Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2018

Οἱ θρυλικοί Ἕλληνες stratioti της Βενετίας - Οἱ πρόδρομοι Κλεφτῶν καὶ Ἀρματωλῶν








Οἱ θρυλικοί Ἕλληνες stratioti της Βενετίας - Οἱ πρόδρομοι Κλεφτῶν καὶ Ἀρματωλῶν

Στά τέλη του 15ου αἰῶνα εἰσέρχονται στὸν εὐρωπαϊκό τρόπο πολέμου δύο νέα στοιχεῖα: το πρῶτο προέρχεται ἀπὸ το παρελθόν καὶ πρόκειται γιὰ το πυκνό, δορυφόρο πεζικό ποῦ κινεῖται μαζικά ὡς συμπαγής φάλαγγα με ἐξέχοντες σε αὐτὸ το εἶδος μάχης τους ὀρεσίβιους Ἐλβετοῦς.

Το δεύτερο στοιχεῖο θὰ καθορίσει το μέλλον της στρατιωτικῆς τακτικῆς καὶ εἶναι ἡ χρήση της πυρίτιδας.

Το πεδίο στὸ ὁποῖο θὰ δοκιμαστοῦν καὶ θὰ ἐφαρμοστοῦν μαζικά αἰτοῦ του εἴδους οἱ νεωτερισμοί ἦταν οἱ Ἰταλικοί πόλεμοι μεταξύ των ἐτῶν 1494-1559 κατά τους ὁποίους οἱ μεγάλες δυνάμεις της ἐποχῆς (Γαλλία, Ἀψβουργική Ἰσπανία, Βενετία) συγκρούστηκαν γιὰ τον ἔλεγχο τῶν ἰταλικῶν κρατιδίων.

Η στρατιωτική φιλολογία θεωρεῖ αὐτούς τους πολέμους καὶ στρατούς ὡς τους πρώτους σύγχρονους της νεώτερης ἐποχῆς.

Σε αὐτὸ λοιπόν το πεδίο μάχης πού σφυρηλατήθηκε το νέο εἶδος πολέμου ἔκαναν την ἐμφάνισή τους οἱ stratioti, οἱ πρῶτοι Ἕλληνες μεταβυζαντινοί πολεμιστές.

Οἱ stratioti ἦταν ἐλαφρύ ἱππικὸ, μετεξέλιξη τῶν στρατιωτῶν του ὑστεροβυζαντινού στρατοῦ (στρατιώτης σήμαινε τον ἐλαφρὸ ἱππέα), ποῦ ὑπηρετοῦσαν τους τελευταίους βυζαντινούς δεσπότες της Πελοποννήσου.

Κατά την κατάληψη της Πελοποννήσου ἀπὸ τους Ὀθωμανούς αὐτὰ τα μοσθοφορικά σώματα χρησιμοποιήθηκαν ἀπὸ τους Βενετοῦς γιὰ νὰ ὑπερασπίσουν τις κτήσεις τους στὸ Ναύπλιο, τὴ Μεθώνη, τὴ Κορώνη καὶ τὴ Μονεμβασιά.

Ὅταν ξέσπασαν οἱ ἰταλικοί πόλεμοι οἱ Βενετοί μετέφεραν τα στρατεύματα αὐτὰ στὴν Ἰταλική χερσόνησο καὶ ἐπηρέασαν με την ἰδιαίτερη μαχητική τους ἱκανότητα την ἐξελίξη τῶν στρατιωτικῶν σχηματισμῶν, συμβάλλοντας καίρια σ' αὐτὸ ποῦ οἱ στρατιωτικοί ἱστορικοί ὀνομάζουν ὡς «ἀναβίωση της τακτικῆς του ἱππικοῦ».

Ο τρόπος πολέμου των stratioti στηρίζονταν στὴν ταχύτητα, την εὐελιξία, τὴ τακτική της παρακολούθησης καὶ παρενόχλησης, την αἰφνιδιαστική ἐπιθέση καὶ καταδίωξη του ἐχθροῦ. Ἦταν μία μέθοδος πολέμου ποῦ ἀνταποκρίνονταν στὸ βαλκανικό πολεμικό σκηνικό ποῦ ἐπικρατοῦσε κατά τον 14ο καὶ 15ο αἰῶνα.

Τα πολυάριθμα στρατεύματα των Ὀθωμανῶν μποροῦσαν νὰ ἀντιμετωπιστοῦν ἀπὸ τους χριστιανούς ἡγεμόνες των Βαλκανίων μόνο με γρήγορες, τακτικές κινήσεις ποῦ εὐνοοῦνταν ἀπὸ την ὀρεινή φυσιογνωμία της χερσονήσου του Αἴμου.

Το ἐλαφρὺ ἱππικὸ μποροῦσε νὰ ἀντεπεξέλθει ἄριστα σε αὐτὴν την ὑποστολή ἐνῶ φαίνεται ὅτι οἱ χριστιανοί υἱοθέτησαν καὶ ὁρισμένα στοιχεῖα ἀπὸ τους Ὀθωμανούς, ὅπως τον ἐλαφρὺ ἐπιθετικό ἐξοπλισμό καὶ ἐξάρτυση σε ἀντίθεση με τους σιδηρόφρακτους Εὐρωπαίους ἱππεῖς.

Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι οἱ δυτικές πηγές συχνά μπερδεύουν τους stratioti με το κατεξοχήν ἐλαφρὸ ἱππικὸ τῶν Ὀθωμανῶν, τους ἀκιντζήδες.

Οἱ stratioti ἦταν ντυμένοι με βαμβακερό ἐπενδυτῆ ποῦ γιὰ τους ἐπικεφαλῆς ἦταν χρώματος πορφυροῦ με χρυσοκέντητη διακόσμηση. Στὸ κεφάλι φοροῦσαν σκοῦφο ἡ σπανιότερα κράνος, ἐνῶ κάποιοι ἔφεραν ἕνα εἶδος θώρακα (panciera).

Ὁ ἐξοπλισμός τους ἀποτελοῦνταν ἀπὸ μία μικρή στρογγυλή ἀσπίδα (scudo), ἕνα σπαθί τύπου schiavona VII, ἕνα κοντό δόρυ (το κατεξοχήν ὅπλο τους) με μία μικρή σημαία στὸ πάνω ἄκρο καὶ ἕνα ρόπαλο (mazzocca) συχνά μεταλλικό.

Τα ἄλογα τους ἦταν μεγάλα, γρήγορα καὶ ἀνθεκτικά στὴν κούραση καὶ στὶς κακουχίες ὅπως ἅρμοζε στὴν πολεμική τους τακτική.

Ἐπειδή συναντᾶμε τους stratioti στὶς πηγές ἀρκετὰ ἀργὰ, ὅταν ἤδη ἔχουν γίνει γνωστοί στὴν Εὐρώπη καὶ ἔχουν ἀποκρυσταλλωθεῖ τα χαρακτηριστικά τους, εἶναι δύσκολο νὰ ἐξακριβώσουμε τις ἐπιρροές καὶ την καταγωγή τους.

Φαίνεται ὅτι τα στρατιωτικά στοιχεῖα των stratioti ἀποτελοῦν ἕνα μεῖγμα βυζαντινῶν, βαλκανικῶν, τουρκικῶν καὶ λατινικῶν στρατιωτικῶν ἐπιδράσεων ποῦ σφυρηλατήθηκε στὶς συνεχεῖς μάχες της ἐποχῆς.

Ἡ ἐθνολογική τους προέλευση ἀποτελεῖ ἕνα ἄλλο ζήτημα. Στίς πηγές οἱ stratioti χαρακτηρίζονται ὡς Ἕλληνες, ἄλλοτε παρουσιάζονται ὥς ἀνομοιογενές σύνολο ἀπὸ Ἕλληνες,ἀλλὰ καὶ Ἀλβανούς, Δαλματοῦς, Ἀρμένιους ἀκόμη καὶ Τούρκους.

Οἱ stratioti ζοῦσαν μέσα στὴν ἑλληνική παράδοση καὶ διὰ μέσου αὐτῆς ἐξέφρασαν τους πόθους τῶν ἑλληνικῶν πληθυσμῶν γιὰ ἐλευθερία.

Ἡ καταγωγή τῶν stratioti ὑπαγόρευσε την ἰδιόμορφη στρατιωτική τους ὀργάνωση καὶ πρακτική. Ἡ μικρότερη μονάδα, ἡ compagnia, ἀποτελοῦνταν ἀπὸ 25-50 ἱππεῖς ποῦ συνδέονταν με συγγενικούς δεσμούς καὶ εἶχαν ἐπὶ κεφαλῆς τον capo.

Συνήθως ἡ μεσαία μονάδα ἀριθμοῦσε 90-110 stratioti ( δηλαδή περίπου ὅσοι χώραγαν σε ἕνα ἐπιβατικό πλοῖο μαζί με τα ἄλογα τους) ἐνῶ ἕνα μεγάλο ἐκστρατευτικό σῶμα, ὅπως αὐτὸ ποῦ μεταφέρθηκε ἀπὸ τους Βενετοῦς στὴν Ιταλία ἔφτανε τα χίλια περίπου ἄτομα.

Τέλος οἱ φρουρές τῶν κάστρων σε καιρό πολέμου ἀποτελοῦνταν ἀπὸ 5.000 stratioti. Κάθε capo μεταβίβαζε την ἀρχηγία στὰ παιδία του, ἦταν δηλαδή κληρονομικό ἀξίωμα, ἀλλὰ δὲν ἀποκλειόταν καὶ ἡ ἐκλογὴ μεταξύ τῶν stratioti στούς ὁποίους ἐπικρατοῦσε ἔντονα το αἴσθημα της ἰσότητας καὶ της ἀνεξαρτησίας.

Ὅταν το 1494, κατά τις διαπραγματεύσεις με τὴ βενετική γερουσία γιὰ τὴ μισθοδοσία τους, ὁ δόγης της Βενετίας ἔδωσε το χέρι του μόνο στὸν ἀρχηγὸ τῶν stratioti Πέτρο Βουζύκη οἱ ὑπόλοιποι capi ἀρνήθηκαν νὰ δεχτοῦν τους ὄρους της συνθήκης καὶ διαμαρτυρήθηκαν ὅτι εἶναι ὅλοι ἴσοι.

Ἡ Βενετία γιὰ νὰ ἱκανοποιήσει τις φιλοδοξίες τους ἀπένειμε σε αὐτούς τον τίτλο του ἱππότη.

Μέσα στοὺς ὄρους ποῦ ἔθεσαν οἱ τελευταῖοι ἦταν νὰ πληρώνονται ὄχι ὥς μισθοφόροι με σταθερό ποσό ἀλλὰ ἀνάλογα με τον ἀριθμὸ τῶν ἐχθρῶν ποῦ σκοτώνουν καὶ αἰχμαλωτίζουν.

Δεύτερος ὅρος ἦταν νὰ ὑπηρετοῦν ὑπὸ Βενετό εὐγενῆ καὶ ὄχι ἄλλου ξένου ἀρχηγοῦ («διότι ἔχουσιν ὅλως διάφορα ἔθιμα»).

Οἱ ἀξίες της τιμῆς καὶ της γενναιοφροσύνης ποῦ διέθεταν σε ὑψηλὸ βαθμό οἱ στρατιῶτες τους καθιστοῦσαν ἐξαιρετικούς πολεμιστές ἀλλὰ καὶ ἀπείθαρχους. Λειτουργοῦσαν περισσότερο ὡς ἄτακτο σῶμα εἰδικῶν ἀποστολῶν παρά ὥς ὀργανικό τμῆμα ἑνὸς πειθαρχημένου στρατιωτικοῦ συνόλου.

Ἔτσι οι stratioti κατηγορήθηκαν ὅτι κατά τὴ μάχη στὸ Φόρνοβο (1494) ἄφησαν τα ἐχθρικὰ γαλλικά στρατεύματα νὰ ξεφύγουν ἐπειδή οἱ stratioti προτίμησαν τὴ λαφυραγωγία ἀπὸ την ἐκδίωξη του ἐχθροῦ, πράξη ποῦ κόστισε τὴ νίκη στούς Βενετούς.

Οἱ stratioti διέθεταν τους δικούς τους κώδικες ἀξιῶν ποῦ τηροῦσαν με ἄτεγκτη αὐστηρότητα. μία ἀπὸ αὐτὲς ἦταν ὁ ἀπόλυτος σεβασμός καὶ ἡ τήρηση τῶν ἐθίμων, κυρίως αὐτῶν ποῦ συνδέονταν με την ἰσότιμη διανομή των λαφύρων.

Οἱ stratioti κατηγορήθηκαν ἐπίσης ἀπὸ τους συγχρόνους τους γιὰ τὴ σκληρότητα καὶ τα βάρβαρα ἔθιμα τους καὶ κυρίως γιὰ την ἀποκοπή τῶν κεφαλῶν του ἐχθροῦ προκειμένου νὰ ἀνταμειφθοῦν ἀπὸ τους βενετούς ἀξιωματούχους (ἡ τιμή εἶχε ὁριστεῖ σε ἕνα δουκάτο ἐπὶ ἑκάστης ἐχθρικῆς κεφαλῆς).

Ἡ πρακτική αὐτὴ ὅμως ἦταν πολύ κοινή στούς νομαδικούς πληθυσμούς της βαλκανικῆς καθώς εἶχε ἰδιαίτερο συμβολικό χαρακτῆρα καὶ δὲν συνδέεται με τὴ λογική της σκύλευσης του νεκροῦ ἀλλὰ με την ἐπίτευξη του ἰδανικοῦ της τιμῆς του πολεμιστή- κυνηγού.

Το κεφάλι του ἐχθροῦ ἀντιστοιχοῦσε στὴν ἀσπίδα του ἐχθροῦ τῶν ἀρχαίων κλασικῶν χρόνων: ἀπέδιδε στὸν στρατιώτη ὄχι μόνο ὑλικὸ ὄφελος ἀλλὰ καὶ δόξα.

Μία ἐξαιρετική εἰκόνα των stratioti μας δίνει ὁ βενετός χρονογράφος Marco Sanudo: «Οἱ Στρατιῶται εἶναι Ἕλληνες, καὶ φοροῦσι πλατεῖς ἐπενδύτας καὶ ὑψηλούς πίλους, τινές δὲ καὶ θώρακας.

Κρατοῦσι λόγχην εἰς την χεῖρα καὶ ρόπαλον, ἐν δὲ τῷ πλευρῷ κρεμώσι σπάθην. Τρέχουσιν ὡς πτηνοί, καὶ μένουσιν ἀπαύστως ἐπὶ τῶν ἵππων τῶν, οἵτινες δὲν τρώγουσι χόρτον ὡς οἱ ἰταλικοί. Εἰθισμένοι εἰς ληστείας συνεχῶς δηοῦσι την Πελοπόννησον.

Ἄριστος κατά των Τούρκων προμαχών, διοργανίζουσι κάλλιστα τας ἐπιδρομάς καὶ λεηλασίας, ἐπιτίθενται ἐξ ἀπροόπτου κατά του ἐχθροῦ, καὶ εἶναι πιστοί εἰς τον κύριόν των.

Δὲν αἰχμαλωτίζουσιν, ἀλλ' ἀποκόπτουσι τας κεφαλάς, ἐφ' ἑκάστης τῶν ὁποίων λαμβάνουσιν ἐν δουκάτον κατά την συνήθειάν των. Τρώγουσιν ὀλίγον καὶ εὐχαριστοῦνται με το παρατυχόν, πολύ δ' ἐπιμελοῦνται τους ἵππους των.

Μέγας τούτων ἀριθμὸς κατοικοῦσιν εἰς τας χώρας της Αὐθεντεῖας, την ὁποίαν προθύμως ὑπηρετοῦσι, διότι ἀριστεύοντες ὀνομάζονται ἱππόται καὶ λαμβάνουσι συντάξεις, μεταβιβαζομένας εἰς τους υἱούς των» (Κ. Σάθας, Ἕλληνες Στρατιῶται ἐν τὴ δύσει καὶ ἀναγέννησις της ἑλληνικῆς τακτικῆς, Ἀθήνα 1885, σ. 161).

Εἶναι γεγονός ὅτι οι stratioti εἶχαν ἕνα ἰδιότυπο καθεστώς ὀργάνωσης καὶ ἀνέπτυξαν μία ἰδιαίτερη κουλτούρα. Οἱ ἀρχηγοί τῶν στρατιωτῶν πίστευαν ὅτι συνέχιζαν τον ἀγῶνα τὠν βυζαντινῶν δεσποτῶν.

Ἡ Βενετία ἀπένειμε σε αὐτούς το παράσημο του Ἁγίου Μάρκου καὶ τους ἔντυνε με χρυσοΰφαντες στολές ὅπως αὐτὲς ποῦ φόραγαν οι βυζαντινοί ἀξιωματοῦχοι.

Ὁ Μερκούριος Μπούας, ὁ πιὸ διάσημος ἴσως στρατιώτης στὴν Εὐρώπη, εἶχε ὡς λάβαρό του την αὐτοκρατορική σημαία τῶν Παλαιολόγων, ἐνῶ οι stratioti ὀρμούσαν στὶς μάχες φωνάζοντας το ὄνομα του βυζαντινοῦ στρατιωτικοῦ ἁγίου: «Ἅγιε Γεώργιε, Ἅγιε Γεώργιε».

Φρόντιζαν νὰ χτίζουν καὶ νὰ γίνονται προστάτες ὀρθόδοξων ἐκκλησιῶν ποῦ βρίσκονταν σε καθολικά ἐδάφη ὅπως στὴν πόλη της Βενετίας καὶ στὴν Νάπολη.

Ἡ πομπώδης ἐμφάνιση καὶ ἡ ξεχωριστή συμπεριφορά τους ἀποτυπώθηκε στῆ λογοτεχνία της ἐποχῆς ποῦ δημιούργησε τον τύπο του stratioti palikari, του γενναίου Ἕλληνα στρατιώτη ποῦ μας θυμίζει το Διγενή Ἄκριτα, τον κατεξοχήν βυζαντινό ἡρῶα.

Ἀπὸ την Πελοπόννησο στὴν Εὐρώπη Κατά τον πρῶτο βενετοτουρκικό πόλεμο (1463-1479) οἱ stratioti ἀποδείχτηκαν το πιὸ ἀξιόμαχο σῶμα του μισθοφορικού βενετικού στρατοῦ, ὄχι ὅμως καὶ το πιὸ ἔμπιστο καθώς δροῦσε πολλές φορές αὐτόνομα σύμφωνα με τις ἀνάγκες των «στρατιωτῶν».

Η στάση αὐτὴ πρέπει νὰ ἑρμηνευτεῖ μέσα ἀπὸ το πρίσμα της ἀναρχίας ποῦ ἐπικρατοῦσε στὴν Πελοπόννησο ἐκείνη την ἐποχῆ. Οἱ Ὀθωμανοί λεηλατοῦσαν καὶ κατέστρεφαν συστηματικά την ὕπαιθρο ἐνῶ οἱ Βενετοῖ δὲν μποροῦσαν οὔτε νὰ ἐκπληρώσουν τις οἰκονομικές τους ὑποσχέσεις πρὸς τους stratioti οὔτε νὰ τηρήσουν την ἐπισιτιστική τους πολιτική με ἀποτέλεσμα νὰ ζοῦν οἱ «στρατιῶτες» καὶ οἱ οἰκογένειές τους διαρκῶς ὑπὸ το φάσμα του λιμοῦ, της αἰχμαλωσίας καὶ του θανάτου.

stratioti"Μερικές εἰδήσεις γιὰ τὴ συμμετοχή τους σε διάφορες φάσεις των ἐχθροπραξιῶν προσφέρουν βενετικές πηγές, ποῦ ἀναφέρονται στὶς προαγωγές, συντάξεις καὶ ἄλλες ἀμοιβές τῶν ἡγετῶν τους, ὅπως τῶν Εμμανουήλ, Νικολάου καὶ Μιχαήλ Ράλλη, του ὁμώνυμου Μιχαήλ Ράλλη- Ἴση, τῶν ἀδελφῶν Μάρκου- Ἐπιφανεῖου καὶ Κορκοδείλου Κλαδά, του Ματθαίου Σφραντζή, του Νικολάου Γρίτσα, του Ἰσαακίου Ράλλη-Λάσκαρι, τῶν ἀδελφῶν Πέτρου, Ἀλεξίου καὶ Γκίνη Μποῦα, τῶν ἀδελφῶν Γεωργίου, Ἰωάννου καὶ Νικολαόυ Μενάγια, του Μιχαήλ Ράλλη-Δρίμη, του Γεωργίου καὶ Νικολάου Παγωμένου, του Νικολάου Μπόχαλη καὶ των ἀδελφῶν του, του Πελλεγρίνου Μποζίκη, του Ἰσαακίου Ρένεση, του Ἰωάννη Γαβαλά, πλειάδος στρατιωτικῶν με το (γνήσιο ἡ πλαστό) ἐπώνυμο τῶν Παλαιολόγων κ.α."

"Γιὰ τους Ἕλληνες ἡ λήξη του πολέμου ἔκλεισε μία δεκαπενταετῆ περίοδο γεμάτη σφαγές, αἰχμαλωσίες καὶ καταστροφές. Σε ὁρισμένες περιοχές ὁ πληθυσμός ἀραίωσε, ἄλλοτε ἐξ αἰτίας τῶν σφαγῶν καὶ του λοιμοῦ, ἄλλοτε ἐξαιτίας τῶν ὁμαδικῶν ἐκπατρισμῶν, ἀπὸ τους ὁποίους ἀρκετοί ἔγιναν χωρίς την θέληση τῶν κατοίκων. [.] ὅπως κυρίως ἡ μετανάστευση πολλῶν οἰκογενειῶν Πελοποννησίων «στρατιωτῶν» πρὸς τα Ἐπτάνησα, προπάντων πρὸς τὴ Ζάκυνθο (1464, 1485 κ.ε.), την Κύπρο (1473-1474), την Κρήτη (1479), την Ἱστρία καὶ Δαλματία (μετά το 1479) καὶ την ἴδια τὴ Βενετία (από το 1479 κ.ε.)"

"Ἡ ἔξοδος αὐτὴ τῶν Ἑλλήνων ἀπὸ τις πατρογονικές τους ἑστίες της Πελοποννήσου ἔγινε με την ἐνθάρρυνση τῶν Βενετῶν, οἱ ὁποῖοι ἀπεδίωκαν ταυτόχρονα πολλαπλά ὠφελήματα: νὰ ἐνισχύσουν ἀπὸ τὴ μία μεριά τις φρουρές τους στὶς νέες κτήσεις της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας, νὰ πυκνώσουν τις στρατιωτικές τους δυνάμεις στὶς εὐπαθεῖς βάσεις τους στὴ Δαλματία καὶ Ἱστρία, νὰ ἐξασφαλίσουν δυνάμεις πεζικοῦ ἐν ὄψει κρίσεων στὴν Terra Ferma ἐξ αἰτίας του πολέμου της Φερράρας, νὰ ἀποδυναμώσουν, τέλος, τα στοιχεῖα ἐκεῖνα του ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ, τα ὁποία με την τακτική τους καὶ την ἀντιτουρκική τους παράδοση ἐμπόδιζαν την ὁμαλὴ ἐπιστροφή στὴν ὁμαλότητα καὶ ὑπονόμευαν γενικά την ἀποκατάσταση εἰρηνικῶν σχέσεων με τους ὀθωμανούς. " (Ι. Χασιώτης, Ἱστορία του Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, τ. Ι΄, σ. 265, 275)

Ἡ σημασία των statioti γιὰ την ἀντιμετώπιση τῶν Ὀθωμανῶν ἔγινε ἀντιληπτή ἀπὸ τους Βενετούς κατά τὴ διάρκεια τῶν τουρκικῶν ἐπιδραμών στὸ Φρίουλι στὴ Βόρεια Ἰταλία το 1472. Το στράτευμα των Τούρκων ἀποτελοῦνταν ἀπὸ ἀκιντζήδες με ἐπικεφαλίς τον Χασάν μπέη.

Οἱ Βενετοί στρατολόγησαν Ἰταλούς μισθοφόρους καὶ πεζικάριους ἀπὸ τὴ βενετική ἐνδοχώρα (Terra ferma).

Οἱ πεζικάριοι ὅμως δὲν ἦταν ἐπαγγελματίες στρατιῶτες ἀλλὰ χωρικοί ποῦ ἦταν ἐπιφορτισμένοι με τὴ φύλαξη των κάστρων τῶν περιφερειῶν τους, ἕνα εἶδος ἐθνοφυλακής ποῦ δέν εἶχε καμία πείρα ἀπὸ πολεμικές συγκρούσεις με τους Ὀθωμανούς, το ἴδιο ἐξάλλου συνέβαινε καὶ με τα ἔφιππα μοσθοφορικά τμήματα τῶν Ἰταλῶν.

Ὁ βενετικός στρατός ἡττήθηκε κατά κράτος.

Βενετοί Το 1477 οἱ Βενετοί κατάλαβαν ὅτι ὁ ἰταλικός τρόπος πολέμου δὲν εἶχε ἀποτέλεσμα ἀπέναντι στοὺς Ὀθωμανούς καὶ ἀποφάσισαν νὰ πολεμήσουν τους Τούρκους με τα ἴδιά ὅπλα: μικρές, αἰφνιδιαστικές ἐπιθέσεις, συνεχεῖς παρενοχλήσεις, προσποιητές ἀποχωρήσεις, καταιγιστικά χτυπήματα.

Τον Ἀπρίλιο του 1477 τα ἰταλικά στρατεύματα ἀντικαταστάθηκαν ἀπὸ Ἕλληνες «στρατιῶτες» καὶ τοξότες ἀπὸ τὴ Σερβία.

Καθώς το βάρος τῶν ἐπιχειρήσεων σήκωσαν κυρίως οἱ stratioti (προερχόμενοι ἀπὸ τὴ Ζάκυνθο, το Δυρράχιο καὶ την Πελοπόννησο), ἡ τακτική αὐτὴ γνώρισε ἀπόλυτη ἐπιτυχία. Οἱ Ὀθωμανοί δὲν προσπάθησαν ἄλλη φορά νὰ εἰσβάλλουν στὴ Δύση ἀπὸ αὐτὸ το σημεῖο.

