Σάββατο 9 Ιουνίου 2018

ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ



"..τῶν ἱερῶν τῶν ἐμπρησθέντων καὶ καταβληθέντων ὑπὸ τῶν βαρβάρων οὐδὲν ἀνοικοδομήσω παντάπασιν, ἀλλ’ ὑπόμνημα τοῖς ἐπι- γιγνομένοις ἐάσω καταλείπεσθαι τῆς τῶν βαρβάρων ἀσεβείας."

("..τα ιερά που κάηκαν και γκρεμίστηκαν από τους βαρβάρους κανένα απολύτως δεν θα ανοικοδομήσω, αλλά θα αφήσω τα ερείπια αυτών διά να υπενθυμίζουν εις τους μεταγενεστέρους την ασέβειαν των βαρβάρων.")

ΛΥΚΟΥΡΓΟΣΑποτέλεσμα εικόνας για ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2018

Η Γῆ εἶναι ἐπίπεδη;


Μεσαίωνας ἐν ἔτη 2016 μ. Χ.

Ζοῦμε σε ἕναν πολύπλοκο κόσμο, μέσα στὸν ὁποῖο καθημερινά δεχόμαστε κάθε εἴδους πληροφορία, εἴτε μέσῳ τῶν μίντια, εἴτε μέσω του ἴντερνετ. Ἡ πληροφορία εἶναι το ''Ἅγιο δισκοπότηρο'' της ἐποχῆς μας.

Παράλληλα, ἡ βασική ἐκπαίδευση συρρικνώνεται καὶ ἀπαξιώνεται σε ὅλες τις χῶρες του κόσμου. Δεκαετίες πρὶν, μεταπολεμικά, ἦταν ἀρκετὰ τα ἑκατομμύρια ἀνθρώπων ποῦ δὲν ἤξεραν οὔτε νὰ γράψουν, οὔτε νὰ διαβάσουν στὴ γλῶσσα τους. Τότε ἦταν ποῦ μία μεγάλη οἰκονομική 'ἔκρηξη'' βελτίωσε τις ζωές τῶν ἀνθρώπων σε ὅλα τα ἐπίπεδα, καὶ μέχρι πρότινος, ὅλος ὁ δυτικός κόσμος εἶχε νὰ καυχιέται - μεταξύ ἄλλων – καὶ γιὰ την ἄνθηση του πνεύματος.

Σήμερα ὑπάρχει μία μεγάλη ὀπισθοδρόμηση. Σε αὐτὸ βέβαια, πέραν της παρηκμασμένης ἐκπαίδευσης, βοήθησε καὶ ἡ τεχνολογία, ποὺ κάνει τα πάντα, ὥστε νὰ ἁπλοποιήσει την ἀνθρώπινη ζωή στὸ μέγιστο. Καὶ μαζί με αὐτὸ ἔρχονται καὶ οἱ ''παρενέργειες''.

Πρόσφατα λοιπόν, μία ''θεωρία συνωμοσίας'' ἔχει γίνει μέγα θέμα καὶ φαίνεται πῶς ἀρχίζει νὰ βρίσκει καὶ πολλούς ὑποστηρικτές.

Ἡ θεωρία λέει, πῶς ο πλανήτης γῆ εἶναι ἐπίπεδος καὶ ὄχι σφαιρικός – ἡ καλύτερα ὡοειδής.

Τὴ θεωρία αὐτή προωθοῦν ἀπὸ....ράπερ μέχρι... ἰμάμηδες καὶ με ἐπιχειρήματα ποὺ προκαλοῦν τουλάχιστον γέλιο, προσπαθοῦν νὰ μας πείσουν γιὰ του λόγου το ἀληθὲς, καὶ νὰ ἀκυρώσουν τον ...Ἀριστοτέλη!



Δεῖτε ἐδῶ τα ἐπιχειρήματα του ἰμάμη:


Σύμφωνα με τον ἰμάμη, ἐάν ἡ γῇ ἦταν σφαιρική, τότε κανένα ἀεροπλάνο ποῦ πετάει πρὸς την ἴδια κατεύθυνση με την κίνηση της γῆς δὲ θὰ ἔφτανε ποτέ στὸν προορισμό της, ἀφοῦ ἡ γῆ κινεῖται με μεγαλύτερη ταχύτητα ἀπὸ αὐτὴν του ἀεροπλάνου. Προφανῶς ὁ ἰμάμης δὲν ἔχει ὑπόψιν του τὴ σχετική ταχύτητα του ἑνὸς ἀντικειμένου ὡς πρὸς το ἄλλο. Γιὰ αὐτὸν οἱ νόμοι της φυσικῆς δὲν ἰσχύουν.

Κάποιος ἄλλος πάλι ἰσχυρίζεται, πῶς ὅπως ἐάν ἡ γῆ ἦταν σφαιρική, τότε ἄν παίρναμε μία σβούρα (μία ἁπλὴ σβούρα) καὶ τὴ γυρνούσαμε, τότε ἡ σβούρα θὰ ἔπρεπε νὰ ἔπεφτε ἀμέσως καὶ νὰ μὴν κρατιόταν σε τροχιά καθόλου. Ἄρα το συμπέρασμά του ξεκάθαρο: Ἡ γῆ εἶναι....ἐπίπεδη! Μᾶλλον ἔχει ξεχάσει πώς λειτουργεῖ ἡ βαρυτική ἐνέργεια της γῆς.

Ξεκάθαρα ὑπάρχει ἕνα πρόβλημα: Ἡ τα μαθηματικά καὶ οἱ νόμοι της φυσικῆς ποῦ γνωρίζουμε σήμερα, εἶναι ἐξ' ὁρισμοῦ λάθος, ἡ οἱ παραπάνω τύποι θὰ πρέπει νὰ κάτσουν ξανά στὰ θρανία!

Ἀλλὰ ἔστω, ὅτι ἡ γῆ εἶναι ἐπίπεδη!

1.Πώς ἐξηγεῖται το γεγονός, ὅτι μποροῦμε ἀπὸ το ἕνα ἄκρο (ἂς ποῦμε Ἀλάσκα) νὰ ταξιδέψουμε στὸ ἀπέναντι ἄκρο, δίχως νὰ βρεθοῦμε στὸ κενό;




2.Τι ὑπάρχει στὴν κάτω πλευρά; Μήπως τίποτα ρίζες; Καὶ ἄν ὑποθέσουμε πῶς ἐμεῖς ζοῦμε στὴ μία ἐπιφάνεια ἀπὸ τις δύο, τι βλέπουμε στὸν οὐρανὸ με τα τηλεσκόπια; Βλέπουμε μόνο τὴ μία πλευρά του οὐρανοῦ;; Τότε πώς μποροῦμε καὶ βλέπουμε τους πλανῆτες ποῦ εἶναι πίσω ἀπὸ τὴ γῆ;

Θὰ μπορούσαμε νὰ συνεχίσουμε νὰ κάνουμε διάφορους ἀστείους συλλογισμούς ἀλλὰ δὲν ὑπάρχει κἄν νόημα.

Αὐτόματα ἡ σκέψη ποῦ ἔρχεται στὸ μυαλό του καθενός καὶ καθεμίας ἀπὸ ἐμᾶς εἶναι ἡ ἐξῆς:

Μας θεωροῦν ὅλους καὶ ὅλες ἠλίθιους καὶ εὐκολόπιστους, καὶ ὡς ἐκ τούτου κατασκευάζουν κάθε λογῆς θεωρίες συνωμοσίας καὶ μας τις πασάρουν.

Τέτοιου εἴδους θεωρίες καὶ ἀντιλήψεις ἐπικρατοῦσαν στὴ σκοτεινή ἐποχῆ του μεσαίωνα. Ἔλεγαν μάλιστα ἐκείνη την ἐποχῆ, πῶς ὁ κόσμος τελειώνει στὶς Ἡράκλειες Στῆλες καὶ ὅποιος το ἀμφισβητοῦσε τιμωροῦνταν διὰ θανάτου. Μήπως ξαναζοῦμε τέτοιες ἐποχές;;;

Ὁ συνήγορος του....διαβόλου ὅμως κάλλιστα θὰ μποροῦσε νὰ ἰσχυριστεῖ πῶς ὅσο ψεύτικη εἶναι αὐτὴ ἡ θεωρία, ἄλλο τόσο θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ψεύτικη ἡ ὁποιαδήποτε περίεργη ἡ ''τρελή'' θεωρία, ὅπως γιὰ παράδειγμα ἡ θεωρία της κοίλης γης.

Γιὰ ὅσους/ες δὲν ἔχουν ὑπόψιν τους, η θεωρία της κοίλης γῆς ὑποστηρίζει πῶς ὁ πλανήτης γῆ, εἶναι ὡοειδούς σχήματος καὶ στὸ ἐσωτερικό του εἶναι κούφιος, καὶ ὑπάρχει ζωή. Μάλιστα, σύμφωνα πάντα με τὴ θεωρία, ὑπάρχουν καὶ δύο τεράστιοι εἴσοδοι μία στὸν βόρειο πόλο καὶ μία στὸν νότιο, πέραν των ἄλλων μικρότερων εἰσόδων.

Σκοπός λοιπόν αὐτῶν των θεωριῶν ὅπως αὐτή της ἐπίπεδης γῆς, εἶναι:

1.Νὰ γελοιοποιήσουν κάθε θεωρία, ποῦ ἀμφισβητεῖ με στοιχεῖα καὶ ἐπιχειρήματα την ἐπίσημη ἐπιστήμη καὶ γνώση, ἔτσι ὥστε νὰ δημιουργηθεῖ μία σύγχυση στὸ κοινό, ἕνα αἴσθημα ἀπαξίωσης γιὰ τα πάντα, το ὁποῖο νομοτελειακά ὁδηγεῖ στὴν παραίτηση ἀπὸ την ἀναζήτηση της ἀλήθειας.

2.Νὰ μετρήσουν ἀντιδράσεις καὶ νὰ δοῦν σε τι ποσοστό το κοινό εἶναι ἕτοιμο νὰ ἀποδεχθεῖ ὁτιδήποτε του πασάρει.

Τελικά στὸ ἐρώτημα ἐάν μας ψεκάζουν ἡ ὄχι ἡ ἀπάντηση εἶναι σίγουρα ναὶ!

Τρίτη 29 Μαΐου 2018

Οἱ ΚΑΛΟΓΕΡΟΙ ΠΑΡΕΔΩΣΑΝ ΣΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΔΙΟΤΙ ΕΙΧΕ ΑΡΧΙΣΕΙ Ἡ ΕΠΑΝΕΛΛΗΝΙΣΗ


ΟΙ ΚΑΛΟΓΕΡΟΙ ΠΑΡΕΔΩΣΑΝ ΣΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΔΙΟΤΙ ΕΙΧΕ ΑΡΧΙΣΕΙ Η ΕΠΑΝΕΛΛΗΝΙΣΗ




Εἶναι γνωστόν, πὼς κατὰ τὴν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης, οἱ ρασοφόροι λειτούργησαν ὡς πέμπτη φάλαγγα, καλλιεργῶντας εἴτε κλίμα ἡττοπάθειας -ἀντιτιθέμενοι στὴν ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν- λέγοντας πὼς «εἶναι θέλημα Θεοῦ ἡ Πόλη νὰ τουρκέψει», εἴτε ἐρχόμενοι καὶ σὲ ἀπευθείας συνομιλίες μὲ τοὺς Ὀθωμανούς.


Τίς προδοσίες τῶν ρασοφόρων, προσπαθεῖ μέχρι καὶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία νὰ καλύψει μὲ τὸ παραμυθάκι τῆς ξεχασμένης Κερκόπορτας (λὲς καὶ ἐπρόκειτο γιὰ μιὰ ἁπλῆ πόρτα ποὺ ἔκλεινε μὲ ἕνα ἁπλὸ πόμολο ποὺ δὲν ἀσφάλισε καλά).



Βεβαίως, γιὰ νὰ εἴμαστε ἀκριβοδίκαιοι, ἀκόμη κι ἂν παρακάμψουμε τὸ γεγονός, πὼς τοὐλάχιστον 30.000 ρασοφόροι «πέρδονταν κι ἔθρεφαν πρωκτό» (κατὰ τὴν ἔκφραση τοῦ Δημήτρη Λιαντίνη) στὰ πάμπολλα μοναστήρια καὶ τίς ἐκκλησιὲς τῆς περιοχῆς τῆς Κωνσταντινούπολης (μόνο ἐντὸς τῆς πόλεως ὑπῆρχαν, ὅπως λέγεται, 300 μοναστήρια μὲ 10.000 καλόγερους, ἐνῶ διάφορες ἀναφορὲς καὶ ἐκτιμήσεις ἀνεβάζουν τὸν συνολικὸ ἀριθμὸ ἕως καὶ 300.000), ὅταν τὴν ἴδια στιγμή, τὴν ἄμυνα τῆς πόλης προσπαθοῦσαν νὰ κρατήσουν μετὰ βίας 10.000 ἄνδρες, ἀπέναντι στοὺς 150.000 περίπου

Ὀθωμανοὺς πολιορκητές, δὲν θὰ πρέπει νὰ ἀγνοήσουμε καὶ νὰ παραγνωρίσουμε τὸ γεγονὸς πὼς στὸ πλάϊ των ρασοφόρων αὐτῶν συντάχθηκαν καὶ πολλοὶ κοσμικοί, ποὺ βλέποντας τὸ τέλος νὰ πλησιάζει προσπάθησαν νὰ περισώσουν ὅτι μποροῦσαν.



Ἡ Κερκόπορτα -ποὺ ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι χρησιμοποιοῦνταν κυρίως ἀπὸ μοναχούς-, ὅτι κι ἂν συνέβῃ, δὲν ἀπέφερε τὸ ἀποφασιστικὸ πλῆγμα στὴν ἤδη παραπαίουσα Κωνσταντινούπολη.

Στὴν πραγματικότητα ἡ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία εἶχε πάψει ἐκ τῶν πραγμάτων νὰ ὑφίσταται, ἀρκετὰ χρόνια πρίν, καὶ εἶχε περιοριστεῖ στὴν περιοχὴ τῆς Κωνσταντινούπολης.

 Οἱ Ὀθωμανοὶ εἶχαν ἤδη κατακυριεύσει τὴν ἄλλοτε κραταιὰ αὐτοκρατορία καὶ τὸ μόνο ποὺ ἔμενε ἦταν ἡ χαριστικὴ βολή· τὸ κερασάκι στὴν τούρτα: Ἡ τυπικὴ κατάληψη τῆς πρωτεύουσας.

 Καὶ λέμε τυπική, γιατί οὐσιαστικὰ ἡ Κωνσταντινούπολη εἶχε ὑποταχθεῖ, ὅταν πλήρωνε φόρο ὑποτέλειας στὸν Σουλτᾶνο. Ἡ Κωνσταντινούπολη ἔπαψε νὰ ἔχει τὸν ἔλεγχο τῶν Στενῶν, ἀπ' τὴν στιγμὴ ποὺ οἱ Τοῦρκοι εὐθαρσῶς ἔχτισαν δίπλα στὴν Πόλη, στὸν Βόσπορο, τὸ κάστρο «Ρούμελη Χισὰρ» καὶ φορολογοῦσαν τὰ διερχόμενα πλοῖα.



Ἡ Κερκόπορτα (ποὺ παρεμπιπτόντως, δὲν μνημονεύεται οὔτε στὸ χρονικό του Φραντζή, οὔτε τοῦ Μπαρμπάρο), εἴτε «ξεχάστηκε» ἀνοικτή, εἴτε -τὸ πιθανότερον- τὴν ἄνοιξαν κάποιοι ἀπὸ μέσα, δὲν συνέβαλε ἀποφασιστικὰ στὴν κατάληψη τῆς πόλης.

 Ἄλλωστε οἱ Τοῦρκοι εἶχαν ἤδη σκαρφαλώσει στὰ μισογκρεμισμένα τείχη καὶ εἰσέβαλαν στὴν πόλη.
Ἐπέφερε ὅμως ἕνα ἄλλο πλῆγμα:      Συνέβαλε στὸν ἐγκλωβισμὸ καὶ στὴν παρεμπόδιση διαφυγῆς τῶν ἀλλοφρονούντων κατοίκων.

Ὄχι ὅλων βέβαια, γιατί πολλοί -καὶ κυρίως οἱ ἀνθενωτικοί- κλειστήκαν στὶς ἐκκλησιὲς καὶ τὸ ἄβουλο καὶ φανατισμένο θρησκευτικὰ πλῆθος ἔψελνε μοιρολατρικὰ «Κύριε ἐλέησον» καὶ περίμενε βοήθεια ἀπ' τον ...;οὐρανό. Τὸ ἄνοιγμα τῆς Κερκόπορτας ὅμως, ἐξυπηρετοῦσε ἕναν πολὺ πιὸ οὐσιαστικὸ σκοπό.

Τὸ Κοράνι προβλέπει τὴν προστασία τῶν «ἀπίστων» κατοίκων μιᾶς πόλης ποὺ παραδίδονται οἰκειοθελῶς. Ἐκεῖ λοιπὸν θὰ πρέπει νὰ ἀναζητηθοῦν τὰ βασικὰ κίνητρα αὐτῶν ποὺ ἄνοιξαν τὴν Κερκόπορτα, εἴτε ρασοφόρων, εἴτε κοσμικῶν, εἴτε καὶ τῶν δυὸ μαζί.

Δὲν εἶναι ἄλλωστε τυχαῖο πὼς ἡ περιοχὴ ὅπου βρίσκονταν ἡ Κερκόπορτα -ὅπως καὶ ἀρκετὲς ἀκόμη- δὲν πειράχτηκε ἀπ' τοὺς Τούρκους.



Τὰ παραπάνω ἐνισχύει κι ἕνα ἔγγραφο ποὺ φέρει τὸν τίτλο «Ἡ πτῶσις τῆς Κωνσταντινουπόλεως» καὶ τὸ ὁποῖο συνέταξε ἡ Θεοδώρα Φραντζή, κόρη τοῦ πρωτοβεστιάριου τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, Γεωργίου Φραντζή.

 Ἡ Θεοδώρα Φραντζὴ ἦταν σύζυγος τοῦ στρατιωτικοῦ σύμβολου τοῦ αὐτοκράτορα, Ἐδουάρδου Ντὲ Ριστόν. Τὸ ἔγγραφο ἐκδόθηκε στὴν Ἀγγλία τὸ 1454, ὅπου εἶχαν καταφύγει καὶ οἱ δύο μετὰ τὴν Ἅλωση.

 Στὸ ἔγγραφο αὐτό, περιγράφεται, μεταξὺ ἄλλων καὶ μιὰ περίπτωση συνδιαλλαγῆς ρασοφόρων καὶ κοσμικῶν μὲ τὸν ἐκπρόσωπο τοῦ Μωάμεθ Β' τοῦ Πορθητῆ, Ρεσὶτ Πασᾶ τῆς Ἀνδριανούπολης, λίγες ἡμέρες πρὶν τὴν κατάληψη τῆς πόλης.

Οἱ συναντήσεις γινόταν -κρυφὰ καὶ νύχτα φυσικά- στὸ μοναστήρι τῆς Ἁγίας Εὐθυμίας καὶ κατὰ τύχην ὑπέπεσαν στὴν ἀντίληψη τοῦ Ἐδουάρδου Ντὲ Ριστόν. Ἀπὸ πλευρὰς τῶν ρασοφόρων, στὶς διαπραγματεύσεις αὐτὲς ἔλαβε μέρος ὁ ἱεροκήρυκας τῆς Ἁγίας Σοφίας, Ἰωάσαφ, κι ἀπὸ πλευρᾶς τῶν κοσμικῶν ὁ Μέγας Δούκας Λεόντιος καὶ ὁ ἀρχιναύαρχος Νεόφυτος.



Παρατίθεται ὁ διάλογος μεταξὺ τῶν δωσίλογων καὶ τοῦ Ρεσὶτ Πασᾶ, ἔτσι ὅπως διασώθηκε καὶ δημοσιεύθηκε («Δαυλός», Μάρτιος 1993):


Μέγας Δούκας Λεόντιος: Πρέπει νὰ εἴμαστε ἐξασφαλισμένοι ἀπ' ὅλες τίς πλευρὲς πασᾶ μου.
Ἐσεῖς ζητᾶτε ὅρκους, ἐνέχυρα κι ὁμήρους, χωρὶς νὰ προσφέρετε τίποτε.



Ρεσὶτ Πασᾶς: Ὁ ἀρχηγὸς τῶν πιστῶν, ὁ Μωάμεθ, ὅσο ἐξαρτᾷται ἀπ' αὐτόν, ἐπιθυμεῖ νὰ μὴν χυθεῖ τὸ αἷμα τῶν ὑπηκόων του, καθὼς καὶ τῶν Ναζωραίων, γιατί ἔτσι μᾶς προστάζουν τὰ ἱερά μας βιβλία ποὺ γράφουν: «Αἰχμαλωσία στοὺς ἄπιστους καὶ θάνατος στοὺς ἀποστάτες». Μὲ ἔστειλε λοιπὸν νὰ συνθηκολογήσουμε μαζί σας, ὄχι γιατί ἀμφιβάλλει πὼς ὁ Ἀλλὰχ θὰ τοῦ παραδώσει τὴν Κωνσταντινούπολη, ἀλλὰ γιατί θέλει νὰ χαθοῦν ὅσο γίνεται λιγότεροι ἄνθρωποι γιὰ τὴν ἀπόκτησή της.


Ἰωάσαφ: Αὐτὸ μπορεῖ νὰ γίνει! Νὰ πεῖς ὅμως στὸν σουλτᾶνο σου, ὅτι ἂν θεωρεῖ ὅτι μπορεῖ νὰ καταλάβει τὴν πόλη πολεμῶντας, κάνει λάθος.
Θὰ πρέπει νὰ ρίξει στὴν μάχη ὅλον τὸν στρατό του κι ὁλάκερο τὸ πυροβολικό. Καὶ τότε πάλι, μὰ τοὺς Ἅγιους Ἀναργύρους, δὲν εἶναι σίγουρο πὼς θὰ νικήσει.



Ρεσὶτ Πασᾶς: Σας ἀκούω λοιπόν. Πέστε μας τίς προτάσεις σας.


Ιωάσαφ: Δὲν εἶναι καθόλου δύσκολο νὰ θυμηθεῖτε ὅσα θ' ἀκούσετε καὶ νὰ τὰ πεῖτε στὸν ἀφέντη σας. Πρῶτον, οἱ δέκα κυριότερες ἐκκλησίες καὶ ἡ Ἁγία Σοφία νὰ μείνουν στοὺς χριστιανούς, καθὼς καὶ ὅλα τὰ μοναστήρια μὲ τίς περιουσίες καὶ τὰ εἰσοδήματά τους.

 Δεύτερον, ζητοῦμε ἐγγυήσεις ζωῆς, προσώπων, ἰδιοκτησίας, οἰκιῶν, γαιῶν, ὑπηρεσιῶν καὶ ὅλων ἐκείνων, τὰ ὀνόματα τῶν ὁποίων ἀναφέρονται μέσα σ' αὐτὸ τὸ ἔγγραφο ποὺ σᾶς παραδίδω.
Καὶ τρίτον, οἱ χριστιανοὶ ποὺ θὰ σωθοῦν, νὰ μὴν ὑποχρεωθοῦν ν' ἀλλάξουν τρόπο ντυσίματος καὶ νὰ ἔχουν δικαίωμα νὰ καβαλάνε σὲ ἄλογο. Ἐπίσης νὰ μὴν καταπιέζονται θρησκευτικά.


Οἱ συναντήσεις αὐτὲς γνωστοποιήθηκαν στὸν Κωνσταντῖνο Παλαιολόγο, ἀλλὰ ἀποφάσισε νὰ μὴν τοὺς συλλάβει, μέχρι νὰ μάθει τὴν ἀπάντηση τοῦ Μωάμεθ Β'. Στὴν ἑπόμενη συνάντηση, τὸν λόγο πῆρε πρῶτος ὁ Ρεσὶτ Πασᾶς:


Ρεσὶτ Πασᾶς: Σας ἀναγγέλλουμε, ὅτι σύμφωνα μὲ ὅσα εἴπαμε στὴν τελευταία μας συνάντηση, οἱ σύντροφοί μου κι ἐγὼ ἤρθαμε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸν σεβαστό μας σουλτᾶνο στὴν Ἀνδριανούπολη ...;

Ἰωάσαφ: Ἐλπίζω ὅτι ἡ ἀπάντηση τοῦ σουλτάνου θὰ εἶναι εὐχάριστη γιὰ ὅλους. Ὁ κίνδυνος αὐτῶν τῶν συναντήσεων, εἶναι πολὺ μεγάλος γιὰ ἐμᾶς. Ἐσεῖς δὲν ἔχετε νὰ φοβηθεῖτε τίποτε.
Κι ἂν ἡ διαπραγμάτευση ἀποτύχει, ἐμεῖς θὰ ἔχουμε πάντα τὸν φόβο, μήπως καὶ μαθευτοῦν αὐτὰ ποὺ συζητᾶμε, ἐνῶ ἐσεῖς θὰ πάρετε ἀμοιβὴ ἀπὸ τὸν κύριό σας, γι' αὐτήν σας τὴν ἀποστολή.

Ρεσὶτ Πασᾶς: Οἱ ὅροι τοῦ σουλτάνου εἶναι εὐνοϊκοὶ γιὰ ὅλους, ἐκτὸς κι ἄν, παρὰ τὴν ἀπελπιστική σας θέση, φανεῖτε ἄνθρωποι παράλογοι.


Ἰωάσαφ: Ἡ θέση μας βρίσκεται στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. Καὶ δὲν ἤρθαμε ἐδῶ γιὰ ν' ἀκούσουμε ἀπειλές. Προχώρα σὲ παρακαλῶ στὴν ἀπάντηση.
Ἔχε ὅμως ὑπόψιν σου, ὅτι ὅποιες κι ἂν εἶναι οἱ συνέπειες αὐτῶν τῶν νυχτερινῶν μας συναντήσεων, εἶναι ἡ τελευταία φορὰ ποὺ μαζευόμαστε ἐδῶ.

Ρεσὶτ Πασᾶς: Γιὰ τὴν πρώτη πρόταση, δηλαδὴ γιὰ τίς δέκα ἐκκλησιὲς καὶ τὰ μοναστήρια, καθὼς καὶ γιὰ τίς ἐκκλησιαστικὲς περιουσίες, ὁ σουλτᾶνος λέει «ναί», σας τὰ παραχωρεῖ. Γιὰ τὴν δεύτερη, λέει «ναί»· σὰν ἐγγύηση ὁρκίζεται στὸν ἅγιο μᾶς νόμο. Γιὰ τὴν τρίτη, λέει «μερικῶς ναί», γιατί οἱ μουφτῆδες δὲν συμφωνοῦν νὰ ἱππεύουν οἱ χριστιανοὶ σὲ ἄλογα. Διέταξε νὰ ἐξαιρεθοῦν αὐτοὶ ποὺ θὰ τοῦ παραδώσουν τὴν πόλη.


Μὲ τὸ τέλος τῆς συνάντησης, συνελήφθησαν ὅλοι οἱ συνωμότες καὶ ὁδηγήθηκαν στὸν αὐτοκράτορα. Ὁ ἀρχηγὸς τῆς συνωμοσίας, Ἰωάσαφ, ὄχι μόνο δὲν ἀρνήθηκε τὴν ἐνοχή του, ἀλλὰ καυχήθηκε γιὰ τὴν προδοσία του, αἰτιολογῶντας τὴν πὼς προτίμησε νὰ σώσει τὴν Ἐκκλησία «ἀπ' τοὺς Ἄζυμους (Καθολικοὺς) καὶ τὴν βδελυρὰ ἕνωση», ἀκόμη κι ἂν γι' αὐτὸ θὰ ἔπρεπε νὰ βάλει «τέλος στὴν ὕπαρξη αὐτῆς τῆς αὐτοκρατορίας».


Θεωρῶντας ὅτι ἡ πτώση καὶ κατάκτηση τῆς Πόλης εἶναι μοιραία κι ἀναπόφευκτη, λέει καταλήγοντας: «Τί χρειάζονται λοιπὸν οἱ ὑπεκφυγές; Ὅτι εἶναι νὰ γίνει, ἂς γίνει».



Ὁ Παλαιολόγος του ἀπάντησε, ἐπικαλούμενος τὴν προδοσία τοῦ Ἰούδα: «Ἀφοῦ ἦταν θέλημα Θεοῦ, νὰ σταυρωθεῖ ἡ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, τότε καλὰ ἔκανε ὁ Ἰσκαριώτης καὶ τὸν πρόδωσε. Ἄρα σὲ ἐρωτῶ: Ὁ Ἰούδας εἶναι συγχωρητέος;».


Ὁ Ἰωάσαφ, μπροστὰ σ' αὐτὸ τὸ ἐπιχείρημα, προτίμησε νὰ ἀπαντήσει μὲ τὴν γνωστὴ ξύλινη καὶ ὑπεκφεύγουσα ἐκκλησιαστικὴ γλῶσσα, λέγοντας: «Πεθαίνω, μαχόμενος κατὰ τῆς ἕνωσης τῶν Ἐκκλησιῶν. Σήμερα μὲ κρίνεις ἐσύ. Αὔριο ὁ Θεὸς θὰ δικάσει ἐσένα».


Φτάνουμε λοιπὸν στὶς μέρες, ὅπου ἡ Ἐκκλησία, ἐντελῶς ὑποκριτικὰ καὶ μὲ θράσος χιλίων καρδιναλίων κι ἄλλων τόσων πιθήκων, «θρηνεῖ» τὸν «μαρμαρωμένο βασιλιᾶ» ποὺ κάποτε θ' ἀναστηθεῖ καὶ θὰ ξαναπάρει τὴν Πόλη ποὺ οἱ ἴδιοι οἱ ρασοφόροι ἔκαναν τὰ πάντα γιὰ νὰ πέσει στὰ χέρια τῶν Τούρκων (ἂς μὴν ξεχνᾶμε τὴν ἀλησμόνητη ρήση τοῦ πατριάρχη Γεννάδιου, ποὺ ἔβγαινε στοὺς δρόμους καὶ καταριόταν τὸν Παλαιολόγο, μόλις ἔπεσε ἡ Πόλη:       «Δὲν βλέπετε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία ἐθριάμβευσεν; Ἀπὸ τοῦ νῦν, οὐδὲν πλέον φοβεῖται»), ὅπως κι ἔκαναν τὰ πάντα γιὰ νὰ μὴν φύγει ἀπ' τὰ χέρια τους (βλέπε ἀφορισμοὺς καὶ προδοσίες).

Εἶναι ἀληθινὰ θαυμαστό, τί σχιζοφρενικὲς καταστάσεις μπορεῖ πράγματι νὰ δημιουργήσει ἡ περίφημη ἑλληνορθόδοξη «παράδοση».
Ἄς μὴν ξεχνᾶμε, πὼς τὴν ἔλευση τοῦ ἴδιου ἄγγελου Κυρίου, ποὺ σύμφωνα καὶ πάλι μὲ τὴν ἑλληνορθόδοξη «παράδοση», παρέλαβε τὸν Κωνσταντῖνο Παλαιολόγο καὶ τὸν μαρμάρωσε, μέχρι τὴν μεγάλη ὥρα ποὺ θὰ ἐπέστρεφε καὶ πάλι γιὰ νὰ ξαναπάρει τὴν Πόλη (τί ἀνοησίες ποὺ ἦταν καὶ εἶναι διατεθειμένος νὰ πιστέψει ὁ κόσμος ...wink, «προφήτευαν» οἱ ἀνθενωτικοὶ ρασοφόροι καὶ πρὶν τὴν Ἅλωση.
Μόνο ποὺ θὰ ἐρχόταν γιὰ διαφορετικὸ σκοπό: Νὰ καθαιρέσει τὸν Παλαιολόγο καὶ νὰ ὁρίσει ἄλλον αὐτοκράτορα -προφανῶς ἀνθενωτικό.
Ὡς τέτοιο «θεῖο» σημάδι μάλιστα, ἑρμήνευσαν μιὰ ἔκλειψη σελήνης ποὺ συνέβῃ την 23η Μαΐου 1453, σπέρνοντας τὸν πανικὸ καὶ ἐνισχύοντας τίς ὑπονομευτικὲς ἐνέργειες.


Ἀλλὰ μιᾶς καὶ ἔγινε -ἀναπόφευκτα- ἡ ἀναφορὰ στὸν Κωνσταντῖνο Παλαιολόγο, θὰ ἦταν σκόπιμο νὰ ληφθοῦν ὑπόψιν καὶ κάποιες παράμετροι -λιγότερο γνωστές- ποὺ ἀφοροῦν τὸν θάνατό του.
Γνωρίζουμε σήμερα -ἀπὸ τὸ χρονικὸ τοῦ Γεωργίου Φραντζή-, πὼς ὁ Παλαιολόγος ἔπεσε ἡρωικῶς μαχόμενος κι ὅταν ἀναγνωρίσθηκε ἀπ' τοὺς Τούρκους τὸ πτῶμα του ἀπὸ τοὺς χρυσοῦς δικέφαλους ἀετοὺς ποὺ κοσμοῦσαν τὰ πέδιλά του, ἀποκεφαλίστηκε καὶ τὸ μὲν κεφάλι ἐστάλῃ ὡς τρόπαιο σὲ περιφορὰ στὶς ὀθωμανικὲς κτήσεις, ἐνῶ τὸ σῶμα του παραδόθηκε στοὺς χριστιανοὺς γιὰ νὰ ταφεῖ μὲ βασιλικὲς τιμές.
Τὸ ἐρώτημα ποὺ ἀμέσως προκύπτει, εἶναι: Πού 'ν 'το; Ποὺ εἶναι ὁ τάφος του; Γιατί ἀπ' τὴν στιγμὴ ποὺ οἱ ἴδιοι οἱ Ὀθωμανοὶ παρέδωσαν ὅπως λέγεται τὸ σῶμα του, δὲν ὑπῆρχε κανέναν λόγος νὰ τὸν θάψουν κάπου κρυφά.

Ἐκτὸς κι ἂν τὸ ἐξαφάνισαν οἱ ἀνθενωτικοί. Ἀλλὰ σὲ κάθε περίπτωση, δὲν θὰ εἶχε διασωθεῖ ἀπὸ μαρτυρίες αὐτὸς ὁ τόπος; Ἀντ' αὐτοῦ γίνεται βομβαρδισμὸς ἀνοησιῶν περὶ «μαρμαρωμένου βασιλιᾶ» (κάποιοι αἰθεροβάμονες παραμυθατζῆδες μάλιστα, ἐπικαλοῦνται σήμερα μέχρι καὶ μαρτυρίες Τούρκων, οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι γνωρίζουν ποὺ βρίσκεται ὁ «μαρμαρωμένος βασιλιᾶς» [ὑπονοεῖται κάπου στὰ ὑπόγεια τῆς Ἀγιὰς Σοφιάς]). Ὁ Ἑνετὸς γιατρός, Νικολὸ Μπαρμπάρο, γράφει πὼς «Γιὰ τὸν αὐτοκράτορα κανένας δὲν μπόρεσε νὰ μάθει ποτὲ εἴδηση γιὰ τίς πράξεις του. Οὔτε ζωντανὸς βρέθηκε κι οὔτε νεκρός, ἀλλὰ μερικοὶ λένε ὅτι τὸν εἶδαν ἀνάμεσα στὰ πτώματα τῶν σκοτωμένων».

ερα καὶ οἱ ἐκδοχὲς ποὺ ἀναφέρονται σὲ τοὐλάχιστον τρία χρονογραφήματα (τοῦ ἐπίσκοπου Σαμουήλ, τοῦ Ἀρμένιου Ἀβραὰμ ἀπ' τὴν Ἄγκυρα καὶ τοῦ Νικολὰ τῆς Τούκια) ποὺ σύμφωνα μ' αὐτές, ὁ Παλαιολόγος δὲν σκοτώθηκε στὴν μάχη, ἀλλὰ τίς κρίσιμες στιγμές, κατέφυγε σὲ πλοῖο καὶ διέφυγε;          Ἄλλωστε, ἡ εἰκόνα ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὰ περισσότερα χρονικά, εἶναι ὅτι αὐτοὶ ποὺ ἀντιστάθηκαν περισσότερο ἦταν οἱ Γενουάτες μισθοφόροι (ἂν καὶ ὁ ἀρχηγὸς τοὺς Τζιοβάνι Τζιουστινιάνι, ἐγκατέλειψε κι αὐτὸς τὴν μάχη δύο ἡμέρες πρὶν τὴν Ἅλωση), παρὰ οἱ ἴδιοι οἱ Βυζαντινοί. Ὅλα αὐτὰ στὴν κρίση τοῦ καθενός...


Ἡ σφραγισμένη πύλη τῆς Ἀγιὰς Σοφιάς: Μῦθοι καὶ θρῦλοι γιὰ τὴν Ἅλωση τῆς Πόλης


Πάψετε τὸ Χερουβικό, κι ἂς χαμηλώσουν τ' Ἅγια γιατί εἶναι θέλημα Θεοῦ, ἡ Πόλη νὰ τουρκέψη». 
«Ἡ Δέσποινα ταράχτηκε καὶ δάκρυσαν οἱ εἰκόνες». «Σώπασε, κυρὰ Δέσποινα, μὴν κλαῖς καὶ μὴ δακρύζῃς, πάλι μὲ χρόνια μὲ καιρούς, πάλι δικά μας θά' ναί».

29 Μαΐου 1453: Ἡ ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ! Ἡ χιλιόχρονη αὐτοκρατορία ἔπεσε. Ὁ θρῦλος λέει ὅτι «ἤτανε θέλημα Θεοῦ». Ἀπὸ τότε τὸ φρόνημα τῶν Ἑλλήνων τὸ κρατᾶνε ζωντανὸ ἀκριβῶς αὐτοὶ οἱ θρῦλοι γιὰ τὴν ἐπανάκτησή της.
«Κάποτε ἡ Ἀγιὰ Σοφιὰ θὰ λειτουργηθεῖ ξανὰ ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς» λέει ἡ παράδοση καὶ ὁ μαρμαρωμένος βασιλιᾶς θὰ ξυπνήσει... «Πάλι μὲ χρόνια μὲ καιρούς...»

Μῦθοι καὶ θρῦλοι ἀπὸ τὴν Ἅλωση τῆς Πόλης

Παραδοσιακοὶ καὶ θαυμαστοὶ θρῦλοι, ἀναπτύχθηκαν γύρω ἀπὸ τὴν ἅλωση τῆς Πόλης, γιὰ νὰ θρέψουν τίς ἐλπίδες καὶ τὸ θάρρος τοῦ ἔθνους ἐπὶ αἰῶνες. «Πάλι μὲ Χρόνους καὶ καιρούς».
Ὅταν ἔπεσε ἡ Κωνσταντινούπολη στοὺς Τούρκους, ἕνα πουλὶ ἀνέλαβε νὰ πάει ἕνα γραπτὸ μήνυμα στὴν Τραπεζοῦντα στὴν Χριστιανικὴ Αὐτοκρατορία τοῦ Πόντου γιὰ τὴν Ἅλωση τῆς Πόλης.

Μόλις ἔφτασε ἐκεῖ πῆγε κατευθεῖαν στὴ Μητρόπολη ποὺ λειτουργοῦσε ὁ Πατριάρχης καὶ ἄφησε τὸ χαρτὶ μὲ τὸ μήνυμα πάνω στὴν Ἅγια Τράπεζα. Κανεὶς δὲν τολμοῦσε νὰ πάει νὰ διαβάσει τὸ μήνυμα. Τότε πῆγε ἕνα παλληκάρι, γιὸς μιᾶς χήρας, καὶ διάβασε τὸ ἄσχημο μαντᾶτο «Πάρθεν ἡ Πόλη, Πάρθεν ἡ Ρωμανία».
Τὸ ἐκκλησίασμα καὶ ὁ Πατριάρχης ἄρχισαν τὸν θρῆνο, ἀλλὰ ὁ νέος τους ἀπάντησε.
«Κι ἂν ἡ Πόλη ἔπεσε, κι ἂν πάρθεν ἡ Ρωμανία, πάλι μὲ χρόνους καὶ καιρούς, πάλι δικά μας θά' ναί».

Ὁ μαρμαρωμένος βασιλιᾶς

Ὁ λαοφιλέστερος θρῦλος ἔχει νὰ κάνει μὲ τὸ τελευταῖο αὐτοκράτορα ποὺ μαρμάρωσε μέσα στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας. Ἡ παράδοση πέρασε ἀπὸ στόμα σὲ στόμα ἀμέσως μετὰ τὴν κατάληψη τῆς Κωνσταντινούπολης.
Ὅταν ἡ Πόλη πέρασε στὰ χέρια τῶν Τούρκων, ὁ λαὸς δὲν μποροῦσε νὰ πιστέψει ὅτι ἕνα τέτοιο κτίσμα ἔχει περιέλθει σὲ μουσουλμανικὰ χέρια.
 Διέδωσαν λοιπὸν ὅτι ὁ βασιλιᾶς κρύφτηκε πίσω ἀπὸ μία κολόνα τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας, χάθηκε μέσα στοὺς διαδρόμους καὶ παρέμεινε κρυμμένος ἐκεῖ.

Οἱ ὧρες ἀναμονῆς τὸν "μαρμάρωσαν". Εἶναι γεγονὸς ὅτι κανεὶς δὲν βρῆκε τὸ πτῶμα τοῦ τελευταίου ὑπερασπιστῆ, τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου τοῦ Παλαιολόγου. Χάθηκε καὶ πίστεψαν ὅτι Ἄγγελος Κυρίου τὸ ἔκρυψε καὶ τὸ μαρμάρωσε.
Κάποτε θὰ ἔρθει ἡ ὥρα ποὺ πνοὴ Θεοῦ θὰ τοῦ δώσει δύναμη καὶ ζωὴ ξανὰ καὶ ὅλα θὰ ξαναγίνουν ἀπὸ τὴν ἀρχή. Ἡ Πόλη θὰ εἶναι καὶ πάλι ἐλεύθερη.

Ὁ παπᾶς τῆς Ἁγίας Σοφίας

Ἕνας ἄλλος θρῦλος ἰδιαίτερα ἀγαπητὸς εἶναι ὁ θρῦλος τοῦ παπᾶ τῆς Ἁγίας Σοφίας. Ἡ παράδοση λέει ὅτι τὴν ὥρα ποὺ οἱ Τοῦρκοι ἔμπαιναν στὴν ἐκκλησία, ὁ παπᾶς διέκοψε τὴ λειτουργία καὶ κρύφτηκε πίσω ἀπὸ τὸ ἱερό.
Σὲ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο ποὺ κρύφτηκε ἐνῶ ὑπῆρχε μία πόρτα, "ὡς δια μαγείας" ἡ πόρτα ἔγινε τοῖχος τὸν ὁποῖο κανεὶς καὶ ποτὲ δὲν κατάφερε νὰ σπάσει ἀπὸ τότε.
 Οὔτε οἱ Τοῦρκοι, οὔτε οἱ Ἕλληνες μάστορες τοὺς ὁποίους ἔφερναν γιὰ αὐτὸ τὸ σκοπὸ δὲν μπόρεσαν νὰ γκρεμίσουν τὸν τοῖχο.
Ὁ θρῦλος καταλήγει ὅτι ὅταν ἡ Ἁγία Σοφία ξαναγίνει ἑλληνικὴ ἐκκλησία, τότε ὁ παπᾶς θὰ βγεῖ ἀπὸ τὸ ἱερὸ καὶ θὰ ὁλοκληρώσει τὴν ἡμιτελῆ λειτουργία του.

Ἡ κρύπτη τῆς Ἁγίας Σοφίας

Ἕνα «μυστικὸ» δωμάτιο στὴν Aγία Σοφία τῆς Kωνσταντινούπολης ἀποκαλύπτεται τώρα ὡς «θυρανοίξια» τοῦ κρυφοῦ ἱεροῦ ὅπου εἶχε καταφύγει στὶς 29 Mαΐου 1453 ὁ βυζαντινὸς ἱερέας γιὰ νὰ συνεχίσει τὴ θεία λειτουργία ποὺ εἶχε διακοπεῖ στὸν κύριο Nαὸ τῆς Aγίας Σοφίας.
H ἀνακάλυψη ὀφείλεται στὸν καθηγητὴ τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Bιέννης Πολυχρόνης Eνεπεκίδης.
 Tο ξεχασμένο δωμάτιο ἐντοπίστηκε ὅταν ἡ νέα διευθύντρια τοῦ Mουσείου τῆς Aγίας Σοφίας Zαλὲ Nτεντέογλου ρώτησε ἂν ὑπάρχει χῶρος ποὺ νὰ μὴν ἔχει ἀνοιχτεῖ καὶ διέταξε νὰ παραβιάσουν τὴν κλειδαριὰ τοῦ συγκεκριμένου χώρου, ἀφοῦ δὲν ὑπῆρχε κλειδὶ τῆς πόρτας.

Ἀποκαλύφθηκε τότε πὼς τὸ δωμάτιο ποὺ δὲν εἶχε ἀνοιχτεῖ ἀπὸ τὸ 1968, ὑπῆρξε ἐργαστήρι τοῦ Γκάσπαρο Φοσάτι (1809 - 1883), ὁ ὁποῖος ἀκολουθῶντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Σουλτάνου, ἀναστήλωσε πλήρως τὸ μνημεῖο στὴ διάρκεια τῆς περιόδου 1847 - 1849.
H ἔρευνα τοῦ καθηγητῆ Πολυχρόνη Eνεπεκίδη καταδεικνύει ὅτι ὁ Φοσάτι εἶχε ἁπλῶς μετατρέψει ἐπιδέξια σὲ γραφεῖο του τὴν κρύπτῃ ποὺ τοῦ εἶχαν ὑποδείξει οἱ Ἕλληνες φίλοι του στὴν Πόλη.
H κρύπτη, μία ἀπὸ τίς πολλὲς τοῦ μεγάλου ναοῦ, ἦταν τὸ κρυφὸ ἐκεῖνο ἱερὸ ὅπου συνεχίστηκε ἀπὸ τὸν ἱερέα ἡ διακοπεῖσα ἱεροτελεστία, καὶ ὅταν τελείωσε ἔκλεισε ἡ πόρτα τῆς κρύπτης καὶ θὰ ἄνοιγε, κατὰ τὴν παράδοση, ὅταν καὶ πάλι Ἕλληνες θὰ ἦταν οἱ ἱερεῖς καὶ τὸ ἐκκλησίασμα.

Ἡ Ἁγία Τράπεζα

Ἡ Ἁγία Τράπεζα ἦταν κατασκευασμένη ἀπὸ χρυσό. Ἀπὸ πάνω της κρέμονταν 30 στέμματα τῶν αὐτοκρατόρων, ἀνάμεσα τοὺς καὶ αὐτὸ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου. Καὶ λέγεται ὅτι αὐτὸ γινόταν γιὰ νὰ θυμίζουν στοὺς χριστιανοὺς τὴν προδοσία τοῦ Ἰούδα. Τὰ τριάκοντα ἀργύρια.
Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση πρὶν ὁ Μωάμεθ ὁ Β΄ καταλάβει τὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ αὐτοκράτορας Κών/νὸς διέταξε νὰ μεταφέρουν τὴν ἁγία τράπεζα καὶ ὅλα τὰ κειμήλια τῆς Ἁγίας Σοφίας μακριὰ ἀπὸ τὴν πόλη γιὰ νὰ μὴν πέσουν στὰ χέρια τῶν Τούρκων.
Τρία καράβια Ἑνετικὰ λοιπὸν ξεκίνησαν ἀπὸ τὴν πόλη γεμᾶτα μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ κειμήλια, ὅπως λέει καὶ ὁ θρῦλος, ἀλλὰ τὸ τρίτο ἀπὸ αὐτὰ ποὺ μετέφερε τὴν ἁγία τράπεζα βυθίστηκε στὰ νερὰ τοῦ Βοσπόρου στὴν περιοχὴ τοῦ Μαρμαρᾶ.

Ἡ περιοχὴ τοῦ Μαρμαρᾶ

Ἀπὸ τότε μέχρι σήμερα στὸ σημεῖο ἐκεῖνο ποὺ εἶναι βυθισμένη ἡ ἁγία τράπεζα τὰ νερὰ τῆς θάλασσας εἶναι πάντοτε ἤρεμα καὶ γαλήνια, ἀσχέτως μὲ τίς καιρικὲς συνθῆκες ποὺ ἐπικρατοῦν στὴν γύρῳ,γύρω περιοχή.
Τὸ φαινόμενο μαρτυροῦν καὶ σύγχρονοι Τοῦρκοι ἐπιστήμονες, ποὺ ἔχουν κάνει κατὰ καιροὺς ἀπόπειρες νὰ ἀνακαλύψουν ποὺ ὀφείλεται αὐτὸ τὸ περίεργο φαινόμενο, ἀλλὰ λόγῳ τῆς λασπώδους σύστασης τοῦ βυθοῦ, ἐπέστησαν ἄκαρπες.
Στὸ βιβλίο τοῦ Δωροθέου Μονεμβασίας μὲ τίτλο «Βίβλος Χρονική» (1781) διαβάζουμε:
«Οἱ Ἑνετοὶ τὴν ὑπερθαύμαστον καὶ ἐξάκουστον Ἁγίαν Τράπεζαν τῆς Ἁγίας Σοφίας, τὴν πολύτιμον καὶ ωραιότατην, ἔβγαλαν ἀπὸ τὸν Ναὸ καὶ ἔβαλαν εἰς τὸ καράβι, καὶ καθὼς ἔκαναν ἄρμενα καὶ ἐπήγαιναν πρὸς Βενετία, ὦ, τοῦ θαύματος!

Πλησίον τῆς νήσου τοῦ Μαρμαρᾶ ἄνοιξε τὸ καράβι καὶ ἔπεσεν εἰς τὴν θάλασσαν ἡ Ἁγία Τράπεζα κξαὶ ἐβούλησε καὶ εἶναι ἐκεῖ ὡς σήμερον, καὶ τοῦτο εἶναι φανερὸν καὶ τὸ μαρτυροῦν οἱ πάντες, διότι ὅλον τὸ μέρος ἐκεῖνο, ὅταν κάμνει φουρτούνα, ἡ θάλασσα ὅλη κάμνει κύματα φοβερά, εἰς δὲ τὸν τόπο ὅπου εἶναι ἡ Ἁγία Τράπεζα εἶναι γαλήνη καὶ δὲν ταράσσεται ἡ θάλασσα.
Καὶ ὑπαγαίνουν τινὲς ἐκεῖ μὲ περάματα, καὶ λαμβάνουν ἀπὸ τὴν θάλασσαν ἐκείνην, ὅπου εἶναι ἡ Ἁγία Τράπεζα, καὶ μυρίζει θαυμασιώματα μυρωδίαν, ἀπὸ τὸ ἅγιον μύρον ὅπου ἔχει καὶ τῶν ἄλλων ἀρωμάτων».

Ὁ πατέρας τῆς Ἑλληνικῆς λαογραφίας, Νικόλαος Πολίτης, γράφει γιὰ τὸ περιστατικό:

«Τὴν ἡμέρα ποὺ πάρθηκεν ἡ Πόλη ἔβαλαν σ' ἕνα καράβι τὴν Ἁγία Τράπεζα, νὰ τὴν πᾶνε στὴν Φραγκιά, γιὰ νὰ μὴν πέσει στὰ χέρια τῶν Τούρκων. Ἐκεῖ ὅμως στὴν θάλασσα τοῦ Μαρμαρᾶ, ἄνοιξε τὸ καράβι καὶ ἡ Ἁγία Τράπεζα ἐβούλιαξε στὸν πάτο.

Στὸ μέρος ἐκεῖνο ἡ θάλασσα εἶναι λάδι, ὅση θαλασσοταραχὴ καὶ ἂν εἶναι γύρῳ.,γύρω. Καὶ τὸ γνωρίζουν τὸ μέρος αὐτὸ ἀπὸ τὴ γ΄λήνη ποὺ εἶναι πάντα ἐκεῖ καὶ ἀπὸ τὴν εὐωδία ποὺ βγαίνει. Πολλοὶ μάλιστα ἀξιώθηκαν νὰ τὴν ἰδοῦν στὰ βάθη τῆς θάλασσας».
«Τρία καρά - κρουσταλλένια μου, τρία καρά - τρία καράβια φεύγουνι,
ποὺ μέσα ποὺ τὴν Πόλι, κλαίει καρδιά μας, κλαίει κι ἀναστενάζει.
τό' νὰ φορτώνει του Σταυρό, κι τ' ἄλλο τοῦ Βαγγέλιου
τοῦ τρίτου του καλύτερου, τὴν Ἅγια Τράπεζά μας,
μὴ μᾶς τὴν πάρουν τα σκυλιά, κι μᾶς τὴ μαγαρίσουν
Ἡ Παναγιὰ ἀναστέναξι, κι δάκρυσαν οἱ 'κόνις...»
Ἡ Ἁγία Τράπεζα τῆς Ἁγίας Σοφίας ἀναπαύεται στὸ βυθὸ τῆς θάλασσας, πάνω στὴν ἄμμο καὶ στὰ κοχύλια. Τὸ σημεῖο ὅπου βούλιαξε τὸ καράβι τὸ ξέρουν καλὰ οἱ ναυτικοὶ καὶ εὔκολα τὸ βρίσκουν. Πραγματικά, ἀκόμα κι ὅταν ἡ πιὸ ἄγρια τρικυμία, φουσκώνει ὁλόγυρα τὰ κύματα καὶ κάνει τὴ θάλασσα νὰ μουγκρίζει, ἐκεῖ εἶναι γαλήνη καὶ ἡσυχία.

Ἀπὸ τὴ λεία καὶ λαμπρὴ ἐπιφάνεια τοῦ νεροῦ ἀνεβαίνουν γλυκὲς εὐωδιὲς καὶ ἀντίλαλος ἀπὸ ἀγγελικὲς ψαλμωδίες. Πολλοὶ ἄξιοι δύτες ποὺ μαζεύουν κοράλλια ἢ ψαρεύουν σφουγγάρια, προσπάθησαν νὰ κατέβουν καὶ νὰ δοῦν τὸ ναυαγισμένο καράβι.
Κανεὶς δὲν τὰ κατάφερε. Ἡ θάλασσα, πολὺ βαθιὰ σ αὐτὸ τὸ μέρος, φυλάει τὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ τὰ λείψανα τῶν Ἁγίων ἀπὸ κάθε βέβηλο μάτι.
Ὅταν ὅμως θὰ ξαναπάρουμε τὴν Πόλη, ἡ Ἁγία Τράπεζα, ποὺ μένει στὴν ἄμμο τοῦ βυθοῦ, θ ἀνέβει στὴν ἐπιφάνεια ὅπως ἀνεβαίνει ὁ δύτης. Θ ἀρμενίσει μόνη τῆς κατὰ τὸ Βυζάντιο καὶ θὰ τὴν πάρουμε ἀπὸ κεῖ ποὺ θ ἀράξει. Θὰ τὴν ξαναφέρουμε στὴν Ἁγία Σοφία καὶ μὲ χαρούμενους ὕμνους, θὰ τὴν ἀφιερώσουμε πάλι στὴ Σοφία τοῦ Θεοῦ.
Τότε, μέσα στὴ Βασιλικὴ ποὺ ἔχτισε ὁ μεγάλος Ἰουστινιανός, θὰ λάμψουν πάλι τὰ μωσαϊκά, οἱ εἰκόνες τῶν Ἁγίων, τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ ὁ σταυρὸς θὰ ξαναφανεὶ πάνω ἀπὸ τὸ μαρμάρινο τραπέζι ποὺ ξέπλυναν τὰ κύματα.
«Τὸ ποτάμι ποὺ σταμάτησε νὰ κυλάει»

Οἱ περισσότεροι τοπικοὶ θρῦλοι γιὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης μοιάζουν σὲ ἕνα σημεῖο: ὅλοι δείχνουν ὅτι ὁ χρόνος σταμάτησε μὲ τὴν κατάληψη τῆς ἱερῆς πόλης τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπὸ τοὺς ἄπιστους Τούρκους καὶ ὅτι ἡ τάξη στὸν κόσμο θὰ ἐπανέλθει μὲ τὴν ἀνακατάληψη τῆς Βασιλεύουσας ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες.
Ἔτσι, καὶ στὴν Ἤπειρο ὑπάρχει μιὰ ἀντίστοιχη λαϊκὴ δοξασία. Συγκεκριμένα, ἕνα πουλὶ φέρνει τὴν ἀναγγελία τῆς πτώσης τῆς Πόλης σὲ μιὰ ὁμάδα βοσκῶν ποὺ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ποτίζουν τὰ κοπάδια τους σὲ ἕνα ποτάμι.
Ὁ θρῦλος λέει ὅτι στὸ ἄκουσμα τῆς φοβερῆς εἴδησης τὰ νερὰ τοῦ ποταμίου σταμάτησαν νὰ κυλᾶνε, ἀφοῦ καὶ τὸ φυσικὸ στοιχεῖο θεώρησε ὅτι ἡ πτώση τῆς Κωνσταντινούπολης ἦταν κάτι τὸ ἀνήκουστο. Τὸ ποτάμι θὰ συνεχίσει καὶ πάλι νὰ κυλάει, μόλις ἀπελευθερωθεῖ ἡ Πόλη, συνεχίζει ὁ λαϊκὸς θρῦλος...

«Τὰ ψάρια τοῦ καλόγερου»

Κάποιος καλόγερος εἶχε ψαρέψει σὲ ἕνα ποτάμι ψάρια καὶ τὰ τηγάνιζε κοντὰ στὴν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη ἀκούστηκε ἀπὸ ἕνα πουλὶ τὸ μήνυμα τῆς πτώσης τῆς Κωνσταντινούπολης στοὺς Τούρκους.
Ὁ καλόγερος σάστισε καὶ ἀμέσως τὰ μισοτηγανισμένα ψάρια πήδησαν ἀπὸ τὸ τηγάνι καὶ ξαναβρέθηκαν στὸ ποτάμι. Ἐκεῖ ζοῦν αἰώνια μέχρι τὴ στιγμὴ τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ὁπότε καὶ θὰ ξαναβγοῦν γιὰ νὰ συνεχιστεῖ τὸ τηγάνισμα τούς.

«Ὁ Πύργος τῆς Βασιλοπούλας»

Στὰ κάστρα τοῦ Διδυμότειχου ἕνας κυκλικὸς πύργος, ὁ ψηλότερος ὀνομάζεται "πύργος τῆς βασιλοπούλας". Ἡ παράδοση λέει πὼς κάποτε ὁ βασιλιᾶς διασκέδαζε κυνηγῶντας καὶ στὴ θέση του ἄφησε τὴν κόρη του.
Ὅταν τὸν εἰδοποίησαν ὅτι ἔρχονται οἱ Τοῦρκοι εἶχε τόση ἐμπιστοσύνη στὴν ὀχυρότητα τοῦ κάστρου ὥστε εἶπε: "ἂν σηκωθεῖ ἀπὸ τὴ χύτρα ὁ κόκορας καὶ λαλήσει, θὰ πιστέψω ὅτι κυριεύτηκε ἡ πόλη".
Οἱ Τοῦρκοι ὅμως χρησιμοποίησαν δόλο καὶ ἔδειξαν τὸ χρυσοκέντητο μαντήλι τοῦ βασιλιᾶ στὴν κόρη του. Αὐτὴ μόλις τὸ εἶδε, τοὺς παρέδωσε τὸ κλειδὶ τοῦ κάστρου κι ἔγινε αἰτία τῆς ἅλωσης. Ὅταν κατάλαβε πὼς τὴν ξεγέλασαν, δὲν ἄντεξε τὴν ντροπὴ καὶ αὐτοκτόνησε πέφτοντας ἀπὸ τὸν πύργο. Ἀπὸ τότε ὁ πύργος λέγεται τῆς βασιλοπούλας.

«Οἱ Κρητικοὶ Πολεμιστές»

Ἕναν ἀπὸ τοὺς πύργους τῶν τειχῶν τῆς Πόλης τὸν ὑπεράσπιζαν τρία ἀδέρφια, ἄρχοντες Κρητικοὶ ποὺ πολεμοῦσαν μὲ τὸ μέρος τῶν Βενετῶν (ἡ Κρήτη τότε ἦταν κάτω ἀπὸ τὴν κυριαρχία τῶν Βενετῶν).
Μετὰ τὴν πτώση τῆς πόλης τὰ τρία ἀδέρφια καὶ οἱ ἄντρες τους ἐξακολουθοῦσαν νὰ πολεμοῦν καὶ παρὰ τίς λυσσώδεις προσπάθειες τοὺς οἱ Τοῦρκοι δὲν εἶχαν κατορθώσει νὰ καταλάβουν τὸν πύργο. Γιὰ τὸ περιστατικὸ αὐτὸ ἐνημερώθηκε ὁ Σουλτᾶνος καὶ ἐντυπωσιάστηκε ἀπὸ τὴν παλικαριά τους.
Ἀποφάσισε, λοιπόν, νὰ τοὺς ἐπιτρέψει νὰ φύγουν μὲ ἀσφάλεια ἀπὸ τὸν πύργο καὶ νὰ πάρουν ἕνα καράβι μὲ τοὺς ἄντρες τους καὶ νὰ γυρίσουν στὴν Κρήτη. Πραγματικὰ ἡ πρόταση τοῦ ἔγινε δεκτὴ μὲ τὴ σκέψη ὅτι ἔπρεπε νὰ μείνουν ζωντανοὶ γιὰ νὰ πολεμήσουν νὰ ξαναπάρουν τὴ Βασιλεύουσα πίσω ἀπὸ τοὺς ἀπίστους.

Ἔτσι οἱ Κρητικοὶ ἐπιβιβάστηκαν στὸ πλοῖο τους καὶ ξεκίνησαν γιὰ τὸ νησί τους. Τὸ πλοῖο δὲν ἔφτασε ποτὲ στὴν Κρήτη καὶ ὁ θρῦλος λέει ὅτι περιπλανιοῦνται αἰώνια στὸ πέλαγος μέχρι τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ ξεκινήσει ἡ μάχη γιὰ τὴν ἀνακατάληψη τῆς Πόλης ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες.
Τότε τὸ πλοῖο τῶν Κρητικῶν θὰ τοὺς ξαναφέρει στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ πάρουν καὶ αὐτοὶ μέρος στὴ μάχη καὶ νὰ ὁλοκληρώσουν τὴν ἀποστολή τους καὶ τὸ ἑλληνικὸ ἔθνος νὰ ξανακερδίσει τὴν Πόλη.
«Στὴν πόρτα τῆς Ἀγια-Σοφιάς, ποὺ σφράγισε / ἑνὸς ἀγγέλου χέρι, / διπλοσφαγμένος ἔπεσ' ὁ Δικέφαλος / ἀπ' τ' ἄπιστο μαχαίρι».






29 Μαϊου 1453: "Σώπασε κυρά Δέσποινα και μη πολυδακρύζεις πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά μας θα 'ναι"

 




Η αποφράδα ημέρα μέσα από τη μοναδική ιστορική αφήγηση του Γ.Φραντζή
Οι δυστυχείς Ρωμαίοι, αφού άκουσαν τα λόγια του αυτοκράτορα [Κωνσταντίνου Παλαιολόγου] έσφιξαν την καρδιά τους, αγκα­λιάστηκαν και έκλαιγαν όλοι μαζί. Κανένας δεν έφερνε πια στη μνήμη του τα αγαπημένα του παι­διά, τη γυναίκα και την περιουσία του, αλλά ήθε­λαν όλοι να πεθάνουν για τη σωτηρία της πατρίδας τους. Ύστερα γύρισαν στις θέσεις τους για να φυλάξουν τα τείχη της πόλης.
Ο αυτοκράτορας πήγε αμέσως στον ιερό ναό της Αγίας Σοφίας, προσευχήθηκε με δάκρυα στα μάτια και κοινώνη­σε των αχράντων μυστηρίων. Το ίδιο έκαναν και πολλοί άλλοι εκείνη τη νύχτα. Έπειτα γύρισε στα ανάκτορα και ζήτησε συγνώμη από όλους.
Ποιος μπορεί να περιγράψει αυτήν τη στιγμή τους θρή­νους και τους οδυρμούς που ακούστηκαν τότε στο παλάτι; Κανένας άνθρωπος δε θα μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος, ακόμα κι αν ήταν από ξύλο ή από πέτρα.
Ύστερα ανεβήκαμε στα άλογά μας, βγήκαμε από τα ανάκτορα και κάναμε επιθεώρηση στα τεί­χη για να ενθαρρύνουμε τους φρουρούς που κρα­τούσαν άγρυπνοι τις θέσεις τους. Εκείνη τη νύχτα όλοι βρίσκονταν στα τείχη και τους πύργους, ενώ είχαμε κλείσει προσεκτικά όλες τις πύλες ώστε να μην μπορεί να μπει ή να βγει κανένας.
Όταν φτά­σαμε στην Καλιγαρία, την ώρα που λαλούσαν για πρώτη φορά τα κοκόρια, ξεπεζέψαμε και ανεβή­καμε στον πύργο. Από εκεί ακούγαμε φωνές και δυνατό θόρυβο έξω από την πόλη. Οι φύλακες μας είπαν ότι αυτό γινόταν όλη τη νύχτα επειδή οι εχθροί έσερναν τις πολεμικές μηχανές τους κο­ντά στην τάφρο, προετοιμαζόμενοι για την επίθε­ση. Επίσης τα μεγάλα εχθρικά πλοία άρχισαν να κινούνται, προσπαθώντας να φέρουν στην ακτή τις γέφυρες που είχαν κατασκευάσει.
Οι Τούρκοι άρχισαν με μεγάλη σφοδρότητα και ορμή την επί­θεση τη στιγμή που λαλούσαν τα κοκόρια για δεύ­τερη φορά, χωρίς να δώσουν κανένα σύνθημα, όπως είχαν χάνει και τις προηγούμενες φορές. Ο σουλτάνος διέταξε να επιτεθούν πρώτοι οι λιγότε­ρο έμπειροι, μερικοί ηλικιωμένοι και αρκετοί νέοι, ώστε να μας κουράσουν, και στη συνέχεια να ρι­χτούν εναντίον μας οι πιο έμπειροι και γενναίοι με μεγαλύτερη τόλμη και δύναμη. Έτσι λοιπόν ο πό­λεμος άναψε σαν καμίνι. Οι δικοί μας αντιστέκο­νταν με πείσμα, χτυπούσαν άγρια τους εχθρούς και τους γκρέμιζαν κάτω από τα τείχη, καταστρέ­φοντας συγχρόνως και πολλές από τις πολιορκη­τικές τους μηχανές.
Οι νεκροί ήταν πολλοί και από τις δυο πλευρές, ιδίως όμως από το εχθρικό στρα­τόπεδο. Μόλις άρχισαν να σβήνουν τα άστρα του ουρανού καθώς προχωρούσε το φως της μέρας κι εμφανίστηκε στην ανατολή η ροδοδάχτυλη αυγή, όλο το πλήθος του εχθρού παρατάχθηκε σε μια σειρά που έφτανε από τη μια μέχρι την άλλη άκρη της πόλης.
Ακούστηκαν τότε τα τύμπανα, οι σάλ­πιγγες και τα υπόλοιπα πολεμικά όργανα με φω­νές και αλαλαγμούς, ενώ τα κανόνια άρχισαν να ρίχνουν όλα μαζί. Τότε όλοι οι Τούρκοι όρμησαν από ξηρά και από θάλασσα στα τείχη και άρχισαν τη συμπλοκή μαζί μας. Οι πιο θαρραλέοι έστησαν σκάλες, ανέβηκαν πάνω σ' αυτές και έριχναν αδιά­κοπα τα βέλη τους εναντίον των δικών μας. Η φρικτή και αμφίρροπη μάχη κράτησε δύο ώρες και φαινόταν ότι οι χριστιανοί θα έπαιρναν πάλι τη νίκη. Τα πλοία που μετέφεραν τις σκάλες και τις κινητές γέφυρες αποκρούστηκαν από τα παρα­θαλάσσια τείχη και αναγκάστηκαν να γυρίσουν πίσω άπρακτα.
Οι πολεμικές μηχανές, που έρι­χναν πέτρες από τα τείχη της πόλης, σκότωσαν πολλούς αγαρηνούς. Αλλά και εκείνοι που ήταν στην ξηρά έπαθαν τα ίδια και χειρότερα. Ήταν πολύ παράδοξο θέαμα να βλέπει κανείς τον ήλιο και τον ουρανό σκεπασμένους από ένα σύννεφο σκόνης και καπνού. Οι δικοί μας έκαιγαν τις ε­χθρικές πολεμικές μηχανές με το «υγρό πυρ», γκρέμιζαν τις σκάλες με όσους βρίσκονταν πάνω τους και σκότωναν αυτούς που επιχειρούσαν να ανεβούν στα τείχη με μεγάλες πέτρες, ακόντια, πυροβόλα και τόξα.
Όπου έβλεπαν συγκεντρωμέ­νους Τούρκους, τους χτυπούσαν με μεγάλα τηλε­βόλα, σκοτώνοντας και πληγώνοντας πολλούς. Οι εχθροί απηύδησαν τόσο πολύ από τη σθεναρή α­ντίσταση που συναντούσαν ώστε θέλησαν να κά­νουν λίγο πίσω για να ξεκουραστούν, αλλά οι τσαούσηδες και οι ραβδούχοι της τουρκικής Αυ­λής τους χτυπούσαν με σιδερένια ραβδιά και βούνευρα για να μην υποχωρήσουν.
Ποιος μπο­ρεί να περιγράψει τις κραυγές και τα βογκητά των τραυματιών και στα δύο στρατόπεδα; Ο θόρυβος και οι φωνές τους έφταναν μέχρι τον ουρανό. Με­ρικοί από τους δικούς μας, που έβλεπαν τους ε­χθρούς να υποφέρουν, τους φώναζαν: «Τι κάνετε συνεχώς επιθέσεις, αφού δεν μπορείτε να μας νι­κήσετε;» Εκείνοι τότε, προσπαθώντας να δείξουν τη γενναιότητα τους, ανέβαιναν πάλι στις σκάλες. Οι πιο τολμηροί σκαρφάλωναν στους ώμους των άλλων και οι επόμενοι τους μιμούνταν, για να μπορέσουν να φτάσουν στην κορυφή του τείχους.
Οι σκληρότερες μάχες έγιναν στις πύλες, όπου οι αντίπαλοι συγκρούονταν με τα σπαθιά στα χέρια και οι νεκροί ήταν αμέτρητοι. Όταν η παράταξη μας άρχισε να υποχωρεί, τότε πετάχτηκαν μπρο­στά ο Θεόφιλος Παλαιολόγος και ο Δημήτριος Καντακουζηνός, δύο γενναίοι άντρες που έτρε­ψαν τους αγαρηνούς σε φυγή, τους γκρέμισαν κά­τω από τα τείχη και τους σκόρπισαν. Συγχρόνως έτρεξαν σε βοήθεια κι άλλοι δικοί μας, ενώ ο αυ­τοκράτορας που βρέθηκε εκεί έφιππος τους ενε­θάρρυνε και τους παρακινούσε να πολεμάνε με σθένος, λέγοντας: «Συμπολεμιστές και αδέρφια μου, σας παρακαλώ στο όνομα του Θεού να κρα­τάτε τη θέση σας με γενναιότητα. Βλέπω ότι το πλήθος των εχθρών άρχισε να κουράζεται και να διασκορπίζεται. Δε μας χτυπούν πλέον με τάξη και σύστημα. Ελπίζω στο Θεό ότι η νίκη είναι δική μας. Να νιώθετε λοιπόν χαρά επειδή το στε­φάνι της νίκης θα είναι δικό μας τόσο στη γη όσο και στον ουρανό. Ο Θεός βρίσκεται στο πλευρό μας και προκαλεί δειλία στους άπιστους».
Τη στιγμή που μιλούσε ο αυτοκράτορας, ο Ιω­άννης Ιουστινιάνης πληγώθηκε από βέλος στο πά­νω μέρος του δεξιού του ποδιού. Αυτός ο τόσο έμπειρος πολεμιστής, στον πόλεμο, βλέποντας το αίμα να τρέχει από το σώμα του, έγινε κίτρινος από φόβο. Έχασε αμέσως το θάρρος του, σταμά­τησε να αγωνίζεται και έτρεξε να βρει γιατρό σιω­πηλός, χωρίς να σκέφτεται την ανδρεία και την καρτερικότητα που είχε δείξει μέχρι τότε. Δεν εί­πε όμως τίποτα στους συντρόφους του ούτε άφησε κανέναν αντικαταστάτη, για να μην προκληθεί σύγχυση που θα μπορούσε να αποβεί μοιραία.
Οι στρατιώτες του τον αναζήτησαν με το βλέμμα και, μαθαίνοντας ότι είχε φύγει, καταλήφθηκαν από ταραχή και φόβο. Ευτυχώς, ο αυτοκράτορας που βρέθηκε εκεί κατά τύχη, τους είδε ταραγμένους και φοβισμένους σαν τα κυνηγημένα πρόβατα και θέλησε να μάθει την αιτία. Όταν λοιπόν είδε το στρατηγό του Ιουστινιάνη να φεύγει, τον πλη­σίασε και του είπε: «Γιατί το έκανες αυτό, αδερφέ μου; Γύρνα πίσω στη θέση σου. Η πληγή είναι ασήμαντη και η παρουσία σου απαραίτητη. Η πό­λη στηρίζεται σε σένα για να σωθεί». Του είπε και άλλα πολλά, αλλά εκείνος δεν έδωσε απάντηση. Αντίθετα, έφυγε και πήγε στο Πέραν, όπου πέθα­νε ντροπιασμένος από λύπη για την περιφρόνηση των άλλων.
Οι Τούρκοι όμως είδαν την ταραχή των δικών μας και πήραν θάρρος. Ο Σογάν πασάς κέντρισε με κατάλληλα λόγια τη φιλοτιμία των γενιτσάρων και των άλλων στρατιωτών, ενώ ένας γιγαντόσωμος γενίτσαρος (που λεγόταν Χασάν και καταγόταν από το Λουπάδι της Κυζίκου) έβα­λε με το αριστερό χέρι την ασπίδα πάνω από το κεφάλι του, τράβηξε με το δεξί το σπαθί, ανέβηκε στο σημείο του τείχους όπου είχαν αρχίσει να υ­ποχωρούν οι δικοί μας και ρίχτηκε πάνω τους. Τον Χασάν ακολούθησαν περίπου άλλοι 30 Τούρ­κοι που θέλησαν να φανούν εξίσου γενναίοι. Όσοι από τους δικούς μας είχαν απομείνει εκεί έριξαν τεράστιες πέτρες και βέλη εναντίον τους, γκρεμί­ζοντας τους 18 κάτω από τα τείχη, αλλά ο Χασάν κατάφερε να ανεβεί και να τρέψει σε φυγή τους χριστιανούς.
Μετά την επιτυχία του, πολλοί άλλοι Τούρκοι βρήκαν την ευκαιρία να τον ακολουθή­σουν και να σκαρφαλώσουν στα τείχη, αφού οι ελάχιστοι δικοί μας δεν κατάφεραν να τους εμπο­δίσουν. Πολέμησαν όμως με θάρρος και σκότωσαν πολλούς. Κατά τη διάρκεια της συμπλοκής ο Χα­σάν χτυπήθηκε από πέτρα και έπεσε κάτω. Μόλις τον είδαν οι δικοί μας πήραν θάρρος και τον λι­θοβολούσαν από όλες τις πλευρές. Εκείνος σηκώ­θηκε στα γόνατα και συνέχισε να πολεμά, αλλά το δεξί του χέρι δέχτηκε αμέτρητα τραύματα από βέλη και έπεσε παράλυτο.
Στη σύγκρουση αυτή σκοτώθηκαν και πληγώθηκαν πολλοί Τούρκοι, οι οποίοι μεταφέρθηκαν πίσω στο στρατόπεδο. Το πλήθος όμως εκείνων που είχαν ανεβεί στα τείχη διασκόρπισε τους δικούς μας, που εγκατέλειψαν το εξωτερικό και έτρεξαν μέσα στην πόλη με τόση βία ώστε ο ένας πατούσε τον άλλο. Καθώς συνέ­βαιναν αυτά, ακούστηκαν φωνές από μέσα, από έξω και από το μέρος του λιμανιού: «Έπεσε το φρούριο. Στους πύργους στήθηκαν σημαίες και λάβαρα».
Οι φωνές αυτές έτρεψαν σε φυγή τους δικούς μας, ενώ έδωσαν καινούριο θάρρος στους εχθρούς που άρχισαν να ανεβαίνουν στα τείχη άφοβα και με αλαλαγμούς χαράς.
Όταν ο δυστυχισμένος αυτοκράτορας και δε­σπότης μου είδε αυτό το θέαμα, παρακαλούσε το Θεό με δάκρυα στα μάτια και παρακινούσε τους στρατιώτες να φανούν γενναίοι. Δυστυχώς, όμως, δεν υπήρχε πλέον καμιά ελπίδα βοήθειας ή συ­μπαράστασης. Τότε τσίγκλησε το άλογό του, έφτα­σε στο σημείο από όπου οι εχθροί έμπαιναν στην πόλη και ρίχτηκε πάνω τους όπως ο Σαμψών κατά των αλλοφύλων. Στην πρώτη του επίθεση τους γκρέμισε όλους κάτω από τα τείχη, πράγμα που φάνηκε σαν θαύμα σε όσους το είδαν. Μουγκρί­ζοντας σαν λιοντάρι και κρατώντας το σπαθί στο δεξί του χέρι, έσφαξε τόσους πολλούς Τούρκους ώστε το αίμα έτρεχε σαν ποτάμι από τα χέρια και τα πόδια του.
Ο Φραγκίσκος Τολέντο, φάνηκε ανώτερος ακόμα και από τον Αχιλλέα. Πολεμώντας στα δεξιά του αυτοκράτορα, κομμάτιαζε τους εχθρούς με δόντια και με νύχια. Το ίδιο έκανε και ο Θεόφιλος Πα­λαιολόγος. Βλέποντας τον αυτοκράτορα να αγω­νίζεται για να σώσει την πόλη που κινδύνευε, φώ­ναξε κλαίγοντας: «Καλύτερα να πεθάνω παρά να ζήσω». Ύστερα όρμησε κραυγάζοντας πάνω στους εχθρούς και σκότωσε ή έτρεψε σε φυγή όσους βρέ­θηκαν μπροστά του. Ο Ιωάννης Δαλμάτης, που βρέθηκε κι αυτός στο ίδιο μέρος, πολεμούσε με ηρωισμό σαν γενναίος στρατιώτης που ήταν. Ό­σοι βρέθηκαν στο πεδίο της μάχης θαύμασαν την τόλμη και την ανδρεία των εξαιρετικών εκείνων ανδρών.
Οι επιθέσεις επαναλήφθηκαν δύο και τρεις φορές, μέχρι που κατάφεραν να τρέψουν τους απίστους σε φυγή, να σκοτώσουν πολλούς και να γκρεμίσουν άλλους κάτω από τα τείχη. Οι στρατιώτες μας πολέμησαν με μεγάλη γενναιότητα και στο τέλος έπεσαν νεκροί, αφού προηγουμένως είχαν προξενήσει τεράστιες απώλειες στους ε­χθρούς. Πολλοί άλλοι σκοτώθηκαν επίσης κοντά στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού, όπου οι εχθροί είχαν στήσει τη μεγάλη ελέπολη και το φοβερό κανόνι, με τα οποία γκρέμισαν τα τείχη και κατάφεραν να πρωτομπούν στην πόλη. Τη στιγμή εκεί­νη εγώ δε βρισκόμουν κοντά στον αυτοκράτορα και δεσπότη μου, επειδή είχα πάει να επιθεωρήσω ένα άλλο σημείο της πόλης, σύμφωνα με τη διατα­γή του.
Όταν μπήκαν οι εχθροί στην Πόλη, έδιωξαν τους χριστιανούς που είχαν απομείνει στα τείχη με τηλεβόλα, βέλη, ακόντια και πέτρες. Έτσι έγι­ναν κύριοι ολόκληρης της Κωνσταντινούπολης, εκτός των πύργων του Βασιλείου, του Λέοντος και του Αλεξίου, τους οποίους κρατούσαν οι ναύ­τες από την Κρήτη που πολέμησαν από τις 6 μέχρι τις 8 το απόγευμα και σκότωσαν πολλούς Τούρ­κους. Βλέποντας το πλήθος των εχθρών που είχαν κυριεύσει την πόλη, δεν ήθελαν να παραδοθούν αλλά έλεγαν ότι προτιμούσαν να πεθάνουν παρά να ζήσουν. Κάποιος Τούρκος ειδοποίησε τότε το σουλτάνο για την ηρωική άμυνά τους κι εκείνος συμφώνησε να τους επιτρέψει να φύγουν με το πλοίο και όλα τα πράγματα που είχαν μαζί τους.
Παρά τις υποσχέσεις του όμως, ο σουλτάνος με πολύ κόπο κατάφερε να τους πείσει να αφήσουν τους πύργους και να φύγουν. Δύο αδέρφια, οι Ιταλοί Παύλος και Τρωίλος, πολέμησαν με γεν­ναιότητα μαζί με αρκετούς άλλους στη θέση που είχαν αναλάβει. Κατά τη διάρκεια του αγώνα τους σκοτώθηκαν πολλοί κι από τις δυο πλευρές. Σε μια στιγμή ο Παύλος είδε τους εχθρούς μέσα στην πόλη και είπε στον αδερφό του: «Χάθηκαν τα πά­ντα. Κρύψου ήλιε και θρήνησε γη.
Η Πόλη έπεσε. Ανώφελο πια να πολεμάμε. Ας κοιτάξουμε τουλά­χιστον να σωθούμε εμείς οι ίδιοι».
Έτσι οι Τούρκοι έγιναν κύριοι της Κωνσταντι­νούπολης την Τρίτη 29 Μαΐου 1453, στις δυόμισι το μεσημέρι. Άρπαζαν και αιχμαλώτιζαν όσους έβρισκαν μπροστά τους, έσφαζαν όσους επιχει­ρούσαν να αντισταθούν και σε ορισμένα μέρη δε διακρινόταν η γη από τα πολλά πτώματα που ήταν πεσμένα κάτω. Το θέαμα ήταν φρικτό. Παντού ακούγονταν θρήνοι και παντού γίνονταν αρπαγές γυναικών όλων των ηλικιών. Αρχόντισσες, νέες κοπέλες και καλόγριες σέρνονταν από τα μαλλιά έξω από τις εκκλησίες όπου είχαν καταφύγει, ενώ έκλαιγαν και οδύρονταν.
Ποιος μπορούσε να πε­ριγράψει τα κλάματα και τις φωνές των παιδιών ή τη βεβήλωση των ιερών εκκλησιών; Το άγιο σώμα και αίμα του Χριστού χυνόταν στη γη. Οι Τούρκοι άρπαζαν τα ιερά σκεύη, τα έσπαζαν ή τα κρατού­σαν για λογαριασμό τους. Το ίδιο έκαναν και με τα ιερά αναθήματα. Ποδοπατούσαν τις άγιες εικό­νες, τους αφαιρούσαν το χρυσάφι, το ασήμι και τους πολύτιμους λίθους, και έφτιαχναν με αυτές κρεβάτια και τραπέζια. Άλλοι στόλιζαν τα άλογα τους με τα χρυσοΰφαντα μεταξωτά άμφια των ιε­ρέων και άλλοι τα έκαναν τραπεζομάντιλα.
Άρπαζαν τα πολύτιμα μαργαριτάρια από τα άγια κει­μήλια, καταπατούσαν τα ιερά λείψανα των αγίων και, σαν πραγματικοί πρόδρομοι του διαβόλου, έκαναν αμέτρητα ανοσιουργήματα, που μόνο το θρήνο μπορούν να προκαλέσουν. Χριστέ, βασιλιά μου, οι αποφάσεις Σου ξεπερνάνε το μυαλό του ανθρώπου!
Μέσα στην απέραντη εκκλησία της Α­γίας Σοφίας, τον επίγειο ουρανό, το θρόνο της δόξας του Θεού, το άρμα των Χερουβείμ, το θείο δημιούργημα, το αξιοθαύμαστο κατασκεύασμα, το στολίδι της γης, τον ωραιότερο από όλους τους ναούς, έβλεπε κανείς τους Τούρκους να τρώνε και να πίνουν στο Ιερό Βήμα και στην Αγία Τρά­πεζα ή να ασελγούν πάνω σε γυναίκες, νέες κοπέ­λες και μικρά παιδιά. Ποιος μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος και να μη θρηνήσει για την άγια εκ­κλησία μας; Όλοι πονούσαν από το κακό που έβλε­παν. Στα σπίτια θρήνοι και κλάματα, στους δρό­μους οδυρμοί, στις εκκλησίες αντρικές κραυγές πόνου, γυναικεία μοιρολόγια, βαρβαρότητες, φό­νοι και βιασμοί.
Οι ευγενείς ατιμάζονταν και οι πλούσιοι έχαναν τις περιουσίες τους. Σε όλες τις πλατείες και τις γωνιές της πόλης γίνονταν αμέ­τρητα κακουργήματα. Κανένα μέρος ή καταφύγιο δε γλίτωσε από την έρευνα και τη βεβήλωση. Οι άπιστοι έσκαψαν κήπους και γκρέμισαν σπίτια για να βρουν χρήματα ή κρυμμένους θησαυρούς. Όσα βρήκαν, τα πήραν για να χορτάσουν την απληστία τους. Χριστέ, βασιλιά μου, γλίτωσε από τη θλίψη και τον πόνο όλες τις πόλεις και τις χώρες όπου κατοικούν χριστιανοί.
Την τρίτη μέρα μετά την άλωση ο σουλτάνος έδωσε εντολή να γίνουν γιορτές και πανηγύρια για τη μεγάλη νίκη, και διέταξε να βγουν έξω ελεύθερα και άφοβα όσοι ήταν κρυμμένοι σε διά­φορα μέρη της Πόλης, μικροί και μεγάλοι. Διέταξε επίσης να γυρίσουν στα σπίτια τους όσοι είχαν φύγει εξαιτίας του πολέμου και να ζήσουν εκεί όπως πριν, σύμφωνα με το δίκαιο και τη θρησκεία τους. Ακόμα, έδωσε διαταγή να εκλέξουν πα­τριάρχη σύμφωνα με τα έθιμα τους. αφού ο προη­γούμενος πατριάρχης είχε πεθάνει. Οι αρχιερείς και οι ελάχιστοι άλλοι κληρικοί και λαϊκοί που έτυχε να βρίσκονται στην πόλη διάλεξαν για το αξίωμα αυτό το Γεώργιο Σχολάριο, που ήταν έ­νας πολύ καλλιεργημένος πολίτης, τον οποίο χει­ροτόνησαν πατριάρχη και τον ονόμασαν Γεννά­διο
Σημείωση: Ο πρωτοβεστιάριος, δηλαδή αρχιθαλαμηπόλος, Γεώργιος Φραντζής ή Σφραντζής (1401-1480) ήταν ο μοναδικός Βυζαντινός ιστορικός αυτόπτης μάρτυρας της κοσμοϊστορικής κατάληψης Πόλης από τους Τούρκους.

Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

29η Μαΐου 1453- Η πραγματική προδοσία




Ποῖοι καὶ γιατί ὁδήγησαν στὴν πτώση της Βασιλεύουσας

Πολλά ἔχουν ἀκουστεῖ καὶ γραφτεῖ γιὰ την ἅλωση της Κωνσταντινούπολης. Το πιὸ γνωστό εἶναι το σενάριο της «κερκόπορτας», ἡ ὁποῖα ἀνοίχθηκε ἐκ των ἔσω ἀπὸ ἄτομα συγκεκριμένης καταγωγῆς καὶ θρησκείας. Σε καμία περίπτωση κάτι τέτοιο δὲν μπορεῖ νὰ ἀποκλειστεῖ, ἀλλὰ ἄς μελετήσουμε τα ἱστορικά δεδομένα ὅπως μας τα παραδίδουν παλαιοί καὶ σύγχρονου συγγραφεῖς ὅπως οἱ Φραντζής,
Δούκας,Barbaro,Leonardo, Ρανσιμαν κλπ.
Βλέποντας κανείς την διάταξη των δυνάμεων των ἀμυνομένων στὸν χάρτη ἐκπλήσσεται γιατί βλέπει σχεδόν μόνο



ΔΥΤΙΚΟΥΣ :


-στὶς Βλαχερνες, ὁ Βενετος βαΐλος ΜΙΝΟΤΟ (ἀπέναντι στὸν ΖΑΓΑΝΟ-ΠΑΣΑ) καὶ δίπλα οἱ ἐπίσης Βενετοί ΜΠΟΚΚΙΑΡΝΤΙ κατά του ΚΑΡΑΤΖΑ-ΠΑΣΑ τῶν Τούρκων)
-στὸ χερσαῖο τεῖχος, στὸ κέντρο (μεσοτειχιον) ὁ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ με τον Γενοβεζο ΤΖΟΥΣΤΙΝΙΑΝΙ δεξιά του καὶ τους ΜΑΝΟΥΕΛ, ΚΟΝΤΑΡΙΝΙ, ΘΕΟΦΙΛΟ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟ καὶ ΚΑΝΤΑΚΟΥΖΗΝΟ στὰ ἀριστερά του ὡς κάτω στὸ νότο στὸ Ἐπταπυργιο.

-στὰ θαλάσσια τείχη, ὁ Καταλανός ΠΕΡΕ ΧΟΥΛΙΑ στὸν Ἱππόδρομο κι ὁ Ἕλληνας Καρδινάλιος ΙΣΊΔΩΡΟΣ (ἀπεσταλμένος του Πάπα Νικολάου με 200 τοξότες) στὴν βυζ. Ἀκρόπολη, ἐνῶ τα τείχη στὴν περιοχή της Ἁγία σοφίας ὑπεράσπιζε ὁ.. Ὀθωμανός ἐξωμότης ΟΡΧΑΝ...

-οἱ ἑλληνικές δυνάμεις με ἡγέτη τον πρωθυπουργό ΛΟΥΚΑ ΝΟΤΑΡΑ (ὁ ὁποῖος καὶ ἐπέζησε της μάχης..) τέθηκαν ὡς γενική ἐφεδρεία στὴν περιοχή Φαναρίου.

-ὁ βυζαντινός στόλος στὸν Κεράτιο με τα λίγα βενετικὰ καὶ γενοβέζικα πλοῖα, μαζί με καμιά δεκαριά του Παλαιολόγου, τα διοικοῦσε ὁ Βενετὸς ναύαρχος ΝΤΙΕΝΤΟ.

-κατά την ἀπογραφή του Φραντζη οἱ Ἕλληνες μαχητὲς ἦταν 4983(!) καὶ οἱ ξένοι(Βενετοί, Γενουατες, Καταλανοι) γύρω στοὺς 2000,σύνολο δηλαδή 7000 ἀμυνόμενοι κατά των 80-100.000 Τούρκων του Μωάμεθ του Πορθητή.

Συνεπῶς τίθεται το ἐξῆς ἐρώτημα: δεδομένου ὅτι ὁ τότε πληθυσμός της Κων/πολης ὑπερέβαινε τις 50-60.000, (45000 αἰχμαλώτους κατέγραψαν οἱ Ὀθωμανοί) σύμφωνα με τις μετριοπαθεῖς πηγές 

 ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ?

ΜΟΝΟ 5000 ΜΑΧΙΜΟΥΣ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΣΤΡΑΤΟΛΟΓΗΣΕΙ Ο ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ ΑΠΟ 50-60000 ΠΛΗΘΥΣΜΟ?

ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΠΟΛΕΜΗΣΑΝ ΟΙ ΈΛΛΗΝΕΣ?



Οἱ τραγικές αὐτὲς ἐρωτήσεις μποροῦν νὰ ἀπαντηθοῦν ἀπὸ ἕνα ἁπλὸ τεκμήριο: ἁπλά λιποτάκτησαν καὶ μάλιστα με την προτροπή του μετέπειτα πρώτου Πατριάρχη Γεωργίου -Γενναδίου Σχολάριου, ὁ ὁποῖος εἶχε καλέσει σε μαζική ἀποστασία τους Χριστιανούς μετά την ἀπογραφή της ἕνωσης τῶν δύο ἐκκλησιῶν ἀπὸ τον Παλαιολόγο στὶς 12 Δεκεμβρίου 1452.

Κι ἔτσι πρὶν κἄν χαθεῖ ἡρωικά ὁ Παλαιολογος στὴν Πύλη του Ρωμανού, οἱ Ἀνθενωτικοί ἔσπευσαν νὰ ἀνοίξουν σε ἀρκετὲς συνοικίες (Φανάρι, Πετριον κλπ) τις πύλες στοὺς Ὀθωμανούς "σώζοντας" στὶς περιοχές αὐτὲς τους ναούς τους. Καὶ γιὰ του λόγου το ἀληθὲς, παρατίθεται καὶ ὁ χάρτης των σωζόμενων ἐκκλησιῶν ποῦ ἀποδεικνύει το πῶς ἄνοιξαν τα τείχη στὴν Πόλη.

                                                                 


Σάββατο 26 Μαΐου 2018

Περσεφόνη Ἡ σύζυγος του Ἄδη



Περσεφόνη Η σύζυγος του Άδη


Ἡ σύζυγος του Ἄδη, καὶ ἀρχαϊκὴ βασίλισσα του κάτω κόσμου, προτοῦ καθιερωθοῦν οἱ Ἑλληνικοί ὀλύμπιοι, ἦταν ἡ Περσεφόνη, παρουσιαζόμενη ἀπὸ τους Ἕλληνες ὥς κόρη του Δία καὶ της Δήμητρας. Η Περσεφόνη δὲν ὑπέκυψε με τὴ θέλησή της στὸν Ἄδη, ἀλλὰ ἀπήχθη ἀπὸ αὐτόν ἐνῷ μάζευε λουλούδια με την παρέα της.


Ὁ Ἄδης ἀγάπησε την Περσεφόνη τόσο πολύ ποῦ δὲν την ἀπελευθέρωσε ἀπὸ τον κάτω κόσμο. Η μητέρα της Περσεφόνης πενθοῦσε γιὰ τὴν ἀπώλεια της κόρης της καὶ ἔριξε κατάρα στὴ γῆ προκαλῶντας μεγάλη πείνα. Ὁ Ἄδης ξεγέλασε την Περσεφόνη νὰ φάει ἕξι σπόρους ῥοδιοῦ, πρᾶγμα ποῦ σήμαινε πῶς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ φύγει ἀπὸ τον κάτω κόσμο ἀκόμα καὶ με τὴ βοήθεια του Δία.


Ἡ Περσεφόνη ἤξερε γιὰ την κατάθλιψη της μητέρας της καὶ ζήτησε στὸν Ἄδη νὰ τὴν ἐπιστρέψει στὴν γῆ των ζωντανῶν, μὲ τὸν ὀρὸ νὰ μείνει ἕξι μῆνες κάθε χρόνο μαζί του, ἕναν γιὰ κάθε σπόρο ποὺ ἔφαγε. Κάθε χρόνο ὁ Ἄδης ταξιδεύει στῆ γῆ των ζωντανῶν με την Περσεφόνη στὸ ἅρμα του. Στοὺς μῆνες ποὺ ἡ Περσεφόνη πηγαίνει στὸν κάτω κόσμο ὑπάρχει πάντα πείνα (χειμῶνας).