Οἱ Ὀλύμπιοι θεοί, ἐνῶ ἦταν πλασμένοι ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες μὲ ἀνθρώπινη μορφὴ καὶ ἀνθρώπινο σῶμα, διακρίνονταν γιὰ τὴν ἐξαιρετική τους ὀμορφιά. Τὰ μαλλιὰ καὶ τὸ πρόσωπό τους ἀκτινοβολοῦσαν καὶ ἡ μορφή τους μποροῦσε νὰ μαγέψει καὶ νὰ γαληνέψει καὶ τὰ πιὸ ἄγρια θηρία τῆς φύσης. Τὰ σώματά τους ἦταν ἁρμονικὰ πλασμένα μὲ τίς τελειότερες ἀναλογίες.
Ὅμως ἀνάμεσά τους ζοῦσε καὶ ἕνας θεὸς ποὺ ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀκατανίκητη δύναμή του καὶ τὴν ἀθανασία του, δὲν ἔμοιαζε καθόλου μὲ τοὺς ὑπόλοιπους. Αὐτὸς ἦταν ὁ Ηφαἱστος, ὁ θεος προστάτης τῆς φωτιᾶς, τῆς σιδηρουργίας τῶν πέτρινων κατασκευῶν καὶ τῆς γλυπτικῆς. Γιος του Δία καὶ τῆς Ἥρας ἀπὸ τὴ γέννηση τοῦ ἀκόμη γνώρισε τὴν ἐγκατάλειψη, τὸν ἐκδιωγμὸ καὶ τὴν περιφρόνηση.
Ὁ Ἥφαιστος εἶναι ὁ πιὸ ἄσχημος ἀπὸ τοὺς θεούς, μαυριδερὸς καὶ κουτσὸς τόσο ποὺ ἡ ἀποκρουστική του ὄψῃ τὸν κάνει ἀνεπιθύμητο μεταξὺ τῶν ὑπολοίπων Ὀλύμπιων θεῶν. Παρουσιαζόταν μὲ παχιὰ καὶ μακριὰ γενειάδα, μὲ χοντρὰ καὶ ἄσχημα χαρακτηριστικά. Ἐπιπλέον, ἦταν κοντὸς καὶ χοντρός, μὲ ἀδύναμα πόδια ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ συγκρατήσουν εὔκολα τὸ βάρος του. Εἶχε δασύτριχο στῆθος καὶ τὰ μπράτσα του ἦταν τεράστια ἀπὸ τὴ συνεχῆ δουλειὰ στὸ ἐργαστήρι του.
Σχετικὰ μὲ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς του καὶ τὴν ἀναπηρία ποὺ ἀντιμετώπιζε στὸ πόδι του,δίνονται πολλὲς καὶ ποικίλες ἐξηγήσεις. Μιὰ παράδοση μᾶς ἀναφέρει ὅτι ἡ Ἥρα μόλις γέννησε τὸν Ἥφαιστο πάνω στὸν Ὄλυμπο,ζήτησε νὰ δεῖ τὸ μωρό της. Μόλις ὅμως ἀντίκρισε τὸ κουτσὸ καὶ μαυριδερὸ βρέφος ποὺ τῆς παρουσίασαν ἔγινε ἔξω φρενῶν. Πῶς ἦταν δυνατὸν νὰ γεννήσει αὐτή, μιὰ πανέμορφη θεά, ἕνα τόσο ἄσχημο μωρό; Σκέφτηκε ὅτι δὲ θὰ μποροῦσε μὲ κανένα τρόπο ν' ἀντιμετωπίσει τίς κοροϊδίες τῶν ὑπόλοιπων θεῶν καὶ τὰ εἰρωνικά τους γέλια.
Ἔτσι λοιπὸν ἅρπαξε μανιασμένη τὸ μωρὸ καὶ τὸ πέταξε ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο. Ὁ Ἥφαιστος κατέληξε στὸν Ὠκεανό. Ἐκεῖ τὸν βρῆκαν καὶ τὸν περιμάζεψαν ἡ Θέτιδα καὶ ἡ Εὐρυνόμη. Ὁ Ἥφαιστος πέρασε μαζί τους τὰ ἐννιὰ πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς του, σὲ μιὰ θαλάσσια σπηλιά, τὸ παλάτι τοῦ Νηρέα. Μὲ τὰ κοράλλια καὶ τὰ μαργαριτάρια ὁ Ἥφαιστος ἔφτιαχνε θαυμαστὰ κοσμήματα στὶς θεὲς ποὺ τὸν προστάτευαν. Ἔτσι τοὺς ἔδειχνε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη του.
Ἕνας ἄλλος μῦθος διηγεῖται ὅτι ὁ Ἥφαιστος ἔπαθε τὸ ἀτυχὲς γεγονὸς σὲ μεγαλύτερη ἡλικία. Ἦταν μιὰ μέρα, ὅπως πολλὲς ἄλλες, ποὺ τὸ θεϊκὸ ζευγάρι ὁ Δίας καὶ ἡ Ἥρα μάλωναν. Οἱ φωνὲς τῆς πρώτης θεᾶς ἀντηχοῦσαν σ' ὁλόκληρο τὸν Ὄλυμπο καὶ προκαλοῦσαν τὰ σχόλια τῶν ὑπολοίπων. Δὲν μποροῦσε νὰ διανοηθεῖ πῶς κατάφερε ὁ σύζυγός της, παρόλες τίς δικές της προσπάθειες νὰ τὸν παρακολουθεῖ συνέχεια, νὰ συνάψει ἐρωτικὲς σχέσεις μὲ μιὰ θνητή, τὴν Ἀλκμήνη. Τὸ χειρότερο ἀπ' ὅλα ἦταν ὅτι ἀπέκτησε μαζί της κι ἕνα γιο, τὸν Ἡρακλῆ. Ὁ Δίας ἄρχισε ν' ἀστράφτει καὶ νὰ βροντᾷ ἀπὸ τὰ νεῦρα του· δὲν ἄντεχε ἄλλο τὴν ἀρρωστημένη ζήλια τῆς Ἥρας.
Ὁ καημένος ὁ Ἥφαιστος σ' αὐτὸν τὸν τρικούβερτο καβγᾶ πῆρε τὸ μέρος τῆς μητέρας του. Ὁ πατέρας τοῦ τότε, θολωμένος καθὼς ἦταν ἀπὸ τὴν ὀργή του, ἅρπαξε τὸν ἄσχημο γιο του, ποὺ ποτὲ δὲν τὸν συμπάθησε πραγματικά, καὶ τὸν πέταξε μ' ὅλη του τὴ δύναμη κάτω ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο. Ὁ Ἥφαιστος μιὰ ὁλόκληρη μέρα στροβιλιζόταν στὴν ἀτμόσφαιρα καὶ τελικὰ κατέληξε μὲ ὁρμὴ πάνω στὴ Λῆμνο. Τὸ σῶμα του βρόντηξε σὲ κάποια βράχια τοῦ νησιοῦ καὶ ἀπὸ τότε ὁ Ἥφαιστος κουτσάθηκε γιὰ ὅλη του τὴ ζωή.
Γενικά, τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς του ὁ Ἥφαιστος ἔζησε μακριὰ ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο καὶ εἴτε ἀπὸ μόνος του, εἴτε μὲ τὴ βοήθεια κάποιου δασκάλου ἔγινε ὁ πρῶτος τεχνίτης ἀνάμεσα στοὺς θεούς. Οἱ γονεῖς του δὲν τὸν ἀντιμετώπισαν ποτὲ ὡς ἴσο μὲ τὰ ὑπόλοιπα παιδιά τους. Ὁ Ἥφαιστος ἦταν καλόκαρδος καὶ ὑπομονετικός, ὅμως πάντα σκεφτόταν τὴ συμπεριφορὰ τῶν γονιῶν του καὶ ἐκνευριζόταν· τὸν ἔπιανε τὸ παράπονο καὶ πολλὲς φορὲς ἔπαιρνε τὴν ἐκδίκησή του.
Ἐνδιαφέρον παρουσιάζει ὁ μῦθος στὸν ὁποῖο ὁ Ἥφαιστος στὴν γιορτὴ τῆς μητέρας του στὸν Ὄλυμπο, τῆς κατασκεύασε καὶ τῆς ἔδωσε ὡς δῶρο ἕναν ὁλόχρυσο θρόνο μὲ ἀνάγλυφες σκαλιστὲς παραστάσεις ἀπὸ τὴν ζωὴ τῶν θεῶν. Μόλις της τὸν πρόσφερε, ἡ Ἥρα ἀμέσως τὸν δοκίμασε μὲ μεγάλη χαρὰ καὶ ἱκανοποίηση ἀφοῦ ὅπως ἦταν γνωστό, οἱ κατασκευὲς τοῦ Ἡφαίστου δὲν εἶχαν ἰσάξιές τους. Πέρασε λίγη ὥρα καὶ ἡ Ἥρα ἄκουγε καὶ συνομιλοῦσε μὲ τοὺς ὑπολοίπους θεοὺς ἀπὸ τὸ νέο της θρόνο, ὅταν ὅμως θέλησε νὰ σηκωθεῖ διαπίστωσε πὼς κάτι τέτοιο τῆς ἦταν ἀδύνατο. Ὁ Ἥφαιστος τὴν εἶχε αἰχμαλωτίσει μὲ ἀόρατα δεσμὰ τὰ ὁποῖα κανεὶς ἄλλος δὲν ἦταν ἱκανὸς νὰ λύσει.
Αὐτὸ εἶναι τὸ δῶρο μου γιὰ ἐσένα μητέρα καὶ γιὰ τὴ ἀγάπη ποὺ μοῦ ἔδειξες ὅταν ἤμουν μικρός. Τί φταίω ἐγὼ ποὺ γεννήθηκα ἄσχημος καὶ μαυριδερὸς καὶ μὲ πέταξες ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο; τῆς εἶπε. Μάταια τὸν παρακαλοῦσε ἡ Ἥρα νὰ τὸν ἀπελευθερώσει, μάταια καὶ οἱ ὑπόλοιποι θεοὶ νὰ τὸν μεταπείσουν μαλώνοντας τον, μάταια καὶ ὁ Ἄρης θέλησε μὲ τὴν βία νὰ τοῦ ἀλλάξει γνώμη καθὼς ὁ Ἥφαιστος τὸν ἀντιλήφθηκε ἔγκαιρα καὶ τοῦ πέταξε ἕναν ἀναμμένο δαυλὸ κάνοντάς τον νὰ πάει καὶ νὰ κρυφτεῖ πίσω ἀπὸ τίς θεές.
Στὴ συνέχεια ἀποχώρησε γιὰ τὸ ἀγαπημένο του νησί, τὴν Λῆμνο ὅπου ὁ φίλος του ὁ Διόνυσος κατάφερε ἀφοῦ τον μέθυσε πρῶτα μὲ κρασὶ νὰ τὸν μεταπείσει καὶ νὰ ταξιδέψουν στὴ συνέχεια πείσω στὸν Ὄλυμπο. Ἐκεῖ ὁ Δίας ἀπαίτησε ἀπὸ τὸν Ἥφαιστο νὰ ἀπελευθερώσει τὴν μητέρα του καθὼς ὅπως τοῦ εἶπε παρατράβηξε τὸ ἀστεῖο.
Ὁ Ἥφαιστος του ἀπάντησε πὼς θὰ τὸ ἔκανε μὲ τὴν προϋπόθεση ὁ ἴδιος νὰ τοῦ ἱκανοποιοῦσε μία χάρη. Ἀφοῦ δέχτηκε ὁ Δίας, ὁ Ἥφαιστος ἔλυσε τὰ δεσμὰ τῆς Ἥρας καὶ τότε ζήτησε ἀπὸ τὸν Δία την χάρη ποὺ τοῦ ὑποσχέθηκε. Μπροστὰ σὲ ὅλους τοὺς θεοὺς ὁ Ἥφαιστος ζήτησε ἀπὸ τὸν Δία γιὰ γυναῖκα του τὴν Ἀφροδίτη. Ὅλοι σάστισαν, ὅλοι μείνανε ἔκπληκτοι, κανεὶς δὲν τὸ πίστευε ὁ πιὸ ἄσχημος ἄντρας νὰ παντρευτεῖ τὴν ὀμορφότερη θεά. Περισσότερο ἀπὸ ὅλους ντράπηκαν ἡ Ἀφροδίτη καὶ ὁ Δίας καθὼς ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ τιμήσει τὸν λόγο του. Ἔτσι ἡ θεὰ τοῦ ἔρωτα καὶ τῆς ὀμορφιᾶς ἔγινε σύζυγος τοῦ πιὸ ἄσχημου ἀπὸ τοὺς θεούς.
Ὁ Ἥφαιστος ἦταν ὁ θεϊκὸς σιδηρουργός. Κατασκεύαζε ὅπλα, παλάτια, κοσμήματα, ὅλα περίτεχνα καὶ σπουδαῖα. Τὸ παλάτι του στὸν Ὄλυμπο ὁλόχρυσο μὲ πολύτιμους λίθους στολισμένο. Τὰ δῶρα του στοὺς θεοὺς ἀσύλληπτης ἔμπνευσης καὶ ὀμορφιᾶς. Αὐτὸς δώρισε στὸν Δία τὴν αἰγίδα (ποὺ μετὰ ἔδωσε στὴν Ἀθηνᾶ) καὶ τὸ σκῆπτρο του, στὴν Δήμητρα τὸ δρεπάνι, στὸν Ἀπόλλωνα καὶ τὴν Ἄρτεμη τὰ χρυσᾶ τους βέλη, στὸν ἥλιο τὰ λαμπρό του ἅρμα καὶ στὸν Διόνυσο τὸ ὁλόχρυσο κύπελό του. Αὐτὸς κατασκεύασε τὰ ὅπλα τοῦ Ἀχιλλέα, ποὺ τοῦ ζήτησε ἡ μητέρα του ἡ Θέτιδα. Ἀκόμη, στὸν Ἥφαιστο ἀποδίδεται καὶ ἡ κατασκευὴ τοῦ Τάλου.
Ὁ Τάλως ἦταν ἕνα τεράστιο ἀνθρωπόμορφο, χάλκινο κατασκεύασμα τὸ ὁποῖο ὁ θεὸς δώρισε στὸν βασιλιᾶ τῆς Κρήτης Μίνωα. Ὁ Τάλως προστάτευε ὁλόκληρο τὸ νησὶ καθὼς μὲ τὰ τεράστια βήματά του ἦταν ἱκανὸς νὰ ταξιδεύει τόσο γρήγορα ποὺ λέγεται ὅτι ἔκανε τρεῖς φορές το γῦρο τοῦ κοσμου σὲ μία ἡμέρα. Ὁ προστάτης τῆς Κρήτης ποὺ κατάστρεφε μὲ τὴν καυτή του ἀνάσα ὅποιο ἐχθρικὸ πλοῖο στρεφόταν ἐνάντια στὸ νησὶ ἀπενεργοποιήθηκε τελικὰ ἀπὸ τοὺς Ἀργοναῦτες, οἱ ὁποῖοι στὸν γυρισμό τους ἀπὸ τὴν Κολχίδα καὶ μὲ τὴν βοήθεια τῆς μάγισσας Μήδειας, ἡ ὁποία τοῦ προκάλεσε σύγχυση, κατάφεραν νὰ τὸν τραυματίσουν στὸ πόδι, ἀπὸ ὅπου ἔτρεξε ἀπὸ τὴν μοναδική του φλέβα σὰν λιωμένο μέταλλο τὸ αἷμα του. Δὲν ἦταν ὅμως οἱ μόνες κατασκευές του.
Λιγότερο γνωστὲς εἶναι ἀκόμα οἱ :
Χρυσὲς Κηλήδονες
Ἦσαν χρυσᾶ κινούμενα ἀγάλματα κατασκευασμένα ἀπὸ τὸν Ἥφαιστο, εἴτε μὲ τὴν μορφὴ γυναικών,γυναικῶν, εἴτε δρυοκολάπτη, εἴτε μὲ μορφὴ παρόμοια τῶν Σειρήνων, ποὺ εἶχαν τὸ χάρισμα τοῦ τραγουδιοῦ καὶ εἶχαν δοθεῖ στὸν ναὸ τοῦ Ἀπόλλωνα στοὺς Δελφούς.
Ὁ Καυκασιος Ἀετός
ἦταν γιγάντιος χάλκινος ἀετός, κατασκευασμένος ἀπὸ τὸν Ἥφαιστο, ὁ ὁποῖος εἶχε ὡς ἀποστολὴ νὰ κατατρώγει τὸ ἀναπαραγόμενο συκώτι τοῦ Τιτᾶνα Προμηθέα, ὁ ὁποῖος εἶχε ἁλυσοδεθεῖ ἀπὸ τὸν Δία στὸν Καύκασο διότι εἶχε παραδώσει στοὺς θνητοὺς τὴν φωτιά.
Ὁ ἀετὸς ἄλλοτε περιγράφεται ὡς χάλκινο αὐτόματον κατασκευασμένο ἀπὸ τὸν Ἥφαιστο καὶ ἄλλοτε ὡς μέλος πλασμάτων γεννημένων ἀπὸ τὸν δαίμονα Ἔχιδνα. Στὰ «ἀδελφὰ» πλάσματα περιλαμβάνονται ὁ λέων τῆς Νεμέας καὶ ἡ Λερναία Ὕδρα.
Χρυσὸς & ἀργυρὸς κύων (σκύλος)
Κατασκευασμένοι ἀπὸ τὸν Ἥφαιστο, ἦσαν ζεῦγος σκύλων - φυλάκων (ἕνας χρυσὸς καὶ ἕνας ἀργυρὸς) ἀθάνατοι καὶ ἀγέραστοι οἱ ὁποῖοι εἶχαν ὡς ἀποστολὴ νὰ φυλᾶνε τὴν εἴσοδο τοῦ παλατιοῦ τοῦ βασιλέα τῶν Φαιάκων Ἀλκίνου (πατέρα τῆς Ναυσικᾶς).
Χάλκινοι Ταῦροι
Ζεῦγος χάλκινων ταύρων μὲ πύρινη ἀναπνοή, κατασκευασμένοι ἀπὸ τὸν Ἥφαιστο γιὰ τὸν βασιλέα τῆς Κολχίδας Αἰήτη. Ὑπῆρξαν ἀπὸ τοὺς ἄθλους τοῦ Ἰάσονα ὁ ὁποῖος προκειμένου νὰ πάρει τὸ χρυσόμαλλο δέρας, ἔπρεπε νὰ ζέψει τοὺς ἐν λόγῳ ταύρους καὶ νὰ σπείρει ἕνα χωράφι χρησιμοποιῶντας ὡς ἀλέτρι τὰ μαγικὰ δόντια τοῦ δράκοντα.
Χρυσὲς Κόρες
Ζεῦγος χρυσῶν πανέμορφων κορασίδων κατασκευασμένων ἀπὸ τὸν Ἥφαιστο, οἱ ὁποῖες διέθεταν τὸ χάρισμα τοῦ λόγου καὶ τῆς σκέψης, μὲ ἀποστολὴ νὰ ὑπηρετοῦν τὸν Ἥφαιστο στὴν Ὀλύμπια κατοικία του.
Καβειρικοὶ Ἵπποι
Ἦσαν ζεῦγος χάλκινων ἵππων μὲ πύρινη ἀνάσα κατασκευασμένοι ἀπὸ τὸν Ἥφαιστο, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ὡς ἀποστολὴ νὰ σύρουν τὸ ἅρμα τῶν Καβείρων.
Χρυσοῖ Τρίποδες
Ἀποτελοῦνταν ἀπὸ 20 χρυσοῦς αὐτοκινούμενους τρίποδες μὲ τροχούς, τοὺς ὁποίους εἶχε κατασκευάσει ὁ Ἥφαιστος προκειμένου νὰ μετακινοῦνται οἱ θεοὶ στὶς αἴθουσες τοῦ Ὀλύμπου κατὰ τὴν διάρκεια τῶν ἑορτῶν.
Ἡ Λῆμνος εἶναι ἕνα ἠφαιστειογενὲς νησὶ καὶ ἡ κυριότερη κορυφή του, ὁ Μόσυχλος, ἔγινε τὸ σημαντικότερο κέντρο τῆς λατρείας τοῦ Ἡφαίστου. Ὁ Ἥφαιστος εἶναι ἐξαιρετικὰ σημαίνων Θεός, καθὼς σχετίζεται μὲ τὴν φωτιὰ (νοητικὸ πῦρ -γνώση). Μπορεῖ ὁ Προμηθέας νὰ ἔκλεψε τὴ φωτιὰ (νοητικὸ πύρ -γνώση) γιὰ νὰ τὴ χαρίσει στοὺς ἀνθρώπους, δημιουργὸς ὅμως τόσο τῆς φωτιᾶς, ὅσο καὶ τῶν ἀνθρώπων, ἦταν ὁ Ἥφαιστος...
Ὁ Ἥφαιστος θεωροῦνταν ὁ θεὸς τῶν μεταλλουργῶν καὶ σιδηρουργῶν, οἱ ὁποῖοι διδάχθηκαν ἀπὸ αὐτὸν τὴν κατεργασία τῶν μετάλλων καὶ τὴ χρησιμοποίηση τῆς φωτιᾶς . Ὁ Ἥφαιστος λατρεύονταν στὴν Λῆμνο ὅπου βρισκόταν τὸ ἐργαστήρι τοῦ σιδηρουργοῦ-θεοῦ. Δὲν εἶναι φυσικὰ τυχαῖο πὼς στὴν Λῆμνο τελοῦνταν τὰ σεπτὰ καὶ πανάρχαια Καβείρια μυστήρια.
Σύμφωνα μὲ τὸν Λήμνιο συγγραφέα Φιλόστρατο, κατὰ τὴν διάρκεια τῶν Καβειρίων μυστηρίων, ἔσβηναν ὅλες τίς φωτιὲς ἐπὶ ἐννιὰ μέρες σὲ ὅλο τὸ νησί. Τὴν ἔνατη μέρα ἔφτανε στὸ λιμάνι ἕνα πλοῖο ποὺ τὸ εἶχαν στείλει στὴ Δῆλο γιὰ νὰ φέρει τὴ φωτιά. Τὸ περίμενε ἀνυπόμονα ἕνα μεγάλο πλῆθος ποὺ ὅλο τὸ διάστημα προσευχόταν. "Σὰν ἔφτανε τὸ πλοῖο στὸ λαὸ μοίραζαν τὴ φωτιά, ὄχι γιὰ τὴν καθημερινὴ χρήση, μὰ γιὰ τῶν τεχνιτῶν τὰ ἐργαστήρια, ἄρχιζε καὶ πάλι στὸν τόπο μιὰ νέα ζωή".
Δὲν εἶναι φυσικὰ ἐπίσης τυχαῖο, πὼς τὸ πῦρ ἀποτελοῦσε στὴν ἀρχαία - καὶ ὄχι μόνο - σκέψη, τὸ βασικὸ συστατικὸ δημιουργίας τοῦ σύμπαντος. Ὁ Πυθαγόρας δίδασκε λ.χ, πὼς ὅλα τὰ οὐράνια σώματα περιστρέφονται γύρω ἀπὸ ἕνα «κεντρικὸ πῦρ» μὲ ἁρμονία. Πιὸ συγκεκριμένα, σύμφωνα μὲ τὸ Ἰωάννη Στοβαῖο ( Ἀνθολόγιο) τὸ κοσμολογικὸ πρότυπο τοῦ Πυθαγόρειου Φιλόλαου:
«τοποθετεῖ τὸ πῦρ στὸ μέσον, στὸ κέντρο. Τὸ ὀνομάζει ἑστία τῶν πάντων, οἶκον τοῦ Διός, μητέρα τῶν θεῶν, βωμὸ καὶ συνοχὴ καὶ μέτρο φύσεως. Ἐπίσης τοποθετεῖ ἕνα δεύτερο πῦρ, ἀνώτατο ὅλων, ποὺ περιέχει μέσα του τὸν κόσμο. Τὸ κέντρο, λέει, εἶναι ἀπὸ τὴν φύση του πρῶτο, γύρῳ,γύρω ἀπ' αὐτὸ τὰ δέκα διαφορετικὰ σώματα ἐκτελοῦν τὸν ὁμαδικό τους χορό.»
Γιὰ αὐτὸ τὸν λόγο τὸ ἱερὸ πῦρ, συμβολιζόταν ἀπὸ τὴν ἱερὴ καὶ ἄσβεστη ἑστία κάθε βωμοῦ καὶ ναοῦ, ἀλλὰ καὶ οἰκιῶν. To ὄνομα τοῦ Ἡφαίστου, προέρχεται ἀπὸ τὴν ρίζα «ἀφ-» τοῦ δασυνόμενου ρήματος «ἅπτω», ποὺ σημαίνει «ἀνάβω, καίω», συνεπῶς Ἥφαιστος εἶναι «αὐτὸς ποὺ καίει, ὁ πύρινος». Σύμφωνα δὲ μὲ τὸν Σωκράτη (Πλάτων Κρατύλος περὶ ὀνομάτων), τὸ ὄνομα Ἥφαιστος σημαίνει ὁ φωτεινὸς ἀπὸ τὸ «Φαῖστος», προσλαμβάνοντας τὸ γράμμα Ἦτα.
Στὴν Λῆμνο τιμοῦσαν τὸν Ἥφαιστο καὶ ὡς θεὸ θεραπευτῆ. Δῶρο του γιὰ τὴν φιλοξενία τῶν Λημνίων ἦταν ἡ περίφημη θεραπευτικὴ Λημνία γῆ. Γιὰ αὐτὸ τὸν λόγο, ὁ Φιλοκτήτης ὁ διάσημος τοξοβόλος τῶν Ἑλλήνων κατὰ τὴν ἐκστρατεία τῆς Τροίας, ἀφέθηκε ἐδῶ, ὥστε νὰ γιατρευτεῖ ἀπὸ ἡ πληγὴ τοῦ ἀπὸ τὸ δάγκωμα φιδιοῦ μὲ τὴν Λημνία γῆ.
Ἡ συνεισφορὰ καὶ ὁ συμβολισμὸς τοῦ Ἡφαίστου τόσο στὴν θεϊκή, ὅσο καὶ στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία εἶναι ὑποτιμημένη...
Τὸ πῦρ, καὶ ἡ μεταλλουργία εἶναι ἐνδεικτικὰ τῆς σπουδαιότητας τῶν δυνάμεων ποὺ ἐκφράζει ὁ θεός, τὸ σημαντικότερο ὅλων ὅμως εἶναι ἡ ἀναπηρία τοῦ Θεοῦ. Πὼς μπορεῖ ἕνας θεὸς νὰ εἶναι κουτσός, ἔστω καὶ μετὰ ἀπὸ ἀτύχημα (στὴν πραγματικότητα τιμωρία);
Ἄς δοῦμε τί μᾶς ἀποκαλύπτουν οἱ ἀρχαῖες πηγές.
«Τὴν δική σας χίλια χρόνια πρὶν τὴν δική μας, παίρνοντας τὸ σπέρμα σᾶς ἀπὸ τὴν γῆ καὶ τὸν Ἥφαιστο, -Προτέραν μὲν τὴν πάρ᾽ ὑμῖν ἔτεσι χιλίοις ἐκ γῆς τε καὶ ἡφαίστου τὸ σπέρμα παραλαβοῦσαν ὑμῶν,» - λέγει ὁ αἰγύπτιος Ἱερέας στὸν Σόλωνα, ἀναφερόμενος στὴν πόλη τῶν Ἀθηνῶν.
(Τίμαιος, 23.d-e).
Τί θὰ ὑποστήριζε κανεὶς γιὰ τὴν δημιουργία τοῦ Ἡφαίστου;
Ἀλλὰ καὶ ὅτι εἶναι δημιουργός, εἶναι φανερὸ ἀπὸ τοὺς ἴδιους, οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι αὐτὸς ἔπεσε ἀπὸ ψηλά, ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο, μέχρι γῆς καὶ ὑμνοῦν ὅλες τίς ὑποδοχὲς τῶν ἐγκόσμιων θεῶν σὰν «ἡφαιστοτεύκτους». Ἄν, λοιπόν, ὑποστηρίζουμε ὅτι τὰ πράγματα ἔχουν ἔτσι, τοῦτος ὁ θεὸς θὰ εἶναι ὁ καθολικὸς δημιουργὸς «τῆς σωματοειδοῦς ἁπάσης συστάσεως», καὶ τὰς «ἐμφανεῖς ἕδρας προευτρεπίζων» [προετοιμάζει] τῶν θεῶν, συμπληρώνοντας τὰ πάντα γιὰ τὴν μία/ἑνιαία ἁρμονία τοῦ Κόσμου, γεμίζοντας ὅλα τὰ δημιουργήματα μὲ σωματικὴ ζωή, καὶ διακοσμῶντας καὶ συγκρατῶντας μὲ τὰ Εἴδῃ τὴ σκληρότητα καὶ τὴν πυκνότητα τῆς ὕλης. Γιὰ αὐτό, λοιπόν, λέγεται κι ἀπὸ τοὺς θεολόγους τῶν Ἑλλήνων ὅτι χαλκεύει (δουλεύει τὸν χαλκό), «ὡς στερεῶν καὶ ἀντιτύπωνἐργάτης», ἀλλὰ καὶ ἐπειδὴ «χάλκεος ὁ οὐρανὸς ὡς μίμημα ὢν τοῦ νοητοῦ», καὶ ὁ τοῦ οὐρανοῦ ποιητὴς (δημιουργὸς) χαλκουργός.
«Χωλεύειν δὲ ἀμφοτέροις τοῖς ποσίν» (είναι χωλός/κουτσός και τα δύο του πόδια), επειδή είναι δημιουργός των εσχάτων/τελευταίων όντων και τις προόδους του όντως Όντος – γιατί τέτοια είναι τα σώματα – και επειδή δεν μπορεί πλέον να προχωρήσει σε άλλη τάξη και επειδή είναι δημιουργός του σύμπαντος που δεν έχει σκέλη (πόδια), όπως θα πει ο Πλάτων στον «Τίμαιο, 34.a».
Λέγεται ὅτι πέφτει ἀπὸ ψηλὰ στὴ γῆ, ἐπειδὴ ἁπλώνει τὴ δημιουργία σὲ ὁλόκληρη τὴν αἰσθητὴ οὐσία. Εἴτε, λοιπόν, κάποιοι ὑποστηρίζουν ὅτι ὑπάρχουν φυσικοὶ Λόγοι (φυσικὲς λογικὲς ἀρχὲς) μέσα στὸ σύμπαν εἴτε σπερματικὲς ἀρχές, πρέπει νὰ ἀναγάγουμε τὴν αἰτία ὅλων αὐτῶν σὲ τοῦτον τὸν θεό. Γιατί αὐτὸ τὸ ὁποῖο δημιουργεῖ ἡ Φύση βυθιζόμενη μέσα στὰ σώματα, αὐτὸ διαπλάθει καὶ τοῦτος ὁ θεὸς μὲ τρόπο θεϊκό, κινῶντας τὴ Φύση καὶ χρησιμοποιῶντας τὴ σὰν ὄργανο γιὰ τὴν δική του δημιουργία. Γιατί καὶ ἡ ἔμφυτη θερμότητα προέρχεται ἀπὸ τὸν Ἥφαιστο καὶ παράγεται ἀπὸ αὐτὸν γιὰ τὴν σωματικὴ δημιουργία.
Τὴν καθολικὴ αἰτία, λοιπόν, τῶν γιγνομένων (γεννημένων) ὄντων ὁ Πλάτων, στὸν «Τίμαιο, 23d-e», τὴν ἀνήγαγε σὲ αὐτὸν τὸν θεό. Ἐπειδή, ὅμως, χρειάζονται καὶ ὕλη τὰ γιγνόμενα (γεννημένα) ὄντα - γιατί καὶ οἱ οὐράνιοι θεοὶ δανείζονται «μέρη ἀπὸ τὸ σύμπαν, τὰ ὁποῖα θὰ ἐπιστραφοῦν καὶ πάλι πίσω - μόρια ἐκ τοῦ παντὸς ὡς αὖθις ἀποδοθησόμενα», «Τίμαιο, 42e» - ,μὲ τρόπο πολὺ θαυμαστὸ τὴν ἔχει ὑποδείξει καὶ αὐτὴν μὲ τὴ γῆ.
Γιατί καὶ στὸ ἴδιο τὸ σπέρμα ὑπάρχουν λόγοι (λογικὲς ἀρχὲς) καὶ ὑπόστρωμα στὸ ὁποῖο αὐτὲς οἱ ἀρχὲς ἐφαρμόζονται, καὶ οἱ πρῶτες προέρχονται ἀπὸ τὴν τέχνη τοῦ Ἡφαίστου, ἐνῶ τὸ δεύτερο ἀπό τη γῆ, γιατί στὸ συγκεκριμένο πλατωνικὸ χωρίο ὡς γῆ πρέπει νὰ ἐννοήσουμε κάθε ὑλικὸ αἴτιο, ὄχι ἐπειδὴ οἱ Ἀθηναῖοι ἦταν αὐτόχθονες, ἀλλὰ ἐπειδὴ καὶ ὁλόκληρο τὴν γένεσιν συνηθίζουν νὰ τὴν ἀποκαλοῦν γῆ καὶ καθετὶ ὑλικὸ νὰ τὸ ἀποκαλοῦν γήινο, ἀναγκαστικά, λοιπόν, τὰ σπέρματα προέρχονται ἀπὸ τὴ γῆ.
Ὄργανο, λοιπόν, τοῦ Ἡφαίστου εἶναι τὸ πῦρ καὶ ὕλη ἡ γῆ, ἡ δια τοῦ πυρὸς κινούμενη καὶ ζωογονοῦσα, ἐνῶ ἡ ἴδια εἶναι «ἀπεψυγμένη» (παγωμένη). Γιὰ αὐτὸ καὶ στὸ συγκεκριμένο χωρίο ἔχει χρησιμοποιηθεῖ σὰν νὰ παίζει τὸν ρόλο τῆς ὕλης γιὰ τὸν Ἥφαιστο, καὶ γιὰ αὐτὸ ἔχει εἰπωθεῖ ὅτι τὸ σπέρμα τοῦ Ἡφαίστου μαζὶ μὲ τὴ γῆ πραγματοποίησε τὴ γέννηση τῶν Ἀθηναίων. Γιατί «καὶ κατὰ τὸν μῦθον ὁ ῞ηφαιστος ἐρῶν τῆςἈθηνᾶς ἀφῆκε τὸ σπέρμα εἰς γῆν» καὶ ἀπὸ ἐκεῖ βλάστησε τὸ τῶν Ἀθηναίων γένος.
Πάντα, λοιπόν, καὶ γενικὰ ὁ Ἥφαιστος εἶναι ἐρωτευμένος μὲ τὴν Ἀθηνᾶ, ἐπειδὴ μιμεῖται μὲ τὰ αἰσθητὰ ἔργα τὴ νοητική της ἰδιότητα. Καὶ αἱ «Αθηναϊκαὶ ψυχαὶ μάλιστα κατὰ ταύτην τοῦ ἡφαίστου τὴν ἐνέργειαν δέχονται τὰ ὀχήματα πάρ᾽ αὐτοῦ» καὶ «εἰσοικίζονται» [ἐγκαθίστανται] στὰ σώματα ποὺ λαμβάνουν ὑπόσταση ἀπὸ τοὺς Λόγους τοῦ Ἡφαίστου, οἱ ὁποῖοι ἔχουν λάβει τὰ συνθήματα (σύμβολα) τῆς Ἀθηνᾶς, καὶ ἀπὸ τὴν γῆ. Γιατί αὐτὸς εἶναι πρὶν ἀπὸ τὴν Φύση ὁ τελεστὴς (τελειοποιητὴς) τῶν σωμάτων, βάζοντας σὲ καθένα τους διαφορετικὸ σύμβολο τῶν θεῶν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου