της Ἀλεξάνδρειας. Ἦταν μικρόσωμος καὶ φιλάσθενος, ἀλλὰ τρομερά δραστήριος καὶ πανοῦργος. Σύμφωνα με ὅλους τους ὑποστηρικτές του, ἀλλὰ καὶ τους μὴ, μέθοδοί του ἦταν οἱ κολακεῖες, οἱ δωροδοκίες, οἱ πλαστογραφίες, οἱ συκοφαντίες, ἡ βία ἐναντία στοὺς ἐχθρούς του, οἱ πυρπολήσεις ναῶν καὶ οἱ δολοφονίες. Ἀπ΄ την Ἀλεξάνδρεια ὁ Ἀθανάσιος ἐκδιώχθηκε πέντε φορές μέσα σε μία χρονική περίοδο 18 ἐτῶν. Ὁ Γερμανός ἱστορικός καὶ πρώην ἱερέας Καρλ Χάιν Ντέσνερ στὸ ἔργο του «Ἢ ἐγκληματική Ἱστορία του Χριστιανισμοῦ» λέει γιὰ τον Ἀθανάσιο: «Ὑπῆρξε ἕνας ἀπ΄ τους σκληρότερους καὶ πιὸ ἀδίστακτους ἐκκλησιαστικούς δημαγωγούς» (σελ. 475).
Ἐπίορκοι «ἔκλεψαν» την πατριαρχεῖα ὑπέρ του Ἀθανασίου
Ἡ ἐκλογὴ του στὸ ἀξίωμα του πατριάρχη ἔγινε με τον πλέον σκοτεινό καὶ ἀμφιλεγόμενο τρόπο, ἀφοῦ ἀπ΄ τους πενήντα τέσσερις ἐκλέκτορες ἀρχιμανδρίτης τον χειροτόνησαν μόνον οἱ ἑπτὰ, ποὺ παρεμπιπτόντως ἦταν καὶ ἐπίορκοι: «Ταυτά μὲν Απολλινάριος γράφει περί Ἀθανασίου, οἱ δὲ ἀπὸ της Ἀρείου αἱρέσεως λέγουσιν ὡς Ἀλεξάνδρου (προηγούμενος πατριάρχης) τελευτήσαντος ἐκοινώνουν ἀλλήλοις οἱ τα Ἀλεξάνδρου καὶ Μελιτίου φρονοῦντες, συνελθόντες τε ἐκ Θηβαΐδος καὶ της ἄλλης Αἰγύπτου πεντήκοντα καὶ τέσσαρες ἐπίσκοποι ένωμότως συνέθεντο κοινή ψήφῳ αἱρεῖσθαι τον ὀφείλοντα την Ἀλεξανδρέων ἐκκλησίαν ἐπιτροπεύειν· επιορκίσαντας δὲ ἑπτὰ τινας τῶν ἐπισκόπων παρά την πάντων γνώμην κλέψαι του Ἀθανασίου χειροτονίαν καὶ διὰ τοῦτο πολλούς του λαοῦ καὶ τῶν ἀνὰ την Αἴγυπτον κληρικῶν ἀποφυγεῖν την πρὸς αὐτὸν κοινωνίαν» (Σωζόμενος, «Ἐκκλησιαστική Ἱστορία», βιβλίο 2, κεφ. 17, 4). Ἡ παράνομη καὶ σκανδαλώδης αὐτὴ ἐκλογὴ του δημιούργησε μεγάλες ἀναταραχές. Πιστοί του Ἀθανασίου προέβησαν σε ξυλοδαρμούς, φυλακίσεις καὶ δολοφονίες ἐναντίον ὅσων ἀμφισβητούσανε τον ποιμένα τους. Ἡ δράση του ἁγίου ἐπικεντρώθηκε κυρίως ἐναντίον τῶν Αρειανιστῶν καὶ των Μελιτιανῶν χριστιανῶν. Ἐκ παραλλήλου κι ἄλλες αἱρέσεις μπῆκαν δυναμικά στὸν αἱματηρό χριστιανικό ἐμφύλιο γιὰ την μοιρασιά της πίτας, ὅπως οἱ Ἀπολλιναριστές, οἱ Μασσαλιανοί, οἱ Νοβατιανοί, οἱ Ιακωβίτες κ.α.
Δολοφόνησε ἐπίσκοπο καὶ βίασε γυναῖκα
Το 335 μ.Χ. εἶχαν συσσωρευτεῖ πολλές κατηγορίες ἐναντίον του πατριάρχη Ἀθανασίου. Οἱ κύριες ἦταν: Γιὰ ὑπερβολική φορολογία, ποὺ εἶχε ἐπιβάλλει στὴν ἐπαρχία της Ἀλεξάνδρειας, γιὰ βίαιες ἐνέργειες αἰτοῦ καὶ τῶν πιστῶν του ἐναντίον πολλῶν ἐκ τῶν ἐχθρῶν του ἀκόμα καὶ μέσα σε ἐκκλησίες, γιὰ την κρυφή βοήθεια σε πολιτικούς ἀντιπάλους τοῦ αὐτοκράτορα καὶ γιὰ την παρεμπόδιση της ἀποστολῆς σιταριοῦ ἀπ΄ το λιμάνι της πόλης, ποὺ κατευθυνόταν πρὸς τους φτωχούς.
Οἱ κατηγορίες αὐτὲς τον ὁδήγησαν στὴν καθαίρεσή του ἀπ΄ τον ἴδιο τον ὀρθόδοξο αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνο τον Μέγα, με ἔγγραφο ποῦ ἔστειλε στὴν σύνοδο της Τύρου. Ὅμως, ὁ Ἀθανάσιος παραποίησε το ἔγγραφο αὐτὸ δύο φορές, ἀναδημοσιεύοντας την ἐπιστολή με ψεύτικα λόγια του Κωνσταντίνου, πού ἔλεγαν δῆθεν, ὅτι ὁ Ἀθανάσιος συκοφαντήθηκε. Οἱ κατηγορίες γιὰ βία καὶ ἐπιθέσεις πλήθαιναν, ὅπως ὅτι διέταξε τον ἱερέα Μακάριο νὰ ἐπιτεθεῖ ἐναντίον του Ἀρειανιστή ἱερέα Ἰσχυρά, ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Ἀθανάσιος εἶχε δολοφονήσει τον ἐπίσκοπο Ἀρσένιο κι ὅτι ὁ ἅγιος εἶχε διαφθείρει κάποια γυναῖκα. Με ὅλα αὐτὰ ὁ Ἀθανάσιος ἐξορίστηκε στὰ Τρέβηρα της Γαλατίας γιὰ δύο χρόνια. Οἱ ἀπολογητές του λένε, ὅτι ὅλα αὐτὰ ἦταν συκοφαντίες καὶ πίσω τους βρίσκονταν οἱ Ἀρειανιστές καὶ οἱ Μελιτιανοί.
Οἱ αἱρέσεις τῶν Ἀρειανιστών καὶ τῶν Μελιτιανῶν πρέσβευαν, ὅτι ὁ Χριστός ἦταν θνητός ἄνθρωπος, κάτι το ὁποῖο οἱ ὀρθόδοξοι καὶ οἱ καθολικοί πολέμησαν μετά μανίας. Ὁ Ἀθανάσιος τους βρίζει σε κάθε ἔργο του ἀποκαλῶντας τους «δυσεβεστάτους», «ὑποκριτές», «μανιακούς», «μοχθηρούς», «ἀπατεῶνες», τον δὲ ἀρχηγὸ του Ἀρειανισμοῦ Ἄρειο, «βλάσφημο», «παρανοϊκό», «πρόδρομο του Ἀντιχρίστου» κ.ά..
Ποιός «ἔχυσε τα ἔντερα» του πατριάρχη στὴν τουαλέτα;
Ἔτσι καλλιεργήθηκε το ἀνάλογο κλίμα καὶ το 336 μ.Χ., την ἐποχῆ της πρώτης ἐξορίας του ἁγίου Ἀθανασίου, ὁ Ἄρειος δολοφονεῖται με ἄγριο τρόπο. Ἡ δολοφονία ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη κατά την διάρκεια διαλείμματος κοινῆς συλλειτουργίας του Ἀρείου με ὀρθοδόξους με μαφιόζικο τρόπο: «Ἦσαν δὲ τότε πατριάρχαι εἰς μὲν την Κωνσταντινούπολιν Ἀλέξανδρος, εἰς δὲ την Ἀντιόχειαν Εὐστάθιος καὶ εἰς τα Ἱεροσόλυμα Μάξιμος. Εἰς την Ἀλεξάνδρειαν οὐδεὶς ἐχειροτονήθη ἐξωρισμένου του Ἁγίου Ἀθανασίου. Τούτων οὕτως ἐχόντων, πεισθείς ὁ βασιλεύς ὑπὸ του Εὐσεβίου καὶ τῶν λοιπῶν, διέταξε τον πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Ἀλέξανδρον, ὅπως συλλειτουργήση ἀπροφασίστως μετά του Ἀρείου ἡ ἄλλως νὰ παραιτηθῆ του θρόνου. Ἰδών ὁ Ἀλέξανδρος ὅτι καὶ τα δύο δεινά εἶναι, ἔστρεψε την ἐλπίδα αὐτοῦ πᾶσαν πρὸς τον Θεόν καὶ παρεκάλει αὐτὸν νὰ κάμη την διεκδίκησιν.
» Ὅτε δὲ ἔφθασεν ἡ ὡρισμένη ἡμέρα, την ὁποίαν καθώρισεν ὃ βασιλεύς, μεταβάς ὁ Ἄρειος πρὸς ἐκπλήρωσιν της σωματικῆς του ἀνάγκης, παρευθύς -ὦ της δικαίας κρίσεως του Θεοῦ!- ἐχύθησαν τα ἐντόσθια του ἀποκάτω αὐτοῦ καὶ ἔλαβεν την ἀξίαν τιμωρίαν ὁ θεομᾶχος, ἀπολαύσας το αἰώνιον πῦρ, το ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ»
(«Μέγας Συναξαριστής», Ἰανουαρίου ΙΗ , σελ. 419).
Καὶ ὁ Ἀθανάσιος ἐπιβεβαιώνει την δολοφονία: « ...;καὶ ὥς ἀντιπεμπούσης της δίκης το ξύλον ἐν αὐτῷ την ἰδίαν κοιλίαν ἔπληξε καὶ ἀντί του θρόνου τὴ πληγή τα ἴδια ἐξήνεγκεν ἔντερα καὶ μᾶλλον ὁ θρόνος ἐκείνου το ζῆν ἀπέσπασεν ἡ αὐτὸς ἀπεσπάσθη παρ΄ ἐκείνου· ἐξεχύθη γοῦν, ὡς γέγραπται κατά τον Ἰούδαν, τοῖς σπλάγχνοις καὶ καταπεσών ἐβαστάχθη καὶ μετά μία ἡμέραν ἀπώλετο» (Ἅγιος Ἀθανάσιος, «Πρὸς τους ἀπανταχοῦ μοναχούς περί των γεγενημένων παρά των Ἀρειανών», κεφ. 57, παρ. 3-4).
Βεβαίως, οὔτε ὁ ἴδιος ὁ Γιαχβέ, ἀλλὰ οὔτε καὶ ἡ «δικαία κρίση» του ξεκοίλιασαν τον Ἄρειο, ἀλλὰ οἱ φανατικοί ὀρθόδοξοι ἀντίπαλοί του. Ὡς δολοφόνος κατηγορήθηκε ἀπ΄ τους Ἀρειανιστές ὁ ὀρθόδοξος ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Παῦλος. Ἄλλωστε ὅ,τιδήποτε διαφοροποιεῖται ἀπ΄ το δόγμα τους ἀποτελεῖ γι΄ αὐτούς ἔργο του Σατανᾶ. Ἐδῶ ἐπιβεβαιώνεται γιὰ ἀκόμα μία φορά καὶ στὴν πράξη ἡ γνωστή ρήση του τυφλοῦ θρησκευτικοῦ φανατισμοῦ: «Ὀρθοδοξία ἡ θάνατος». Ἡ δολοφονία αὐτὴ ἔρριξε κι ἄλλο λάδι στὴν φωτιά, ποὺ εἶχε ἤδη ἀνάψει μεταξύ ὅλων τῶν παρατάξεων καὶ θρησκειῶν: «Ὑπὸ γὰρ τοῦδε του ἐμφυλίου τῶν χριστιανῶν πολέμου συνεχεῖς ἐγίγνοντο κατά την πόλιν στάσεις, πολλοί τε ἐκ των γιγνομένων συντριβέντες ἀπώλοντο» (Σωκράτης, «Ἐκκλησιαστική Ἱστορία», βιβλίο 2, κεφ.12, παρ.17-20).
Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος πέρασε χρόνια στὴν ἔρημο ὑπηρετῶντας τον ἅγιο Ἀντώνιο, ὁ ὁποῖος τον ὑποστήριξε ἀργότερα στὴν πολεμική του κατά του Ἀρείου. Στὴν εἰκόνα φαίνονται νὰ πατοῦν καὶ οἱ δύο μαζί τον Ἄρειο. (Το ὕφασμα, ποὺ κρατοῦν, εἶναι -σύμφωνα με την παράδοση- αὐτὸ ποὺ φοροῦσε ὁ ἅγιος Παῦλος, προτοῦ «ἀναχωρήσει γιὰ τον Παράδεισο).»
Ἡ δυναμική ἐπιστροφή του Ἀθανάσιον στὴν Ἀλεξάνδρεια σημαδεύτηκε ἀπὸ αἱματηρά ἐπεισόδια με την προσπάθεια τῶν ὀρθοδόξων νὰ ἐπανέλθουν στὴν ἐξουσία: «Παντοῦ μετά την προπαγανδιστική του περιοδεία (του Ἀθανασίου) ἀνέβηκαν στοὺς θρόνους ἀντιεπίσκοποι, προκλήθηκε διχόνοια καὶ προέκυψαν νέες διασπάσεις. Γιατί με τους νέους ἀντιεπισκόπους δημιουργοῦνταν διαρκῶς ἀναταραχές καὶ ὁδομαχίες, με ἀποτέλεσμα τα λιθόστρωτα να καλύπτονται ἀπὸ ἑκατοντάδες πτώματα» (Καρλ Χάιν Ντέσνερ, «Ἡ ἐγκληματική Ἱστορία του Χριστιανισμοῦ», σελ. 487).
Πιστός ἰδεολογικός ὑποστηρικτής του στὴν μάχη ἐναντίον ὅλων ἦταν ὁ δάσκαλός του, ἅγιος Ἀντώνιος, θαυματοποιός καὶ ἀντιαρειανιστής, ποὺ τότε ζοῦσε ἀσκητεύοντας σε πηγάδια της ἐρήμου. Καὶ ἐπειδὴ ἡ διαμονή σε ξεροπῆγαδα ὑπῆρξε μόδα της ἐποχῆς, ὁ Ἀθανάσιος κατέφυγε ἐκεῖ γιὰ ἔξει χρόνια, γιὰ νὰ γλυτώσει ἀπὸ τους διῶκτες του Ἀρειανιστές: «Καὶ ὁ μὲν Ἀθανάσιος ἔβλεπεν ἑαυτόν εἰς μεγάλην στενοχωρίαν καὶ φυγών ἐκρύβη εἰς ἐν ξηροπῆγαδον, ἐκεῖνοι δὲ ζητήσαντες καὶ μὴ εὑρόντες αὐτὸν ἔγραψαν δευτέραν καθαίρεσιν κατ΄ αὐτοῦ ...; Ἔμεινε λοιπόν κεκρυμμένος εἰς τον λάκκον ἐκεῖνον ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἔτη ἐξ» («Συναξαριστής», Τόμος Ἰανουαρίου, σελ. 422).
Ἱερέας Παῦλος: Ἡ «μαύρη χεὶρ» του Ἀθανασίου
Ἀκολούθησε ἡ δεύτερη ἐξορία του ἁγίου ἀπ΄ το 339 ἑως το 346 μ.Χ., ποὺ ἔγινε ἐπὶ του Ἀρειανιστή αὐτοκράτορα Κωνστάντιου ἀπ΄ την Σύνοδο της Ἀντιοχείας καὶ διήρκεσε ἐπτάμισυ ἔτη. Ἡ ἐξορία του ἀποτέλεσε ἀκόμη μία φορά πυροδότηση της βίας καὶ τῶν ὀδομαχιῶν στὴν πολύπαθη Ἀλεξάνδρεια: «Οἱ ἀστυνομικές καὶ στρατιωτικές ἐπεμβάσεις, οἱ ἐξορίες, οἱ θάνατοι στὴν πυρά καὶ οἱ ἐκτελέσεις δὲν ἔπαιρναν τέλος, ἐνῶ ὁ Ἀθανάσιος ὑποστήριζε μονίμως, πῶς εἶχε την ὁμόφωνη ὑποστήριξη του λαοῦ της Ἀλεξανδρείας, ἄν καὶ ἴσχυε μᾶλλον το ἀντιθέτῳ» («Ἡ ἐγκληματική Ἱστορία του Χριστιανισμοῦ», σελ.48Cool.
Ἄς δοῦμε ὅμως, πῶς περιγράφει καὶ ἕνας ὀρθόδοξος ὑποστηρικτής του Ἀθανασίου τον μαινόμενο ἐμφύλιο τῶν χριστιανῶν: «Ἄλλοι δὲ ξιφῶν πληγάς ἐπεδείκνυντο, ἄλλοι λιμόν ὑπομεμενηκέναι παρ΄ αὐτῶν ἀπωδύροντο καὶ ταῦτα οὐχ οἱ τυχόντες ἐμαρτύρουν ἄνθρωποι, ἀλλ΄ ἐκκλησίαι ὅλαι ἦσαν ὑπέρ ὤν οἱ ἀπαντήσαντες καὶ πρεσβεύοντες ἐδίδασκον, στρατιώτας ξιφήρεις, ὄχλους μετά ροπάλων, δικαστῶν ἀπειλάς, πλαστῶν γραμμάτων ἀποβολάς, πρὸς τούτοις παρθένων γυμνώσεις, ἐμπρησμούς ἐκκλησιών, φυλακάς κατά των συλλειτουργῶν καὶ ταυτά πάντα δι΄ οὐδὲν ἕτερον ἡ διὰ την δυσώνυμον αἵρεσιν τῶν Ἀρειομανιτ[Ων» (Θεοδώρητος «Ἐκκλησιαστική Ἱστορία», κεφ. 105 παρ. 6-17).
Το 342 μ.Χ. ὁ στρατηγός του Ἱππικοῦ Ἐρμογένης ἀνέλαβε νὰ ἀποκαταστήσει την τάξη καὶ νὰ θέσει τέλος στὸν ἐμφύλιο ἐκκλησιαστικό πόλεμο ὑστέρα ἀπὸ διαταγή του Κωνστάντιου. Ὁ Ἐρμογένης, ὑστέρα ἀπὸ παγίδα, ποὺ του εἶχε στήσει το πλῆθος τῶν φανατικῶν ὀρθοδόξων, ἐγκλωβίζεται μέσα στὸ σπίτι του καὶ καίγεται ζωντανός: «Ὡς δὲ ἐπέκειτο ὁ Ερμογένης διὰ στρατιωτικῆς χειρός ἀπελάσαι τον Παῦλον, παροξυνθέν τότε το πλῆθος οἵα ἐν τοῖς τοιούτοις φιλεῖ γίγνεσθαι, ἀλογωτέρας ἐποιεῖτο κατ΄ αὐτοῦ τας ὁρμᾶς καὶ ἐμπίπρησι μὲν αὐτοῦ την οἰκίαν, αὐτὸν δὲ σύραντες ἐπέκτειναν» (Σωκράτης, «Ἐκκλησιαστική Ἱστορία», βιβλίο 2, κεφ. 13, παρ. 9-13).
Ὡς ἐγκέφαλος της πράξης καταδείχθηκε ὁ ὀρθόδοξος ἱερέας Παῦλος, ὁ δολοφόνος του Ἀρείου. Ὁ Παῦλος ἐξορίζεται στὴν περιοχή της Μικρῆς Ἀρμενίας, ὁποῦ ἀρκετὰ χρόνια ἀργότερα θὰ στραγγαλιστεῖ με την σειρά του ἀπὸ Ἀρειανιστές. Πίσω ἀπ΄ αὐτὸν βρισκόταν γιὰ ἄλλη μία φορά ὁ ἐγκέφαλος του ὅλου ἐγχειρήματος Ἀθανάσιος.
Την ἴδια ἐποχῆ δρομολογεῖται γιὰ πρώτη φορά το μετέπειτα σχίσμα τῶν ἐκκλησιῶν ἀπ΄ τον ἐξόριστο στὰ Τρέβηρα Ἀθανάσιο, ποὺ ἔχει πείσει τους καθολικούς καὶ τον αὐτοκράτορα της Δύσης Κώνσταντα νὰ ἀντιταχθοῦν στὸν Κωνστάντιο καὶ στοὺς Ἀρειανιστές. Ἐκεῖ συνομόσητε με τον ἐξόριστο Παῦλο, πείθοντας τον αὐτοκράτορα καὶ ἀδελφὸ του Κωστάντιου, Κώνστα, νὰ τους στείλει πίσω στὴν Ἀλεξάνδρεια ὑπὸ την προστασία του. Οὐσιαστικά ὁ Ἀθανάσιος προσπαθοῦσε νὰ πείσει τον Κώνσταντα νὰ ξεκινήσει την ἀναπροσάρτηση της Ἀνατολίτικής Αὐτοκρατορίας στὴν Ρώμη μέσο πολέμου.
Ὁ Κωνστάντιος φοβούμενος τον ἐμφύλιο πόλεμο ζήτησε την ἐπιστροφή του Ἀθανασίου στὴν Ἀντιόχεια, ὅπου τον ὑποδέχθηκε ὁ ἴδιος με δάφνες καταστρέφοντας ὅλα τα ἔγγραφα, ποὺ τον ενοχοποιούσαν. Με την ἐπιστροφή του ἁγίου στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ χωρίς χρονοτριβές στήθηκαν οἱ διορισμοί δικῶν του ἐπισκόπων καὶ οἱ βίαιοι διωγμοί τῶν ἀντιπάλων του. Ὁ Ἀθανάσιος ἔστησε καὶ μία μικρή Ἐκκλησιαστική Σύνοδο στὴν Ἱερουσαλήμ, ποὺ ἀποκατέστησε την φήμη καὶ την δόξα του.
Ὁδομαχίες, πυρές, βεβηλώσεις καὶ δολοφονίες
Ἡ τρίτη ἐξορία του ἔγινε ἀπὸ το 356 ἕως το 362 μ.Χ. πάλι ἀπὸ τον Κωνστάντιο. Το 357 μ.Χ. ἔγραψε ἕνα ἔργο πρὸς τον αὐτοκράτορα Κωνστάντιο, την «Ἀπολογίαν πρὸς τον βασιλέα Κωνστάντιον», ὁποῦ κολακεύει ὑπερβολικά τον Ἀρειανιστή αὐτοκράτορα, ἀποκαλῶντας τον «θεοφιλέστατον», «δίκαιον» ζητῶντας την συγγνώμη του: «Συγχώρησον εἰπόντι μοι ταῦτα, φιλανθρωπότατε Αὔγουστε, καὶ πολλήν μοι συγγνώμην δὸς» (παρ. 3), ἐνῶ το 358 μ.Χ. στὸ «Πρὸς τους πανταχοῦ μοναχούς περί των γεγενημένων παρά τῶν Ἀρειανών ἐπὶ Κωνσταντίου» ἐξαπολύει λεκτική ἐπίθεση ἐναντίον του.
Οἱ ἀπόψεις του γιὰ τον Κωνστάντιο ἀλλὰ καὶ γιὰ πολλούς ἄλλους μεταβάλλονταν ἀρκετές φορές ἀνάλογα με την περίσταση. Την ἴδια περίοδο οἱ πράξεις βίας, οἱ ὀδομαχίες, οἱ βεβηλώσεις, οἱ πυρές καὶ οἱ καταστροφές ἐπεκτάθηκαν γρήγορα σε ὅλη την ἀνατολική ἐπικράτεια της αὐτοκρατορίας. Ἀντιόχεια, Ἄγκυρα, Κωνσταντινούπολη, Ἀνδριανούπολη, Γάζα καὶ πολλές ἄλλες πόλεις ἀλληλοσπαράσσονταν.
Ὁ Κωνστάντιος, γιὰ νὰ σταματήσει τον ἀνεξέλεγκτο ἐμφύλιο, ἔλαβε σκληρά μέτρα. Την νύχτα της 9ης Φεβρουαρίου του 356 μ.Χ. ὁ Ἀθανάσιος ἰερουργοῦσε σε ἀγρυπνία στὸ ναό του ἁγίου Θεωνά. Τότε 5.000 στρατιῶτες κύκλωσαν την ἐκκλησία, γιὰ νὰ συλλάβουν τον Ἀθανάσιο: «Μερισθέν δὲ το πλῆθος εἰς δύο μέρη καὶ τῶν μὲν θελόντων τον Γρηγόριον, τῶν δὲ τον Μέγαν Ἀθανάσιον, σύγχυσις μεγάλη ἐγένετο. Βλέπων δὲ ὁ στρατηγός Συριανός, ὅτι κινδυνεύει νὰ γίνη ἐμφύλιος πόλεμος, καὶ ὅτι ἔκαυσαν ἕνα ναό, του Διονυσίου καλούμενον, ἐσκέφθη νὰ φονεύση τον Ἀθανάσιον, διὰ νὰ παύση ἡ σύγχυσις» («Συναξαριστής», Τόμος Ἰανουαρίου, σελ. 423).
Παρά την αἱματηρή μάχη ποὺ ἀκολούθησε, ὁ ἅγιος κατάφερε νὰ φυγαδευτεῖ ἀπὸ τους κληρικούς του. Ὁ πρόωρος θάνατος του Κωνστάντιου τον ἔφερε καὶ πάλι πίσω στὴν Ἀλεξάνδρεια. Το 358 μ.Χ. δολοφονεῖται ἀπὸ καθολικούς καὶ ὀρθοδόξους ὁ Ἀρειανιστής πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Γεώργιος.
Ἡ τέταρτη ἐξορία του Ἀθανασίου κράτησε ἐνάμισυ χρόνο καὶ ἔγινε το 362 μ.Χ. ἐπὶ Ἰουλιανοῦ του «Παραβάτη», ἐπειδὴ συνέχιζε νὰ εἶναι ὁ ἀρχηγὸς τῶν ταραχῶν καὶ ἐπειδὴ κατηχοῦσε καὶ βάπτιζε μετά βίας Ἑλληνίδες γυναῖκες στὸ Χριστιανισμό. Ὁ Ἰουλιανός ἔστειλε στὴν Ἀλεξάνδρεια ἕνα στρατηγό του με 200 ἄνδρες, νὰ συλλάβουν τον ταραχοποιό Ἀθανάσιο. Ὅμως ἐκείνος κατάφερε νὰ ξεφύγει καὶ ἔμεινε κρυμμένος στὸ σπίτι ἑνὸς χριστιανοῦ της Ἀλεξάνδρειας μέχρι καὶ τον θάνατο του Ἰουλιανοῦ. Μετά την δολοφονία του αὐτοκράτορα ἀπὸ τον στρατιώτη του ἅγιο Μερκούριο καὶ την στέψη του ὀρθόδοξου αὐτοκράτορα Ἰοβιανοῦ, ὁ Ἀθανάσιος ἐπέστρεψε το 363 μ.Χ. πίσω στὰ καθήκοντά του καὶ στὸν θρόνο του.
Ἡ ἐπιστροφή του ἔφερε ξανά πόλεμο καὶ συμπλοκές με κινητοποιήσεις του Στρατοῦ. Πολλοί αἱρετικοί ἐπίσκοποι διαπομπεύτηκαν ἡ ἐξορίστηκαν. Ἡ πέμπτη ἐξορία του ἔγινε το 365 μ.Χ. γιὰ ἕξι μῆνες ἐπὶ του Ἀρειανιστή αὐτοκράτορα Οὐάλεντος. Ὁ Οὐάλης κινήθηκε ἐναντίον του θεωρῶντας τον ὑπαίτιο τῶν ταραχῶν. Το φανατικό πλῆθος, ποὺ καθοδηγοῦσε ὁ Ἀθανάσιος, στασίασε καὶ πάλι. Ὁ ἅγιος ἀπειλοῦσε τον αὐτοκράτορα με αἱματηρό ἐμφύλιο. Ὁ Οὐάλης φοβούμενος τον Ἀθανάσιο καὶ θέλοντας νὰ ὁμαλοποιήσει τις ταραχές σταμάτησε καὶ την δίωξη του πανίσχυρου πατριάρχη. Ὁ Ἀθανάσιος πέθανε στὶς 2 Μαΐου 373 μ.Χ.. Τα γεγονότα ποὺ χαρακτηρίζουν τον συνολικό τυχοδιωκτικό του βίο εἶναι πραγματικά ἀτελείωτα καὶ θὰ χρειαζόμασταν πολλές σελίδες, γιὰ νὰ τα στοιχειοθετήσουμε.
Το μῖσος του Ἁγίου Ἀθανασίου κατά του Ἑλληνικοῦ Ἔθνους
Ὁ Ἀθανάσιος στὰ γραπτά του ἀντεπιτίθεται κατά πάντων μὴ ὀρθοδόξων καὶ εἰδικὰ κατά τῶν Ἑλλήνων:«Ταύτας δὲ καὶ τας τοιαύτας της εἰδωλομανίας εὑρέσεις ἄνωθεν καὶ πρὸ πολλοῦ προεδίδασκεν ἡ γραφή λέγουσα. Ἀρχὴ πορνείας ἐπίνοια εἰδώλων, εὕρεσις δὲ αὐτῶν φθορά ζωῆς· οὔτε γὰρ ἤν ἀπ΄ ἀρχῆς, οὔτε εἰς τον αἰῶνα ἔσται, κενοδοξία γὰρ ἀνθρώπων ἦλθεν εἰς τον κόσμον, καὶ διὰ τοῦτο σύντομον αὐτῶν (τῶν Ἑλλήνων) τέλος ἐπενοήθη» (Ἀθανάσιος, «Κατά Ἑλλήνων», κεφ. 11, 1-6).
Επίσης
«Εἴθε δὲ καὶ οἱ τῶν τοιούτων ψευδοθεῶν κήρυκες καὶ μάντεις (οἱ Ἕλληνές), ποιηταί λέγω καὶ συγγραφεῖς, ἁπλῶς θεούς αὐτούς εἶναι γεγραφήκεσαν. Ἀλλὰ μὴ καὶ τας πράξεις αὐτῶν πρὸς ἔλεγχον ἀθεότητος καὶ αἰσχροποιοῦ πολιτείας ἀναγεγραφήκεσαν; ἠδύναντο γὰρ καὶ μόνω τῷ της θεότητος ὀνόματι την ἀλήθειαν ὑφάρπασαι, μᾶλλον δὲ τους πολλούς ἀπὸ της ἀληθείας πλανῆσαι, νῦν δὲ ἔρωτας καὶ ἀσελγείας διηγούμενοι του Διὸς καὶ παιδοφθορίας τῶν ἄλλων καὶ ζηλοτυπίας πρὸς ἡδονὴν τῶν θηλειῶν καὶ φόβους καὶ δειλίας καὶ τας ἄλλας κακίας, οὐδὲν ἄλλο ἡ ἑαυτούς ἐλέγχουσιν, ὅτι οὐ μόνον οὗ περί θεῶν διηγοῦνται, ἀλλὰ οὐδὲ περί ἀνθρώπων, περί δὲ αἰσχρῶν καὶ του καλοῦ μακράν ὄντων μυθολογοῦσιν» (κεφ. 15, 12-22).
Ἐπίθετα καὶ φράσεις ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων ἐξακοντίζονται σε ὅλα τα ἔργα του ὅπως «βλάσφημοι», «τρελλοί», «ψεῦτες», «δουλοπρεπεῖς», «ἄθεοι», «πρέπει νὰ ἐξοντωθοῦν», «θὰ καοῦν στὴν Κόλαση», «ἀποτρόπαιοι δαίμονες» κ.ά.: « ...;ἐξιλεούσθαι οὖς Ἕλληνες καλοῦσιν ἀποτροπαίους δαίμονας» (Σωζόμενος, «Ἐκκλησιαστική Ἱστορία», βιβλίο 5, κεφ. 5, παρ. 1).
ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΨΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ
«Τοιοῦτοι θεοί εἰς αὐτούς ὁ Ἔρως καὶ ἡ Ἀφροδίτη της Πάφου, εἰς την Κρήτην ὁ περιβόητος ἐκεῖ Ζεύς, καὶ ὁ ἐν Ἀρκαδία Ἑρμῆς... ἡμεῖς ἔχομεν ἕνα παράδειγμα ἐναντίον πάσης εἰδωλολατρίας, ὅτι δηλαδή οἱ ἄνθρωποι την ἐφεύρον ὄχι δι΄ ἄλλο τίποτε ἀλλὰ διὰ τα πάθη ἐκείνων ποὺ την ἔπλασαν, ὅπως καὶ ἡ σοφία του Θεοῦ πρό πολλοῦ μαρτύρησε λέγουσα "Ἀρχὴ της πορνείας ἡ ἐπινόησις τῶν εἰδώλων".»
(Σοφ. Σολ. 14,12: 9,15-10.) (Ἀπὸ το ἔργο του «Κατά Ἑλλήνων», ἔκδοση «Ἔργα Ἀπολογητικά», ἐποπτεία του καθηγητή της Θεολογικῆς Σχολῆς Παν. Χρήστου, μτφρ. του καθηγητή της Θεολογικῆς Σχολῆς Στέργιου Σάκκου.)
- «...οἱ λεγόμενοι φιλόσοφοι καὶ ἐπιστήμονες τῶν εἰδωλολατριῶν, ὅταν μὲν κατηγοροῦνται, δὲν ἀρνοῦνται ὅτι οἱ παρουσιαζόμενοι ὡς θεοί εἶναι μορφαί καὶ τύποι ἀνθρώπων καὶ κτηνῶν, ὅταν δὲ ἀπολογοῦνται, λέγουν ὅτι ἔχουν τα ὁμοιώματα, διὰ νὰ τους ἀπαντᾶ το θεῖον διὰ μέσου αὐτῶν καὶ νὰ τους ἐμφανίζεται -διότι, λέγουν, δὲν εἶναι δυνατόν ἀλλιῶς νὰ γνωρίσουν τον ἴδιον τον ἀόρατον, παρά μόνον με τα τοιαῦτα ἀγάλματα καὶ τας τελετάς. Ἐκεῖνοι δὲ ποῦ εἶναι ἀκόμη φιλοσοφώτεροι ἀπ΄ αὐτούς καὶ νομίζουν ὅτι λέγουν περισσότερον βαθυστόχαστα πράγματα, ἰσχυρίζονται ὅτι τα ὁμοιώματα κατεσκευάσθησαν καὶ ἐζωγραφήθησαν, διὰ νὰ ἐπικαλοῦνται δι΄ αὐτῶν καὶ νὰ ἐμφανίζωνται θεῖοι ἄγγελοι καὶ θεῖαι δυνάμεις, ὥστε ἐμφανιζόμενοι διὰ μέσου αὐτῶν νὰ τους διδάσκουν την γνῶσιν του Θεοῦ. Καὶ λέγουν, ὅτι αὐτὰ εἶναι διὰ τους ἀνθρώπους ἕνα εἶδος γραμμάτων, τα ὁποία διαβάζοντες οἱ ἄνθρωποι δύνανται νὰ γνωρίσουν καὶ νὰ κατανοήσουν τον Θεόν, διὰ της ἐμφανίσεως τῶν θείων ἀγγέλων ποὺ γίνεται διὰ μέσου αὐτῶν. Αὐτὰ βέβαια ἐκεῖνοι ἔτσι τα μυθολογοῦν, διότι ἀσφαλῶς δὲν θεολογοῦν, μὴ γένοιτο.» («Κατά Ἑλλήνων», 19, 5-20.)
- «Καὶ το ἀξιοθαύμαστον, καθώς λέγουν αὐτοί ποὺ ἰστοροῦν, εἶναι το ἐξῆς· ὅτι, ἐνῶ οἱ Πελασγοί ἔμαθαν τα ὀνόματα τῶν θεῶν ἀπὸ τους Αἰγυπτίους, δὲν γνωρίζουν αὐτοὶ τους θεούς ποὺ λατρεύονται εἰς την Αἴγυπτον καὶ λατρεύουν ἄλλους θεούς διαφορετικούς ἀπὸ τους θεούς ἐκείνων. Καὶ εἶναι τελείως διαφορετική η θεωρία καὶ ἡ θρησκεία τῶν ἐθνικῶν, οἱ ὁποῖοι κατελήφθησαν ἀπὸ την μανίαν τῶν εἰδώλων, καὶ δὲν συναντῶνται τα αὐτὰ εἷς τους αὐτούς.» («Κατά Ελλήνων», 23.)
Την ἐπιθέση κατά της Ἑλληνικῆς Φιλοσοφίας συνεχίζει ὁ Ἀθανάσιος καὶ στὸ ἀπολογητικό ἔργο του «Περί Ἐνανθρωπήσεως»:
- «Οἱ φιλόσοφοι τῶν Ἑλλήνων ἔγραψαν πολλά με ᾶληθοφάνειαν καὶ τέχνην· ἐπαρουσίασαν λοιπόν κάτι τόσον μέγα ὅσον ὁ σταυρός του Χριστοῦ; Διότι μέχρι του θανάτου των τα σοφίσματά τῶν εἶχον την ἀληθοφάνειαν, ἀλλὰ καὶ ὅσα θεωροῦσαν, ὅταν ἦσαν ζῶντες, ὅτι ἔχουν ἰσχύν, ἦσαν ἀντικείμενα ἀνταγωνισμοῦ μεταξύ των, καὶ ἐφιλονείκουν μεταξύ των διὰ την θεωρίαν των. Καὶ το παραδοξότατον εἶναι, ὅτι, ἐνῶ ὁ Λόγος του Θεοῦ ἐδίδαξε με πτωχοτέρας λέξεις, ἐπεσκίασε τους περιφήμους σοφιστάς καὶ κατήργησε τας διδασκαλίας ἐκείνων καὶ προσήλωσεν ὅλους πλησίον του καὶ ἐγέμισε τας ἐκκλησίας αὐτοῦ. Καὶ το ἀξιοθαύμαστον εἶναι, ὅτι με την κάθοδόν του ὥς ἀνθρώπου εἷς τον θάνατον κατήργησε τα μεγάλα λόγια των σοφῶν περί τῶν εἰδώλων. Ποίου ἀλήθεια ὁ θάνατός πότε ἐξεδίωξε δαίμονας;» (50, 5-15.)
- «Τῶν Ἑλλήνων ἡ σοφία μεμώραται». («Περί ἐνσαρκώσεως του λόγου», κεφ. 46, τμ. 4, γρ. 3).
- «Πάντα ψευσάμενοι Ἕλληνες». («Περί ἐνσαρκώσεως του λόγου», κεφ. 50, τμ. 6, γρ. 2).
- «Την Ἑλληνικήν ἀφροσύνην». («Τρεῖς λόγοι κατ΄ Ἀρειανών», τομ. 26, σελ. 177, γρ. 16).
- «Τῶν Ἑλλήνων ἀγνωσίαν». («Τρεῖς λόγοι κατ΄ Ἀρειανών», τομ. 26, σελ. 673, γρ. 24).
Ὁ βίος του ἁγίου Ἀθανασίου Ἀκολουθεῖ την πεπατημένη γραμμή της Ὀρθοδοξίας, ποὺ πρεσβεύει, ὅτι ὅσο πιὸ φανατικός, μισαλλόδοξος, αἱμοβόρος καὶ βίαιος εἶναι κάποιος ἱερέας ἡ πιστός της, τότε ἀγιοποιεῖται. Ἀρκεῖ βέβαια νὰ ὑποστηρίζει με ὁποιοδήποτε τρόπο τα ἐξουσιαστικά συμφέροντα της Ἐκκλησίας. Ὁ Ἅγιος καὶ Μέγας Ἀθανάσιος ἑορτάζεται στὶς 18 Ἰανουαρίου κάθε ἔτους μαζί με τον Κύριλλο Ἀλεξανδρείας, τον ἐγκέφαλο της κατακρεούργησης της φιλοσόφου Ὑπατίας.
Σε κόντρα του Ἅγιου Ἀθανασίου καί του Θεοδοσίου καὶ ἄλλων ψευτο ἁγίων
ΗΜΑΣΤΕ ΕΛΛΗΝΕΣ, ΚΑΙ ΠΙΣΤΟΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ
Ν.Σ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου