Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2016

Ἥ δολοφονία της Ὑπατίας



Ἱστορικό γεγονός-σταθμός στοὺς διωγμούς πού ἐξαπέλυσε ὁ ρωμαιοχριστιανισμός κατά τῶν Ἑλλήνων, εἶναι καὶ ἡ δολοφονία της Ἑλληνίδας μαθηματικοῦ καὶ φιλοσόφου Ὑπατίας ἀπὸ τους μοναχούς καὶ παραβολάνους
[1] του πατριάρχη Κύριλλου της Ἀλεξάνδρειας το 415 μ.Χ. Ὁ Μαλάλας σημειώνει, ὅτι ἡ δολοφονία της Ὑπατίας ἔγινε μετά ἀπὸ παρότρυνση του Κυρίλλου: «κατ’ ἐκεῖνον δὲ τον καιρόν παρρησίαν
[2] λαβόντες ὑπὸ του ἐπισκόπου (Κυρίλλου) οἱ Ἀλεξανδρεῖς ἔκαυσαν φρυγάνοις αὐθεντήσαντες
[3] Ὑπατίαν την περιβόητον φιλόσοφον»
[4].Ἄν καὶ ὡς πράξη ἔγινε γιὰ νὰ ἐκτονωθεῖ ἡ δεισιδαιμονία του χριστιανικοῦ ὀχλοῦ της πόλης, σε συνδυασμό με τον προσωπικό φθόνο του Πατριάρχη στὸ πρόσωπο της Ἑλληνίδας ἐπιστήμονα, καθώς καὶ γιὰ νὰ πάψει ἡ Ὑπατία νὰ στέκεται ἐμπόδιο στὰ παιχνίδια ἐξουσίας της τότε Ἀλεξανδρινῆς Ἐκκλησίας, ὁ φόνος «νομιμοποιήθηκε» διότι τόσο τα μαθηματικά (ποὺ δίδασκε ἡ Ὑπατία) ὅσο καὶ ἡ ἀστρονομία εἶχαν ὑπαγορευτεῖ διὰ νόμου ὥς μαγικές πρακτικές!
Ὁ ὄρος «Ars Mathematika

[5]» σήμαινε ὅτι ἡ ἐνασχόληση με τα μαθηματικά ἡ τὴν ἀστρονομία ἐπίσυρε τὴ θανατική ποινή καὶ ἡ Ἀλεξανδρινή φιλόσοφος δολοφονήθηκε ὡς μάγισσα!
Ἡ Ὑπατία ἡ Ἀλεξανδρινή γεννήθηκε περίπου στὸ 360 μ.Χ. Ὁ πατέρας της, ὁ Θέων ἦταν φιλόσοφος μαθηματικός καὶ ἀστρονόμος. 
Χάρη στὸν Σουίδα ξέρουμε ὅτι ὁ Θέων ἦταν μέλος τοῦ ἀλεξανδρινοῦ Μουσείου:
«Θέων, ὁ ἐκ του Μουσείου, Αἰγύπτιος, φιλόσοφος, σύγχρονος δὲ Πάππῳ τῷ φιλοσόφῳ, καὶ αὐτῷ Ἀλεξανδρεῖ. 
Ἐτύγχανον δὲ ἀμφότεροι ἐπὶ Θεοδοσίου βασιλέως του πρεσβυτέρου.                     Ἔγραψε μαθηματικά, ἀριθμητικά, Περί σημείων καὶ σκοπῆς ὀρνέων καὶ της κοράκων φωνῆς, 
Περί της του κυνός ἐπιστολῆς, Περί της του Νείλου Ἀναβάσεως, 
Εἰς τον Πτολεμαίου πρόχειρον κανόνα, καὶ Εἰς τον μικρόν ἀστρολάβον ὑπόμνημα»
[6]. Καὶ πολλές σελίδες παρακάτω ἀναφέρει:
«Ὑπατία. ἡ Θέωνος του γεωμέτρου θυγάτηρ του Ἀλεξανδρέως φιλοσόφου»
[7]. Ὁ Θεῶν λοιπόν ἐκτὸς ἀπὸ τις βασικές ἐπιστῆμες του, μαθηματικά, γεωμετρία, ἀριθμητική, κατεῖχε ἐπίσης γνώσεις μαντικῆς καὶ ἀστρονομίας.
 Ἡ Ὑπατία εἶχε ἐργαστεῖ στὴν ἐπιστημονική ἐρευνᾶ στὸ πλευρό του πατέρα της. Καὶ οἱ πηγές τὴ θεωροῦν ὡς μία «μαθηματικό ποὺ ξεπέρασε τις ἱκανότητες του πατέρα της»
[8]. Ὁ Σουίδας ἀναφέρει γιὰ την Ὑπατία, ὅτι «την δὲ φύσιν γενναιοτέρα του πατρός οὖσα οὐκ ἀρκέσθη τοις διὰ τῶν μαθημάτων παιδεύμασιν ὑπὸ τῷ πατρί, ἀλλὰ καὶ φιλοσοφίας ἥψατο της ἄλλης οὐκ ἀγενῶς, περιβαλλομένη δὲ τρίβωνα ἡ γυνή καὶ διὰ μέσου του ἄστεος ποιουμένη τας προόδους ἐξηγεῖτο δημοσία»
[9]. Με τὴ σειρά του ὁ Δαμάσκιος, συνοψίζοντας τις γνῶμες των προκατόχων του, παρατηρεῖ ὅτι «ἦταν ἐκ φύσεως περισσότερο προικισμένη καὶ ἱκανὴ ἀπὸ τον πατέρα της».
Ὡστόσο, ἡ Ὑπατία δὲν περιορίστηκε μόνο στὴν ἐπιστημονική ἔρευνα τῶν μαθηματικῶν, ἀλλὰ στράφηκε ἕν γένει στὴ φιλοσοφία, φυσική καὶ ἠθικὴ.
 Ὁ πατέρας της, ἀντιθέτως, εἶχε ἄλλες προτεραιότητες: «Ὁ Θέων δὲν ἀγαποῦσε τὴ θεωρητική φιλοσοφία, εἶχε ὅμως ἀρκετὰ ἐξωεπιστημονικά ἐνδιαφέροντα. 
Ὅπως ἡ Ὑπατία, λάτρευε τον "ἑλληνισμό", ἄν καὶ ἡ ἀγάπη του γιὰ τα ἑλληνικά θέματα ἦταν, πάνω ἀπὸ ὅλα, κυρίως θρησκευτική. Προικισμένος με λογοτεχνικές ἱκανότητες, ἐξέφραζε την ἀφοσίωσή του με ποιητική μορφή.
 Ὁ Μαλάλας παρατηρεῖ: "Ὁ πολυμαθέστερος λόγιος καὶ φιλόσοφος δίδαξε καὶ ἑρμήνευσε ἀστρονομικές μελέτες καὶ ἔγραψε σχόλια γιὰ τα βιβλία του Τρισμέγιστου Ἑρμῆ καὶ του Ὀρφέα"»
[10]. Ἡ Ὑπατία συνέχισε μετά το θάνατο του πατέρα της τον δικό της φιλοσοφικό καὶ ἐπιστημονικό δρόμο. 
Στὶς ἀρχὲς της δεκαετίας του 390 εἶχε ἤδη σχηματιστεῖ ἕνας σταθερός κύκλος γύρω της, ὄχι μόνο ἀπὸ Ἕλληνες ἀλλὰ καὶ χριστιανούς μαθητές. 
Ἕνας μάλιστα ἀπὸ τους πιὸ στενούς της μαθητές καὶ ἑταίρους ἦταν ὁ Συνέσιος ὁ Κυρηναῖος (ἑλληνικῆς καταγωγῆς χριστιανός ἀπὸ τὴ Λιβύη), ὁ ὁποῖος ἀκόμα καὶ ὅταν χρίστηκε μητροπολίτης Πενταπόλεως, διατήρησε ἀμείωτο τὸν θαυμασμό καὶ τον βαθύτατο σεβασμό του πρὸς τὴ φιλόσοφο, στέλνοντάς της τα ἔργα του καὶ περιμένοντας με ἀνυπομονησία τις ἀπαντητικές ἐπιστολές της.
Ἀλλὰ καὶ οἱ ὑπόλοιποι μαθητές της «ἦταν ἄτομα ποῦ ἀργότερα κατέλαβαν αὐτοκρατορικά ἡ ἐκκλησιαστικά ἀξιώματα. 
Ἀκόμα μεγαλύτερη σπουδαιότητα ἔχει ἡ μαρτυρία ὅτι ἄνθρωποι με αὐτοκρατορικό κῦρος, ποὺ ἔφταναν στὴν Ἀλεξάνδρεια, δημιουργοῦσαν στενές σχέσεις μαζί της καὶ πιθανότατα παρακολουθοῦσαν τις διαλέξεις της»
[11]. Ἦταν δὲ τόσο μεγάλο το κῦρος της στὴν ἀλεξανδρινή κοινωνία, ποῦ καὶ οἱ τοπικοί ἄρχοντες της πόλης 
ὅταν εἶχαν νὰ ἀντιμετωπίσουν ἕνα σημαντικό πρόβλημα ἔσπευδαν κοντά της ἀποζητῶντας μία συμβουλή, ἡ ἀκόμα καὶ τὴ λύση του ζητήματος. 
Ἕνας ἀπὸ αὐτούς ἦταν καὶ ὁ Ὀρέστης, αὐτοκρατορικός ἔπαρχος της Ἀλεξάνδρειας, πολιτικός κυβερνήτης της Αἰγύπτου τα χρόνια 412(;)-415 καὶ βασικός ἥρωας στὰ γεγονότα ποῦ συνδέθηκαν με τὴ δολοφονία της.
«Ὁ καλύτερος πληροφοριοδότης μας, ὁ Σωκράτης ὁ Σχολαστικός, μας λέει ξεκάθαρα ὅτι ὁ Ὀρέστης γνώριζε καλά την Ὑπατία, τὴ συναντοῦσε συχνά καὶ τὴ συμβουλευόταν σε δημοτικά καὶ πολιτικά θέματα.
 Μας δίνει ἐπίσης την ἐξαιρετικά ἐνδιαφέρουσα πληροφορία ὅτι ὁ Ὀρέστης ἦταν χριστιανός καὶ εἶχε βαπτιστεῖ στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τον πατριάρχη Ἀττικό πρὶν διοριστεῖ κυβερνήτης της Αἰγύπτου.
 Ἡ ἀποκάλυψη αὐτή ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τον Ἰωάννη του Νικίου, γνωστό γιὰ την ἐχθρότητά του πρὸς την Ὑπατία. 
