Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2018

Ἕνα ἀπὸ τὰ ἔργα μου



 Το ἔργο μου στὴν παραλία με το σουγιαδάκι

                                                           Ἐλπίζω νά μήν μέ κρίνετε πολὺ αὐστηρά.


Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018

Σμύρνη 1922: Η άγνωστη επιχείρηση διάσωσης Ελλήνων - Οι εγγονοί δυο πρωταγωνιστών μιλούν



Σμύρνη 1922: Η άγνωστη επιχείρηση διάσωσης Ελλήνων - Οι εγγονοί δυο πρωταγωνιστών μιλούν




Μια άγνωστη στους περισσότερους ιστορία από τη τραγωδία της σφαγής στη Σμύρνη το 1922, έφεραν στο φως οι εγγονοί δύο πρωταγωνιστών που εκείνες τις ημέρες της καταστροφής και του αίματος ανέλαβαν να σώσουν ότι μπορούσε να σωθεί : ανθρώπινες ζωές. Μια επιχείρηση εκκένωσης από τη κόλαση .

Ο ένας πρωταγωνιστής ήταν ο πλοίαρχος τότε Ι.Ε Θεοφανίδης. Και ο δεύτερος ο πάστορας Αsa Jennings αnό το αμερικανικό ΥMCA. Πως ακριβώς οι δυο τους "έστησαν" την επιχείρηση εκκένωσης - διάσωσης την εξηγεί ο εγγονός του Θεοφανίδη, ο αξέχαστος ναύαρχος Ι. Θεοφανίδης που είχε φιλοξενήσει λίγους μήνες πριν από το θάνατό του στην Αθήνα τον εγγονό του πάστορα Jennings Ρόμπερτ,ο οποίος δεν σταμάτησε να ερευνά για πολλά χρόνια εκείνη την απίστευτη άγνωστη ιστορία.

Ο ναύαρχος Θεοφανίδης ήθελε να καταρριφθεί η επικρατούσα άποψη όλα αυτά τα χρόνια ήταν ότι "ο Ελληνικός Στόλος απεχώρησε χωρίς να προσφέρει την παραμικρή βοήθεια στον Ελληνικό, Αρμενικό και Εβραϊκό πληθυσμό στην Σμύρνη και στα περίχωρα της. Και εδώ αρχίζει το ψέμα",λέει αρχίζοντας την αφήγησή του:

Ο Ελληνικός στόλος είχε ως αποστολή την υποστήριξη του υποχωρούντος Ελληνικού στρατού από την Μικρά Ασία.

Την 26 Αύγουστου/ 7 Σεπτεμβρίου η μοίρα του στόλου αποτελούμενη από τα Θωρηκτά Λήμνος Κιλκίς το Καταδρομικό Έλλη τα αντιτορπιλικά Ασπίς ,Σφενδόνη και το εύδρομο Νάξος υπό την διοίκηση του Υποναύαρχου Καλαμίδα εξέπλευσε της Σμύρνης και την νύκτα αγκυροβόλησε έναντι της ακτής Βουρλά της Ερυθραίας εντός του κόλπου της Σμύρνης.

Την αυτήν νύκτα υπό του Ναύαρχου του ελαφρού στόλου εξεδόθη διαταγή προς το Θωρηκτό Κιλκίς με κυβερνήτη τον Πλοίαρχο Ι.Ε.Θεοφανίδη ΒΝ όπως έχον υπό την διοίκηση του το καταδρομικό Έλλη ,τα αντιτορπιλικά Ασπίς και Βέλος να υποστήριξη την αποχώρηση του στρατού από Σμύρνη προς Τσεσμέ..

CaptTheofanidesinGreek

Η επιχείρηση αυτή που άρχισε στις 27 Αυγούστου/8 Σεπτεμβρίου ( Ιουλιανό –Γρηγοριανό ημερολόγιο) περατώθηκε στις 3 /16 Σεπτεμβρίου.

Τα υπόλοιπα πλοία του ελληνικού στόλου επιτέλεσαν την αυτή αποστολή σε άλλες περιοχές της Ιωνίας.

Η εμπροσθοφυλακή του Τουρκικού στρατού εισήλθε στην Σμύρνη την 28 Αυγούστου / 9 Σεπτεμβρίου.

Οι σφαγές και η μεγάλη πυρκαγιά είναι γνωστά.

Η μικρή άγνωστη όμως ιστορία έχει ως ακολούθως.

Ο πάστορας Αsa Jennings αnό το αμερικανικό ΥMCA υπό το κράτος της απελπισίας από τις σφαγές και της πυρκαγιάς μετά από έγκριση του Αμερικανού αρμοστού στην Κωνσταντινούπολη Υποναύαρχου Bristol ( Ιδιαιτέρα φιλικά προσκείμενου προς τον Kemal ) αφού κατόρθωσε να συναντήσει τον Κεμάλ του ζήτησε να του δοθεί η δυνατότητα να βρει τρόπο να αναχωρήσουν οι Έλληνες από την Σμύρνη με πλοία και αν το επιτύχει να σταματήσουν οι σφαγές. Ο Κεμάλ συμφώνησε με την προϋπόθεση ότι αυτό πρέπει να υλοποιηθεί ΑΜΕΣΑ και συγκεκριμένα σε διάστημα μιας εβδομάδας. Η δεύτερη προϋπόθεση ήταν ότι αν η μεταφορά γινόταν με Ελληνικά εμπορικά αυτά θα εισέρχονται στον κόλπο της Σμύρνης χωρίς σημαίες, τέλος δε δεν θα επιβιβάζονται άνδρες με ηλικία στρατεύσεως . Αν η προσπάθεια του πάστορα να διασφαλίσει τα συμφωνηθέντα εντός 7 ημερών τότε η σφαγή θα συνεχισθεί μέχρι του τελευταίου νηπίου. Για να το επιτύχει ο πάστορ ναύλωσε ιταλικό εμπορικό που βρήκε στην Σμύρνη με το όνομα Κωνσταντινούπολις. Επιβίβασε 2000 εξαθλιωμένους Έλληνες και τους αποβίβασε στην Μυτιλήνη.

Αποβιβαζόμενος ο πάστορ στην Μυτιλήνη συνάντησε τον στρατηγό Φράγκο που ήταν ο ανώτερος στρατιωτικός διοικητής.

Ο στρατηγός του αρνήθηκε την διάθεση πλοίων.

Απελπισμένος ο Asa Jennings απερχόμενος της συναντήσεως αυτής είδε ότι πλησίαζε στον λιμένα ένα Θωρηκτό και που μετά από λύγο αγκυροβόλησε. Το Θωρηκτό ήταν το ΚΙΛΚΙΣ.

Ο παστορ είδε ότι ήταν Ελληνικό και άμεσος μετέβει με την ελπίδα κάποιος να τον ακούσει. Μετά την επιβίβαση του ζήτησε να τον δεχτεί ο κυβερνήτης.

Ήταν 10 / 23 Σεπτεμβρίου πρωί. Ο πλοίαρχος Ι.Ε. Θεοφανίδης τον εδέχθη άμεσος.

Ο παστορ τον ενημέρωσε επί της καταστάσεως στην Σμύρνη και του υπέβαλε την πρόταση που είχε με την επιβεβαίωση της συμφωνίας του με τον Κεμάλ.

Ο κυβερνήτης κατόπιν αυτού και γνωρίζον την κατάσταση επικοινώνησε δια σήματος με τον Υπουργό των Ναυτικών και πρωθυπουργό Νικόλαο Τριανταφυλάκο και του ζητά την έγκριση του.

Ακoλούθησαν άλλα δυο σήματα. Μετά το τελευταίο σήμα αργά το βράδυ της αυτή ημέρας η κυβέρνηση απήντησε θετικά αποδεχόμενη την πρόταση Μετά από την έγγραφη έγκριση της κυβερνήσεως ο κυβερνήτης του Θωρηκτού διέταξε τους πλοίαρχους των εκεί αγκυροβολημένων εμπορικών να προσέλθουν στο Κιλκίς Ορισμένοι καπεταναίοι αρνήθηκαν να εκτελέσουν την εντολή προφασιζόμενοι βλάβες . Τότε ο Πλοίαρχος Ι.Ε Θεοφανίδης τους είπε χωρίς περιστροφές ότι θα τους περάσει Ναυτοδικείο επί τόπου. Kατόπιν αυτού έπαυσε πάσα αντίρρηση.

CaptTheofanidesTranslation

Άμεσος με το πρώτο φως της ημέρας τα 26 ατμόπλοια με επικεφαλής τον Πάστορα Jennings στο πρώτο εμπορικό πλοίο ξεκίνησαν όλα μαζί για την διάσωση των εναπομενόντων ζωντανών Ιώνων της Σμύρνης.

Τον Πάστορα η Ελλάς ευγνωμονούσα του απένειμε τον ταξιάρχη του Σωτήρος.

Σημείωση

Όλα τα παραπάνω είναι πιστοποιημένα στα

1. Στο αρχείο της ελληνικής επαναστάσεως τόμος Α και Β.

2. Στο επισυναπτόμενο σήμα του Θωρηκτού Κιλκίς

3. Στα εκδοθέντα συγγράμματα The ships of Mercy

4. στο απόσπασμα του συγγράμματος του Roger Jennings




Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2018

Σμύρνη - Σεπτεμβριανά: Οι εκτοπισμοί και οι πορείες θανάτου



Σμύρνη - Σεπτεμβριανά: Οι εκτοπισμοί και οι πορείες θανάτου


Τούρκοι την έχουν ονομάσει "ημέρα της νίκης". Στην πραγματικότητα ήταν ημέρα σφαγής. Και δεν κράτησε 24 ώρες.

Οι περιγραφές του Γάλλου δημοσιογράφου Rene Puaux από τη Σμύρνη. για τους εκτοπισμούς και τις πορείες θανάτου των Ελλήνων είναι ανατριχιαστικές.

"Όταν οι Τούρκοι έφθασαν στη Σμύρνη, καθιέρωσαν αυστηρό έλεγχο για τους Έλληνες και τους Αρμένιους που ήθελαν να φύγουν από την πόλη. Τίποτα πιο φυσικό και λογικό. Μεταξύ αυτών των πολιτών μπορεί να κρύβονταν στρατιώτες του ελληνικού στρατού, που είχαν πετάξει βιαστικά τις στολές τους. Ήταν νόμιμα αιχμάλωτοι των νικητών. Αυτή, εξάλλου, την εξήγηση έδωσαν οι Τούρ κοι, όταν επικρίθηκε η μαζική εκτόπιση του ανδρικού πληθυσμού της Σμύρνης προς την ενδοχώρα. Στην παρατήρηση πως ήταν ελάχιστα αληθοφανές το γεγονός ότι αυτές οι δεκάδες χιλιάδες αν θρώπων ήταν όλοι στρατιώτες μεταμφιεσμένοι, οι Τούρκοι πρόβαλαν το επιχείρημα ότι, αν αυτοί οι άνδρες δεν ήταν στρατιώτες, θα μπορούσαν όμως να γίνουν, και ότι έπρεπε να προφυλαχθούν από μια ενδεχόμενη επιστράτευση των προσφύγων, την οποία θα επιχειρούσε ίσως η Ελληνική κυβέρνηση.

Την Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου κυκλοφόρησε η διαταγή του στρατηγού Νουρεντίν να συλλάβουν όλο τον ανδρικό πληθυσμό από δεκαοκτώ μέχρι σαράντα πέντε ετών. Αντίθετα με την εξήγηση που έδωσαν εκ των υστέρων οι Τούρκοι, δεν επρόκειτο παρά για άνδρες που υπετίθετο ότι είχαν αγωνιστεί στο πλευρό του ελληνικού στρατού. Στην πράξη συνέλαβαν όλους τους άνδρες με ρωμαλέο παρουσιαστικό από δεκαπέντε μέχρι πενήντα πέντε ετών. Γι' αυτές τις συλλήψεις ένας μάρτυρας αφηγείται τα ακόλουθα:

«Δεν μπορούσε να υπάρξει πιο σπαρακτικό θέαμα- οι γυναίκες είχαν χωριστεί από τους άνδρες τους, οι μανάδες από τους γιους τους, οι αδελφές από τους αδελφούς τους. Όλοι όσοι είχαν συλληφθεί με τον τρόπο αυτό, είχαν σταλεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ad hoc και, όταν συγκεντρώθηκαν όλοι εκεί, έπεσαν θύματα ληστείας των Τούρκων στρατιωτών. Δεν τους έκλεψαν μόνο τα χρήματα που είχαν, αλλά και τα ρούχα και τα παπούτσια τους. Για να γλιτώσουν την τέλεια απογύμνωση, πολλοί απ' αυτούς έσκιζαν οι ίδιοι τα ρούχα τους, γιατί οι Τούρκοι βλέποντας κουρέλια και μόνο, δεν τους τα έβγαζαν καθόλου».

Από αυτά τα στρατόπεδα συγκέντρωσης οι Τούρκοι έστελναν καθημερινά προς την ενδοχώρα περίπου χίλιους Χριστιανούς, κατά φάλαγγες, αποσπώντας τους από τον αριθμό εκείνων που είχαν συλληφθεί με αυτό τον τρόπο.

Σύμφωνα με αφηγήσεις όσων κατάφεραν να διαφύγουν κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών αυτών των εκτοπίσεων προς την ενδοχώρα, τρεις χιλιάδες περίπου από τους αιχμαλώτους φονεύθη καν έξω από το χωριό Μπουνάρμπασι, σε απόσταση δέκα χιλιομέτρων από τη Σμύρνη. Οι τελευταίες φάλαγγες οδηγήθηκαν στην ενδοχώρα χωρίς ρούχα και παπούτσια, γιατί τους είχαν κλέ ψει τα πάντα. Πολλοί από αυτούς έπεσαν καθοδόν και επειδή ήταν αδύνατο να υπακούσουν στις διαταγές των Τούρκων ιππέων και να προχωρήσουν, φονεύθηκαν επί τόπου. Ο αριθμός αυτών των κατοίκων της Σμύρνης και της ενδοχώρας (ηλικίας από δεκαοχτώ μέχρι σαράντα πέντε ετών), που συνελήφθησαν έτσι και οδηγήθη καν από τους Τούρκους προς την ενδοχώρα, θα πρέπει να υπολογι στεί στις 150.000.

Οι Χριστιανοί που προορίζονταν για εκτόπιση, συγκεντρώνονταν στο Διοικητήριο. Όταν συγκεντρωνόταν ένας ικανοποιητικός αριθμός, άρχιζε η μετακίνηση τους. Μεταξύ αυτών υπήρχε και ένα σημαντικό ποσοστό ιερέων. Τους οδηγούσαν Τούρκοι στρατιώτες, πολλοί των οποίων ήταν εφοδιασμένοι με ρόπαλα. Κατά την πορεία ο όχλος τους λιθοβολούσε, πετώντας τους μαζί με τις | πέτρες και ακαθαρσίες.

Τους ανάγκαζαν να φωνάζουν Yiaschahin Moustafa Kemal pacha.

Για την τύχη των αιχμαλώτων που οδηγήθηκαν προς την ενδοχώρα, έχουμε τρομακτικές μαρτυρίες.

Ο Νικόλαος Χατζόπουλος του 32ου Συντάγματος Πεζικού, από τη Νάξο, που κατόρθωσε να δραπετεύσει, καταθέτει:

«Αιχμαλωτιστήκαμε στις 9 Σεπτεμβρίου στην Πούντα (βόρεια συνοικία της Σμύρνης) και την ίδια μέρα μας έκλεισαν στις αποθήκες του λιμανιού, μας έκλεψαν ό, τι είχαμε στην κατοχή μας, και στη συνέχεια, την επομένη, μας οδήγησαν στο Νύμφαιον . Το τουρκικό πλήθος που είχε μαζευτεί κατά μήκος του δρόμου, μας χτυπούσε και μας πετούσε πέτρες αναγκάζοντας μας να φωνάζουμε: ζήτω ο Μουσταφά Κεμάλ πασάς. Εκείνοι που αρνούνταν, δέχονταν μαχαιριές.

Καθώς αφήναμε τη Σμύρνη, συναντήσαμε πέντε δίτροχα καροτσάκια, γεμάτα με πτώματα Ελλήνων πολιτών, που τα πήγαιναν να τα πετάξουν σε μια χαράδρα.

Μετά από δύο ώρες πεζοπορίας από τη Σμύρνη, η φάλαγγα μας σταμάτησε.

Εκεί οι Τούρκοι διέταξαν τους Έλληνες στρατιώτες που κατάγονταν από τη Μικρά Ασία να αποχωριστούν από τους Έλληνες οι οποίοι ήταν από την Παλαιά Ελλάδα. Τους ανακοίνωσαν την πρόθεση τους να απολύσουν τους πρώτους και να τους δώσουν την άδεια να επιστρέψουν στα σπίτια τους. 800 περίπου άνδρες βγήκαν από τις σειρές τους συμπεριλαμβανομένων και αξιωματικών της χωροφυλακής. Τους συγκέντρωσαν σ' ένα μόνο τάγμα, τους οδήγησαν στην ξερή κοίτη ενός γειτονικού χειμάρρου και τους σκότωσαν όλους με ριπές οπλοπολυβόλων».

Η σφαγή αυτή επιβεβαιώθηκε από το δεκανέα Αντώνη Βιτζηλαίο του 26ου Συντάγματος Πεζικού, από τους στρατιώτες Νικόλαο Κορρέ του 25ου Συντάγματος Πεζικού, Νικηφόρο Βιτζηλαίο του 44ου Συντάγματος Πεζικού και από τον Κωνσταντίνο Χωριανόπουλο του 32ου Συντάγματος

Πεζικού, οι οποίοι ήταν παρόντες.Η σφαγή πρέπει να έγινε λίγο ανατολικότερα του Μπουρνόβα.

Οι πέντε καταθέσεις συμφωνούν επακριβώς. Η φάλαγγα που είχε δύναμη περίπου 5.000 ανδρών και μειώθηκε έτσι σε λίγο περισσό τερους από 4.000, ξανάρχισε τότε την πορεία της προς το Νύμφαιο. Σ' αυτή τη μικρή πόλη των 3.000 ψυχών το τουρκικό πλήθος χτύπησε τους αιχμαλώτους. Το ίδιο συνέβη στη Μαγνησία όπου έμειναν πέντε μέρες κλεισμένοι σ' έναν περίβολο. Εκεί οι Τούρκοι προσκάλεσαν το πλήθος να υποδείξει εκείνους από τους Έλληνες στρατιώτες που μπορούσε να αναγνωρίσει ως ενόχους για κάποια αδικήματα τον καιρό της Κατοχής. Χίλιοι από αυτούς «αναγνωρίστηκαν» με -τον τρόπο αυτό και τουφεκίστηκαν πάραυτα.

Οι επιζήσαντες χωρίστηκαν σε τρία «τάγματα εργασίας», που κατανεμήθηκαν ανάμεσα στη Μαγνησία, τον Κασαμπά και τη Φιλαδέλφεια.

Ένας από τους δραπέτες του τάγματος της Φιλαδέλφειας μας πληροφορεί ότι στις 26 Οκτωβρίου από τους χίλιους άνδρες δεν απέμειναν παρά 480. Οι υπόλοιποι υπέκυψαν από τη σκληρή δουλειά, την πείνα και το κρύο.

Τα ίδια γεγονότα επιβεβαιώνονται από τρεις Ιταλούς και έναν Γάλλο προστατευόμενο, οι οποίοι, αφού οδηγήθηκαν με τη βία μαζί με τους άλλους εκτοπισθέντες, κατάφεραν κατά την πορεία να γνωστοποιήσουν την ταυτότητα τους και να αφεθούν ελεύθεροι.

Σύμφωνα με διάφορες πληροφορίες από την ενδοχώρα της Μικράς Ασίας, μπορούμε να ελπίζουμε πως θα δούμε με την ανταλλαγή των αιχμαλώτων την επανεμφάνιση, μόλις και μετά βίας, των μισών από τους 150.000 άνδρες που οι Τούρκοι έσυραν αιχμά λωτους, και ένας Θεός ξέρει σε τι κατάσταση.

Ένας άλλος αιχμάλωτος που διέφυγε από τη Σμύρνη, ο Δημήτριος Δήμας από τις Κουκουβάουνες της Αττικής, στρατιώτης στο 22ο Σύνταγμα Πεζικού, που δούλευε μαζί με άλλους πενήντα στο καθάρισμα των ερειπίων από την πυρκαγιά, φέρει στο σώμα του σημάδια από σοβαρά εγκαύματα εξαιτίας ενός διαβρωτικού υγρού που έρριξαν στους συντρόφους του και στον ίδιο στο στενό περίβολο όπου ήταν κλεισμένοι. Οι άλλοι υπέκυψαν με αφόρητους πόνους. Εγκαταλελειμμένος για να πεθάνει, κατάφερε μέσα στο σκοτάδι να ξεφύγει. Δηλώνει πως ο υποσιτισμός, η κακομεταχείριση και η εξουθένωση από τη σκληρή δουλειά έκαναν τους αιχμα λώτους να μοιάζουν με φαντάσματα".

Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα, ωκεανός, ουρανός, υπαίθριες δραστηριότητες και νερό

Τετάρτη 29 Αυγούστου 2018

28 Αὐγούστου 1922: Η τελευταία μάχη του Πλαστήρα στὸν Τσεσμέ!



28 Αὐγούστου 1922: Η τελευταία μάχη του Πλαστήρα στὸν Τσεσμέ!


Ἡ τελευταία μάχη στὴν Μικρά Ἀσίᾳ δόθηκε ἀπὸ τον Πλαστήρα (τον Καραπιπέρ ὅπως τον ἀποκαλούσαν οἱ Τοῦρκοι) μέ τό Σεϊτάν Ἀσκέρ (τό 5/42 των εὐζώνων του) κοντά στὸν Τσεσμέ, στήν περιοχή Σταυρός (Ζέγκουϊ στά τουρκικά). Ἐκεῖ πολέμησε ὁ Πλαστήρας, σέ μία προσπάθεια νά προστατέψει τά τελευταία τμήματα του στρατοῦ μας πού ὑποχωρούσανε πρός τήν σωτηρία των πλοίων. Οἱ Τσέτες ἀποδεκατίστηκαν καί μάλιστα ἀργότερα, οἱ Τοῦρκοι ἔστησαν μνημεῖο ἐκεῖ πού μάρτυρά τήν τελευταία μάχη καί τόν χαμό 147 Τούρκων ἱππέων!


Ο Γιάννης Καψής περιγράψει την μάχη του Σταυροῦ, σύμφωνα μέ διήγηση του Ἡρωϊκού συνταγματάρχη:


«Το πρωί της 28ης Αὐγούστου το 5/42 ἔφθασε στὸν Σταυρό ἐκεῖ ποὺ ὁ δρόμος χωρίζει πρὸς τον Τσεσμέ. Σ όλη την μαρτυρική πορεία του ἔμενε μακριά ἀπὸ την μᾶζά του Νότιου Συγκροτήματος. Ο πανικός εἶναι μιά ἀσθένεια μεταδοτική καὶ ὁ Πλαστήρας ἦταν ἀποφασισμένος νὰ κρατήσει το Σύνταγμά του μέχρι τέλους. Καὶ το κατόρθωσε, δίνοντας ὁ ἴδιος το παράδειγμα της αὐτοθυσίας.


Γιὰ δέκα πέντε ἡμέρες εἶναι πάνω στ' ἄλογό του. Ἔφιππος τρώγει ὅτι του φέρνουν οἱ ἄνδρες του, κάτι ἐλαχίστῳ – μήπως ἔχουν κι οἱ Τσολιᾶδες μας νὰ φᾶνε; Ἔχουν πετάξει τα πάντα, καζάνια, τρόφιμα, καραβάνες. Μόνον τα ὅπλα καὶ τα φυσίγγια τους κρατοῦν καὶ μαζεύουν στὸν δρόμο φροῦτα, στὰ χωριά κανένα καρβέλι ψωμί – τρώγουν ὁπότε ἔχουν, ἀλλά πολεμοῦν πάντοτε με την ἰδία ὁρμή, ποῦ ἔχει προκαλέσει το δέος, τον τρόμο στοὺς Τούρκους. Κι ὁ Πλαστήρας μένει ἀκλόνητος πάνω στ' ἄλογό του. Παρακολουθεῖ τα πάντα, ἐμψυχώνει τους ἄνδρες του καὶ πολλές φορές την νύκτα τους ἀφήνει νὰ κοιμηθοῦν χωρίς νὰ βγάλουν σκοπιές. Μένει ὁ ἴδιος ἄγρυπνος πάνω στ ἄλογο του, φροντίζοντας γιὰ τα παλληκάρια του – μάρτυρες οἱ ἴδιοι οἱ ἄνδρες του 5/42, ποὺ τον εἶχαν δεῖ με τα μάτια τους στὸ καραούλι. Εἶχε γίνει κάτισχνος, τα ὀστᾶ του προσώπου του ξεχώριζαν κάτω ἀπὸ την ἡλιοκαμένη, την μαυρειδερή ἐπιδερμίδα του. Μόνον το βλέμμα του διατηροῦσε την παλιά ἐκείνη λάμψη… Θὰ πίστευε κανείς, ὅτι ἦταν ἕτοιμος νὰ σωριασθεῖ νεκρός.


Ἐκεῖ, στὸν Σταυρό, το 5/42 στάθηκε καὶ πάλι. Οἱ πρόσφυγες εἶχαν βραδυπορήσει, μία ἀτελείωτη φάλαγγα ξεκινοῦσε ἀπὸ την ζωσμένη στὶς φλόγες Σμύρνη ὡς το Τσεσμέ. Κάποιος ἔπρεπε νὰ τους βοηθήσει, να τους προστατεύσει ἀπὸ τους Τσέτες, ποὺ ὀρμούσαν ἐναντίον τους σὰν τα τσακάλια. Ἔπιασαν μετερίζια οἱ Τσολιάδες μας καὶ περίμεναν την φάλαγγα των προσφύγων νὰ περάσει. Κι ἐκεῖ τους ἀπονεμήθηκε το πολυτιμότερο παράσημο, ποὺ μπορεῖ νὰ ποθήσει ἕνας πολεμιστής: Οἱ τρομαγμένοι, οἱ πανικόβλητοι πρόσφυγες αὐτοί, ποὺ ἔφευγαν ὅσο πιὸ γρήγορα μποροῦσαν, σταματοῦσαν γιά νὰ φιλήσουν τα πληγιασμένα χέρια των στρατιωτῶν μας. Χαροκαμένες μάνες ἤθελαν ν ἀγκαλιάσουν, νὰ χαϊδέψουν τα φλογισμένα μέτωπα των παιδιῶν ἐκείνων, ποὺ πολεμοῦσαν τόσο μακριά ἀπὸ τα σπίτια τους, τις οἰκογένειές τους. Ἦταν στιγμές γεμᾶτες συγκίνηση, στιγμές τραγικοῦ μεγαλείου, γεμᾶτες ἀνθρωπιά καὶ πόνο.


Στόν Σταυρό περίμενε το «Σεϊτάν – Ασκέρ». Και μέσα στην καταχνιά του πρωινοῦ φάνηκαν οι Τσέτες του Μπεχλιβάν. Κάλπαζαν οὐρλιάζοντας – θύμιζαν τις ὀρδές του Ἀττίλα. Ὁρμούσανε κατά των προσφύγων καὶ τους σπάθιζαν, κάρφωναν στὰ ξίφη τους ματωμένα κεφάλια καὶ τα εξεσφενδόνιζαν στὸν ἀέρα. Δὲν τους ἀρκοῦσε το ξερίζωμα του Ἑλληνισμοῦ, ἤθελαν τον ἀφανισμό του!


Ὁ Πλαστήρας εἶδε τους Τσέτες. Ἦταν συντριπτική ἀριθμητικά ἡ ὑπεροχή, ἦταν ψυχωμένοι ἀπὸ την ἀνέλπιστα μεγάλη νίκη τους, εἶχαν ξαποστάσει στὴν Σμύρνη. Η σωφροσύνη θὰ του ἐπέβαλλε, ἴσως, νὰ ὑποχωρήσει ἀλλὰ τότε οὔτε ἕνας ἀπὸ τους πρόσφυγες δὲν θα διασωζόταν, οἱ Τσέτες θὰ ἔφθαναν στὴν ἀποβάθρα του Τσεσμέ πρὶν από τον Στρατό μας. Κι ἀποφάσισε νὰ δώσει μία ἀκόμη μάχη...


Οἱ ἄνδρες του 5/42, με γρήγορες κινήσεις, σχημάτισαν ἕνα μεγάλο πέταλο κι «ἐλούφαξαν», ἔμειναν ἀκίνητοι, περιμένοντας τους Τούρκους νὰ πέσουν στὶς κάνες τῶν ὅπλων τους. Εἶχαν διαταγή νὰ μὴν πυροβολήσουν, ἂν ὁ Πλαστήρας δὲν ἔδινε το σύνθημα, πυροβολῶντας – πρῶτος. Πειθαρχικοί, ἐμπειροπόλεμοι, ἔβλεπαν τους Τούρκους νὰ πλησιάζουν κι ἔμεναν ἀκίνητοι. Πολλοί ἄκουγαν τις ἀναπνοὲς τους, αἰσθάνθηκαν την μυρωδιά των ἀλόγων τους. Κι ὅμως δέν πυροβόλησαν. Λίγο ἀκόμη κι οἱ Τσέτες θὰ εἶχαν πέσει στὸν κλοιό τους.


Ἀλλὰ ἕνας λοχίας ἔτρεμε ἀπὸ την λύσσα του. Εἶχε δεῖ τους Τσέτες νὰ σφάζουν γυναικόπαιδα καὶ δέν μποροῦσε νὰ συγκρατηθεῖ – ἔσφιγγε το ὅπλο του, δάγκωνε τα χείλη του γιὰ νὰ μὴν φωνάξει καὶ προδοθεῖ. Κι ἔξαφνα ἀκούστηκε ἕνας πυροβολισμός. Σχεδόν ἀμέσως ἕνας καταιγισμός πυρός σάρωσε τους Τούρκους. Οἱ θάμνοι ἀνάψαν, τα πολυβόλα κελάηδησαν ἀνατριχιαστικά. Η κοιλάδα ἀντήχησε στὸ βογγητό τῶν πληγωμένων!


Οἱ Τοῦρκοι ξαφνιάστηκαν, πήδησαν ἀπὸ τ' ἄλογα κι ἔτρεξαν νὰ καλυφθοῦν - θέλησαν νὰ πιάσουν μετερίζια καὶ να πολεμήσουν. Δὲν γνώριζαν ἀκόμη ὅτι εἶχαν ἀπέναντι τους το «Σεϊτάν Ασκέρ». Ἀλλὰ, μετά τον πρῶτον αἰφνιδιασμό, οἱ Τσολιάδες δὲν κρατήθηκαν - δὲν μποροῦσε νὰ τους συγκρατήσει κανείς· οὔτε ὁ Πλαστήρας! Οἱ λόγχες σύρθηκαν καὶ πάλι ἀπὸ τις θῆκες τους. Καὶ γιὰ μία ἀκόμη φορά -την τελευταία- ὅπως τότε σε μία ἐποχῆ ποὺ φαινότανε τόσο μακρινή, ἀκούστηκε η λεβέντικη κραυγή: «Ἀέρα…».


Ἔφυγαν οἱ Τσέτες, ἔφυγαν τρομοκρατημένοι, πανικόβλητοι πήδησαν στ' ἄλογα τους κι ἄλλοι ἔφυγαν τρέχοντας. Ἐπέστρεψαν ἀσθμαίνοντας στὴν Σμύρνη γιὰ νὰ ρίξουν καινούργιο λάδι στό καντήλι του θρύλου, ποὺ θὰ καίει αἰώνια. Εἶναι θρῦλος, ποὺ ἀφηγεῖται ἡ ἀναμνηστική στήλη, ἐκείνη, ποὺ ὑπάρχει μέχρι σήμερα στὸ Ζέγκουϊ – τον Σταυρό.


- Ἄχ, μωρέ… Ἄν δὲν βιαζότανε ἐκεῖνος ὁ λοχίας, θὰ τους εἶχα φάει ὅλους τούς Τσέτες… »

Σάββατο 18 Αυγούστου 2018

Ἐγὼ, ἡ Παλλάς Ἀθηνᾶ.



Ἐγὼ, ἡ Παλλάς Ἀθηνᾶ.

"Εἶμαι ἡ Σοφία. Εἶναι δύσκολο γιὰ τους ἀνθρώπους, ἀκόμη καὶ γιὰ τους καλύτερους νὰ με ἀναγνωρίσουν ἀμέσως, με τους πέπλους ποῦ με σκεπάζουν καὶ γιατί, σὰν τον οὐρανό, εἶμαι θύελλα συνάμα καὶ γαλήνη. Ἀλλὰ ἐσὺ, καλέ μου Ἄριε, με ἀναζήτησες πάντα καὶ κάθε φορά ποῦ με συνάντησες..

ἔβαλες τα δυνατά σου, με ὅλο σου το πνεῦμα καὶ ὅλη την καρδιά σου γιὰ νὰ με ἀναγνωρίσεις. Ό,τι ἔγραψες γιὰ μένα, ὦ ποιητή, εἶναι ἀληθινό. Ἡ ἑλληνική μεγαλοφυία μ' ἔκανε νὰ κατέβω στὴ γῆ καὶ την ἐγκατέλειψα ὅταν παρέδωσε το πνεῦμα της. Οἱ βάρβαροι, ποῦ εἰσέβαλαν στὸν κόσμο της τάξεως ποῦ ἔδωσαν οἱ νόμοι μου, ἀγνοοῦσαν το μέτρο καὶ την ἁρμονία. Ἡ ομορφιά τούς προκαλούσε φόβο και τους φαινόταν σαν κάτι κακό. Βλέποντας πως ήμουν όμορφη, δεν πίστεψαν ότι ήμουν η Σοφία.

Μ' έδιωξαν. Όταν, σκορπίζοντας μια νύχτα δέκα αἰώνων, φάνηκε ἥ αὐγή της Ἀναγεννήσεως, ξανακατέβηκα στή γῆ. Ἐπισκέφθηκα τους ἀνθρωπιστές καὶ τους φιλόσοφους μέσα στὰ κελιά τους, ὅπου με πάθος φύλαγαν στὸ βάθος τῶν συρταριῶν τους μερικά βιβλία, τους ζωγράφους καὶ τους γλύπτες στὰ ἐργαστήριά τους, ποῦ δὲν ἦταν παρά φτωχικά μαγαζάκια τεχνιτῶν. Μερικοί προτίμησαν νὰ καοῦν ζωντανοί, παρά νὰ με ἀπαρνηθοῦν. Ἄλλοι, ὅπως ὁ Ἕρασμος, διέφυγαν ἀπὸ τους ἠλίθιους ἀντιπάλους τους με την εἰρωνεία. Ἀπὸ τότε, ἀπὸ τὴ στιγμή ποῦ ἡ σκέψη, στὰ ἀνωτέρα ἐπίπεδα της, εἶναι ἐλεύθερη, εἶμαι ἀκατάπαυστα ἀντικείμενο σεβασμοῦ των ἐπιστημόνων, των καλλιτεχνῶν καὶ των φιλοσόφων.

Ἀλλὰ ἀπὸ σένα δέχθηκα την πιὸ τρυφερή καὶ την πιὸ λιτή ἴσως λατρεία. Ἀπὸ σένα καὶ τις πιὸ ἁγνές καὶ γεμᾶτες πίστη προσευχές. Πάνω στὴν ἱερὴ μου Ἀκρόπολη, μπροστά στὸν ἐρειπωμένο Παρθενῶνα μου, με χαιρέτισες με τα ὡραιότερα λόγια ποῦ εἰπώθηκαν ποτέ σ' αὐτὸν τον κόσμο, ἀπὸ την ἐποχῆ ποῦ οἱ μέλισσές μου ἀπ ἔθεταν το μέλι τους στὰ χείλη του Σοφοκλέους καὶ του Πλάτωνος. Οἱ ἀθάνατοι ὀφείλουν περισσότερα ἀπ' ὅσα νομίζεται σ' αὐτούς πού τους λατρεύουν. Τους ὀφείλουν τὴ ζωή. Εἶναι κι αὐτὸ ἕνα μυστήριο στὸ ὁποῖο μυήθηκες. Οἱ θεοί παίρνουν την τροφή τους ἀπὸ τους ἀνθρώπους. Τρέφονται ἀπὸ τον καπνό πού ἀνεβαίνει ἀπὸ το αἷμα των θυσιῶν τους. Ξέρεις ὅτι αὐτὸ σημαίνει πῶς ἡ οὐσία τους ἀποτελεῖται ἀπὸ ὅλες τις σκέψεις καὶ ἀπ’ ὅλα τα αἰσθήματα των ἀνθρώπων. Οἱ σπονδές των ἀγαθῶν ἀνθρώπων τρέφουν τους ἀγαθούς θεούς. Οἱ μαύρες θυσίες της ἄγνοιας καὶ του μίσους παχαίνουν τους ἀγροίκους θεούς.

Το ἔχεις πεῖ: Οἱ θεοί δὲν εἶναι πιὸ ἀθάνατοι ἀπὸ τους ἴδιους τους ἀνθρώπους. Ὑπάρχουν αὐτοί ποῦ ζοῦν ἀπὸ δύο χιλιάδες χρόνια, βραχύβιοι ἂν συγκριθοῦν με τα χρόνια της γῆς, ἡ ἔστω της ἀνθρωπότητας, ἐλάχιστη καὶ ἀδιόρατη στιγμή της ζωῆς του σύμπαντος. Σε δύο χιλιάδες χρόνια, οἱ φλογεροί ἥλιοι ποῦ ἐκτοξεύονται στὸ διάστημα, δὲν φαίνονται κἄν νὰ ἔχουν μετακινηθεῖ. Ἐγώ, ἡ Παλλάς Ἀθηνᾶ, ἡ θεά με τα Ἀνοιχτόχρωμα μάτια, σε σένα ὀφείλω το ὅτι ζῶ ἀκόμη. Ἀλλὰ ἦταν λίγο πρᾶγμα ἡ παράταση της ζωῆς μου. Λυπᾶμαι τους θεούς ποῦ σέρνονται μέσα στοὺς ἄχρωμους καπνούς ἑνός ὑπολείμματος λιβανιοῦ, την χλωμή καὶ θλιμμένη παρακμή τους. Μ' ἔκανες πιὸ ὄμορφη καὶ πιὸ μεγάλη ἀπ’ ὅσο ἤμουν. Με ἔθρεψες με την δύναμή σου καὶ με την ἰδεολογία σου καὶ διὰ μέσου ἐσού καὶ αὐτῶν πού σου μοιάζουν, το πνεῦμα μου πλάτυνε τόσο, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ συμπεριλαμβάνει το σύμπαν του Κέπλερ καὶ του Νεύτωνος."

ΑΝΑΤΟΛ ΦΡΑΝΣ

Φράσεις της ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας ποῦ ἀπέζησαν μέχρι σήμερα



Φράσεις της ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας ποῦ ἀπέζησαν μέχρι σήμερα

•Αἰδώς Ἀργεῖοι: ὅταν θέλουμε νὰ καταδείξουμε αἰσθήματα ντροπῆς ἀναφερόμενοι σε κάποιον ἄλλο.

Εἰπώθηκε από τον Στέντορα (σε ἔντονο ὕφος) πρὸς τους Ἀργείους κατά τὴ διάρκεια του Τρωικοῦ πολέμου, με σκοπό νὰ τους ἀνυψώσει το ἠθικὸ ὅταν ὁ Ἀχιλλέας ἀποχώρησε ἀπὸ τὴ μάχη. (Ὁμήρου Ἰλιάδα – Ε 787)

•Ἀντίπαλον δέος: ὅταν ἀναφερόμαστε σε ἰσχυρό ἀντίπαλο. (Θουκυδίδης – Γ 11)

•Ἀπὸ μηχανῆς θεός: μὴ ἀναμενόμενη βοήθεια – λύση – συνδρομή σε κάποιο πρόβλημα ἡ δύσκολη κατάσταση. Προέρχεται ἀπὸ θεατρικό τέχνασμα στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα ποῦ χρησιμοποιοῦσαν οἱ τραγικοί ποιητές ὅταν ἤθελαν νὰ δώσουν διέξοδο στὴ πλοκή του ἔργου καὶ στὸ ὁποῖο κατά τὴ διάρκεια της παράστασης ἐμφανιζόταν ἕνας Θεός ἐπάνω σε ἐναέρια κατασκευή (γερανός).

•- Ἀρχὴ ἄνδρα δείκνυσι: ὅταν οἱ πράξεις – ἔργα χαρακτηρίζουν τον ἄνθρωπο στὸν ὁποῖο ἀναφερόμαστε. (Βίας ὁ Πριηνεύς – Σοφοκλῆς.... Ἀντιγόνη 62)

•Ἀσκός του Αἰόλου: σε περιπτώσεις ἐπικείμενων δεινῶν – καταστροφῶν. Ὁ Αἴολος ἔδωσε ἕναν ἀσκὸ στὸν Ὀδυσσέα ὁ ὁποῖος περιεῖχε ἀνέμους. Ὅταν λοιπόν οἱ σύντροφοι του Ὀδυσσέα ἄνοιξαν τον ἀσκὸ, ἀπελευθερώθηκαν οἱ ἄνεμοι καὶ παρέσυραν το πλοῖο στὸ νησί των Λαιστρυγόνων. (Ὁμήρου Ὀδύσσεια Κ 1-56)

Σήμερα χρησιμοποιοῦμε αὐτούσιες, παρεφθαρμένες ἡ ἕν συνθέσει, πάνω ἀπῶ 5000 ὁμηρικές λέξεις.



Σήμερα χρησιμοποιοῦμε αὐτούσιες, παρεφθαρμένες ἡ ἕν συνθέσει, πάνω ἀπῶ 5000 ὁμηρικές λέξεις. Μικρό παράδειγμα:ἀλήθεια, ἀρετή, γελῶ, θρηνῶ, νεότης, πατρίς, πέλαγος, δίκαιος, σκέπτομαι, ὅπλο, ὅρκος, βουλή, πόλεμος, αἰχμή του δόρατος. Ἐπιπλέον, ὑπάρχει ἕνας πολύ μεγάλος ἀριθμὸς λέξεων ποῦ, ἐνῶ δὲν ἔχουν διασωθεῖ αὐτούσιες, κρύβονται μέσα σε σύνθετα ἡ σε διάφορα παράγωγα. Ἄλλες πάλι ἔχουν τόσο παραφθαρεῖ, ὥστε δύσκολα ἀναγνωρίζονται.

Μπορεῖ νὰ μὴν ὀνομάζουμε "αὐδή" τὴ φωνή, λέμε ὅμως ἔμεινα "ἄναυδος" ἡ "ἀπηύδησα". Ἡ γῆ σήμερα δὲν λέγεται "ἄρουρα" οὔτε "χθών", το ἱμάτιον δὲν ὀνομάζεται "λώπη". Ἔχουμε ὅμως καὶ "ἀρουραίους" καὶ "ὑποχθόνιους" καὶ "λωποδύτες". Δὲν λέμε "κυνῶ" το "φιλῶ", οὔτε "κύσα" το "φίλησα". Λέμε ὅμως "προσκυνῶ" το εἰκόνισμα, ἐνῶ το "φιλῶ" ἀγγλικά εἶναι "kiss". Δὲν ὀνομάζουμε το κρεββάτι "λέκτρον" ή "λέχος", λέμε ὅμως η "λεχώ". Οἱ Ἱσπανοί το ὀνομάζουν LECHO, οἱ Ἰταλοί LETTO, LIT οἱ Γάλλοι καὶ LAGER οἱ Γερμανοί. Το συχνά δὲν το λέμε "θαμά", ἐκεῖνος ὅμως που συχνάζει κάπου ἀποκαλεῖται "θαμών". Το γεῦμα ἡ το δεῖπνο δὲν εἶναι πλέον ¨δόρπον", ὅμως αὐτὸ δὲν μας ἐμποδίζει νὰ γευτοῦμε κάποιο ¨ἐπιδόρπιο". Καὶ ἐὰν το σκουπίζω, φροντίζω δὲν το λέμε "κορέω", στοὺς ναούς ὑπάρχει πάντα ὁ "νεωκόρος".