Τρίτη 9 Μαΐου 2017

Ἅγιος Χριστόφορος - Ο κυνοκέφαλος Ἅγιος






Ἅγιος Χριστόφορος - Ο κυνοκέφαλος Ἅγιος


Ἀρκετούς αἰῶνες πρὶν τὴ γέννηση του Ιησοῦ,
ἡ περιοχή της Μικράς Ἀσίας καὶ ἡ εὐρύτερη περιοχή του Πόντου ἦταν κατοικημένη ἀπὸ νομαδικά φῦλα ἀγρίων φυλῶν.
Μαρτυρίες ἀντλοῦνται τόσο ἀπὸ κείμενα ἀρχαίων Ἑλλήνων συγγραφέων, ὅσο καὶ ἀπὸ κείμενα νεώτερων συγγραφέων, ὅπως ὁ Ξενοφῶν, ὁ Στράβων, ὁ Πτολεμαῖος, ὁ Ἀρριανός, ἀλλὰ καὶ ὁ Ὅμηρος. Οἱ λαοί αὐτοὶ λυμαίνονταν τις περιοχές του Πόντου, ἀλλὰ ἔκαναν καὶ ἐπιδρομές στοὺς γειτονικούς τους λαούς, τῶν Περσῶν καὶ τῶν Μήδων.

Η πιό ἀγρία, ληστρική καὶ ἰσχυρή φυλή ἦταν οἱ Μάκρωνες. Ἦταν ἐγκατεστημένοι στὰ βορειοανατολικά του Πόντου καὶ εἶχαν πάρει μέρος στὸ πλευρό του Ξέρξη κατά την ἐκστρατεία του ἐναντίον της Ἑλλάδος, συμμετέχοντας με πολυάριθμο στράτευμα. Ἦταν η μοναδική φυλή ἡ ὁποία ἐπέζησε μετά τον τρομερό διωγμό ποὺ εἶχαν ἐξαπολύσει ἐναντίον τους οἱ Μῆδοι.

Οἱ Μάκρωνες, σύμφωνα με τις ἀρχαῖες ἀναφορές, εἶχαν τεράστιο ὕψος, πού μερικές φορές ἔφτανε τα τρεισήμισι μέτρα, σῶμα μαυριδερό καὶ δασύτριχο καὶ κεφάλι ποῦ ἔμοιαζε με σκύλου. Γι'αὐτό καὶ ἀποκαλοῦνταν κυνοπρόσωποι ἡ κυνοκέφαλοι ἡ σκυλοπρόσωποι.

Ὅταν ὁ Χριστιανισμός ἄρχισε νά διαδίδεται με τους Ἀποστόλους, ὁ Πόντος ἀποτέλεσε μία ἀπὸ τις πρῶτες περιοχές πού ἀσπάστηκε τὴ θρησκεία της ἀγάπης.
Την ἐποχῆ ἐκείνη βασιλιάς τῶν Μακρώνων ἦταν ὁ θηριώδης Ρέπροβος. Λατρευόταν σὰν θεός ἀπὸ τους ὑπηκόους του, ποὺ τον θαύμαζαν γιὰ τὴ σοφία καὶ τὴ δύναμή του.

Ὅταν οἱ Ρωμαῖοι ζήτησαν ἀπὸ τους Μάκρωνες νὰ παραδοθοῦν, αὐτοὶ με ἀρχηγὸ τον Ρέπροβο, ἐπὶ τρεῖς μέρες πάλευαν στὴν κυριολεξία με νύχια καὶ με δόντια καὶ κατατρόπωσαν τον ἐχθρὸ. Εἶχαν πετύχει μία περίτρανη νίκη, ἀλλὰ μάταια ἔψαχναν τον ἀρχηγὸ τους. Ο σοφός τριαντάχρονος βασιλιάς τους βρισκόταν αἰχμάλωτος στὰ χέρια του ἐχθροῦ.

Ο Ρέπροβος γύρω στὸ 250 μ.Χ. ὁδηγήθηκε σε μία φυλακή -κολαστήριο, ὅπου κανένας φυσιολογικός ἄνθρωπος δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀντέξει παραπάνω ἀπὸ ἕνα μῆνα. Ο σκληροτράχηλος Ρέπροβος κατόρθωσε νὰ ἐπιβιώσει καὶ μετά ἀπὸ τρεῖς μῆνες νὰ ἀποδράσει καὶ νὰ ἐπιστρέψει στὴν ἀγαπημένη του πατρίδα.

Η πείνα του ἦταν τεράστια καὶ ἔτσι μόλις εἶδε ἕνα κοπάδι ἀπὸ πρόβατα ποῦ τα ἔβοσκε μία δωδεκάχρονη βοσκοποῦλα ἑτοιμάστηκε γιὰ νὰ χορτάσει. Ὅμως ἡ μικρή με ὅπλο τον Σταυρό ποὺ εἶχε στὸ λαιμό της προσευχήθηκε στὸν Κύριο καὶ ὅταν ἅπλωσε το χέρι του ὁ Ρέπροβος νὰ την ἁρπάξει καὶ νὰ την καταβροχθίσει, ἕνας κεραυνός ἔπεσε μπροστά στὰ μάτια του καὶ τον τύφλωσε.

Ἀφοῦ μίλησαν, ἡ μικρή του εἶπε γιὰ τον Θεό καὶ τον Χριστό καὶ ὅτι μόνο Αὐτὸς θὰ μποροῦσε νὰ του ξαναδώσει το φῶς του. Θέλησε νὰ τον βοηθήσει καὶ του εἰπέ θὰ πάει στὸ χωριό της, ποῦ ἐκεῖνο τον καιρό βρισκόταν ἕνας ἱερέας ὁ Εὐστόχιος, ὁ ὁποῖος διέδιδε παντοῦ το λόγο του Θεοῦ. Ἀποχαιρετῶντας τον Ρέπροβο, του ἔδωσε νὰ φιλήσει το Σταυρό καὶ τότε ἔγινε το θαῦμα με την ταυτόχρονη ἐμφάνιση καὶ πάλι ἑνὸς κεραυνοῦ. Ο Ρέπροβος βρῆκε το φῶς του καὶ δήλωσε ὅτι ἦταν πρόθυμος νὰ ἀσπαστεῖ το Χριστιανισμό ἀμέσως.

Μετά ἀπὸ κατήχηση του Εὐστόχιου ὁ Ρέπροβος βαφτίστηκε Χριστιανός. Προβάλλοντας σὰν παράδειγμα τον ἴδιο του τον ἑαυτὸ, ὄργωσε ὅλα τα μέρη του Πόντου καὶ μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, διὰ στόματος του Ρέπροβου, του ἄγριου λύκου πού ἔγινε ἀρνάκι, τριακόσιες χιλιάδες ἄνθρωποι σπάσθηκαν το Χριστιανισμό.

Ταξιδεύοντας καὶ ἐνῶ ἦταν καθισμένος στὴ ὄχθη ἑνὸς ποταμοῦ, σκεπτόμενος πώς θὰ το περάσει, ἦρθε ἕνα μικρό παιδί καὶ τον παρακάλεσε νὰ το βοηθήσει νὰ διασχίσει το ποτάμι. Ο Ρέπροβος, ἀφοῦ προσευχήθηκε με θέρμη στὸν Κύριο, με τὴ ράβδο του ἀκούμπησε τα νερά. Τα νερά του ποταμοῦ ὑποχώρησαν καὶ ἔγιναν ρηχά. Ἔβαλε στοὺς ὤμους του το ἀγοράκι. Με τὴ θαυματουργή ράβδο στὰ χέρια καὶ με την προσευχή στὸ στόμα πέρασαν τον ποταμό. Στὴ μέση της διαδρομῆς, οἱ ὠμοί του ἀρχίσαν νὰ βαραίνουν καὶ το παιδί, περνῶντας ἡ ὥρα, γινόταν ἀσήκωτο. Ὅταν πιὰ ἔφτασε στὴν ἀπέναντι ὄχθη, με ἐκπλήξη εἶδε ὅτι το παιδί εἶχε γίνει ἕνας νέος ἄνδρας.
Ο ἄνδρας τον καθησύχασε, λέγοντάς του ὅτι στοὺς ὤμους του εἶχε κουβαλήσει τον ἴδιό τον Ἰησοῦ Χριστό. Γιὰ το λόγο αὐτὸ, ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμή μετονομάστηκε σε «Χριστόφορος».

Η περίπτωση του Ἅγιου Χριστόφορου ἐπιβεβαιώνει τὴ ρήση ποὺ λέει, ὅτι «τα ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις, δυνατά παρά τῷ Θεῶ»

Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα νὰ λάβει τον στέφανο του μαρτυρίου ἀπὸ τον Θεό, τον συνέλαβαν οἱ Ρωμαῖοι καὶ ὁ Ἅγιος Χριστόφορος ὑποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια καὶ τέλος ὑπέστη τον δι' ἀποκεφαλισμού θάνατο το 251 μ.Χ.
Η μνήμη του τιμᾶται στὶς 9 Μαΐου ἀπὸ την ὀρθόδοξη ἐκκλησία καὶ 25 Ἰουλίου ἀπὸ την καθολική.

Ἄν λοιπόν αὐτὸς, ἕνας Ραν ἐκ του γένους Μαλτσέχ, μαρτύρησε γιὰ το Χριστό, ἴσως γιὰ νὰ φτάσει το μήνυμα της ὕπαρξης των Νεφελίμ σε ἐμᾶς, ἀλλὰ καὶ το μήνυμα της σωτηρίας στοὺς ὑπόλοιπους Ραν, πῶς μποροῦμε ἐμεῖς νὰ το ἀγνοοῦμε;
(Ραν: οἱ ἀπόγονοι της ἑνώσης τῶν Νεφελίμ καὶ τῶν ἀνθρώπων).

Δεν υπάρχουν σχόλια: