Κυριακή 2 Απριλίου 2017

Η ΦΗΜΗ ΓΙΑ ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΤΗΣ ΚΙΟΥ ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ



Ταῖς Κίων παρθένοις ἔθος ἦν εἰς ἱερὰ δημόσια συμπορεύεσθαι καὶ διημερεύειν μετ’ ἀλλήλων, οἱ δὲ μνηστῆρες ἐθεῶντο παιζούσας καὶ χορευούσας. ἑσπέρας δὲ πρὸς ἑκάστην ἀνὰ μέρος βαδίζουσαι διηκονοῦντο τοῖς ἀλλήλων γονεύσι καὶ ἀδελφοῖς ἄχρι τοῦ καὶ τοὺς πόδας ἀπονίζειν. <τῶν μνηστήρων> ἤρων πολλάκις μιᾶς πλείονες οὕτω κόσμιον ἔρωτα καὶ νόμιμον, ὥστε τῆς κόρης ἐγγυηθείσης ἑνὶ τοὺς ἄλλους εὐθὺς πεπαῦσθαι. Κεφάλαιον δὲ τῆς ευταξίας τῶν γυναικῶν τὸ μήτε μοιχείαν μήτε φθοράν ανέγγυον ἐτῶν ἑπτακοσίων μνημονεύεσθαι παρ’ αὐτοῖς γενομένην.


ΕΡΜΗΝΕΙΑ


Ἦταν συνήθεια τῶν παρθένων της Κίου νὰ συμμετέχουν στὶς δημόσιες ἱερές ἐκδηλώσεις ὁμαδικά ὅλη την ἡμέρα. Οἱ μνηστῆρες τις παρακολουθοῦσαν νὰ παίζουν καὶ νὰ χορεύουν. Κατά το βραδάκι ἀποχωροῦσαν καὶ φρόντιζαν κάθε μία τους γονεῖς καὶ τους ἀδελφούς της πλένοντας ἀκόμη καὶ τα πόδια τους. Ἔτσι διατηροῦσαν τον ἔρωτα πολλῶν μνηστήρων σε μία, με νόμιμο καὶ κόσμιο τρόπο, ἀποφεύγοντας τον διασυρμό. Αὐτό ἐξασφάλιζε την κόρη νὰ ἐπιλέξη ἕνα, ἀποκλείοντας τους ἄλλους. Λέγεται ὅτι αὐτή ἡ συνήθεια τῶν γυναικών διατηρήθηκε χρόνια καὶ δὲν σημειώθηκε οὔτε μοιχεία οὔτε ἀπιστία πάνω ἀπὸ ἑπτακόσια χρόνια.



ΟΜΗΡΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ Εἰς Ἀφροδίτην



ΟΜΗΡΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ Εἰς Ἀφροδίτην

Αρχή

Μοῦσά μοι ἔννεπε ἔργα πολυχρύσου Ἀφροδίτης

Κύπριδος, ἥ τε θεοῖσιν ἐπὶ γλυκὺν ἵμερον ὦρσε

καί τ' ἐδαμάσσατο φῦλα καταθνητῶν ἀνθρώπων,

οἰωνούς τε διιπετέας καὶ θηρία πάντα,

5

ἠμὲν ὅσ' ἤπειρος πολλὰ τρέφει ἠδ' ὅσα πόντος·

πᾶσιν δ' ἔργα μέμηλεν ἐϋστεφάνου Κυθερείης.

τρισσὰς δ' οὐ δύναται πεπιθεῖν φρένας οὐδ' ἀπατῆσαι·

κούρην τ' αἰγιόχοιο Διὸς γλαυκῶπιν Ἀθήνην·

ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἔμπνευση στεῖλε μου, Μοῦσα νὰ πῶ, της χρυσοστόλιστης Ἀφροδίτης

της Κύπριας τα ἔργα, ποῦ καὶ γιὰ τους θεούς γλυκιά ἐπιθυμία ἐπέβαλε

ἀλλὰ καὶ δάμασε τις φυλές των πρόσκαιρων ἀνθρώπων,

ὅπως καὶ τῶν πουλιῶν πού πετοῦν, καὶ ὅλων τῶν θηρίων,

καὶ ὅλα ὅσα τρέφει ἡ στεριά, μαζί κι θάλασσα ἀκόμα.

Μὰ ὅλα αὐτὰ τα ἔκανε ἡ καλοστεφανωμένη (Ἀφροδίτη) τῶν Κυθῆρων

ποῦ κανείς δὲν δύναται νὰ της επιβληθεῖ, ἡ νὰ την ἐξαπατήσει

οὔτε καὶ με τα ὅπλα της Ἀθηνᾶς της κόρης του Δία της γλαυκομάτας.

ΕΡΝΗΝΕΥΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Κατεβαίνοντας στὴν γῆ ἡ Ἀφροδίτη πέρασε ἀπὸ τα Κύθηρα ποῦ νοοῦνται σάν οὐράνια περιοχή δυσπρόσιτη ἀπὸ τους ἀνθρώπους. Κατά τον ποιητή «τα Κύθηρα ποτέ δὲν θὰ τα βροῦμε... ἄν χάσουμε το πλοῖο γραμμῆς».

Σὰν Κυθέρεια Ἀφροδίτη λατρευόταν ἡ Οὐράνια Ἀφροδίτη ποῦ ἐνέπνεε τον ἀνώτερο ἔρωτα. Χαρακτηριστικό της Οὐράνιας (Κυθέρειας) Ἀφροδίτης το στεφάνι (στεφανωμένη).

Ἀπὸ κεῖ ὅμως ἡ θεά κατέληξε στὴν Κύπρο ὁποῦ ἐμφανίστηκε στοὺς ἀνθρώπους σὰν δαίμων της σαρκικῆς ἐπιθυμίας, ὅπως μποροῦσαν νὰ την ἀντιληφθοῦν, ἀναλογικά με το ἐπίπεδο της νόησής τους. Καὶ ὅλα αὐτά, ὅπως μας ἐξηγεῖ ὁ ὕμνος, εἶναι τεχνάσματα της Οὐράνιας Ἀφροδίτης, ποῦ ἡ δύναμή της εἶναι ἀπεριόριστη ἀκόμη καὶ μεταξύ τῶν θεῶν.

Ἀντίστοιχα με τον «κλέφτη» Ἔρμή ἡ τον «διασκεδαστή» Διόνυσο, κλπ. Σὰν Κύπρια, ἡ Παφία ἀντιστοιχεῖ στὴν Πάνδημο Ἀφροδίτη, γι αὐτὸ καὶ ὁ Πραξιτέλης την ἀπεικόνισε με το ὁλόγυμνο μοντέλο της Φρύγης, σύμφωνα με σχετική διευκρινιστικό ἐπίγραμμα του Πλάτωνα. Γιατί ἡ ἀρχὴ της Ἑλληνικῆς μυσταγωγίας, ξεκινᾶ ἀπὸ κάποια ποταπή συνήθεια του μύστη, ἀπὸ την ὁποία ὁ μυσταγωγός τῶν ὁδηγεῖ βαθμιαία σε ἀνώτερες πράξεις.
Αποτέλεσμα εικόνας για ΟΜΗΡΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ Εἰς Ἀφροδίτην

Σάββατο 1 Απριλίου 2017



ΑΠΡΙΛΟΣ

ΜΟΥΝΙΧΙΩΝ (ΑΘΗΝΑΙ ΑΤΤΙΚΗ )

ΑΡΤΕΜΙΣΙΟΣ ( ΣΠΑΡΤΗ

ΜΟΥΝΙΧΙΩΝ ὁ δέκατος μὴν παρὰ Αθηναίοιs. Ἐν δὲ τούτῳ Ἀρτέμιδι ἔθυον Μουνυχία { Φωτίου Λεξικὸν }

Μουνιχιὼν ἦταν ὁ δέκατος μῆνας τῶν Ἀθηναίων. Κατὰ αὐτὸν τὸν μῆνα θυσίαζαν στὴν Μουνυχία Ἄρτεμιν. ( Μουνυχία εἶναι η Σημερινὴ περιοχὴ τῆς Καστελλασ στὸν

Πειραιᾶ, ὁπού ὑπῆρχε καὶ ἱερό τῆς Θεᾶς }.

ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ '' ΜΟΥΝΥΧΙΑ '

'

Πρότερον ὁ Πειραιεὺς νῆσος, ὅθεν καὶ τοὔνομα εἴληφεν ἀπὸ διαπερᾶν.

Οὗ τα ἄκρα Μούνυχοs κατασχὼν μουνυχίαs Ἀρτέμιδοs ἱερόν ἱδρύσατο. {Παυσανίου } << Αττικῶν ὀνομάτων συναγωγή >> Λεξικὸν Σουΐδα

Στὴν ἀρχὴ ὁ Πειραιεύς ἦταν ἕνα νησί, ἀπό ὅπου πῆρε καὶ τὸ ὄνομα του, ἀπό τὸ διαπερνῶ ( διότι ἔπρεπε νὰ διαπερασησ τὴν Θάλασσα.) Ἀφοῦ ὁ Μούνυχοs κατέλαβε

τὰ ἄκρα του ἵδρυσε ἱερό τῆς Μουνυχίαs Ἀρτέμιδοs

Μουνυχία τόπος παραθαλάσσιος ἐν τὴ Ἀττική. ἙλλΆνικοs δὲ ὠνομάσθαι φησίν ἀπό Μουνυχου τινὸς βασιλέως, τοῦ παντακλέουσ, ὅς Μουνυχίασ Ἀρτέμιδοσ ἱερόν ιδρύσατο [ Λεξικὸν Σουΐδαs ]

Μουνυχία Τόπος παραθαλάσσιος στὴν Ἀττική. Ὁ Ἑλλάνικοs ἀναφέρει ὅτι ὠνομάσθηκε

ἔτσι ἀπό κάποιον βασιλέα Μούνυχο, γυιὸ τοῦ Παντακλέουs ὁ ὁποῖοs ἵδρυσε ἱερό τῆς Μουνυχίαs Ἀρτέμιδοs ]

Παρασκευή 31 Μαρτίου 2017

ΠΛΑΤΩΝΟΣ



ΠΛΑΤΩΝΟΣ

῾Η Παφίη Κυθέρεια δι' οἴδματος ἐς Κνίδον ἦλθε

βουλομένη κατιδεῖν εἰκόνα τὴν ἰδίην.

πάντῃ δ' ἀθρήσασα περισκέπτῳ ἐνὶ χώρῳ

φθέγξατο „Ποῦ γυμνὴν εἶδέ με Πραξιτέλης;”
Πραξιτέλης οὐκ εἶδεν, ἃ μὴ θέμις, ἀλλ' ὁ σίδηρος
ἔξεσεν, οἷά γ' ῎Αρης ἤθελε, τὴν Παφίην.
ΠΛΑΤΩΝΟΣ
Οὔτε σε Πραξιτέλης τεχνάσατο οὔθ' ὁ σίδαρος
ἀλλ' οὕτως ἔστης ὥς ποτε κρινομένη.


Ο ΠΛΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΑ ΑΦΟΔΙΤΗ


ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Η θεά της Πάφου καὶ τῶν Κυθήρων ἦλθε σὰν κῦμα θαλάσσης

γιὰ νὰ δεῖ το ἄγαλμα ποῦ της ἀφιέρωσαν στὴν Κνίδο.

Κι ἀφοῦ θυμήθηκε ὅλους τους τόπους ποῦ πῆγε

Ἀπόρησε: «Πού με εἶδε ἔτσι γυμνή ὁ Πραξιτέλης;».

Δὲν χρειαζόταν νὰ σε δεῖ κυρά ὁ Πραξιτέλης, ἀλλὰ με την σμίλη του

φανέρωσε αὐτὰ ποῦ φανταζόταν ὅτι ἤθελε ἀπὸ σένα ὁ Ἄρης στὴν Πάφο.

Ἐσένα θεά δὲν σε φανερώνει οὔτε ὁ Πραξιτέλης, οὔτε ἡ σμίλη του



ἀλλά ἡ παμπάλαια φαντασία τῶν ἀνθρώπων





Πέμπτη 30 Μαρτίου 2017

Ἡ σφαγή της Χίου καὶ ἡ σύνδεση με το σήμερα

 

Η σφαγή της Χίου και η σύνδεση με το σήμερα 

ΒΙΝΤΕΟ


Στὶς 30 Μαρτίου του 1822 οἱ μουσουλμᾶνοι κατακτητές σφαγιάζουν τους κατοίκους της Χίου.

Εἶχε προηγηθεῖ ὁ ξεσηκωμός του νησιοῦ στὶς 11 Μαρτίου 1822, με την ἀπόβαση ἐκστρατευτικοῦ σώματος Σαμιωτῶν.

Οἱ στρατιῶτες του Ἀλλὰχ (ντόπιοι καὶ ἄλλοι ποὺ εἶχαν ἔλθει ἀπὸ την Ἀσία) κλείστηκαν ἀρχικὰ στὸ κάστρο. Στίς 30 Μαρτίου ἔφθασε ὁ ὀθωμανικός στόλος ὁ ὁποῖος ἔλησε την πολιορκία καὶ ἄρχισε τῇ σφαγή του ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ με την συμμετοχή καὶ ἀτάκτων μουσουλμάνων ποὺ κατέφθαναν ἀπὸ τις ἀκτὲς της Μ. Ἀσίας με κάθε εἴδους πλεούμενο.

Ἄραγε θὰ ζήσουμε παρόμοιες εἰκόνες σήμερα, ὁποῦ μουσουλμᾶνοι ἀπὸ την Ἀσία, την Ἀφρική καὶ την Τουρκία ἔρχονται κατά ἑκατοντάδες ἀπὸ την γείτονα;




Τετάρτη 29 Μαρτίου 2017

Ο ΑΠΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ ΣΤΙΣ "ΒΑΚΧΕΣ" ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ.



Ἀρχὴ

ΔΙΟΝΥΣΟΣ
Ἥκω Διὸς παῖς τήνδε Θηβαίαν χθόνα
Διόνυσος, ὅν τίκτει ποθ’ ἡ Κάδμου κόρη
Σεμέλη λοχευθεῖσ’ ἀστραπηφόρωι πυρρὶ.
Μορφὴν δ’ ἀμείψας ἐκ θεοῦ βροτησίαν
Πάρειμι Δίρκης νάμαθ’ Ἰσμηνοῦ θ’ ὕδωρ.
ὁρῶ δὲ μητρὸς μνῆμα τῆς κεραυνίας
τὸδ’ ἐγγὺς οἴκων καὶ δόμων ἐρείπια
τυφόμενα Δίου πυρὸς ἔτι ζῶσαν φλόγα,
ἀθάνατον Ἥρας μετὲρ’ εἰς ἐμὴν ὕβριν.

ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Νάμαι ἐγὼ, ὁ γιός του Δία, σε αὐτὴν την χώρα της Θήβας,

ὁ Διόνυσος, ποὺ κάποτε με γέννησε η Σεμέλη,

ἡ κόρη του Κάδμου, γιατί ἔμεινε ἔγκυος ἀπὸ φλόγα ἀστραπῆς.

Καὶ πῆρα (ὑγρὴ), ἀνθρώπινη μορφή, ἀπὸ τον θεό,

σὰν νὰ συνάντησα τὴ Δίρκη, κι ἔγινα ἐγὼ ποτάμι, ὅπως ὁ ἰσμηνός.

Καὶ βλέπω στὸ μνῆμα της μητέρας μου την δύναμη του κεραυνοῦ,

αὐτὸ ἐδῶ, κοντά στὰ ἐρείπια τῶν σπιτιῶν καὶ των κτισμάτων

πού φλέγονται ἀκόμη ἀπὸ την ἄσβεστη φλόγα του Διός,

ὑπομένοντας την ἀθάνατη ὀργὴ της μητέρας Ἤρας.

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ

Α) Η Δίρκη ἦταν βασίλισσα της Θήβας καὶ κατεδίωξε την ἀνεψιὰ της Ἀντιόπη, ἐπειδὴ εἶχε μείνει ἔγκυος ἐκτὸς γάμου, καὶ τη βασάνισε. Τα παιδιά της Δίρκης ἦταν ἀπὸ τον Δία ποῦ την βοήθησε νὰ τα γεννήσει σε μιά σπηλιά, καὶ αὐτὰ ὅταν μεγάλωσαν τιμώρησαν την Δίρκη καὶ τον σύζυγό της βασιλιά της Θήβας.

Ἔτσι παρέμειναν σὰν ἥρωες της Θήβας καὶ βασιλεῖς της.

Ὁ Εὐριπίδης ἔγραψε την σχετική με τον μῦθο τραγωδία «Ἀντιόπη» ποῦ δὲν σώζεται.

Β) Ο Ιἰσμηνός ἦταν γιός της Νιόβης ποῦ σκότωσε τα παιδιά της ὁ Ἀπόλλων γιὰ την προσβολή της στὴν Λητώ. Ο ἰσμηνός ἔγινε ποταμός με το ὁμώνυμο ὄνομα.

Ἄλλη ἐκδοχὴ θέλει τον ἰσμηνός τιτᾶνα γιό του Ὠκεανοῦ καὶ της Τηθύος.

Γ) Οἱ θεϊκές ὀντότητες εἶναι αἰθερικές, καὶ ὁ Διόνυσος παραπονεῖται ἐδῶ ὅτι ἄν καί παιδί του Δία του ἔδωσε ὁ θεός μορφή ἀνθρώπινη (ὑγρὴ).

Αὐτό συμβαίνει σε δαιμονικά ὄντα ποῦ ἔχουν εἰδικὸ προορισμό καὶ ὅταν τον ἐπιτελέσουν ἀποθεώνονται. Ὅπως ὁ Ἡρακλῆς.

Δ) Ο Διόνυσος ἦταν ἀνώτερος δαίμων στὴν κυριαρχία της Δήμητρας ἡ της μούσας Θάλειας, ὅπως μας ἐπεξηγεῖ ἀλλοῦ ὁ Πλούταρχος. Σκοπός του νὰ ὁδηγήσει τους θνητούς, ἀπὸ τις κατώτερες σφαῖρες ὁπού καὶ τους συναντοῦσε σὰν ἄνθρωπος διασκεδαστής (ἀγαθοδαίμων) γιὰ νὰ τους ὁδηγήσει σε ἀνώτερους (θείους) κόσμους.

Ἡ Δήμητρα ἦταν συνήθως ἡ θεά των πόλεων καὶ ἡ Θάλεια τῶν χωρικῶν στὶς ἱερὲς τελετές της ἀναγέννησης της Φύσεως. Με την ἴδια θεία ὑπόσταση.

Ὑπάρχουν ὁμοιότητες του Διόνυσου με τον Κρίσνα, ἀλλὰ ὁ τελευταῖος ἀφορᾶ την μονοθεΐα.

Ἄγαλμα Διόνυσου μυσταγωγού.
Φωτογραφία του Nikos Soldatos.






Τρίτη 28 Μαρτίου 2017

Το Ἐρεχθείο εἶναι από τους πιο ιδιόρρυθμους ναούς της ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας.



Το Ἐρεχθείο εἶναι από τους πιο ιδιόρρυθμους ναούς της ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας. Η ὀνομασία του, ποῦ παραπέμπει στὸ μυθικό βασιλιά της Ἀθήνας Ἐρεχθέα, εἶναι μεταγενέστερη καὶ ἀναφέρεται μόνο στὸν Παυσανία (ἐστί δὲ καὶ οἴκημα Ἐρεχθεῖον καλούμενον, 1, 26,5) καὶ στὸν Πλούταρχο (843Ε). Παλαιότερα ἦταν γνωστός με την ὀνομασία ὁ νεώς ὁ ἀρχαῖος της Ἀθηνᾶς ἡ ἁπλούστερα ὁ ἀρχαῖος νεώς ἢ περιφραστικά ὁ νεώς ὁ ἕν πόλει ἐν ὦ το ἀρχαῖον ἄγαλμα, ἀφοῦ κτίστηκε στὴ θέση του παλαιότερου ναοῦ της Ἀθηνᾶς.

Προβληματική παραμένει ἡ χρονολόγηση του ναοῦ. Ὑπάρχουν δύο διαφορετικές ἀπόψεις. Σύμφωνα με την πρώτη ὁ ναός κτίστηκε κατά τὴ διάρκεια του πελοποννησιακοῦ πολέμου, ἀνάμεσα στὸ 421 με 406 π.Χ., με μία πιθανή διακοπή γύρω στὸ 413 π.Χ. ἐξ αἰτίας της ἥττας στὴ Σικελική Ἐκστρατεία. Σύμφωνα με τὴ δεύτερη ἄποψη ποῦ τὴ διατύπωσε ὁ W. Dorpfeld, ἡ ἀνεγέρσει ξεκίνησε ἀνάμεσα στὸ 438 - 431 π.Χ. Ο ναός ἀποτελοῦσε μέρος του οἰκοδομικοῦ προγράμματος του Περικλῆ, μαζί με τον Παρθενῶνα καὶ τα Προπύλαια, με πιθανό ἀρχιτέκτονα τον Μνησικλή.

Ἀπὸ μία περιγραφή ποῦ βρέθηκε στὴν Ἀκρόπολη πληροφορούμαστε ὅτι κατά την ἐπανάληψη τῶν ἐργασιῶν ἀρχιτέκτονας Ἡ ἰδιορρυθμία του ναοῦ ὀφείλεται στὸ σχῆμα του ποῦ εἶναι διαφορετικό ἀπὸ το συνηθισμένο σχῆμα τῶν ἀρχαίων ναῶν καὶ ὀφείλεται:



α) στὴν ἀνωμαλία του ἐδάφους, μία καὶ το ἔδαφος δὲν ἦταν ἐπίπεδο,


β) στὸ γεγονός ὅτι στὸ κτίριο ἔπρεπε νὰ συμπεριληφθοῦν οἱ παλαιότερες λατρεῖες,

γ) οἱ μυστηριακοῦ χαρακτῆρα λατρεῖες ποῦ τελοῦνταν ἐπέβαλαν μία ἐντελῶς διαφορετική μορφή κτιρίου.



Ὁ ναός ἀρχικά ἦταν ἀφιερωμένος στὴ λατρεία τῶν δύο κύριων θεοτήτων της Ἀττικῆς, της Ἀθηνᾶς καὶ του Ποσειδῶνα (θεοί σύνναοι). Ὁ Ποσειδῶνας, ἄγνωστο σε ποῖα χρονική στιγμή, ταυτίστηκε με τον Ἐρεχθέα. Ὑπήρχαν βωμοί γιὰ τὸν Ἤφαην πρώτη χρονιά ἦταν κάποιος Φιλοκλής, ποῦ ἀντικαταστάθηκε τὴ δεύτερη χρονιά ἀπὸ τον Ἀρχίλοχο. ἱστὸ, τὸν Βούτο, ἐνῶ ἐδῶ κατοικοῦσε καὶ ὁ "οἰκουρός ὄφις". Το κτίριο στὴν ἀρχὴ πρέπει νὰ ἦταν χωρισμένο σε δύο μέρη, ἕνα ἀνατολικό καὶ ἕνα δυτικό. Ἡ ἀρχικὴ διαίρεση του ναοῦ δὲ μας εἶναι γνωστή, ἐξ αἰτίας τῶν ἀλλεπάλληλων μετατροπῶν στὸ πέρασμα των χρόνων.


Σύμφωνα με την Alexandra Lesk ο ναός καταστράφηκε ἀπὸ πυρκαγιά τον 3ο αἱ. π.Χ. ἡ ὁποία ἀκολουθήθηκε, πιθανῶς, ἀπὸ μεγάλου μεγέθους ἐπιδιορθώσεις, στὰ τέλη του 2ου αἱ. π.Χ. Παρεμβάσεις στὸ ναό ἴσως σημειώθηκαν καὶ κατά τὴ μετατροπή σε λατρευτικό χῶρο της Julia Domna στο 2ο αἱ. π.Χ.

Γύρω στὰ τέλη του 4ου αἱ. μ.Χ. ὁ λατρευτικός χῶρος του ἱεροῦ της Ἀθηνᾶς Πολιάδας ἑνοποιήθηκε με τους χώρους λατρείας του Βούτου καὶ του Ἡφαίστου σε ἐνιαίο χῶρο με κίονες, τον ὁποῖο κάλυπτε τοξοειδής θολωτή στέγη. Τον 6ο με 7ο αἰῶνα ὁ ναός μετατράπηκε σε κτίριο τύπου βασιλικῆς καὶ χωρίστηκε σε τρία κλίτη.



Μῦθοι σχετικοί με το Ἐρεχθείο


Μετά ἀπὸ λίγο ξέσπασε πόλεμος ἀνάμεσα στὴν Ἀθήνα καὶ την Ἐλευσῖνα. Οἱ Ἐλευσίνιοι ζήτησαν τὴ βοήθειά του. Ὁ Εὔμολπος με στρατό ἔφτασε ἔξω ἀπὸ την Ἀθήνα, διεκδικῶντας το θρόνο, ὡς γιὸς του Ποσειδῶνα. Στή σύγκρουση τῶν δύο στρατών νίκησε ὁ Ἐρεχθέας καὶ οἱ Ἐλευσίνιοι ἔγιναν ὑποτελεῖς τῶν Ἀθηναίων. Κράτησαν ὅμως το δικαίωμα νὰ γιορτάζουν τα Ἐλευσίνια Μυστήρια. Στὴ μάχη ἐπάνω ὁ Ἐρεχθέας σκότωσε τον Εὔμολπο. Ὁ Ποσειδῶνας ὀργίστηκε με τον Ἐρεχθέα καὶ ζήτησε ἀπὸ το Δία την τιμωρία του. Ο Δίας, ἐκπληρώνοντας την ἐπιθυμία του Ποσειδῶνα, σκότωσε τον Ἐρεχθέα με ἕνα κεραυνό. Σύμφωνα με ἄλλη παράδοση τον σκότωσε ὁ ἴδιος ὁ Ποσειδῶνας, χτυπῶντας τον στὸ κεφάλι με την τρίαινά του. Ἀπὸ τα πολλά χτυπήματα το κεφάλι του Ἐρεχθέα χώθηκε μέσα σε ἕνα .
χάσμα στὴ γῆ


Ὁ Κέκροπας

Ὁ Κέκροπας ἦταν πανάρχαια μορφή της Ἀττικῆς, αὐτόχθονας, γεννημένος ἀπὸ την ἴδια τὴ Γῆ, καὶ διφυής ὡς πρὸς τὴ μορφή, δηλαδή, ἀπὸ τὴ μέση καὶ πάνω ἦταν ἄνθρωπος καὶ ἀπὸ τὴ μέση καὶ κάτω φίδι. Παντρεύτηκε την Ἄγραυλο καὶ γέννησε μαζί της τον Ἐρυσίχθονα -ποῦ πέθανε νωρίς- την Ἄγραυλο (αὐτή ποῦ μένει στοὺς ἀγροὺς), την Ἔρση (δροσιά) καὶ την Πάνδροσο. Καθώς ἔγινε βασιλιάς, ὁ τόπος ποῦ μέχρι τότε ὀνομαζόταν Ἀκτική ἡ Ἀκτῆ, ἀπὸ το ὄνομα του Ἀκταῖου, μετονομάστηκε σε Κεκροπία. Ὁ Κέκροπας κατοίκησε πάνω στὸ βράχο, ἀφοῦ πρῶτα ἔκτισε τα τείχη. Ὅταν ἔφτασαν ἀπὸ τὴ θάλασσα οἱ Κάρες καὶ ἀπὸ τὴ στεριά οἱ Βοιωτοί, ὁ Κέκροπας, γιὰ νὰ τους ἀντιμετωπίσει, σκέφτηκε νὰ μαζέψει τους κατοίκους ποῦ ὡς τότε ζοῦσαν σκόρπιοι καὶ νὰ τους βάλει νὰ μείνουν σε χωριά ποῦ μετά τα ὀργάνωσε σε ἑνιαία πόλη. Με τους κατοίκους ἑνωμένους ἀντιμετώπισε τους εἰσβολεῖς.

Λένε πῶς τότε ἔκανε καὶ την πρώτη καταμέτρηση του πληθυσμοῦ· κάθε κάτοικος ἔπρεπε νὰ φέρει μαζί του μία πέτρα καὶ νὰ τὴ ρίξει σε ἕνα ὁρισμένο μέρος. Ἔτσι μπόρεσε καὶ τους μέτρησε καὶ ἀπὸ το γεγονός αὐτὸ ὀνομάστηκαν λαός (ἀπὸ τὴ λέξη λας = λίθος). Ὁ Κέκροπας παραβρέθηκε καὶ στὴ διεκδίκηση της Ἀθήνας ἀπὸ την Ἀθηνᾶ καὶ τον Ποσειδῶνα εἴτε ὡς μάρτυρας εἴτε ὡς δικαστής.



Ὁ Κέκροπας εἰκονίζεται στὰ ἀριστερά, μισός ἄνθρωπος μισός φίδι. Μαζί με την Ἀθηνᾶ παίρνει μέρος σε μία μυστική τελετουργία μπροστά στὴν ελιά.

τὰ χέρια του κρατάει μικρό ἀρνί γιά τὴ θυσία. Στὴ ρίζα της ἐλιᾶς βρίσκεται το κιβώτιο με τον ἐριχθόνιο, ποῦ ἡ Ἀθηνᾶ ἐμπιστεύτηκε στὶς θυγατέρες του.

Δεξιά μιά γυναῖκα, ἡ Ζευξίππη;)κρατάει τα ὅπλα της θεάς.

Ὁ Κραναός



Ὁ Κέκροπας πέθανε χωρίς νὰ ἀφήσει διαδόχους κι ἔτσι βασιλιάς στὴν Ἀθηνᾷ ἔγινε ὁ Κραναός. Ἦταν κι αὐτὸς αὐτόχθονας. Την ἐποχῆ της βασιλείας του ἔγινε ὁ κατακλυσμός του Δευκαλίωνα. Παντρεύτηκε την Πεδιάδα με την ὁποία ἀπέκτησε τρεῖς κόρες: την Κρανάη, την Κραναίχμη καὶ την Ατθίδα. Ἡ Ατθίδα πέθανε ὅμως νωρίς, γι' αὐτὸ ὁ Κραναός ὀνόμασε τὴ χώρα Ατθίδα ἡ Ἀττικὴ.

Ὁ Αμφικτύων



Ὁ Αμφικτύων ἦταν κι αὐτὸς αὐτόχθονας, ἄν καὶ λέγεται πώς ἦταν γιὸς του Δευκαλίωνα. Εἶχε παντρευτεῖ μία κόρη του Κραναού, ἀλλά αὐτὸ δὲν τον ἐμπόδισε νὰ διώξει τον πεθερό του ἀπὸ την ἐξουσία καὶ νὰ γίνει αὐτὸς βασιλιάς. Την ἐποχῆ της βασιλείας του ἦρθε στὴν Ἀθήνα ἡ λατρεία του Διονύσου, ποῦ την ἔφερε κάποιος Πήγασος ἀπὸ τις Ἐλευθερές. Σύμφωνα με την παράδοση ὁ Ἀμφικτύωνας φιλοξένησε ὁ ἴδιος το θεό καὶ ἐκεῖνος του ἔμαθε νὰ ἀνακατεύει το κρασί με το νερό. Η βασιλεία του Ἀμφικτύωνα δὲν κράτησε πολύ, γιατί διοικοῦσε τόσο ἄδικα την πόλη, ποῦ ὁ λαός ξεσηκώθηκε ἐναντίον του. Ἀρχηγός της ἐξέγερσης ἦταν ὁ Ἐριχθόνιος ποῦ ἐδίωξε τον Ἀμφικτύωνα ἀπὸ το θρόνο.

Ο Εριχθόνιος



Ὁ Ἑριχθόνιος ἦταν κι αὐτὸς αὐτόχθονας καὶ διφυής, ὅπως καὶ ὁ Κέκροπας. Μητέρα του ἦταν ἡ Γῆ καὶ πατέρας του ὁ Ἥφαιστος καὶ γεννήθηκε με ἕναν περίεργο τρόπο. Λένε, λοιπόν, πῶς τον καιρό ποῦ ὁ Ἥφαιστος ἦταν μόνος, γιατί τον εἶχε ἐγκαταλείψει ἡ Ἀφροδίτη, μπῆκε ἡ Ἀθηνᾶ στὸ ἐργαστήριό του, γιὰ νὰ του ζητήσει νὰ της φτιάξει νέα ὅπλα. Ὁ Ἥφαιστος μόλις εἶδε την Ἀθηνᾶ, ἔνιωσε δυνατή ἐρωτική ἐπιθυμία καὶ θέλησε νὰ ἑνωθεῖ μαζί της. Η θεά, ποῦ αἰσθανόταν ἀποστροφή γιὰ την ἐρωτική πράξη, τον ἀπέκρουσε κι ἔφυγε, ἐνῶ ἐκεῖνος την ἀκολουθοῦσε με δυσκολία. Κάποια στιγμή την πρόφτασε. Ἡ Ἀθηνᾶ τον κτύπησε με το δόρυ της, ἀλλὰ το σπέρμα του Ἥφαιστου ἔπεσε στὸ πόδι της. Τότε ἡ θεά πῆρε μία τούφα μαλλί, σκούπισε το πόδι της καὶ το πέταξε στὴ Γῆ.

Ἡ Γῆ γονιμοποιήθηκε καὶ γέννησε ἕνα ἀγόρι ποῦ το ὀνόμασαν Ἐριχθόνιο (ἀπὸ το ἔριο = μαλλί καὶ χθῶν = γῇ). Μόλις γεννήθηκε το παιδί, το πῆρε ἡ Ἀθηνᾶ νὰ το μεγαλώσει, κρυφά ὅμως ἀπὸ τους ἄλλους θεούς. Του ἔσταξε στὰ μάτια δύο σταγόνες ἀπὸ το αἷμα της Γοργῶς. Ἡ μία σταγόνα ἦταν γιά νὰ φέρνει το θάνατο στοὺς ἐχθρούς του καὶ ἡ ἄλλη γιά νὰ τον προφυλάει ἀπὸ τις ἀρρώστιες. Συγχρόνως του ἔδωσε καὶ δύο φίδια νὰ τον προστατεύουν. Πῆρε τα δύο φίδια καὶ μαζί με το μωρό τα ἔκλεισε σε ἕνα κιβώτιο, ποῦ ἀφοῦ το σφράγισε καλά, το ἔδωσε στὶς κόρες του Κέκροπα νὰ το φυλᾶνε. Αὐτὲς ὅμως, ἡ Ἕρση καὶ ἡ Πάνδροσος, ἄνοιξαν το κιβώτιο. Μόλις ἀντίκρισαν το μωρό με τα φίδια τις κυρίεψε ἕνα εἶδος τρέλας ποῦ τις ἔκανε νὰ πᾶνε νὰ πέσουν ἀπὸ τα τείχη της Ἀκρόπολης. Μαθαίνοντας ἡ Ἀθηνᾶ τι ἔκαναν οἱ κόρες του Κέκροπα, πῆρε το μωρό καὶ το ἔκλεισε στὸ ναό, ποῦ ἀργότερα ὀνομάστηκε Ἐρεχθείο, ὅπου το ἀνάθρεψε με δική της φροντίδα.

Περιστερά: Ἡ Γῆ ξεπροβάλλει ἀπὸ κάποιο χάσμα γιὰ νὰ παραδώσει το νεογέννητο Ἐριχθόνιο στὴν Ἀθηνᾶ. Ἀριστερά καμαρώνει ὁ Ἥφαιστος. - Δεξιά: Ἡ Ἀθηνᾶ τοποθετεῖ τὸν Ἐριχθόνιο σ' ἕνα κιβώτιο, βάζοντας δύο φίδια γιὰ φύλακες.



Ὅταν μεγάλωσε ὁ Ἐριχθόνιος, ἔδιωξε τον Ἀμφικτύωνα ἀπὸ το θρόνο κι ἔγινε αὐτὸς βασιλιάς. Στὰ χρόνια του ἦρθε ἀπὸ την Αἴγυπτο στὴν Ἑλλάδα ὁ Δαναός με τις 50 κόρες του πάνω σ' ἕνα καράβι με 50 κουπιά, την πεντηκόντορο, ποῦ την ἔφτιαξαν τότε γιὰ πρώτη φορά.

Στήν Ἀθήνα ἀρχίσαν οἱ κάτοικοι νὰ χωρίζονται σε φυλές, ἀνάλογα με την καταγωγή της οἰκογένειάς του καὶ τους προπάτορές τους. Ἔτσι σχηματίστηκαν οἱ τέσσερις φυλές: ἡ Δίας, ἡ Ἀθηναΐς, ἡ Ποσειδωνιάς καὶ ἡ Ἡφαιστιάς. Την ἴδια περίοδο ἀρχίσαν να γιορτάζονται καὶ τα Παναθήναια καὶ σύμφωνα με την παράδοση ὁ “'Εριχθόνιος ἦταν ὁ πρῶτος ποῦ ἔστησε ἕνα ξύλινο ἄγαλμα της Ἀθηνᾶς πάνω στὴν Ἀκρόπολη. Παντρεύτηκε την νύμφη τῶν ποταμῶν Πραξιθέα καὶ ἀπὸ το γάμο αὐτὸ γεννήθηκε ὁ Πανδίονας.



Ὁ Πανδίονας

Ὁ Πανδίονας παντρεύτηκε τὴ Ζευξίππη, την ἀδελφὴ της μητέρας του, κι ἔκανε μαζί της δύο κόρες, την Πρόκνη καὶ τὴ Φιλομήλα καὶ δύο δίδυμα ἀγόρια, τον Ἐρεχθέα καὶ τον Βούτη.

Ὁ Ἐρεχθέας



Μετά το θάνατο του Πανδίονα ὁ Βούτης καὶ ὁ Ερεχθέας μοίρασαν την κληρονομιά. Ὁ Ἐρεχθέας κληρονόμησε το θρόνο, ἐνῷ ὁ Βούτης ἔγινε ὁ ἱερέας της Ἀθηνᾶς καὶ του Ποσειδῶνα, ποῦ εἰδικά στὴν Ἀθήνα τον ἔλεγαν "Ποσειδῶνα του Ἐρεχθέα".

Ὁ Ἐρεχθέας παντρεύτηκε την Πραξιθέα καὶ ἀπέκτησε μαζί της τρία ἀγόρια, τον Κέκροπα, τον Πάνδωρο καὶ τον Μητίονα, και τέσσερα κορίτσια, την Πρόκριδα, την Κρέουσα, τη Χθονία καὶ την Ὡρείθυια. Ὁ Βορέας ἅρπαξε την Ὡρείθυια καὶ γέννησε μαζί της την Χιόνη. Ἡ Χιόνη με τὴ σειρά της ἑνώθηκε κρυφά με τον Ποσειδῶνα καὶ γέννησε τον Εὔμολπο. Γιὰ νὰ μὴν την ἀνακαλύψει ὁ Βορέας, μόλις γεννήθηκε το παιδί, το ἔριξε στὴ θάλασσα. Ὁ Ποσειδῶνας το πῆρε καὶ το ἔδωσε νὰ το ἀναθρέψει ἡ Βενθεσικήμη. Μετά ἀπὸ καιρό καὶ διάφορες περιπλανήσεις ὁ Εὔμολπος βρέθηκε στὴ Θράκη με το γιὸ του Ἴσμαρο, νὰ ζητάει καταφύγιο στὸ βασιλιά Τεγύριο. Ἐπειδή ὅμως θέλησε νὰ ἀνατρέψει τον Τεγύριο, ἀναγκάστηκε νὰ φύγει κι ἔτσι κατέληξε στὴν Ἐλευσῖνα, ὅπου ὀργάνωσε τις θρησκευτικές τελετές καὶ καθιέρωσε τα Ἐλευσίνια Μυστήρια. Κάποια στιγμή, μετά το θάνατο του γιοῦ του, ἐπέστρεψε στὴ Θράκη, κοντά στὸν Τεγύριο καὶ πῆρε το βασίλειο του γιοῦ του Ἴσμαρου.