Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΝΤΕΟ ΝΙΚ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΝΤΕΟ ΝΙΚ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2022

Η ναυμαχία τοῦ Ἀρτεμισίου Έκτη

 




                                   

(15η Μεταγειτνιώνος 480 π.χ.




<< Ἀρχή γάρ ὄντος τοῦ νικάν τὸ θαρρεῖν >>



( Πλούταρχος: << Θεμιστοκλῆς >>, 8)




Ἐνῶ στὶς Θερμές Πύλες ἐδίδετο ἡ μεγάλη μάχη τῶν πεζικῶν τμημάτων τῶν Ἑλλήνων, μοῖρα ἀποτελούμενη ἀπὸ 270 τριήρεις ἐκ τῶν ὁποῖον 100 ἦσαν Ἀθηναϊκὲς , εἶναι ἤδη στὸ ἀκρωτήριο Ἀρτεμίσιον στὸ Εὐβοϊκό , γιὰ νὰ ἐμποδίσει τὴν διέλευση τοῦ βαρβαρικοῦ στόλου.

Ὁ Θεμιστοκλῆς , ὅπως ἀναφέρθη προηγουμένως ἦτο ἐνήμερος τὸν κινήσεων τοῦ Ξέρξη ἀφοῦ εἶχε συστήσει ἕνα καταπληκτικὸ δίκτυο πληροφοριῶν . Ὁ Ἡρόδοτος μᾶς δίδει καὶ ὀνόματα τῶν Ἑλλήνων κατασκόπων ποῦ ἔκαναν τέτοια δουλεία.

Ὁ Σκυλλίς ἀπὸ τὴν Σκιώνη τῆς Χαλκιδικὴς ὁ Ἀθηναῖος Ἀβρώνυχος ποῦ ἐπαρακολούθησε τὴν μάχη τῶν Θερμοπυλῶν , ὁ Πολύας ὁ Ἀντικύριος ποῦ ἦτο ναυτικὸς κατάσκοπος κ.α

Ὁ Ξέρξης δίδει ἐντολή στὸν στόλο του νὰ ἐκπλεύσει ἀπὸ τὴν θέρμη (Θεσ/κης ) καὶ νὰ περιπλεύσει τὸν Εὐβοϊκό .

Κάποιος ὅμως ἔχει ἀρχίσει νὰ κολυμπᾶ ὑποβρυχίως χωρίς νὰ τὸν πάρουν εἴδηση οἱ Πέρσες ! Εἶναι ὁ Ὀλυμπιονίκης Σκυλλίας ἀπὸ τὴν Σκιώνη τῆς Χαλκιδικὴς , δεινός κολυμβητής , ὁ ὁποῖος κολυμπὰ 800(!) στάδια 160 χιλιόμετρα περίπου καὶ φθάνει πρὶν ἀπὸ τοῦς Πέρσες στὸ Ἀρτεμίσιον καὶ ἀναφέρει στὸν Ἕλληνα Ναύαρχο Εὐρυβιάδη τὸν Σπαρτιάτη .

Μετὰ τοῦς Μηδικοῦς πολέμους ὁ Σκύλλίας ἐτιμήθη ἀπὸ τὴν πατρίδα καὶ δὺο ἀγάλματα εἶναι δικά του καὶ ἑνὰ τῆς κόρης του .

Κοσμοῦσαν τὸν Ἱερὸ χῶρο τῆςὈλυμπίας πρὸς ἀνάμνηση τοῦ κατορθώματός του! Ἄν δὲν ἐπρολάβαινε , ὁ στόλος μας , θὰ ἐγκλωβίζετο !

Ὁ Περσικὸς στόλος φθάνει τὴν ἑπομένη κοντὰ στὴν Σημπιάδα ἄκρα . Τότε συμβαίνει κάτι ἀναπάντεχο ποῦ οἱ Ἕλληνες ὀνομάζουν ἐπέμβαση τοῦ θεοῦ !

Ἰσχυρότατος << Ἑλλησπόντιος >> βορειοανατολικός, γκρεκοτραμουντάνα γιὰ τοῦς ναυτικοῦς σήμερα ἄνεμος προσβάλλει τὸν βαραβαρικὸν στόλο καὶ περίπου 400 Περσικὲς τριήρεις , μέγας ἀριθμὸς μεταγωγικῶν πλοίων τσακίζονται στὰ βράχια τῶν ἀκτῶν τῆς Μαγνησίας , συμπαρασύροντας δεκάδες χιλιάδες ἄνδρες στὴν ἀπώλεια !

Ὁ Θεὸς ἔκανε τὸ θαῦμα του, ὅπως χαρακτηριστικὰ λέγει ὁ Ἡρόδοτος .

<< Ἐποιέετὸ τὲ πᾶν ὑπὸ τοῦ θεοῦ ὅπως ἐξισωθεῖ τον Ἑλληνικῶν μὲ Περσικόν ...>> Ἡροδοτος <<ἱστορία , ΣΤ 45 )

Στὴ συνάντηση τῶν δύο στόλων οἱ Ἕλληνές διαπρέπουν !

Οἱ Πέρσες ἐκπλήσσονται ὅταν βλέπουν τὰ Ἑλληνικὰ πλοῖα νὰ ἔρχονται καταπάνω τους ! Ξαφνικὰ τὰ Ἑλληνικὰ πλοῖα σχηματίζουν κύκλο μὲ τίς πρύμνες πρὸς τὸ κέντρο τοῦ κύκλου καὶ μὲ τὸ σύνθημα ἀρχίσει ἡ μάχη .

Ὁ Ἀθηναῖος τριήραρχος Λυκομήδης τὸ Αἰσχρέου καταναυμαχεί καὶ κυριεύει πρῶτος ἕνα βαρβαρικὸ πλοῖο . Γιὰ τὸ κατόρθωμα αὐτὸ θὰ τιμηθεῖ μὲ τὸ << Ἀριστεῖον Ἀνδρείας >> ἀπὸ τὴν Ἀθηναϊκὴ Πολιτεία .

Οἱ Ἕλληνες αἰχμαλωτίζουν βαρβαρικὰ πλοῖα ! Μεταξύ τῶν βαρβάρων αἰχμαλώτων ναυτικῶν συγκαταλέγεται , δυστυχῶς ὁ Φιλάων ἀδελφὸς τοῦ βασιλέως τῆς Κυπριακῆς Σαλαμῖνος , Γόργου, ὁ ὁποῖος ἐτιμᾶτο ἀπὸ τὸν Ξέρξη ! Θυμηθεῖτε τὴν Ἰωνικὴ Ἐπανάσταση ....

Περὶ τὸ μέσον τῆς Ναυμαχίας ὁ ἔκ Λήμνου τριήραρχος Ἀντίδωρος, γιὸς του Θεοδώρου, ὁ ὁποῖος ἐστρατολογήθη διὰ τῆς βίας ἀπὸ τὸν Ξέρξη, αὐτομολεῖ ἀπ΄ τοῦς βαρβάρους καὶ συντάσσεται μὲ τὰ ἀδέλφια του ! Στὴν Σαλαμῖνα θὰ ἐπιδείξει μεγάλη ἀνδρεία καὶ ἡ Ἀθηναϊκή Πολιτεία θὰ τὸν τιμήσει μὲ τὸ <<Ἀριστείων Ἀνδρείας >> Καὶ τοῦ παραχωρήσει ἔκταση γῆς στὴν Ἱερὰ Νῆσο Σαλαμῖνα .

<< Ὄτε ἡ νύξ ἐπελθοῦσα >> οἱ ἐχροπραξίες λαμβάνουν τέλος . Οἱ Ἕλληνες γιοί τῶν θεῶν , ἀναπαύονται , ἀφοῦ πρῶτα εὐχαρίστησαν μὲ θυσίες καὶ θυμιάματα τὸν Θεὸ ! Χαράματα τῆς ἑπομένης ὁ Θεμιστοκλῆς καὶ ὁ ναύαρχος Εὐρυβιάδης συγκινημένοι βλέπουν τίς ἐνισχύσεις ἐκ 55 τριήρων ποῦ ἔρχονταν ἀπὸ τὴν Ἀθήνα !

Τὸ μεσημέρι ἀρχίζει ἡ Ναυμαχία καὶ πάλι ! Ὁ σχηματισμὸς ὅμως τοῦ Ἑλληνικοῦ Στόλου ἀλλάζει. Ἐφορμοῦν ἐναντίον τῶν πλοίων τῶν Κιλίκων . Οἱ ὑπόλοιποι βάρβαροι τὰ ἔχουν χαμένα !

Ἦρθαν νὰ ὑποδουλώσουν ἡ νὰ κάψουν τὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ συναντοῦν δυσκολίες ! Ἀκόμη καὶ ὁ Θεὸς εἶναι ἐναντίον τους ...

Οἱ Ἑλληνικὲς τριήρεις καταναυμαχοῦν τους ἄσχετους βαρβάρους .

Ἐπέρχεται ἡ νύκτα . Οἱ Ἕλληνες εὐχαριστοῦν τοῦς θεούς καὶ πάλι.

Οὔτε πανηγυρισμοί οὔτε συμπόνια ὅμως . Ἐπικρατεῖ σύνεση ψυχραιμία . Ἡ ἑπόμενη μέρα γνωρίζουν τὶ θὰ φέρει. Κάποιοι ὅμως γνώριζαν ....

Τὸ μεσημέρι τῆς τρίτης ἡμέρας οἱ Πέρσες ὁρμοῦν ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων . Μὰ πάλι εἶναι εἶναι ἕτοιμοι οἱ Ἕλληνες .

Ἡ Ναυμαχία εἶναι ἄγρια στὴ μορφή της . Ἡ διαμάχη ποιότητος καὶ ποσότητος ....

Οἱ Πέρσες σχηματίζουν ἡμικύκλιο γιὰ νὰ ἐγκλωβίσουν τοῦς Ἕλληνες .

Ὁ Εὐρυβιάδης δίδει σοφὲς διαταγὲς καὶ σὲ λίγο.. ἑκατοντάδες βαρβαρικὰ πλοῖα γίνονται καταφύγιο .... τῶν ἐχθρῶν τοῦ Αἰγαῖου μας ! Ἀπὸ τίς δικὲς μας τριήρες 19 τὸν ἀριθμὸ , ὑπέστησαν ζημιὲς καὶ ἐτέθησαν ἐκτός ἀγῶνος.

Οἱ βάρβαροι ἄρχισαν νὰ ὀπισθοχωροῦν , ἀλλὰ ὁ Θεὸς πᾶν εἰσέρχεται στὰ <<χωρικὰ ὕδατα >> τοῦ ἀδελφοῦ του Ποσειδῶνος καὶ ἀναγκάζει τοῦς βαρβάρους , μὲσα στὸν Πᾶν -ἱκό τους νὰ συγκρούονται τὰ πλοῖα μεταξύ των !

Τὰ Τέκνα τοῦ Ποσειδῶνος εἶναι κυρίαρχα στὴν θάλασσα. Ἡ βάρβαροι ἐπιστρέφουν στοὺς Ἀφέντες τῆς Μαγνησίας .

Ἡ νύκτα εἶναι ἥσυχή καὶ οἱ Γιοὶ τῶν Θεῶν ἀναπαύονται, ἀφοῦ νωρίτερα τίμησαν τοῦς ἔνδοξους νεκροὺς ! Τὸ πρωί δίδονται τὰ <<Ἀριστεία >> ! Μεταξύ τῶν τιμηθέντων εἶναι ὁ Ἀθηναῖος Κλεινίας , πατέρας τοῦ θρυλικοῦ Ἀλκιβιάδη !

Στὸ Ἱερὸ τῆς Παρθένου Ἀρτέμιδος , ποῦ ἐστήθη πρὸς ἀνάμνηση τῆς Νίκης στὸ Ἀρτεμίσιο σὲ μία ἀπὸ δύο στῆλες ἐγράφη τὸ ἐξῆς:

<< Παντοδάπων ἀνδρῶν γενεάς Ἀσίας ἀπὸ χώρας παῖδες Ἀθηναῖων τῷδε ποτ΄ ἕν πελάγει ναυμαχία δαμάσαντες ἐπεὶ στρατὸς ὥλετο Μήδων σήματα ταύτ΄ ἔθεσαν παρθένων Ἀρτέμιδί >>.

Ἀπόδοσίς

<< Στὴν θάλασσα αὐτὴ τὰ παιδία τῶν Ἀθηναῖων ἐδάμασαν κάποτε κάθε λογῆς ἄνδρες ἀπὸ τίς χῶρες της Ἀσίας Ἀφοῦ κατεστράφη ὁ Μηδικὸς στρατὸς , ἔστησαν στὴν Παρθένο Ἄρτεμη τοῦτα τὰ μνημεῖα >>!

Τό μεσημέρι καὶ ἐνῶ συσκέπτοντο οἱ πλοίαρχοι, ὑπὸ τὴν ἀρχηγία του Εὐρυβιάδου, φθάνει ὁ Ἀβρῶνυχος μὲ λυπητερὸ νέο ὅτι << Οἱ γενναῖοι ὑπὸ τὸν Λεωνίδα ὑπερασπιστὲς τῶν Θερμοπυλῶν, ὑπέκυψαν μέχρι ἑνὸς >>. Τούς λέγει, ἀκολούθως, ὅτι ὁ Ξέρξης κατέβαλε τίς χερσαῖες ὀδοὺς , ἀφοῦ << ἐκχυθεῖς >> ὁ βαρβαρικὸς στρατὸς στὴν Στερεὰ Ἑλλάδα << ἐρήμωσε τὴν Φωκίδα, ἔκαυσε τίς Θεσπιές καὶ τίς Πλαταιές >> καὶ προχωρεῖ πρὸς τὴν Ἀττική.

Ἀμέσως ὁ Εὐρυβιάδης διατάσσει τὴν <<ὰπαρσιν >> τοῦ στόλου καὶ ἀφοῦ διέπλευσαν, οἱ Ἕλληνες, τὸν Εὐοϊκό κόλπο ἔκαμψαν τὸ Σούνιο καὶ κατέπλευσαν, μὲ ὁδηγία του Θεμιστοκλῆ στὴ νῆσο Σαλαμῖνα.

Νωρίτερα ὅμως ὁ Θεμιστοκλῆς ἔδωσε ἐντολή νὰ ἀνάψουν πολλὲς φωτιὲς στὸ Ἀρτεμίσιο , κάτι ποῦ ἔκαναν κάθε νύκτα γιὰ νὰ νομίζουν οἱ βάρβαροι πῶς δὲν ἔφυγαν οἱ Ἕλληνες !!

<< Κάποιος >> κάτοικος τῆς Ἰστιαίας εἰδοποίει τοῦς βαρβάρους ὅτι οἱ Ἕλληνες ἔχουν φύγη ἀπὸ τὸ Ἀρτεμίσιο . Μὲ φόβο καὶ τρόμο στέλνουν ἕνα μικρό πλοῖο νὰ ἀξιολογήσει τὴν κατάσταση καὶ ὅταν τὴν ἄλλῃ ἡμέρα τὸ διεπίστωσαν, τότε ξεκίνησαν καὶ ἔφθασαν μετὰ τριήμερον στὸν ὅρμο τοῦ φαλήρου.



Η ΑΘΗΝΑ ΠΥΡΠΟΛΕΙΤΑΙ





Ἡ εἰδήσει ὅτι καταφθάνουν οἱ Πέρσες ἔφερε μία μικρὴ ἀνησυχία στὴν ἀρχὴ . << Κάποιοι φρόντισαν νὰ γίνει ἡ ἀνησυχία πραγματικὸς πανικός .

Ὁμάδες παραφρονούντων πολιτῶν ἔτρεχαν στὴν πόλη ἔχοντας στὶς ἀγκαλιές τὰ ὑπάρχοντά τους . Οἱ βουλευτές ἦσαν .... χαμένοι .

Ὁ Θεμιστοκλῆς , μὲ μία μεγάλη ὁμάδα ἀξιωματικῶν , περιφέροντο στὴν Ἀθήνα καὶ συνιστοῦσαν ἠρεμία καὶ ὄχι << ὑστερίην >>!

Ὁ χρησμὸς περὶ << ξύλινων >> τείχων λειτουργεῖ ἀντίθετα . Οἱ θρῆσκοι Ἀθηναῖοι ἔπεισαν τους ἑαυτοῦς τους ὅτι , μόνο τὰ ξύλινα τείχη της Ἀκροπόλεως θὰ τους σώσουν καὶ ὄχι τὰ πλοῖα, ποῦ εἶπε ὁ Θεμιστοκλῆς .

Ὁ Θεμιστοκλῆς μυημένος ὄν ἐγνώριζε ποιὰ ἦσαν τὰ ξύλινα τείχη , πρᾶγμα τὸ ὁποῖον ἀποδείχθη στὴν Σαλαμῖνα . Ὁ Θεμιστοκλῆς ἀναγκάσθηκε νὰ παρακαλέσει τοῦς ἱερεῖς , ὅπως εἴπουν στὸν κόσμο ὅτι << ἐδραπέτευσε >> ὁ οἰκουρός ὄφις τῆς Ἀθηνᾶ μαζί μὲ τὸ ἄγαλμα της καὶ πῆγαν στὰ πλοῖα >>! ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ << Θεμιστοκλῆς >>10

Κατ΄ αὐτὸν τὸν τρόπο εὐτυχῶς πολλοί Ἀθηναῖοι ἐσώθησαν καὶ οἱ θρῆσκοι ἐπείσθησαν ὅτι θεῖα θέληση νὰ

ἀφήσουν τὴν πόλη καὶ νὰ ἐπιβιβασθοῦν στὰ πλοῖα μὲ προορισμό τὴν Σαλαμῖνα. ἩΡΟΔΟΤΟΣ: << ἱστορία Η ΄ 41





Οἱ Βάρβαροι εὑρίσκουν τὴν Ἀθήνα << ἐρήμην κατοίκων >> καὶ ἀφοῦ ἔβαλαν φωτιὰ σὲ ὅλη τὴν πόλη , ἀνέβηκαν στὴν Ἀκρόπολη ὅπου παρέμεναν οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ταμίες τοῦ Ἱεροῦ τῆς Παλλάδος Ἀθηνᾶς << φυλάττοντες τὰ τῶν θεῶν >>.

Μαζί τους ἦσαν διάφοροι θρῆσκοι ποῦ δὲν ἄκουσαν τὸν Θεμιστοκλῆ, ὅπως ἐπίσης, καὶ λίγοι ἀσθενεῖς .

Ὅλοι αὐτοὶ περιέφραξαν τὴν Ἀκρόπολη μὲ σανίδες καὶ ξύλα ἀμυνόμενοι κατὰ τῶν βαρβάρων μισελλήνων δολοφόνων .

Οἱ Βάρβαροι ἱερόσυλοι ἔβαλαν με τόξα καὶ βέλη τοὺς πολιορκούμενους τῆς Ἀκροπόλεως , στὰ ὁποῖα βέλη ἐμπρὸς στὴν αἰχμή τους ὑπῆρχαν ἀναμμένα στυπεία τὸ γνωστὸ μας <<στουπί >> καὶ ἔκαιγαν τὸ ξύλινο περίφραγμα .

Οἱ Ἀθηναῖοι ποῦ ἐπολιορκοῦντο στὴν Ἀκρόπολη ἀμυνόταν μὲ σθένος .

Σὲ κάποια στιγμή τῆς πολιορκίας ὁ Ἱππίας τους ἔστειλε προτάσεις συνθηκολογήσεως , οἱ ὁποῖες ἀπερρίφθησαν μὲ βαρεῖς χαρακτηρισμούς ἐναντίον τῶν κηρύκων καὶ τοῦ Ἱππία ! Χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι ἔριχναν μεγάλους λίθους πρὸς τους κήρυκες καὶ τὸν Ἱππία .

Μετὰ ὅμως ἀρκετές ὧρες οἱ βάρβαροι εἰσῆλθαν ἐπὶ τοῦ Ἱεροῦ βράχου τῆς Ἀκροπόλεως καὶ σκότωσαν ὅλους ὅσους βρῆκαν ζωντανούς .

Κατόπιν, ἐσύλησαν στὴν Ἀκρόπολη καὶ ἔβαλαν φωτιά παντοῦ οἱ ὑπάνθρωποι, τὰ ἀποκτηνωμὲνα ἀνθρωπάρια ἩΡΟΔΟΤΟΣ <<ἱστορια Η΄53 Τὸ γεγονὸς τοῦ ἐμπρησμοῦ τῆς Ἀκροπόλεως , ὁ ὑπάνθρωπος Ξέρξης , τὸ ἀνήγγειλε μὲ ὑπερηφάνεια στὰ Σοῦσα μέσο εἰδικοῦ ἀγγελιαφόρου .

Μεταξύ τῶν μνημείων ποῦ κάηκαν ἦτο τὸ Ἱερὸ τοῦ Ἐρεχθέως . Οἱ ὑπάνθρωποι δολοφόνοι προέβησαν καὶ σὲ ἄλλες πράξεις << ἑλληνοπερσικῆς φιλίας >> - ἔτσι ἔλεγαν τότε τὴν ἑλληνοτουρκική -καὶ μάλιστα μία ἀπὸ αὐτὲς ἦτο καὶ ἡ πυρπόληση τοῦ δένδρου τῆς ἐλιᾶς ποῦ εἶχαν φυτεύσει οἱ Ἀθηναῖοι πρὸς τιμῆς τῆς Ἀθηνᾶς .

Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα, ὅμως ὅσοι ἀπὸ τοῦς ὑπανθρώπους αὐτούς ἀνέβηκαν στὴν Ἀκρόπολη, εἶδαν ἄφωνοι ὅτι ἕνα κλαδὶ μήκους ἑνὸς πῆχυ εἶχε βλαστήσει ! ἔνθ. Ἄν Η΄54- 55

Ἄς δοῦμε τώρα τί ἔλεγε τὸ χρησμόδωμα ( χρησμὸς ) γιὰ τὰ ξύλινα τείχη !

<< Τεῖχος Τριτογενὲς ξύλινος διδοὶ εὐρύοπα . Ζεύς μοῦνον ἀπόρθητον τελέθειν , τὸ σὲ τέκνα τ΄ ὀνήστει . Μηδὲ οὐ γι΄ ἱπποσύνην τὲ μένει καὶ πεζόν ἰόντα πολλὸν ἀπ΄ ἠπείρου στρατὸν ἥσυχος ἀλλ΄ ὑποχωρεῖν νῶτον ἐπιστρέψας ἔτι τοί ποτὲ καντίος ἔσση >>





Ἀπόδοσις

<< Ὁ πανεπόπτης Ζεὺς κάνει τὴν χάρη τῆς Ἀθηνᾶς , νὰ μείνει ἀπόρθητο μόνο τὸ ξύλινο τεῖχος , αὐτὸ θὰ σώσει ἐσένα καὶ τὰ παιδιά σου . Μὴν περιμένεις ἥσυχα τὸ ἱππικὸ οὔτε τὸν πεζὸ στρατὸς , ἀλλὰ ὑποχώρησε καὶ στρέψε τὰ νῶτα. Καὶ θὰ ἔρθει ὁ καιρὸς νὰ ἀντισταθεῖς >> .

Αὐτὸ τὸ σημεῖο τοῦ χρησμοῦ ἐκμεταλλεύθηκε ὁ Θεμιστοκλῆς καὶ ἐξήγησε ὅτι, τὸ ξύλινο τεῖχος εἶναι τὰ ξύλινα πλοία .

Ὁ χρησμὸς κατέληγε ὥς κάτωθι:

<< Ὠ Θείη Σαλαμίς , ἀποτελεῖς δὲ σὺ τέκνα γυναικῶν ἦπου

σκιδναμένης Δημήτερος , ἡ συνιούσης>>.

Ἀπόδοσης

<< Ὡ θεῖα Σαλαμίς , ἐσὺ θὰ ἀποτελέσεις παιδιὰ γυναικῶν, σὲ ὥρα σπορὰς , ἡ συνάξεως τῶν Δημητριακῶν καρπῶν >>!

Ἡ Ἑλλάδα περνᾶ κρίσιμες στιγμὲς . Οἱ ὑπάνθρωποι βάρβαροι περνοῦν << διὰ πυρὸς καὶ σιδήρου >>!

Φωτιὲς καὶ καταστροφὲς Τὴν ἱεροσυλία τοῦ ὑπάνθριπου. Ξέρξη θὰ ἀνταποδώσει ἡ ἐταιρία Θα ῒς στὴν Περσία κατὰ τὴν ἐκστρατεῖα τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου . Ἡ Θαῒς ἦτο ἐρωμένη καὶ ἔπειτα σύζυγος του Πτολεμαῖου Θάνατος καὶ ἀφανισμὸς ! Τὶ θὰ γίνει τώρα ; Σκέφτονται ὅλοι καὶ τὰ βλέμματά τους ἀτενίζουν τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐλευσῖνα , ὅπου ἄρχισαν νὰ τελοῦνται τὰ Θεῖα καὶ τὰ Ἱερὰ Ἐλευσίνια Μυστήρια .....

Μία θεία Μορφή χαμογελᾶ καὶ ἁπλώνει προστατευτικὰ τὰ χέρια . Της στὸ Ἑλληνικὸ Ναυτικὸ καὶ στοὺς κατοίκους τῶν Ἀθηνῶν ποῦ ξεσπιτώθηκαν !

Μὲ μία τραχιὰ φωνὴ λέγει , κοιτῶντας πρὸς τοῦς βαρβάρους : <<Αὔριο στὴν Σαλαμῖνα, Ξέρξη! >>



Καὶ γυρίζει τὸ βλέμμα Της πρὸς τὰ παιδία Της , λέγοντας : << Νῦν, ὑπὲρ πάντων ὁ Ἀγῶν ! >>




Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2022

ΒΙΣΑΛΤΕΣ

ΒΙΣΑΛΤΕΣ


Οἱ Βισάλτες ἦταν ἀρχαῖος λαός της ἀνατολίτικής Μακεδονίας, ποὺ ἔζησε στὰ δυτικά του ποταμοῦ Στρυμόνα, Θρακικής καταγωγῆς. Ὁ Ἡρόδοτος ἀναφέρει γιὰ την περιοχή «Εἴη δέ Παιονίη ἐπὶ τῷ Στρυμόνι ποταμῷ πεπολισσμένη» (Ἡροδ Υ,13).

Ὁ Βισάλτης ἦταν γιὸς του Ἥλιου καὶ της Γῆς, ἀπὸ τον ὁποῖο πῆρε καὶ το ὄνομα της ἡ χώρα. Πατέρας της Θεοφανώς, ἡ ὁποία με μορφή προβάτου, συνέλαβε ἀπὸ τον Ποσειδῶνα, ποὺ καὶ αὐτὸς εἶχε πάρει μορφή κριαριοῦ, τον κριό ποὺ ἔδωσε το χρυσόμαλλο δέρας τῶν Ἀργοναυτῶν. Γι’ αὐτό ἡ Θεοφανώ λέγεται καὶ Βισαλτίς.

Ὁ λαός αὐτὸς, ἐκτὸς ἀπὸ τον Ἡρόδοτο, ἀναφέρεται καὶ ἀπὸ τον Θουκυδίδη, τον Διόδωρο, τον Πλίνιο καὶ τον Πλούταρχο. 

Ἡ ἀρχαία Βισαλτία ἀνῆκε στὸ χῶρο της ἀρχαίας Μακεδονίας, μεταξύ του ὄρους Βερτίσκος ποὺ ἦταν το δυτικό της σύνορο, καὶ του Στρυμόνα καὶ της Κερκινίτιδος λίμνης, ποὺ ἦταν το ἀνατολικό. Βρίσκεται, δηλαδή, στὸ γεωγραφικό χῶρο ποὺ περιλαμβάνεται σήμερα ἡ περιοχή της Νιγρίτας καὶ του Σοχοῦ.

Το 490 π.Χ., κατά την ἐκστρατεία τῶν Περσῶν ἐναντίον της Ἑλλάδος, ὁ βασιλιάς της Βισαλτίας μὴ θέλοντας ν’ ἀκολουθήσει τους βαρβάρους, ἔφυγε στὴ Ροδόπη, στοὺς δὲ γιοὺς του ἀπαγόρευσε νὰ ἐκστρατεύουν κατά της Ἑλλάδος στὸ πλευρό των Ἀσιατῶν ἐπιδρομέων. Αὐτοί ὅμως δὲν ἄκουσαν την συμβουλή του πατέρα τους, καὶ ἀκολούθησαν τους βαρβάρους. 

‘Ὅταν μετά τὴ φυγή τῶν Περσῶν ὁ βασιλιάς ἐπανῆλθε καὶ βρῆκε τους γιοὺς του σώους καὶ ἀβλαβεῖς, αὐτοτυφλώθηκε.

Ἀπὸ το 479 π.Χ. ἡ Βισαλτία κατακτήθηκε ἀπὸ τον Ἀλέξανδρο τον Α’. Ἀργότερα ὁ Περικλῆς ἔστειλε 1000 Ἀθηναίους ἀποίκους, οἱ ὁποῖοι συνέβαλαν πολύ στὸν ἐκπολιτισμό των Βισαλτῶν. Στὴ μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ., στὴν ὁποία κρίθηκε ἡ τύχη της Μακεδονίας, οἱ Βισάλτες πολέμησαν στὸ πλευρό του Περσέα.

Τόσο πολύ διακρίθηκαν γιὰ την ἀνδρεία τους, ὥστε ὁ Περσέας μετά την ἡττᾶ του, τότε μόνο ἀπελπίστηκε τελείως, ὅταν τον ἐγκατέλειψαν καὶ οἱ “ἀνδρεῖοι Βισάλτες”.

Ἡ ἐπαρχία αὐτή, ἄν καὶ εἶχε μικρή ἐκτάσει κατά την ἀρχαιότητα, ἐν τούτοις περιεῖχε πολλές πόλεις, οἱ ὁποῖες συχνά μνημονεύονται ἀπὸ τους ἀρχαίους συγγραφεῖς: ἡ Ἄργιλος, το Κερδύλιο, ἡ Βισαλτία, πρωτεύουσα της χώρας, οἱ Καλλίτεραι, ἡ ὀρεσκία, ἡ Εὐπορία, ἡ Βέργα καὶ ἡ ‘Ὄσσα. 

Η πιὸ ἐπίσημη ἀπὸ τις παραπάνω πόλεις ἦταν ἡ Ἄργιλος, ποὺ σύμφωνα με τὴ μαρτυρία τῶν ἀρχαίων κτίσθηκε ἀπὸ τους Θρᾶκες, τους πρώτους κατοίκους της χώρας, σε χρόνο ἄγνωστο, ἀποικίστηκε ὅμως ἀπὸ τους Ἀνδρίους συγχρόνως με τα Στάγειρα της Χαλκιδικής, γύρω στὰ μέσα της 7ης ἑκατονταετηρίδας.

 Μετά τὴ φυγή τῶν Θρακῶν καὶ τον ἀποικισμό τῶν Ἀνδρίων, ἡ Ἄργιλος ποὺ εἶχε παραμείνει ἐλεύθερη καὶ αὐτόνομη ἀπὸ το 655π.Χ. μέχρι την ἐκστρατεία του Ξέρξη (480 π.Χ.), ὑπέκυψε καὶ αὐτή στὸ κράτος του. Μετά ἀπὸ την ἡττᾶ καὶ τὴ φυγή του συμπεριλήφθηκε στὶς συμμαχικές πόλεις της Ἀθήνας.

Ἀργότερα ὅμως, ἀποστάτησε ἀπὸ τους Ἀθηναίους καὶ διευκόλυνε το στρατηγό των Λακεδαιμονίων νὰ καταλάβει την Ἀμφίπολη. Ἀργίλιος ἦταν ὁ ἄντρας ποὺ πρόδωσε τον Παυσανία στοὺς Σπαρτιᾶτες, ὁ ὁποῖος ὅταν στάλθηκε σὰν γραμματοκομιστής στὸν Ἀρτάβαζο ἀποσφράγισε τις ἐπιστολές καὶ κατήγγειλε την προδοσία στοὺς Ἐφόρους.

Οἱ Βισάλτες ἦταν Θρᾶκες στὴν καταγωγή. 

Εἶχαν ἀνεπτυγμένη την θρησκευτικότητα, δημιούργησαν θρησκευτικές ἰδέες καὶ ἦταν ἐργατικοί, πρᾶγμα ποὺ μαρτυρεῖται ἀπὸ τον πλοῦτο ποὺ ἀπέκτησαν. 

Εἶχαν, ἐπίσης, ἀνεπτυγμένη την ἀγάπη τους πρὸς τὴ πατρίδα. Παρόλα αὐτὰ, ἦταν εἰρηνικός λαός.

Ὅμως, ὅπως ὅλοι οἱ Θρᾶκες, δὲν εἶχαν συναίσθηση της κοινωνικότητας καὶ της κρατικῆς ἑνότητας, ἔτσι ὥστε το κράτος τους νὰ ἔχει τὴ δύναμη νὰ ἐπιβιώσει καὶ νὰ ἀντισταθεῖ στοὺς ποικίλους ἐχθρούς της περιοχῆς καὶ κυρίως τους Μακεδόνες. 

Το πολίτευμα της περιοχῆς ἦταν ἡ Βασιλεία καὶ ὁ βασιλιάς ἦταν ὁ ἀπόλυτος δεσπότης.

 Οἱ βασιλεῖς ἦταν φορεῖς της ὑπέρτατης ἐξουσίας καὶ συμπεριφέρονταν πρὸς τους ὑπηκόους τους χωρίς νὰ δίνουν σε κανένα συλλογικό ὄργανο λόγο των πράξεων τους καὶ μάλιστα, οἱ πράξεις τους εἶχαν τὴ σφραγῖδα της ἀγριότητας. 

Ἀργότερα ὅταν ὑποτάχθηκαν στοὺς Μακεδόνες (479 π.Χ.) διατήρησαν την αὐτονομία τους ἀπὸ τον ἴδιο το βασιλιά. Μόνο το 342π.Χ. καταργεῖται ἡ αὐτονομία τῶν λαῶν της Θράκης.

Δύο εἶναι οἱ κεντρικοί πόλοι γύρω ἀπὸ τους ὁποίους στρέφεται ἡ ζωή των Βισαλτῶν καὶ ἡ προσπάθειά

τους πρὸς την πρόοδο καὶ την πολιτιστική ἀνάπτυξη.

Ὁ Στρυμόνας ποὺ λατρευόταν ὡς θεός, θεωροῦνταν θεϊκό δῶρο καὶ το λίκνο των Μαινάδων το Παγγαίω, ἀποτελεῖ το κέντρο της αἰνιγματικῆς λατρείας του Διονύσου. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα ποὺ συνέθεταν το χρῶμα της κοινωνικῆς ζωῆς τῶν Βισαλτών, ἦταν ὅτι παρεῖχαν ἐλευθερία στὶς γυναῖκες πρὶν ἀπὸ το γάμο, ἐνῶ ἀπαιτοῦσαν πίστη ἀπὸ αὐτὲς ὅταν τις παντρεύονταν. 

Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτό, εἶχαν τὴ συνήθεια νὰ πουλοῦν ὡς δούλους τα παιδιά τους καὶ νὰ ἐξαγοράζουν τις γυναῖκες τους με πολλά χρήματα ἀπὸ τους γονεῖς τους.

Χρησιμοποιοῦσαν πολύ τον οἶνο ποὺ ἦταν το ἱερὸ ποτό του θεοῦ Διονύσου. Καλλιεργοῦσαν τα ἀμπέλια καὶ τα δημητριακά ἐνῶ ἀσχολοῦνταν με την κτηνοτροφία, την ὑλοτομία καθώς καὶ την ἐξόρυξη χρυσοῦ καὶ ἀργύρου ἀπὸ τα ὀρυχεῖα, ποὺ τους ἔκανε πολύ πλούσιους. Πολύ διαδεδομένη ἦταν καὶ η καλλιέργεια της ἐλιᾶς.

                                                                                   


Πέμπτη 21 Απριλίου 2022

ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΤΟ ΑΚΑΝΘΙΝΟ ΣΤΕΦΑΝΙ, Η ΧΛΑΜΥΔΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ...

2.000 χρόνια μετά, αὐτὰ ὑπάρχουν ἀκόμη γιὰ νὰ μᾶς θυμίζουν τὰ ὅσα πέρασε ὁ Χριστός, γιὰ νὰ θυσιαστεῖ ἀπὸ ἀγάπη στὸν ἄνθρωπο.
Στὴν Κωνσταντινούπολη εἶχαν μαζευτεῖ πάρα πολλὰ λείψανα καὶ ἀντικείμενα Ἁγίων, ἀακόμη καὶ τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν οἱ Παλαιολόγοι βασίλευαν τὴν Ἀνατολικὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, εἶχαν σὲ μεγάλη ἐκτίμηση τὸν Ὅσιο Λεόντιο, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπὸ τὴ Μονεμβασιὰ τῆς Πελοπονήσσου.


Ὁ Λεόντιος ἔχτισε τὴν Ἱερὰ Μονὴ Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας, καὶ οἱ Παλαιολόγοι γιὰ νὰ τοῦ δείξουν τὴ μεγάλη τους ἐκτίμηση, μετὰ τὸν θάνατό του, δώρισαν στὴ μονὴ ποὺ εἶχε χτίσει τὰ Ἄχραντα Πάθη τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τὰ ὁποῖα σώζονται ἄθικτα μέχρι σήμερα.


Οἱ πιστοὶ μποροῦν ἀκόμη καὶ σήμερα νὰ προσκυνήσουν μέρος τοῦ Ἀκάνθινου Στεφάνου.
Τὰ Ἄχραντα Πάθη τοῦ Χριστοῦ κατὰ καιροὺς μεταφέρονται καὶ σὲ διάφορους ἄλλους ναούς, σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα, ὥστε νὰ μποροῦν οἱ πιστοὶ ὅλης τῆς χώρας, νὰ προσκυνοῦν καὶ νὰ παίρνουν δύναμη, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίζουν τίς δυσκολίες τῆς ἐποχῆς.


Τέλος, στὴν Ἱερὰ Μονὴ Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Αἰγιαλείας ἀνήκουν καὶ ἄλλα λείψανα τὰ ὁποῖα ἀξίζει νὰ προσκυνήσετε, ὅπως τὴ σιαγόνα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τὸν ὀφθαλμὸ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, τμῆμα τῆς Κᾶρας τῆς Ἁγίας Κυριακῆς, τμῆμα της Κᾶρας τοῦ Ὁσίου Στεφάνου τοῦ Νέου. Ἐπίσης ἀπὸ κειμήλια ὑπάρχουν καὶ τὰ θαυμάσια χρυσοκέντητα πετραχήλια τῆς κεντήστριας Κοκώνας.




Κυριακή 17 Απριλίου 2022

Γιατί λέμε τὴν ἑβδομάδα πρὶν τὴ Μεγάλη, «βουβὴ» ἢ «κουφή»;



H ἕκτη καὶ τελευταία ἑβδομάδα τῆς Μεγ. Σαρακοστῆς ὀνομάζεται "Ἑβδομάδα τῶν Βαϊων". Γιὰ ἕξι μέρες πρὶν τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου καὶ τὴν Κυριακὴ τῶν Βαϊων ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας ὠθεῖ ν' ἀκολουθήσουμε τὸ Χριστὸ καθὼς πρῶτος ἀναγγέλει τὸ θάνατο τοῦ φίλου Του καὶ κατόπιν ἀρχίζει τὸ ταξίδι Του στὴ Βηθανία καὶ στὴν Ἱερουσαλήμ.


Στὸ κέντρο τῆς προσοχῆς εἶναι ὁ Λάζαρος - ἡ ἀρρώστεια τοῦ, ὁ θάνατός του, ὁ θρῆνος τῶν συγγενῶν του καὶ ἡ ἀντίδραση τοῦ Χριστοῦ σ' ὅλα αὐτά.


Ἡ τελευταία ἑβδομάδα δηλαδὴ περνάει μὲ πνευματικὴ περισυλλογὴ πάνω στὴν ἐρχόμενη συνάντηση τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸ θάνατο - πρῶτα στὸ πρόσωπο τοῦ φίλου Του Λαζάρου, ἔπειτα στὸ θάνατο τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ.


Πλησιάζει ἡ "ὥρα τοῦ Χριστοῦ" γιὰ τὴν ὁποία τόσο συχνὰ μιλοῦσε καὶ πρὸς αὐτὴν προσανατολιζόταν ὅλη ἡ ἐπίγεια διακονία Του.


Ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου ἔγινε γιὰ νὰ βεβαιωθοῦμε γιὰ "Τὴν κοινὴν ἀνάστασιν". Εἶναι κάτι τὸ συναρπαστικὸ νὰ γιορτάζουμε κάθε μέρα γιὰ μιὰ ὀλοκληρη ἑβδομάδα αὐτὴ τὴ συνάντηση ἀνάμεσα στὴ ζωὴ καί το θάνατο, ποὺ ἀργὰ ἀργὰ πλησιάζει, νὰ γινόμαστε μέρος της, νὰ νιώθουμε μὲ ὅλο τὸ εἶναι μας αὐτὸ ποὺ ὑπονοεῖ ὁ Ἰωάννης μὲ τὰ λόγια του:"Ἰησοῦς ὡς εἶδεν αὐτὴν κλαίουσαν καὶ τοὺς συνελθόντας... ἐνεβριμήσατο τῷ πνεύματι καὶ ἐτάραξεν ἑαυτόν... καὶ ἐδάκρυσεν" (Ἰωάν. 11, 33-35).


Μέσα στὴ λειτουργικὴ ὁρολογία, τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου καὶ ἡ Κυριακὴ τῶν Βαϊων εἶναι ἡ"ἔναρξη τοῦ Σταυροῦ". (Ι.Μ.Π).


Παρὰ ταῦτα ὁ εὐσεβὴς λαός μας ἀποκαλεῖ τὴν ἑβδομάδα αὐτὴ «κουφὴ» ἡ «βουβὴ» μὲ μοναδικὴ δικαιολογία ὅτι τὴν Ἑβδομάδα αὐτὴ δὲν τελοῦνται Ἀκολουθίες καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν σημαίνει οὔτε ἡ καμπάνα ὁπότε οὔτε λέμε (Ἀκολουθία) οὔτε ἀκοῦμε (Καμπάνα) αὐτὴν τὴν Ἑβδομάδα.

Ὅμως ἡ πραγματικότητα εἶναι ἄλλη.


Ἀρκεῖ μιὰ ματιὰ στὰ Λειτουργικὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ νὰ μᾶς πείσει ὅτι,ὄχι «βουβὴ» καὶ «κουφὴ» δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ Ἑβδομάδα ἀλλὰ ἀντίθετα ὅπως εἴδαμε καὶ πιὸ πάνω εἶναι πλήρης μηνυμάτων καὶ Θεολογικῶν ἐννοιῶν γύρω ἀπὸ τὸ Μυστήριο τοῦ θανάτου.


Παλαιότερα αὐτὸ ἐκαλλιεργεῖτο καὶ ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς ἱερεῖς σὰν μιὰ δικαιολογημένη ἴσως!! προσπάθεια γιὰ λίγη ξεκούραση λίγο πρὶν τὸν μεγάλο κόπο τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Ἑβδομάδος.


Τὸ Τυπικὸ τῆς Ἐκκλησίας μας, ὑπαγορεύει καὶ αὐτὴν τὴν Ἑβδομάδα τίς Ἀκολουθίες ποὺ τελοῦνται καθ' ὅλη τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστή.

Δηλ. Μεσονυκτικὸ Ὄρθρο, Ὧρες καὶ Ἑσπερινὸ τὸ πρωί,τὸ Μεγάλο Ἀπόδειπνο τὸ ἀπόγευμα, τὴν Προηγιασμένη Θ.Λειτουργία τὴν Τετάρτη καὶ τὴν Παρασκευὴ καθὼς καὶ τὸ Μικρὸ Ἀπόδειπνο μὲ τὸν κανόνα τοῦ Ἁγίου Λαζάρου τὴν Παρασκευὴ τὸ ἀπόγευμα.


Ἡ μοναδικὴ Ἀκολουθία ποὺ ἀπουσιάζει εἶναι ἡ Ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Παναγίας ἡ ὁποία ἀποτελεῖ καὶ τὴν μοναδικὴ χαρμόσυνη νότα στὴν πένθιμη περίοδο ποὺ διανύουμε.

Τὸ ὅτι δὲν τελεῖται ἡ χαρμόσυνη Ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν τὴν Ἑβδομάδα αὐτὴ ὁδήγησε στὴν παρεξήγηση ; Ἴσως!

Ἡ τελευταία ἑβδομάδα τῆς Σαρακοστῆς(ἀφοῦ ἀπὸ τὴν Κυριακὴ ξεκινᾷ ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα μὲ τὴν δική της νηστεία), εἶναι ἡ τελικὴ ἀποκάλυψη τοῦ νοήματος τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς ποὺ εἶναι ἡ μετάνοια, ἡ νηστεία ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἡ χαρμολύπη καὶ ἡ ἐπαναβίωση τοῦ λατρευτικοῦ στοιχείου τῆς Ἐκκλησίας!

Ἄς φροντίσουμε νὰ μὴν χάσουμε τὰ ὅσα ἔχει νὰ μᾶς προσφέρει καὶ αὐτὴν τὴν Ἑβδομάδα ἡ Ἐκκλησία μας ξεφεύγοντας ἀπὸ ἐπιπόλαιες καὶ ἀνυπόστατες συμβουλὲς γύρω ἀπὸ τὴν Λατρευτική μας ζωή.


Ἐπίκαιρος καὶ εὔστοχος ὅπως πάντα ὁ λόγος τοῦ π.Μωυσέως τοῦ Ἁγιορείτου γιὰ τίς Ἅγιες Αὐτὲς καὶ Μεγάλες Ἡμέρες. «Πάντα τὴ Μεγάλη Παρασκευή, νά 'σαὶ μόνος σὰν τὸ Χριστὸ προσμένοντας τὸ τελευταῖο καρφί, τὸ ξύδι, τὴ λόγχη. Τίς ζαριὲς ν' ἀκοῦς ἀτάραχα στὸ μοίρασμα τῶν ὑπαρχόντων σου, τίς βλαστῆμιες, τίς προκλήσεις, τὴν ἀδιαφορία. Πρὶν τὴν Παρασκευὴ δὲν ἔρχεται ἡ Κυριακή, τότε λησμονὰς τὰ μαρτύρια τῶν δρόμων τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς τῆς ζωῆς μας. Μὴν ξαφνιαστεῖς, μὴ φοβηθεῖς στ' ἀπρόσμενο σουρούπωμα. Οἱ μπόρες τοῦ οὐρανοῦ δὲ στερεύουν. Ἡ ξαστεριὰ θά 'ρθεὶ τὸ Σαββατόβραδο. Τότε λησμονὰς τὰ μαρτύρια τῶν δρόμων τῆς μεγάλης Παρασκευῆς τῆς ζωῆς μας».





Τρίτη 12 Απριλίου 2022

Ἡ Ψυχὴ στὴν σωκρατικὴ φιλοσοφία



Ἡ Ψυχὴ στὴν σωκρατικὴ φιλοσοφία
νὰ ἀποκαλυπτικὸ κείμενο γιὰ τὸ πῶς βλέπει τὸ θέμα τῆς ψυχῆς ἡ Ἐπιστήμη, ἀλλὰ καὶ ἡ Θρησκεία, γιὰ τὴν ὁποία ἡ ὕπαρξη τῆς ψυχῆς εἶναι μία θεμελιώδης καὶ ἀκλόνητη ἀρχή! Κι ὄχι μόνο! Τί πρεσβεύει ἡ σωκρατικὴ φιλοσοφία γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου;
Εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς θὰ πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι μὲ τὸν ὅρο «ψυχή», καλοῦμε τὴν ζωτικὴ ἀρχή, ποὺ ξεχωρίζει στὴ φύση τὰ ζῶα ἀπὸ τὰ ἄψυχα ὄντα.
Μιὰ παραπέρα διάκριση μεταξὺ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν ζώων θέτει τὸ πρόβλημα ἑνὸς πιὸ συγκεκριμένου ὁρισμοῦ τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ἑνὸς ὁρισμοῦ ποὺ νὰ ἐξηγεῖ μὲ τὴν παρουσία τῆς ψυχῆς. τὴν πνευματικότητα (λογική, εὐαισθησία, ἠθικὴ κλπ.) ποὺ ξεχωρίζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ ζῶα.
Τὸ πρόβλημα τῆς ψυχῆς, ὅπως εἶναι εὐνόητο, τέθηκε ἀπὸ τὴ φιλοσοφία καὶ τὴ θρησκεία καὶ αὐτὸς ὁ λόγος ποὺ θὰ γίνουμε πιὸ διεξοδικοὶ στὴν ἀνάπτυξη τῶν ἐπιχειρημάτων μας.


Ἡ φιλοσοφικὴ ἔννοια τῆς ψυχῆς

Ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ φυσιοκρατία των προσωκρατικῶν δὲν εἶχε μιὰ πραγματικὴ ἔννοια τῆς ψυχὴ καὶ γι' αὐτὸ δέχτηκε μιὰ οὐσία -ὁ ἀέρας κατὰ τὸν Aναξιμένη ἢ ἡ φωτιὰ κατὰ τὸν Ἡράκλειτο- ὡς ἀρχὴ τῆς ζωῆς τοῦ σύμπαντος καὶ ἑπομένως καὶ τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Πλάτωνας διετύπωσε τὴν πλήρη θεωρία της ψυχή: εἶναι οὐσία ἄϋλη, ἄφθαρτη καὶ ἑπομένως ἀθάνατη· ἀπὸ αὐτὴν ἐξαρτῶνται ἡ γνώση καὶ ἡ ἠθικότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Ἀριστοτέλης ὅρισε τὴν ψυχὴ μορφὴ μιᾶς ὕλης, ἔτσι ποὺ τὸ ἄτομο παρουσιάζεται ὡς ἀποτέλεσμα τῆς στενῆς τοὺς ἀλληλοσύνδεσης. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὅμως ἡ ψυχὴ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχει πλέον μετὰ τὸν θάνατο.
Ἡ χριστιανικὴ διδασκαλία γιὰ τὴν ψυχή, οὐσιαστικὰ πολὺ πλησιέστερη στὴ θεωρία τοῦ Πλάτωνα, προσπάθησε σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ Μεσαίωνα νὰ συμβιβάσει τὸν αρἱστοτελισμὸ μὲ τὴν ἀρχὴ τῆς ἀθανασίας. Ἀλλὰ ἡ φιλοσοφία τῆς Ἀναγέννησης ἀπέδειξε τὸ ἀσυμβίβαστό τους καὶ ἐπανεξέτασε τὸ ἀριστοτελικὸ κείμενο ἀνεξάρτητα ἀπὸ θρησκευτικὲς προκαταλήψεις.
Ἀπὸ τὸν Ντεκὰρτ ἡ ψυχὴ θεωρήθηκε, κατὰ τὸν τρόπο τοῦ Aγίου Αὐγουστίνου, ὡς ἀτομικὴ συνείδηση στὴν ὁποία μποροῦμε νὰ ξαναβροῦμε τὸν Θεὸ καὶ ὡς πηγὴ κάθε βεβαιότητας. Ἀλλὰ καὶ ὁ Ντεκὰρτ δέχτηκε τὴν ψυχὴ ὡς πνευματικὴ οὐσία.
Ἡ νομιναλιστικὴ πολεμικὴ ποὺ ἀκολούθησε ἐναντίον τῆς ἔννοιας τῆς οὐσίας, πρῶτα τὸν 17o καὶ ἀργότερα τὸν 18o αἰ., ἀποκάλυψε ὅτι ἡ ἔννοια τῆς ψυχῆς - οὐσίας εἶναι κενὴ καὶ ἀδιανόητη.

 
Συγχρόνως ἡ ἐμπειριοκρατία, μὲ τὴν ἀνακάλυψη τοῦ ψυχικοῦ συνειρμοῦ, ἐπεξεργάστηκε τὴν ἰδέα της ψυχὴ ὡς δέσμης αἰσθήσεων.
Ἡ κατεύθυνση τῆς ἐμπειριοκρατίας ἐπηρέασε καὶ τὸν Κάντ, ποὺ πίστευε ὅτι ἡ συζήτηση γιὰ τὴν ψυχὴ δὲν μποροῦσε νὰ καταλήξει πουθενά.
Ὁ μετακαντιανὸς ἰδεαλισμὸς μετατόπισε τὸ ἐνδιαφέρον του πρὸς ὑπερατομικὲς ὀντότητες (ἀπόλυτο Ἐγώ, Πνεῦμα, Ἱστορία), ἐνῶ ὁ θετικισμὸς ξαναγύρισε στὴν ἀντίληψη τοῦ συνειρμοῦ, ποὺ ὑποστήριζε ἡ ἐμπειριοκρατία γιὰ τὴν ψυχή.

Ἡ θρησκευτικὴ ἔννοια τῆς ψυχῆς

Ἡ χριστιανικὴ θρησκεία διδάσκει ὅτι ἡ ψυχὴ εἶναι μιὰ οὐσία ἄϋλη, ἀθάνατη, δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ρυθμίζει τὴ ζωὴ τοῦ σώματος.
Ὡστόσο, αἴσθηση προκάλεσε στὸν γράφοντα μία τηλεοπτικὴ ἐκπομπὴ ὑπὸ τὸν τίτλον: «Ἀνιχνεύσεις», ποὺ παρουσιάζει ὁ ἐκλεκτὸς συνάδελφος κ Παντελὴς Σαββίδης στὸν κρατικὸ τηλεοπτικὸ δίαυλο ΕΤ-3, ὅπου ὁ προσκεκλημένος του καὶ γνωστὸς κληρικὸς καὶ θεολόγος κ Νικόλαος Λουδοβίκος, κάτοικος Πανοράματος Θεσσαλονίκης, ἀνέπτυξε τὴν συγκλονιστικὴ θεωρία περὶ μιᾶς μορφῆς ὕλης τῆς ψυχῆς, ποὺ εἶναι συστατικὸ στοιχεῖο γιὰ τὴν προσδοκώμενη ἀνάσταση!
Μάλιστα, γιὰ νὰ ἐνισχύσει τὴν ἐπιχειρηματολογία του, ἀνέφερε διάφορους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὸν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, ποὺ ἔχει κάνει εἰδικὴ ἀναφορὰ στὴ θεωρία αὐτή!
Παρὰ ταῦτα, νὰ ποῦμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ἀπὸ ψυχὴ καὶ σῶμα: ἡ ψυχὴ εἶναι αὐτόνομη γιατί εἶναι πνεῦμα ἐνῶ τὸ σῶμα εἶναι ὕλη. «Ἡ ψυχὴ εἶναι τὸ πνευματικὸ μέρος τοῦ ἀνθρώπου, μὲ τὸ ὁποῖο αὐτὸς ζεῖ, ἀντιλαμβάνεται καὶ εἶναι ἐλεύθερος».
Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς ὑπάρχει ἑνότητα ψυχῆς καὶ σώματος καὶ ὁ ἄνθρωπος συνθέτει μέσα του, μὲ τὴν ἴδια τὴ σωματική του ὑπόσταση, τὰ στοιχεῖα τοῦ ὑλικοῦ κόσμου, ἔτσι ποὺ αὐτὰ μέσα ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο φτάνουν στὴν ἔσχατη τελείωσή τους καὶ ἀποκτοῦν φωνὴ γιὰ νὰ ὑμνήσουν ἐλεύθερα τὸν Δημιουργό.
Μὲ τὸν θάνατο ἡ ψυχὴ χωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχει αἰώνια. Ἡ ψυχὴ μὲ τὴν ἀθάνατη φύση της μπορεῖ ἀπὸ μόνη τῆς vα ἀντιπροσωπεύει ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη προσωπικότητα, ποὺ εἶναι ὑπεύθυνη ἀπέναντι στὸν Θεὸ γιὰ κάθε πράξη ποὺ ἔκανε στὴ Γῆ.
Ἡ χριστιανικὴ αὐτὴ ἀντίληψη δὲν βρίσκει ἀντιστοιχία σὲ ὅλες τίς θρησκεῖες καὶ ἀκόμα καὶ μέσα στὸν χριστιανικὸ κόσμο μερικὲς λαϊκὲς ἀντιλήψεις προϋποθέτουν ἰδέες περὶ ψυχὴ ποὺ διαφέρουν ἀπὸ τὰ διδάγματα τῆς Ἐκκλησίας.
Στὴν ἱστορία τῶν θρησκειῶν διατυπώθηκαν πολυάριθμες ἀντιλήψεις πάνω στὸ τί κατὰ προσέγγιση μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτὸ ποὺ λέγεται ψυχή.

Μποροῦμε ὅμως νὰ προσπαθήσουμε νὰ δώσουμε μιὰ τυπολογικὴ ταξινόμηση, ἀνατρέχοντας σὲ δύο στοιχειώδεις ἀντιλήψεις ποὺ μποροῦν νὰ συνδυαστοῦν κατὰ διαφόρους τρόπους: τὴ δυναμικὴ ἀντίληψη καὶ τὴν περσοναλιστικὴ ἀντίληψη.
Δυναμικὴ εἶναι αὐτὴ ποὺ βλέπει κυρίως τὴν ψυχὴ ὡς ἀπρόσωπη δύναμη ποὺ κάνει τὸ σῶμα νὰ ζεῖ. Μερικὲς φορὲς ἡ δύναμη αὐτὴ ἑδρεύει σὲ ἕνα μέρος τοῦ σώματος ἢ ταυτίζεται ἀπόλυτα μὲ αὐτό.
Ἄλλες φορὲς ἡ ψυχὴ νοεῖται ὡς ζωτικὴ πνοή, ὅπως ἡ ἴδια ἡ ἀναπνοὴ τοῦ ἀνθρώπου: τὸ ἰνδικὸ ἀτμάν, τὸ ἑλληνικὸ ψυχή, τὸ λατινικὸ animus π.χ., ὅλες λέξεις, ποὺ ἐκφράζουν διάφορες ἀντιλήψεις περὶ τῆς ψυχῆς, προέρχονται ἀπὸ ρίζες ποὺ σημαίνουν τὴν πνοὴ τοῦ ἀνέμου ἢ τῆς ἀναπνοῆς.
Ἡ ἴδια ἡ λέξη πνεῦμα (ὅπως καὶ τὸ λατινικὸ spiritus), μὲ τὸ ὁποῖο χαρακτηρίζεται ἡ οὐσία της ψυχή, σήμαινε ἀρχικὰ τόσο τὸν ἄνεμο ὅσο καὶ τὴν ἀναπνοή.
Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ μποροῦμε νὰ θυμηθοῦμε πὼς καὶ στὴ βιβλικὴ περιγραφὴ τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Θεὸς «ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ (τοῦ ἀνθρώπου) πνοὴν ζωῆς, καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν» (Γένεσις, Β, 7).
Περσοναλιστικὴ ἀντίληψη, ἀντίθετα, εἶναι αὐτὴ ποὺ θεωρεῖ τὴν ψυχὴ εἰκόνα τοῦ προσώπου, μὲ μορφὲς ποὺ κατὰ κάποιο τρόπο ἀπεικονίζουν τὸ ζωντανὸ ἄτομο.              Χαρακτηριστικὴ στὴν περίπτωση αὐτὴ εἶναι ἡ ψυχὴ σκιά, τῆς ὁποίας μὲ μορφικὰ στοιχεῖα προέρχονται ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῶν πραγματικῶν σκιῶν ποὺ ρίχνουν τὰ σώματα. Μιὰ παρόμοια ἀντίληψη βρίσκουμε π.χ. στὴν ἐτρουσκικὴ θρησκεία.


Ψυχιατρικὴ καὶ ψυχολογία

Ὅπως δείχνει ἡ ἐτυμολογία τῶν λέξεων (ψυχολογία = ἐπιστήμη τῆς ψυχῆς, ψυχιατρικὴ = ἰατρικὴ τῆς ψυχῆς), οἱ ἐπιστῆμες αὐτὲς μελετοῦν τίς ψυχικὲς λειτουργίες (συναίσθημα, νόηση, συνείδηση κλπ.) καὶ τίς ἀμοιβαῖες σχέσεις τους, τὰ διάφορα ἐπίπεδα ὡριμότητας ἢ τίς ἀνωμαλίες.
Δὲν εἶναι τυχαῖο τὸ γεγονός, ὅτι τελευταίως ὅλο καὶ πληθαίνουν οἱ πανεπιστημιακὲς σχολὲς ποὺ μελετοῦν τὸ θέμα τῆς ψυχῆς (γιὰ παράδειγμα, στὴν Φιλοσοφικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ὑπάρχει εἰδικὸ τμῆμα Ψυχολογίας), ἐνῶ ἀκόμη καὶ οἱ τηλεοπτικὲς ἐκπομπὲς θεωροῦν ἀπαραίτητη τὴν παρουσία ἑνὸς ψυχολόγου γιὰ κάθε θέμα ποὺ συζητοῦν.
Καὶ δὲν θὰ μιλήσουμε, ἀσφαλῶς, γιὰ τὴν ψυχιατρικὴ ἐπιστήμη ἡ ὁποία πολλὲς φορὲς καλεῖται νὰ δώσει ἀπαντήσεις καὶ νὰ ἐξηγήσει διάφορες δυσερμήνευτες ἢ δυσεξήγητες συμπεριφορὲς ἀτόμων τῆς κοινωνίας...

Ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ Πλάτωνος καὶ ἡ θεωρία περὶ ψυχῆς

Διαβάζοντας κανεὶς τὸ βιβλίο «Προσεγγίσεις στὸν Πλάτωνα», ἀπὸ τὴν Ὁμάδα Μελέτης Ἑλλήνων Συγγραφέων τοῦ 1ου Λυκείου Κερατσινίου, θὰ διαπιστώσει ὅτι:
«Τρεῖς εἶναι οἱ σφαῖρες, ποὺ κινεῖται ὁ φιλοσοφικὸς στοχασμὸς τοῦ Πλάτωνος: α) ὁ αἰσθητὸς κόσμος, β) ὁ κόσμος τῶν Ἰδεῶν καὶ γ) ὁ ὑπερβατικὸς κόσμο; τῆς Ἰδέας τοῦ ἀγαθοῦ ἢ τοῦ Θεοῦ.
Κεντρικὴ ἔννοια τῆς πλατωνικῆς φιλοσοφίας, ποὺ ἁπλώνεται καὶ στοὺς τρεῖς αὐτοὺς κόσμους εἶναι ἡ ἔννοια τῆς ψυχῆς.

Ἡ πλατω­νικὴ ἔννοια περὶ ἀνθρώπου, ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ φιλοσόφου, δὲν νοεῖται χωρὶς τὸν ἀγῶνα, ποὺ διεξάγεται στοὺς διάλογους γιὰ τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς καὶ χωρὶς τὴν μέρι­μνα γιὰ τὴν παιδεία της καὶ τὴν μεταφυσική της τύχῃ καὶ σωτηρία.
Ἡ ἔννοια τῆς ψυχῆς ταυτίζεται μὲ τὴν ἔννοια τῆς προσωπικότητας τοῦ ἀνθρώπου, ἔχει μεταφυσι­κὴ ρίζα, καὶ τοῦτο σημαίνει, ὅτι ἡ ψυχὴ ὡς προσωπικὴ μονάδα εἶναι αἰώνια.
Ἡ κατα­νόηση τῆς οὐσίας τῆς ψυχῆς συμπίπτει μὲ τὴν ἑρμηνεία τῶν δυνάμεων, ποὺ τὴν συνι­στοὺν καὶ γενικῶς μὲ τὴν ἑρμηνεία τῆς ὅλης πνευματικῆς ζωῆς. Ἐπειδὴ ὅμως ἡ ψυχὴ καὶ ἡ ἰδέα ἀνταποκρίνονται ἡ μία στὴν ἄλλη, ἡ ἑρμηνεία τῆς ψυχῆς εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνει χωρὶς συνεχῆ ἀναφορὰ στὸν κόσμο τῶν ἰδεῶν.
Ὁ ἠθικὸς ἀγῶνας τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὴν πολιτεία, ὅπως καὶ ὁ μόχθος του γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσεως, εἶναι κεφάλαια τῆς ψυχικῆς ζωῆς, καὶ αὐτὰ εἶναι δυνατὸν νὰ κατανοηθοῦν, μόνον ἐφόσον ἀποκτήσουμε σαφῆ γνώση γιὰ τὴν οὐσία τῆς ψυχῆς καὶ γιὰ τοὺς τρόπους, μὲ τοὺς ὁποίους ἡ ψυχὴ ἐκφράζεται καὶ δρᾷ.
Ὁ Πλάτων ὅμως ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀτομικὴ ψυχή, ἡ ὁποία εἶναι τὸ αἰώνιο στοιχεῖο τοῦ ἀνθρώπου, παραδέχεται καὶ μία ψυχὴ τοῦ κόσμου, μία ψυχὴ τοῦ σύμπαντος, ἡ ὁποία εἶναι στοιχεῖο καταστατικὸ τῆς δομῆς τοῦ κόσμου.
Ἡ ἔννοια αὐτὴ τῆς ψυχῆς τοῦ σύμπαντος εἶναι γνήσια Ἑλληνικὴ καὶ κατάγεται ἀπὸ τὴν προσωκρατικὴ φιλο­σοφία, ἐνῶ ἡ ἔννοια τῆς ἀτομικῆς ψυχῆς ἔρχεται ἀπὸ τὴν ὀρφικὴ καὶ πυθαγόρεια διδασκαλία. Ὅμως στὸν Πλάτωνα ἡ θρησκευτικὴ αὐτὴ ἰδέα περὶ ἀτομικῆς ψυχῆς μεταβάλλεται σὲ φιλοσοφικὴ καὶ θεμελιώνεται καὶ διαφωτίζεται μὲ κριτήρια λογικά. Ἡ ψυχὴ γίνεται τὸ κέντρο τῆς γνώσης καὶ τῆς αὐτοσυνειδησίας.»


Ἡ ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΟΝ «ΦΑΙΔΩΝΑ»

Ἐὰν θελήσουμε τώρα νὰ κάνουμε μία εὐρύτατη περίληψη τοῦ διαλόγου τοῦ Πλάτωνος, ὅπως εἶναι ὁ «Φαίδων», μέσα στὸν ὁποῖο θὰ ἀναζητήσουμε καὶ τίς σκέψεις τοῦ Σωκράτους περὶ ψυχῆς, ἀφοῦ ὁ Πλάτων, κατὰ βάσιν, ἀπεικόνιζε τίς ἀπόψεις τοῦ διδασκάλου του, θὰ παρακολουθήσουμε τίς σκέψεις τῆς Ὁμάδας Μελέτης Ἑλλήνων Συγγραφέων, ἡ ὁποία, μέσα στὸ ἔργο «Προσεγγίσεις στὸν Πλάτωνα» γράφει, μεταξὺ ἄλλων, καὶ τὰ ἑξῆς:
Βρισκόμαστε στὸν Φλειούντα, πόλη στὰ νοτιοδυτικὰ τῆς Κορίνθου, κάπου ἀνάμεσα στὴν Σικυωνίδα καὶ τὴν Ἀργολίδα, δύο ἢ τρεῖς μῆνες μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Σωκράτους. Ἕνας Φλειάσιος, ὀπαδὸς τοῦ φιλοσόφου Πυθαγόρα, ὁ Ἐρράτης, παρακαλεῖ τὸν Φαίδωνα, μαθητῆ τοῦ Σωκράτους καὶ αὐτόπτη μάρτυρα τῶν τελευταίων στιγμῶν τοῦ μεγάλου δασκάλου, νὰ τοῦ ἀφηγηθεῖ τὸ τέλος τοῦ Σωκράτους καὶ ὅ,τι εἶπε, πρὶν πεθάνει.
Ὁ Φαίδων δέχεται νὰ μιλήσει καὶ ἀρχίζει νὰ ἀφηγεῖται τὴν συζήτηση, ποὺ ἔγινε στὴν φυλακὴ μεταξὺ τῶν Σωκράτους καὶ τῶν μαθητῶν καὶ φίλων του, τὴν τελευταία ἡμέρα τῆς ζωῆς του.
Ἔτσι, ἀρχίζει ἐκθέτοντας τὴν ψυχολογικὴ κατάσταση καὶ τὰ ὀνόματα τῶν παρευρισκομένων (Πλάτωνος Φαίδων, κεφ. 1-2).

Οἱ φίλοι καὶ οἱ μαθητὲς τοῦ Σωκράτους ἔρχονται στὴν φυλακή.



Μὲ ἀφορμὴ τὴν θλιβερὴ ἀποχώρηση τῆς γυναίκας τοῦ Ξανθίππης, ὁ Σωκράτης παρατηρεῖ, ὅτι ὁ στε­νὸς σύνδεσμος μεταξὺ τοῦ εὐχάριστου καὶ τοῦ λυπηροῦ θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελέσει θέμα κάποιου μύθου τοῦ Αἰσώπου.
Ὁ Κέβης ρωτᾷ τὸν Σωκράτη, μὲ ἀφορμὴ τὴν ἀπορία τοῦ ποιητῆ Εὐήνου, γιατί στιχούργησε τοὺς μύθους τοῦ Αἰσώπου στὴν φυλα­κή.                     Ὁ φιλόσοφος ἀπαντᾷ, ὅτι τὸ ἔκανε, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ ἐξηγήσει κάποιο ὄνειρο τοῦ καὶ εὔχεται νὰ τὸν ἀκολουθήσει καὶ ὁ Εὔηνος σὲ αὐτὴν τὴν καλλιτεχνικὴ δραστη­ριότητα ὕστερα ἀπὸ λίγο.
Ὁ Σιμμίας ἐξεπλάγῃ, ὅταν ἄκουσε ἀπὸ τὸν φιλόσοφο, ὅτι ἐπιδιώκει τὸν θάνατο, καὶ ρωτᾷ μαζὶ μὲ τὸν Κέβητα τὴν γνώμη τοῦ Σωκράτους γιὰ τὴν αὐτοκτονία.
Ὁ Σωκράτης, τότε ἐξηγεῖ, ὅτι ὁ φιλόσοφος ἀποζητᾷ τὸν θάνατο, χωρὶς νὰ ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ αὐτοκτονήσει.
Καὶ αὐτὸ γιατί ἡ ψυχή μας βρίσκεται σὲ μία "φυλακὴ" καὶ ὡς κτήματα τῶν θεῶν ποὺ εἴμαστε, κατὰ τὸν Σωκράτη, δὲν ἐπι­τρέπεται σὲ καμμία περίπτωση νὰ διαπράξουμε αὐθαίρετη ἀπόδραση ἀπὸ αὐτὴν (τὴν φυλακή) (Πλάτωνος, Φαίδων, κεφ. 3-6).
Στὸ ἄκουσμα τῶν λόγων τοῦ Σωκράτους, ὅτι κανεὶς δὲν πρέπει νὰ αὐτοκτονεῖ, ὁ Κέβης παρατηρεῖ, ὅτι θὰ ἦταν βλακῶδες νὰ θέλει ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀποχωρίζεται τοὺς θεούς, ποὺ φροντίζουν τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἐπιπλέον οἱ ἄνθρωποι ἀποτελοῦν χτή­ματα τούς.
Ρωτάει, ἔτσι, τὸν Σωκράτη, γιατί πρέπει νὰ ἐπιθυμοῦμε τὸν θάνατο καὶ ἐκεῖνος ἀπαντᾷ, ὅτι ἡ ψυχὴ καὶ στὸν Ἅδη θὰ βρεῖ, πιθανότατα, ἀνθρώπους καλύτε­ρους ἀπὸ αὐτούς, ποὺ εἶναι στὴν γῆ καὶ ἀσφαλῶς θεοὺς ἐπίσης ἀγαθούς.
Παράλληλα, δὲν ὑπακούει σὲ σύσταση τοῦ δημίου, νὰ διακόψει τὴν συζήτηση (Πλάτωνος, Φαίδων, κεφ. 7-8).

Ὁ Σωκράτης, προσπαθῶντας νὰ ἀποκρούσει φαινομενικὴ ἀντίφαση, λέει, ὅτι ἂν ὁ χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα εἶναι θάνατος, ὁ φιλόσοφος, ἐπειδὴ παραμελεῖ τὸ σῶμα καὶ φροντίζει τὴν ψυχή, ἐπειδὴ χωρίζει δηλαδὴ τὸ σῶμα ἀπὸ τὴν ψυχή, διώχνει τὸν θάνατο.

 
Ἔτσι ὁ φιλόσοφος στὴν ζωὴ κυνηγᾷ τὴν γνώση τῆς ἀλήθειας. Σ' αὐτὴν φτάνει ὄχι μὲ τίς αἰσθήσεις, ποὺ μπορεῖ νὰ τὸν ξεγελάσουν ἀλλὰ μόνο μὲ τὴν σκέψη, δηλαδὴ μέσῳ καθαρῆς διανοητικῆς ἐργασίας.
Πράγματι τὸ σῶμα μὲ τίς ἀδυναμίες του μόνον ἐμπόδια φέρνει στὴν ψυχή, ποὺ κυνηγᾷ τὴν γνώση τῆς ἀλήθειας.           Ἑπομένως, ἡ φιλοσοφία εἶναι ἐξάσκηση γιὰ τὸν θάνατο.
Ἡ ἀρετὴ συνίσταται στὴν ἀπαλλαγὴ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τίς ἐπιθυμίες τοῦ σώματος (Πλάτωνος, Φαίδων, κεφ. 9-11).
Ἀπὸ τὸ προηγούμενο συμπέρασμα τοῦ, ὁ Σωκράτης ὑποστηρίζει, ὅτι ὁ ἀληθινὸς φιλόσοφος τοῦ ὁποίου ὅλη ἡ ζωὴ εἶναι προετοιμασία γιὰ τὸν θάνατο, χαίρεται, ὅταν πεθαίνει, καθὼς μόνον μετὰ τὸν θάνατο, ὅταν δηλαδὴ ἡ ψυχὴ εἶναι ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὸ σῶμα, θὰ βρεῖ τὴν γνώση τῆς ἀλήθειας.
Σύμφωνα μὲ αὐτὸ ὁ ἀληθινὸς φιλόσοφο; ἔχει τὴν ἀληθινὴ ἀνδρεία, ἀφοῦ δὲν φοβᾷται τὸν θάνατο, καὶ τὴν ἀληθινὴ σύνεση, ἀφοῦ παραμελεῖ τὸ σῶμα του καὶ τίς ἡδονές, ποὺ αὐτὸ μπορεῖ νὰ τοῦ πρόσφερα· ἀντίθετα ἡ σύνεση καὶ ἡ ἀνδρεία τῶν πολλῶν εἶναι παρωδίες τῆς ἀρετῆς καί, κατά του ἱδρυτὲς τῶν μυστηρίων, αὐτὸς ποὺ θὰ ἔχει καθαρθεῖ, θὰ κατοικεῖ στὸν Ἄδῃ μὲ τοὺς θεοὺς καὶ μὲ ἀγαθοὺς φίλους.
Ἑπομένως ὁ φιλόσοφος, ποὺ ἐπιζητεῖ τὸν θάνα­το δὲν πρέπει νὰ τὸν φοβᾷται (Πλάτωνος, Φαίδων, κεφ. 12,13).
Σὲ ἔνσταση τοῦ Κέβητος, ὅτι ἡ χαρὰ τοῦ φιλοσόφου, ὅταν πεθαίνει εἶναι δίκαιολογημένη μόνον ὑπὸ τὴν προϋπόθεση, ὅτι ἡ ψυχὴ εἶναι ἀθάνατη, ὁ Σωκράτης ἀνα­λαμβάνει νὰ ἀποδείξει, ὅτι ὑπάρχει ἡ ἀθανασία τῆς ψυχῆς.
Συνακόλουθα ὁ Σωκράτης ὑποστηρίζει, ὅτι, κατὰ γενικὸ κανόνα, τὸ ἀντίθετο δίνει γέννηση στὸ ἀντί­θετο τοῦ καὶ ἐξηγεῖ στὴν συνέχεια, ὅτι κάτι, ποὺ εἶναι μεγάλο, ἔγινε μεγάλο, ἐφόσον ἦταν προηγουμένως πιὸ μικρό.
Ἐὰν αὐτό, λέει, ἀληθεύει, συνεπάγεται, ὅτι τὰ ἀντί­θετα διαδέχονται τὸ ἕνα τὸ ἄλλο χωρὶς σταμάτημα. Π.χ. ἡ κατάσταση τῆς ζωῆς, ἀντί­θετη στὴν κατάσταση τοῦ θανάτου, διαδέχεται τὸν θάνατο.
Αὐτὸ τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴν μία κατάσταση σὲ μίαν ἄλλη μπορεῖ νὰ πραγματοποιηθεῖ πρὸς τὴν μία ἢ τὴν ἄλλη κατεύθυνση, γιατί ἂν ἕνα πέρασμα δὲν πραγματοποιεῖτο παρὰ μόνον πρὸς μία κατεύθυνση, πάντα τὴν ἴδια, το κάθε τί θὰ ἔβρισκε τελικὰ μία σύγχυση σὲ μία ἀκίνη­τη μονάδα.
Ἄρα, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ αὐτή, ποὺ ἐφαρμόζεται στὴν ἀντίθεση μεταξὺ ζωῆς καὶ θανάτου, προκύπτει ὅτι δὲν πρέπει μόνο νὰ ὑπάρχει, ὅπως τὸ δείχνει ἡ ἐμπειρία, πέρασμα μόνο ἀπὸ τὴν ζωὴ πρὸς τὸν θάνατο, ἀλλὰ ἐπίσης πέρασμα καὶ ἀπὸ τὸν θάνατο στὴν ζωή.
Ὁ θάνατος, λοιπόν, δὲν εἶναι μιὰ ἐξαφάνιση, ἀφοῦ οἱ ψυχὲς τῶν νεκρῶν βρίσκονται κάπου στὸν Ἅδη, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ ἐπανέλθουν στὴν ζωή. Ἄν δὲν ὑπῆρχε ἡ ἀναβίωση, ἡ μετεμψύχωση, θὰ εἴχαμε εὐθεῖα γραμμὴ ἀπὸ τὴν ζωὴ στὸν θάνατο, καὶ ὄχι κύκλο, ὁπότε τὰ πάντα θὰ ἐξαφανίζονταν (Πλάτωνος, Φαίδων, κεφ. 14-17).

0 διάλογος συνεχίζεται μὲ μία παρατήρηση τοῦ Κέβητος, ποὺ θὰ φέρει τὸ δεύτερο ἐπιχείρημα.
Ὁ Κέβης λέει, ὅτι, σύμφωνα μὲ τὴν θεωρία τῆς ἀνάμνησης, ἔχουμε ὁπωσδήποτε μάθει παλαιότερα αὐτό, ποὺ ξαναβρίσκει τὸ μυαλό μας στὸ παρόν.
Ὁ Σωκράτης ἐπανέρχεται σὲ αὐτὴν τὴν θεωρία καὶ τονίζει, ὅτι ἡ ἀνάμνηση παρουσιά­ζεται, ὅταν ἀναφερόμαστε σὲ μίαν ἔννοια ἰδεατή, τὴν ὁποία ἴσως γνωρίσαμε, προτοῦ νὰ ζήσουμε σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο.

Αὐτὸ ἀποδεικνύεται, καθὼς οἱ ἄνθρωποι, ὅταν καθοδηγοῦνται σωστά, βρίσκουν μόνοι του τὴν ἀλήθεια, τὴν ὁποία ποτὲ πιὸ πρὶν δὲν διδάχτηκαν στὴν ζωή.            Ἄλλωστε κάθε ἀνάμνηση προϋποθέτει προηγούμενη γνώση, ἡ ὁποία ἀνακαλεῖται στὴν μνήμη, ὅταν βλέπουμε ὅμοιες ἢ παρόμοιες παραστάσεις.
Μαζὶ μὲ τὴν ἀνάπλαση ὁμοίων παραστάσεων συνδέεται καὶ ἡ κρίση μας γιὰ τὴν ὁμοιότητα ἢ μὴ αὐτῆς τῆς παράστασης πρὸς τὴν παλιότερη" ἐπειδὴ ἡ λειτουργία τῶν αἰσθήσεων, ἀπὸ τίς ὁποῖες ἀποκτοῦμε τίς παραστάσεις τῶν αἰσθήσεων, ἀρχίζει μὲ τὴν γέννηση, οἱ ἰδέες, μὲ τίς ὁποῖες συγκρίνουμε τὰ αἰσθητά, εἶναι ἤδη γνωστές, ἀπὸ ἐκείνη τὴν στιγμή, καθὼς θὰ ἔχουμε ἀσφαλῶς γνωρίσει αὐτὲς τίς ἰδέες πρὶν ἀπὸ τὴν γέννηση.
Ἄν γνωρίζουμε κάποιες ἰδέες πρὶν ἀπὸ τὴν γέννηση ἢ ἂν ἔχουμε αὐτές, καθὼς γεννιόμαστε καὶ γιὰ ὅλη μας τὴν ζωὴ ἢ ἂν τίς χάσαμε κατὰ τὴν γέννηση, τίς ἀπο­κτοῦμε ὕστερα μὲ τὴν βοήθεια τῶν αἰσθήσεων, μὲ τὴν ἀνάμνηση, δηλαδὴ μὲ τὴν ἀνά­πλαση ἀπὸ ὅμοια ἢ ἀνόμοια.
Ἄν, λοιπόν, ἡ πρώτη ἀπόδειξη ἦταν σωστή, τότε οἱ ἄνθρωποι γιὰ ὅλη τους τὴν ζωὴ θὰ κατέχουν τὴν γνώση τῆς ἀλήθειας.
Ἡ πεῖρα, ὅμως, διαψεύδει αὐτὸ ἀκριβῶς.            Ἀπὸ ἐδῶ ἀληθεύει ἡ δεύτερη. Οἱ ψυχὲς ἔλαβαν τὴν γνώση πρὶν ἀπὸ τὴν γέννηση μᾶς καί, ὅπως ἤδη ἀποδείχτηκε, ἔχουν γνωστικὴ δύναμη.

Ἄρα προϋπάρχουν τῆς γεννήσεως.           Μία τρίτη ὑπόθεση, ὅτι δηλαδὴ παίρνουμε τὴν γνώση κατὰ τὴν γέννηση καὶ τὴν ἀποβάλλουμε ἀμέσως κατὰ τὴν διάρκεια τῆς, εἶναι γελοία.,γελοῖα.
Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν λογικὴ ἀναγκαιότητα, κατὰ τὴν ὁποία δεχόμαστε τὴν ὕπαρξη τῶν ἰδεῶν καὶ τὴν γνώση τους πρὶν ἀπὸ τὴν γέννηση μᾶς, νὰ δεχτοῦμε, ὅτι ἡ ψυχή μας, αὐτὴ ποὺ γνωρίζει αὐτά, προϋπῆρξε τῆς γεννήσεως μᾶς (Κεφ. 18-22).
Στὴν ἐρώτηση τοῦ Κέβητος σχετικὰ μὲ τὴν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς μετὰ τὸν θάνατο, ὁ Σωκράτης ἀπαντᾷ, ὅτι, ὅπως ἀποδείξαμε μέχρι τώρα "ἄ,τί ξὴ γεννιέται ἀπ' αὐτό, ποὺ εἶναι πεθαμένο".
Ἄρα, ἂν ἡ ψυχὴ ὑπάρχει πρὶν ἀπὸ τὴν γέννηση καὶ ἂν γεν­νιέται, ὅταν ἔρχεται στὴν ζωή, αὐτή της ἡ γέννηση δὲν ἔχει ἄλλη προέλευση παρὰ τὴν κατάσταση τοῦ θανάτου.
Τότε πῶς δὲν εἶναι ἀπαραίτητο ἡ ψυχὴ νὰ ὑπάρχει, ἰδίως μετὰ τὸν θάνατο της, μιὰ καὶ ὀφείλει νὰ ξαναγεννηθεί;
Ὁ Σωκράτης κάνει ἐδῶ τὴν σύνδεση τῶν δύο ἐπιχειρημάτων:        Τῶν ἀντιθέτων καὶ τῆς ἀνάμνησης.
Ἄν ἡ ἀνάμνηση ἀποδεικνύει τὴν ὕπαρξη τῶν ψυχῶν, τὸ ἐπιχείρημα τῶν ἀντιθέτων ἀποδεικνύει, ὅτι οἱ ψυχές, ποὺ ἐπιζοῦν, εἶναι ἐκεῖνες τῶν πεθαμένων.
Ἄν ἡ ψυχὴ ὑπάρχει πρὶν ἀπὸ τὴν ἐνσώματη ζωὴ καὶ ἂν δὲν μπορεῖ νὰ ἔρθει στὴν ζωὴ ἀπὸ καμμιὰ ἄλλη κατάσταση παρὰ μόνον ἀπὸ τὸν θάνατο, εἶναι ἀπαραίτητο, ἀφοῦ ἐγκαταλείψει τὸ σῶμα, νὰ συνεχίζει νὰ ζῇ, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ξαναγεννηθεὶ στὴν ζωή.
Ἡ ἀνάμνηση χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴν ὁλοκλήρωση τοῦ πρώτου ἐπιχειρήματος.
Ἡ ὕπαρξη τῆς ψυχῆς μετὰ τὸν θάνατο χαρακτηρίζεται, ὅπως ἄλλωστε καὶ στὴν πρω­τύτερη ὕπαρξη τῆς, ἀπὸ τὴν ἱκανότητα τῆς σκέψης.

T
ἅ δύο πρῶτα ἐπιχειρήματα ἀποτελοῦν ἕνα σύνολο, ἀλλὰ ἡ ἀπόδειξη τῆς ἀθα­νασίας της ψυχῆς εἶναι ἀκόμα ἐλλιπής, ὅπως προσδιορίζει ὁ Πλάτων, δείχνοντας, ou ὁ Σιμμίας καὶ ὁ Κέβης δὲν ἔχουν ἀκόμα πειστεῖ, πῶς ἡ ψυχὴ μπορεῖ νὰ διατηρηθεῖ μετὰ τὸν θάνατο.
Γιὰ νὰ συμπληρωθεῖ ἡ σκέψη, δὲν μένει παρὰ νὰ ἀποδειχτεῖ, ὅτι ἡ ψυχὴ ἀνήκει στὴν φύση τῶν ἐννοιῶν, εἶναι ἄρα ἁπλῆ καὶ ἀσώματη (Πλάτωνος Φαίδων, Κέφ.23).
Ἡ βάση, στὴν ὁποία στηρίζεται τὸ τρίτο ἐπιχείρημα εἶναι, ὅτι "τὸ ὅμοιο εἶναι γνω­στὸ ἀπὸ τὸ ὅμοιο".                                Εἶναι ἀνάγκη, ὅμως, νὰ μελετηθεῖ βαθύτερα τὸ θέμα τοῦ θανά­του, μὲ σκοπὸ νὰ νικηθεῖ τελικὰ ὁ φόβος του.
Ὁ Σωκράτης ἐπιχειρεῖ τὴν ἀπόδειξη τοῦ τρίτου ἐπιχειρήματος λέγοντας, πὼς κάθε τί σύνθετο μπορεῖ νὰ διαλυθεῖ, κάθε ἁπλό, ὅμως, εἶναι ἀδιάλυτο.
Αὐτό, ποὺ ἀλλοιώνεται συνεχῶς, εἶναι σύνθετο, ἐνῶ τὸ ἀναλλοίωτο εἶναι ἁπλό. Tα αἰσθητὰ εἶναι ἀντιληπτὰ μὲ τίς αἰσθήσεις, ἐνῶ οἱ ἰδέες, ποὺ εἶναι ἀόρατες, γίνονται ἀντιληπτὲς μὲ τὸ πνεῦμα.
Ἀπὸ τὰ ὄντα ἄλλα εἶναι ὁρατὰ καὶ ἄλλα ἀόρατα, καὶ ἀπὸ αὐτὰ τὰ ὁρατὰ εἶναι μεταβλητά, ἐνῶ τὰ ἀόρατα ἀμετάβλητα καὶ ἀναλλοίωτα.

Ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο συστατι­κὰ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι: τὸ σῶμα ὁρατὸ καὶ ἡ ψυχὴ ἀόρατη.
Ἐπειδή, ὅμως, τίς ἰδέες τίς ἀντιλαμβανόμαστε μόνο μὲ τὴν ψυχή - καὶ τίς ἀντιλαμβανόμαστε καλύτερα, ὅσο περισσότερο ἡ ψυχὴ εἶναι ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ τοῦ σώματος - ἡ ψυχὴ εἶναι ὅμοια μὲ τίς ἀθάνατες καὶ ἀναλλοίωτες ἰδέες, ἐνῶ τὸ σῶμα μὲ τὰ αἰσθητά.
Ἐπειδὴ ἡ ψυχὴ μοιάζει μὲ τὸ θεῖο καὶ τὴν ἀρχικότητα, συνεπάγεται ὅτι, ἀφοῦ εἶναι ὅμοια μὲ τὸ θεῖο καὶ τίς ἰδέες, ἔχει καὶ ὅλες τίς ἰδιότητες τούς. Εἶναι δηλαδὴ θεία, ἀθάνατη, νοητή, ἁπλῆ, ἀδιάλυτος, καθὼς δὲν μπορεῖ νὰ διαλυθεῖ ἀπὸ τὸν ἄνεμο καὶ ἀναλλοίωτη. Τὸ ἀντίθετο εἶναι τὸ σῶμα.
Ἔτσι τὸ σῶμα εἶναι διαλυτό, ἡ ψυχὴ ἀδιάλυτη, ἀλλὰ ἂν κάποια σώματα καὶ ἰδίως κάποια τμήματα τοὺς εἶναι καὶ μετὰ τὸν θάνατο ἀδιάλυτα, ὅπως τὰ ταριχευμένα σώματα, π.χ. τὰ ὀστᾶ, σχεδὸν ἀθάνατα, πολὺ περισσότερο ἀθά­νατη ὀφείλει νὰ εἶναι ἡ ψυχή, καὶ μάλιστα ἂν ἔμενε κατὰ τὴν ζωὴ καθαρὴ ἀπὸ τὸ σῶμα (Πλάτωνος Φαίδων, Κεφ. 24-29).
Στὸ σημεῖο αὐτὸ τίθεται τὸ ζήτημα, τοῦ τί περιμένει τίς ψυχὲς μετὰ τὸν θάνατο, καὶ τῆς μετεμψύχωσης.                  Οἱ ψυχὲς τῶν φαύλων, καθὼς εἶναι συνδεδεμένες μὲ τὰ σώματα καὶ βεβαρημένες ἀπὸ τίς ἐπιθυμίες τους, ἕλκονται στὴν γῆ καὶ μετὰ τὸν θάνατο, ὥσπου νὰ ἐνταχθοῦν σὲ νέο σῶμα.                                 Ἔτσι, οἱ ψυχὲς αὐτῶν ἐντάσσονται σὲ σώματα ζώων, ποὺ ἔχουν ἀνάλογα ἤθη μὲ αὐτές.
Στοὺς θεοὺς φτάνουν μόνον οἱ ἀληθινοὶ φιλόσοφοι, αὐτοὶ ποὺ αὐστηρὰ ἀπέχουν ἀπὸ τίς σωματικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἔχουν καθάρει τὴν ψυχή τους μὲ τὴν φιλοσοφία.
Ἡ φιλοσοφία, ὅταν βρίσκει τὴν ψυχὴ τοῦ φιλοσόφου φυλακισμένη στὸ σῶμα καὶ ἀξιοθρήνητη, ζητᾷ νὰ λύσει τὰ δεσμά της, μὲ τὸ νὰ διδάσκει, ὅτι οἱ αἰσθήσεις εἶναι ἀπατηλές, οἱ ἡδονὲς καὶ οἱ λῦπες τὴν καθηλώ­νουν στὸ σῶμα, μὲ τὸ ὁποῖο ἀναγκάζεται νὰ γίνει ὁμόδοξη, ὁμότροπη καὶ ὀμότροφη, ἀνίκανη νὰ ἀνέλθει στὴν κοινωνία τῶν θεῶν.

 
Μόνον ἡ φρόνηση ὁδηγεῖ στὴν ἀλήθεια.
Ἡ ψυχή, ποὺ καθοδηγεῖται ἀπὸ τὴν φιλοσοφία καὶ ἐπιδιώκει τὴν καθαρὴ ἀλήθεια στὴν ζωή, μετὰ τὸν θάνατο ἀπέρχεται στοὺς θεούς, χωρὶς νὰ φοβᾷται μήπως στὴν πορεία διαλυθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀνέμους (Πλάτωνος, Φαίδων, Κεφ. 30-34).
Ἐνῶ ὅλοι σιωποῦν, ὁ Σιμμίας καὶ ὁ Κέβης εἶναι στενοχωρημένοι. Ἀμφιβάλλουν καὶ διστάζουν νὰ μιλήσουν.           Ὁ Σωκράτης, ὅμως, ποὺ τὸ κατάλαβε, τοὺς προτρέπει νὰ μιλήσουν χωρὶς δισταγμό.
Ὁ Σιμμίας, λοιπόν, συγκρίνει τὴν ψυχὴ μὲ τὴν ἁρμονία καὶ τὸ σῶμα μὲ τὴν λύρα καὶ τίς χορδές της. Λέει, ὅτι ἡ ἁρμονία εἶναι πρᾶγμα ἀόρατο, ἀσώματο, τέλειο στὴν κουρδισμένη λύρα, ἀλλὰ ἡ λύρα αὐτὴ καθαυτὴ καὶ οἱ χορδές της εἶναι σώματα, ἑπομένως συγγενικὰ μὲ τὴν θνητὴ φύση.

Ἄς ὑποθέσουμε, ὅτι ἡ λύρα σπάει καὶ ὅτι οἱ χορδές της κόβονται.
Ἡ ἁρμονία θὰ καταστραφεῖ.          Τότε ποιό θὰ εἶναι τὸ πρῶτο πρᾶγμα, ποὺ θὰ δεχτεῖ τὴν φθορά; Ἡ ἁρμονία ἢ ἡ λύρα; (Κεφ. 35-36).
0 Κέβης δέχεται, ὅτι ἡ ψυχὴ εἶναι ἰσχυρότερη καὶ πιὸ μακρόζωη ἀπὸ τὸ σῶμα, ἀλλὰ νομίζει, ὅτι καὶ αὐτὴ στὸ τέλος, καθὼς διέρχεται μέσα ἀπὸ πολλὰ σώματα ἐξα­ντλεῖται καὶ πεθαίνει.
Ὅπως ὁ ὑφαντῆς, ἀφοῦ ὑφάνει πολλὰ ἱμάτια καὶ τὰ κατατρίψει, στὸ τέλος πεθαίνει, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ ἀφοῦ φθαρεῖ σὲ πολλὰ σώματα, στὸ τέλος ἐξαντλεῖται ἡ ἴδια καὶ φθείρεται. Μὲ αὐτὴν τὴν ἀντίρρηση οἱ παρευρισκόμενοι, ἂν καὶ προηγουμένως εἶχαν πεισθεῖ, τώρα ἀρχίζουν νὰ δυσπιστοῦν.
Ὁ Ἐχεκράτης, ποὺ διακόπτει τὸν Φαίδωνα κατὰ τὴν ἀφήγηση τοῦ, δικαιώνει αὐτοὺς (Πλάτωνος Φαίδων, Κεφ. 37,38).
0 Σωκράτης παραδέχεται, ὅτι τὸ ζήτημα δὲν εἶναι ἁπλὸ καὶ προσπαθεῖ ὅλους νὰ ἴνς ἐνθαρρύνει. Μόνο μία ἀτυχία δὲν πρέπει νὰ τοὺς καταβάλλει:       μεταξὺ τῶν ἐπι­χειρημάτων συμβαίνει, ὅ,τι συμβαίνει καὶ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων.

Ἀπὸ αὐτοὺς πολλοὶ εἶναι μέτριοι ἀλλὰ ἐλάχιστοι οἱ ἐξαιρετικοί.           Δὲν πρέπει λοιπὸν νὰ μιλοῦν μὲ μισόλογα, ἀλλὰ νὰ ζητήσουν νέα ἐπιχειρήματα (Πλάτωνος Φαίδων, Κεφ. 39-40).
Ὁ Σωκράτης ἐπαναλαμβάνει τὴν ἄποψη τοῦ Σιμμία καὶ ἀποδεικνύει: α) ὅτι αὐτὴ βρίσκεται σὲ ἀντίφαση πρὸς τὴν θεωρία τῆς ἀνάμνησης, γιατί ἂν ἡ ψυχὴ ἦταν ἀρμο­νία, δὲν θὰ ἦταν νοητὴ ἡ προΰπαρξη τῆς ψυχῆς, β) ὅτι ἡ ἁρμονία ἔχει διάφορους βαθ­μούς, ἐνῶ ἡ ψυχὴ δὲν ἔχει, γ) ὅτι ἂν ἡ -ψυχὴ ἦταν ἁρμονία, θὰ ἔπρεπε νὰ ἀκολουθεῖ τὰ μέρη στὰ ὁποῖα βρίσκεται, ἐνῶ ἡ ψυχὴ ἐναντιώνεται στὸ σῶμα.
Ἡ ψυχή, ἄρα εἶναι δύναμη, ἡ ὁποία ἐξουσιάζει καὶ διευθύνει τὸ σῶμα (Κεφ. 41-43).
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὁ Σωκράτης ἔρχεται στὴν ἀντίρρηση τοῦ Κέβητος, ὁ ὁποῖος παραδέχεται τὴν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς ἀλλὰ ἀρνεῖται τὴν ἀθανασία της.
Ἔτσι, ὁ μεγά­λος φιλόσοφος ἐκθέτει, πῶς κατέληξε νὰ παραδεχτεῖ τὴν θεωρία τῶν ἰδεῶν.
Ἡ φυσι­κὴ φιλοσοφία τῶν Ἰώνων ἐξετάζει, βέβαια, πλῆθος δευτερευόντων στοιχείων ὡς αἰτίων, ἀλλὰ δὲν φτάνει στὴν πρώτη αἰτία.
Ὁ Ἀναξαγόρας παραδέχεται, βέβαια, ὅτι ὁ νοῦς εἶναι αἰτία ὅλων τῶν πραγμάτων, ἀλλὰ συγχρόνως ἀπέδιδε τὴν αἰτία στὸν ἀέρα, τὸν αἰθέρα καὶ σὲ ἄλλα.
Ἔτσι ὁ Σωκράτης ἀναγκάστηκε νὰ χαράξει ἴδια πορεία καὶ νὰ λύσει τὸ πρόβλημα, ποὺ τὸν ἀπασχολεῖ.                                    Αἰτία λοιπὸν τῆς γέννησης καὶ τῆς φθορᾶς ἀλλὰ καὶ τῆς ὕπαρξης εἶναι μόνον ἡ ἰδέα, ἡ ἰδανικὴ καὶ ἡ ἀπόλυτη ὕπαρ­ξη μὲ τὴν παρουσία καὶ κοινωνία τῆς ὁποίας εἶναι ὸ τιδήποτε εἶναι καὶ γίνονται, ὅσα γίνονται (Πλάτωνος, Φαίδων Κεφ. 44-49).
Ἡ δεύτερη ἀπόδειξη τῶν ἀντιθέτων ἔχει ὡς ἑξῆς;   Κάθε πρᾶγμα εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶναι, μόνον ἐπειδὴ συμμετέχει σὲ μίαν ὁρισμένη ἰδέα. Καμμία ἰδέα δὲν μπορεῖ νὰ δεχτεῖ τὸ ἀντίθετο τῆς.
Χωρὶς ἀμφιβολία, ἕνα συγκεκριμένο ὑποκείμενο μπορεῖ νὰ εἶναι μεγάλο ἢ μικρό, ἀνάλογα μὲ τὴν περίπτωση, ἀλλὰ ἡ ἰδέα τῆς μεγαλοσύνης σὲ καμμία περίπτωση δὲν θὰ μποροῦσε νὰ δεχτεῖ τὴν μικρότητα ἢ καὶ τὸ ἀντίθετο. Ἔτσι, τὰ συγκεκριμένα καὶ ἀτομικὰ πράγματα, τῶν ὁποίων ἡ οὐσία ὑπονοεῖ μόνον τὸν ἕνα ἀπὸ τοὺς δύο ἀντίθετους ὅρους, εἶναι ἀπρόσιτα τὸ ἕνα στὸ ἄλλο.

Δὲν εἶναι μόνον ἡ ἰδέα τῆς ὁμοιότητας, ποὺ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ δεχτεῖ τὴν ἰδέα τῆς ἀνομοιότητας, ἀλλὰ ἕνας ὁποιοσδήποτε ζυγὸς ἀριθμὸς δὲν θὰ μποροῦσε ποτὲ νὰ γίνει μονὸς ἤ, ἀκόμα, to χιόνι δὲν εἶναι περισσότερο προσιτὸ στὴν ζέστη ἀπ' ὅτι ἡ ἰδέα τοῦ κρύου σὲ αὐτὴν τοῦ ζεστοῦ.
Ἄρα ἡ ψυχὴ ἔχει γιὰ οὐσία τὴν ζωή, τὴν ὁποία φέρει παντοῦ μαζί της. Ἀπορρίπτει ἑπομένως τὸ ἀντίθετο τῆς, τὸν θάνατο, καὶ ὅπως δὲν ὑπάρχει ἄλλο δυνα­τὸ ξαναγέννημα τῆς ζωῆς παρὰ μόνο ὁ θάνατος, ἡ "ψυχὴ εἶναι ἄφθαρτη (Πλάτωνος Φαίδων, κεφ. 50-56).
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὁ Πλάτων περιγράφει, ὅπως φαντάζεται, τὴν Γῆ ἐσωτερικὰ κὰ ἐξωτερικά, καθὼς καὶ τὴν κρίση τῶν ψυχῶν στὸν Ἅδη.
Ἐκεῖ οἱ ψυχὲς τῶν κακῶν. ἀναλόγως, βέβαια, μὲ τὰ ἐγκλήματα, ποὺ ἔκαναν στὴ ζωή, θὰ τιμωρηθοῦν ἢ θὰ καθαρθοῦν, ἐνῶ οἱ ψυχὲς τῶν ἀγαθῶν θὰ ἀμειφθοῦν καὶ περισσότερο ὅσες καθὰρ θηκαν στὴν Γῆ μὲ τὴν φιλοσοφία (Πλάτωνος, Φαίδων, κεφ. 57-63)
Ἐπειδὴ ἡ ὥρα τοῦ θανάτου τοῦ Σωκράτους πλησίαζε, ὁ Κρίτων ζήτησε ἀπὸ αὐτὸν νὰ τοῦ πεῖ τίς τελευταῖες ἐπιθυμίες του.
Ὁ Σωκράτης ἐγκαταλείπει τὸ δωμάτιο του, γιὰ νὰ λουστεῖ καὶ οἱ μαθητές του θρηνοῦν. Μόλις ἐπέστρεψε, ὁ ὑπηρέτης τῶν ἔνδε­κα τὸν εἰδοποίησε νὰ ἑτοιμαστεῖ.
Ὁ Σωκράτης, χωρὶς νὰ περιμένει τὴν δύση, ζητάει νὰ τοῦ φέρουν τὸ κώνειο. Τὸ πίνει ἀτάραχος, ἐνθαρρύνει του μαθητές του καὶ πεθαίνει ἥσυχος.               Ὁ Φαίδων τελειώνει τὴν ἀφήγηση τοῦ, μιλῶντας μὲ συγκινητικὸ τρόπο γιὰ τὸν δάσκαλο τοῦ (Πλάτωνος Φαίδων, Κεφ. 64-67).

















Κυριακή 27 Μαρτίου 2022

Ἡ ὁμιλία τοῦ Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στὴν Πνύκα










Ὁ λόγος ποὺ ἔβγαλε ὁ Κολοκοτρώνης ἀνεβασμένος στὰ βράχια τῆς Πνύκας, ὅπως στὰ παλιὰ τὰ χρόνια τόσοι τρανοὶ ρήτορες στοὺς Ἀθηναίους, στέκεται ἡ πνευματικὴ διαθήκη τοῦ ἥρωα στὸ Ἔθνος. 
Ὁ λόγος τοῦ ἀγράμματου, μὰ σοφοῦ στρατηγοῦ πρὸς τὰ νιᾶτα τῆς Ἀθήνας τοῦ 1838. Τὸν παρακάτω λόγο τὸν ἀπεύθυνε πρὸς τοὺς νέους του Ἀ΄ Γυμνασίου τῆς Ἀθήνας:

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
7 Ὀκτωβρίου 1838


Παιδιά μου!



Εἰς τὸν τόπο τοῦτο, ὁπού,ὁποῦ ἐγὼ πατῶ σήμερα, ἐπατοῦσαν καὶ ἐδημηγορούσαν τὸν παλαιὸ καιρὸ ἄνδρες σοφοί, καὶ ἄνδρες μὲ τοὺς ὁποίους δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ συγκριθῶ καὶ οὔτε νὰ φθάσω τὰ ἴχνη των. Ἐγὼ ἐπιθυμοῦσα νὰ σᾶς ἰδῶ, παιδιά μου, εἰς τὴν μεγάλη δόξα τῶν προπατόρων μας, καὶ ἔρχομαι νὰ σᾶς εἰπῶ, ὅσα εἰς τὸν καιρὸ τοῦ ἀγῶνος καὶ πρὸ αὐτοῦ καὶ ὕστερα ἀπ' αὐτὸν ὁ ἴδιος ἐπαρατήρησα, καὶ ἀπ' αὐτὰ νὰ κάμωμε συμπερασμοὺς καὶ δια τὴν μέλλουσαν εὐτυχίαν σας, μολονότι ὁ Θεὸς μόνος ἠξεύρει τὰ μέλλοντα. Καὶ δια τους παλαιοὺς Ἕλληνας, ὁποίας γνώσεις εἶχαν καὶ ποία δόξα καὶ τιμὴν ἔχαιραν κοντὰ εἰς τὰ ἄλλα ἔθνη τοῦ καιροῦ των, ὁποίους ἥρωας, στρατηγούς, πολιτικοὺς εἶχαν, δια ταῦτα σᾶς λέγουν καθ' ἡμέραν οἱ διδάσκαλοί σας καὶ οἱ πεπαιδευμένοι μας.
 Ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀρκετός. Σᾶς λέγω μόνον πὼς ἦταν σοφοί, καὶ ἀπὸ ἐδῶ ἐπῆραν καὶ ἐδανείσθησαν τὰ ἄλλα ἔθνη τὴν σοφίαν των. Εἰς τὸν τόπον, τὸν ὁποῖον κατοικοῦμε, ἐκατοικοῦσαν οἱ παλαιοὶ Ἕλληνες, ἀπὸ τοὺς ὁποίους καὶ ἡμεῖς καταγόμεθα καὶ ἐλάβαμε τὸ ὄνομα τοῦτο. Αὐτοὶ διέφεραν ἀπὸ ἡμᾶς εἰς τὴν θρησκείαν.


Οἱ παλαιοὶ Ἕλληνες, οἱ πρόγονοί μας, ἔπεσαν εἰς τὴν διχόνοια καὶ ἐτρώγονταν μεταξύ τους, καὶ ἔτσι ἔλαβαν καιρὸ πρῶτα οἱ Ρωμαῖοι, ἔπειτα ἄλλοι βάρβαροι καί τους ὑπόταξαν. 
Ὕστερα ἦλθαν οἱ Μουσουλμᾶνοι καὶ ἔκαμαν ὅ,τι ἠμποροῦσαν, δια νὰ ἀλλάξῃ ὁ λαὸς τὴν πίστιν του. Ἔκοψαν γλῶσσες εἰς πολλοὺς ἀνθρώπους, ἀλλ' ἐστάθῃ ἀδύνατο νὰ τὸ κατορθώσουν. 
Τὸν ἕνα ἔκοπταν, ὁ ἄλλος τὸ σταυρό του ἔκαμε. Σὰν εἶδε τοῦτο ὁ σουλτᾶνος, διόρισε ἕνα βιτσερέ [ἀντιβασιλέα], ἕναν πατριάρχη, καί του ἔδωσε τὴν ἐξουσία τῆς ἐκκλησίας. 
Αὐτὸς καὶ ὁ λοιπὸς κλῆρος ἔκαμαν ὅ,τι τοὺς ἔλεγε ὁ σουλτᾶνος. 
Ὕστερον ἔγιναν οἱ κοτζαμπάσηδες [προεστοί] εἰς ὅλα τὰ μέρη. Ἡ τρίτη τάξη, οἱ ἔμποροι καὶ οἱ προκομμένοι, τὸ καλύτερο μέρος τῶν πολιτῶν, μὴν ὑποφέρνοντες τὸν ζυγὸ ἔφευγαν, καὶ οἱ γραμματισμένοι ἐπῆραν καὶ ἔφευγαν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, τὴν πατρίδα των, καὶ ἔτσι ὁ λαός, ὅστις στερημένος ἀπὸ τὰ μέσα τῆς προκοπῆς, ἐκατήντησεν εἰς ἀθλίαν κατάσταση, καὶ αὐτὴ αὔξαινε κάθε ἥμερα χειρότερα· διότι, ἂν εὑρίσκετο μεταξὺ τοῦ λαοῦ κανεὶς μὲ ὀλίγην μάθηση, τὸν ἐλάμβανε ὁ κλῆρος, ὅστις ἔχαιρε προνόμια, ἢ ἐσύρετο ἀπὸ τὸν ἔμπορο τῆς Εὐρώπης ὡς βοηθός του ἢ ἐγίνετο γραμματικὸς τοῦ προεστοῦ. Καὶ μερικοὶ μὴν ὑποφέροντες τὴν τυραννίαν τοῦ Τούρκου καὶ βλέποντας τὲς δόξες καὶ τὲς ἡδονὲς ὁπού,ὁποῦ ἀνελάμβαναν αὐτοί, ἄφηναν τὴν πίστη τους καὶ ἐγίνοντο Μουσουλμᾶνοι. 
Καὶ τοιουτοτρόπως κάθε ἥμερα ὁ λαὸς ἐλίγνευε καὶ ἐπτώχαινε.



Εἰς αὐτὴν τὴν δυστυχισμένη κατάσταση μερικοὶ ἀπὸ τοὺς φυγάδες γραμματισμένους ἐμετάφραζαν καὶ ἔστελναν εἰς τὴν Ἑλλάδα βιβλία, καὶ εἰς αὐτοὺς πρέπει νὰ χρωστοῦμε εὐγνωμοσύνη, διότι εὐθὺς ὁπού,ὁποῦ κανένας ἄνθρωπος ἀπό το λαὸ ἐμάνθανε τὰ κοινὰ γράμματα, ἐδιάβαζεν αὐτὰ τὰ βιβλία καὶ ἔβλεπε ποίους εἴχαμε προγόνους, τί ἔκαμεν ὁ Θεμιστοκλῆς, ὁ Ἀριστείδης καὶ ἄλλοι πολλοὶ παλαιοί μας, καὶ ἐβλέπαμε καὶ εἰς ποίαν κατάσταση εὑρισκόμεθα τότε. 
Ὅθεν μᾶς ἦλθεν εἰς τὸ νοῦ νὰ τοὺς μιμηθοῦμε καὶ νὰ γίνουμε εὐτυχέστεροι. Καὶ ἔτσι ἔγινε καὶ ἐπροόδευσεν ἡ Ἑταιρεία.


Ὅταν ἀποφασίσαμε νὰ κάμωμε τὴν Ἐπανάσταση, δὲν ἐσυλλογισθήκαμε οὔτε πόσοι εἴμεθα οὔτε πὼς δὲν ἔχομε ἅρματα οὔτε ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἐβαστοῦσαν τὰ κάστρα καὶ τὰς πόλεις οὔτε κανένας φρόνιμος μᾶς εἶπε «ποῦ πᾶτε ἐδῶ νὰ πολεμήσετε μὲ σιταροκάραβα βατσέλα», ἀλλὰ ὡς μία βροχὴ ἔπεσε εἰς ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας, καὶ , καὶ ὁ κλῆρος μας καὶ οἱ προεστοὶ καὶ οἱ καπεταναῖοι καὶ οἱ πεπαιδευμένοι καὶ οἱ ἔμποροι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμε εἰς αὐτὸ τὸ σκοπὸ καὶ ἐκάμαμε τὴν Ἐπανάσταση.


Εἰς τὸν πρῶτο χρόνο τῆς Ἐπαναστάσεως εἴχαμε μεγάλη ὁμόνοια καὶ ὅλοι ἐτρέχαμε σύμφωνοι. Ὁ ἕνας ἐπῆγεν εἰς τὸν πόλεμο, ὁ ἀδελφός του ἔφερνε ξύλα, ἡ γυναῖκα του ἐζύμωνε, τὸ παιδί του ἐκουβαλοῦσε ψωμὶ καὶ μπαρουτόβολα εἰς τὸ στρατόπεδον καὶ ἐὰν αὐτὴ ἡ ὁμόνοια ἐβαστοῦσε ἀκόμη δύο χρόνους, ἠθέλαμε κυριεύσει καὶ τὴν Θεσσαλία καὶ τὴν Μακεδονία, καὶ ἴσως ἐφθάναμε καὶ ἕως τὴν Κωνσταντινούπολη.
 Τόσον τρομάξαμε τοὺς Τούρκους, ὁπού,ὁποῦ ἄκουγαν Ἕλληνα καὶ ἔφευγαν χίλια μίλια μακρά. Ἑκατὸν Ἕλληνες ἔβαζαν πέντε χιλιάδες ἐμπρός, καὶ ἕνα καράβι μιὰν ἄρμάδα. Ἄλλὰ δὲν ἐβάσταξε!.


Ἦλθαν μερικοὶ καὶ ἠθέλησαν νὰ γένουν μπαρμπέρηδες εἰς τοῦ κασίδη τὸ κεφάλι. Μᾶς πονοῦσε τὸ μπαρμπέρισμά τους. Μὰ τί νὰ κάμομε; Εἴχαμε καὶ αὐτουνῶν τὴν ἀνάγκη. Ἀπὸ τότε ἤρχισεν ἡ διχόνοια καὶ ἐχάθῃ ἡ πρώτη προθυμία καὶ ὁμόνοια. 
Καὶ ὅταν ἔλεγες τὸν Κώστα νὰ δώσει χρήματα διὰ τὰς ἀνάγκας τοῦ ἔθνους ἢ νὰ ὑπάγει εἰς τὸν πόλεμο, τοῦτος ἐπρόβαλλε τὸν Γιάννη.
Καὶ μ' αὐτὸν τὸν τρόπο κανεὶς δὲν ἤθελε οὔτε νὰ συνδράμει οὔτε νὰ πολεμήσει. Καὶ τοῦτο ἐγίνετο, ἐπειδὴ δὲν εἴχαμε ἕνα ἀρχηγὸ καὶ μίαν κεφαλή. 
Ἄλλὰ ἕνας ἔμπαινε πρόεδρος ἕξι μῆνες, ἐσηκώνετο ὁ ἄλλος καὶ τὸν ἔριχνε καὶ ἐκάθετο αὐτὸς ἄλλους τόσους, καὶ ἔτσι ὁ ἕνας ἤθελε τοῦτο καὶ ὁ ἄλλος τὸ ἄλλο. Ἰσως ὅλοι ἠθέλαμε τὸ καλό, πλὴν καθένας κατὰ τὴν γνώμη του. 
Ὅταν προστάζουνε πολλοί, ποτὲ τὸ σπίτι δὲν χτίζεται οὔτε τελειώνει. 
Ὁ ἕνας λέγει ὅτι ἡ πόρτα πρέπει νὰ βλέπει εἰς τὸ ἀνατολικὸ μέρος, ὁ ἄλλος εἰς τὸ ἀντικρινὸ καὶ ὁ ἄλλος εἰς τὸν Βορέα, σὰν νὰ ῆτον τὸ σπίτι εἰς τὸν ἀραμπᾶ καὶ νὰ γυρίζει, καθὼς λέγει ὁ καθένας. Μὲ τοῦτο τὸν τρόπο δὲν κτίζεται ποτὲ τὸ σπίτι, ἀλλὰ πρέπει νὰ εἶναι ἕνας ἀρχιτέκτων, ὁπού,ὁποῦ νὰ προστάζει πὼς θὰ γενεί.
 Παρομοίως καὶ ἡμεῖς ἐχρειαζόμεθα ἕναν ἀρχηγὸ καὶ ἕναν ἀρχιτέκτονα, ὅστις νὰ προστάζει καὶ οἱ ἄλλοι νὰ ὑπακούουν καὶ νὰ ἀκολουθοῦν. Ἀλλ' ἐπειδὴ εἴμεθα εἰς τέτοια κατάσταση, ἐξ αἰτίας τῆς διχόνοιας, μᾶς ἔπεσε ἡ Τουρκιὰ ἐπάνω μας καὶ κοντέψαμε νὰ χαθοῦμε, καὶ εἰς τοὺς στερνοὺς ἑπτὰ χρόνους δὲν κατορθώσαμε μεγάλα πράγματα.



Εἰς αὐτὴ τὴν κατάσταση ἔρχεται ὁ βασιλεύς, τὰ πράγματα ἡσυχάζουν καὶ τὸ ἐμπόριο καὶ ἢ γεωργία καὶ οἱ τέχνες ἀρχίζουν νὰ προοδεύουν καὶ μάλιστα ἢ παιδεία. Αὐτὴ ἡ μάθησις θὰ μᾶς αὐξήσει καὶ θὰ μᾶς εὐτυχήσει. Ἀλλὰ διὰ νὰ αὐξήσομεν, χρειάζεται καὶ ἡ στερέωσις τῆς πολιτείας μας, ἡ όποία γίνεται μὲ τὴν καλλιέργεια καὶ μὲ τὴν ὑποστήριξη τοῦ Θρόνου. 
Ὁ βασιλεύς μας εἶναι νέος καὶ συμμορφώνεται μὲ τὸν τόπο μας, δὲν εἶναι προσωρινός, ἀλλ' ἡ βασιλεία του εἶναι διαδοχικὴ καὶ θὰ περάσει εἰς τὰ παιδιὰ τῶν παιδιῶν του, καὶ μὲ αὐτὸν κι ἐσεῖς καὶ τὰ παιδιά σας θὰ ζήσετε. Πρέπει νὰ φυλάξετε τὴν πίστη σας καὶ νὰ τὴν στερεώσετε, διότι, ὅταν ἐπιάσαμε τὰ ἅρματα εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ πίστεως καὶ ἔπειτα ὑπὲρ πατρίδος. 
Ὅλα τὰ ἔθνη τοῦ κόσμου ἔχουν καὶ φυλάττουν μιὰ Θρησκεία. Καὶ αὐτοί, οἱ Ἑβραῖοι, οἱ όποῖοι κατατρέχοντο καὶ μισοῦντο καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη, μένουν σταθεροὶ εἰς τὴν πίστη τους.


Νὰ  μὴν   ἔχεται   πολυτέλεια,  νὰ  μὴν   πηγαίνεται   εἰς  τοῦς  καφενέδες   καὶ  εἴς  τὰ  μπιλιάρδα .
Νὰ   δοθῆτε   εἰς   τᾶς   σπουδάς  σας ,  καὶ   καλλίτερα  νὰ  κοπιάσετε   ὁλίγον   δύο  καὶ  τρεῖς  χρόνους  καὶ  νὰ  ζήσετε    ἐλεύθεροι   εἵς   τὸ  ἐπίλοπο   τῆς   ζωῆς  σας ,  παρὰ  νὰ  περάσετε   τεσσάρους    πέντε   χρόνους   τὴ  νεότητά σας ,  καὶ  νὰ  μείνετε   ἀγράμματοι .  Νὰ   σκλαβωθῆτε    εἰς   τὰ  γράμματα  σᾶς    Νὰ   ἀακούετε     τᾶς     συμβουλὰς    τῶν   διδασκάλων   καὶ   γεροντοτέρων
καὶ  κατὰ   τὴν   παροιμία,  μύρια  ἡξευρε   καὶ    χίλια  μάθαινε .   ἡ   προκοπὴ σᾶς    καὶ   ἡ   μάθηση   σᾶς  νὰ   μὴν    γίνει    σκερπάρνι   μόνο  γιὰ  τὸ  ἀτομό  σας ,    ἀλλὰ   νὰ   κοιτάζει   τὸ  κάλο   τῆς   Κοινότητας ,  καὶ  μέσα   εἰς  τὸ  κάλο   αὐτὸ   εὐρίσκεται   καὶ  τὸ   δικόσας .



Ἐγώ, παιδιά μου, κατὰ κακὴ μοῦ τύχη, ἐξ αἰτίας τῶν περιστάσεων, ἔμεινα ἀγράμματος καὶ δια τοῦτο σᾶς ζητῶ συγχώρηση, διότι δὲν ὁμιλῶ καθὼς οἱ δάσκαλοι σᾶς. 
Σᾶς εἶπα ὅσα ὁ ἴδιος εἶδα, ἤκουσα καὶ ἐγνώρισα, δια νὰ ὠφεληθῆτε ἀπὸ τὰ ἀπερασμένα καὶ ἀπὸ τὰ κακὰ ἀποτελέσματα τῆς διχονοίας, τὴν ὁποίαν νὰ ἀποστρέφεσθε, καὶ νὰ ἔχετε ὁμόνοια. Ἐμᾶς μὴ μᾶς τηρᾶτε πλέον. 
Τὸ ἔργο μας καὶ ὁ καιρός μας ἐπέρασε. Καὶ αἱ ἡμέραι τῆς γενεᾶς, ἡ ὁποία σᾶς ἄνοιξε το δρόμο, θέλουν μετ' ὀλίγον περάσει. Τὴν ἡμέρα τῆς ζωῆς μας θέλει διαδεχθῇ ἡ νύκτα τοῦ θανάτου μας, καθὼς τὴν ἡμέραν τῶν Ἁγίων Ἀσωμάτων θέλει διαδεχθῇ ἡ νύκτα καὶ ἡ αὐριανὴ ἥμερα. 
Εἰς ἐσᾶς μένει νὰ ἰσάσετε καὶ νὰ στολίσετε τὸν τόπο, ὁπού,ὁποῦ ἡμεῖς ἐλευθερώσαμε· καί, δια νὰ γίνῃ τοῦτο, πρέπει νὰ ἔχετε ὡς θεμέλια τῆς πολιτείας τὴν ὁμόνοια, τὴν θρησκεία, τὴν καλλιέργεια τοῦ Θρόνου καὶ τὴν φρόνιμον ἐλευθερία.

Τελειώνω το λόγο μου.


Ζήτω ὁ Βασιλεύς μας Ὄθων! Ζήτω οἱ σοφοὶ διδάσκαλοι! Ζήτω ἡ Ἑλληνικὴ Νεολαία!