Το ἀξιόμαχο τῶν stratioti ἔπεισε τους Βενετούς ἀλλὰ καὶ τους ὑπόλοιπους δυτικούς ἡγεμόνες νὰ τους χρησιμοποιήσουν καὶ στοὺς ἄλλους πολέμους στὴν Ἰταλική χερσόνησο.

Ἔτσι τον Μάϊο του 1482, 300 «στρατιῶτες» ξεκίνησαν ἀπὸ το Ναύπλιο γιὰ τὴ Φερράρα με ἀρχηγό τον Ἰωάννη Παλαιολόγο. Την ἴδιά στιγμή ὁ Βασιλιάς της Ἱσπανίας προσλαμβάνει ἄλλους 600 stratioti γιὰ νὰ πολεμήσουν στὴν Ἀπουλία καὶ Καλαβρία.

Ἡ παρουσία τῶν Ἑλλήνων ἔφιππων λογχοφόρων στὴν Ἰταλία ἔκανε τρομερή ἐντύπωση στοὺς σύγχρονους παρατηρητές.

Ὁ ἱστορικός M. Sanudo περιγράφει ὥς ἐξῇς την ἄφιξη τῶν stratioti στὴν Βενετία: «Ἐκ Ναυπάκτου κατέπλευσαν ἑννενήκοντα Στρατιῶται μετά των βαρβαρικῶν ἵππων των, καὶ ἀποβιβασθέντες ἐν Λίδω, την ἐπιοῦσαν ἐξετέλεσαν παρέλασιν ἀποδείξασαν τον ταχύτατον δρόμον των εἰς τους συρρεύσαντας ἀναριθμήτους πατρικίους καὶ πλήθη του λαοῦ [.].

Οἱ Στρατιῶται ὀνομαζόμενοι ὑπὸ τῶν λατίνων Ἡπειρώται, Τοῦρκοι, Ἕλληνες καὶ Ἀλβανοὶ, εἶναι ἄνδρες καρτερόθυμοι καὶ πρόθυμοι εἰς πάντα κίνδυνον. Φύσει ἁρπαγὲς καὶ τῶν λεηλασιῶν φίλοι καταστρέφουσι την χώραν διά τῶν ἐπιδρομῶν καὶ φονεύουσι τους ἀνθρώπους πρὸς οὐδέν θεωροῦντες τον θάνατον» (Σάθας, ο.π., σ. 155-156).

Ὡστόσο ἡ πανευρωπαϊκή φήμη των «στρατιωτῶν» ὀφείλεται στὴ συμμετοχή τους στοὺς ἰταλικούς πολέμους των ἐτῶν 1494-1559 ποῦ ξεκίνησαν με την εἰσβολή του Γάλλου βασιλιά Καρόλου Η΄ στὴν βόρεια Ἰταλία.

Σε αὐτούς τους πολέμους ποῦ ἔλαβαν μέρος στρατοί ἀπὸ ὅλες σχεδόν τις χῶρες της Εὐρώπης (Γάλλοι, Ἱσπανοί, Ἐλβετοί, Γερμανοί) οἱ Ἕλληνες «στρατιῶτες» ἀπέδειξαν τὴ σημασία του ἐλαφροῦ ἱππικοῦ.

Ὅπως ἀναφέρει ο Pierre Brantome de Bourdeilles: «οὗτοι οἱ Στρατιῶται μας ἐδίδαξαν τον διοργανισμόν του ἐλαφροῦ ἱππικοῦ το ὁποῖον πρότερον ἥκιστα ἐτιμᾶτο ἐν Γαλλία καὶ ἐστερεῖτο πάσης τάξεως» (Σάθας, ο.π., σ. 183). Μέχρι τότε το ἐλαφρὺ ἱππικὸ εἶχε μόνο βοηθητικό ρόλο στὴ μάχη.

Το κύριο σῶμα ποῦ ἔπαιρνε τις νῖκες ἦταν το δορυφόρο πεζικό. Στούς ἰταλικούς πολέμους ὅμως οἱ stratioti κατάφεραν νὰ νικήσουν τους Γάλλους καὶ τους διάσημους Ἑλβετούς πεζικάριους χωρίς τὴ βοήθεια του φίλιου πεζικοῦ, (μάχη της Νοβάρα το 1496), «πρᾶγμα ἀνήκουστον», ὅπως το χαρακτηρίζουν οἱ πηγές της ἐποχῆς.

Οἱ «στρατιῶτες» ἔκτοτε προκαλοῦσαν τρόμο στοὺς ἐχθρούς ἐνῶ ὁ Γάλλος βασιλιάς θέλησε νὰ στελεχώσει τον στρατό του με τέτοιους ἱππεῖς. Ἔτσι το 1498 ὁ Λουδοβίκος ΙΒ΄ ζήτησε ἀπὸ τον Μερκούριο Μπούα νὰ ὑπηρετήσει στὸ γαλλικό στρατό, ἐνῶ το 1503, μετά τὴ μάχη του Γαρηλιανού ὀνομάσθηκε κόμης καὶ ἀρχηγὸς του ἐλαφροῦ ἱππικοῦ.

Ὁ ἴδιος τιμήθηκε ἀπὸ τον αὐτοκράτορα Μαξιμιλιανό με τον τίτλο του στρατηγοῦ καὶ του κόμη του Ἰλάζ καὶ του Σοάβε.

Ἀπὸ το ὄνομα τῶν Ἑλλήνων ἱππέων πῆρε το ὄνομα του καὶ το γαλλικό ἐλαφρύ ἱππικὸ: estradiot. Τή διαδικασία ἐνσωμάτωσης αὐτοῦ του σώματος στὸν γαλλικό στρατό περιέγραψε ὁ πρῶτος Ἕλληνας ἱστορικός ποῦ ἀσχολήθηκε ἐπιμελῶς με το ζήτημα τῶν stratioti Κωνσταντῖνος Σάθας:

"Οἱ «Στρατιῶται» δὲν ἐχρησίμευσαν εἰς διοργανισμόν μόνου του ἐλαφροῦ ἱππικοῦ ἀλλὰ καὶ τῶν βαρέων ἱππέων καὶ αὐτοῦ του τιμωριωτικοῦ στρατοῦ. Κατά την ἐν ἔτει 1534 συγγραφείσαν Discipline militaire του Bellay, ἕκαστος Γάλλος τιμαριοῦχος ὤφειλεν ἀπὸ ἡλικίας δεκαεπτά ἐτῶν νὰ ὑπηρετήση ἐπὶ ἐξ μέχρις ἐννέα ἐτῶν εἰς τας τρεῖς σχολάς του ἐλαφροῦ ἱππικοῦ, τας λεγομένας τῶν τουφεκοφόρων, τῶν Στρατιωτῶν καὶ των ἐλαφρῶν ἱππέων, ἶνα μάθη ὅλην την ἐπιστήμην καὶ καταρτισθῆ ἄξιος του ὀνόματος πολεμιστής." (Σάθας, ο.π., σ. 234)

Μετά τὴ δεκαετία του 1530, με την εὐρεῖα διάδοση του ἀρκεβουζιοφόρου πεζικοῦ (ἰσπανικής ἐμπνεύσεως) ἡ σημασία τῶν stratioti μειώνεται.

Ἐξάλλου διασκορπισμένοι στὶς διάφορες γωνίες της Εὐρώπης σταδιακά οἱ Ἕλληνες πολεμιστές ἀφομοιώνονται πολιτισμικά μέσω της μακράς διαμονῆς σε ξένους τόπους. Χαρακτηριστικό τῶν αἰσθημάτων τῶν stratioti εἶναι το ποίημα του «στρατιώτη» καὶ λογίου Μιχαήλ Μάρουλου Ταρχανιώτη:

Σωριάστηκε συθέμελα καὶ σπίτι καὶ πατρίδα

Καὶ νὰ, καὶ σε, γλυκέ ἀδελφέ, ὁ Χάρος μου σε πῆρε

Καὶ ἄγουρο σε ἔστειλε στ' ἀνήλιαγα παλάτια.

Ἀλοιά, κακόμοιρο παιδί, ποία τύχη μου σε πῆρε;

Σε ποιόν ἀφίνεις, φεύγοντας, τα' ἀραχνιασμένο σπίτι;

Πρώτη ἡ πατρίδα, ὕστερα σῦ, μου τάραξες τα στήθια.

Μαζί σου ὅλα τάθαψα καὶ πόθους μου κ' ἐλπίδες,

Ὅλα μαζί στὸ σκοτεινό το μνῆμα, ποῦ σε κρύβει

Ἡ ἀπελευθέρωση τῶν Ἰωαννίνων






















Ὁ ἀγῶνας γιὰ την ἀπελευθέρωση τῶν Ἰωαννίνων ὑπῆρξε ἡ σημαντικότερη στρατιωτική ἀντιπαράθεση μεταξύ Ἑλλάδας καὶ Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας στὸ μέτωπο της Ἠπείρου,

κατά τὴ διάρκεια του Α' Βαλκανικοῦ Πολέμου (5 Ὀκτωβρίου 1912- 18 Μαΐου 1913). Ἡ πολεμική ἀναμέτρηση γιὰ την κατάληψη της πρωτεύουσας της Ἠπείρου κράτησε σχεδόν τρεῖς μῆνες, ἀπὸ τις 29 Νοεμβρίου 1912 ἕως τις 21 Φεβρουαρίου 1913, ὁπότε οἱ ὀθωμανικές δυνάμεις παραδόθηκαν στὸν διάδοχο Κωνσταντῖνο, ποῦ ἡγεῖτο τῶν ἑλληνικῶν ὅπλων.

Με το ξέσπασμα του Α' Βαλκανικοῦ Πολέμου, τα ἑλληνικά στρατεύματα, ποῦ εἶχαν συγκεντρωθεῖ στὴν περιοχή της Ἄρτας ὑπὸ τον ἀντιστράτηγο Κωνσταντῖνο Σαπουντζάκη (1846-1931), κράτησαν ἀρχικὰ ἀμυντική στάση, με στόχο νὰ ἐξασφαλίσουν τὴ μεθόριο. Οἱ ἑλληνικές δυνάμεις στὸ μέγεθος μεραρχίας ἀπολείπονταν τῶν ὀθωμανικῶν δυνάμεων, ποῦ διέθεταν γιὰ την ὑπεράσπιση της περιοχῆς δύο μεραρχίες ὑπὸ την διοίκηση του Ἐσάτ Πασᾶ (1862-1952), ἑνὸς Ὀθωμανοῦ στρατηγοῦ ποῦ εἶχε γεννηθεῖ στὰ Ἰωάννινα. Το σχέδιο προέβλεπε ὅτι μετά την ὁλοκλήρωση τῶν ἐπιχειρήσεων στὴ Μακεδονία, θὰ ἐλευθερώνονταν στρατεύματα γιὰ την ἀναλήψη ἐπιθετικῆς πρωτοβουλίας στὴν Ἤπειρο.

Ἀλλὰ ἀπὸ τις 6 Ὀκτωβρίου κιόλας ἀρχίσαν οἱ ἁψιμαχίες. Γρήγορα, ὁ ἑλληνικός στρατός ἀνέλαβε ἐπιθετικές πρωτοβουλίες καὶ τις ἑπόμενες ἡμέρες κατέλαβε τὴ Φιλιππιάδα (12 Ὀκτωβρίου) καὶ την Πρέβεζα (21 Ὀκτωβρίου). Στή συνέχεια κινήθηκε πρὸς την πεδιάδα τῶν Ἰωαννίνων, ὁποῦ εἶχε συγκεντρωθεῖ ὁ κύριος ὄγκος τῶν τουρκικῶν δυνάμεων, ποῦ ἐν τῷ μεταξύ εἶχε ἐνισχυθεῖ με νέες δυνάμεις ἀπὸ την περιοχή του Μοναστηρίου. Ἔτσι, ἐξαιτίας αὐτοῦ του γεγονότος, ἀλλὰ καὶ τῶν δυσμενῶν καιρικῶν συνθηκῶν, ἡ προέλαση τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ ἀνακόπηκε.

Ἡ κατάληψη τῶν Ἰωαννίνων φάνταζε δύσκολή ὑπόθεση, καθότι ὁ ἑλληνικός στρατός ἔπρεπε νὰ ἐκπορθήσει τα ὀχυρὰ του Μπιζανίου. Ὁ ὀρεινός ὄγκος του Μπιζανίου, ποῦ δεσπόζει νότια τῶν Ἰωαννίνων, ἀποτελοῦσε ἐξαιρετικά ἰσχυρή ἀμυντική τοποθεσία, ποῦ ἐπιπλέον εἶχε ἐνισχυθεῖ πρόσφατα με πέντε μόνιμα πυροβολεῖα, κατασκευασμένα ὑπὸ την ἐπιβλέψη γερμανῶν εἰδικῶν.

Ἡ κυβέρνηση Βενιζέλου ἐπιζητοῦσε τὴ γρήγορη ἀπελευθέρωση της Ἠπείρου, πρὶν ἀπὸ τὴ σύναψη συνθήκης εἰρήνης μεταξύ τῶν ἐμπολέμων στὴ Συνδιάσκεψη του Λονδίνου, ποῦ βρισκόταν σε ἐξελίξη. Ἔτσι, ὁ στρατός της Ἠπείρου ἐνισχύθηκε με μία ἀκόμη μεραρχία ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη καὶ ὑπὸ την ἡγεσία του ἀντιστράτηγου Κωνσταντίνου Σαπουντζάκη ἀνέλαβε την πρώτη σημαντική ἐπιθετική ἐνέργεια κατά των ὀχυρῶν του Μπιζανίου στὶς 29 Νοεμβρίου 1912, ἡ ὁποῖα ἀπέτυχε πρὸς μεγάλη ἀνησυχία της ἑλληνικῆς κυβέρνησης.

Στὶς 8 Δεκεμβρίου ἀποφασίστηκε ἡ ἀποστολή δύο ἀκόμη μεραρχιῶν στὴν περιοχή, ἐνῶ την ἑπομένη ὁ διάδοχος Κωνσταντῖνος με τηλεγράφημά του πρὸς την πολιτική ἡγεσία ἔθετε θέμα ἀντικατάστασης του ἀντιστράτηγου Σαπουντζάκη, τον ὁποῖον χαρακτήριζε «ἀδέξιον». Το ἴδιο βράδυ, το Ὑπουργικό Συμβούλιο ἀποφάσισε νὰ ἀναθέσει την ἡγεσία του Στρατοῦ της Ἠπείρου στὸν Κωνσταντῖνο, ὁ ὁποῖος παρά τις ἀρχικὲς ἀντιρρήσεις του δέχτηκε. Στὶς 3 Ἰανουαρίου 1913 ἡ σχετική διαταγή ἔφθασε στὸ Στρατηγεῖο Ἠπείρου, ἡ ὁποία περιλάμβανε καὶ τὴ ρητή ἀπαγόρευση πρὸς τον στρατό της Ἠπείρου νὰ ἐνεργήσει ὁποιαδήποτε ἐπιθετική ἐνέργεια πρὶν ἀπὸ την ἄφιξη του Κωνσταντίνου.

Ἕνα ἀπρόοπτο γεγονός ἄλλαξε τὴ φορά των πραγμάτων. Ἕνα αὐτοκίνητο με δύο ἄνδρες αὐτομόλησε πρὸς τις τουρκικές γραμμές. Ὁ Σαπουντζάκης, ποῦ ἤθελε νὰ ἀποκαταστήσει το στρατιωτικό του γόητρο, ἐξέφρασε τους φόβους του πρὸς το Ὑπουργεῖο Στρατιωτικῶν ὅτι οἱ ἐπιβάτες του αὐτοκινήτου θὰ πρόδιδαν στοὺς Τούρκους τὴ διάταξη τῶν ἑλληνικῶν δυνάμεων καὶ διατύπωσε τὴ γνώμη ὅτι μία αἰφνιδιαστική ἐπιθέση πρὶν ἀπὸ την ἄφιξη του διαδόχου θὰ ἀπέφερε οὐσιαστικά ἀποτελέσματα. Το αἴτημα του ἔγινε δεκτό ἀπὸ το ἐπιτελεῖο καὶ ἡ νέα ἐπίθεση κατά τῶν ὀχυρῶν του Μπιζανίου ξεκίνησε το πρωί της 7ης Ἰανουαρίου 1913. Οἱ ἀμυνόμενοι κατόρθωσαν νὰ ἀποκρούσουν καὶ αὐτὴ την ἐπίθεση, προκαλῶντας ἀπώλειες στοὺς Ἕλληνες ἐπιτιθέμενους.

Τὸ ἀπόγευμα της 10ης Ἰανουαρίου 1913 ἔφθασε στὸ μέτωπο ὁ Κωνσταντῖνος, ὁ ὁποῖος μετά την ἐνημέρωσή του ἀπὸ τον ἀντιστράτηγο Σαπουντζάκη, ἔδωσε ἐντολὴ την ἑπόμενη ἡμέρα γιὰ κατάπαυση του πυρός. Ὁ νέος ἀρχηγὸς βρῆκε ἀποδεκατισμένο τον στρατό, ὄχι τόσο ἀπὸ τις ἀπώλειες στὴ μάχη, ὅσο ἀπὸ τα ἐπακόλουθα του σκληροῦ χειμῶνα (ψύξεις, κρυοπαγήματα) καὶ της ὑπερκόπωσης τῶν ἀνδρῶν. Οἱ μάχιμοι ἀπὸ 40.000 εἶχαν περιοριστεῖ στὶς 28.000 ἄνδρες, δύναμη μικρή γιὰ τον Κωνσταντῖνο, προκειμένου νὰ ἐπιχειρήσει την τρίτη ἐπίθεση γιὰ την κατάληψη του Μπιζανίου, ποῦ θὰ σήμαινε καὶ την ἀπελευθέρωση τῶν Ἰωαννίνων. Στίς 30 Ἰανουαρίου ὁ Κωνσταντῖνος ζήτησε ἐνισχύσεις, ἀλλὰ ὁ Βενιζέλος ποῦ ἐπισκέφθηκε το μέτωπο ἀπέρριψε το αἴτημα του, καθώς δὲν μποροῦσαν νὰ διατεθοῦν μονάδες ἀπὸ τὴ Μακεδονία. Το σχέδιο ποῦ ἐκπόνησε ὁ Κωνσταντῖνος καὶ οἱ ἐπιτελεῖς του γιὰ την ἐκπόρθηση του Μπιζανίου προέβλεπε την ἐκδήλωση της κύριας ἐπίθεσης στὶς 20 Φεβρουαρίου 1913. Νωρίτερα, στὶς 17 Ἰανουαρίου, με ἐπιστολή του πρὸς τον Ἐσᾶτ Πασᾶ τοῦ εἶχε ζητήσει την παράδοση τῶν Ἰωαννίνων γιὰ λόγους ἀνθρωπιστικούς, μιᾶς καὶ ἡ Τουρκία εἶχε οὐσιαστικά χάσει τον πόλεμο. Ἡ ἀπάντηση του Τούρκου διοικητή ἦταν ἀρνητική.

Στὶς 19 Φεβρουαρίου 1913, την παραμονή της γενικῆς ἐπίθεσης, ὁ Κωνσταντῖνος με κάποιες ἐνισχύσεις της τελευταίας στιγμῆς, διέθετε 41.000 ἑτοιμοπόλεμους ἄνδρες καὶ 105 κανόνια, τα ὁποία ἄρχισαν νὰ βάλουν με ἐπιτυχία κατά των τουρκικῶν θέσεων στὸ Μπιζάνι. Ὁ Ἐσᾶτ Πασᾶς παρέταξε 35.000 στρατιῶτες, ἄγνωστο ἀριθμὸ ἀτάκτων καὶ 162 κανόνια. Η γενική ἑλληνική ἐπιθέση ἐκδηλώθηκε τις πρωινές ὧρες της 20ης Φεβρουαρίου καὶ μέχρι τις πρῶτες βραδυνὲς ὧρες της ἴδιας ἡμέρας τα ἑλληνικά στρατεύματα με ἐφ’ ὅπλου λόγχη καὶ μάχες ἐκ του συστάδην εἶχαν φθάσει στὶς παρυφές τῶν Ἰωαννίνων, στὸν Ἅγιο Ἰωάννη. Καθοριστική συμβολή στὴν ἐξελίξη αὐτὴ εἶχε το 9ο Τάγμα του 1ου Συντάγματος Εὐζώνων ὑπὸ τον ταγματάρχη Ἰωάννη Βελισσαρίου, ποῦ ὑπερκέρασε τις τουρκικές δυνάμεις καὶ βρέθηκε στὰ μετόπισθεν του ἐχθροῦ. Οἱ εὔζωνες φρόντισαν νὰ καταστρέψουν τα τηλεφωνικά δίκτυα, διακόπτοντας την ἐπικοινωνία της τουρκικῆς διοίκησης με τον στρατό της, ποῦ παρέμενε ἀποκομμένος, ἀλλὰ ἄθικτος στὸ Μπιζάνι.

Ἡ παράδοση ἦταν πλέον μονόδρομος γιὰ τον Ἐσᾶτ Πασᾶ. Στὶς 11 το βράδυ της 20ης Φεβρουαρίου ἔφθασε στὶς προφυλακές του 9ου Τάγματος Εὐζώνων ἕνα αὐτοκίνητο, στὸ ὁποῖο ἐπέβαιναν ὁ ἐπίσκοπος Δωδώνης, ὁ ὑπολοχαγός Ρεούφ καὶ ἀνθυπολοχαγός Ταλαάτ. Ἔφεραν μαζί τους ἐπιστολή, ποῦ ἀπογραφόταν ἀπὸ τους προξένους στὰ Ἰωάννινα της Ρωσίας, Αὐστρο-Οὐγγαρίας, Γαλλίας καὶ Ρουμανίας καὶ περιεῖχε πρόταση του Ἐσᾶτ Πασᾶ πρὸς τον Κωνσταντῖνο γιὰ ἄμεση καὶ χωρίς ὄρους παράδοση τῶν Ἰωαννίνων καὶ του Μπιζανίου.

Στὶς 2 π.μ. της 21ης Φεβρουαρίου 1913 οἱ τρεῖς ἀπεσταλμένοι, συνοδευόμενοι ἀπὸ τον ταγματάρχη Βελισσαρίου, ἔφθασαν στὸ στρατηγεῖο της 2ας Μεραρχίας. Ἐκεῖ περίμεναν την ἄφιξη ἑνὸς αὐτοκινήτου, ποῦ τους ὁδήγησε στὶς 4:30 π.μ. στο χάνι του Ἐμίν Ἀγά, ὅπου ἕδρευε το ἑλληνικό στρατηγεῖο. Ὁ Κωνσταντῖνος συμφώνησε με το περιεχόμενο της ἐπιστολῆς καὶ στὶς 5:30 το πρωί δόθηκε ἐντολὴ κατάπαυσης του πυρός σε ὅλες τις μονάδες. Στή διήμερη μάχη γιὰ την ἀπελευθέρωση τῶν Ἰωαννίνων ὁ ἑλληνικός στρατός εἶχε 284 νεκρούς καὶ τραυματίες. Οἱ ἀπώλειες γιὰ τους Τούρκους ἦταν 2.800 νεκροί καὶ 8.600 αἰχμάλωτοι.

Το πρωί της 22ας Φεβρουαρίου 1913 οἱ πρῶτες μονάδες του ἑλληνικοῦ στρατοῦ παρέλασαν στὴν πόλη ὑπὸ τις ἐπευφημίες τῶν κατοίκων. Τα Ἰωάννινα, μετά ἀπὸ 483 χρόνια δουλείας, ἦταν καὶ πάλι ἐλεύθερα. Το χαρμόσυνο ἄγγελμα γιὰ την ἀπελευθέρωση τῶν Ἰωαννίνων ἔγινε ἀμέσως γνωστό στὴν Ἀθήνα, σκορπῶντας φρενίτιδα ἐνθουσιασμοῦ. Ὁ Γεώργιος Σουρής δημοσίευσε στὸ Ρωμιό το ἀκόλουθο ποίημα:

Τα πήραμε τα Γιάννινα

μάτια πολλά το λένε,

μάτια πολλά το λένε,

ὅπου γελοῦν καὶ κλαῖνε.

Το λέν πουλιά τῶν Γρεβενῶν

κι ἀηδόνια του Μετσόβου,

ποῦ τα ἔκαψεν ἡ παγωνιά
κι ἀνατριχίλα φόβου.

Το λένε χτύποι καὶ βροντές,

το λένε κι οἱ καμπάνες,

το λένε καὶ χαρούμενες

οἱ μαυροφόρες μάνες.

Το λένε καὶ Γιαννιῶτισσες

ποῦ ζοῦσαν χρόνια βόγγου,

το λένε κι Σουλιῶτισσες
στὶς ράχες του Ζαλόγγου.

Ἡ ἀπελευθέρωση τῶν Ἰωαννίνων, πέρα ἀπὸ την ἐξουδετέρωση κάθε σοβαρῆς τουρκικῆς ἀπειλῆς στὴν Ἤπειρο καὶ την κυρίευση σημαντικοῦ πολεμικοῦ ὑλικοῦ, εἶχε ἐπίδραση στὸ ἑλληνικό γόητρο, το ὁποῖο μετά την ἐπιτυχία αὐτή ἐξυψώθηκε διεθνῶς. Οἱ ἐπιχειρήσεις στὸ Μπιζάνι σήμαναν οὐσιαστικά καὶ τη λήξη του Α' Βαλκανικοῦ Πολέμου στὸ στρατιωτικό πεδίο. Τις ἑπόμενες ἡμέρες ὁ ἑλληνικός στρατός κινήθηκε βορειότερα καὶ ὡς τις 5 Μαρτίου 1913 εἶχε ἀπελευθερώσει τὴ Βόρειο Ἤπειρο.

Τετάρτη 21 Φεβρουαρίου 2018

Ἡλύσια πεδία


Ἡλύσια πεδία




Στὴν Ἑλληνική μυθολογία τα Ἡλύσια Πεδία ἦσαν οἱ μεταθανάτιες κατοικίες γιὰ τις ψυχές τῶν ἡρώων καὶ ἐνάρετων ἀνθρώπων. Διακρίνονταν σε δύο βασίλεια – την νῆσο τῶν Μακάρων καὶ τα Λήθεια πεδία του Ἄδη. Συγκρινόμενα με την σύγχρονη ἀντίληψη γιὰ την μετά θάνατον ζωή, ἦταν ὁ παράδεισος σε ἀντιθέσει με τα Τάρταρα ποῦ ἦταν ἡ κόλαση.

Το πρῶτο ἐξ’ αὐτῶν γνωστό ὥς Λευκή νῆσος ἡ νῆσος τῶν Μακάρων, ἦταν μεταθανάτιο βασίλειο ποῦ προοριζόταν γιὰ τους μυθικούς ἥρωες. Βρισκόταν σε παραδείσιο νησί δυτικά του ποταμοῦ Ὠκεανοῦ, καὶ διοικεῖτο σύμφωνα με τον Ἡσίοδο καὶ τον Πίνδαρο ἀπὸ τον Τιτᾶνα Κρόνο, ἡ σύμφωνα με τον Ὅμηρο ἀπὸ τον Ραδάμανθυ, γιό του Δία.

Το δεύτερο Ἡλύσιο πεδίο ἦταν β
ασίλειο του κάτω κόσμου στὰ βάθη του Ἄδη πέρα ἀπὸ τον ποταμό Λήθη καὶ στὸ ὁποῖο κατευθύνονταν οἱ μύστες των Μυστηρίων ποῦ εἶχαν διάγει ἐνάρετο βίο. Οἱ θεοί των Μυστηρίων ποῦ συνδέονται με το πέρασμα των μυημένων στὸ Ἡλύσιο πεδίο εἶναι ἡ Περσεφόνη, ὁ Ἴακχος (Ελευσίνιος Ἑρμῆς ἡ Διόνυσος) ὁ Τριπτόλεμος, ἡ Ἐκάτη, ὁ Ζαγρεύς (Ὀρφικός Διόνυσος) ἡ Μελινόη (Ὀρφικὴ Ἐκάτη) καὶ ἡ Μακαρία.

Θά πρέπει νὰ σημειωθεῖ ὅτι τα Ἡλύσια ἦταν μιά συγκεχυμένη ἔννοια, καθότι ἐπὶ παραδείγματι ἐνῶ ὁ Ἡσίοδος καὶ ἄλλοι ποιητές μιλοῦν γιὰ παραδείσια βασίλεια ποῦ προορίζονταν ἀποκλειστικά γιὰ ήρωες, οἱ Ρωμαῖοι συγγραφθείς (ὅπως ὁ Βιργίλιος) συνδυάζουν ἀμφότερα τα Ἡλύσια πεδία – το βασίλειο των ἐνάρετων νεκρῶν καὶ το βασίλειο τῶν ἡρώων – σε ἕνα καὶ το αὐτὸ.

Μεταγενέστεροι Ἕλληνες συγγραφεῖς ποῦ προσπάθησαν νὰ ἐξορθολογήσουν τους μύθους, ἐντόπισαν το μυθικό λευκό νησί κοντά στὶς ἐκβολὲς του ποταμοῦ Δούναβη στὴ Μαύρη Θάλασσα. Τα νησιά τῶν Μακάρων, ἀπὸ την ἄλλη πλευρά, ὁρισμένες φορές ταυτίζονται με τα νησιά του ἀνατολίτικού Αἰγαίου, ἡ με τα νησιά στὸν Ἀτλαντικὸ Ὠκεανό.

Στήν ἀρχαία Ἑλληνική οἱ ὀροί Ἡλύσιο καὶ Ἄδη ἐπέχουν θέση ἐπιθέτου παρά κυρίου ὀνόματος, π.χ Ἡλύσιο πεδίο καὶ Ἄδου οἶκος. Ἡ ἐτυμολογία της λέξης Ἡλύσιον εἶναι ἀσαφής. Μπορεῖ νὰ προέρχεται ἀπὸ το ρῆμα ἐλευσώ ἡ ἐλευθῶ ποῦ σημαίνει «γιὰ την ἀνακούφιση» ή «ἀπελευθέρωση» (δηλαδή από τον πόνο) ή ἀπὸ την πόλη της Ἐλευσίνας, τοποθεσία των φημισμένων Ἐλευσινίων Μυστηρίων, ἡ σύμφωνα με τον Εὐστάθιο τον Θεσσαλονικέα ἀπὸ την λέξη ἀλυούσας (ἀναβλύζω ἀπὸ χαρά) ἡ ἀπὸ την λέξη ἀλύτως (συνώνυμο του ἀφθάρτως).

Ὁρισμένα ἀπὸ τα μυθικά πρόσωπα ποῦ μεταφέρθηκαν στὰ Ἡλύσια πεδία εἶναι τα κάτωθι:

Κάδμος καὶ Ἁρμονία (βασιλικό ζεῦγος τῶν Θηβῶν) Λύκος (γιός του Ποσειδῶνα) Ραδάμανθυς (γιός του Διός) Ἀλκμήνη (μητέρα του Ἡρακλῆ) Μήδεια (κόρη του Αἱήτη) Ὀρφεύς καὶ Εὐρυδίκη,

Ἀχιλλεύς (γιός του Πηλέα) Αἴας ὁ Τελαμόνιος, Αἴας ὁ Λοκρός, Αντίλοχος (γιός του Νέστορα) Διομήδης (γιός του Τυδέα) Ἑλένη (κόρη του Δία) Ἰφιγένεια (κόρη του Ἀγαμέμνονα) Μέμνων (γιός της Ἠοῦς) Μενέλαος (γιός του Ἀτρέα) Νεοπτόλεμος (γιός του Ἀχιλλέα) Πάτροκλος (φίλος του Ἀχιλλέα) Πηνελόπη (σύζυγος του Ὀδυσσέα) Τηλέγονος (γιός του Ὀδυσσέα) Τηλέμαχος (γιός του Ὀδυσσέα).

———————————–

… τὸν δ’ ἴδον ἐν νήσῳ θαλερὸν κατὰ δάκρυ χέοντα,

νύμφης ἐν μεγάροισι Καλυψοῦς, ἥ μιν ἀνάγκῃ

ἴσχει ὁ δ’ οὐ δύναται ἣν πατρίδα γαῖαν ἱκέσθαι

οὐ γάρ οἱ πάρα νῆες ἐπήρετμοι καὶ ἑταῖροι,

οἵ κέν μιν πέμποιεν ἐπ’ εὐρέα νῶτα θαλάσσης.

σοὶ δ’ οὐ θέσφατόν ἐστι, διοτρεφὲς ὦ Μενέλαε,

Ἄργει ἐν ἱπποβότῳ θανέειν καὶ πότμον ἐπισπεῖν,

ἀλλά σ’ ἐς Ἠλύσιον πεδίον καὶ πείρατα γαίης

ἀθάνατοι πέμψουσιν, ὅθι ξανθὸς Ῥαδάμανθυς,

τῇ περ ῥηΐστη βιοτὴ πέλει ἀνθρώποισιν

οὐ νιφετός, οὔτ’ ἂρ χειμὼν πολὺς οὔτε ποτ’ ὄμβρος,

ἀλλ’ αἰεὶ ζεφύροιο λιγὺ πνείοντος ἀήτας

Ὠκεανὸς ἀνίησιν ἀναψύχειν ἀνθρώπους (Ομήρου – Οδύσσεια 4.560 έως 565)

Διὰ τί ὁ ζέφυρος εὐδιεινὸς καὶ ἥδιστος δοκεῖ εἶναι τῶν ἀνέμων͵ καὶ οἷον καὶ Ὅμηρος ἐν τῷ Ἠλυσίῳ πεδίῳ͵ ἀλλ΄ αἰεὶ ζεφύροιο διαπνείουσιν ἀῆται (Αριστοτέλους – Προβλήματα 943b.21 έως 943b.23)


Ἀπόλλων καὶ Μαρσύας



Ἀπόλλων καὶ Μαρσύας

Ὁ Μαρσύας, γιὸς του Ὕαγνη ἡ του Ὄλυμπου ἡ του Οἵαγρου, εἶναι Σιληνός, εὐρετής του δίαυλου, ἀκόλουθος της Κυβέλης στοὺς θιάσους της, ὅπου ἔπαιζαν αὐλὸ καὶ τύμπανο, συνδεδεμένος καὶ με τον Διόνυσο.

Ὁ Μαρσύας, ὅπως εἴπαμε, θεωρεῖται ὁ ἐφευρέτης του δίαυλου, ἐνῶ ὁ Πάνας της σύριγγας ἡ του αὐλοῦ· κατάφερε, μάλιστα, οἱ Φρύγες νὰ ἀποκρούσουν τους Γαλάτες, ἐνῶ αὐτὸς ἔπαιζε τον αὐλὸ. Στήν Ἀθήνα παραδίδεται ὅτι τον αὐλὸ τον εἶχε ἐφεύρει ἡ Ἀθηνᾶ, ἐνῶ ἄλλες παραδόσεις θέλουν κάποιον Ἀλφαιό ἀπὸ τὴ Φρυγία, γιὸ του Σαγγάριου, νὰ μαθαίνει στὴ θεά νὰ παίζει· ὅταν ὅμως εἶδε στὰ νερά ἑνὸς ρυακιοῦ ὅτι ἀσχήμιζε το πρόσωπό της, πέταξε τον αὐλὸ μακριά. Ἄλλοι λένε ὅτι ἡ θεά ἔφτιαξε με κόκαλα ἐλαφιοῦ αὐλὸ γιὰ πρώτη φορά σε ἕνα συμπόσιο τῶν θεῶν. Ὅταν η Ήρα και η Αφροδίτη την κορόιδεψαν, γιατί το πρόσωπό της παραμορφωνόταν σε κάθε φύσημα του αὐλοῦ, ἡ θεά ἔτρεξε στὴ Φρυγία γιὰ νὰ δεῖ το πρόσωπό της στὰ νερά ἑνὸς ποταμοῦ. Ἐκεῖ πέταξε τον αὐλὸ ἀπειλῶντας με φρικτές τιμωρίες ὅποιον τον μάζευε.

Τον μάζεψε ὁ Μαρσύας καὶ με αὐτὸν προκάλεσε τον Ἀπόλλωνα σε μουσικό ἀγῶνα, γιατί θεώρησε τον ἦχο του αὐλοῦ τον ὡραιότερο. Ἀναπόφευκτη ἡ τιμωρία του, τόσο γιατί ἀψήφησε την Ἀθηνᾶ ὅσο καὶ γιατί συναγωνίστηκε ἕνα θεό. Η τιμωρία ὑπῆρξε σκληρή, πόσο μᾶλλον ποῦ ἡ πρώτη φάση του διαγωνισμοῦ ἔμεινε χωρίς νικητή. Γι' αὐτὸ ὁ Ἀπόλλωνας τον προκάλεσε νὰ γυρίσουν ἀνάποδα τα ὄργανα τους καὶ νὰ παίξουν. Σε αὐτὴ τὴ φύση ἀποδείχθηκε ἡ ἀνωτερότητα της λύρας καὶ οἱ ξεχωριστές ἱκανότητες του θεοῦ. Κριτής στὸν ἀγῶνα ὁρίστηκε ὁ Τμώλος, ὁ θεός του ὁμώνυμου βουνοῦ, καὶ ὁ Μίδας (ὑπέρ του Μαρσύα)· κατά ἄλλους ὁ Μίδας ὑπῆρξε αὐτόκλητος κριτής στὴ μουσική διαμάχη ἀνάμεσα στὸν Ἀπόλλωνα καὶ τον Μαρσύα - Ἄλλες μαρτυρίες θέλουν κριτές του ἀγῶνα τις Μοῦσες.

Περιπλανώμενος στὰ βουνά, ἔφτασε στὸ σημεῖο του διαγωνισμοῦ την ὥρα ποῦ ὁ Τμώλος ἀνακήρυσσε τον Ἀπόλλωνα νικητή· ἐκεῖνος πάλι ἔκρινε την ἀπόφαση ὡς ἄδική. Ὁ Ἀπόλλωνας θύμωσε καὶ ἔκανε νὰ βγοῦν δύο αὐτιά γαϊδάρου στὸ κεφάλι του, προφανῶς γιὰ νὰ ἀκούει καλύτερα ή γιατί γαϊδουρινά αυτιά μοιάζουν ακαλαίσθητα σε ανθρώπινο κεφάλι. Όσο για την τιμωρία του

Μαρσύα…

Ἐπειδή, πρὶν την ἔναρξή του ἀγῶνα, εἶχε ἀριστεῖ ὁ νικητής νὰ ἐπιβάλει στὸν ἡττημένο ὅποια τιμωρία ἤθελε, ὁ Ἀπόλλωνας, παρασυρμένος ἀπὸ την ὀργὴ του, ἔδεσε τον Μαρσύα σε πανύψηλο πεῦκο (Ἀπολλόδωρος) ή πλάτανο (Πλίνιος) καὶ τον ἔγδαρε. Μετανιωμένος γιὰ τον θυμό του ὁ θεός ἔσπασε τὴ λύρα του καὶ, σύμφωνα με κάποιες μαρτυρίες, μεταμόρφωσε τον Μαρσύα σε ποταμό της Φρυγίας μετονομάζοντας αὐτὸν ποῦ παλαιότερα λεγόταν Πηγή του Μίδα. Κατά την ἀρχαιότητα κοντά στὶς Κελαινές, στὴ Φρυγία, ἔδειχναν ἕνα σπήλαιο, ὅπου ὁ Ἀπόλλωνας εἶχε κρεμάσει το δέρμα του σάτυρου Μαρσύα (Ξεν., Κύρου Ανάβ. 1.2.8) ἡ ἕναν ἀσκὸ φτιαγμένο ἀπὸ το δέρμα του (Ηρ. 7.26). Σύμφωνα με ἄλλο μῦθο, το φοβερό ἐκεῖνο τρόπαιο εἶχε κρεμαστεῖ σ' ἕνα σπήλαιο της Ἀκρόπολης. Ο Φώτιος ἀναφέρει ὅτι σε μία γιορτή πρὸς τιμή του Ἀπόλλωνα προσφέρονταν στὸν θεό δέρματα θυσιασμένων ζώων στὴ μνήμη του Μαρσύα.

Ὁ μῦθος του Μαρσύα, ἄν καὶ θεωρήθηκε ὡς πάλη καὶ νίκη (ἐπικράτηση) της κιθάρας ἔναντι του φρυγίου αὐλοῦ καὶ κατ' ἐπεκτάσει της δωρικῆς ἑλληνικῆς μουσικῆς ἔναντι της φρυγικής, δὲν ἔπαψε καὶ νὰ θεωρεῖται ὅτι συμβολίζει την πάλη ἀνάμεσα στὴν Ἀπολλώνεια καὶ τὴ Διονυσιακή πλευρά της ἀνθρώπινης φύσης καὶ εἶναι ἕνα συνηθισμένο θέμα στὴν Ἀρχαία Ἑλληνική, Ρωμαϊκή καὶ Ἀναγεννησιακή τέχνη.

Την μικρασιατική καταγωγή του Μαρσύα ἀποδεικνύουν πολλοί ὁμώνυμοι χείμαρροι καὶ τοποθεσίες στὴ Μικρά Ἀσία. Κατά Στέφανο τον Βυζάντιο οἱ τότε ξεναγοί (ἐξηγητές) ἐπεδείκνυαν καὶ τον τάφο του Μαρσύα στὴ πόλη της Πεσσινούντος ὅπου λατρευόταν κυρίως ἡ θεά Ρέα - Κυβέλη ποὺ κατά την ἀσιατική παράδοση ὁ Μαρσύας ποῦ ἀνακάλυψε τον αὐλὸ συνόδευε πάντα αὐτή τὴ θεά. Ἐξ ὅλων ὅμως τῶν ὁμώνυμων ποταμῶν σπουδαιότερος εἶναι ὁ Μυσίας της Φρυγίας, παραπόταμος του Μαίανδρου, πλησίον της πόλης των Κελαινών.

Στὴν Ἀθήνα πίστευαν, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἡρόδοτος, ὅτι το δέρμα του Μαρσύα φυλασσόταν σε σπήλαιο της Ἀκρόπολης πάνω ἀπὸ την ἀγορὰ.






Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2018

Ὅταν ὁ Φωτοφόρος Ἀπόλλωνας - Ἡλίου ἔγινε το "Ἄγαλμα της Ἐλευθερίας".


Ὅταν ὁ Φωτοφόρος Ἀπόλλωνας - Ἡλίου ἔγινε το "Ἄγαλμα της Ἐλευθερίας".

Το Ἄγαλμα της Ἐλευθερίας, του ὁποίου ἡ ἐπίσημη ὀνομασία εἶναι "Η Ἐλευθερία φωτίζοντας τον κόσμο" (αγγλιστί "Liberty enlightening the World" γαλλιστί "la Liberte eclairant le monde"), εἶναι ἕνα κολοσσιαῖο ἄγαλμα πάνω στὴν ὁμώνυμη νησῖδα καὶ μέσα στὸ ἄνω τμῆμα του Κόλπου της Νέας Ὑόρκης. Το ἄγαλμα αὐτὸ στήθηκε σε ἀνάμνηση της φιλίας των λαῶν των ΗΠΑ καὶ της Γαλλίας.



Το συνολικό του ὕψος εἶναι 93 μέτρα (302 πόδια) μαζί με το βάθρο, καὶ κατά την ἐκδοχὴ της ἐγκυκλοπαίδειας Μπριτάννικα παρουσιάζει μία γυναῖκα νὰ κηρύττει την ἐλευθερία. Ἡ γυναῖκα αὐτὴ κρατάει ἕναν πυρσό στὸ ὑψωμένο δεξί της χέρι καὶ μία ἐνεπίγραφη πλάκα στὸ ἀριστερό ὁποῦ ἀναγράφεται ἡ ἡμερομηνία 4 Ἰουλίου 1776.

Ἕνας ἀνελκυστῆρας ἀνεβάζει ἑως το ὕψος του ἐξώστη καὶ μία ἑλικοειδής σκάλα ὁδηγεῖ σε μίαν ἐξέδρα παρατηρήσεως πάνω στὸ στέμμα ποῦ φοράει ἡ Ἐλευθερία. Ὁ πυρσός ποῦ κρατάει βρίσκεται σε 93 μέτρα ὕφος πάνω ἀπὸ την ἐπιφάνεια της θαλάσσης. Στήν βάση του ἀγάλματος βρίσκεται το Ἀμερικανικό Μουσεῖο της Μεταναστεύσεως (American Museum of Immigration).

Την πρόταση γιὰ την κατασκευή του ἀγάλματος διατύπωσε ἕνας Γάλλος ἱστορικός, ο Εντουάρ ντε Λαμπουλάϊγ, μετά τον Ἀμερικανικό Ἐμφύλιο πόλεμο. Συγκεντρώθηκε ἕνας ἱκανός ἀριθμὸς χρημάτων με εἰσφορές του γαλλικοῦ λαοῦ καὶ το ἔργο ἄρχισε στὴ Γαλλία το 1875, ὑπὸ την διεύθυνση του γλύπτη Φρεντερίκ-Ωγκύστ Μπαρτολντί.



Το ἄγαλμα κατασκευάστηκε ἀπὸ φύλλα χαλκοῦ, ποῦ σφυρηλατήθηκαν με το χέρι γιὰ νὰ πάρουν το ἐπιθυμητό σχῆμα καὶ συναρμολογήθηκαν πάνω σε ἕναν σκελετό ἀπὸ τέσσερα γιγάντια χαλύβδινα ὑποστηρίγματα, τον ὁποῖο εἶχε σχεδιάσει ὁ διάσημος ἀπὸ την κατασκευή του Πύργου του Άιφελ, Αλεξάντρ-Γκυστάβ Άιφελ.Το 1885 το περατωμένο ἄγαλμα, ποῦ εἶχε ὕψος 46 μέτρα περίπου (151 πόδια καὶ 1 ἴντσα) καὶ ζύγιζε 225 τόνους, ἀποσυναρμολογήθηκε καὶ φορτώθηκε γιὰ νὰ μεταφερθεῖ στὴν Πόλη της Νέας Ὑόρκης. Το βάθρο, ποῦ κατασκευάστηκε μέσα ἀπὸ τα τείχη του φρουρίου Γουντ στὴ νησῖδα Μπέντλο, περατώθηκε ἀργότερα. Το ἄγαλμα στήθηκε στὸ βάθρο του καὶ στὶς 28 Ὀκτωβρίου 1886 ἀφιερώθηκε στὸν πρόεδρο Κλήβελαντ.

Την διαχείριση καὶ φροντίδα του ἀγάλματος εἶχε στὴν ἀρχὴ ἡ Ἐπιτροπή Φάρων, ἐπειδή ὁ φωτεινός πυρσός θεωρήθηκε ὡς εἶδος φάρου γιὰ τους ναυτιλλομένους. Ἐπειδή ὅμως το φρούριο Γουντ ἐξακολουθοῦσε νὰ χρησιμοποιεῖται ἀπὸ τον ἀμερικανικό στρατό, το ἄγαλμα μεταφέρθηκε το 1901 στὸ ὑπουργεῖο τῶν Στρατιωτικῶν. Το 1924 ἀνακηρύχθηκε ἐθνικό μνημεῖο. Το 1937 το φρούριο Γουντ ἀποκρατικοποιήθηκε καὶ το ὑπόλοιπο νησί ἐνσωματώθηκε στὸ μνημεῖο ὥς περιβάλλων χῶρος. Το 1956 το νησί Μπέντλο μετονομάσθηκε σε "Νησί της Ἐλευθερίας" (Liberty Island) καὶ το 1965 προστέθηκε στὸ συγκρότημα ἡ γειτονική νησῖδα 'Ἔλις, ἄλλοτε σταθμός μεταναστῶν. Η συνολική ἐκτάσει του χώρου του μνημείου ἔφθασε ἔτσι τα 23,63 ἐκτάρια.

Εἴπαμε ἀνωτέρω ὅτι κατά την ἐκδοχὴ της ἐγκυκλοπαίδειας "Μπριτάννικα" το ἄγαλμα παρουσιάζει μία γυναῖκα νὰ κηρύττει την ἐλευθερία, ὑπονοῶντας ὅτι ἡ γυναῖκα αὐτὴ εἶναι προσωποποιημένη ἡ Ἐλευθερία. Ἀποκρύπτουν ὅμως συστηματικά ὅτι καὶ σε αὐτὸ το σημεῖο ἡ ἀθάνατος Ἑλλὰς ἔχει δώσει γιὰ μία ἀκόμη φορά τα φῶτα της. Πράγματι αὐτὸς ποῦ σχεδίασε το ἄγαλμα της ἐλευθερίας κάπου ἀλλοῦ εἶχε δεῖ την μορφή αὐτὴ.

Καὶ ἡ μορφή αὐτὴ εἶναι ἡ μορφή του Φωτοφόρου Ἀπόλλωνος - Ἡλίου!...



Ὁ φωτοφόρος Ἀπόλλων ἀπεικονίζεται με αὐτὴν ἀκριβῶς την μορφή. Καὶ εὐτυχῶς γιὰ μας ἡ ἀθάνατη ἑλληνική γῆ της Κορινθίας μας διέσωσε αὐτὴ την εἰκόνα γιὰ νὰ μποροῦμε σήμερα νὰ γνωρίζουμε την ἀλήθεια.

Ἡ μορφή του φωτοφόρου Ἀπόλλωνος βρίσκεται σήμερα στὸ Μουσεῖο της Κορίνθου, περνᾶ ὅμως ἀπαρατήρητη γιὰ τον ἐπισκέπτη ποῦ δὲν εἶναι ὑποψιασμένος. Βρίσκεται σε μία τρίπτυχη πλάκα μαζί με ἄλλες δύο παραστάσεις. Η μία, στὸ ἀριστερό τμῆμα, ἀπεικονίζει ἕναν Ἄγγελο, μορφή ὁμοία καὶ ἴδια με αὐτὴν της Χριστιανικῆς πίστεως, καὶ εἶναι κατά τους ἀρχαιολόγους ἡ μορφή της θεάς Ἐκάτης. Στὸ δεξιό τμῆμα ἀπεικονίζεται ρόδακας. Καὶ στὴν μέση ὦ του θαύματος!!! Η μορφή του φωτοφόρου Ἀπόλλωνος, ἴδια με αὐτὴν του ἀγάλματος της Ἐλευθερίας! Η πνευματική ἰδιοκτησία εἶναι πασιφανές σε ποιόν ἀνήκει.



Λέγεται ἀπὸ ἀνθρώπους της Κορίνθου ποῦ γνωρίζουν ὅτι ὁ διευθυντής της Ἀμερικανικῆς Ἀρχαιολογικῆς αποστολής, σώφρων καὶ ἐντίμως ἄνθρωπος, ἔχει δηλώσει ὅτι οἱ Ἀμερικανοί πρέπει νὰ ἔρχονται νὰ προσκυνοῦν στὸν χῶρο του Μουσείου ὅπου ἡ μορφή του φωτοφόρου Ἀπόλλωνος, διότι εἶναι ἡ πηγή του ἐθνικοῦ τους συμβόλου. (Στήν φωτογραφία ἀριστερά, βλέπετε το γλυπτό με την παράσταση του ζωοδώτη Ἀπόλλωνα - Ἡλίου με το πύρινο ἅρμα του)

Ἄς ἐνημερωθοῦν λοιπόν μερικοί.. ὅτι το ἐθνικὸ τους σύμβολο, το ὀφείλουν στὴν Ἑλλάδα καὶ στούς Έλληνες. Δεν θὰ εἶναι ἐξ ἄλλου οἱ μόνοι. Πάρα πολλά ἀπὸ τα σύμβολα τα ὁποίᾳ ἔχουν χρησιμοποιηθεῖ ἀπὸ ἄλλους λαούς ,εἶναι Ἑλληνικά.

Οἱ Τοῦρκοι πῆραν την ἡμισέληνο ἀπὸ το νόμισμα των Βυζαντίων ποῦ ἀπεικόνιζε την νίκη τους ἐπὶ του Φιλίππου σε μία νύχτα ποῦ το χάσικο φεγγάρι με το ἀστέρι ἐνεφανίσθησαν με την ἴδια ἀκριβῶς ἀπεικόνιση στὸν οὐρανό.



Ὁ Ἀδόλφος Χίτλερ οἰκειοποιήθηκε την περίφημη "τετραγάμμα", την κοσμοῦσα το ἱμάτιο της Ἀθηνᾶς του Παρθενῶνος, ἕνα ἀπὸ τα κατ' ἐξοχὴν ἀραιότερα σύμβολα τῶν Ἑλλήνων καὶ του ἔδωσε μιαρή χροιά ὀνομάζοντας το "σβάστικα" καὶ κάνοντας το σύμβολο του ναζισμοῦ.



Οἱ Σκοπιανοί οἰκειοποιήθηκαν το ἀστέρι της Βεργίνας, οἱ δὲ ὑπόλοιποι βόρειοι γείτονές μας τον Δικέφαλο Ἀετό του Βυζαντίου.

Στὶς ἡμέρες μας ὅμως οἱ Ἕλληνες δὲν γνωρίζουν καὶ δὲν θυμοῦνται. Ἡ παγκοσμιοποίηση ἔχει παίξει καλά το παιχνίδι της. Ἄλλοτέ ἀποκρύπτει, ἄλλοτέ παραποιεῖ, ἄλλοτε διαστρεβλώνει τα γεγονότα.

Εἶναι αὐτὸ ποῦ ἔχει γράψει ὁ μεγάλος Θουκυδίδης στὸ Γ,82,4: "Καὶ την εἰωθυῖαν ἀξίωσιν τῶν ὀνομάτων ἕς τα ἔργα ἀντήλλαξαν τὴ δικαιώσει", ποῦ ἀποδίδεται "γιὰ νὰ δικαιολογοῦν τις πράξεις τους ἄλλαζαν ἀκόμα καὶ την σημασία των λέξεων".

Ἔτσι δὲν γίνεται σήμερα; Ἁπλὸ παράδειγμα, καὶ δὲν εἶναι το μόνο, ἀποτελεῖ ὁ γλυπτός διάκοσμος του Παρθενῶνος, ἔργο του Φειδία. Ἔχουμε φθάσει σήμερα σε τέτοιο σημεῖο διαστρεβλώσεως, ποῦ τα γλυπτά του Παρθενῶνος εἶναι γνωστά παγκοσμίως με τον ὅρο ἐλγίνεια μάρμαρα. Τα περίφημα γλυπτά του Παρθενῶνος, τα γλυπτά του Φειδία, δὲν εἶναι γνωστά με το ὄνομα του δημιουργοῦ ἀλλὰ με το ὄνομα του κλέφτη.!

Πρὸς το παρόν νὰ γνωρίζουν οἱ συνέλληνες καὶ ἰδιαιτέρως οἱ συμπατριῶτες μας των ΗΠΑ, καὶ νὰ το μεταφέρουν στοὺς Ἀμερικανούς, ὅτι το ἐθνικὸ τους σύμβολο, το ἄγαλμα της Ἐλευθερίας, ἕλκει την καταγωγή τῆς μορφῆς του ἀπὸ την Ἑλλάδα καὶ ἰδιαιτέρως ἀπὸ την μορφή του φωτοφόρου Ἀπόλλωνος.

Τοῦτο δὲ μποροῦν νὰ το ἀποδείξουν ἀλλὰ καὶ νὰ το θαυμάσουν στὸ Μουσεῖο της Κορίνθου, το ὁποῖο τους καλοῦμε νὰ ἐπισκεφθοῦν το συντομότερο.

  
















Σὰν σήμερα: Ναυμαχία των Πατρῶν - Ὁ Μιαούλης νικᾶ τον τοῦρκο- αἰγυπτιακό στόλο



Στίς ἀρχὲς του 1822 ὁ τουρκοαιγυπτιακός στόλος με ἀρχηγούς τον ἀντιναύαρχο Καρά Πεπέ Ἀλή καὶ τον Αἰγύπτιο ὑποναύαρχο Ἰσμαήλ Γιβραλτάρ βγῆκε ἀπὸ τον Ἑλλήσποντο με διαταγή νὰ πλεύσει πρὸς την Πάτρα, προκειμένου νὰ ἀνεφοδιάσει τους πολιορκούμενους ἀπὸ τους Ἕλληνες ἐπαναστάτες, Τούρκους.
Στὸ κατόπι του βρέθηκε στόλος 63 ἑλληνικῶν πλοίων ἀπὸ τα Ψαρά, την Ὕδρα καὶ τις Σπέτσες με ἀρχηγούς τον Νικολή Ἀποστόλη, τον Ἀνδρέα Μιαούλη καὶ τον Γκίκα Τσούπα.
Στὶς 15 Φεβρουαρίου ὁ τουρκικός στόλος ναυλόχησε στὸ λιμάνι της Πάτρας, λόγω κακοκαιρίας. Ὁ Ἀνδρέας Μιαούλης, ποῦ εἶχε ἀναλάβει τὴ διοίκηση της Ἑλληνικῆς ἀρμάδας, θεώρησε ὅτι ἦταν ἡ κατάλληλη εὐκαιρία γιὰ ἐπιθέση.
Το πρωί της 20ης Φεβρουαρίου οἱ τουρκοαιγύπτιοι εἶδαν ἔκπληκτοι νὰ κανονιοβολοῦνται ἀπὸ τα μικρά ἑλληνικά πλοῖα καὶ μάλιστα ὑπὸ φοβερή τρικυμία.
Ἔπειτα ἀπὸ ναυμαχία πέντε ὡρῶν, μία τουρκική φρεγάτα καταστράφηκε ὁλοκληρωτικά καὶ πολλά ἄλλα πλοῖα ὑπέστησαν σημαντικές ζημιές. Πολλοί Τοῦρκοι βρῆκαν το θάνατο ἡ τραυματίστηκαν σοβαρά.
Ὁ τουρκικός στόλος, μετά την ἀποχώρησή του ἀπὸ την Πάτρα, κατέφυγε στὴ Ζάκυνθο, ἡ ὁποία εὑρίσκετο ὑπὸ ἀγγλικὴ διοίκηση.
Ὅταν οἱ Ἕλληνες ἔπλευσαν ἐκεῖ γιὰ νὰ ἐπαναλάβουν την ἐπιθέση τους, ἐμποδίστηκαν ἀπὸ τους Ἄγγλους, ποῦ προφασίστηκαν την οὐδετερότητα του νησιοῦ.
Ὁ ἑλληνικός στόλος ἐπέστρεψε στὶς 24 Φεβρουαρίου καὶ ἀγκυροβόλησε στὸ Μεσολόγγι, ἕτοιμος γιὰ νέα ἀναμέτρηση.
Ἡ Ναυμαχία της Πάτρας, στὴν ὁποία ἔλαμψε το ἄστρο του Ἀνδρέα Μιαούλη, ὑπῆρξε γεγονός μεγάλης σημασίας γιὰ τον κατά θάλασσα ἀγῶνα τῶν Ἑλλήνων, παρά τις μικρές τουρκικές ἀπώλειες.
Ἦταν ἡ πρώτη φορά ποῦ ἑλληνικά πλοῖα ἀντιμετώπισαν κατά παράταξη τον στόλο του Σουλτάνου, χωρίς νὰ χρησιμοποιήσουν πυρπολικά.






Κυριακή 18 Φεβρουαρίου 2018

Γκουλάγκ: τα σοβιετικά στρατόπεδα θανάτου καὶ ὁ ἀρχιτέκτονάς τους



Γκουλάγκ: τα σοβιετικά στρατόπεδα θανάτου και ο αρχιτέκτονάς τους

Ἡ μαρξιστική ἀντίληψη γιὰ το ἔγκλημα ὑποστηρίζει ὅτι ἡ γενεσιουργός αἰτία του εἶναι ἡ «ἐκμετάλλευση τῶν μαζῶν» καὶ συνεπῶς ὅταν αὐτή θὰ παύσει νὰ ὑφίσταται, θὰ ἐξαλειφθεῖ καὶ ἡ παραβατική συμπεριφορά τῶν ἀνθρώπων. Μετά, ὅμως ἀπὸ την βίαιη κατάληψη της ἐξουσίας ἀπὸ τους μπολσεβίκους, ὁ Λένιν διατύπωσε την ἄποψη ὅτι ἡ δημιουργία του σοβιετικοῦ κράτους θὰ προκαλοῦσε την ἐμφάνιση ἑνὸς νέου εἴδους ἐγκληματία ποῦ θὰ ἀποκαλοῦνταν «ταξικός ἐχθρὸς».

Τα λαϊκά δικαστήρια ποῦ συστάθηκαν ἀμέσως μετά την «Ὀκτωβριανή Ἐπανάσταση» δὲν ἄργησαν νὰ προσδιορίσουν καὶ νὰ στοχοποιήσουν ὡς τέτοιους τους τραπεζῖτες, τους ἐμπόρους, τους ἐλεύθερους ἐπαγγελματίες, τους φύλακες της τσαρικής περιόδου καὶ γενικά κάθε ἄτομο ποῦ ἔδινε την ἐντύπωση του «ὕποπτου», τους ὁποίους καὶ καταδίκαζαν αὐθαίρετα σε ποινές φυλάκισης, καταναγκαστικά ἔργα καὶ σε θανατική ποινή.

Ἡ ἀφορμὴ γιὰ την ὑλοποίηση του σχεδίου του Λένιν γιὰ ἐγκλεισμό τῶν «ἐχθρῶν» σε «εἰδικά στρατόπεδα» δόθηκε μετά την ἀποτυχημένη ἀπόπειρα κατά της ζωῆς του ἀπὸ την Δῶρα Καπλάν, τον Αὔγουστο του 1918. Το σῶμα ποῦ θὰ ἀναλάμβανε την ἐφαρμογή της πολιτικῆς του «Κόκκινου Τρόμου» ἦταν ἡ «Παν-Ρωσική Ἔκτακτή Ἐπιτροπή γιὰ την Μάχη κατά τῶν Ἀντεπαναστατικῶν Συνωμοσιῶν καὶ της Δολιοφθοράς», γνωστή καὶ ὥς «Τσεκά», δηλαδή ἡ μυστική ἀστυνομία, ὑπὸ την ἡγεσία του Πολωνοῦ «ἐπαναστάτη» Φέλιξ Ντζερζίνσκι (Felix Dzerzhinsky). Τον Σεπτέμβριο ἐξαπολύθηκε ἕνα ἀνηλεές κῦμα τρομοκρατίας με συλλήψεις, φυλακίσεις καὶ ἐκτελέσεις τῶν «ἐχθρῶν» της ἐπανάστασης. Το πρῶτο διάταγμα ποῦ ἐκδόθηκε κατά την περίοδο του «Κόκκινου Τρόμου» δὲν ἐπαιτοῦσε ἁπλᾶ την σύλληψη καὶ την φυλάκιση τῶν ἐκπροσώπων της μπουρζουαζίας καὶ των γαιοκτημόνων, τῶν κληρικῶν καὶ τῶν ἀντεπαναστατικών στοιχείων, ἀλλὰ καὶ τον ἐγκλεισμὸ τους σε «στρατόπεδα συγκέντρωσης». Μέχρι το τέλος του 1919 εἶχαν καταγραφεῖ 21 τέτοια στρατόπεδα, τα ὁποία αὐξήθηκαν σε 107 στὸ τέλος του 1920. Οἱ διοικητές των στρατοπέδων αὐτῶν ἐπιδίωκαν περισσότερο νὰ ἐξευτελίσουν καὶ νὰ χλευάσουν τους ἔγκλειστους, πρώην εὔπορους ἀστούς, τους ὁποίους ἀνάγκαζαν νὰ ἐκτελοῦν ταπεινωτικές δουλειές, παρά νὰ τους ἐμφυσήσουν το πνεῦμα της παραγωγικῆς ἐργασίας, ὅπως ὑποστήριζαν οἱ ἡγέτες της «ἐπανάστασης».

Οἱ Κρατούμενοι ἐργάζονται στὴν διάνοιξη της διώρυγας της Λευκῆς Θάλασσας. Η σημασία του ἔργου ἦταν ἀσήμαντη, ἀλλὰ μέχρι την ὁλοκλήρωσή του πέθαναν τουλάχιστον 25.000 ἄνθρωποι.

Μέχρι το τέλος του ἐμφυλίου πολέμου, εἶχαν διαμορφωθεῖ δύο συστήματα φυλακῶν: Το Κομισαριάτο Δικαιοσύνης καὶ ἀργότερα Κομισαριάτο Ἐσωτερικῶν ἦταν ὑπεύθυνο γιὰ τις φυλακές, στὶς ὁποῖες εἶχαν ἐγκλειστεῖ οἱ «ποινικοί» ἐγκληματίες. Ἡ Τσεκά ποῦ μετέπειτα μετονομάσθηκε σε GPU, OGPU, NKVD καὶ KGB ἤλεγχε τα «ἰδικά» ἡ «ἔκτακτα» στρατόπεδα, στὰ ὁποία φυλακίζονταν οἱ «πολιτικοί κρατούμενοι». Στίς «ἰδικές» φυλακές δέν κρατοῦνταν μόνο οἱ «ἀντιδραστικοί», ἀλλὰ καὶ ἀναρχικοί, στελέχη ἀριστερῶν κομμάτων καὶ κινημάτων, ὅπως οἱ μενσεβίκοι καὶ οἱ σοσιαλεπαναστάτες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν λάβει μέρος στὴν «ἐπανάσταση», ἀλλὰ μετά την ἐπικράτησή της δὲν τάχθηκαν με το μέρος του Λένιν. Οἱ συγκεκριμένοι κρατούμενοι ὀργάνωναν : διαμαρτυρίες καὶ ἀπεργίες πείνας, ἐπαιτῶντας καλύτερες συνθῆκες διαβίωσης, εἶχαν διασυνδέσεις στὸ ἐξωτερικό με «συγγενεῖς» ἰδεολογικά ὁμάδες, τις ὁποῖες ἐνημέρωναν γιὰ την ἄθλια κατάσταση τῶν φυλακῶν καὶ δέχονταν τις ἐπισκέψεις του Ἐρυθροῦ Σταύρου Πολιτικῶν Κρατούμενων.

Ἡ Τσεκά ἦταν ἀδύνατο νὰ ἐλέγξει τις ἐξεγέρσεις τῶν «σοσιαλιστῶν» καὶ τῶν ἄλλων ἀπείθαρχων κρατούμενων, ποῦ κρατοῦνταν στὶς πτέρυγες των φυλακῶν της Μόσχας. Γι' αὐτό, την Ἄνοιξη του 1923, ἀποφάσισε νὰ τους μεταφέρει στὰ νησιά Σολοβέτσκι στὴν Λευκή Θάλασσα, ὅπου ὑπῆρχε ἕνα μοναστικό συγκρότημα, πού καὶ στὸ παρελθόν εἶχε χρησιμοποιηθεῖ ὡς φυλακή γιὰ τους ἀντιπάλους τῶν Τσάρων. Στά «βόρεια στρατόπεδα ἠδίκεις σημασίας», γνωστά ὡς SLON, ἀρχικά οἱ «ἀντιδραστικοί» ἱερεῖς καὶ οἱ «σοσιαλιστές» κρατούμενοι δὲν ἐργάζονταν καὶ εἶχαν καταφέρει νὰ διατηρήσουν ἀρκετὰ «προνόμια». Ζούσανε μακριά ἀπὸ τους ὑπόλοιπους κρατούμενους, οἱ ὁποῖοι ἀντίθετα ἀποβάλλονταν σε σκληρά καὶ ἄσκοπα βασανιστήρια ἀπὸ τους σαδιστές φρουρούς τους ἡ ἐκτελοῦνταν, ὅταν κρίνονταν ὕποπτοι γιὰ ὑποκίνηση ἐξέγερσης ἡ πέθαιναν ἀπὸ τις ἐπιδημίες τύφου καὶ λιμοῦ.

Ὁ ἀρχιτέκτονας τῶν Γκουλάγκ

Οἱ φυλακές του Σολοβέτσκι ἦταν ἀσύμφορες οἰκονομικά γιὰ το σοβιετικό κράτος καὶ ἡ ἡγεσία του ἀναζητοῦσε τρόπους, ὥστε ἀπὸ την λειτουργία τους νὰ ἐξασφαλίζει κέρδος. Την ἀφορμὴ ἔδωσε μία ἐπιστολή ποῦ ἔριξε στὸ «κυτίο παραπόνων» ὁ Νάφταλι Φρένκελ (Naftaly Frenkel), ἕνας Ἑβραῖος κρατούμενος, στὴν ὁποία ἀνέλυε τα προβληματικά στοιχεῖα τῶν παραγωγικῶν δραστηριοτήτων του στρατοπέδου καὶ πρότεινε μία συντονισμένη μέθοδο κατανομῆς τροφίμων καὶ ὀργάνωσης κρατούμενων. Εἰδικότερα, οἱ κρατούμενοι του SLON θὰ χωρίζονταν σε τρεῖς ὁμάδες, ἀνάλογα με τις σωματικές τους ἱκανότητες: σε ὅσους ἦταν ἱκανοί νὰ ἐκτελοῦν βαριά ἐργασία, σε ὅσους ἦταν ἱκανοί γιὰ ἐλαφριά ἐργασία καὶ στοὺς ἀνάπηρους. Συνεπῶς, οἱ κρατούμενοι θὰ σιτίζονταν ἀνάλογα με τον ὄγκο της ἐργασίας τους. Οἱ ἀδύναμοι θὰ στεροῦνταν την τροφή, θὰ ἀποδυναμώνονταν ἀκόμη περισσότερό καὶ τελικά εἴτε θὰ ἀρρώσταιναν εἴτε θὰ πέθαιναν.

Ἡ ἐπιστολή αὐτή τράβηξε την προσοχή του Γκένρικ Γιάγκοντα (Genrikh Yagoda - βλέπε ἐδῶ) στελέχους καὶ ἀργότερα ἐπὶ κεφαλῆς της μυστικῆς ἀστυνομίας καὶ ἡ σταλινική ἡγεσία δὲν ἄργησε νὰ υἱοθετήσει το σύστημα σε ὅλα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Ὁ Φρένκελ γρήγορα προβιβάσθηκε σε φύλακα του στρατοπέδου, ἀποφυλακίσθηκε το 1927, ἔγινε διοικητής του Σολοβέτσκι, συνάντησε τον Στάλιν κατά την δεκαετία του 1930 καὶ ἐπέζησε κατά την περίοδο τῶν ἐκκαθαρίσεων. Το Σολοβέτσκι ἐξελίχθηκε σε μία ὀργανωμένη ἐπικερδῆ ἐπιχείρηση, ἡ ὁποία ἀναλάμβανε την ἐκτελέση ἐργασιῶν καὶ λειτουργοῦσε ἀνταγωνιστικά με ἄλλες κρατικές ἐπιχειρήσεις, ποῦ ἀσκοῦσαν τις ἴδιες δραστηριότητες.

Μετά την ἐφαρμογή του συστήματος Φρένκελ ἔπαυσε πλέον ὁ διαχωρισμός μεταξύ ποινικῶν καὶ πολιτικῶν κρατούμενων. Ἡ «εἰδική» μεταχείριση τῶν σοσιαλιστῶν στὸ Σολοβέτσκ ποῦ δὲν ἐργάζονταν ἀλλὰ λάμβαναν μεγάλες μερίδες τροφῆς, προκάλεσε την ἀντίδραση τῶν σοβιετικῶν ἀρχῶν, οἱ ὁποῖες ἀποφάσισαν νὰ τερματίσουν το προνομιακό καθεστώς κράτησής τους. Το 1925 τους ἀπομάκρυναν ἀπὸ το μοναστήρι του Σαβατίεβο στό νησί καὶ τους μετέφεραν σε μακρινές κλειστές φυλακές στὴν Κεντρική Ρωσία, ὅπου ἀντιμετώπισαν χειρότερες συνθῆκες διαβίωσης.

Ὁ Naftaly Aronovich Frenkel (στὴν ἄκρη δεξιά στὴν φωτογραφία) γεννήθηκε το 1883, στὴν Κωνσταντινούπολη σε οἰκογένεια Ἑβραίων της Τουρκίας. Ἀργότερα ἡ οἰκογένεια μετακόμισε στὴν Ὁδησσό.

Του ἀπονεμήθηκε το βραβεῖο του «Τάγματος του Λένιν» τρεῖς φορές καὶ τίτλος του «Ἥρωα της Σοσιαλιστικῆς Ἐργασίας». Ποτέ δὲν παραπέμφθηκε σε δίκη γιὰ τα ἐγκλήματα του κατά της ἀνθρωπότητας.

Κατά τὴ διάρκεια τῶν ἐτῶν 1937-1945 ὁ Frenkel ἦταν ὁ ἐπὶ κεφαλῆς της Διεύθυνσης Κατασκευῆς Σιδηροδρόμων.

Στὶς 28 Ἀπριλίου 1947, ὁ Frenkel σταμάτησε γιὰ λόγους ὑγείας καὶ του ἀπονεμήθηκε σύνταξη. Πέθανε το 1960 στὴν Μόσχα.

Σταδιακά, ἀπὸ το καλοκαίρι του 1954 μέχρι την ἄνοιξη του 1956 ἀποφυλακίσθηκαν οἱ κρατούμενοι τῶν στρατοπέδων του Γκουλάγκ. Ὅμως, ἡ πλήρης κοινωνική ἀποκατάστασή τους, ποῦ περιλάμβανε την ἐξεύρεση ἐργασίας καὶ στέγης καὶ την ἐξασφάλιση σύνταξης, ἦταν πολύ σπάνιο φαινόμενο καὶ δημιουργοῦσε πρόσθετα προβλήματα ὁμαλῆς ἐπανένταξής τους στὸ κοινωνικό σύνολο.

Ὁ Μπρέζνιεφ, ὁ ὁποῖος ἀντιτίθετα στὴν ἀποσταλινοποίηση, δὲν ἐπανέφερε τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ὡστόσο οἱ «ἐπικίνδυνοι» ἀντικαθεστωτικοί, ὅταν ὁδηγοῦνταν στὶς φυλακές, τελοῦσαν ὑπὸ αὐστηρό καθεστώς ἐπιτήρησης, ἄν καὶ τους εἶχαν παραχωρηθεῖ κάποια στοιχειώδη δικαιώματα ἐπικοινωνίας με τον «ἔξω κόσμο». Οἱ σοβιετικές ἀρχὲς χρησιμοποιοῦσαν, πλέον, τον ἐγκλεισμό τῶν ἀντικαθεστωτικών σε ψυχιατρικά νοσοκομεῖα γιὰ νὰ τους συκοφαντήσουν ὡς «διανοητικά ἄρρωστους» ἡ στὴν καλύτερη περίπτωση ὥς «προβληματικούς».

Ἀργότερα, ἡ KGB, ὑπὸ την ἀρχηγία του μετέπειτα ἀρχηγοῦ του κράτους Γιούρι Αντρόποφ, καταδίωκε ὅσους τάσσονταν ὑπέρ τῶν ἀνθρώπινων δικαιωμάτων ἡ συμμετεῖχαν σε θρησκευτικές ἡ ἐθνικιστικές ὀργανώσεις. Τελικά, τα τέλη του 1986, ὁ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ἔδωσε ἀμνηστία σε ὅλους τους πολιτικούς κρατούμενους, ποῦ παρέμειναν ἔγκλειστοι σε φυλακές.

Ἐπίλογος:

Ἡ ἱστορική ἔρευνα μέχρι καὶ σήμερα ἀναλύει τα στατιστικά στοιχεῖα, γιὰ νὰ ὑπολογίσει τους ἀνθρώπους ποῦ πέρασαν ἀπὸ τα σοβιετικά στρατόπεδα συγκέντρωσης καὶ τις ἀποικίες σωφρονιστικῆς ἐργασίας ἡ εἶχαν ἐκτοπιστεῖ στὶς ἀχανεῖς καὶ ἔρημες ἐκτάσεις της Ρωσίας. Ο συνολικός ἀριθμὸς, πιθανόν νὰ ἀνέρχεται σε 28.700.000. Γιὰ τους θανάτους ἡ ἐρευνητές μόνο εἰκασίες κάνουν. Ἄλλοι ἀναφέρουν ὅτι τα θύματα του σταλινισμοῦ ἀνέρχονται σε 10-12.000.000, ἐνῶ οἱ συγγραφεῖς της «Μαύρης Βίβλου του Κομμουνισμοῦ» τα ὑπολογίζουν σε

20.000.000!

Μνημεῖο Γκουλάγκ

Οἱ Σοβιετικοί προσπάθησαν νὰ σβήσουν ἀπὸ την συλλογική μνήμη τα στρατόπεδα Γκουλάγκ. Ἡ ἀνθρωπότητα καταδικάζει δικαιολογημένα τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, χωρίς ὅμως νὰ ἔχει συνειδητοποιήσει ὅτι ἀνάλογες ἡ καὶ μεγαλύτερες θηριωδίες διαπράχθηκαν στὴν Σοβιετική Ἕνωσή, την περίοδο 1919-1956.Το κομμουνιστικό καθεστώς ἀπαγόρευε την φωτογράφιση σε ὅλη την χώρα καὶ ἡ παραβίαση της ἀπαγόρευσης διωκόταν αὐστηρά, συνεπῶς, χωρίς τις φωτογραφικές μαρτυρίες των θυμάτων τους ἡ χαρακτηριστική βαρβαρότητα τῶν σοβιετικῶν στρατοπέδων δὲν εἰσέδυσε ποτέ στὴν συνείδηση του δυτικοῦ κόσμου, ὅπου τέτοια ζητήματα καταδικάζονταν ἀπερίφραστα. Οὔτε ἡ κινηματογραφική βιομηχανία ἀσχολήθηκε με τα σοβιετικά στρατόπεδα. Οἱ ἀριστεροί διανοούμενοι στὴν Δύση ἀντιδροῦσαν στὴν ἀποκάλυψη της ἀλήθειας γιὰ το σύστημα Γκουλάγκ καὶ ὑποστήριζαν ὅτι ἐπρόκειτο γιὰ «ἀντισοβιετική προπαγάνδα».

Ἡ σημερινή Ρωσία προσπαθεῖ νὰ μὴν ἀναμοχλεύει το σταλινικό παρελθόν. Πολλοί Ρῶσοι πιστεύουν ὅτι το καθεστώς ἦταν ἀπάνθρωπο, ὡστόσο ἡ πάλαι ποτέ Σοβιετική Ἕνωση ἦταν ἰσχυρή καὶ ἡ κατάρρευσή της «πλήγωσε» την ὑπερηφάνειά τους.