Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2020

Ὁ Πελασγικός μῦθος της Εὐρυνόμης



Ὁ Πελασγικός μῦθος της Εὐρυνόμης

Σύμφωνα με τον Παυσανία, οἱ ἀρχαῖοι Ἀρκάδες εἶχαν σε ἕνα ἀπρόσιτο μέρος ἕνα μικρό ἱερὸ, καλά κρυμμένο, το ὁποῖο ἄνοιγε μία φορά το χρόνο. Αὐτὸ το ἱερὸ ἦταν ἀφιερωμένο στή θεά Εὐρυνόμη, ἡ ὁποία, κατά τον πελασγικό μῦθο, ἔφτιαξε τον κόσμο.

Σύμφωνα με τον μῦθο, στὴν ἀρχὴ ἦταν το χάος κι ἀπὸ 'κεῖ ἀναδύθηκε γυμνή ἡ Θεά του Παντός Ευρυνόμη. Καθώς ὅλα ἦταν τότε μία ἄμορφη καὶ ἀκατέργαστη μᾶζα δημιουργίας, ἡ νεογέννητη θεά δὲν εἶχε πού νά ξαποστάσει κι ἔτσι χώρισε το νερό ἀπὸ τον οὐρανό, χορεύοντας ὁλομόναχη ἐπάνω στά κύματα του.

Χόρεψε πρὸς το Νότο, καὶ ὁ ἀέρας ποῦ τέθηκε σε κίνηση πίσω της, της φάνηκε σάν κάτι καινούργιο καὶ ξεχωριστό μὲ τὸ ὁποῖο θὰ μποροῦσε νά ἀρχίσει το ἔργο της δημιουργίας. Στριφογυρίζοντας τρελά μὲς τον χορό της, ἔπιασε τον Βόρειο ἄνεμο, τον ἔτριψε ἀνάμεσα στά χέρια της, καὶ ἰδού, ξεπετάχτηκε το μεγάλο φίδι Ὀφίων.

Ἡ Εὐρυνόμη χόρεψε ἀκόμα πιὸ πολύ γιά νά ζεσταθεῖ μέσα στὴν παγωνιά του σύμπαντος ποῦ δὲν εἶχε ἀκόμα γεννηθεῖ, ὅλο καὶ πιὸ ἀγρία, μέχρι ποῦ ὁ Ὀφίων, κυριεύτηκε ἀπὸ ἐρωτική ἐπιθυμία Ὁ μέγας Οφίων κουλουριάστηκε στά θεϊκά μέλη της καὶ ἑνώθηκε ἐρωτικά μαζί της. Ἡ Εὐρυνόμη ἔτσι ἔμεινε ἔγκυος

Ἔπειτα ἡ Εὐρυνόμη πῆρε την μορφή ἑνός περιστεριοῦ, ἐπωάζοντας πάνω στά κύματα καὶ, ὅταν ἦρθε το πλήρωμα του χρόνου, γέννησε το Συμπαντικό Αὐγό την ἀρχὴ ὅλων Ὑπακούοντας στὴν προσταγή της, ὁ Ὀφίων κουλουριάστηκε ἑπτά φορές γύρω ἀπὸ το Συμπαντικό Αὐγό, ἑως ὅτου το αὐγό, ἡ μήτρα των πάντων, ἐκκολάφτηκε καὶ ἄνοιξε σε δύο κομμάτια.

Ἀπό ἐκεῖ ξεπήδησαν ὅλα ὅσα ὑπάρχουν, καὶ ποῦ εἶναι παιδιά της: ὁ ἥλιος, το φεγγάρι, οἱ πλανῆτες, τα ἀστέρια, ἡ γῆ με τα βουνά καὶ τους ποταμούς της, τα δέντρα, τα χορτάρια, καὶ ὅλα τα ζωντανά πλάσματα του σύμπαντος.

Η Ευρυνόμη καὶ ὁ Οφίων ἔκαναν σπίτι τους τον Ὄλυμπο

Σύντομα ὅμως τσακώθηκαν γιατί ὁ Οφίων ὑποστήριξε ὅτι αὐτὸς καὶ ὄχι ἡ Ευρυνόμη εἶναι ὁ δημιουργός του σύμπαντος. Η Ευρυνόμη τον χτύπησε στὸ κεφάλι, του ἔσπασε τα δόντια, καὶ τον ἐξόρισε γιά πάντα στά σκοτεινά βάραθρα στά ἔγκατα της γῆς

Ἔπειτα, ἡ θεά δημιούργησε τις ἑπτὰ πλανητικές δυνάμεις, θέτοντας μία Τιτανίδα καὶ ἕναν Τιτᾶνα ὡς κυβερνήτη κάθε μίας

Η Θεία καὶ ὁ Ὑπερίων γιὰ τον Ἥλιο, ἡ Φοίβη καὶ ὁ Ἄτλαντας γιὰ το Φεγγάρι, Ἡ Διόνη καὶ ὁ Κριός γιὰ τον πλανήτη Ἄρη, ἡ Μῆτις καὶ ὁ Κοίος γιὰ τον Ἑρμῆ, ἡ Θέμις καὶ ὁ Εὐρυμέδων γιὰ τον πλανήτη Δία, ἡ Τυθῆ καὶ ὁ Ὠκεανός γιὰ την Ἀφροδίτη, καὶ ἡ Ρέα καὶ ὁ Κρόνος γιὰ τον πλανήτη Κρόνο.

Σύμφωνα με τον Ἀπολλώνιο τον Ρόδιο, ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη ἐκδοχὴ του μύθου.

Η Διευρυνόμην καὶ ὁ Ὀφίων συμβασίλευσαν, τελικά, εὐτυχισμένοι, κυριαρχῶντας μάλιστα καὶ στούς Τιτᾶνες Μετά, ὅμως, ἦρθε ἕνα νέο θεϊκό ζεῦγος, ὁ Κρόνος καὶ ἡ Ρέα, καὶ ἀπαίτησαν νά τους παραχωρήσουν τον Ὄλυμπο Ἔκαναν τότε μία συμφωνία: Θὰ πάλευε ὁ Οφίων με τον Κρόνο καὶ θὰ βασίλευε αὐτὸς ποῦ θὰ πετοῦσε τον ἀντίπαλό του στὴ θάλασσα. Ο Κρόνος νίκησε τον Ὀφίωνα κι ἔτσι το παλιό θεϊκό ζεῦγος ἀναγκάστηκε νά ἀποσυρθεῖ

Ἔτσι, ἡ ἐκθρονισμένη Διευρυνόμην ξαναγύρισε στὴ θάλασσα ποῦ τόσο ἀγαποῦσε, κι ἀπὸ Θεά-Δημιουργός ἔγινε μία ἁπλῆ θαλασσινή θεότητα, κόρη του Ωκεανού.

Ὕστεροι μῦθοι λένε ὅτι αὐτὴ πῆρε καὶ ἀνέθρεψε το μικρό Ἥφαιστο, ὅταν ἡ μητέρα του, Ἤρα, τον κλώτσησε ἀπὸ τον Ὄλυμπο κι ἔπεσε στὸ Αιγαίο.

Ἕνας ἄλλος μῦθος, πολύ γνωστός, λέει πῶς ἡ Διευρυνόμην ἔγινε ἡ μητέρα των τριῶν Χαρίτων ἀπὸ το Δία. Οἱ Χάριτες, Ἀγλαϊα, Εὐφροσύνη καὶ Θάλεια, ἦταν ἡ προσωποποίηση τῆς ὀμορφιάς.

Παλιότεροι μῦθοι, ὅμως, τις θέλουν νά εἶναι δύο καὶ νά λέγονται Κλήτα καὶ Φάεννα, ὀνόματα ποῦ παρέπεμπαν στὶς φάσεις της σελήνης, μαρτυρῶντας ἔτσι μία σύνδεση με τις φεγγαρολατρικές θρησκεῖες του παρελθόντος.

Η Διευρυνόμην ξεχάστηκε με την ἔλευση των Ὀλυμπίων θεῶν καὶ μόνο ἐκεῖνο το κρυμμένο ἱερὸ στὴν Ἀρκαδία θύμιζε στούς ἀνθρώπους ὅτι δημιουργήθηκαν ἀπὸ μία θεά. Το ξόανο της Ευρυνόμης στὸ ναό αὐτὸ, την ἀπεικόνιζε νά ἐξέρχεται ἀπὸ τα κύματα με μορφή γοργόνας καὶ ἦταν δεμένο με χρυσές ἁλυσίδες..

Απολλώνιος ο Ρόδιος, Αργοναυτικά, 
1 ἤειδεν δ' ὡς πρῶτον Ὀφίων Εὐρυνόμη τε 
Ὠκεανὶς νιφόεντος ἔχον κράτος Οὐλύμποιο· 
ὥς τε βίῃ καὶ χερσὶν ὁ μὲν Κρόνῳ εἴκαθε τιμῆς,
 ἡ δὲ Ῥέῃ, ἔπεσον δ' ἐνὶ κύμασιν Ὠκεαν


Ησίοδος, Θεογονία 
Πειθώ τ' Ἀδμήτη τε Ἰάνθη τ' Ἠλέκτρη τε
 Δωρίς τε Πρυμνώ τε
 καὶ Οὐρανίη θεοειδὴς
Ἱππώ τε Κλυμένη τε Ῥόδειά τε
 Καλλιρόη τε Ζευξώ τε Κλυτίη τε 
Ἰδυῖά τε Πασιθόη τε Πληξαύρη τε 
Γαλαξαύρη τ' ἐρατή τε Διώνη Μηλόβοσίς τε
 Θόη τε καὶ εὐειδὴς Πολυδώρη Κερκηίς τε
 φυὴν ἐρατὴ Πλουτώ τε βοῶπις Περσηίς τ' 
Ἰάνειρά τ' Ἀκάστη τε Ξάνθη τε Πετραίη 
τ' ἐρόεσσα Μενεσθώ τ' Εὐρώπη τε Μῆτίς 
τ' Εὐρυνόμη τε Τελεστώ τε κροκόπεπλος Χρυσηίς 
τ' Ἀσίη τε καὶ ἱμερόεσσα Καλυψὼ Εὐδώρη τε Τύχη τε
 καὶ Ἀμφιρὼ Ὠκυρόη τε καὶ Στύξ, ἣ δή σφεων 
προφερεστάτη ἐστὶν ἁπασέων.


Ορφικά, Αποσπάσματα
 ἤειδεν δ' ὡς πρῶτον Ὀφίων Εὐρυνόμη τε
 Ὠκεανὶς νιφόεντος ἔχον κράτος Οὐλύμποιο· 
ὥς τε βίηι καὶ χερσὶν ὁ μὲν Κρόνωι εἴκαθε τιμῆς, 
ἡ δὲ Ῥέηι, ἔπεσον δ' ἐνὶ κύμασιν Ὠκεανοῖο·

Aπολλόδωρος, Bιβλιοθήκη, 
3, 12,6 Όμηρος, Iλιάδα, Σ, 394 Παυσανίας, 8, 41, 4

Δεν υπάρχουν σχόλια: