Ἡ ἱστορία τῆς Ὡκεανίδαs Κλυτίαs καὶ τῆς ἀντίζηλο της Λευκοθόηs, εἶναι μὶα Ἱστορία ἔρωτα, στὴν ὁποῖα ἐνεπλάκησαν χωρὶς νὰ εὐθύνονται. Ἐρωτευομένη μὲ τὸν Ἡλιο η Κλυτία
κι ἐκεῖνος μαζί της, κάποια στιγμὴ τὴν ἄφησε γιὰ τὸν ἔρωτα της Λευκοθόησ, κόρης τοῦ βασιλιά τῆς Περσίασ , Ὅρχαμου καὶ τῆς Ἐυρυνόμηs. Μὰ οὔτε καὶ ὁ Ἥλιος εὐθυνόταν γι` αὐτήν την
προδοσία.
Την φλόγα τοῦ πάθους του την ἔβαλε ἡ Ἀφροδίτη, γιὰ νὰ τὸν ἐκδικηθεῖ ποῦ φανέρωσε στὸν σύζυγο της Ἥφαιστο καὶ τοὺς ἄλλους Ὀλύμπιουs την κρυφή ἐξωσυζυγικὴ της σχέση μὲ τὸν Ἄρη.
Γιὰ νὰ τὴν πλησιάση ὁ Ἥλιος μεταμορφώθηκε στὴ μητέρα της εἶπε νὰ διώξει τὶς φίλες της γιὰ νὰ τίς πεῖ ἕνα μυστικὸ. Τῆς ἐξομολογήθηκε τὸν ἔρωτα του κι ἐκείνη ἐνέδωσε .
Ἀπό το μυστικὸ ἔρωτα τοῦ Ἥλιου καὶ τῆς Λευκοθόηs γεννήθηκε ὁ Θερσάνοραs ὁ Ἀργοναύτης ἀπὸ τὴν Ἄνδρο.
Ἡ Κλυτία ἀπὸ ζήλεια , φανέρωσε τὴ ἱστορία στὸν πατέρα της κοπέλας, ποῦ τὴ φυλάκισε σὲ μία βαθιὰ καὶ σκοτεινὴ τάφρο , γειά νὰ μὴν βλέπει καθόλου το φῶς τοὺ ἀγαπημένου της Ἥλιου, μέχρι ποὺ πέθανε. Ὁ Ἥλιος τὴ λυπήθηκε καὶ μὴ μπορῶντας νὰ τὴ φέρει πίσω στὴ ζωὴ πότισε μὲ ἀρώματα καὶ νέκταρ, τὸν τάφο της καὶ ἔκανε το σῶμα της νὰ ἀποκτήσει ρίζες, απ΄ ὅπου ξεπετάχτηκε ὁ θάμνος ὅπου βγαίνει το λιβάνι.
Ἡ Λευκοθόη πέθανε ἀλλὰ ὁ Ἥλιος οὔτε ξαναγύρισε νὰ κοιτάξει τὴν Κλυτία. Ἡ Κλυτία τιμωρήθηκε καὶ αὐτὴ. Ἀπὸ τὴ θλίψη της μαράζωσε ἀλλὰ καθὼς μεταμορφώθηκε σὲ ἡλιοτρόπιο ,
στρέφει συνέχεια το πρόσωπο της πρὸς τὸν χαμένο ἐραστή, τὸ Ἥλιο. Ἐπειδὴ ἐγκαταλείφθηκε ἀπὸ τὸν Ἥλιο θέλησε νὰ πεθάνη ἀπὸ πείνα. Ἀλλὰ ὁ ἥλιος -- Ἀπόλλων τὴ μεταμόρφωσε σὲ ἡλιοτρόπιο.
Ἐκείνη ἔμηνε ἀσάλευτη κι ἀπότιστη γιά ἐννιά μέρες καί, σύμφωνα μὲ τίς <<Μεταμορφώσης>>
τοῦ Ὁβίδιου, ἡ κοπέλα μεταμορφώθηκε σὲ φυτὸ ἀκολούθει πιστά ὅσο κανένα τὴν πορεία τοῦ Ἥλιου, κάθε μέρα, στρέφοντας ἀργά –ἀργά τὸ κεφάλι του ὅσο ἐκεῖνος λάμπει ἀδιάφορα ἀπὸ πάνω του.
Το γνωστὸ μας ἡλιοτρόπιο.
Καὶ οἱ δύο κοπέλες παρέμεναν ριζωμένες στὴ γῆ , χωρίς καμία δυνατότητα ἀνύψωσης πρὸσ τὸν ἀγαπημένο Ἥλιο.
Τὸν ἔρωτα αὐτὸν τοῦ Ἀπόλλωνα με τὴ θνητή Λευκοθόη περιγράφει ὁ Ὀβίδιοs στὶς Μεταμορφώσεις τοῦ ( βιβλίο IV ). Ὁ Ὀβίδιοs ἀφηγεῖται :
'Ναί αἱ φλόγαι σου φθάνουν ὡς την ἄκρην τις γῆς μὰ κι ἐσὺ ὁ ἴδιος καίγεσαι ἀπὸ νέα φλόγα.
Τὸ βλέμμα σου ὅλα πρέπει νὰ τα ἀγκαλιάζει μὰ σύ ἔχης τοὺς ὀφθαλμοῦs σου στρέψει εἷς Λευκοθόην καὶ δίνεις εἰς μία μόνο κόρην τὸ βλέμμα ποῦ ὅλος ὁ κόσμος ἀποζητεῖ.
Ἄλλοτε ὑψωνόταν πολὺ νωρὶς εἰς την ἀνατολήν κι ἄλλοτε καθυστεροῦσε νὰ δύση διὰ νὰ τὴν βλέπη. Παρατείνοντας τὰς ἡμέρας τοῦ χειμῶνος. Ἄλλοτε φόβον εἶχε εἰς την καρδίαν του καὶ τοῦτο ἐμόλυνε τάς λαμπρᾶς του ἀκτῖνας προκαλῶντας φόβον εἰς τοὺς ἀνθρώπους. Νὰ θάψουν ζωντανὴ την κόρην ὑπὸ σωρῶν ἄμμου. Ὁ Ἥλιος καταφθάνει καὶ προσπαθεῖ νὰ ξαναδώση ζωὴν εἰς την ἀγαπημένη του. Μόνον ὁ θάνατός τοῦ υἱοῦ του, Φαέθοντος τοῦ εἶχε προκαλέση ἀνάλογον πόνον. Αλλ' ἡ Λευκοθόη εἶχε συνθλίφθει ἀπὸ τὸ βάρος τῆς γῆς καὶ δέν ἠδύνατο νὰ ἐγερθῆ.
Τότε Ὁ Ἥλιος ἄλειψε τὸ σῶμα μὲ νέκταρ καὶ εἶπε “ Θὰ φθάσεις εἰς τὸν οὐρανό” τότε τῇ θέσει της ἐφύτρωσε θάμνος τοῦ ὁποῖου το προϊόν καιόμενον φθάνει εἰς τὸν οὐρανόν. Πρόκειται διὰ τὸν λίβανον , ἔξοχον θρησκευτῶν θυμίαμα. Ἔκτοτε Ὁ Ἥλιος ἀπέλειψε ἐκ τῆς καρδιᾶς του τὴν Κλυτίαν. Ἐκείνη λιώνοντας ἀπὸ θλῖψιν οὔτ' ἔτρωγε οὔτ' ἔπινε κατόπιν ἐννέα ἡμερῶν μεταμορφώθη εἰς τὸ φυτόνήλιοτρόπιον. Λέγεται δὲ ὅτι διαρκῶς φλέγεται ἀπὸ ἔρωτα διὰ τὸν θεὸν καὶ διὰ τοῦτον ὁ ἀνθὸς τοῦ Ἡλιοτροπίου στρέφεται καὶ ἀκολουθεῖ την πορειαν του ηλιου . το κάψιμο τοῦ λιβανιοῦ ὡς θυμιάματοσ ἀποδίδεται συμβολή στὴν πνευματική ἀνάταση καὶ ἀποτελεῖ ἀναπόσπαστο μέρος θρησκευτικῶν καὶ κοινωνικόν τελετῶν γιὰ χιλιετίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου