Τρίτη 12 Απριλίου 2022

Ἡ Ψυχὴ στὴν σωκρατικὴ φιλοσοφία



Ἡ Ψυχὴ στὴν σωκρατικὴ φιλοσοφία
νὰ ἀποκαλυπτικὸ κείμενο γιὰ τὸ πῶς βλέπει τὸ θέμα τῆς ψυχῆς ἡ Ἐπιστήμη, ἀλλὰ καὶ ἡ Θρησκεία, γιὰ τὴν ὁποία ἡ ὕπαρξη τῆς ψυχῆς εἶναι μία θεμελιώδης καὶ ἀκλόνητη ἀρχή! Κι ὄχι μόνο! Τί πρεσβεύει ἡ σωκρατικὴ φιλοσοφία γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου;
Εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς θὰ πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι μὲ τὸν ὅρο «ψυχή», καλοῦμε τὴν ζωτικὴ ἀρχή, ποὺ ξεχωρίζει στὴ φύση τὰ ζῶα ἀπὸ τὰ ἄψυχα ὄντα.
Μιὰ παραπέρα διάκριση μεταξὺ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῶν ζώων θέτει τὸ πρόβλημα ἑνὸς πιὸ συγκεκριμένου ὁρισμοῦ τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ἑνὸς ὁρισμοῦ ποὺ νὰ ἐξηγεῖ μὲ τὴν παρουσία τῆς ψυχῆς. τὴν πνευματικότητα (λογική, εὐαισθησία, ἠθικὴ κλπ.) ποὺ ξεχωρίζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ ζῶα.
Τὸ πρόβλημα τῆς ψυχῆς, ὅπως εἶναι εὐνόητο, τέθηκε ἀπὸ τὴ φιλοσοφία καὶ τὴ θρησκεία καὶ αὐτὸς ὁ λόγος ποὺ θὰ γίνουμε πιὸ διεξοδικοὶ στὴν ἀνάπτυξη τῶν ἐπιχειρημάτων μας.


Ἡ φιλοσοφικὴ ἔννοια τῆς ψυχῆς

Ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ φυσιοκρατία των προσωκρατικῶν δὲν εἶχε μιὰ πραγματικὴ ἔννοια τῆς ψυχὴ καὶ γι' αὐτὸ δέχτηκε μιὰ οὐσία -ὁ ἀέρας κατὰ τὸν Aναξιμένη ἢ ἡ φωτιὰ κατὰ τὸν Ἡράκλειτο- ὡς ἀρχὴ τῆς ζωῆς τοῦ σύμπαντος καὶ ἑπομένως καὶ τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Πλάτωνας διετύπωσε τὴν πλήρη θεωρία της ψυχή: εἶναι οὐσία ἄϋλη, ἄφθαρτη καὶ ἑπομένως ἀθάνατη· ἀπὸ αὐτὴν ἐξαρτῶνται ἡ γνώση καὶ ἡ ἠθικότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Ἀριστοτέλης ὅρισε τὴν ψυχὴ μορφὴ μιᾶς ὕλης, ἔτσι ποὺ τὸ ἄτομο παρουσιάζεται ὡς ἀποτέλεσμα τῆς στενῆς τοὺς ἀλληλοσύνδεσης. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὅμως ἡ ψυχὴ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρχει πλέον μετὰ τὸν θάνατο.
Ἡ χριστιανικὴ διδασκαλία γιὰ τὴν ψυχή, οὐσιαστικὰ πολὺ πλησιέστερη στὴ θεωρία τοῦ Πλάτωνα, προσπάθησε σὲ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ Μεσαίωνα νὰ συμβιβάσει τὸν αρἱστοτελισμὸ μὲ τὴν ἀρχὴ τῆς ἀθανασίας. Ἀλλὰ ἡ φιλοσοφία τῆς Ἀναγέννησης ἀπέδειξε τὸ ἀσυμβίβαστό τους καὶ ἐπανεξέτασε τὸ ἀριστοτελικὸ κείμενο ἀνεξάρτητα ἀπὸ θρησκευτικὲς προκαταλήψεις.
Ἀπὸ τὸν Ντεκὰρτ ἡ ψυχὴ θεωρήθηκε, κατὰ τὸν τρόπο τοῦ Aγίου Αὐγουστίνου, ὡς ἀτομικὴ συνείδηση στὴν ὁποία μποροῦμε νὰ ξαναβροῦμε τὸν Θεὸ καὶ ὡς πηγὴ κάθε βεβαιότητας. Ἀλλὰ καὶ ὁ Ντεκὰρτ δέχτηκε τὴν ψυχὴ ὡς πνευματικὴ οὐσία.
Ἡ νομιναλιστικὴ πολεμικὴ ποὺ ἀκολούθησε ἐναντίον τῆς ἔννοιας τῆς οὐσίας, πρῶτα τὸν 17o καὶ ἀργότερα τὸν 18o αἰ., ἀποκάλυψε ὅτι ἡ ἔννοια τῆς ψυχῆς - οὐσίας εἶναι κενὴ καὶ ἀδιανόητη.

 
Συγχρόνως ἡ ἐμπειριοκρατία, μὲ τὴν ἀνακάλυψη τοῦ ψυχικοῦ συνειρμοῦ, ἐπεξεργάστηκε τὴν ἰδέα της ψυχὴ ὡς δέσμης αἰσθήσεων.
Ἡ κατεύθυνση τῆς ἐμπειριοκρατίας ἐπηρέασε καὶ τὸν Κάντ, ποὺ πίστευε ὅτι ἡ συζήτηση γιὰ τὴν ψυχὴ δὲν μποροῦσε νὰ καταλήξει πουθενά.
Ὁ μετακαντιανὸς ἰδεαλισμὸς μετατόπισε τὸ ἐνδιαφέρον του πρὸς ὑπερατομικὲς ὀντότητες (ἀπόλυτο Ἐγώ, Πνεῦμα, Ἱστορία), ἐνῶ ὁ θετικισμὸς ξαναγύρισε στὴν ἀντίληψη τοῦ συνειρμοῦ, ποὺ ὑποστήριζε ἡ ἐμπειριοκρατία γιὰ τὴν ψυχή.

Ἡ θρησκευτικὴ ἔννοια τῆς ψυχῆς

Ἡ χριστιανικὴ θρησκεία διδάσκει ὅτι ἡ ψυχὴ εἶναι μιὰ οὐσία ἄϋλη, ἀθάνατη, δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ρυθμίζει τὴ ζωὴ τοῦ σώματος.
Ὡστόσο, αἴσθηση προκάλεσε στὸν γράφοντα μία τηλεοπτικὴ ἐκπομπὴ ὑπὸ τὸν τίτλον: «Ἀνιχνεύσεις», ποὺ παρουσιάζει ὁ ἐκλεκτὸς συνάδελφος κ Παντελὴς Σαββίδης στὸν κρατικὸ τηλεοπτικὸ δίαυλο ΕΤ-3, ὅπου ὁ προσκεκλημένος του καὶ γνωστὸς κληρικὸς καὶ θεολόγος κ Νικόλαος Λουδοβίκος, κάτοικος Πανοράματος Θεσσαλονίκης, ἀνέπτυξε τὴν συγκλονιστικὴ θεωρία περὶ μιᾶς μορφῆς ὕλης τῆς ψυχῆς, ποὺ εἶναι συστατικὸ στοιχεῖο γιὰ τὴν προσδοκώμενη ἀνάσταση!
Μάλιστα, γιὰ νὰ ἐνισχύσει τὴν ἐπιχειρηματολογία του, ἀνέφερε διάφορους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὸν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, ποὺ ἔχει κάνει εἰδικὴ ἀναφορὰ στὴ θεωρία αὐτή!
Παρὰ ταῦτα, νὰ ποῦμε ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖται ἀπὸ ψυχὴ καὶ σῶμα: ἡ ψυχὴ εἶναι αὐτόνομη γιατί εἶναι πνεῦμα ἐνῶ τὸ σῶμα εἶναι ὕλη. «Ἡ ψυχὴ εἶναι τὸ πνευματικὸ μέρος τοῦ ἀνθρώπου, μὲ τὸ ὁποῖο αὐτὸς ζεῖ, ἀντιλαμβάνεται καὶ εἶναι ἐλεύθερος».
Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς ὑπάρχει ἑνότητα ψυχῆς καὶ σώματος καὶ ὁ ἄνθρωπος συνθέτει μέσα του, μὲ τὴν ἴδια τὴ σωματική του ὑπόσταση, τὰ στοιχεῖα τοῦ ὑλικοῦ κόσμου, ἔτσι ποὺ αὐτὰ μέσα ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο φτάνουν στὴν ἔσχατη τελείωσή τους καὶ ἀποκτοῦν φωνὴ γιὰ νὰ ὑμνήσουν ἐλεύθερα τὸν Δημιουργό.
Μὲ τὸν θάνατο ἡ ψυχὴ χωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπάρχει αἰώνια. Ἡ ψυχὴ μὲ τὴν ἀθάνατη φύση της μπορεῖ ἀπὸ μόνη τῆς vα ἀντιπροσωπεύει ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη προσωπικότητα, ποὺ εἶναι ὑπεύθυνη ἀπέναντι στὸν Θεὸ γιὰ κάθε πράξη ποὺ ἔκανε στὴ Γῆ.
Ἡ χριστιανικὴ αὐτὴ ἀντίληψη δὲν βρίσκει ἀντιστοιχία σὲ ὅλες τίς θρησκεῖες καὶ ἀκόμα καὶ μέσα στὸν χριστιανικὸ κόσμο μερικὲς λαϊκὲς ἀντιλήψεις προϋποθέτουν ἰδέες περὶ ψυχὴ ποὺ διαφέρουν ἀπὸ τὰ διδάγματα τῆς Ἐκκλησίας.
Στὴν ἱστορία τῶν θρησκειῶν διατυπώθηκαν πολυάριθμες ἀντιλήψεις πάνω στὸ τί κατὰ προσέγγιση μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτὸ ποὺ λέγεται ψυχή.

Μποροῦμε ὅμως νὰ προσπαθήσουμε νὰ δώσουμε μιὰ τυπολογικὴ ταξινόμηση, ἀνατρέχοντας σὲ δύο στοιχειώδεις ἀντιλήψεις ποὺ μποροῦν νὰ συνδυαστοῦν κατὰ διαφόρους τρόπους: τὴ δυναμικὴ ἀντίληψη καὶ τὴν περσοναλιστικὴ ἀντίληψη.
Δυναμικὴ εἶναι αὐτὴ ποὺ βλέπει κυρίως τὴν ψυχὴ ὡς ἀπρόσωπη δύναμη ποὺ κάνει τὸ σῶμα νὰ ζεῖ. Μερικὲς φορὲς ἡ δύναμη αὐτὴ ἑδρεύει σὲ ἕνα μέρος τοῦ σώματος ἢ ταυτίζεται ἀπόλυτα μὲ αὐτό.
Ἄλλες φορὲς ἡ ψυχὴ νοεῖται ὡς ζωτικὴ πνοή, ὅπως ἡ ἴδια ἡ ἀναπνοὴ τοῦ ἀνθρώπου: τὸ ἰνδικὸ ἀτμάν, τὸ ἑλληνικὸ ψυχή, τὸ λατινικὸ animus π.χ., ὅλες λέξεις, ποὺ ἐκφράζουν διάφορες ἀντιλήψεις περὶ τῆς ψυχῆς, προέρχονται ἀπὸ ρίζες ποὺ σημαίνουν τὴν πνοὴ τοῦ ἀνέμου ἢ τῆς ἀναπνοῆς.
Ἡ ἴδια ἡ λέξη πνεῦμα (ὅπως καὶ τὸ λατινικὸ spiritus), μὲ τὸ ὁποῖο χαρακτηρίζεται ἡ οὐσία της ψυχή, σήμαινε ἀρχικὰ τόσο τὸν ἄνεμο ὅσο καὶ τὴν ἀναπνοή.
Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ μποροῦμε νὰ θυμηθοῦμε πὼς καὶ στὴ βιβλικὴ περιγραφὴ τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Θεὸς «ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ (τοῦ ἀνθρώπου) πνοὴν ζωῆς, καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν» (Γένεσις, Β, 7).
Περσοναλιστικὴ ἀντίληψη, ἀντίθετα, εἶναι αὐτὴ ποὺ θεωρεῖ τὴν ψυχὴ εἰκόνα τοῦ προσώπου, μὲ μορφὲς ποὺ κατὰ κάποιο τρόπο ἀπεικονίζουν τὸ ζωντανὸ ἄτομο.              Χαρακτηριστικὴ στὴν περίπτωση αὐτὴ εἶναι ἡ ψυχὴ σκιά, τῆς ὁποίας μὲ μορφικὰ στοιχεῖα προέρχονται ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῶν πραγματικῶν σκιῶν ποὺ ρίχνουν τὰ σώματα. Μιὰ παρόμοια ἀντίληψη βρίσκουμε π.χ. στὴν ἐτρουσκικὴ θρησκεία.


Ψυχιατρικὴ καὶ ψυχολογία

Ὅπως δείχνει ἡ ἐτυμολογία τῶν λέξεων (ψυχολογία = ἐπιστήμη τῆς ψυχῆς, ψυχιατρικὴ = ἰατρικὴ τῆς ψυχῆς), οἱ ἐπιστῆμες αὐτὲς μελετοῦν τίς ψυχικὲς λειτουργίες (συναίσθημα, νόηση, συνείδηση κλπ.) καὶ τίς ἀμοιβαῖες σχέσεις τους, τὰ διάφορα ἐπίπεδα ὡριμότητας ἢ τίς ἀνωμαλίες.
Δὲν εἶναι τυχαῖο τὸ γεγονός, ὅτι τελευταίως ὅλο καὶ πληθαίνουν οἱ πανεπιστημιακὲς σχολὲς ποὺ μελετοῦν τὸ θέμα τῆς ψυχῆς (γιὰ παράδειγμα, στὴν Φιλοσοφικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ὑπάρχει εἰδικὸ τμῆμα Ψυχολογίας), ἐνῶ ἀκόμη καὶ οἱ τηλεοπτικὲς ἐκπομπὲς θεωροῦν ἀπαραίτητη τὴν παρουσία ἑνὸς ψυχολόγου γιὰ κάθε θέμα ποὺ συζητοῦν.
Καὶ δὲν θὰ μιλήσουμε, ἀσφαλῶς, γιὰ τὴν ψυχιατρικὴ ἐπιστήμη ἡ ὁποία πολλὲς φορὲς καλεῖται νὰ δώσει ἀπαντήσεις καὶ νὰ ἐξηγήσει διάφορες δυσερμήνευτες ἢ δυσεξήγητες συμπεριφορὲς ἀτόμων τῆς κοινωνίας...

Ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ Πλάτωνος καὶ ἡ θεωρία περὶ ψυχῆς

Διαβάζοντας κανεὶς τὸ βιβλίο «Προσεγγίσεις στὸν Πλάτωνα», ἀπὸ τὴν Ὁμάδα Μελέτης Ἑλλήνων Συγγραφέων τοῦ 1ου Λυκείου Κερατσινίου, θὰ διαπιστώσει ὅτι:
«Τρεῖς εἶναι οἱ σφαῖρες, ποὺ κινεῖται ὁ φιλοσοφικὸς στοχασμὸς τοῦ Πλάτωνος: α) ὁ αἰσθητὸς κόσμος, β) ὁ κόσμος τῶν Ἰδεῶν καὶ γ) ὁ ὑπερβατικὸς κόσμο; τῆς Ἰδέας τοῦ ἀγαθοῦ ἢ τοῦ Θεοῦ.
Κεντρικὴ ἔννοια τῆς πλατωνικῆς φιλοσοφίας, ποὺ ἁπλώνεται καὶ στοὺς τρεῖς αὐτοὺς κόσμους εἶναι ἡ ἔννοια τῆς ψυχῆς.

Ἡ πλατω­νικὴ ἔννοια περὶ ἀνθρώπου, ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ φιλοσόφου, δὲν νοεῖται χωρὶς τὸν ἀγῶνα, ποὺ διεξάγεται στοὺς διάλογους γιὰ τὴν ἀξία τῆς ψυχῆς καὶ χωρὶς τὴν μέρι­μνα γιὰ τὴν παιδεία της καὶ τὴν μεταφυσική της τύχῃ καὶ σωτηρία.
Ἡ ἔννοια τῆς ψυχῆς ταυτίζεται μὲ τὴν ἔννοια τῆς προσωπικότητας τοῦ ἀνθρώπου, ἔχει μεταφυσι­κὴ ρίζα, καὶ τοῦτο σημαίνει, ὅτι ἡ ψυχὴ ὡς προσωπικὴ μονάδα εἶναι αἰώνια.
Ἡ κατα­νόηση τῆς οὐσίας τῆς ψυχῆς συμπίπτει μὲ τὴν ἑρμηνεία τῶν δυνάμεων, ποὺ τὴν συνι­στοὺν καὶ γενικῶς μὲ τὴν ἑρμηνεία τῆς ὅλης πνευματικῆς ζωῆς. Ἐπειδὴ ὅμως ἡ ψυχὴ καὶ ἡ ἰδέα ἀνταποκρίνονται ἡ μία στὴν ἄλλη, ἡ ἑρμηνεία τῆς ψυχῆς εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνει χωρὶς συνεχῆ ἀναφορὰ στὸν κόσμο τῶν ἰδεῶν.
Ὁ ἠθικὸς ἀγῶνας τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὴν πολιτεία, ὅπως καὶ ὁ μόχθος του γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσεως, εἶναι κεφάλαια τῆς ψυχικῆς ζωῆς, καὶ αὐτὰ εἶναι δυνατὸν νὰ κατανοηθοῦν, μόνον ἐφόσον ἀποκτήσουμε σαφῆ γνώση γιὰ τὴν οὐσία τῆς ψυχῆς καὶ γιὰ τοὺς τρόπους, μὲ τοὺς ὁποίους ἡ ψυχὴ ἐκφράζεται καὶ δρᾷ.
Ὁ Πλάτων ὅμως ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀτομικὴ ψυχή, ἡ ὁποία εἶναι τὸ αἰώνιο στοιχεῖο τοῦ ἀνθρώπου, παραδέχεται καὶ μία ψυχὴ τοῦ κόσμου, μία ψυχὴ τοῦ σύμπαντος, ἡ ὁποία εἶναι στοιχεῖο καταστατικὸ τῆς δομῆς τοῦ κόσμου.
Ἡ ἔννοια αὐτὴ τῆς ψυχῆς τοῦ σύμπαντος εἶναι γνήσια Ἑλληνικὴ καὶ κατάγεται ἀπὸ τὴν προσωκρατικὴ φιλο­σοφία, ἐνῶ ἡ ἔννοια τῆς ἀτομικῆς ψυχῆς ἔρχεται ἀπὸ τὴν ὀρφικὴ καὶ πυθαγόρεια διδασκαλία. Ὅμως στὸν Πλάτωνα ἡ θρησκευτικὴ αὐτὴ ἰδέα περὶ ἀτομικῆς ψυχῆς μεταβάλλεται σὲ φιλοσοφικὴ καὶ θεμελιώνεται καὶ διαφωτίζεται μὲ κριτήρια λογικά. Ἡ ψυχὴ γίνεται τὸ κέντρο τῆς γνώσης καὶ τῆς αὐτοσυνειδησίας.»


Ἡ ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΘΕΩΡΙΑ ΣΤΟΝ «ΦΑΙΔΩΝΑ»

Ἐὰν θελήσουμε τώρα νὰ κάνουμε μία εὐρύτατη περίληψη τοῦ διαλόγου τοῦ Πλάτωνος, ὅπως εἶναι ὁ «Φαίδων», μέσα στὸν ὁποῖο θὰ ἀναζητήσουμε καὶ τίς σκέψεις τοῦ Σωκράτους περὶ ψυχῆς, ἀφοῦ ὁ Πλάτων, κατὰ βάσιν, ἀπεικόνιζε τίς ἀπόψεις τοῦ διδασκάλου του, θὰ παρακολουθήσουμε τίς σκέψεις τῆς Ὁμάδας Μελέτης Ἑλλήνων Συγγραφέων, ἡ ὁποία, μέσα στὸ ἔργο «Προσεγγίσεις στὸν Πλάτωνα» γράφει, μεταξὺ ἄλλων, καὶ τὰ ἑξῆς:
Βρισκόμαστε στὸν Φλειούντα, πόλη στὰ νοτιοδυτικὰ τῆς Κορίνθου, κάπου ἀνάμεσα στὴν Σικυωνίδα καὶ τὴν Ἀργολίδα, δύο ἢ τρεῖς μῆνες μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Σωκράτους. Ἕνας Φλειάσιος, ὀπαδὸς τοῦ φιλοσόφου Πυθαγόρα, ὁ Ἐρράτης, παρακαλεῖ τὸν Φαίδωνα, μαθητῆ τοῦ Σωκράτους καὶ αὐτόπτη μάρτυρα τῶν τελευταίων στιγμῶν τοῦ μεγάλου δασκάλου, νὰ τοῦ ἀφηγηθεῖ τὸ τέλος τοῦ Σωκράτους καὶ ὅ,τι εἶπε, πρὶν πεθάνει.
Ὁ Φαίδων δέχεται νὰ μιλήσει καὶ ἀρχίζει νὰ ἀφηγεῖται τὴν συζήτηση, ποὺ ἔγινε στὴν φυλακὴ μεταξὺ τῶν Σωκράτους καὶ τῶν μαθητῶν καὶ φίλων του, τὴν τελευταία ἡμέρα τῆς ζωῆς του.
Ἔτσι, ἀρχίζει ἐκθέτοντας τὴν ψυχολογικὴ κατάσταση καὶ τὰ ὀνόματα τῶν παρευρισκομένων (Πλάτωνος Φαίδων, κεφ. 1-2).

Οἱ φίλοι καὶ οἱ μαθητὲς τοῦ Σωκράτους ἔρχονται στὴν φυλακή.



Μὲ ἀφορμὴ τὴν θλιβερὴ ἀποχώρηση τῆς γυναίκας τοῦ Ξανθίππης, ὁ Σωκράτης παρατηρεῖ, ὅτι ὁ στε­νὸς σύνδεσμος μεταξὺ τοῦ εὐχάριστου καὶ τοῦ λυπηροῦ θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελέσει θέμα κάποιου μύθου τοῦ Αἰσώπου.
Ὁ Κέβης ρωτᾷ τὸν Σωκράτη, μὲ ἀφορμὴ τὴν ἀπορία τοῦ ποιητῆ Εὐήνου, γιατί στιχούργησε τοὺς μύθους τοῦ Αἰσώπου στὴν φυλα­κή.                     Ὁ φιλόσοφος ἀπαντᾷ, ὅτι τὸ ἔκανε, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ ἐξηγήσει κάποιο ὄνειρο τοῦ καὶ εὔχεται νὰ τὸν ἀκολουθήσει καὶ ὁ Εὔηνος σὲ αὐτὴν τὴν καλλιτεχνικὴ δραστη­ριότητα ὕστερα ἀπὸ λίγο.
Ὁ Σιμμίας ἐξεπλάγῃ, ὅταν ἄκουσε ἀπὸ τὸν φιλόσοφο, ὅτι ἐπιδιώκει τὸν θάνατο, καὶ ρωτᾷ μαζὶ μὲ τὸν Κέβητα τὴν γνώμη τοῦ Σωκράτους γιὰ τὴν αὐτοκτονία.
Ὁ Σωκράτης, τότε ἐξηγεῖ, ὅτι ὁ φιλόσοφος ἀποζητᾷ τὸν θάνατο, χωρὶς νὰ ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ αὐτοκτονήσει.
Καὶ αὐτὸ γιατί ἡ ψυχή μας βρίσκεται σὲ μία "φυλακὴ" καὶ ὡς κτήματα τῶν θεῶν ποὺ εἴμαστε, κατὰ τὸν Σωκράτη, δὲν ἐπι­τρέπεται σὲ καμμία περίπτωση νὰ διαπράξουμε αὐθαίρετη ἀπόδραση ἀπὸ αὐτὴν (τὴν φυλακή) (Πλάτωνος, Φαίδων, κεφ. 3-6).
Στὸ ἄκουσμα τῶν λόγων τοῦ Σωκράτους, ὅτι κανεὶς δὲν πρέπει νὰ αὐτοκτονεῖ, ὁ Κέβης παρατηρεῖ, ὅτι θὰ ἦταν βλακῶδες νὰ θέλει ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀποχωρίζεται τοὺς θεούς, ποὺ φροντίζουν τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἐπιπλέον οἱ ἄνθρωποι ἀποτελοῦν χτή­ματα τούς.
Ρωτάει, ἔτσι, τὸν Σωκράτη, γιατί πρέπει νὰ ἐπιθυμοῦμε τὸν θάνατο καὶ ἐκεῖνος ἀπαντᾷ, ὅτι ἡ ψυχὴ καὶ στὸν Ἅδη θὰ βρεῖ, πιθανότατα, ἀνθρώπους καλύτε­ρους ἀπὸ αὐτούς, ποὺ εἶναι στὴν γῆ καὶ ἀσφαλῶς θεοὺς ἐπίσης ἀγαθούς.
Παράλληλα, δὲν ὑπακούει σὲ σύσταση τοῦ δημίου, νὰ διακόψει τὴν συζήτηση (Πλάτωνος, Φαίδων, κεφ. 7-8).

Ὁ Σωκράτης, προσπαθῶντας νὰ ἀποκρούσει φαινομενικὴ ἀντίφαση, λέει, ὅτι ἂν ὁ χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα εἶναι θάνατος, ὁ φιλόσοφος, ἐπειδὴ παραμελεῖ τὸ σῶμα καὶ φροντίζει τὴν ψυχή, ἐπειδὴ χωρίζει δηλαδὴ τὸ σῶμα ἀπὸ τὴν ψυχή, διώχνει τὸν θάνατο.

 
Ἔτσι ὁ φιλόσοφος στὴν ζωὴ κυνηγᾷ τὴν γνώση τῆς ἀλήθειας. Σ' αὐτὴν φτάνει ὄχι μὲ τίς αἰσθήσεις, ποὺ μπορεῖ νὰ τὸν ξεγελάσουν ἀλλὰ μόνο μὲ τὴν σκέψη, δηλαδὴ μέσῳ καθαρῆς διανοητικῆς ἐργασίας.
Πράγματι τὸ σῶμα μὲ τίς ἀδυναμίες του μόνον ἐμπόδια φέρνει στὴν ψυχή, ποὺ κυνηγᾷ τὴν γνώση τῆς ἀλήθειας.           Ἑπομένως, ἡ φιλοσοφία εἶναι ἐξάσκηση γιὰ τὸν θάνατο.
Ἡ ἀρετὴ συνίσταται στὴν ἀπαλλαγὴ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τίς ἐπιθυμίες τοῦ σώματος (Πλάτωνος, Φαίδων, κεφ. 9-11).
Ἀπὸ τὸ προηγούμενο συμπέρασμα τοῦ, ὁ Σωκράτης ὑποστηρίζει, ὅτι ὁ ἀληθινὸς φιλόσοφος τοῦ ὁποίου ὅλη ἡ ζωὴ εἶναι προετοιμασία γιὰ τὸν θάνατο, χαίρεται, ὅταν πεθαίνει, καθὼς μόνον μετὰ τὸν θάνατο, ὅταν δηλαδὴ ἡ ψυχὴ εἶναι ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὸ σῶμα, θὰ βρεῖ τὴν γνώση τῆς ἀλήθειας.
Σύμφωνα μὲ αὐτὸ ὁ ἀληθινὸς φιλόσοφο; ἔχει τὴν ἀληθινὴ ἀνδρεία, ἀφοῦ δὲν φοβᾷται τὸν θάνατο, καὶ τὴν ἀληθινὴ σύνεση, ἀφοῦ παραμελεῖ τὸ σῶμα του καὶ τίς ἡδονές, ποὺ αὐτὸ μπορεῖ νὰ τοῦ πρόσφερα· ἀντίθετα ἡ σύνεση καὶ ἡ ἀνδρεία τῶν πολλῶν εἶναι παρωδίες τῆς ἀρετῆς καί, κατά του ἱδρυτὲς τῶν μυστηρίων, αὐτὸς ποὺ θὰ ἔχει καθαρθεῖ, θὰ κατοικεῖ στὸν Ἄδῃ μὲ τοὺς θεοὺς καὶ μὲ ἀγαθοὺς φίλους.
Ἑπομένως ὁ φιλόσοφος, ποὺ ἐπιζητεῖ τὸν θάνα­το δὲν πρέπει νὰ τὸν φοβᾷται (Πλάτωνος, Φαίδων, κεφ. 12,13).
Σὲ ἔνσταση τοῦ Κέβητος, ὅτι ἡ χαρὰ τοῦ φιλοσόφου, ὅταν πεθαίνει εἶναι δίκαιολογημένη μόνον ὑπὸ τὴν προϋπόθεση, ὅτι ἡ ψυχὴ εἶναι ἀθάνατη, ὁ Σωκράτης ἀνα­λαμβάνει νὰ ἀποδείξει, ὅτι ὑπάρχει ἡ ἀθανασία τῆς ψυχῆς.
Συνακόλουθα ὁ Σωκράτης ὑποστηρίζει, ὅτι, κατὰ γενικὸ κανόνα, τὸ ἀντίθετο δίνει γέννηση στὸ ἀντί­θετο τοῦ καὶ ἐξηγεῖ στὴν συνέχεια, ὅτι κάτι, ποὺ εἶναι μεγάλο, ἔγινε μεγάλο, ἐφόσον ἦταν προηγουμένως πιὸ μικρό.
Ἐὰν αὐτό, λέει, ἀληθεύει, συνεπάγεται, ὅτι τὰ ἀντί­θετα διαδέχονται τὸ ἕνα τὸ ἄλλο χωρὶς σταμάτημα. Π.χ. ἡ κατάσταση τῆς ζωῆς, ἀντί­θετη στὴν κατάσταση τοῦ θανάτου, διαδέχεται τὸν θάνατο.
Αὐτὸ τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴν μία κατάσταση σὲ μίαν ἄλλη μπορεῖ νὰ πραγματοποιηθεῖ πρὸς τὴν μία ἢ τὴν ἄλλη κατεύθυνση, γιατί ἂν ἕνα πέρασμα δὲν πραγματοποιεῖτο παρὰ μόνον πρὸς μία κατεύθυνση, πάντα τὴν ἴδια, το κάθε τί θὰ ἔβρισκε τελικὰ μία σύγχυση σὲ μία ἀκίνη­τη μονάδα.
Ἄρα, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ αὐτή, ποὺ ἐφαρμόζεται στὴν ἀντίθεση μεταξὺ ζωῆς καὶ θανάτου, προκύπτει ὅτι δὲν πρέπει μόνο νὰ ὑπάρχει, ὅπως τὸ δείχνει ἡ ἐμπειρία, πέρασμα μόνο ἀπὸ τὴν ζωὴ πρὸς τὸν θάνατο, ἀλλὰ ἐπίσης πέρασμα καὶ ἀπὸ τὸν θάνατο στὴν ζωή.
Ὁ θάνατος, λοιπόν, δὲν εἶναι μιὰ ἐξαφάνιση, ἀφοῦ οἱ ψυχὲς τῶν νεκρῶν βρίσκονται κάπου στὸν Ἅδη, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ ἐπανέλθουν στὴν ζωή. Ἄν δὲν ὑπῆρχε ἡ ἀναβίωση, ἡ μετεμψύχωση, θὰ εἴχαμε εὐθεῖα γραμμὴ ἀπὸ τὴν ζωὴ στὸν θάνατο, καὶ ὄχι κύκλο, ὁπότε τὰ πάντα θὰ ἐξαφανίζονταν (Πλάτωνος, Φαίδων, κεφ. 14-17).

0 διάλογος συνεχίζεται μὲ μία παρατήρηση τοῦ Κέβητος, ποὺ θὰ φέρει τὸ δεύτερο ἐπιχείρημα.
Ὁ Κέβης λέει, ὅτι, σύμφωνα μὲ τὴν θεωρία τῆς ἀνάμνησης, ἔχουμε ὁπωσδήποτε μάθει παλαιότερα αὐτό, ποὺ ξαναβρίσκει τὸ μυαλό μας στὸ παρόν.
Ὁ Σωκράτης ἐπανέρχεται σὲ αὐτὴν τὴν θεωρία καὶ τονίζει, ὅτι ἡ ἀνάμνηση παρουσιά­ζεται, ὅταν ἀναφερόμαστε σὲ μίαν ἔννοια ἰδεατή, τὴν ὁποία ἴσως γνωρίσαμε, προτοῦ νὰ ζήσουμε σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο.

Αὐτὸ ἀποδεικνύεται, καθὼς οἱ ἄνθρωποι, ὅταν καθοδηγοῦνται σωστά, βρίσκουν μόνοι του τὴν ἀλήθεια, τὴν ὁποία ποτὲ πιὸ πρὶν δὲν διδάχτηκαν στὴν ζωή.            Ἄλλωστε κάθε ἀνάμνηση προϋποθέτει προηγούμενη γνώση, ἡ ὁποία ἀνακαλεῖται στὴν μνήμη, ὅταν βλέπουμε ὅμοιες ἢ παρόμοιες παραστάσεις.
Μαζὶ μὲ τὴν ἀνάπλαση ὁμοίων παραστάσεων συνδέεται καὶ ἡ κρίση μας γιὰ τὴν ὁμοιότητα ἢ μὴ αὐτῆς τῆς παράστασης πρὸς τὴν παλιότερη" ἐπειδὴ ἡ λειτουργία τῶν αἰσθήσεων, ἀπὸ τίς ὁποῖες ἀποκτοῦμε τίς παραστάσεις τῶν αἰσθήσεων, ἀρχίζει μὲ τὴν γέννηση, οἱ ἰδέες, μὲ τίς ὁποῖες συγκρίνουμε τὰ αἰσθητά, εἶναι ἤδη γνωστές, ἀπὸ ἐκείνη τὴν στιγμή, καθὼς θὰ ἔχουμε ἀσφαλῶς γνωρίσει αὐτὲς τίς ἰδέες πρὶν ἀπὸ τὴν γέννηση.
Ἄν γνωρίζουμε κάποιες ἰδέες πρὶν ἀπὸ τὴν γέννηση ἢ ἂν ἔχουμε αὐτές, καθὼς γεννιόμαστε καὶ γιὰ ὅλη μας τὴν ζωὴ ἢ ἂν τίς χάσαμε κατὰ τὴν γέννηση, τίς ἀπο­κτοῦμε ὕστερα μὲ τὴν βοήθεια τῶν αἰσθήσεων, μὲ τὴν ἀνάμνηση, δηλαδὴ μὲ τὴν ἀνά­πλαση ἀπὸ ὅμοια ἢ ἀνόμοια.
Ἄν, λοιπόν, ἡ πρώτη ἀπόδειξη ἦταν σωστή, τότε οἱ ἄνθρωποι γιὰ ὅλη τους τὴν ζωὴ θὰ κατέχουν τὴν γνώση τῆς ἀλήθειας.
Ἡ πεῖρα, ὅμως, διαψεύδει αὐτὸ ἀκριβῶς.            Ἀπὸ ἐδῶ ἀληθεύει ἡ δεύτερη. Οἱ ψυχὲς ἔλαβαν τὴν γνώση πρὶν ἀπὸ τὴν γέννηση μᾶς καί, ὅπως ἤδη ἀποδείχτηκε, ἔχουν γνωστικὴ δύναμη.

Ἄρα προϋπάρχουν τῆς γεννήσεως.           Μία τρίτη ὑπόθεση, ὅτι δηλαδὴ παίρνουμε τὴν γνώση κατὰ τὴν γέννηση καὶ τὴν ἀποβάλλουμε ἀμέσως κατὰ τὴν διάρκεια τῆς, εἶναι γελοία.,γελοῖα.
Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν λογικὴ ἀναγκαιότητα, κατὰ τὴν ὁποία δεχόμαστε τὴν ὕπαρξη τῶν ἰδεῶν καὶ τὴν γνώση τους πρὶν ἀπὸ τὴν γέννηση μᾶς, νὰ δεχτοῦμε, ὅτι ἡ ψυχή μας, αὐτὴ ποὺ γνωρίζει αὐτά, προϋπῆρξε τῆς γεννήσεως μᾶς (Κεφ. 18-22).
Στὴν ἐρώτηση τοῦ Κέβητος σχετικὰ μὲ τὴν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς μετὰ τὸν θάνατο, ὁ Σωκράτης ἀπαντᾷ, ὅτι, ὅπως ἀποδείξαμε μέχρι τώρα "ἄ,τί ξὴ γεννιέται ἀπ' αὐτό, ποὺ εἶναι πεθαμένο".
Ἄρα, ἂν ἡ ψυχὴ ὑπάρχει πρὶν ἀπὸ τὴν γέννηση καὶ ἂν γεν­νιέται, ὅταν ἔρχεται στὴν ζωή, αὐτή της ἡ γέννηση δὲν ἔχει ἄλλη προέλευση παρὰ τὴν κατάσταση τοῦ θανάτου.
Τότε πῶς δὲν εἶναι ἀπαραίτητο ἡ ψυχὴ νὰ ὑπάρχει, ἰδίως μετὰ τὸν θάνατο της, μιὰ καὶ ὀφείλει νὰ ξαναγεννηθεί;
Ὁ Σωκράτης κάνει ἐδῶ τὴν σύνδεση τῶν δύο ἐπιχειρημάτων:        Τῶν ἀντιθέτων καὶ τῆς ἀνάμνησης.
Ἄν ἡ ἀνάμνηση ἀποδεικνύει τὴν ὕπαρξη τῶν ψυχῶν, τὸ ἐπιχείρημα τῶν ἀντιθέτων ἀποδεικνύει, ὅτι οἱ ψυχές, ποὺ ἐπιζοῦν, εἶναι ἐκεῖνες τῶν πεθαμένων.
Ἄν ἡ ψυχὴ ὑπάρχει πρὶν ἀπὸ τὴν ἐνσώματη ζωὴ καὶ ἂν δὲν μπορεῖ νὰ ἔρθει στὴν ζωὴ ἀπὸ καμμιὰ ἄλλη κατάσταση παρὰ μόνον ἀπὸ τὸν θάνατο, εἶναι ἀπαραίτητο, ἀφοῦ ἐγκαταλείψει τὸ σῶμα, νὰ συνεχίζει νὰ ζῇ, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ξαναγεννηθεὶ στὴν ζωή.
Ἡ ἀνάμνηση χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴν ὁλοκλήρωση τοῦ πρώτου ἐπιχειρήματος.
Ἡ ὕπαρξη τῆς ψυχῆς μετὰ τὸν θάνατο χαρακτηρίζεται, ὅπως ἄλλωστε καὶ στὴν πρω­τύτερη ὕπαρξη τῆς, ἀπὸ τὴν ἱκανότητα τῆς σκέψης.

T
ἅ δύο πρῶτα ἐπιχειρήματα ἀποτελοῦν ἕνα σύνολο, ἀλλὰ ἡ ἀπόδειξη τῆς ἀθα­νασίας της ψυχῆς εἶναι ἀκόμα ἐλλιπής, ὅπως προσδιορίζει ὁ Πλάτων, δείχνοντας, ou ὁ Σιμμίας καὶ ὁ Κέβης δὲν ἔχουν ἀκόμα πειστεῖ, πῶς ἡ ψυχὴ μπορεῖ νὰ διατηρηθεῖ μετὰ τὸν θάνατο.
Γιὰ νὰ συμπληρωθεῖ ἡ σκέψη, δὲν μένει παρὰ νὰ ἀποδειχτεῖ, ὅτι ἡ ψυχὴ ἀνήκει στὴν φύση τῶν ἐννοιῶν, εἶναι ἄρα ἁπλῆ καὶ ἀσώματη (Πλάτωνος Φαίδων, Κέφ.23).
Ἡ βάση, στὴν ὁποία στηρίζεται τὸ τρίτο ἐπιχείρημα εἶναι, ὅτι "τὸ ὅμοιο εἶναι γνω­στὸ ἀπὸ τὸ ὅμοιο".                                Εἶναι ἀνάγκη, ὅμως, νὰ μελετηθεῖ βαθύτερα τὸ θέμα τοῦ θανά­του, μὲ σκοπὸ νὰ νικηθεῖ τελικὰ ὁ φόβος του.
Ὁ Σωκράτης ἐπιχειρεῖ τὴν ἀπόδειξη τοῦ τρίτου ἐπιχειρήματος λέγοντας, πὼς κάθε τί σύνθετο μπορεῖ νὰ διαλυθεῖ, κάθε ἁπλό, ὅμως, εἶναι ἀδιάλυτο.
Αὐτό, ποὺ ἀλλοιώνεται συνεχῶς, εἶναι σύνθετο, ἐνῶ τὸ ἀναλλοίωτο εἶναι ἁπλό. Tα αἰσθητὰ εἶναι ἀντιληπτὰ μὲ τίς αἰσθήσεις, ἐνῶ οἱ ἰδέες, ποὺ εἶναι ἀόρατες, γίνονται ἀντιληπτὲς μὲ τὸ πνεῦμα.
Ἀπὸ τὰ ὄντα ἄλλα εἶναι ὁρατὰ καὶ ἄλλα ἀόρατα, καὶ ἀπὸ αὐτὰ τὰ ὁρατὰ εἶναι μεταβλητά, ἐνῶ τὰ ἀόρατα ἀμετάβλητα καὶ ἀναλλοίωτα.

Ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο συστατι­κὰ τοῦ ἀνθρώπου εἶναι: τὸ σῶμα ὁρατὸ καὶ ἡ ψυχὴ ἀόρατη.
Ἐπειδή, ὅμως, τίς ἰδέες τίς ἀντιλαμβανόμαστε μόνο μὲ τὴν ψυχή - καὶ τίς ἀντιλαμβανόμαστε καλύτερα, ὅσο περισσότερο ἡ ψυχὴ εἶναι ἀπαλλαγμένη ἀπὸ τὴν ἐπιρροὴ τοῦ σώματος - ἡ ψυχὴ εἶναι ὅμοια μὲ τίς ἀθάνατες καὶ ἀναλλοίωτες ἰδέες, ἐνῶ τὸ σῶμα μὲ τὰ αἰσθητά.
Ἐπειδὴ ἡ ψυχὴ μοιάζει μὲ τὸ θεῖο καὶ τὴν ἀρχικότητα, συνεπάγεται ὅτι, ἀφοῦ εἶναι ὅμοια μὲ τὸ θεῖο καὶ τίς ἰδέες, ἔχει καὶ ὅλες τίς ἰδιότητες τούς. Εἶναι δηλαδὴ θεία, ἀθάνατη, νοητή, ἁπλῆ, ἀδιάλυτος, καθὼς δὲν μπορεῖ νὰ διαλυθεῖ ἀπὸ τὸν ἄνεμο καὶ ἀναλλοίωτη. Τὸ ἀντίθετο εἶναι τὸ σῶμα.
Ἔτσι τὸ σῶμα εἶναι διαλυτό, ἡ ψυχὴ ἀδιάλυτη, ἀλλὰ ἂν κάποια σώματα καὶ ἰδίως κάποια τμήματα τοὺς εἶναι καὶ μετὰ τὸν θάνατο ἀδιάλυτα, ὅπως τὰ ταριχευμένα σώματα, π.χ. τὰ ὀστᾶ, σχεδὸν ἀθάνατα, πολὺ περισσότερο ἀθά­νατη ὀφείλει νὰ εἶναι ἡ ψυχή, καὶ μάλιστα ἂν ἔμενε κατὰ τὴν ζωὴ καθαρὴ ἀπὸ τὸ σῶμα (Πλάτωνος Φαίδων, Κεφ. 24-29).
Στὸ σημεῖο αὐτὸ τίθεται τὸ ζήτημα, τοῦ τί περιμένει τίς ψυχὲς μετὰ τὸν θάνατο, καὶ τῆς μετεμψύχωσης.                  Οἱ ψυχὲς τῶν φαύλων, καθὼς εἶναι συνδεδεμένες μὲ τὰ σώματα καὶ βεβαρημένες ἀπὸ τίς ἐπιθυμίες τους, ἕλκονται στὴν γῆ καὶ μετὰ τὸν θάνατο, ὥσπου νὰ ἐνταχθοῦν σὲ νέο σῶμα.                                 Ἔτσι, οἱ ψυχὲς αὐτῶν ἐντάσσονται σὲ σώματα ζώων, ποὺ ἔχουν ἀνάλογα ἤθη μὲ αὐτές.
Στοὺς θεοὺς φτάνουν μόνον οἱ ἀληθινοὶ φιλόσοφοι, αὐτοὶ ποὺ αὐστηρὰ ἀπέχουν ἀπὸ τίς σωματικὲς ἐπιθυμίες καὶ ἔχουν καθάρει τὴν ψυχή τους μὲ τὴν φιλοσοφία.
Ἡ φιλοσοφία, ὅταν βρίσκει τὴν ψυχὴ τοῦ φιλοσόφου φυλακισμένη στὸ σῶμα καὶ ἀξιοθρήνητη, ζητᾷ νὰ λύσει τὰ δεσμά της, μὲ τὸ νὰ διδάσκει, ὅτι οἱ αἰσθήσεις εἶναι ἀπατηλές, οἱ ἡδονὲς καὶ οἱ λῦπες τὴν καθηλώ­νουν στὸ σῶμα, μὲ τὸ ὁποῖο ἀναγκάζεται νὰ γίνει ὁμόδοξη, ὁμότροπη καὶ ὀμότροφη, ἀνίκανη νὰ ἀνέλθει στὴν κοινωνία τῶν θεῶν.

 
Μόνον ἡ φρόνηση ὁδηγεῖ στὴν ἀλήθεια.
Ἡ ψυχή, ποὺ καθοδηγεῖται ἀπὸ τὴν φιλοσοφία καὶ ἐπιδιώκει τὴν καθαρὴ ἀλήθεια στὴν ζωή, μετὰ τὸν θάνατο ἀπέρχεται στοὺς θεούς, χωρὶς νὰ φοβᾷται μήπως στὴν πορεία διαλυθεῖ ἀπὸ τοὺς ἀνέμους (Πλάτωνος, Φαίδων, Κεφ. 30-34).
Ἐνῶ ὅλοι σιωποῦν, ὁ Σιμμίας καὶ ὁ Κέβης εἶναι στενοχωρημένοι. Ἀμφιβάλλουν καὶ διστάζουν νὰ μιλήσουν.           Ὁ Σωκράτης, ὅμως, ποὺ τὸ κατάλαβε, τοὺς προτρέπει νὰ μιλήσουν χωρὶς δισταγμό.
Ὁ Σιμμίας, λοιπόν, συγκρίνει τὴν ψυχὴ μὲ τὴν ἁρμονία καὶ τὸ σῶμα μὲ τὴν λύρα καὶ τίς χορδές της. Λέει, ὅτι ἡ ἁρμονία εἶναι πρᾶγμα ἀόρατο, ἀσώματο, τέλειο στὴν κουρδισμένη λύρα, ἀλλὰ ἡ λύρα αὐτὴ καθαυτὴ καὶ οἱ χορδές της εἶναι σώματα, ἑπομένως συγγενικὰ μὲ τὴν θνητὴ φύση.

Ἄς ὑποθέσουμε, ὅτι ἡ λύρα σπάει καὶ ὅτι οἱ χορδές της κόβονται.
Ἡ ἁρμονία θὰ καταστραφεῖ.          Τότε ποιό θὰ εἶναι τὸ πρῶτο πρᾶγμα, ποὺ θὰ δεχτεῖ τὴν φθορά; Ἡ ἁρμονία ἢ ἡ λύρα; (Κεφ. 35-36).
0 Κέβης δέχεται, ὅτι ἡ ψυχὴ εἶναι ἰσχυρότερη καὶ πιὸ μακρόζωη ἀπὸ τὸ σῶμα, ἀλλὰ νομίζει, ὅτι καὶ αὐτὴ στὸ τέλος, καθὼς διέρχεται μέσα ἀπὸ πολλὰ σώματα ἐξα­ντλεῖται καὶ πεθαίνει.
Ὅπως ὁ ὑφαντῆς, ἀφοῦ ὑφάνει πολλὰ ἱμάτια καὶ τὰ κατατρίψει, στὸ τέλος πεθαίνει, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ ἀφοῦ φθαρεῖ σὲ πολλὰ σώματα, στὸ τέλος ἐξαντλεῖται ἡ ἴδια καὶ φθείρεται. Μὲ αὐτὴν τὴν ἀντίρρηση οἱ παρευρισκόμενοι, ἂν καὶ προηγουμένως εἶχαν πεισθεῖ, τώρα ἀρχίζουν νὰ δυσπιστοῦν.
Ὁ Ἐχεκράτης, ποὺ διακόπτει τὸν Φαίδωνα κατὰ τὴν ἀφήγηση τοῦ, δικαιώνει αὐτοὺς (Πλάτωνος Φαίδων, Κεφ. 37,38).
0 Σωκράτης παραδέχεται, ὅτι τὸ ζήτημα δὲν εἶναι ἁπλὸ καὶ προσπαθεῖ ὅλους νὰ ἴνς ἐνθαρρύνει. Μόνο μία ἀτυχία δὲν πρέπει νὰ τοὺς καταβάλλει:       μεταξὺ τῶν ἐπι­χειρημάτων συμβαίνει, ὅ,τι συμβαίνει καὶ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων.

Ἀπὸ αὐτοὺς πολλοὶ εἶναι μέτριοι ἀλλὰ ἐλάχιστοι οἱ ἐξαιρετικοί.           Δὲν πρέπει λοιπὸν νὰ μιλοῦν μὲ μισόλογα, ἀλλὰ νὰ ζητήσουν νέα ἐπιχειρήματα (Πλάτωνος Φαίδων, Κεφ. 39-40).
Ὁ Σωκράτης ἐπαναλαμβάνει τὴν ἄποψη τοῦ Σιμμία καὶ ἀποδεικνύει: α) ὅτι αὐτὴ βρίσκεται σὲ ἀντίφαση πρὸς τὴν θεωρία τῆς ἀνάμνησης, γιατί ἂν ἡ ψυχὴ ἦταν ἀρμο­νία, δὲν θὰ ἦταν νοητὴ ἡ προΰπαρξη τῆς ψυχῆς, β) ὅτι ἡ ἁρμονία ἔχει διάφορους βαθ­μούς, ἐνῶ ἡ ψυχὴ δὲν ἔχει, γ) ὅτι ἂν ἡ -ψυχὴ ἦταν ἁρμονία, θὰ ἔπρεπε νὰ ἀκολουθεῖ τὰ μέρη στὰ ὁποῖα βρίσκεται, ἐνῶ ἡ ψυχὴ ἐναντιώνεται στὸ σῶμα.
Ἡ ψυχή, ἄρα εἶναι δύναμη, ἡ ὁποία ἐξουσιάζει καὶ διευθύνει τὸ σῶμα (Κεφ. 41-43).
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὁ Σωκράτης ἔρχεται στὴν ἀντίρρηση τοῦ Κέβητος, ὁ ὁποῖος παραδέχεται τὴν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς ἀλλὰ ἀρνεῖται τὴν ἀθανασία της.
Ἔτσι, ὁ μεγά­λος φιλόσοφος ἐκθέτει, πῶς κατέληξε νὰ παραδεχτεῖ τὴν θεωρία τῶν ἰδεῶν.
Ἡ φυσι­κὴ φιλοσοφία τῶν Ἰώνων ἐξετάζει, βέβαια, πλῆθος δευτερευόντων στοιχείων ὡς αἰτίων, ἀλλὰ δὲν φτάνει στὴν πρώτη αἰτία.
Ὁ Ἀναξαγόρας παραδέχεται, βέβαια, ὅτι ὁ νοῦς εἶναι αἰτία ὅλων τῶν πραγμάτων, ἀλλὰ συγχρόνως ἀπέδιδε τὴν αἰτία στὸν ἀέρα, τὸν αἰθέρα καὶ σὲ ἄλλα.
Ἔτσι ὁ Σωκράτης ἀναγκάστηκε νὰ χαράξει ἴδια πορεία καὶ νὰ λύσει τὸ πρόβλημα, ποὺ τὸν ἀπασχολεῖ.                                    Αἰτία λοιπὸν τῆς γέννησης καὶ τῆς φθορᾶς ἀλλὰ καὶ τῆς ὕπαρξης εἶναι μόνον ἡ ἰδέα, ἡ ἰδανικὴ καὶ ἡ ἀπόλυτη ὕπαρ­ξη μὲ τὴν παρουσία καὶ κοινωνία τῆς ὁποίας εἶναι ὸ τιδήποτε εἶναι καὶ γίνονται, ὅσα γίνονται (Πλάτωνος, Φαίδων Κεφ. 44-49).
Ἡ δεύτερη ἀπόδειξη τῶν ἀντιθέτων ἔχει ὡς ἑξῆς;   Κάθε πρᾶγμα εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶναι, μόνον ἐπειδὴ συμμετέχει σὲ μίαν ὁρισμένη ἰδέα. Καμμία ἰδέα δὲν μπορεῖ νὰ δεχτεῖ τὸ ἀντίθετο τῆς.
Χωρὶς ἀμφιβολία, ἕνα συγκεκριμένο ὑποκείμενο μπορεῖ νὰ εἶναι μεγάλο ἢ μικρό, ἀνάλογα μὲ τὴν περίπτωση, ἀλλὰ ἡ ἰδέα τῆς μεγαλοσύνης σὲ καμμία περίπτωση δὲν θὰ μποροῦσε νὰ δεχτεῖ τὴν μικρότητα ἢ καὶ τὸ ἀντίθετο. Ἔτσι, τὰ συγκεκριμένα καὶ ἀτομικὰ πράγματα, τῶν ὁποίων ἡ οὐσία ὑπονοεῖ μόνον τὸν ἕνα ἀπὸ τοὺς δύο ἀντίθετους ὅρους, εἶναι ἀπρόσιτα τὸ ἕνα στὸ ἄλλο.

Δὲν εἶναι μόνον ἡ ἰδέα τῆς ὁμοιότητας, ποὺ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ δεχτεῖ τὴν ἰδέα τῆς ἀνομοιότητας, ἀλλὰ ἕνας ὁποιοσδήποτε ζυγὸς ἀριθμὸς δὲν θὰ μποροῦσε ποτὲ νὰ γίνει μονὸς ἤ, ἀκόμα, to χιόνι δὲν εἶναι περισσότερο προσιτὸ στὴν ζέστη ἀπ' ὅτι ἡ ἰδέα τοῦ κρύου σὲ αὐτὴν τοῦ ζεστοῦ.
Ἄρα ἡ ψυχὴ ἔχει γιὰ οὐσία τὴν ζωή, τὴν ὁποία φέρει παντοῦ μαζί της. Ἀπορρίπτει ἑπομένως τὸ ἀντίθετο τῆς, τὸν θάνατο, καὶ ὅπως δὲν ὑπάρχει ἄλλο δυνα­τὸ ξαναγέννημα τῆς ζωῆς παρὰ μόνο ὁ θάνατος, ἡ "ψυχὴ εἶναι ἄφθαρτη (Πλάτωνος Φαίδων, κεφ. 50-56).
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὁ Πλάτων περιγράφει, ὅπως φαντάζεται, τὴν Γῆ ἐσωτερικὰ κὰ ἐξωτερικά, καθὼς καὶ τὴν κρίση τῶν ψυχῶν στὸν Ἅδη.
Ἐκεῖ οἱ ψυχὲς τῶν κακῶν. ἀναλόγως, βέβαια, μὲ τὰ ἐγκλήματα, ποὺ ἔκαναν στὴ ζωή, θὰ τιμωρηθοῦν ἢ θὰ καθαρθοῦν, ἐνῶ οἱ ψυχὲς τῶν ἀγαθῶν θὰ ἀμειφθοῦν καὶ περισσότερο ὅσες καθὰρ θηκαν στὴν Γῆ μὲ τὴν φιλοσοφία (Πλάτωνος, Φαίδων, κεφ. 57-63)
Ἐπειδὴ ἡ ὥρα τοῦ θανάτου τοῦ Σωκράτους πλησίαζε, ὁ Κρίτων ζήτησε ἀπὸ αὐτὸν νὰ τοῦ πεῖ τίς τελευταῖες ἐπιθυμίες του.
Ὁ Σωκράτης ἐγκαταλείπει τὸ δωμάτιο του, γιὰ νὰ λουστεῖ καὶ οἱ μαθητές του θρηνοῦν. Μόλις ἐπέστρεψε, ὁ ὑπηρέτης τῶν ἔνδε­κα τὸν εἰδοποίησε νὰ ἑτοιμαστεῖ.
Ὁ Σωκράτης, χωρὶς νὰ περιμένει τὴν δύση, ζητάει νὰ τοῦ φέρουν τὸ κώνειο. Τὸ πίνει ἀτάραχος, ἐνθαρρύνει του μαθητές του καὶ πεθαίνει ἥσυχος.               Ὁ Φαίδων τελειώνει τὴν ἀφήγηση τοῦ, μιλῶντας μὲ συγκινητικὸ τρόπο γιὰ τὸν δάσκαλο τοῦ (Πλάτωνος Φαίδων, Κεφ. 64-67).

















Τετάρτη 6 Απριλίου 2022

Ἱερὸ νησὶ Δήλου - Γιατί ἀπαγορεύθηκε νὰ γεννιέται καὶ νὰ πεθαίνει κάποιος ἐπάνω σε αὐτό






Αὐγουστιάτικη πανσέληνος,

στὸ νησὶ τοῦ Ἀπόλλωνα καί της της Ἄρτεμις, στὴ Δῆλο
Πολλὰ τὰ ἐρωτήματα: Γιατί o Δαρεῖος ἀπαγόρευσε στὸν ναύαρχό του Δάτη νὰ εἰσβάλει στὴ Δῆλο; Γιατί ὁρίστηκε ἡ ἀπαγόρευση νὰ γεννιέται ἢ νὰ πεθαίνει κανεὶς στὴ Δῆλο; 
Τί σημαίνει ἄραγε ὁ ὅρος «δῆλοι» καὶ τί ἀναφέρει γι' αὐτὸν ἡ Παλιὰ Διαθήκη; 
Πῶς καὶ γιατί οἱ ἀνασκαφὲς ἔδειξαν ὅτι πρὶν λατρευτεῖ o Ἀπόλλωνας, ἡ Δῆλος ἦταν τόπος λατρείας τῆς Ἄρτεμης, γεγονὸς ποὺ μαρτυρὰ μιὰ συνέχεια στὴ λατρεία τῆς μεγάλης προελληνικὴς γυναικείας θεότητας, ἡ ὁποία περιθωριοποιήθηκε μὲ τὴν ἐπικράτηση τῆς λατρείας τοῦ Ἀπόλλωνα; Διαβάστε τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ!.


Ἡ ΔΗΛΟΣ, ὅπως ὅλοι γνωρίζουν, εἶναι ἕνα ὀλοφώτεινο μικρὸ (μέγιστο μῆκος 6 χλμ., μέγιστο πλάτος 1,3 χλμ.) ἄγονο νησί, ποὺ βρίσκεται σχεδὸν στὸ κέντρο τῶν Κυκλάδων (6 μίλια ἀπὸ τὴ Μύκονο). Ὁ παράλιος ὁμώνυμος οἰκισμὸς (14 κάτ., ὑπάλληλοι τῆς Ἀρχαιολογικῆς Ὑπηρεσίας) ὑπάγεται διοικητικὰ στὸν δῆμο Μυκόνου τοῦ νομοῦ Κυκλάδων. Πάντως, στὸ νησὶ ἀπαγορεύεται ἡ παραμονὴ ἐπισκεπτῶν μετὰ τὴ δύση τοῦ Ἥλιου.

Στὴ Δῆλο, σύμφωνα μὲ τὴ μυθολογία, γεννήθηκε ὁ Ἀπόλλωνας. Στὴν ἀρχαιότητα, τὸ νησὶ ὑπῆρξε λατρευτικὸ κέντρο μεγάλης σημασίας. Ἀπὸ τὴ λατρεία τοῦ Ἀπόλλωνα ἀλλὰ καὶ ἄλλων θεοτήτων σώζονται σπουδαῖα δείγματα, καθὼς καὶ μαρτυρίες τοῦ σημαντικοῦ ρόλου ποὺ διαδραμάτισε ἡ Δῆλος στὴν ἱστορία τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδας.


Τὸ ψηλότερο σημεῖο τῆς Δήλου (112 μ.) εἶναι ὁ Κύνθος, τὸ ἱερὸ ὅρος στὰ Α τῆς στενῆς πεδιάδας, ὅπου ἐκτεινόταν ἡ ἀρχαία πόλη καὶ τὸ ἱερὸ τοῦ Ἀπόλλωνα. Ἄλλοι μικρότεροι λόφοι ὁρίζουν τὴν πεδιάδα ἀπὸ τὰ B καὶ τὰ Ν.
 Οἱ ἀκτές, ποὺ εἶναι διαβρωμένες ἀπὸ τὴ θάλασσα καὶ γι' αὐτὸ ἀφιλόξενες, ἔχουν δύο μικρὰ λιμάνια στὴ δυτικὴ πλευρά: τὸ ἀρχαῖο, στὸ ὁποῖο ἀποβιβάζονται καὶ σήμερα οἱ ἐπισκέπτες, καὶ τοὺς Φούρνους. Ὑπάρχουν ἀκόμα δύο μικροὶ ὅρμοι, ἡ Γούρνα ΒΑ καὶ ὁ Σκαρδανὰς ΒΔ.
 Ἕνας χείμαρρος, ὁ Ἰνωπός, ποὺ ξεκινᾷ ἀπὸ τὴ δυτικὴ ἄκρη τοῦ Κύνθου, σχηματίζει ἕνα ἕλος, ποὺ στὴν ἀρχαιότητα ἀποτελοῦσε τὴν «Ἱερὰ Λίμνη» τῆς Δ.
 Ἡ βλάστηση εἶναι ἀραιὴ καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ χαμηλοὺς θάμνους· ἀπὸ ἐπιγραφές, ὅμως, προκύπτει πὼς στὴν ἀρχαιότητα ὑπῆρχαν ἐλιές, συκιές, ἀμπέλια, κῆποι καί, μέσα στὸ τέμενος, ὁλόκληρο ἄλσος. Σήμερα στὸν χῶρο τοῦ ἱεροῦ ὑπάρχει μόνο ἕνας φοίνικας, τὸν ὁποῖο φύτεψαν οἱ ἀρχαιολόγοι ποὺ ἔκαναν τίς ἀνασκαφές τον 19ο αἰ.


Λίγα λόγια γιὰ τὴ Μυθολογία καὶ τὴν Ἱστορία.

Ἡ σημαντικὴ θέση τῆς Δήλου, λόγῳ τῆς ἀσφάλειας ποὺ παρεῖχε σὲ ὅσους ταξίδευαν μεταξὺ Μικρᾶς Ἀσίας, Χίου, Σάμου καὶ κυρίως Ἑλλάδας, προσέλκυσε κατοίκους ἤδη ἀπό την 3η χιλιετία π.Χ. Ἀρχικὰ πρέπει νὰ χρησίμευε ὡς σταθμὸς καὶ ἀργότερα γιὰ μόνιμη ἐγκατάσταση ψαράδων, ναυτικῶν ἀλλὰ καὶ πειρατῶν.


Οἱ πρῶτοι κάτοικοι ἐγκαταστάθηκαν στὸν Κύνθο, γεγονὸς ποὺ μαρτυρὰ ὅτι τὰ παράλια τοῦ νησιοῦ δὲν ἦταν ἀσφαλῆ. Ὁ πρῶτος οἰκισμὸς (περίπου δώδεκα καλύβες) ἱδρύθηκε ἀπὸ ναυτικοὺς ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία, ἴσως Κᾶρες, κατὰ τὴ μαρτυρία τοῦ Θουκυδίδη.

Μέχρι τὸν 14o αἰ. π.Χ. ἡ Δ. ἦταν ἄσημη, γιατί τὸ ἔδαφός της δὲν προσφερόταν γιὰ ἀνάπτυξη οἰκισμοῦ. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ὅμως ἄρχισε ἡ ἐγκατάσταση κατοίκων στὴν παραλία καὶ στὴ θέση τοῦ κατοπινοῦ ἱεροῦ οἰκοδομήθηκαν κάποια λατρευτικὰ κτίρια, ἄγνωστο ποιας θεότητας· εἰκάζεται ὅτι καὶ ἐκεῖ, ὅπως καὶ ἀλλοῦ στὴ Μυκηναϊκὴ Ἑλλάδα, λατρευόταν ἡ μεγάλη γυναικεία θεότητα τῆς γονιμότητας.

Οἱ ἀνασκαφὲς ἔδειξαν ὅτι πρὶν λατρευτεῖ o Ἀπόλλωνας, ἡ Δῆλος ἦταν τόπος λατρείας τῆς Ἄρτεμης, γεγονὸς ποὺ μαρτυρὰ μιὰ συνέχεια στὴ λατρεία τῆς μεγάλης προελληνικὴς γυναικείας θεότητας, ἡ ὁποία περιθωριοποιήθηκε μὲ τὴν ἐπικράτηση τῆς λατρείας τοῦ Ἀπόλλωνα. Στοιχεῖο ἐπιβίωσης τῆς παλιᾶς γυναικείας θεότητας εἶναι καὶ ἡ λατρεία τῆς Λητοῦς ἀλλὰ καὶ τῶν Ὑπερβόρειων Παρθένων, τίς ὁποῖες ἡ ἑλληνικὴ μυθολογία ὑποβίβασε σὲ ἱέρειες τῆς Ἄρτεμης.

Ἡ εἰκόνα τῆς Δ. ἄλλαξε ριζικὰ στὶς ἀρχὲς τῆς 1ης χιλιετίας π.Χ., μὲ τὴν ἐγκατάσταση τῶν Ἰώνων στὸ Αἰγαῖο. Μαζὶ μὲ τοὺς Ἴωνες θὰ πρέπει νὰ μεταφέρθηκε, ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία, καὶ ἡ λατρεία τοῦ Ἀπόλλωνα, τοῦ ὁποίου ἡ μορφὴ κυριάρχησε στὶς γυναικεῖες θεότητες τοῦ νησιοῦ καὶ μετέβαλε τὴ Δῆλο σὲ λατρευτικὸ κέντρο τεράστιας σημασίας. 
Ἔκφραση αὐτῆς τῆς ἀλλαγῆς ἀλλὰ καὶ τῶν ἀγώνων ποὺ ἔγιναν γιὰ τὴν ἐπικράτηση τῆς ἀπολλώνιας λατρείας πρέπει νὰ ἀποτελοῦν τὰ γεγονότα ποὺ ἀναφέρονται στὸν λατρευτικὸ μῦθο τοῦ Ἀπόλλωνα τῆς Δήλου, σχετικὰ μὲ τὴ ζηλοτυπία τῆς Ἥρας γιὰ τὴ Λητώ, τὴ μητέρα τοῦ θεοῦ καὶ τῆς Ἄρτεμης.

Κατὰ τὴν κυρίαρχη ἐκδοχὴ αὐτοῦ τοῦ μύθου, ὅπως δίνεται στὸ πρῶτο μέρος τοῦ ὁμηρικοῦ Ὕμνου στὸν Ἀπόλλωνα (περίπου 700 π.Χ.), ἡ Δ., ποὺ πλανιόταν στὰ κύματα, ἦταν ὁ μόνος τόπος ποὺ δέχτηκε -ὅταν ὅλοι τὴν ἔδιωχναν ἐπειδὴ φοβοῦνταν τὴ ζήλια τῆς Ἥρας- τὴν κυριευμένη ἀπὸ τοὺς πόνους τοῦ τοκετοῦ καὶ κυνηγημένη ἀπὸ τὴν Ἥρα, Λητώ, γιὰ νὰ γεννήσει ἐκεῖ.
 Σὲ ἀντάλλαγμα, ἡ Λητὼ εἶχε ὑποσχεθεῖ στὴ Δῆλο ὅτι ὁ θεὸς ποὺ θὰ γεννιόταν ἀπὸ τὴν ἕνωσή της μὲ τὸν Δία δὲν θὰ περιφρονοῦσε τὴν ἄγονη γῆ τοῦ νησιοῦ.

Μόλις ἡ Λητώ, μὲ τὴ βοήθεια τῆς Εἰλειθυίας καὶ ὅλων τῶν θεῶν ποὺ εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἐκεῖ, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Ἥρα φυσικά, ἔφερε στὸν κόσμο τον Ἀπόλλωνα, τὰ πάντα στὴ Δῆλο πλημμύρισαν χρυσὸ φῶς καὶ o τόπος γέμισε λουλούδια.

Ἄλλες ἐκδοχὲς τοῦ μύθου ἀναφέρουν πὼς o ἴδιος ὁ Δίας παρακολούθησε τὴ γέννηση τοῦ Ἀπόλλωνα ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ Κύνθου καὶ ὅτι τὰ πρῶτα δῶρα στὸν Φοῖβο τὰ ἔφεραν νέοι καὶ νέες ἀπὸ τὸν τόπο τῆς εὐλάβειας καὶ τῆς εὐδαιμονίας, τὴ χώρα τῶν Ὑπερβορείων, ὅπου ἔμενε o Ἀπόλλωνας τοὺς χειμερινοὺς μῆνες.

Ἡ λατρεία τοῦ Ἀπόλλωνα

H λατρεία τοῦ Ἀπόλλωνα, «τοῦ γνησιότερου δημιουργήματος τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος» (Βιλαμόβιτς), κυριάρχησε στὴ Δῆλο ἀπὸ τοὺς ἱστορικοὺς χρόνους, παραμερίζοντας ὅλες τίς ἄλλες λατρεῖες. H μορφὴ τοῦ ἐδῶ ἦταν διαφορετικὴ ἀπὸ τὴ Δελφική, παρὰ τὰ κοινὰ χαρακτηριστικά. Καὶ στὰ δύο ἱερὰ ἦταν θεὸς τῆς μουσικῆς καὶ τοῦ φωτός!

Ἐνῶ ὅμως στὴ Δῆλο γιορταζόταν μὲ χοροὺς καὶ ὕμνους καὶ τιμοῦσαν κυρίως τὴ γέννησή του, στοὺς Δελφοὺς ὁ θεὸς ἦταν αὐστηρὸς καὶ ὑπέβαλλε τὸν ἄνθρωπο σὲ πολλὲς δοκιμασίες. 
Στὴ Δῆλο, παρότι ἀναφέρεται ἡ ὕπαρξη μαντείου, δὲν φαίνεται νὰ ἀναπτύχθηκε αὐτὴ ἡ πλευρὰ τῆς προσωπικότητας τοῦ θεοῦ, ἐνῶ στοὺς Δελφοὺς ἦταν ὁ θεὸς ποὺ φανέρωνε μὲ σημάδια (σήμαινε) τὴ θέληση τοῦ πατέρα του Δία, καὶ μὲ τὴ βοήθειά του οἱ ἄνθρωποι ἀποκτοῦσαν πολιτισμένη καὶ ἀνώτερη ζωή.

Μὲ τὴν ἐγκαθίδρυση τῆς λατρείας τοῦ Φοίβου, ἡ Δῆλος ἔγινε σπουδαῖο θρησκευτικὸ κέντρο. Μὲ τὸν καιρὸ καὶ μὲ τίς ἀλλαγὲς τῆς ἱστορικῆς πορείας τῶν ἑλληνικῶν πόλεων, ἡ σημασία καὶ o πληθυσμὸς τοῦ νησιοῦ μεγάλωναν, ἐνῶ οἱ Ἴωνες τοῦ Αἰγαίου καὶ τῶν δυτικῶν παραλίων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας συγκεντρώνονταν ἐκεῖ μία φορὰ τὸν χρόνο γιὰ τὰ Δήλια, γιορτὲς πρὸς τιμὴν τοῦ θεοῦ.

Τὸ ἐνδιαφέρον τῶν Ἀθηναίων

Ἀποφασιστικὸ στοιχεῖο γιὰ τὴν ἐξέλιξη τοῦ δηλιακοῦ ἱεροῦ ἦταν τὸ ἐνδιαφέρον τῶν Ἀθηναίων ἀπὸ τὴν ἀρχαϊκὴ περίοδο. Ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Πεισίστρατου (6ος αἰ. π.Χ.) οἱ Ἀθηναῖοι συνέδεσαν παλιὲς παραδόσεις τους μὲ τὴ Δῆλο: 
οἱ Ὑπερβόρειες Παρθένες πρὶν φτάσουν στὴ Δῆλο πέρασαν ἀπὸ τίς Πρασιὲς (Πόρτο Ράφτη) τῆς Ἀττικῆς· ὁ πρῶτος βασιλιᾶς τῆς Ἀθήνας Ἐρυσίχθων ἦταν ὁ πρῶτος θεωρὸς (προσκυνητὴς) τοῦ ἱεροῦ νησιοῦ κ.ἄ. 
Οἱ Ἀθηναῖοι διαδέχτηκαν στὴν κυριαρχία τῆς Δήλου τὴ Νάξο, ἡ ὁποία πρέπει νὰ εἶχε τὰ πρωτεῖα ἐκεῖ ἕως τον 6ο αἰ., καὶ ἐπικράτησαν ἕως τὸ 314 π.Χ.

Χαρακτηριστικὸ τῆς φήμης τῆς Δήλου εἶναι πὼς o Δαρεῖος ἀπαγόρευσε στὸν ναύαρχό του Δάτη νὰ εἰσβάλει στὸ νησὶ κατὰ τοὺς Μηδικοὺς πολέμους.

Τὸ 476 π.Χ., ὅταν ἱδρύθηκε ἡ Α' Ἀθηναϊκὴ Συμμαχία, ἡ Δ. ὁρίστηκε ἕδρα τῶν συνελεύσεων καὶ τοῦ ταμείου (τὸ 454 π.Χ. μεταφέρθηκε στὴν Ἀθήνα) ὅπου συγκεντρώνονταν οἱ φόροι τῶν συμμάχων.

Τὸ 426-5 π.Χ., μὲ τὴ δεύτερη κάθαρση τῆς Δ. (ἡ πρώτη εἶχε γίνει τὸ 540 π.Χ.), τὴ μεταφορὰ δηλαδὴ τοῦ περιεχομένου ὅλων τῶν τάφων στὴ γειτονικὴ Ρήνεια, ὁρίστηκε ἡ ἀπαγόρευση νὰ γεννιέται ἢ νὰ πεθαίνει κανεὶς στὴ Δῆλο, ἀφοῦ o Ἀπόλλωνας μισεῖ τὸν θάνατο καὶ οἱ νεκροὶ μιαίνουν τὸ ἱερό του.

Τὸ 403 π.Χ. οἱ Ἀθηναῖοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὴ Δῆλο, ἐπανῆλθαν τὸ 394 π.Χ., μετὰ τὴ νίκη τοῦ ναυάρχου Κόνωνα καὶ ἀποσύρθηκαν πάλι τὸ 314 π.Χ.

Ἀπὸ τότε ἕως τὸ 166 π.Χ. ποὺ κυριάρχησαν πάλι (περίοδος τῆς λεγόμενης Δηλιακὴς ἀνεξαρτησίας) τὸ ἱερὸ κατακλύστηκε ἀπὸ πλῆθος κτίρια, ἀγάλματα καὶ ἄλλες δωρεὲς τῶν ἰσχυρῶν. Τὴν περιουσία τοῦ ἱεροῦ διαχειρίζονταν οἱ Ἰεροποιοί.

Ἀπὸ τὸ 166 π.Χ. ἕως τὸ τέλος τοῦ ἀρχαίου κόσμου κυριάρχησαν στὴ Δῆλο οἱ Ἀθηναῖοι, οἱ ὁποῖοι ἐκδίωξαν τοὺς κατοίκους γιὰ νὰ ἐγκαταστήσουν Ἀθηναίους κληρούχους.

Οἱ Ρωμαῖοι ἀργότερα, γιὰ νὰ πλήξουν τὴ Ρόδο, ἀνακήρυξαν τὴ Δῆλο ἐλεύθερο λιμάνι· τότε ἐγκαταστάθηκαν ἐκεῖ πολλοὶ ξένοι μεταφέροντας μαζὶ καὶ τίς λατρεῖες τῶν θεῶν τους. Ὕστερα ἀπὸ δύο φοβερὲς ἐχθρικὲς ἐπιθέσεις (88 καὶ 69 π.Χ.) ἡ ζωὴ στὴ Δῆλο ἄρχισε νὰ φθίνει καὶ ὁ συνοικισμός της νὰ περιορίζεται, γιὰ νὰ ἐγκαταλειφθεῖ ἐντελῶς στὰ τέλη τοῦ 5ου αἰ. μ.Χ. Ἀπὸ τότε ἔρημη, ἡ Δῆλος χρησίμευσε μόνο ὡς βοσκότοπος.

Ἀπὸ τὴν Ἀναγέννηση καὶ μετὰ τὴν ἐπισκέφθηκαν διάφοροι περιηγητὲς ἀναζητῶντας ἴχνη τῆς ἀρχαιότητας.

Τί ἀναφέρει ἡ Ἀρχαιολογία

Οἱ ἀνασκαφὲς στὴ Δῆλο -τίς ὁποῖες ξεκίνησε τὸ 1873 ἡ Γαλλικὴ Ἀρχαιολογικὴ Σχολή- ἀποκάλυψαν τὰ σπουδαιότερα σημεῖα τοῦ ἱεροῦ του Ἀπόλλωνα καὶ τῆς ἀρχαίας πόλης. Ὅλα αὐτὰ τὰ ἐρείπια, οἱ νεκροὶ δρόμοι, τὰ ἐρειπωμένα σπίτια μὲ τίς αὐλὲς ποὺ διακοσμοῦνται μὲ λαμπρὰ μωσαϊκά, διασώζονται στὴν ἀρχική τους θέσῃ ἀκόμα καὶ σήμερα. 
Πέρα ἀπὸ τὴν εἰδικὴ καλλιτεχνικὴ ἀξία τους, προσφέρουν ἄμεση καὶ χαρακτηριστικὴ αἴσθηση τῆς καθημερινῆς ζωῆς σὲ ἕναν χῶρο ὅπου ἀναπτύχθηκε γιὰ τόσους αἰῶνες μιὰ ἐξαιρετικὰ ποικιλόμορφη καὶ πλούσια δραστηριότητα.

To ἱερὸ τοῦ Ἀπόλλωνα καὶ τὰ δημόσια κτίρια ποὺ τὸ περιστοιχίζουν βρίσκονται στὴ βορειοδυτικὴ πλευρὰ τοῦ νησιοῦ. Τὸ τέμενος τοῦ Ἀπόλλωνα βρίσκεται στὴ θέση ἀμέσως μετὰ τὸ λιμάνι. Μετὰ τὰ προπύλαια τοῦ ἱεροῦ (2ος αἰ. π.Χ.) καὶ τὴν Ἀγορὰ τῶν Κομπεταλιαστῶν (Ἰταλῶν ἐμπόρων ποὺ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ στὴ Δ.) βρίσκεται ὁ Οἶκος τῶν Ναξίων (560 π.Χ.) καὶ ἀνατολικότερα τὸ κτίριο Γ, μία ἀπὸ τίς πιὸ καλοδιατηρημένες κατασκευὲς τοῦ νησιοῦ.

Ἡ Ἱερὰ ὁδός, πλαισιωμένη ἀπὸ ἀναθηματικὲς βάσεις, ὁδηγεῖ ἐμπρὸς στοὺς τρεῖς ναοὺς τοῦ Ἀπόλλωνα. Γύρω ἀπὸ τὸν ἕναν, τὸν πώρινο, εἶναι χτισμένοι σὲ ἡμικύκλιο πέντε θησαυροί, ἕνας ἀρχαϊκὸς καὶ τέσσερις κλασικοί.

Καὶ οἱ τάφοι τῆς Όπιδας καὶ τῆς Ἄργης, ὅπως καὶ τῶν Ὑπερβόρειων Παρθένων;
Στὴν ἀνατολικὴ πλευρὰ τοῦ περιβόλου του ἱεροῦ ὑπάρχει τὸ Πρυτανεῖο (ἀρχὲς 5ου αἰ. π.Χ.). Τὴ βόρεια πλευρὰ τοῦ ἱεροῦ διασχίζει ἡ Στοὰ τοῦ βασιλιᾶ τῆς Μακεδονίας Ἀντίγονου (τέλη 3ου αἰ. π.Χ.), μπροστὰ ἀπὸ τὴν ὁποία βρίσκεται ἡ Θήκη, τάφος τῆς Όπιδας καὶ τῆς Ἄργης, τῶν δύο Ὑπερβόρειων Παρθένων ποὺ παραστάθηκαν στὴ γέννηση τοῦ Ἀπόλλωνα· ὁ τάφος τῶν δύο ἄλλων Ὑπερβόρειων Παρθένων, τῆς Λαοδίκης καὶ τῆς Ὑπερύμης, βρίσκεται στὸ Σῆμα, στὴ δυτικὴ πλευρὰ τοῦ τεμένους, ἡ ὁποία, ὅπως καὶ ἡ νότια, κλείνει μὲ τὴ Στοὰ τῶν Ναξίων.

Κοντὰ στοὺς ναοὺς τοῦ Ἀπόλλωνα βρίσκεται τὸ Ἀρτεμίσιο, ναὸς τοῦ 7ου αἰ. π.Χ., σὲ ἕναν χῶρο ποὺ ἦταν λατρευτικὸς ἀπό τη 2η χιλιετία π.Χ., ὅπως πιστοποιοῦν πολλὰ μυκηναϊκὰ ἀναθηματικὰ εὑρήματα. Ἐπάνω στὸν ἀρχαϊκὸ ναὸ κατασκευάστηκε ἄλλος κατὰ τὴν ἑλληνιστικὴ περίοδο.

Βόρεια τοῦ Ἀρτεμισίου βρίσκονται τὸ Ἐκκλησιαστήριο καὶ τὸ Θεσμοφόριο. Βόρεια τοῦ τεμένους τοῦ Ἀπόλλωνα βρίσκονται ἡ συνοικία τῆς Λίμνης, ναὸς ἀφιερωμένος στοὺς 12 θεούς, τὸ ἱερὸ τῆς Λητοῦς καὶ ἡ περίφημη Λεωφόρος τῶν λεόντων. Πρόκειται γιὰ σπουδαῖα δείγματα τῆς ἀρχαϊκῆς τέχνης τῆς Νάξου, μοναδικὰ στὸν ἑλληνικὸ χῶρο.

Στὴ συνοικία τοῦ θεάτρου, ΝΑ, ἔχουν ἀποκαλυφθεῖ πολλὲς κατοικίες μὲ ὡραῖα μωσαϊκά. Στὰ Ν προβάλλει ἡ συνοικία τοῦ ποταμοῦ Ἰνωποῦ καὶ ἡ Ταράτσα τῶν Ξένων θεῶν μὲ τὸ Ἠραῖο, τὸν μοναδικὸ ναὸ ἑλληνικῆς θεότητας στὴν περιοχή (!). Μιὰ σκάλα, νοτιότερα, ὁδηγεῖ στὴν κορυφὴ τοῦ Κύνθου καὶ στὸ Ἄντρο, ὅπου κατὰ τὰ ἑλληνιστικὰ χρόνια χτίστηκε ἕνα ἱερὸ τοῦ Ἀπόλλωνα. Στὴν κορυφὴ τοῦ λόφου ὑπάρχει τὸ Κύνθιο, ἕνα ἀπὸ τὰ ἱερότερα σημεῖα τῆς Δήλου







Κυριακή 27 Μαρτίου 2022

Ἡ ὁμιλία τοῦ Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στὴν Πνύκα










Ὁ λόγος ποὺ ἔβγαλε ὁ Κολοκοτρώνης ἀνεβασμένος στὰ βράχια τῆς Πνύκας, ὅπως στὰ παλιὰ τὰ χρόνια τόσοι τρανοὶ ρήτορες στοὺς Ἀθηναίους, στέκεται ἡ πνευματικὴ διαθήκη τοῦ ἥρωα στὸ Ἔθνος. 
Ὁ λόγος τοῦ ἀγράμματου, μὰ σοφοῦ στρατηγοῦ πρὸς τὰ νιᾶτα τῆς Ἀθήνας τοῦ 1838. Τὸν παρακάτω λόγο τὸν ἀπεύθυνε πρὸς τοὺς νέους του Ἀ΄ Γυμνασίου τῆς Ἀθήνας:

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
7 Ὀκτωβρίου 1838


Παιδιά μου!



Εἰς τὸν τόπο τοῦτο, ὁπού,ὁποῦ ἐγὼ πατῶ σήμερα, ἐπατοῦσαν καὶ ἐδημηγορούσαν τὸν παλαιὸ καιρὸ ἄνδρες σοφοί, καὶ ἄνδρες μὲ τοὺς ὁποίους δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ συγκριθῶ καὶ οὔτε νὰ φθάσω τὰ ἴχνη των. Ἐγὼ ἐπιθυμοῦσα νὰ σᾶς ἰδῶ, παιδιά μου, εἰς τὴν μεγάλη δόξα τῶν προπατόρων μας, καὶ ἔρχομαι νὰ σᾶς εἰπῶ, ὅσα εἰς τὸν καιρὸ τοῦ ἀγῶνος καὶ πρὸ αὐτοῦ καὶ ὕστερα ἀπ' αὐτὸν ὁ ἴδιος ἐπαρατήρησα, καὶ ἀπ' αὐτὰ νὰ κάμωμε συμπερασμοὺς καὶ δια τὴν μέλλουσαν εὐτυχίαν σας, μολονότι ὁ Θεὸς μόνος ἠξεύρει τὰ μέλλοντα. Καὶ δια τους παλαιοὺς Ἕλληνας, ὁποίας γνώσεις εἶχαν καὶ ποία δόξα καὶ τιμὴν ἔχαιραν κοντὰ εἰς τὰ ἄλλα ἔθνη τοῦ καιροῦ των, ὁποίους ἥρωας, στρατηγούς, πολιτικοὺς εἶχαν, δια ταῦτα σᾶς λέγουν καθ' ἡμέραν οἱ διδάσκαλοί σας καὶ οἱ πεπαιδευμένοι μας.
 Ἐγὼ δὲν εἶμαι ἀρκετός. Σᾶς λέγω μόνον πὼς ἦταν σοφοί, καὶ ἀπὸ ἐδῶ ἐπῆραν καὶ ἐδανείσθησαν τὰ ἄλλα ἔθνη τὴν σοφίαν των. Εἰς τὸν τόπον, τὸν ὁποῖον κατοικοῦμε, ἐκατοικοῦσαν οἱ παλαιοὶ Ἕλληνες, ἀπὸ τοὺς ὁποίους καὶ ἡμεῖς καταγόμεθα καὶ ἐλάβαμε τὸ ὄνομα τοῦτο. Αὐτοὶ διέφεραν ἀπὸ ἡμᾶς εἰς τὴν θρησκείαν.


Οἱ παλαιοὶ Ἕλληνες, οἱ πρόγονοί μας, ἔπεσαν εἰς τὴν διχόνοια καὶ ἐτρώγονταν μεταξύ τους, καὶ ἔτσι ἔλαβαν καιρὸ πρῶτα οἱ Ρωμαῖοι, ἔπειτα ἄλλοι βάρβαροι καί τους ὑπόταξαν. 
Ὕστερα ἦλθαν οἱ Μουσουλμᾶνοι καὶ ἔκαμαν ὅ,τι ἠμποροῦσαν, δια νὰ ἀλλάξῃ ὁ λαὸς τὴν πίστιν του. Ἔκοψαν γλῶσσες εἰς πολλοὺς ἀνθρώπους, ἀλλ' ἐστάθῃ ἀδύνατο νὰ τὸ κατορθώσουν. 
Τὸν ἕνα ἔκοπταν, ὁ ἄλλος τὸ σταυρό του ἔκαμε. Σὰν εἶδε τοῦτο ὁ σουλτᾶνος, διόρισε ἕνα βιτσερέ [ἀντιβασιλέα], ἕναν πατριάρχη, καί του ἔδωσε τὴν ἐξουσία τῆς ἐκκλησίας. 
Αὐτὸς καὶ ὁ λοιπὸς κλῆρος ἔκαμαν ὅ,τι τοὺς ἔλεγε ὁ σουλτᾶνος. 
Ὕστερον ἔγιναν οἱ κοτζαμπάσηδες [προεστοί] εἰς ὅλα τὰ μέρη. Ἡ τρίτη τάξη, οἱ ἔμποροι καὶ οἱ προκομμένοι, τὸ καλύτερο μέρος τῶν πολιτῶν, μὴν ὑποφέρνοντες τὸν ζυγὸ ἔφευγαν, καὶ οἱ γραμματισμένοι ἐπῆραν καὶ ἔφευγαν ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, τὴν πατρίδα των, καὶ ἔτσι ὁ λαός, ὅστις στερημένος ἀπὸ τὰ μέσα τῆς προκοπῆς, ἐκατήντησεν εἰς ἀθλίαν κατάσταση, καὶ αὐτὴ αὔξαινε κάθε ἥμερα χειρότερα· διότι, ἂν εὑρίσκετο μεταξὺ τοῦ λαοῦ κανεὶς μὲ ὀλίγην μάθηση, τὸν ἐλάμβανε ὁ κλῆρος, ὅστις ἔχαιρε προνόμια, ἢ ἐσύρετο ἀπὸ τὸν ἔμπορο τῆς Εὐρώπης ὡς βοηθός του ἢ ἐγίνετο γραμματικὸς τοῦ προεστοῦ. Καὶ μερικοὶ μὴν ὑποφέροντες τὴν τυραννίαν τοῦ Τούρκου καὶ βλέποντας τὲς δόξες καὶ τὲς ἡδονὲς ὁπού,ὁποῦ ἀνελάμβαναν αὐτοί, ἄφηναν τὴν πίστη τους καὶ ἐγίνοντο Μουσουλμᾶνοι. 
Καὶ τοιουτοτρόπως κάθε ἥμερα ὁ λαὸς ἐλίγνευε καὶ ἐπτώχαινε.



Εἰς αὐτὴν τὴν δυστυχισμένη κατάσταση μερικοὶ ἀπὸ τοὺς φυγάδες γραμματισμένους ἐμετάφραζαν καὶ ἔστελναν εἰς τὴν Ἑλλάδα βιβλία, καὶ εἰς αὐτοὺς πρέπει νὰ χρωστοῦμε εὐγνωμοσύνη, διότι εὐθὺς ὁπού,ὁποῦ κανένας ἄνθρωπος ἀπό το λαὸ ἐμάνθανε τὰ κοινὰ γράμματα, ἐδιάβαζεν αὐτὰ τὰ βιβλία καὶ ἔβλεπε ποίους εἴχαμε προγόνους, τί ἔκαμεν ὁ Θεμιστοκλῆς, ὁ Ἀριστείδης καὶ ἄλλοι πολλοὶ παλαιοί μας, καὶ ἐβλέπαμε καὶ εἰς ποίαν κατάσταση εὑρισκόμεθα τότε. 
Ὅθεν μᾶς ἦλθεν εἰς τὸ νοῦ νὰ τοὺς μιμηθοῦμε καὶ νὰ γίνουμε εὐτυχέστεροι. Καὶ ἔτσι ἔγινε καὶ ἐπροόδευσεν ἡ Ἑταιρεία.


Ὅταν ἀποφασίσαμε νὰ κάμωμε τὴν Ἐπανάσταση, δὲν ἐσυλλογισθήκαμε οὔτε πόσοι εἴμεθα οὔτε πὼς δὲν ἔχομε ἅρματα οὔτε ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἐβαστοῦσαν τὰ κάστρα καὶ τὰς πόλεις οὔτε κανένας φρόνιμος μᾶς εἶπε «ποῦ πᾶτε ἐδῶ νὰ πολεμήσετε μὲ σιταροκάραβα βατσέλα», ἀλλὰ ὡς μία βροχὴ ἔπεσε εἰς ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας, καὶ , καὶ ὁ κλῆρος μας καὶ οἱ προεστοὶ καὶ οἱ καπεταναῖοι καὶ οἱ πεπαιδευμένοι καὶ οἱ ἔμποροι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμε εἰς αὐτὸ τὸ σκοπὸ καὶ ἐκάμαμε τὴν Ἐπανάσταση.


Εἰς τὸν πρῶτο χρόνο τῆς Ἐπαναστάσεως εἴχαμε μεγάλη ὁμόνοια καὶ ὅλοι ἐτρέχαμε σύμφωνοι. Ὁ ἕνας ἐπῆγεν εἰς τὸν πόλεμο, ὁ ἀδελφός του ἔφερνε ξύλα, ἡ γυναῖκα του ἐζύμωνε, τὸ παιδί του ἐκουβαλοῦσε ψωμὶ καὶ μπαρουτόβολα εἰς τὸ στρατόπεδον καὶ ἐὰν αὐτὴ ἡ ὁμόνοια ἐβαστοῦσε ἀκόμη δύο χρόνους, ἠθέλαμε κυριεύσει καὶ τὴν Θεσσαλία καὶ τὴν Μακεδονία, καὶ ἴσως ἐφθάναμε καὶ ἕως τὴν Κωνσταντινούπολη.
 Τόσον τρομάξαμε τοὺς Τούρκους, ὁπού,ὁποῦ ἄκουγαν Ἕλληνα καὶ ἔφευγαν χίλια μίλια μακρά. Ἑκατὸν Ἕλληνες ἔβαζαν πέντε χιλιάδες ἐμπρός, καὶ ἕνα καράβι μιὰν ἄρμάδα. Ἄλλὰ δὲν ἐβάσταξε!.


Ἦλθαν μερικοὶ καὶ ἠθέλησαν νὰ γένουν μπαρμπέρηδες εἰς τοῦ κασίδη τὸ κεφάλι. Μᾶς πονοῦσε τὸ μπαρμπέρισμά τους. Μὰ τί νὰ κάμομε; Εἴχαμε καὶ αὐτουνῶν τὴν ἀνάγκη. Ἀπὸ τότε ἤρχισεν ἡ διχόνοια καὶ ἐχάθῃ ἡ πρώτη προθυμία καὶ ὁμόνοια. 
Καὶ ὅταν ἔλεγες τὸν Κώστα νὰ δώσει χρήματα διὰ τὰς ἀνάγκας τοῦ ἔθνους ἢ νὰ ὑπάγει εἰς τὸν πόλεμο, τοῦτος ἐπρόβαλλε τὸν Γιάννη.
Καὶ μ' αὐτὸν τὸν τρόπο κανεὶς δὲν ἤθελε οὔτε νὰ συνδράμει οὔτε νὰ πολεμήσει. Καὶ τοῦτο ἐγίνετο, ἐπειδὴ δὲν εἴχαμε ἕνα ἀρχηγὸ καὶ μίαν κεφαλή. 
Ἄλλὰ ἕνας ἔμπαινε πρόεδρος ἕξι μῆνες, ἐσηκώνετο ὁ ἄλλος καὶ τὸν ἔριχνε καὶ ἐκάθετο αὐτὸς ἄλλους τόσους, καὶ ἔτσι ὁ ἕνας ἤθελε τοῦτο καὶ ὁ ἄλλος τὸ ἄλλο. Ἰσως ὅλοι ἠθέλαμε τὸ καλό, πλὴν καθένας κατὰ τὴν γνώμη του. 
Ὅταν προστάζουνε πολλοί, ποτὲ τὸ σπίτι δὲν χτίζεται οὔτε τελειώνει. 
Ὁ ἕνας λέγει ὅτι ἡ πόρτα πρέπει νὰ βλέπει εἰς τὸ ἀνατολικὸ μέρος, ὁ ἄλλος εἰς τὸ ἀντικρινὸ καὶ ὁ ἄλλος εἰς τὸν Βορέα, σὰν νὰ ῆτον τὸ σπίτι εἰς τὸν ἀραμπᾶ καὶ νὰ γυρίζει, καθὼς λέγει ὁ καθένας. Μὲ τοῦτο τὸν τρόπο δὲν κτίζεται ποτὲ τὸ σπίτι, ἀλλὰ πρέπει νὰ εἶναι ἕνας ἀρχιτέκτων, ὁπού,ὁποῦ νὰ προστάζει πὼς θὰ γενεί.
 Παρομοίως καὶ ἡμεῖς ἐχρειαζόμεθα ἕναν ἀρχηγὸ καὶ ἕναν ἀρχιτέκτονα, ὅστις νὰ προστάζει καὶ οἱ ἄλλοι νὰ ὑπακούουν καὶ νὰ ἀκολουθοῦν. Ἀλλ' ἐπειδὴ εἴμεθα εἰς τέτοια κατάσταση, ἐξ αἰτίας τῆς διχόνοιας, μᾶς ἔπεσε ἡ Τουρκιὰ ἐπάνω μας καὶ κοντέψαμε νὰ χαθοῦμε, καὶ εἰς τοὺς στερνοὺς ἑπτὰ χρόνους δὲν κατορθώσαμε μεγάλα πράγματα.



Εἰς αὐτὴ τὴν κατάσταση ἔρχεται ὁ βασιλεύς, τὰ πράγματα ἡσυχάζουν καὶ τὸ ἐμπόριο καὶ ἢ γεωργία καὶ οἱ τέχνες ἀρχίζουν νὰ προοδεύουν καὶ μάλιστα ἢ παιδεία. Αὐτὴ ἡ μάθησις θὰ μᾶς αὐξήσει καὶ θὰ μᾶς εὐτυχήσει. Ἀλλὰ διὰ νὰ αὐξήσομεν, χρειάζεται καὶ ἡ στερέωσις τῆς πολιτείας μας, ἡ όποία γίνεται μὲ τὴν καλλιέργεια καὶ μὲ τὴν ὑποστήριξη τοῦ Θρόνου. 
Ὁ βασιλεύς μας εἶναι νέος καὶ συμμορφώνεται μὲ τὸν τόπο μας, δὲν εἶναι προσωρινός, ἀλλ' ἡ βασιλεία του εἶναι διαδοχικὴ καὶ θὰ περάσει εἰς τὰ παιδιὰ τῶν παιδιῶν του, καὶ μὲ αὐτὸν κι ἐσεῖς καὶ τὰ παιδιά σας θὰ ζήσετε. Πρέπει νὰ φυλάξετε τὴν πίστη σας καὶ νὰ τὴν στερεώσετε, διότι, ὅταν ἐπιάσαμε τὰ ἅρματα εἴπαμε πρῶτα ὑπὲρ πίστεως καὶ ἔπειτα ὑπὲρ πατρίδος. 
Ὅλα τὰ ἔθνη τοῦ κόσμου ἔχουν καὶ φυλάττουν μιὰ Θρησκεία. Καὶ αὐτοί, οἱ Ἑβραῖοι, οἱ όποῖοι κατατρέχοντο καὶ μισοῦντο καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη, μένουν σταθεροὶ εἰς τὴν πίστη τους.


Νὰ  μὴν   ἔχεται   πολυτέλεια,  νὰ  μὴν   πηγαίνεται   εἰς  τοῦς  καφενέδες   καὶ  εἴς  τὰ  μπιλιάρδα .
Νὰ   δοθῆτε   εἰς   τᾶς   σπουδάς  σας ,  καὶ   καλλίτερα  νὰ  κοπιάσετε   ὁλίγον   δύο  καὶ  τρεῖς  χρόνους  καὶ  νὰ  ζήσετε    ἐλεύθεροι   εἵς   τὸ  ἐπίλοπο   τῆς   ζωῆς  σας ,  παρὰ  νὰ  περάσετε   τεσσάρους    πέντε   χρόνους   τὴ  νεότητά σας ,  καὶ  νὰ  μείνετε   ἀγράμματοι .  Νὰ   σκλαβωθῆτε    εἰς   τὰ  γράμματα  σᾶς    Νὰ   ἀακούετε     τᾶς     συμβουλὰς    τῶν   διδασκάλων   καὶ   γεροντοτέρων
καὶ  κατὰ   τὴν   παροιμία,  μύρια  ἡξευρε   καὶ    χίλια  μάθαινε .   ἡ   προκοπὴ σᾶς    καὶ   ἡ   μάθηση   σᾶς  νὰ   μὴν    γίνει    σκερπάρνι   μόνο  γιὰ  τὸ  ἀτομό  σας ,    ἀλλὰ   νὰ   κοιτάζει   τὸ  κάλο   τῆς   Κοινότητας ,  καὶ  μέσα   εἰς  τὸ  κάλο   αὐτὸ   εὐρίσκεται   καὶ  τὸ   δικόσας .



Ἐγώ, παιδιά μου, κατὰ κακὴ μοῦ τύχη, ἐξ αἰτίας τῶν περιστάσεων, ἔμεινα ἀγράμματος καὶ δια τοῦτο σᾶς ζητῶ συγχώρηση, διότι δὲν ὁμιλῶ καθὼς οἱ δάσκαλοι σᾶς. 
Σᾶς εἶπα ὅσα ὁ ἴδιος εἶδα, ἤκουσα καὶ ἐγνώρισα, δια νὰ ὠφεληθῆτε ἀπὸ τὰ ἀπερασμένα καὶ ἀπὸ τὰ κακὰ ἀποτελέσματα τῆς διχονοίας, τὴν ὁποίαν νὰ ἀποστρέφεσθε, καὶ νὰ ἔχετε ὁμόνοια. Ἐμᾶς μὴ μᾶς τηρᾶτε πλέον. 
Τὸ ἔργο μας καὶ ὁ καιρός μας ἐπέρασε. Καὶ αἱ ἡμέραι τῆς γενεᾶς, ἡ ὁποία σᾶς ἄνοιξε το δρόμο, θέλουν μετ' ὀλίγον περάσει. Τὴν ἡμέρα τῆς ζωῆς μας θέλει διαδεχθῇ ἡ νύκτα τοῦ θανάτου μας, καθὼς τὴν ἡμέραν τῶν Ἁγίων Ἀσωμάτων θέλει διαδεχθῇ ἡ νύκτα καὶ ἡ αὐριανὴ ἥμερα. 
Εἰς ἐσᾶς μένει νὰ ἰσάσετε καὶ νὰ στολίσετε τὸν τόπο, ὁπού,ὁποῦ ἡμεῖς ἐλευθερώσαμε· καί, δια νὰ γίνῃ τοῦτο, πρέπει νὰ ἔχετε ὡς θεμέλια τῆς πολιτείας τὴν ὁμόνοια, τὴν θρησκεία, τὴν καλλιέργεια τοῦ Θρόνου καὶ τὴν φρόνιμον ἐλευθερία.

Τελειώνω το λόγο μου.


Ζήτω ὁ Βασιλεύς μας Ὄθων! Ζήτω οἱ σοφοὶ διδάσκαλοι! Ζήτω ἡ Ἑλληνικὴ Νεολαία!


                                                   








Τετάρτη 9 Μαρτίου 2022

Λαμίᾳ: Μιὰ μαρτυρία γιὰ τὸν ἐνταφιασμὸ τοῦ Διάκου (ἀποκαλυπτικὰ ἔγγραφα) ΙΣΤΟΡΙΑ



 Ἐλάχιστες καὶ συγκεχυμένες ἦταν οἱ πληροφορίες, ποὺ εἴχαμε μέχρι τώρα, σχετικὰ μὲ τὴν τύχῃ τοῦ σώματος τοῦ μάρτυρα τῆς ἐλευθερίας Ἀθανασίου Διάκου. 

Σύμφωνα μὲ μιὰ ἄποψη, ἐπειδὴ τὸ καρφωμένο στὴ σούβλα σῶμα τοῦ Διάκου καὶ τὰ κομμένα κεφάλια τῶν συμπολεμιστῶν του, τὰ ὁποῖα εἶχαν τοποθετηθεῖ πάνω στὴν κοπριὰ ὁλόγυρα ἀπ' τὸ Διάκο, εἶχαν ἀρχίσει νὰ μυρίζουν, ἀφοῦ ἦταν ἐκτεθειμένα γιὰ ἕξι μέρες, οἱ Τοῦρκοι ἀγγάρεψαν τοὺς Λαμιῶτες Κεφάλα καὶ Φαραδῆμο νὰ ρίξουν τὸ πτῶμα τοῦ Διάκου καὶ τὰ κομμένα κεφάλια στὸ διπλανὸ ρέμα (Σκατόρεμα) καὶ νὰ τὰ σκεπάσουν μὲ κοπριές1.

 Σύμφωνα μὲ μία παράδοση, τὴν ὁποία παραθέτει ὁ Λάππας (ό. π. 150 κ.ε.), τὸ πτῶμα τοῦ Διάκου τὸ ξέχωσε τὴν ἄλλη νύχτα κάποιος Ἕλληνας Λαμιώτης, τὸ ἔπλυνε, τὸ σαβάνωσε καὶ τὸ ἔθαψε ἔ­ξω απὸ κάποιο ἐρημοκκλήσι στὴ Λαμίᾳ. Ὅμως, σύμφωνα μὲ τὰ γραφόμενα τοῦ Θ. Λάσκαρη, «ὅτε ἡ Ἑλλὰς ἔγινεν ἐλεύθερον βασίλειον τὸ μέρος ἠρευνήθῃ, ἀλλ' οὐ­δὲν ἴχνος ἀνευρέθῃ»2. 

Ὁ Λάππας (ό. π. 151) πιστεύει ὅτι ἡ ταφὴ ἔγινε στὸ Σκατόρεμα κι ὅτι τὰ ὀστᾶ τοῦ Διάκου χάθηκαν γιὰ πάντα.

Στὸ παραπάνω πρόβλημα ρίχνει ἀρκετὸ φῶς ἕνα ἔγγραφο τοῦ ἀγωνιστῆ Πα­ναγιώτη Σκόρδη ἀπ' τὴ Βέρβενα τῆς Ἀρκαδίας3.
 Στὸ ἔγγραφο αὐτό, τὸ ὁποῖο ἀπευ­θύνεται «Πρὸς τὴν ἐπὶ τῶν θυσιῶν καὶ ἀγώνων ἐξεταστικὴν ἐπιτροπήν», μὲ ἠμε­ρομηνία 10 Αὐγούστου 1846, ἀνάμεσα στ' ἄλλα ἀναφέρεται ὅτι μετὰ τὸ μαρτυρι­κὸ θάνατο τοῦ Διάκου, ὁ Σκόρδης ἀγόρασε ἀπ' τοὺς Τούρκους τὸ σῶμα του καὶ τὸ ἐνταφίασε μαζὶ μὲ τὰ ἑκατὸν τριάντα κεφάλια τῶν Ἑλλήνων ποὺ θυσιάσθηκαν στὴν Ἀλαμάνα4. 

Ὁ Σκόρδης δὲν ἀναφέρει σε ποιό σημεῖο ἔγινε ἡ ταφή, σημειώνει ὅμως ὅτι ἔγινε «μ' ὅλην τὴν μεγαλοπρέπειαν» κι ὅτι δαπάνησε γιὰ τὴν ἐξαγορὰ καὶ τὴν ταφή, καθὼς καὶ γιὰ τὴν ἐξαγορὰ εἴκοσι τεσσάρων Ἑλλήνων αἰχμαλώ­των3, πέντε χιλιάδες γρόσια.

Ἐκτὸς ἀπ' τὴ μαρτυρία γιὰ τὴν τύχη τοῦ σώματος τοῦ Διάκου, σημαντικὴ εἶ­ναι ἡ ἔμμεση πληροφορία ὅτι στὴ μάχη τῆς Ἀλαμάνας θυσιάσθηκαν συνολικὰ ἐ­κατὸν τριάντα Ἔλληνες6, 

τὰ κεφάλια τῶν ὁποίων ἐνταφιάσθηκαν μαζὶ μὲ τὸ Διά­κο. Στὸ ἴδιο ἔγγραφο ὑπάρχουν διαφωτιστικὲς πληροφορίες γιὰ τὴν πολιορκία τῆς Λιβαδειὰς ἀπ' τοὺς Τούρκους, γιὰ τοὺς Σουλιῶτες, τὸν Ὀδ. Ἀνδροῦτσο, τὸν Χρ. Παλάσκα κ.ἄ.

Ὁ Σκόρδης εἶχε τὴ δυνατότητα νὰ ἐξαγοράσει καὶ νὰ θάψει τὸ σῶμα τοῦ Διάκου καὶ τὰ κομμένα κεφάλια τῶν συμπολεμιστῶν του, γιατί ἦταν γραμματέας τοῦ Ὀμὲρ Βρυώνη7.

 Οἱ μαρτυρίες τοῦ Σκόρδη πρέπει νὰ θεωρηθοῦν ἔγκυρες γιατί ἦταν ἀξιόπιστο πρόσωπο, ὅπως φαίνεται κι ἀπ' τὸ πιστοποιητικὸ τοῦ Παν. Ζαφειρόπουπου, ὁ ὁποῖος διασταύρωσε τίς πληροφορίες ποὺ εἶχε.

 Ὁ Σκόρδης ἦταν μυη­μένος στὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία, κι ἀργότερα, ὅταν ἦρθε στὴν Ἀρκαδία, ἡ Πελοποννη­σιακὴ Γερουσία τὸν διόρισε ὑπασπιστῆ τοῦ Παν. Ζαφειρόπουλου5. Γιὰ ἕνα μέρος τῶν δραστηριοτήτων του στὴν Ἀνατολικὴ Στερεὰ Ἑλλάδα, ὁ Σκόρδης ἐπικαλεῖται τὴ μαρτυρία τῶν προκρίτων της Λιβαδειὰς Νικόλαου καὶ λάμπρος Νάκου.

Ἡ μαρτυρία τοῦ Σκόρδη, ὅτι δηλαδὴ ὁ Διάκος θάφθηκε κανονικὰ μαζὶ μὲ τὰ ἑκατὸν τριάντα κεφάλια τῶν συμπολεμιστῶν του, δίνει τὴ δυνατότητα τῆς ταύτισης τῶν ὀστῶν τοῦ Διάκου σὲ μελλοντικὴ ἀνεύρεση τούς. Ὁ ὁμαδικὸς αὐτὸς τάφος θὰ πρέπει νὰ ἀναζητηθεῖ, πιστεύω, στὸ τότε χριστιανικὸ νεκροταφεῖο τῆς Λαμίας9.


Παραθέτω ἐδῶ τὸ ἔγγραφο σὲ μεταγραφή, διατηρῶντας τὴν ὀρθογραφία του:


«Πρὸς τὴν ἐπὶ τῶν θυσιῶν καὶ ἀγώνων ἐξεταστικὴν ἐπιτροπήν.


Ὁ ὑπογεγραμμένος εἶμαι ἐκ τον χωρίου Βερδαίνων τῆς ἐπαρχίας ἁγίου Πέ­τρου ἀγωνιστὴς εἰς τὸν ὑπὲρ ἀνεξαρτησίας τῆς πατρίδος Ἱερὸν πόλεμον, καὶ ἀπὸ ἐκείνους ὅπου ὑπηρέτησα τὴν πατρίδα ἐξωτερικὸς καὶ ἐσωτερικῶς.

Πρὶν τοῦ Ἱεροῦ ἀγῶνος ἤμουν εἰς τὸν ὀμὲρ πασιὰ βερβεριόνη ἕνας τῶν Γραμματέων αὐτοῦ, ἤμουν ὁρκισμένος εἰς τὴν Ἱερὰν Ἐταιρίαν τῆς Πατρίδος, καὶ ἅμα ἐπολιορκήθῃ ὁ Ἀλὶ πασᾶς ἐδιετάχθην ἀπὸ τὴ συναδελφὴ νὰ διαμένω εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τοῦ ὀμερπασιὰ καὶ συνδράμω, καθὰς ὁδηγίας ἔλαβον παρὰ τοὺς ἑταιρικοὺς συναδέλφους, καὶ εἰδοποιῷ αὐτοὺς τὰ στρατηγήματα τῶν πασιάδων.


Καὶ πρῶτον εἰδοποίησα τοὺς Σουλιώτας ἀφοῦ ἐκήρυξαν τὸν πόλεμον, καὶ ἐξαπέστειλα  εἰς αὐτοὺς τρία φορτία πολεμοφόδια μέσον τοῦ  ἐπισκόπου  Ἄρτης.

Ἐλευθέρωσα ἀπὸ τὴν φυλακὴν ἕνα κελαρίτη Τασούλια χρισικὸν τοῦ Μουχτὰρ πασᾶ.

Τὸν Γεώργιον Τουρτούρην ὁμοίως ἐλευθέρωσα ἀπὸ τὸν θάνατον καὶ τὴν φυ­λακήν, μάρτυρας εἶναι ἡ οἰκογένεια αὐτοῦ.

Τὸν μακαρίτην Χρῆστον Μπαλάσκα ἔχων εἰς τὴν φυλακὴν ὁ Ἰσμαὴλ πασιὰς καὶ τὸν ἐλευθέρωσα καὶ χρήματα ἀρκετὰ τὸν ἐβοήθησα αὐτὸν τε καὶ τὴν φαμελείαν του μάρτυρας ἔχω τὴν ἰδίαν Σύζυγόν του κυρίαν Παλάσχα.

Ἐκστράτευσεν ὁ Ὀμὲρ πασιὰς δια τὴν Πελοπόννησον καὶ φθάσας εἰς τὸ Δερβένι Φούρκα μὲ τὰ στρατεύματα τοῦ δὲν ἔλειψα νὰ εἰδοποιῶ τὰ Ἑλληνικὰ Στρατεύματα καὶ αὐτὸν τὸν μακαρίτην Διάκον ὅλα τὰ Στρατηγήματα τὸν Ὀμὲρ πασιά, καὶ ἀφοῦ ἐσυλήφθη ὁ Μακαρίτης Διάκος, καὶ ἐθανατώθῃ μὲ τὸν αἰσχρότατον θάνατον, ἀγόρασα τὸ σῶμα του καὶ τὸ ἐνταφίασα μ' ὅλην τὴν μεγαλοπρέπειαν, ὁμοῦ μὲ ἑκατὸν τριάκοντα κεφάλας θυσιασθέντας εἰς τὸν πόλεμον τὸν Διάκου, καὶ εἰκοσιτέσσαρους χριστιανοὺς ἠλευθέρωσα ἀπὸ τὸν θάνατον ὅπου εἶχον συληφθὴ αἰχμάλωτοι, ὑπὲρ τὰς πέντε χιλιάδας γρόσια ἐδαπάνησα εἰς τὴν θανὴν τοῦ Διάκου καὶ εἰς τὰς ἑκατὸν τριάντα κεφάλας καὶ εἴκοσι τεσσάρων αἰχμαλώτων.

Αφού επροχωρήσαμεν εις τας επαρχίας Λεβαδίας, Σάλονα, Μπουτουνίτσα, Ταλάντι, θύδας, και Εύρυπον, ειδοποιούσα καθεκάστην τους αδελφούς χριστια­νούς και τα ελληνικά Στρατεύματα όλα τα σχέδια του ομερπασιά, δια τα οποία μαρτυρεί όλη αυτή η επαρχία και ο κύριος Λάμπρος Νάκος νυν Γερουσιαστής.

Ἐλευθέρωσα μίαν γυναῖκα μὲ δυὸ παιδιὰ ἀπὸ τὸ χωρίον δαβλάνη μὲ πεντακόσια γρόσια ἀγοράν.

Δεκατέσσαρας ψυχὰς ἐλευθέρωσα ἀπὸ Τουρκοχώρι καὶ βελιτζώτη μὲ δυὸ καὶ ἥμισυ χιλιάδες γρόσια ἀγοράν. Ἕνα κοράσιον ἀπὸ Ταλάντη μὲ δυὸ χιλιά­δες γρόσια, ἕνα παιδὶ ἀπὸ σούρπη μὲ τριακόσια γρόσια.

Τοὺς ἐγκλείστους εἰς τὸ φρούριον Λεβαδίας χριστιανούς, ἀφοῦ ἠθέλησαν νὰ παραδοθοῦν, εἰδοποίησα πρὸς αὐτὸν τὸν σκοπὸν τὸν πασιὰ ὅπου ἤθελε τοὺς κάμει σφάγιον, δὲν ἐπαραδόθησαν καὶ διοργάνωσα τὴν νύκτα ἐκείνην καὶ τοὺς ὀ­δήγησα νὰ φύγουν ἀπὸ δρόμον τὸν ὁποῖον προετοίμασα, καὶ ἀναχώρησαν ἀβλαβῶς ἐξῶν τῶν ἀδυνάτων καὶ ἀσθενῶν, καὶ ὁ Γέρων Νικόλαος Νάκος πρὸς τὸν ὀ­ποῖον ἔδωσα τὴν μεγαλυτέραν συνδρομὴν καὶ βοήθειαν μαρτυρεῖ δὲ ὅλη ἐπαρχία Λεβαδίας περὶ αὐτῶν, καὶ ὁ κύριος Λάμπρος Νάκος, εἰς τὴν περίστασιν ταύτην καὶ εἰς τὰ χωρία Λεβαδίας, καὶ εἰς τὸν βάλτον ἐδαπάνησα ἀρκετὰ χρήματα, τὰ ὁποῖα γνωρίζει ὁ κύριος Λάμπρος Νάκος, ὁ ἰατρὸς Σπειρίδων Καλογερόπουλος γνωρίζει ὅσα ἔκαμον εἰς Θήβας καὶ Εὔριπον πρὸς ὄφελος τῶν ὁμογενῶν.

Παραλείπω ὅσα ἔπραξα πρὸς βοήθειαν τῶν ἀδελφῶν χριστιανῶν ὅπου ἦταν κλεισμένοι εἰς τὸν προφήτην Ἠλίαν τῆς Θήβας, καὶ ἐλευθέρωσα αὐτοὺς ἀπὸ πῦρ καὶ τὸν σίδηρον.

Δια τὸν Χρῆστον Μπαλάσκα ἤμουν ἐγγυητὴς εἰς τὸν ὀμὲρ πασιὰ καὶ ἀφοῦ ἐσυνενοήθη ὁ Μπαλάσκας μὲ τὸν Ὀδισέα νὰ ἑνωθοῦν καὶ κτιπήσουν τους ἐχθροὺς μὲ εἰδοποίησαν καὶ ἀνεχώρησα ἀπὸ τὸν πασιὰ καὶ ἑνώθῃν μὲ τὰ ἑλληνικὰ Στρατεύματα, καὶ ἐκτιπήσαμεν τὰ ἐχθρικὰ Στρατεύματα  καὶ ἐδιαλύθη μετου πολὺ ἡ ἐκστρατεία τὸν ὀμερπασιά, παραλοίπω ὅσα ἐδαπάνησα εἰς ἀπελευθέρωσιν ὁμογε­νῶν εἰς τὰ μέρη ἐκεῖνα.

Ἀπῆλθον εἰς Πελοπόννησον καὶ ἑνώθῃν μὲ τὰ ἐπαρχιακὰ Στρατεύματα τῆς ἐπαρχίας Ἁγίου Πέτρου εἰς τὴν πολιορκίαν Τριπόλεως μέχρι τῆς ἁλώσεως αὐ­τής, καὶ τὰς μετὰ ταῦτα θυσίας καὶ ἐκδουλεύσεις μου μαρτυρεῖ τὸ ἐσώκλειστον ἀποδεικτικὸν τοῦ ὁπλαρχηγοῦ τῆς ἐπαρχίας.


Τὰ πρωτότυπα ἀποδεικτικὰ παρεδόθησαν εἰς τὸ ἐπαρχεῖον Κυνουρίας κατὰ τὸ 1834, τὰ δὲ ἀντίγραφα κατὰ τὸ 1836 εἰς τὴν ἐν Ἀθήναις Στρατιωτικὴν ἐπιτροπὴν δύναται δὲ ἡ ἐπιτροπὴ                                                                                                                                                                                                           

Παρακαλῶ ὅθεν τὴν ἐπιτροπὴν ταύτην ἶνα ἐνδώσῃ εἰς τὰς αἰτήσεις μου ταύτας καὶ ἀποδώσῃ δικαιοσύνην εἰς ἄνθρωπο θυσιάσαντα τὰ πάντα καὶ τραυματισμένον περικυκλούμενον ἤδη ἀπὸ πολυαρίθμου ἀδυνάτου οἰκογενείας, καὶ δια νὰ μὴν μείνῃ μετὰ τὸν ἐγγίζοντα θάνατον του ἐκτεθειμένη εἰς τὴν ἀνάγκην καὶ ἀπορίαν.


Ἐν Ἁγίῳ Ἰωάννῃ τὴν 10 Αὐγούστου 1846


Εὐπειθέστατος Δημότης θυρέας


Παναγιώτης Σκόρδης


1.     Γ. Κρέμος, «Ἱστορικὰ Ἐπανορθώματα. Ἀθανάσιος Διάκος», περιοδ. Ἀπόλλων Δ', (Πειραιεύς, 1887)   725. Βλ. ἐπίσης,  Τάκης Λάππας,  Θανάσης Διάκος, Ἀθήνα 1949, 145.


2.       Λάππας, ό. π. 151, σημ. 1.


3.    Τὸ ἔγγραφο βρίσκεται στὸ Ἀρχεῖο Χειρογράφων καὶ Ὁμοιότυπων τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης (ἀρ. 12699), στὸ φάκελο τοῦ ἀγωνιστῆ Παναγιώτη Σκόρδη, καὶ μοῦ ἔγινε γνωστὸ πρὶν ἀπὸ μερικὰ χρόνια ἐντελῶς τυχαῖα, ὅταν, μὲ τὴν ἄδεια τοῦ Διευθυντῆ τοῦ Ἀρχείου Χειρόγραφων Π. Νικολόπουλου, μελετοῦσα τοὺς φακέλους τῶν ἀγωνιστῶν ποὺ κατάγονταν ἀπ' τὴ Βέρβενα τῆς Ἀρκαδίας. 

Τὸ ἔγγραφο αὐτὸ εἶναι γνωστὸ καὶ στὸ Θ. Βαγενὰ (Θ. Βαγενάς, «Παναγῆς Σκόρδης. Ἕνας ἀγνοημένος Βερβενιώτης Ἀγωνιστὴς ποὺ «ἐνταφίασε» τὸ ΘΑΝΑΣΗ ΔΙΑΚΟ»,  ἐφημ.  Ἀρκαδικὸς  Κόσμος,  ἀρ.  φ.  156,  30 Ὀκτ.  1984).

4.   Στὰ ἑκατὸν τριάντα κεφάλια πρέπει νὰ συμπεριλαμβάνονταν κι ἐκεῖνα τοῦ ἐπίσκοπου Σαλώνων Ἠσαΐα καὶ τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ Παπαγιάννη.

 Ὁ Κρέμος (Ἀνάλεκτα, Ἀθήνησι 1876, 64 κ.ε.) κάνει λόγο γιὰ ὀγδόντα κεφάλια ἀγωνιστῶν,, τὰ ὁποῖα κουβαλοῦσαν οἱ Τοῦρκοι καρ­φωμένα πάνω σὲ κοντάρια, μπροστὰ ἀπ' τὸ στρατιωτικὸ σῶμα τοῦ Ὀμὲρ Βρυώνη κατὰ τὴν ἐπιστροφή του στὴ Λαμίᾳ. Προπορεύονταν τὰ κεφάλια τοῦ Ἠσαΐα καὶ τοῦ Παπαγιάννη. Δη­λαδή,  ἀπ' τὸν Κρέμα ἀναφέρονται συνολικὰ ὀγδόντα δυὸ κεφάλια.

5.      Οἱ εἴκοσι τέσσερις αἰχμάλωτοι εἶναι πιθανὸ νὰ ἀνῆκαν κι αὐτοὶ στὸ στρατιωτικὸ σῶμα τοῦ Διάκου καὶ νὰ μεταφέρθηκαν, ὅπως ὁ τραυματισμένος Διάκος καὶ τὰ κομμένα κεφάλια, ὡς λάφυρο στὴ Λαμίᾳ, ὅπου κι ἐξαγοράσθηκαν ἀπ' τὸ Σκόρδη.

6.      Ὁ Χριστ. Περραιβὸς (Ἀπομνημονεύματα ἀγωνιστῶν τοῦ 1821. Ἀθῆναι 1956, Β', 66) ἀνα­φέρει ὅτι στὴ μάχη τῆς Ἀλαμάνας σκοτώθηκαν ὀγδόντα ἑπτὰ Ἕλληνες καὶ πληγώθηκαν εἴκοσι δυό, ἐνῶ ὁ Δ, Κόκκινος (Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις, Ἀθῆναι 1956, Α', 470) γρά­φει ὅτι «οἱ νεκροὶ Ἕλληνες τῆς μάχης ἐκείνης ὑπελογίσθησαν εἰς τριακόσιους».


7.  Ἐκτὸς ἀπ' τὴ μαρτυρία τοῦ ἴδιου, κι ὁ ὁπλαρχηγὸς τῆς ἐπαρχίας Ἁγίου Πέτρου συνταγ­ματάρχης Παν. Ζαφειρόπουλος βεβαιώνει σὲ πιστοποιητικό του, ποὺ βρίσκεται στὸν ἴδιο φάκελο, ὅτι ὁ Παν. Σκόρδης ἦταν γραμματέας τοῦ Ὀμὲρ Βρυώνη. 

Ὁ β. Βαγενὰς (ό. π.) γράφει ὅτι ὁ Σκόρδης, μόλις κηρύχθηκε ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821, πῆρε ἐντολὴ ἀπ' τὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία ν' ἀκολουθήσει τὸν τούρκικο στρατὸ κι ὅτι «ἔτσι... κατάφερε κι ἔγινε καὶ γραμματικός του Ὀμὲρ Βρυώνη». 

Ἀπὸ τὸ ἔγγραφο ὅμως εἶναι σαφὲς ὅτι ὁ Σκόρδης ἤ­ταν γραμματέας τοῦ Ὀμὲρ Βρυώνη πρὶν ἀπ' τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, κι ἀργότερα, ὅταν ἄρχισε ἡ πολιορκία τοῦ Ἀλὴ πασᾶ (φθινόπωρο 1820), ἡ Φιλικὴ Ἑταιρεία του σύστησε νὰ παραμείνει στὴν ὑπηρεσία τῶν Τούρκων γιὰ νὰ δίνει πληροφορίες στοὺς  Ἕλληνες.

8.   Στὶς 12 Ἰουνίου 1865 ἡ Ἐπιτροπὴ τοῦ Ἀγῶνος τὸν κατέταξε στὴν κλάση τῶν ὑπαξιωματι­κῶν β' τάξεως  (ἀρ. μ. 2766).


9.     Στὴ σκέψη αὐτὴ συνηγορεῖ α) ὁ μὴ προσδιορισμὸς ἀπ' τὸ Σκόρδη κάποιου ἰδιαίτερου χώρου καὶ β) τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ταφὴ ἔγινε κανονικὰ μὲ τὴ μεγαλοπρέπεια ποὺ τῆς ταίρια­ζε, δηλαδὴ πρέπει νὰ ἔλαβαν μέρος ἱερεῖς κλπ., ποὺ σημαίνει ὅτι ἔγινε τελετή. 

Μιὰ τέ­τοια νεκρικὴ τελετὴ ἦταν ἑπόμενο νὰ γίνει στὸ φυσικό της χῶρο, δηλαδὴ στὸ ἑλληνι­κὸ νεκροταφεῖο τῆς Λαμίας.


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΦΑΚΛΑΡΗ

τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

πηγές: Φθιωτικὰ Χρονικὰ 1987, σσ. 85-88. ἀπὸ τὸ ἀρχεῖο τοῦ kaliterilamia.gr







Τρίτη 8 Μαρτίου 2022

Ὁ Πούτιν εἶναι ἀδύνατον νὰ χάσει", ἀπέτυχε ὅμως ὅπως ὁ Στάλιν στὴ Φινλανδία

 "Ὁ Πούτιν εἶναι ἀδύνατον νὰ χάσει", ἀπέτυχε ὅμως ὅπως ὁ Στάλιν στὴ Φινλανδία



Ρωσία δὲν μπορεῖ νὰ χάσει τὸν πόλεμο μὲ τὴν Οὐκρανία, ἐκτὸς ἂν τὸ Κίεβο ἐνισχυθεῖ δραματικὰ ἀπὸ τὴ Δύση με ὅτι αὐτὸ μπορεῖ νὰ συνεπάγεται γιὰ τὴν παγκόσμια ἀσφάλεια.
 Δεδομένο. Ὁ συσχετισμὸς δυνάμεων δὲν ἐπιτρέπει κάτι τέτοιο. 
Ὡστόσο ἡ εἰσβολὴ ἔχει ἀποτύχει. 
Πρῶτον διότι κατάφερε νὰ ξεσηκώσει ἐναντίον τοῦ ὅλη τὴν ὑφήλιο καὶ οἱ κυρώσεις κατὰ τῆς Ρωσίας ΔΕΝ θὰ ἀρθοῦν ἔστω κι ἂν κυριεύσει τὴν Οὐκρανία καὶ δεύτερον γιατί ἡ στρατιωτική του μηχανὴ ἐμφάνισε σημάδια ἐνίοτε καὶ πλήρως ἀποσάθρωσης. 
Στρατιῶτες πεινοῦν, καύσιμα λείπουν, ὀχήματα καὶ ἅρματα ἐγκαταλείπονται καὶ ἡ φάλαγγα τῶν 64 χιλιομέτρων... κάθεται, ποὺ ἔλεγε κι παλαιὸς ἠθοποιός.

"Ὁ στρατηγὸς Σοντοῦ προετοιμάζει μὲ ἤρεμη ἀποφασιστικότητα τὸ σπάσιμο τῶν πλευρῶν τῆς Ἑλλάδας.
 Ὅταν οἱ δυνάμεις του κινηθοῦν οἱ Ἕλληνες θὰ συντριβοῦν", ἔλεγε τὸ 1940 ὁ Μουσολίνι. Μόνο ποὺ οἱ δυνάμεις του δὲν κινήθηκαν ποτέ. 
Ὁ Πούτιν προφανῶς προετοιμαζόταν γιὰ μιὰ στρατιωτικὴ ἐπίδειξη στὴν Οὐκρανία, ὄχι γιὰ πόλεμο πιστεύοντας ὁ ἴδιος ἢ πειθόμενος ἀπὸ κακοὺς συμβούλους περὶ τῶν... βολικὰ προσαρμοσμένων ἱστορικῶν στοιχείων ποὺ παρέθεσε ὡς δικαιολογία γιὰ τὴν εἰσβολή.

Ἀνέμενε οἱ Οὐκρανοὶ νὰ ὑποδεχτοῦν τὸν νικηφόρο του στρατὸ μὲ ἄνθη.η δὲ διαβόητη φάλαγγα τῶν 64 χιλιομέτρων ποὺ κάποια στιγμὴ θὰ κυκλώσει τὸ Κίεβο εἶναι ἀκίνητη, δεχόμενη μοιραία, μικρὰ ἢ μεγάλα πλήγματα ἀπὸ τοὺς Οὐκρανούς με ὅτι αὐτὸ σημαίνει γιὰ τὸ ΗΘΙΚΟ τῶν ρωσικῶν στρατευμάτων.
 Ἄν καὶ ὁ Πούτιν θέλει νὰ ἐμφανίζει ἑαυτὸν "μελετητὴ" τῆς Ἱστορίας παραλείπει φαίνεται νὰ μελετᾷ τίς ρωσικὲς ἀνὰ τοὺς αἰῶνες ἧττες, στὶς ὁποῖες μπορεῖ κανεὶς νὰ διακρίνει πολλὰ κοινὰ μὲ τὸ σήμερα. Ἄς τοῦ θυμίσουμε μερικὲς πρόσφατες:

Κριμαϊκὸς 1853-56
Τραγικὴ πολιτικὴ διαχείριση ἀρχικά, τραγικότερο στρατιωτικά. Μιὰ μικρὴ ἀγγλικὴ καὶ μιὰ μικρὴ γαλλικὴ στρατιά τους νίκησε στὴν Κριμαία, τὴν ὥρα ποὺ ἡ Ρωσία διέθετε τεράστιες ἐφεδρεῖες - τίς ὁποῖες δὲν ἔριξε στὴν κύρια μάχη - ἀλλὰ μὲ τυφέκια τῆς ναπολεόντειας ἐποχῆς καὶ ἀκατάλληλα ἄλογα γιὰ τὸ ἱππικό. Κινητοποίηση μὲ ρυθμὸ ἀρκούδας σὲ χειμερία νάρκη.
 Γενναιότητα μέν, τραγικὴ ἐκπαίδευση δέ.

Πόλεμος Ρωσίας Ἰαπωνίας 1904-05
Ὑπεροχὴ Ρώσων θεωρητικά, δὲν κέρδισαν οὔτε μιὰ μάχη ὅμως ἀπὸ τοὺς «κίτρινους πιθήκους» ὅπως ἔλεγαν τοὺς Ἰάπωνες. 
Καὶ δὲν μιλᾶμε γιὰ τὸν ναυτικὸ αἰφνιδιασμὸ ποὺ ὑπέστησαν, ἀλλὰ μόνο γιὰ τίς ἐπιχειρήσεις στὸ ἔδαφος.
 Κατάρρευση ἠθικοῦ στὸν στρατὸ καὶ στὸν λαὸ (ἐπανάσταση 1905, ἀνταρσία στὸ θωρηκτὸ Ποτέμκιν).