Ἀφοῦ ἀντιλήφθηκε ὅτι ὁ Ὀρέστης, κάτω ἀπὸ την ἐπίδραση τῶν μαγικῶν τεχνασμάτων της Ὑπατίας, "ἔπαψε νὰ πηγαίνει στὴν ἐκκλησία ὅπως συνήθιζε"…»
[12]. Ἡ Ὑπατία δίδασκε ἀρχὲς ὀντολογίας καὶ ἠθικῆς, μαθηματικά, θεία γεωμετρία, καὶ ἀστρονομία. Σύμφωνα με τὴ διδασκαλία της, «ἡ ἀστρονομία εἶναι μία θεία μορφή γνώσης» καὶ ἔλεγε ὅτι, «τὴ θεωρῶ (την ἀστρονομία) ἐπιστήμη ποὺ ἀνοίγει τον δρόμο πρὸς την ἀσύλληπτη θεολογία». 
Καὶ συμπλήρωνε: «Προχωρεῖ (ἡ ἀστρονομία) στὶς ἀποδείξεις της με σαφήνεια καὶ καθαρότητα, χρησιμοποιῶντας γιὰ βοηθούς της την ἀριθμητική καὶ τὴ γεωμετρία, ἀρχὲς τις ὁποῖες μποροῦμε νὰ ὀνομάσουμε σταθερό μέτρο της ἀλήθειας»
[13].Ἡ Ὑπατία, κατά τον ἱστορικό της Ἐκκλησίας Σωκράτη, εἶχε φτάσει σε τέτοια ὕψη εὐρυμάθειας ὥστε ξεπέρασε ὅλους τους φιλοσόφους της ἐποχῆς της, ἀνέλαβε την πλατωνική σχολή ποῦ εἶχε ἱδρύσει ὁ Πλωτῖνος καὶ ἔδινε τις φιλοσοφικές της διαλέξεις σε ὅλους ἐκείνους ποῦ ἤθελαν νὰ την ἀκούσουν.
 Στὶς διαλέξεις της δίδασκε ἐκτὸς ἀπὸ Πλάτωνα, Ἀριστοτέλη καὶ ὁποῖον ἄλλο φιλόσοφο ἐπιθυμοῦσε το ἀκροατήριό της.
Ἀλλὰ καὶ οἱ μαθητές της, ἦταν ἀπόλυτα ἀφοσιωμένοι στὸ πρόσωπό της. Εἶχαν την πεποίθηση πῶς ἀποτελοῦσαν ἕναν ἐκλεκτό κύκλο ἀριστοκρατῶν της Γνώσης:
«Ἡ ὑπερήφανη Ἑλληνίδα ἀριστοκράτισσα (ὅπως σωστά την χαρακτηρίζει ὁ Κίνσλι), ἄν καὶ εἶχε περιβληθεῖ τον ταπεινό μανδύα των φιλοσόφων, συγκέντρωνε γύρω της μία ὁμάδα νεαρῶν μυστῶν ποῦ ζοῦσαν σύμφωνα με την ἠθικὴ τάξη ἡ ὁποία περιγράφεται ἀπὸ τὴ φιλοσοφία, πεπεισμένοι ὅτι ἦταν φτιαγμένοι με καλύτερο ὑλικὸ ἀπὸ τους ἄλλους ἀνθρώπους. 
Σε αὐτὴ τὴ μικρή ὁμάδα, ποῦ ἔμοιαζε βγαλμένη κατευθεῖαν ἀπὸ την ἰδανική πλατωνική Πολιτεία, ἡ λατρεία της ἀριστοκρατίας ἦταν ἔντονη.
 Ὁ Συνέσιος συχνά τόνιζε τὴ σπαρτιατική καταγωγή του, ὅπως ἀσφαλῶς ἔκαναν καὶ οἱ συνάδελφοί του»
[14]. Ὁ Συνέσιος, στὸ ἔργο «Δίων ή Περί της καθ’ εὐατόν διαγωγῆς» (404 μ.Χ.), ἐκφράζοντας τις ἀντιλήψεις του κύκλου της Ὑπατίας, ἐπιτίθεται στοὺς φιλοσόφους πού φοροῦν λευκούς χιτῶνες ἀλλὰ δέν ἀσχολοῦνταν σοβαρά με τὴ φιλοσοφία. Τους ἀποκαλεῖ ἐπαγγελματίες προσήλυτους της φιλοσοφίας, συνηθισμένους σοφιστές πού διαδίδουν τὴ φιλοσοφία στὶς μᾶζες ποῦ ἀδυνατοῦν νὰ την κατανοήσουν. 
Παράλληλα τα βάζει καὶ με τους μελανοχιτώνες, τους ἀνθρώπους με τους μαύρους χιτῶνες, τους μοναχούς δηλαδή («Ἐπιστολή 154» καὶ «Δίων» 4-11), ποῦ τους θεωρεῖ βαρβάρους, φανατικούς ἀμαθεῖς ποὺ χρειάζονται καλλιέργεια καὶ μισοῦν τον Ἑλληνισμό.

Ὡστόσο, ἐπειδή ἡ Ὑπατία δημόσια κρατοῦσε ἀποστάσεις στὶς συγκρούσεις μεταξύ Ἑλλήνων καὶ χριστιανῶν ἀπολάμβανε ἕνα εἶδος ἀσυλίας στὴν Ἀλεξάνδρεια. 
Ἡ ἴδια ἐξάλλου δὲν ἔνιωθε καμία ἕλξη γιὰ τις λαϊκές ἀντιλήψεις ἡ πεποιθήσεις περί του Θείου, ἐφόσον γι’ αὐτὴν το Θεῖον ἦταν μᾶλλον ἀντικείμενο ἐπιστημονικῆς καὶ Ὀρθῆς Λογικῆς ἔρευνας παρά ἁπλοϊκῶν καὶ συχνά δεισιδαιμονικῶν δοξασιῶν.

Θά μποροῦσε κάποιος νὰ πεῖ ὅτι πῆγε ἀκόμα παραπέρα τὴ θέση του φιλοσόφου καὶ ἀρχιερέα του Ἀπόλλωνα στοὺς Δελφούς, Πλούταρχου, ὁ ὁποῖος ὑποστήριζε ὅτι: «…πρέπει γιὰ τα θέματα τοῦτα (τα περί Θείου δηλαδή) κυρίως νὰ πάρουμε ἀπὸ τὴ φιλοσοφία τον (ὀρθὸ) λόγο ὡς μυσταγωγό καὶ νὰ σκεφτόμαστε με εὐλάβεια καθετί ἀπ’ ὅσα λέγονται ἡ γίνονται στὶς τελετές, γιὰ νὰ μὴ κάνουμε κι ἐμεῖς λάθος, ἀντιλαμβανόμενοι ὅσα ὅρισαν οἱ νόμοι γιὰ τις θυσίες καὶ τις γιορτές ἀλλιῶς»
[15]. Ἔχοντας, λοιπόν, αὐτὴ τὴ φιλοσοφική θεώρηση περί του Θείου ἀλλὰ καὶ διατηρῶντας στάση ἀποχῆς ἀπὸ τις ταραχές καὶ τις δημόσιες συγκρούσεις, εἶχε καταφέρει ὅσο ζοῦσε ὁ πατριάρχης Θεόφιλος νὰ μὴ δώσει ἀφορμές ἐναντίον της στοὺς χριστιανούς.

Ὅμως στὶς 15 Ὀκτωβρίου του 412, ὁ Θεόφιλος πέθανε καὶ στὸν πατριαρχικό θρόνο τον διαδέχτηκε ὁ ἀνιψιός του Κύριλλος. 
Ἕνας ἄνθρωπος ποῦ κατά τον W. H. C. Frend, «ἦταν ἀδίστακτος, αὐταρχικός, βίαιος καὶ ἄπληστος γιὰ δύναμη, ἕτοιμος νὰ χρησιμοποιήσει το πλῆθος καὶ τους μοναχούς γιὰ νὰ ἐκτελέσουν τις ἐντολές του ἀπέναντι στοὺς ἀντιπάλους του, ὅπως ἦταν οἱ Ἀλεξανδρινοί Ἑβραῖοι καί οἱ εἰδωλολάτρες»

[16]. Ἡ ἐνθρόνισή του ἔγινε στὶς 17 Ὀκτωβρίου 412 καὶ ἀμέσως ἄρχισε ἀγῶνα γιὰ την καθαρότητα της Πίστης.
 Πρῶτα θύματά του οἱ αἱρετικοί χριστιανοί καὶ συγκεκριμένα οἱ λεγόμενοι Νοβατιανοί. 
Τους ἐδίωξε ἀπὸ την πόλη, δήμευσε τα λειτουργικά τους σκεύη καὶ ἀντικείμενα, ἔκλεισε τις ἐκκλησίες τους καὶ ἀφαίρεσε ὅλα τα δικαιώματα ἀπὸ τον ἐπίσκοπό τους
[17]. Ὕστερα στράφηκε κατά τῶν Ἑβραίων της πόλης, οἱ ὁποῖοι, σύμφωνα πρὸς τον Σωκράτη
[18], ἔδωσαν μόνοι τους την ἀφορμὴ ποὺ τόσο περίμενε ὁ Κύριλλος. 
Ποῖα ἦταν αὐτή; Ἀντί νὰ τηροῦν την ἀργία του Σαββάτου καὶ νὰ μελετοῦν το Νόμο, πήγαιναν στὰ θέατρα καὶ τσακώνονταν με τους χριστιανούς (θέαμα ἀντίστοιχο με τα ἐπεισόδια ποὺ βλέπουμε σήμερα στὰ γήπεδα μεταξύ τῶν ὀπαδῶν διαφορετικῶν ὁμάδων).

Ἕνα Σάββατο, καὶ ἐνῶ ὁ ἔπαρχος Ὀρέστης ἐντὸς του θεάτρου ἑτοιμαζόταν νὰ ἀναγγείλει παραστάσεις παντομίμας, ἀρχίσαν γιὰ μία ἀκόμη φορά μεταξύ τῶν θεατῶν, χριστιανῶν καὶ Ἑβραίων, φασαρίες.
 Κατά τὴ διάρκεια δὲ της ὁμιλίας του Ὀρέστη, οἱ Ἑβραῖοι φώναξαν ὅτι μεταξύ του κοινοῦ ὑπῆρχαν ἄνθρωποι του Κυρίλλου ποῦ σκόπευαν νὰ δημιουργήσουν ταραχές. 
Ὁ ἔπαρχος, ποῦ μόλις εἶχε πετύχει νὰ φέρει ἠρεμία καὶ τάξη στὴν πόλη, ἀνησύχησε μήπως οἱ διαμαρτυρίες τῶν Ἑβραίων πάρουν διαστάσεις, γι’ αὐτὸ καὶ δέχτηκε νὰ τους ἀκούσει. 
Ἐκεῖνοι τότε, με δυνατές φωνές, ἀπαίτησαν την ἀπόλυση του Ἱέρακα, ἑνὸς Ἀλεξανδρινοῦ δασκάλου καὶ ἔμπιστου καταδότη του Κύριλλου. Τον κατηγοροῦσαν ὡς συκοφάντη καὶ ὡς κύριο ὑποκινητή τῶν ταραχῶν.
Ὁ Ὀρέστης ποὺ ἦταν δυσαρεστημένος ἔτσι κι’ ἀλλιῶς με την ἀνάμιξη της Ἐκκλησίας στὴν πολιτική ζωή της πόλης καὶ το σφετερισμό πολλῶν προνομίων καὶ ἁρμοδιοτήτων της πολιτικῆς ἐξουσίας, διέταξε τὴ σύλληψη καὶ τον παραδειγματικό βασανισμό του Ἱέρακα.
 Ὁ Κύριλλος, ὅπως ἦταν ἀναμενόμενο, ἔνιωσε ὀργὴ κατά του ἔπαρχου. Ἐπειδή ὅμως δὲν μποροῦσε νὰ στραφεῖ φανερά ἐναντίον του, κάλεσε τους ἐπικεφαλίς της ἑβραϊκῆς κοινότητας καὶ τους ἀπείλησε με σοβαρά ἀντίποινα ἄν συνέχιζαν νὰ προκαλοῦν τους χριστιανούς. Ἡ κίνησή του αὐτή πόλωσε ἀκόμα περισσότερο το ἤδη τεταμένο κλίμα με ἀποτέλεσμα οἱ πολυπληθεῖς Ἑβραῖοι της Ἀλεξάνδρειας νὰ ἀρχίσουν νὰ ἐπιτίθενται κατά τῶν χριστιανῶν.

Μία νύχτα, διαδόθηκε ἡ φήμη πῶς ἡ ἐκκλησία του Ἁγίου Ἀλεξάνδρου εἶχε πιάσει φωτιά. Ὅταν οἱ χριστιανοί ἔτρεξαν νὰ σώσουν τον ναό, οἱ Ἑβραῖοι ποὺ τους παραφύλαγαν ἐπιτέθηκαν ἐναντίον τους καὶ σκότωσαν πολλούς.
 Ὁ Κύριλλος γιὰ ἀντίποινα, μάζεψε τους δικούς του, καὶ ἐπὶ κεφαλῆς μεγάλου πλήθους, περικύκλωσε τὴ συναγωγή, διέταξε την ἁρπαγῆ τῶν ἑβραϊκῶν περιουσιῶν καὶ τους καταδίωξε ἔξω ἀπὸ την Ἀλεξάνδρεια. 
Ὁ Σωκράτης ἰσχυρίζεται, ὅτι τότε διώχτηκαν ὅλοι οἱ Ἑβραῖοι της πόλης, ἀκόμα καὶ ὅσες οἰκογένειες κατοικοῦσαν σε αὐτή ἀπὸ τα χρόνια του Μεγάλου Ἀλέξανδρου.

Ἐνῶ ὅμως ὁ Κύριλλος εἶχε πετύχει το σκοπό του, ὁ Ὀρέστης εἶχε διαφορετική γνώμη, ἐφόσον ὁ διωγμός τῶν Ἑβραίων προκάλεσε μεγάλη ὕφεση στὴν οἰκονομία της πόλης. 
Ἐπίσης στὸν Ὀρέστη δὲν ἄρεσε καθόλου ποῦ ὁ Κύριλλος συμπεριφερόταν σφετεριστικά ὡς κυβερνήτης της πόλης. 
Ἀμφότεροι δὲ, ἔστειλαν ἐπιστολές διαμαρτυρίας στὸν αὐτοκράτορα ἀλληλοκατηγορούμενοι. Οἱ προσπάθειες ποῦ ἔγιναν γιὰ νὰ ἐκτονωθεῖ ἡ κρίση μεταξύ Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας δὲν ἔφεραν ἀποτέλεσμα.
Ἔτσι, νιώθοντας ἀποδυναμωμένος ὁ Κύριλλος, κάλεσε σε βοήθειά του τις «εἰδικές δυνάμεις» της ἐποχῆς, δηλαδή τους καλόγερους. Πεντακόσιοι μοναχοί της Νιτρίας, ἀφίσαν τα ἑρημητήριά τους καὶ μπῆκαν δυναμικά στὴν Ἀλεξάνδρεια (ἀντίστοιχες μεθόδους εἴδαμε καὶ στὶς μέρες μας με τις λαοσυνάξεις της Ἐκκλησίας). 
Ἦταν οἱ ἴδιοι ζηλωτές ποὺ εἶχε χρησιμοποιήσει καὶ ὁ Θεόφιλος στὶς ὁδομαχίες κατά τῶν Ἑλλήνων στὸ παρελθόν (ἅλωση του Σεραπεῖου). 
Μία μέρα οἱ ἐρημίτιδες μοναχοί σταμάτησαν τον ἐφίππῳ Ὀρέστη στὸ δρόμο καὶ ἐμποδίζοντάς τον νὰ συνεχίσει, τον κατηγόρησαν ὡς Ἕλληνα. 
Οἱ διαμαρτυρίες του ἔπαρχου ὅτι ἦταν βαφτισμένος χριστιανός δὲν ἔδειξαν νὰ τους πείθουν. 
Ἕνας δὲ ἀπὸ τους μοναχούς, ὁ Ἀμμώνιος, τον χτύπησε με μία πέτρα στὸ κεφάλι. 
Αἱμόφυρτος ὁ Ὀρέστης σώθηκε την τελευταία στιγμή ἀπὸ τους πολίτες της Ἀλεξάνδρειας ποῦ παρακολουθοῦσαν τα γεγονότα, ἐνῶ οἱ σωματοφύλακές του τρομοκρατημένοι ἀπὸ το πλῆθος τῶν καλόγερων τον εἶχαν ἐγκαταλείψει ἀβοήθητο.

Ο Ἀμμώνιος συνελήφθη τελικά καὶ ὁδηγήθηκε μπροστά στὸν Ὀρέστη. 
Ἐκεῖνος τον καταδίκασε σε βασανιστήρια ποῦ εἶχαν σὰν ἀποτέλεσμα τον θάνατό του. 
Ὁ Κύριλλος τότε ἔριξε καὶ ἄλλο λάδι στῆ φωτιά ἀνακηρύσσοντας τον Ἀμμώνιο σε μάρτυρα της Πίστης. 
Τελικά, μετριοπαθεῖς κύκλοι χριστιανῶν της πόλης ἔπεισαν τον Κύριλλο νὰ μὴ δώσει συνέχεια, ἐνῶ προσπάθησαν νὰ φέρουν κοντά, γιὰ μία ἀκόμη φορά, τους δύο ἄντρες.
Ὁ ἔπαρχος Ὀρέστης ὅμως δὲν ἔδειχνε καθόλου διατεθειμένος νὰ τα βρεῖ με τον πατριάρχη Κύριλλο.
 Ἔτσι, διάφοροι χριστιανικοί κύκλοι ἀρχίσαν να διαδίδουν πῶς αἰτιᾶ της ἐχθράς μεταξύ των δύο ἦταν ἡ Ὑπατία. 
Οἱ φῆμες αὐτὲς ξεκινοῦσαν μέσα ἀπὸ το ἴδιο το Πατριαρχεῖο, ἐφόσον οἱ ὑψηλὲς γνωριμίες καὶ ἐπιρροές της Ὑπατίας ὁπωσδήποτε δυνάμωναν τον Ὀρέστη καὶ στεροῦσαν τον Κύριλλο ἀπὸ τις θεοκρατικές βλέψεις του.
Ἐπίσης, ὅπως ἀναφέρει ὁ Σουίδας, ὁ Κύριλλος φθονοῦσε θανάσιμα την Ὑπατία ἐπειδή ἡ φιλόσοφος ἀπολάμβανε το σεβασμό της Ἀλεξανδρινῆς ἐλίτ, χαρά ποῦ δὲν εἶχε ἐκεῖνος:
 «Ὁ Δαμάσκιος, ποῦ ἤξερε   πολύ περισσότερα γιά τὴ σημαντική θέση της Ὑπατίας στὴν Ἀλεξάνδρεια ἀπ’ ὅ,τι ἐμεῖς, δὲν δίστασε νὰ ἀσχοληθεῖ με αὐτὸ το θέμα: ἀναφέρει περιληπτικά ἀλλὰ κατηγορηματικά ὅτι ὁλόκληρη ἡ πόλη την ἀγαποῦσε καὶ την ἐκτιμοῦσε. 
Εἶχε ἐπίσης δεχτεῖ σωρεία δημοτικῶν διακρίσεων.
 Ὁ Κύριλλος δὲν μποροῦσε οὔτε νὰ ὀνειρευτεῖ τέτοια ἀφοσίωση. ἦταν ἀνεπιθύμητος καὶ ἀντιπαθής ἀπὸ την πρώτη στιγμή ποὺ ἀνέλαβε την ἐπισκοπή. Εἶχε ἀντιληφθεῖ τις ἀδυναμίες του καὶ φοβόταν ὅτι θὰ ἔχανε τὴ μάχη με τον Ὀρέστη. 
Ἤξερε ὅμως ἐπίσης ὅτι εἶχε την ὑποστήριξη του κλήρου, τῶν μοναχῶν, ὁρισμένων μελῶν της πνευματικῆς ἐλίτ (ὅπως ὁ Ἱέραξ) καὶ ἴσως του δημοτικοῦ συμβουλίου. Τέλος, μποροῦσε νὰ βασίζεται στὸ πολλῶν πλῆθος ποὺ τον εἶχε βοηθήσει στὴν καταστροφή τῶν ἑβραϊκῶν κατοικιῶν»
 [19]. Ἄρχισε λοιπόν ἀπὸ την πλευρά του Κύριλλου ὅ πόλεμος της συκοφαντίας καὶ της λάσπης. 
Ὁ Ἰωάννης Νικίου [20] ἀναφέρει ὅτι την παρουσίαζαν σὰν μάγισσα καὶ την κατηγοροῦσαν γιὰ ἄσκηση μαύρης μαγείας. 
Ἐκείνη την ἐποχῆ δὲ, ἡ ἐνασχόληση με τα μαθηματικά καὶ την ἀστρονομία ταυτιζόταν ἀπὸ τους χριστιανούς με τὴ μαγεία. Καὶ ὅπως σημειώνει ὁ Σουίδας στὸ λῆμμα Ὑπατία, «τούτε δὲ πέπονθε διὰ φθόνον καὶ την ὑπερβάλλουσαν σοφίαν, καὶ μάλιστα εἰς τα περί ἀστρονομίαν».
Ἔτσι, οἱ ἁπλοϊκοί ἄνθρωποι της Ἀλεξάνδρειας, ἀρχίσαν νὰ μαθαίνουν τρομερές φῆμες, ὅτι δηλαδή ἡ πασίγνωστη φιλόσοφος ἦταν στὴν πραγματικότητα μία ἀποτρόπαια ἀγγελιαφόρος της κόλασης, «ἀφοσιωμένη πάντα στὴ μαγεία, στοὺς ἀστρολάβους καὶ στὰ ὄργανα της μουσικῆς». 
Ἀπὸ τὴ λάσπη δὲν ξέφυγε οὔτε ἡ μνήμη του πατέρα της, τοῦ ὁποίου τα ἀστρονομικά συγγράμματα καὶ οἱ κατασκευές ὀργάνων ἀστρονομίας παρουσιάζονταν ὡς ἀποδείξεις μελέτης καὶ ἄσκησης μαγείας, καὶ ἔτσι προσπαθοῦσαν νὰ πείσουν τους ἀφελεῖς πιστούς, ὅτι ἡ μαύρη μαγεία ἦταν περίπου οἰκογενειακή τους ὑπόθεση!
Μέσα σε ὅλα αὐτὰ, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἰωάννης Νικίου, ἀρχίσαν νὰ λένε πῶς εἶχε μαγέψει τον ἔπαρχο Ὀρέστη: «μάγεψε πολλούς με τα διαβολικά της τεχνάσματα. (…) Το πρῶτο της θῦμα ἦταν ὁ κυβερνήτης της πόλης, ὁ Ὀρέστης». 
Ἀκόμα καὶ ὥς ὑποστηρίκτρια τῶν Ἑβραίων, την ἐμφάνιζαν. Μετά ἀπὸ ὅλα αὐτὰ, ἀναμενόμενο ἦταν νὰ δημιουργηθεῖ καὶ ἡ ὁμάδα τῶν ἐκτελεστῶν, ὑπὸ τις εὐλογίες φυσικά του ἠθικοῦ αὐτουργοῦ πατριάρχη Κυρίλλου.
Ὁ Σωκράτης λέει ὅτι εἶχαν «ἄγριες διαθέσεις», ὁ Ἰωάννης Νικίου τους ἀποκαλεῖ «πλῆθος πιστῶν στὸ Θεό» καὶ ο Δαμάσκιος τους ὀνομάζει θηρία μᾶλλον, παρά ἀνθρώπινα πλάσματα 
[21]. Ἐπὶ κεφαλῆς της συμμορίας των δολοφόνων ἦταν ὁ Πέτρος ὁ λεγόμενος ἀναγνώστης, ἕνας κατηχητής δηλαδή.
Ὁδηγούμενος ἀπὸ τον Πέτρο, ὁ ὄχλος τῶν καλόγερων καὶ τῶν παραβολάνων, διέπραξε τὴ δολοφονία μία μέρα του Μαΐου του 415, δέκατο χρόνο της ὑπατείας του Ὀνωρίου καὶ ἕκτο του Θεοδοσίου Β΄, στὴ διάρκεια της Σαρακοστῆς. 
Της ἐπιτέθηκαν την ὥρα ποὺ γύριζε στὸ σπίτι της, στὸ δρόμο. Την ἔβγαλαν βίαια ἀπὸ την ἅμαξα της καὶ την ἔσυραν στὴν ἐκκλησία Καισάρειον. 
Ἐκεῖ, ἔσκισαν τα ροῦχα της καὶ ἀρχίσαν νὰ την τεμαχίζουν ζωντανή με θραύσματα ἀγγείων (ὄστρακα). Ὕστερα ἔσυραν τα μέλη της ἐξῶ ἀπὸ την πόλη, σε ἕνα μέρος ποῦ ὀνομαζόταν Κίναρον, καὶ τα ἔκαψαν!

Ὁ Ἰωάννης Νικίου, δὲν βλέπει τίποτα το μεμπτό στῆ δολοφονία της. Ὁ φόνος μίας μάγισσας δέν ἦταν τίποτα περισσότερο, γιὰ τον ἐν λόγῳ ἐπίσκοπο, ἀπὸ την πραγμάτωση της κοινῆς θέλησης τῶν χριστιανῶν καὶ του ἴδιου του Θεοῦ. Ἀναφέρει:
«Ὁρισμένοι χριστιανοί, ὁδηγούμενοι ἀπὸ τον Πέτρο, ἕναν ἄνθρωπο ἀπόλυτα πιστό στὸν Ἰησοῦ Χριστό, βγῆκαν ἀπὸ την πόλη σε ἀναζήτηση της Ἑλληνίδας. 
Την βρῆκαν καθισμένη σε μία (ἐπιβλητική) καρέκλα νὰ δίνει, κατά τα φαινόμενα, κάποια διάλεξη. Ἀπὸ ἐκεῖ την ἔσυραν στὴν ἐκκλησία ὁποῦ ἔσκισαν τα φορέματά της καὶ την κακοποίησαν. 
Ὕστερα την ἔσυραν μέσα στοὺς δρόμους της πόλης μέχρι νὰ πεθάνει. Τελικά μετέφεραν το σῶμα της σε μία τοποθεσία ποὺ λεγόταν Κίναρον, ὁπού το ἔκαψαν»
 [22]. Ὁ Μαλάλας ἐπίσης γράφει: «κατ’ ἐκεῖνον δὲ τον καιρόν παρρησίαν
 [23] λαβόντες ὑπὸ του ἐπισκόπου (Κυρίλλου) οἱ Ἀλεξανδρεῖς ἔκαυσαν φρυγάνοις αὐθεντήσαντες 
[24] Ὑπατίαν την περιβόητον φιλόσοφον»
 [25]. Ὁ Σουίδας (λῆμμα Ὑπατία) ἀναφέρεται στὸν βίαιο διαμελισμό του κορμιοῦ της καὶ στῆ δημόσια διαπόμπευση τοῦ πτώματός της: «αὐτὴ διεσπάσθη παρά τῶν Ἀλεξανδρέων, καὶ το σῶμα αὐτῆς ἐνυβρισθέν καθ’ ὅλην την πόλιν διεσπάρη».
Οἱ δολοφόνοι της, φυσικά, ἔμειναν ἀτιμώρητοι, ὅπως βεβαιώνει ὁ Δαμάσκιος καὶ προκάλεσαν μεγάλο ὄνειδος στὴν πόλη. 
Ὡστόσο, ἡ Ὑπατία, «το ἄχραντο ἄστρον της σοφῆς παιδεύσεως» ὅπως την ὑμνεῖ ὁ Παλλαδάς, δὲν εἶναι το μόνο ἐπωνύμῳ θῦμα ποῦ θρήνησε ἡ ἐπιστήμη στὸν ἀγῶνα της νὰ ἀναχαιτίσει το χριστιανικό μεσαίωνα.
[1] Παραβολάνοι: Σῶμα χειροδύναμων ἀντρῶν οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦσαν καθήκοντα σωματοφυλακῆς τοῦ πατριάρχη Ἀλεξάνδρειας.

[2] Θάρρος, παρότρυνση, φανερή κάλυψη.
[3] Βασανίζοντας, φονεύοντας, δολοφονῶντας.
[4] Ἰωάννης Μαλάλας, «Χρονογραφία», ἐκδόσεις «Ἡλιοδρόμιο», σελίδα 285, Ἀθήνα 2001.
[5] Θεοδοσιανός Κώδιξ, 9, 16.1-9 καὶ 10.
[6] Σουίδας, «Λεξικό», λῆμμα Θέων, σελίδα 540, ἐκδόσεις «Θύραθεν», Θεσσαλονίκη 2002.
[7] Σουίδας, «Λεξικό», λῆμμα Ὑπατία, σελίδα 1141, ἐκδόσεις «Θύραθεν», Θεσσαλονίκη 2002.
[8] Maria Dzielska, «Ὑπατία ἡ Ἀλεξανδρινή», σελίδα 135, ἐκδόσεις «Ἐνάλιος», Ἀθήνα 1997.
[9] Σουίδας, «Λεξικό», λῆμμα Ὑπατία, σελίδα 1141, ἐκδόσεις «Θύραθεν», Θεσσαλονίκη 2002.
[10] Maria Dzielska, «Ὑπατία ἡ Ἀλεξανδρινή», σελίδα 141, ἐκδόσεις «Ἐνάλιος», Ἀθήνα 1997.
[11] Maria Dzielska, «Ὑπατία ἡ Ἀλεξανδρινή», σελίδα 78, ἐκδόσεις «Ἐνάλιος», Ἀθήνα 1997.
[12] Maria Dzielska, «Ὑπατία ἡ Ἀλεξανδρινή», σελίδες 79-80, ἐκδόσεις «Ἐνάλιος», Ἀθήνα 1997.
[13] Ἀποσπάσματα ἀπὸ το ἔργο του Συνέσιου, «Πρὸς Παιόνιον ὑπὲρ το[Υ δώρου Ἀστρολαβίου».
[14] Maria Dzielska, «Ὑπατία ἡ Ἀλεξανδρινή», σελίδα 117, ἐκδόσεις «Ἐνάλιος», Ἀθήνα 1997.
[15] Πλούταρχος, «Περί Ἴσιδος καὶ Ὀσίριδος», 378A-B.
[16] W. H. C. Frend, «The Rise of Monophysite Movement Chapters in the History of the Church in the Fifth and Sixth Centuries», Cambridge, 1972.
[17] J. Rougé, «La politique de Cyrille d’ Alexandrie et le meurtre d’ Hypatie», Cristianesiono nella storia 11, (1990) σελίδες 487-488.
[18] Σωκράτης, «Ἐκκλησιαστική Ἱστορία», VII.7.
[19] Maria Dzielska, «Ὑπατία ἡ Ἀλεξανδρινή», σελίδες 169-170, ἐκδόσεις «Ἐνάλιος», Ἀθήνα 1997.
[20] Βλ. «Το Χρονικόν του Ἰωάννου, Ἐπισκόπου Νικίου».
[21] Βλ. Δαμασκίου Ἀποσπάσματα 102 καὶ «Epitome Fhotiana», στο «Damascii Vitae Isidori Reliquie», έκδοση C. Zintzen (Hildesheim, 1967).






Δεν υπάρχουν σχόλια: