Ἡ Μάχη στὸ Λάλα - Ἠλείας (13 Ἰουνίου 1821)
Μία ἀπὸ τις πρῶτες νικηφόρες μάχες τῶν ἐπαναστατημένων Ἑλλήνων στὴν Πελοπόννησο.
Το Λάλα εἶναι χωριό της ὀρεινῆς Ἠλείας στὸ ὄρος Φολόη («Λαλαίος» ο κάτοικος του καὶ «Λαλιώτης» ὁ καταγόμενος ἀπὸ αὐτὸ). Στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας το κατοικοῦσαν οἱ Λαλαῖοι ,οἱ ὁποῖοι προέρχονταν ἀπὸ Ἀλβανούς ποῦ ἐξισλαμίστηκαν στὰ 1715, ὅταν συμπληρώθηκε η κατάκτηση της χώρας ἀπὸ τους Τούρκους. Οἱ Χοττομαναίοι, ἄρχοντες της Γαστούνης, τους χρησιμοποίησαν γιὰ νὰ ἐπιβάλλουν την ἐξουσία τους στὴν περιοχή της Ἠλείας. Ἔτσι οἱ Λαλαίοι ἄρχισαν νὰ ἀποκτοῦν δύναμη καὶ ὅταν παρουσιάστηκαν στὰ βουνά οἱ κλέφτες, αὐτοὶ ἔπαιξαν το ρόλο του χωροφύλακα. Το ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ ἀποκτήσουν τρομερή δύναμη, την ὁποία μετέτρεψαν σε τυραννία καὶ καταδυνάστευαν ὅλη την Ἠλεία. Λεηλατοῦσαν με ἁρπαγὲς καὶ βιαιότητες ὅλη την γύρω περιοχή. Τις 3 Ἀπριλίου του 1821 οἱ Λάλαιοι Τουρκαλβανοί λεηλάτησαν τον Πύργο καὶ τότε αἰσθάνθηκαν τι εἶναι το λαλέικο τουφέκι. Την ἴδια τύχη εἶχε στῆς 24 Ἀπρίλη καὶ ἡ Ἀγουλινίτσα, ἐνῶ λίγο ἀργότερα σε φονική μάχη στὸ Σμίλα σκοτώθηκε ὁ ὑπερασπιστής του Πύργου, Βιλαέτης.
Στὴν ἀρχὴ της Ἐπανάστασης του '21, οἱ Λαλαίοι θεωρήθηκαν ἀπειλῆ γιὰ την πορεία του Ἀγῶνα. Γι' αὐτὸ το λόγο, οἱ ὁπλαρχηγοί της Γορτυνίας ἵδρυσαν στὴν εὐρύτερη περιοχή στρατόπεδο γιὰ νὰ ἀποτρέψουν τὴ φυγή τους πρὸς την Τριπολιτσά, την πρωτεύουσα της Πελοποννήσου, ἡ ὁποία ἀποτελοῦσε τον κύριο στόχο τῶν ἐπαναστατῶν.
Στὸ στρατόπεδο τῶν Ἑλλήνων ἐπικρατοῦσαν δύο ἀπόψεις ὅσον ἀφορᾶ την ἀντιμετώπιση τῶν Λαλαίων. Οἱ Ἑπτανήσιοι, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦσαν την πιὸ ὀργανωμένη στρατιωτική δύναμη, ἤθελαν νὰ ἐπιτεθοῦν ἀμέσως ἐναντίον τους, ἐνῶ οἵ ντόπιοι προτιμοῦσαν νὰ περιμένουν την κατάλληλη εὐκαιρία.
Ἀπὸ την πλευρά τους, οἱ Λαλαίοι προσπάθησαν νὰ κερδίσουν χρόνο καὶ νὰ διασπάσουν το ἑλληνικό στρατόπεδο, κυκλοφορῶντας φῆμες ὅτι ἦταν ἕτοιμοι νὰ παραδοθοῦν. Στὶς 2 Ἰουνίου 1821 ὁ κεφαλλονίτης Παναγῆς Μεσσάρης τους μετέφερε ἐπιστολή τῶν Ἑπτανησίων ἀρχηγῶν Κωνσταντίνου καὶ Ἀνδρέα Μεταξά, Εὐαγγέλη Πανά, Παναγιώτη Στρούζα, Μιχαήλ Κουτουφά καὶ Διονυσίου Σαμπρικού, ποῦ τους καλοῦσαν νὰ καταθέσουν τα ὅπλα. Οἱ Λαλαίοι ἀρχίσαν νὰ κωλυσιεργούν, ὑποστηρίζοντας ὅτι την ὁποία ἀποφάσει θὰ ἔπρεπε νὰ πάρουν οἱ ἀρχηγοί τους, οἱ ὁποῖοι ἀπουσίασαν ἀπὸ το χωριό. Τότε οἱ ἐπαναστάτες ἀποφάσισαν νὰ δράσουν καὶ νὰ τους ἐπιτεθοῦν ἀπὸ τρία σημεῖα, με ἐπικεφαλῆς τον Γεώργιο Πλαπούτα, τους ἀδελφούς Μεταξά καὶ τον Γεώργιο Σισίνη.
Ἀπὸ κακό συντονισμό, ὁ Πλαπούτας ἐπιτέθηκε μόνος του στὶς 9 Ἰουνίου καὶ φυσικά ἀναγκάστηκε νὰ ὑποχωρήσει μετά την ἀντεπίθεση τῶν Λαλαῖων. Μέσα στὴ σύγχυση καὶ τον μεγάλο καύσωνα ποῦ ἐπικρατοῦσε, ὁ Πλαπούτας ἄφησε την τελευταία του πνοή. 14 ἀκόμη Ἕλληνες ἔχασαν τὴ ζωή τους (11 Πελοποννήσιοι καὶ 3 Ἑπτανήσιοι). Ἀδιευκρίνιστες ἦταν οἱ ἀπώλειες τῶν Λαλαίων.
Οἱ Λαλαίοι ἀναθάρρησαν καὶ αὐτοί, ὅταν εἶδαν νὰ καταφθάνουν ἐνισχύσεις ἀπὸ την Πάτρα στὶς 11 Ἰουνίου. Ἐπικεφαλίς 1.000 Τουρκαλβανών ἦταν ὁ Γιουσούφ Πασᾶς. Ὁ Γιουσούφ ἤθελε νὰ ξεκαθαρίσει ἀμέσως την κατάσταση καὶ στὶς 13 Ἰουνίου ἐπιτέθηκε με τους ἄνδρες του στῆ θέση Πούσι, ὅπου ἦταν ὀχυρωμένοι οἱ Ἕλληνες. Βασικός του στόχος, νὰ ἀποσπάσει πρῶτα τα κανόνια ποῦ διέθεταν οἱ Ἑπτανήσιοι καὶ στὴ συνέχεια νὰ τους πετσοκόψει με την ἡσυχία του.
Ἡ μάχη δόθηκε σῶμα με σῶμα καὶ ἡ ἀνδρεία τῶν Ἑλλήνων ἀνάγκασε τις δυνάμεις του Γιουσούφ νὰ ὑποχωρήσουν καὶ μαζί με τους Λαλαίους την ἑπομένη να πάρουν τον δρόμο γιὰ την Πάτρα. Οἱ Ἕλληνες πολέμησαν γενναία καὶ ἔχασαν 84 ἄνδρες (60 Πελοποννήσιοι καὶ 24 Ἑπτανήσιοι). Ἀνάμεσα στοὺς πολλούς τραυματίες ἦταν καί ὁ κεφαλλονίτης Ἀνδρέας Μεταξάς, κατοπινός πρωθυπουργός της Ἑλλάδας. Την ἴδια μέρα (14 Ἰουνίου) οἱ ἐπαναστάτες εἰσῆλθαν στὸ ἔρημο χωριό καὶ το πυρπόλησαν. Συνολικά, γύρω στὰ χίλια σπίτια παραδόθηκαν στὶς φλόγες.
Ἡ νίκη τῶν Ἑλλήνων σήμανε το τέλος της ἐπιβολῆς τῶν Λαλαῖων στὴν περιοχή καὶ ἄνοιξε τον δρόμο γιὰ την ἅλωση της Τριπολιτσάς. Ἀπὸ την Πάτρα, ὅπου κατέφυγαν, ἀγωνίσθηκαν κατά της ἐπανάστασης ὡς το τέλος καὶ μετά τὴ σύσταση του ἑλληνικοῦ κράτους ἀναγκάστηκαν νὰ μεταναστεύσουν καὶ νὰ ἐγκατασταθοῦν ὡς πρόσφυγες στὴν περιοχή του Πλαταμώνα της Μακεδονίας καὶ ἀργότερα στὴ Βάρνα της Βουλγαρίας.
Ἡ ἀγγλικὴ «προστασία» των Ἐπτανήσων
Ἡ Ἐπτάνησος, ὅταν ἐκδηλώθηκε ἡ ἐθνεγερσία του 1821, παρ’ ὅτι διέθετε Σύνταγμα, κυβέρνηση, Βουλή καὶ Γερουσία, τελοῦσε οὐσιαστικά ὑπὸ ἀγγλικὴ κατοχή• παρά την ἀπατηλή ὀνομασία της προστασίας. Η δὲ ἀγγλικὴ πολιτική ἦταν καὶ παρέμεινε τουλάχιστον μέχρι το 1825 φιλοτουρκική. Ὁ ὕπατος ἁρμοστής σερ Τόμας Μαίτλαντ, ἕνας στρατιωτικός σκληρός καὶ αὐταρχικός, ἀπείλησε καὶ στὴ συνέχεια ἐπέβαλε ποινές φυλάκισης, ἐξορίας καὶ δήμευσης περιουσίας στοὺς Ἐπτανήσιους, ποῦ ἄμεσα ἡ ἔμμεσα, συνέδραμαν τον ἀγῶνα τῶν Ἑλλήνων ἐπαναστατῶν.
Οἱ Κεφαλλονίτες καὶ οἱ Ζακυνθινοί, ποῦ ἔφθασαν την ἄνοιξη του 1821 στὴν Ἠλεία καὶ συμπαρατάχθηκαν με τους ντόπιους ὁπλαρχηγούς, παρουσίαζαν συνεπῶς δύο χαρακτηριστικά πού τους ξεχώριζαν ἀπὸ αὐτούς. Κατά πρῶτον, τα κίνητρά τους δὲν ἦταν ἄμεσα ἀλλὰ συναισθηματικά, καθώς οἱ ἴδιοι δὲν τελοῦσαν ὑπὸ τον τουρκικό ζυγό. Κατά δεύτερον, δὲν ἐξέθεταν σε κίνδυνο μόνο τὴ ζωή τους ἀλλὰ καὶ την εὐτυχία καὶ το μέλλον τῶν οἰκογενειῶν τους. Οἱ Κεφαλλονίτες καὶ οἱ Ζακυνθινοί της μάχης του Λάλα δὲν εἶχαν νὰ κερδίσουν ἀπολύτως τίποτα• ἀντίθετα, προθυμοποιήθηκαν νὰ χάσουν τα πάντα.
Οἱ Μωραΐτες ὁπλαρχηγοί
Ηγετική προσωπικότητα στὴν Ἠλεία ἦταν ὁ Γεώργιος Σισίνης ἀπὸ τὴ Γαστούνη, ὁ μόνος στὸν ὁποῖο ἀναφέρθηκαν οἱ Λαλαίοι στὸ γράμμα τους πρὸς τους ἀδελφούς Μεταξά, ἀποκαλῶντας τον «Ψευτογιώργη». Κοντά του ὁ Χαράλαμπος Βιλαέτης ἀπὸ τον Πύργο, ποῦ εἶχε ὑπηρετήσει στὸν ἀγγλικὸ στρατό ὡς λοχαγός με τον Κολοκοτρώνη καὶ οἱ ὁπλαρχηγοί: Γεώργιος Πλαπούτας ἀπὸ τὴ Γορτυνία, Τζανέτος Χριστόπουλος ἀπὸ την Ολυμπία καὶ Παναγιωτάκης Φωτήλας ἀπὸ τα Καλάβρυτα. Ὁ Βιλαέτης, ποῦ ἔφτασε ἀπὸ τὴ Ζάκυνθο με ἕνα σῶμα 150 ἀνδρών, ἀναγνωρίστηκε ἀμέσως ὡς ἀρχηγὸς τῶν ἐπαναστατικῶν δυνάμεων της Ἠλείας, ἀλλὰ σκοτώθηκε καὶ ἀποκεφαλίστηκε στὶς 10 Μαΐου, στῆ διάρκεια μιᾶς αἰφνιδιαστικῆς ἐπίθεσης τῶν Λαλαῖων στὸ χωριό Λαντζόι.
Ἰόνιοι πατριῶτες στὴν ἐπαναστατημένη Ἠλεία
Ἤδη ἀπὸ τον Ἀπρίλιο εἶχε φθάσει στὴν Ἠλεία ἕνα σῶμα 100 Κεφαλλήνων ὑπὸ τον πλοίαρχο καὶ Φιλικό Εὐαγγέλη Πανά, με δύο σιδερένια κανόνια σε κιλλίβαντες. Το κυρίως ὅμως κεφαλλονίτικο ἐκστρατευτικό σῶμα ἀπὸ 360 ἄνδρες ἀποβιβάστηκε στὴ Γλαρέντζα στὶς 9 Μαΐου, ὑπό τους κόμητες Κωνσταντίνο καὶ Ἀνδρέα Μεταξά, με δύο ὀρειχάλκινα θαλασσινά κανόνια ποῦ μεταφέρονταν με μουλάρια. Το σῶμα αὐτὸ ἔφθασε με πλοῖο τῶν ἀδελφῶν Γεράσιμου καὶ Ἀναστασίου Φωκά, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ Γεράσιμος πῆρε μέρος καὶ στὴν ἐκστρατεία. Τα ἔξοδα ἀνέλαβε ὁ Κωνσταντίνος Μεταξάς, ἐνῶ ὁ ἀπόπλους ἐπιτεύχθηκε χάρη στὴ μεσολάβηση του δεσπότη Ἀγαθάγγελου Τυπάλδου-Κοζάκη. Ο τελευταῖος κατόρθωσε νὰ ἀποπροσανατολίσει τον Ἄγγλο διοικητή Ρόμπερτ Τρέιβερς, με συνέπεια ὅταν ἔγιναν γνωστά τα γεγονότα του Λάλα ὁ δεσπότης νὰ καθαιρεθεῖ καὶ νὰ μεταφερθεῖ δέσμιος στὴν Κέρκυρα. Με τους Κεφαλλονίτες συμπαρατάχθηκε λίγο ἀργότερα ἕνα μικρότερο σῶμα Ζακυνθινών ὑπὸ τους Διονύσιο Σεμπρικό - Κατσιλίβα καὶ Παναγιώτη Στρούζα.
Το ἑπτανησιακό ἐκστρατευτικό σῶμα στὴν Ἠλεία δὲν λειτούργησε ἁπλὰ στὴν ἐνίσχυση• λειτούργησε καὶ ὡς ἐμψυχωτικό πρότυπο. Οἱ Κεφαλλονίτες ἀρχηγοί, ἔχοντας την ἐμπειρία τῶν γαλλικῶν καὶ τῶν ἀγγλικῶν στρατευμάτων κατοχῆς, φρόντισαν νὰ ὀργανώσουν τους Ἐπτανήσιους ἐθελοντές κατά τρόπον ἀνάλογο. Δηλαδή με σκοπιές, συνθήματα, ἐπιθεώρηση σκοπιῶν, προσκλητήρια πρωί καὶ βράδυ καὶ σαλπίσματα ποῦ κατηύθυναν τις κινήσεις τόσο κατά τὴ στρατοπεδεύση ὅσο καὶ κατά τη μάχη. Ἄν στὰ χαρακτηριστικά της πειθαρχίας, του συντονισμοῦ καὶ της ἑνιαίας διοίκησης, συνυπολογίσει κανείς καὶ τὴ δύναμη πυρός των 4 κανονιῶν ἔχει την εἰκόνα του ρόλου ποῦ ἔπαιξε το ἑπτανησιακό σῶμα, οὐσιαστικά καὶ ψυχολογικά, στὰ γεγονότα του Λάλα.
Τί ἔχεις καϋμένε κόρακα ποῦ σκούζεις καὶ φωνάζεις;
Μὴ δὲ διψᾶς γιὰ αἵματα γιὰ Τούρκικα κεφάλια;
Σὰν δὲ διψᾶς γιὰ αἵματα γιὰ Τούρκικα κεφάλια,
πέρασε ἀπὸ του Μπαστηρά καὶ ἀπὸ το πέρα Λάλα,
νὰ δῆς κορμιά πῶς κείτονται, κορμιά δίχως κεφάλια,
Κι ἐκεῖ ν’ ἀκούσεις κλάματα, Τούρκικα μοιρολόγια,
Κλαῖνε μανᾶδες γιὰ παιδιά, γυναῖκες γιὰ τους ἄντρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου