Εἶναι πολεμίστρια, ὅμως ἀρκετὰ εἶναι τὰ σημεῖα ποὺ τὴν διαφοροποιοῦν ἀπὸ τὸν ἀδερφό της, τὸν θεὸ τοῦ πολέμου Ἄρη. Ἡ Ἀθηνᾶ μάχεται ἔξυπνα καὶ ὡς θεὰ τῆς σοφίας ποὺ εἶναι κερδίζει τίς μάχες. Νικήτρια ἀπὸ τὸ πεδίο τῆς μάχης ἐκτὸς τοῦ λόγου ποὺ ἀναφέραμε βγαίνει καὶ γιὰ ἕναν ἄλλο λόγο. Ἡ Ἀθηνᾶ μάχεται τὸν δίκαιο πόλεμο.
Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος ποὺ ἦταν τόσο ἀγαπητὴ στοὺς ἀρχαίους χρόνους καὶ ἡ λατρεία ἦταν πολὺ διαδεδομένη μὲ τρανταχτότερο παράδειγμα τὴν Ἀθήνα ὅπου ἔδωσε καὶ τὸ ὄνομά της καὶ στὴν ὁποία χτίστηκε ὁ ναὸς σύμβολο τῆς πόλης, ὁ Παρθενῶνας.
Ἡ γέννησή της ἀπὸ τὴν ἀρχὴ φανερώνει τόσο τίς δυνάμεις της ὅσο καὶ τὴν σπουδαιότητα ποὺ θὰ ἔπαιζε στὴν ζωὴ τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων.
Κόρη του Δία καὶ τῆς Μήτιδας, σύμφωνα μὲ τὸν μῦθο. Ἡ Μήτις ἦταν ὁ πρῶτος ἔρωτας καὶ κατὰ πολλοὺς ἡ πρώτη γυναῖκα του Δία. ἦταν ἡ συνετότερη ἀπὸ τίς νύμφες τοῦ βουνοῦ καὶ τίς ωκεανίδες ποὺ ἀνάθρεψαν τὸν Δία στὸ σπήλαιο ποὺ τὸν ἔκρυψε ἡ μητέρα του γιὰ νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὸν Κρόνο ποὺ καταβρόχθιζε τὰ παιδιά του.
Ἡ Μήτιδα εἶναι ἡ θεὰ τῆς σοφίας, τῆς καλῆς συμβουλῆς, τῆς πονηριᾶς καὶ τῶν χειροτεχνιῶν. Σὲ γιορτὴ γιὰ τὴν ἐπισημοποίηση τῆς σχέσεώς τους, στὸν Ὄλυμπο ὁ παπποῦς του Δία ὁ Οὐρανὸς καὶ ἡ γιαγιά του ἡ Γῆ ἀπεκάλυψαν στὸν ἐγγονό τους πὼς ἡ Μήτιδα θὰ τοῦ χάριζε πρῶτα μία κόρη, ἡ ὁποία θὰ ἦταν ἰσάξια του σὲ δύναμη καὶ σοφία καὶ στὴν συνέχεια ἕνα υἱὸ καλύτερό του ὁ ὁποῖος θὰ τοῦ ἔπαιρνε τὸν θρόνο καὶ θὰ γινόταν ὁ πρῶτος μεταξὺ τῶν θεῶν.
Ἀκούγοντας αὐτὰ ὁ Δίας καὶ γνωρίζοντας γιὰ τὴν ἐγκυμονοῦσα ἤδη Μήτιδα κατέφευγε στὴν τακτικὴ τοῦ πατέρα του καὶ ἀφοῦ πρῶτα ξεγέλασε τὴν Μήτιδα δίνοντας τῆς νὰ καταπιεῖ ἕνα βοτάνι, (τὸ ὁποῖο εἶχε ζητήσει ἀπὸ τὴν γιαγιά του) λέγοντάς της πὼς ἔτσι θὰ ἔκανε γερὰ παιδιά, τὴν κατάπιε μαζὶ μὲ τὸ ἔμβρυο, ἀφοῦ τὸ μαγικὸ αὐτὸ βοτάνι τὴν ἔκανε πρῶτα μικρὴ ὅσο ἕνα δάχτυλο.
Ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸ κατέκτησε ὁλόκληρη τὴν σοφία τοῦ κόσμου καὶ ἤξερε ἀνὰ πᾶσα στιγμὴ ποιό εἶναι τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Ὕστερα ἀπὸ λίγο καιρὸ ἄρχισε νὰ νιώθει ἐνοχλήσει στὸν ἐγκέφαλό του. Μικρὰ σουβλίσματα λὲς καὶ κάποιος προσπαθοῦσε νὰ τοῦ τρυπήσει τὸ μυαλό. Οἱ ἐνοχλήσεις αὐτὲς συνεχῶς γινόντουσαν καὶ πιὸ ἔντονες, τόσο ποὺ κάποια στιγμὴ δὲν ἄντεχε ἄλλο καὶ διέταξε τὸν Ἥφαιστο νὰ τὸν χτυπήσει δυνατὰ στὸ κεφάλι μὲ τὸ σφυρί του.
Ἀκούγοντάς το αὐτὸ ὁ Ἥφαιστος δίστασε ὅμως ὁ Δίας τὸν ἀπείλησε πὼς ἂν δὲν ἔκανε αὐτὸ ποὺ τὸν διέταζε θὰ τὸν ξαναπετοῦσε ἀπὸ τὸν Ὄλυμπο. Ἔτσι ὁ Ἥφαιστος κατέβασε μὲ ὅλη του τὴ δύναμη τὸ σφυρί του στὸ κεφάλι του Δία, τὸ ὁποῖο ἄνοιξε καὶ ἀπὸ μέσα πετάχτηκε πάνοπλη μὲ τὰ λαμπερά της μάτια ἡ θεὰ Ἀθηνᾶ. Κληρονόμος τῆς δύναμης τοῦ πατέρα της καὶ τῆς σύνεσης τῆς μητέρας της φορῶντας περικεφαλαία μὲ λοφίο, κρατῶντας ἀσπίδα καὶ κουνῶντας ἀπειλητικὰ τὸ δόρυ της μέσα σὲ λίγη ὥρα μεγάλωσε καὶ ἀπέκτησε ὁλόκληρη τὴν θεϊκὴ ὑπόσταση καὶ τὸ μεγαλεῖο της.
Ἡ Ἀθηνᾶ εἶναι μία ἀπὸ τίς ὁρκισμένες παρθένες θεὲς καὶ δὲν τὰ πηγαίνει καθόλου καλὰ μὲ τὴν Ἀφροδίτη, μὲ τὴν ὁποία τσακώνεται συχνὰ ἀκόμη καὶ ἐνώπιον τοῦ Δία ὁ ὁποῖος προσπαθεῖ νὰ τίς συμφιλιώσει. Δὲν διστάζει μάλιστα στὸν τρωικὸ πόλεμο νὰ ὁδηγήσει τὸ δόρυ τοῦ Διομήδη καὶ νὰ τραυματίσει τὴν Ἀφροδίτη. Ἡ Ἀθηνᾶ ἂν καὶ ὁρκισμένη Παρθένος δὲν γλίτωνε τῶν προκλήσεων. Ἀξίζει νὰ ἀναφέρουμε τὸν μῦθο σχετικὰ μὲ τὸν ἔρωτα τοῦ Ἡφαίστου γιὰ αὐτήν.
Κάποτε ἡ θεὰ ἐπισκέφτηκε τὸν ἀδελφό της στὸ σιδηρουργεῖο του θαυμάζοντας καὶ ἀναζητῶντας ἴσως κάποιο ἀπὸ τὰ ὑπέροχα ὅπλα ποὺ αὐτὸς κατασκεύαζε. Βλέποντάς την ὁ Ἥφαιστος καὶ ἐγκαταλειμμένος ὅπως ἦταν ἀπὸ τὴν γυναῖκα του τὴν Ἀφροδίτη τὴν ἐρωτεύτηκε καὶ ἄρχισε νὰ τὴν πολιορκεῖ ἐρωτικά. Ἡ Ἀθηνᾶ ὅμως ἦταν ἀποφασισμένη καὶ δὲν θὰ ἐνέδιδε σὲ κανέναν. Τὸ σπέρμα τοῦ Ἡφαίστου ἔπεσε στὸ πόδι τῆς θεᾶς, ἡ ὁποία μὲ ἀηδία τὸ σκούπισε μὲ ἕνα μάλλινο ὕφασμα τὸ ὁποῖο πέταξε στὴ συνέχεια στὴ Γῆ.
Στὸ τὸ σημεῖο ποὺ ἔπεσε τὸ πανὶ γεννήθηκε ὁ Ἐρυχθόνιος, τὸν ὁποῖο στὴ συνέχεια ἡ Ἀθηνᾶ ἀνέθρεψε σὰν πραγματικὰ δικό της παιδί. Ἀφοῦ τὸ ἔκλεισε σὲ ἕνα μπαοῦλο, τὸ παρέδωσε στὴν Πανδρόσα, κόρη τοῦ βασιλιᾶ τῆς Ἀθήνας Κέκρωπα, λέγοντάς της νὰ μὴν ἀνοίξει τὸ μπαοῦλο. Ὅμως οἱ ἀδελφές της τὸ ἄνοιξαν καὶ ἔκπληκτες εἶδαν ἕνα φίδι νὰ βρίσκετε τυλιγμένο γῦρο ἀπὸ τὸ μωρὸ καὶ κατὰ μερικοὺς τὸ ἑρπετὸ τίς κατάστρεψε ἐνῶ κατὰ μερικοὺς ἄλλους τίς τρέλανε καὶ τίς ἔκανε νὰ πηδήξουν ἀπὸ τὴν ἀκρόπολη.
Καθὼς ἔτυχε θεϊκῆς ἀνατροφῆς ἀπὸ τὴν Ἀθηνᾶ τὴν ἴδια ὁ Ἐριχθόνιος ἀπέλασε τὸν Ἀμφικτίωνα καὶ ἔγινε βασιλιᾶς τῆς Ἀθήνας, καὶ ἦταν αὐτὸς ποὺ ἔστησε μία ξύλινη εἰκόνα τῆς Ἀθηνᾶς στὴν ἀκρόπολη καὶ καθιέρωσε τὰ Παναθήναια πρὸς τιμή της. Ἀπὸ τοὺς γνωστότερους μύθους γιὰ τὴν Ἀθηνᾶ εἶναι ἡ διαμάχη της μὲ τὸν Ποσειδῶνα γιὰ τὴν προστασία καὶ τὸ ὄνομα τῆς Ἀθήνας. Ἡ πιὸ κοινὴ ἐκδοχὴ τοῦ μύθου μιλάει γιὰ ὁρισμὸ ὡς προστάτη τῆς Ἀθήνας ἀπὸ τοὺς θεούς, ἐκείνου ποὺ θὰ ἔκανε στὴν πόλη τὸ σημαντικότερο δῶρο.
Ὁ Ποσειδῶνας χτύπησε μὲ τὴν τρίαινά του τὴν γῆ καὶ ἕνα κατάλευκο ἄλογο πετάχτηκε. Ἐντυπωσιάστηκαν οἱ θεοὶ καθὼς τὸ ἄλογο εἶναι ἕνα δῶρο ποὺ πολὺ θὰ βοηθοῦσε τὸν κόσμο καθὼς θὰ τὸ χρησιμοποιοῦσαν στὴν καθημερινότητά τους τόσο γιὰ τὸ ὄργωμα ὅσο καὶ γιὰ τίς μετακινήσεις τους, ὅμως στὴν συνέχει ἦταν ἡ σειρὰ τῆς Ἀθηνᾶς ἡ ὁποία χτύπησε μὲ τὸ δόρυ της τὴ γῆ κὰ μιὰ φουντωτὴ ἐλιὰ πετάχτηκε.
Βλέποντάς την ἡ θεοὶ ἔδωσαν τὴν νίκη στὴν Ἀθηνᾶ καθὼς θεώρησαν τὸ εὐλογημένο δέντρο χρησιμότερο. Μιὰ σειρὰ ἄλλων μύθων συνδέονται μὲ τὴν θεὰ Ἀθηνᾶ, μέσα ἀπό τους ὁποῖος καθίσταται ἐφικτὴ ἡ πληρέστερη κατανόηση τοῦ ποιά ἦταν γιὰ τοὺς ἀρχαίους ἡ Ἀθηνᾶ. Ἡ κρίση του Πάρῃ, ὁ ὁποῖος κλήθηκε νὰ ἀποφασίσει ποιά ἦταν ἡ ὀμορφότερη θεὰ μεταξὺ τῆς Ἀθηνᾶς τῆς Ἥρας καὶ τῆς Ἀφροδίτης δίνοντάς της τὸ χρυσὸ μῆλο ποὺ ἡ ἔριδα ἔριξε κάτω ἀπὸ τὴν πόρτα.
Ἡ βοήθεια της στὸν Περσέα γιὰ τὸν ἀποκεφαλισμὸ τῆς Γοργόνας ποὺ πέτρωνε ὅποιον τὴν ἀντίκριζε. Ὁ διαγωνισμὸς ὕφανσης μὲ τὴν θνητὴ ἀράχνη, τὴν ὁποία ἂν καὶ δὲν μπόρεσε νὰ κερδίσει στὸ διαγωνισμὸ τιμώρησε γιὰ τὴν ὑπεροψία της ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ζήλια καὶ τὴν μεταμόρφωσε στὸ ὁμώνυμο ἔντομο.
Ἡ συμμετοχή της στὴν γιγαντομαχία ὅπου σκότωσε καὶ ἔγδαρε τὸν Πάλλαντα καὶ στὴν συνέχεια καταπλάκωσε μὲ τὴν Σικελία τὸν Ἐγκέλαδο. Τέλος θὰ ἀναφέρουμε τὴν διένεξη της μέ τον Ἀπόλλωνα γιὰ τὴν μαντικὴ τέχνη.
Ἡ Ἀθηνᾶ εἶχε διδαχτεῖ ἀπὸ τίς Θρίες, τίς φτερωτὲς νύμφες τοῦ Παρνασσοῦ τὴν τέχνη του νὰ μαντεύεις τὸ μέλλον ἀπὸ τίς πέτρες ποὺ παρασέρνουν οἱ χείμαρροι, ὅμως ὕστερα ἀπὸ τὰ παράπονα τοῦ Ἀπόλλωνα στὸν Δία καὶ τὴν ἀπόφαση τοῦ τελευταίου ὑπὲρ τοῦ γιου του ἐγκατάλειψε μὲ βαριὰ καρδιὰ τὴν τέχνη πετῶντας σὲ μιὰ πεδιάδα της πέτρες, ἡ ὁποία ἔκτοτε ὀνομάζεται Θριάσιο Πεδίο.