Ἰχνηλατῶνται την ἱστορικότητα της ἑορτῆς ἀνακαλύπτου με ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα ποῦ ἀφοροῦν την ἡμερομηνία της ἑορτῆς, ἀλλὰ καὶ συσχετίσεις με συνήθειες στὸν ἀρχαῖο κόσμο. Ἀναζητῶντας την ἀκριβῆ ἡμερομηνία γενέσεως του Ἰησοῦ ἀνακαλύπτουμε ὅτι ἀφ' ἑνός στὴν καινή Διαθήκη δὲν γίνεται ἀναφορὰ γιὰ την ἑορτὴ Χριστουγέννων καὶ ἀφ' ἑτέρου ὅτι κανείς ἀπὸ τους Ἀποστόλους δὲν τήρησε την 25η Δεκεμβρίου ὡς γενέθλια ἡμέρα του. Στὴν πραγματικότητα δὲν γνωρίζουμε πότε ἀκριβῶς γεννήθηκε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, (ὑπολογίζεται πῶς γεννήθηκε μεταξύ του 6 - 2 π. X.) Ὑπάρχουν ὅμως ἐνδείξεις ποὺ συνηγοροῦν στὴν Φθινοπωρινή γέννηση του, καὶ ὄχι στὴν χειμερινή.Το ἐδάφιο ἀπὸ το Εὐαγγέλιο του Λουκά παραδείγματος χάριν ἀναφέρει:
«Οἱ ποιμένες ἦσαν κατά το αὐτὸ μέρος διανυκτερεύοντες ἕν τοῖς ἀγροῖς, καὶ φυλάττοντες φύλακας της νυκτός ἐπὶ το ποίμνιον αὐτῶν» (2: 8). Ἡ φράση αὐτὴ ἔρχεται σε ἀντίθεση με τις πρακτικές τῶν βοσκῶν καθώς τον χειμῶνα λόγῳ του ψύχους οἱ ποιμένες δὲν διανυκτερεύουν στοὺς ἀγροὺς. Αὐτὸ μας ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ γέννηση του Ἰησοῦ δὲν ἔγινε το Δεκέμβριο ἀλλὰ το Φθινόπωρο ἐφόσον τα κοπάδια δὲν ἦταν στὶς στάνες. Γνωρίζουμε ἐπίσης ὅτι ἡ γέννηση συνέπεσε, με την ἀπογραφή, ποῦ συνήθως γινόταν μετά την συγκομιδή, κατά τις ἀρχὲς Ὀκτωβρίου. Ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ἐπίσης συσχετίζει την γέννηση του Ἰησοῦ Χριστοῦ με την ἑορτὴ της «Σκηνοπηγίας», ἡ ὁποία γινόταν τον Ὀκτώβρη.
Στὴν Ἁγία Γραφή γενέθλιες καὶ ὀνομαστικές ἑορτὲς δὲν συνιστοῦνται. Στὴν πραγματικότητα τα Χριστούγεννα δὲν συμπεριλαμβάνοντα στὶς ἀρχαῖες γιορτές της Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας, καὶ μάλιστα ἡ τήρηση τῶν γενεθλίων καταδικάζονταν σὰν ἕνα ἀρχαῖο Ἑλληνικό "εἰδωλολατρικό" ἔθιμο ἀπεχθὲς στοὺς Χριστιανούς. Ἡμέρα μνήμης τῶν ἁγίων καὶ μαρτύρων ὅριζαν αὐτὴ τοῦ θανάτου. Ἡ Καθολική Ἐγκυκλοπαίδεια ἀναφέρει σχετικά : «Τα Χριστούγεννα δὲν ἦταν ἀνάμεσα στὶς πρῶτες ἑορτὲς της Ἐκκλησίας. Ὁ Εἰρηναῖος καὶ ὁ Τερτυλλιανός την παραλείπουν ἀπὸ τους καταλόγους τῶν ἑορτῶν» Ἔτσι Τα Χριστούγεννα ὡς ἑορτὴ τῶν γενεθλίων του δὲν γιορτάζονταν τα πρῶτα 300 χρόνια. Ἡ καθιέρωση της 25ης Δεκεμβρίου ὡς ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων ἔγινε στὴ Ρώμη ἀπὸ τον Πάπα Ἰούλιο τον Α, τον 4ο μ.χ. αἰῶνα, μετά ἀπὸ ἔρευνα ποὺ ἔγινε στὰ ἀρχεῖα της Ρώμης γιὰ την χρονιά ἐπὶ Αὐγούστου ὑπογραφῇς, καὶ κατόπιν ὑπολογισμῶν βάση τῶν Εὐαγγελίων. Ἕνα στοιχεῖο ποὺ λήφθηκε ὑπόψιν εἶναι το ἡ φράση ἀπὸ το κατ’ Ἰωάννη γ’30«Ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ ἐλατούσθαι»
Στήν πραγματικότητα ὅμως αὐτὸ συνέβη διότι ἡ συγκεκριμένη ἡμερομηνία συνέπεφτε με τις ἀρχαῖες ἑορτὲς του Χειμερινοῦ Ἡλιοστασίου καὶ την «Ἐπιστροφή» του Ἡλίου. Ἔκτοτε ὁ Χριστός ὄφειλε νὰ εἶναι ὁ Ἥλιος ὁ δίδων το φῶς εἰς τον κόσμο. Πρὶν ἑορταζόταν στὶς 6 Ἰανουαρίου μαζί με τὴ βάπτιση του Ἰησοῦ (Θεοφάνεια). Ἀργότερα το ἔθιμο πιθανολογεῖται ὅτι μεταφέρθηκε στὴν Ἀνατολὴ, πιθανόν ἀπὸ τον Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό το 378-381 περίπου μ.Χ. Ὁ Ἰωάννης Χρυσόστομος (345-407 μ.Χ.) σε ὁμιλία του γιὰ τὴ γέννηση του Χριστοῦ, ἀναφέρει ὅτι εἶχε ἀρχίσει στὴν Ἀντιόχεια νὰ γιορτάζονται τα Χριστούγεννα στὶς 25 Δεκεμβρίου. Το σίγουρο εἶναι ὅτι την ἐποχῆ του Ἰουστινιανοῦ, τον 6ο αἰῶνα, ὁ ἑορτασμός των Χριστουγέννων στὶς 25 Δεκεμβρίου εἶχε ἐξαπλωθεῖ σχεδόν σε ὅλη την Ἀνατολὴ.
Τι ἑόρταζαν οἱ Ἀρχαῖοι Ἕλληνες την περίοδο των Χριστουγέννων;
Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες κατά την χειμερινή τροπή του ἥλιου γιόρταζαν την γέννηση του Διονύσου. Ὁ Διόνυσος ἀποκαλοῦταν «σωτήρ» καὶ θεῖο «βρέφος», το ὁποῖο γεννήθηκε ἀπὸ την παρθένο Σέμελη. Ἦταν ὁ καλός «Ποιμήν», του ὁποίου οἱ ἱερεῖς κρατοῦν την ποιμενική ράβδο, ὅπως συνέβαινε καὶ με τον Ὄσιρη. Τον χειμῶνα θρηνοῦσαν το σκοτωμό του Διονύσου ἀπὸ τους Τιτᾶνες, ἀλλὰ στὶς 30 Δεκεμβρίου ἑόρταζαν την ἀναγέννησή του. Οἱ γυναῖκες-ἱέρειες ἀνέβαιναν στὴν κορυφή του ἱεροῦ βουνοῦ καὶ κρατῶντας ἕνα νεογέννητο βρέφος φώναζαν «ὁ Διόνυσος ξαναγεννήθηκε. Ὁ Διόνυσος ζεῖ» , ἐνῶ σε ἐπιγραφή ἀφιερωμένη στὸν Διόνυσο ἀναγράφεται:«Ἐγὼ εἶμαι ποὺ σε προστατεύω καὶ σε ὁδηγῶ, ἐγὼ εἶμαι το 'Ἄλφα καὶ το Ὠμέγα».
Αὐτή ἡ ἀρχαία Ἑλληνική γιορτή, εἶχε ἐπίσης ταυτιστεῖ καὶ με την γιορτή του Ἡλίου, τον ὁποῖο οἱ ἀρχαῖοι λαοί εἶχαν θεοποιήσει. Συγκεκριμένα στοὺς Ἕλληνες, εἶχε ταυτιστεῖ με τὸν Φωτοφόρο Ἀπόλλωνα τοῦ Ἡλίου, ὁ ὁποῖος ἀπεικονιζόταν πάνω στὸ ἱπταμένῳ ἅρμα του νὰ μοιράζει το φῶς τοῦ Ἡλίου. Οἱ ἀρχαῖοι λαοί ἀναπαριστοῦσαν την κίνηση του ἥλιου με την ζωή ἑνός ἀνθρώπου ποῦ γεννιόταν κατά την χειμερινή τροπή του ἥλιου ποῦ μεγάλωνε βαθμιαία καθώς αὐξάνονταν καὶ οἱ ὧρες ποῦ ὁ ἥλιος φωταγωγοῦσε την Γῆ, καὶ πέθαινε ἡ ἀνασταίνονταν τον Μάρτιο την ἡμέρα της Ἐαρινῆς Ἰσημερίας, συμβολίζοντας με αὐτὸν τον τρόπο την ἀναγέννηση του φυτικοῦ βασιλείου μέσα ἀπὸ την μήτρα της Γῆς. Το χειμερινό Ἡλιοστάσιο 22-25 Δεκεμβρίου σημαίνει την ἀρχὴ του χειμῶνα, καὶ ὁ Ἥλιος ἀρχίζει βαθμιαία νὰ αὐξάνει την ἡμέρα ἑως ὅτου ἐξισωθεῖ με την νύχτα, κατά την Ἴση-μερία τον Μάρτιο. Τότε ο Ἥλιος νικᾶ το σκοτάδι, καὶ ἔρχεται ἡ ἄνοιξη, ἡ ἐποχῆ της ἀναγέννησης γιὰ την φύση.
Ἡ ἑορτὴ αὐτὴ πέρασε καὶ στὴν ἀρχαία Ρώμη με τις δημοφιλεῖς γιορτές των Σατουρνάλιων, πρὸς τιμήν του Κρόνου τον Δεκέμβριο ἀλλὰ καὶ της θεάς Δήμητρας, γι΄ αὐτὸ καὶ ἔκαναν θυσίες χοίρων γιὰ την εὐφορία της γῆς . Τα Σατουρνάλια ἦταν ἀπὸ τις σημαντικότερες καὶ ὀνομάζονταν: « DIES INVICTI SOLIS », δηλαδή «Ἡμέρα του ἀήττητου ἥλιου». Μία γιορτή ποὺ φυσικά την εἶχαν πάρει ἀπὸ την γιορτή του Φωτοφόρου Ἀπόλλωνα - Ἡλίου!
Στήν ἀρχαία Ρώμη, ἡ ἑορτὴ ἄρχιζε στὶς 17 Δεκεμβρίου καὶ διαρκοῦσε ἑπτὰ ἡμέρες. Στήν ἑορτὴ αὐτὴ ἀντάλλασσαν δῶρα, συνήθως λαμπάδες καὶ στὰ παιδία ἔδιναν πήλινες κούκλας καὶ γλυκά σε σχῆμα βρέφους γιὰ νὰ θυμίζουν το Κρόνο, ποῦ τρώει τα παιδιά του. Σταδιακά λοιπόν τα γενέθλια του θεοῦ Ἥλιου μετατράπηκαν σε γενέθλια του Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Θά πρέπει ἐπίσης νὰ σημειωθεῖ ὅτι οἱ «ἐθνικοί» ἀποκαλοῦσαν την Πρώτη Ἡμέρα της βδομάδας Ἡμέρα του θεοῦ-Κυρίου Ήλιου, ὁρολογία την ὁποία ἀργότερα χρησιμοποίησαν καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοί Πατέρες γιὰ λόγους σκοπιμότητας ἴσως. Κάτι ποὺ διασώζεται ἑως σήμερα στὰ Ἀγγλικά ὥς SUN-DAY, στὰ Γερμανικά SONN-TAG.
Ὁ Ἰουστίνος ὁ μάρτυς (114-165 μ.Χ.) γράφει στῆ 2η ἀπολογία του γιὰ τον Ἰησοῦ «...σταυρώθηκε, πρὶν το Σάββατο, ΠΟΥ ΗΤΑΝ Η ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ "ΚΡΟΝΟΥ" καὶ την ἑπόμενη ἡμέρα ΠΟΥ ἩΤΑΝ
Ἡ ἩΜΕΡΑ ΤΟΥ (θεοῦ) "ἩΛΙΟΥ" καὶ ἡ ὁποία μετονομάσθηκε σε ΚΥΡΙΑΚΗ, ἀναστήθηκε καὶ ἐμφανίσθηκε στοὺς μαθητές Του...»
Οἱ Αἰγύπτιοι στὶς 25 Δεκεμβρίου ἑόρταζαν την γέννηση του θεοῦ - ἥλιου Ὄσιρη. Μετά την δολοφονία του ἕνα δένδρο ξεφύτρωσε στὸ ὁποῖο ὁ Ἴσις,σε κάθε ἐπέτειο της γέννησης του στὶς 25 Δεκεμβρίου, ἄφηνε δῶρα γύρω ἀπὸ το δένδρο. Οἱ Βαβυλῶνιοι, καὶ οἱ Φοίνικες ὀνόμαζαν το θεό-ἥλιο Βαάλ , οἱ Πέρσες λάτρευαν τη γέννηση του Ἀήττητου-ἥλιου καὶ θεοῦ Μίθρα Βασιλιά, ἐνῶ οἱ Βραχμᾶνοι στὴν γέννηση του ψάλλουν: «Ἐγέρσου ὦ βασιλιά του κόσμου, ἔλα σε μας ἀπὸ τις σκηνές σου».
Ἐκτὸς ὅμως της ἡμέρας της γέννησης καὶ πολλές ἀπὸ τις παραδόσεις ποὺ συνδέονται με τα Χριστούγεννα (ἀνταλλαγῆ δώρων, στολισμοί, κάλαντα, Χριστουγεννιάτικο δέντρο κλπ.) ἔχουν τις ρίζες τους σε παλαιότερες θρησκεῖες. Πιὸ συγκεκριμένα τα κάλαντα!
Πίσω ἀπὸ τα κάλαντα κρύβεται ἕνα ἀρχαῖο Ἑλληνικό ἔθιμο με το ὄνομα Εἰρεσιώνη, ποῦ ἀναφέρεται ἤδη ἀπὸ τον Ὅμηρο, ὁ ὁποῖος εὑρισκόμενος στὴν Σάμο, σκάρωσε διάφορα τραγούδια τα ὁποία μαζί με μία ὁμάδα παιδιῶν τα τραγουδοῦσαν στὰ σπίτια των πλουσίων εὐχόμενοι πλοῦτο, χαρά καὶ εἰρήνη. Συμβόλιζε την εὐφορία καὶ γονιμότητα της γῆς καὶ ἑορτάζονταν δύο φορές το χρόνο, μία την ἄνοιξη με σκοπό την παράκληση τῶν ἀνθρώπων πρὸς τους θεούς κυρίως του Ἀπόλλωνος-ἥλιου καὶ τῶν Ὡρῶν γιὰ προστασία της σποράς καὶ μία το φθινόπωρο, γιὰ νὰ τους εὐχαριστήσουν γιὰ την συγκομιδή τῶν καρπῶν. Ταυτόχρονα με τις εὐχαριστίες πρὸς τους θεούς, ἔδιναν εὐχές καὶ στοὺς συνανθρώπους.
Τα παιδιά γύριζαν ἀπὸ σπίτι σε σπίτι, κρατῶντας ἐλιᾶς ἡ δάφνης στολισμένα με μαλλί (σύμβολο ὑγείας καὶ ὀμορφιᾶς) καὶ καρπούς κάθε λογῆς, τραγουδῶντας γιὰ καλύτερη τύχη καὶ γονιμότητα της γῆς. Πολλά ἀπὸ τα παιδιά ἔφεραν τον κλάδο σπίτι τους καὶ τον κρεμοῦσαν στὴν πόρτα ὁποῦ ἔμενε ὅλο το ἔτος.(κάτι πού συνηθίζουμε νὰ κάνουμε σήμερα την Πρωτομαγιά).
Ἕνα πολύ ἐνδιαφέρον ἄρθρο του Ἀποστόλου Ἀρβανιτόπουλου, σχετικό με τα ἔθιμα του χριστουγεννιάτικου δέντρου καὶ τῶν καλάνδων, μας σώζει ὁ Φίλιππος Βρετάκος στὸ βιβλίο του "Οἱ δώδεκα μῆνες του ἔτους καὶ αἵ κυριώτεραι ἀορταί τῶν". Σε αὐτὸ το βιβλίο του ὁ Φίλιππος Βρετάκος μας λέει:
"Το χριστουγεννιάτικον δένδρον συμβολίζει την αἰωνιότητα της ζωῆς, διότι δὲν γηράσκει καὶ δὲν χάνει, ἑπομένως, την νεότητά του. Το δένδρον ὅμως τῶν Χριστουγέννων δὲν το εὑρίσκω, ἐγὼ τουλάχιστον, ὡς ξενικήν συνήθειαν, ὡς νομίζεται γενικῶς, ἀλλ' ἐν μέρει ὡς ἀρχαίαν ἑλληνικήν. Εἶναι, δηλαδή, ὑπολείμματα της περιφήμου "εἰρεσιώνης", καὶ της "ἱκετηρίας" τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, καὶ μάλιστα τῶν ἀρχαίων Ἀθηναίων. Ἦσαν δὲ ἡ μὲν Ἱκετηρία κλάδος ἐλαίας, ἀπὸ του ὁποίου ἐκρέμων ποκάρια μαλλιοῦ, καὶ ἔφερον αὐτὸν ὅσοι ἤθελον νὰ ἱκετεύσουν τὸν Θεόν ὁμαδικῶς, διὰ την ἀπαλλαγήν του τόπου ἀπὸ δεινοῦ τινός κακοῦ, π.χ. ἀπὸ νοσήματος, πανώλους, χολέρας ἡ ὁμοίου. Ὡς ἐπὶ το πολύ, ὅμως, ἐβάσταζε την Ἱκετηρίαν ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἤθελε νὰ τεθῆ ὑπὸ την προστασίαν θεοῦ καὶ της ἀνωτέρας ἀρχῆς, γιὰ νὰ προβῆ εἷς ἀποκαλύψεις ἐναντίον ἰσχυρῶν ἀνθρώπων ἡ ἀρχόντων." ("Κληρονομία του ἀρχαίου κόσμου", ἐφημερίς "Ἔθνος", 31 Δεκεμ.1937)
Το χριστουγεννιάτικο δέντρο ἐμφανίστηκε γιὰ πρώτη φορά στὴ Γερμανία στὸ τέλος του 16ου, ἀλλὰ ἑως τις ἀρχὲς του 19ου αἰῶνα δὲν ἦταν διαδεδομένο εὐρέως - τοποθετοῦνταν μόνο στὶς ἐκκλησίες. Το δέντρο ὥς Χριστιανικό σύμβολο, συμβολίζει την εὐτυχία ποὺ κρύβει γιὰ τον ἄνθρωπο ἡ γέννηση του Χριστοῦ. Σταδιακά το δένδρο ἄρχισε νὰ γεμίζει με διάφορα χρήσιμα εἴδη- κυρίως φαγώσιμα κι ἀργότερα ροῦχα κι ἀλλὰ εἴδη καθημερινῆς χρήσης, (κάτι ποὺ γινόταν στοὺς ἀρχαίους Ἑλληνικούς ναούς) συμβολίζοντας την προσφορά των Θείων Δώρων. Στὴν σύγχρονη Ἑλλάδα το ἔθιμο το εἰσήγαγαν οἱ Βαυαροί με τον στολισμό στὰ ἀνάκτορα του Ὄθωνα το 1833. Μετά τον το Β’ παγκόσμιο πόλεμο το δέντρο με τις πολύχρωμες μπάλες μπῆκε σε ὅλα τα ἑλληνικά σπίτια.
Φυσικά μεγάλη ἐντύπωση προκαλεῖ καὶ το μυθολογικό γεγονός του "Ἅγιο Βασίλη" με το ἕλκηθρο του ποῦ το κινοῦν οἱ ἱπτάμενοι τάρανδοι. Οὔτε αὐτὸ ὅπως καταλαβαίνετε, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ μὴν παρθεῖ ἀπὸ την Ἀρχαία Ἑλλάδα. Ὅπως ἀναφέραμε πιὸ πρίν , τον μῆνα Δεκέμβριο, οἱ Ἕλληνες γιόρταζαν τον Διόνυσο ἀλλὰ καὶ τον Φωτοφόρο Ἀπόλλωνα- Ἡλίου παριστάνοντας τον πάνω στὸ ἱπτάμενο ἅρμα του, νὰ μοιράζει το φῶς. Το ἅρμα ἔγινε ἕλκηθρο, τα ἄλογα ἔγιναν τάρανδοι καὶ το "δῶρο" του φωτός ποὺ μοίραζε στοὺς ἀνθρώπους ...ἔγινε κυριολεκτικά "μοίρασμα δώρων".
Τέλος το κόψιμο της βασιλόπιτας Ἀποτελεῖ ἐξελίξη του Ἀρχαῖο Ἑλληνικοῦ ἐθίμου του ἐορταστικοῦ ἄρτου, τον ὁποῖο οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες πρόσφεραν στοὺς θεούς σε μεγάλες ἀγροτικές γιορτές, ὅπως τα Θαλύσια καὶ τα Θεσμοφόρια.
Οἱ Αἰγύπτιοι στὶς 25 Δεκεμβρίου ἑόρταζαν την γέννηση του θεοῦ - ἥλιου Ὄσιρη. Μετά την δολοφονία του ἕνα δένδρο ξεφύτρωσε στὸ ὁποῖο ὁ Ἴσις,σε κάθε ἐπέτειο της γέννησης του στὶς 25 Δεκεμβρίου, ἄφηνε δῶρα γύρω ἀπὸ το δένδρο. Οἱ Βαβυλῶνιοι, καὶ οἱ Φοίνικες ὀνόμαζαν το θεό-ἥλιο Βαάλ , οἱ Πέρσες λάτρευαν τη γέννηση του Ἀήττητου-ἥλιου καὶ θεοῦ Μίθρα Βασιλιά, ἐνῶ οἱ Βραχμᾶνοι στὴν γέννηση του ψάλλουν: «Ἐγέρσου ὦ βασιλιά του κόσμου, ἔλα σε μας ἀπὸ τις σκηνές σου».
Ἐκτὸς ὅμως της ἡμέρας της γέννησης καὶ πολλές ἀπὸ τις παραδόσεις ποὺ συνδέονται με τα Χριστούγεννα (ἀνταλλαγῆ δώρων, στολισμοί, κάλαντα, Χριστουγεννιάτικο δέντρο κλπ.) ἔχουν τις ρίζες τους σε παλαιότερες θρησκεῖες. Πιὸ συγκεκριμένα τα κάλαντα!
Πίσω ἀπὸ τα κάλαντα κρύβεται ἕνα ἀρχαῖο Ἑλληνικό ἔθιμο με το ὄνομα Εἰρεσιώνη, ποῦ ἀναφέρεται ἤδη ἀπὸ τον Ὅμηρο, ὁ ὁποῖος εὑρισκόμενος στὴν Σάμο, σκάρωσε διάφορα τραγούδια τα ὁποία μαζί με μία ὁμάδα παιδιῶν τα τραγουδοῦσαν στὰ σπίτια των πλουσίων εὐχόμενοι πλοῦτο, χαρά καὶ εἰρήνη. Συμβόλιζε την εὐφορία καὶ γονιμότητα της γῆς καὶ ἑορτάζονταν δύο φορές το χρόνο, μία την ἄνοιξη με σκοπό την παράκληση τῶν ἀνθρώπων πρὸς τους θεούς κυρίως του Ἀπόλλωνος-ἥλιου καὶ τῶν Ὡρῶν γιὰ προστασία της σποράς καὶ μία το φθινόπωρο, γιὰ νὰ τους εὐχαριστήσουν γιὰ την συγκομιδή τῶν καρπῶν. Ταυτόχρονα με τις εὐχαριστίες πρὸς τους θεούς, ἔδιναν εὐχές καὶ στοὺς συνανθρώπους.
Τα παιδιά γύριζαν ἀπὸ σπίτι σε σπίτι, κρατῶντας ἐλιᾶς ἡ δάφνης στολισμένα με μαλλί (σύμβολο ὑγείας καὶ ὀμορφιᾶς) καὶ καρπούς κάθε λογῆς, τραγουδῶντας γιὰ καλύτερη τύχη καὶ γονιμότητα της γῆς. Πολλά ἀπὸ τα παιδιά ἔφεραν τον κλάδο σπίτι τους καὶ τον κρεμοῦσαν στὴν πόρτα ὁποῦ ἔμενε ὅλο το ἔτος.(κάτι πού συνηθίζουμε νὰ κάνουμε σήμερα την Πρωτομαγιά).
Ἕνα πολύ ἐνδιαφέρον ἄρθρο του Ἀποστόλου Ἀρβανιτόπουλου, σχετικό με τα ἔθιμα του χριστουγεννιάτικου δέντρου καὶ τῶν καλάνδων, μας σώζει ὁ Φίλιππος Βρετάκος στὸ βιβλίο του "Οἱ δώδεκα μῆνες του ἔτους καὶ αἵ κυριώτεραι ἀορταί τῶν". Σε αὐτὸ το βιβλίο του ὁ Φίλιππος Βρετάκος μας λέει:
"Το χριστουγεννιάτικον δένδρον συμβολίζει την αἰωνιότητα της ζωῆς, διότι δὲν γηράσκει καὶ δὲν χάνει, ἑπομένως, την νεότητά του. Το δένδρον ὅμως τῶν Χριστουγέννων δὲν το εὑρίσκω, ἐγὼ τουλάχιστον, ὡς ξενικήν συνήθειαν, ὡς νομίζεται γενικῶς, ἀλλ' ἐν μέρει ὡς ἀρχαίαν ἑλληνικήν. Εἶναι, δηλαδή, ὑπολείμματα της περιφήμου "εἰρεσιώνης", καὶ της "ἱκετηρίας" τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, καὶ μάλιστα τῶν ἀρχαίων Ἀθηναίων. Ἦσαν δὲ ἡ μὲν Ἱκετηρία κλάδος ἐλαίας, ἀπὸ του ὁποίου ἐκρέμων ποκάρια μαλλιοῦ, καὶ ἔφερον αὐτὸν ὅσοι ἤθελον νὰ ἱκετεύσουν τὸν Θεόν ὁμαδικῶς, διὰ την ἀπαλλαγήν του τόπου ἀπὸ δεινοῦ τινός κακοῦ, π.χ. ἀπὸ νοσήματος, πανώλους, χολέρας ἡ ὁμοίου. Ὡς ἐπὶ το πολύ, ὅμως, ἐβάσταζε την Ἱκετηρίαν ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἤθελε νὰ τεθῆ ὑπὸ την προστασίαν θεοῦ καὶ της ἀνωτέρας ἀρχῆς, γιὰ νὰ προβῆ εἷς ἀποκαλύψεις ἐναντίον ἰσχυρῶν ἀνθρώπων ἡ ἀρχόντων." ("Κληρονομία του ἀρχαίου κόσμου", ἐφημερίς "Ἔθνος", 31 Δεκεμ.1937)
Το χριστουγεννιάτικο δέντρο ἐμφανίστηκε γιὰ πρώτη φορά στὴ Γερμανία στὸ τέλος του 16ου, ἀλλὰ ἑως τις ἀρχὲς του 19ου αἰῶνα δὲν ἦταν διαδεδομένο εὐρέως - τοποθετοῦνταν μόνο στὶς ἐκκλησίες. Το δέντρο ὥς Χριστιανικό σύμβολο, συμβολίζει την εὐτυχία ποὺ κρύβει γιὰ τον ἄνθρωπο ἡ γέννηση του Χριστοῦ. Σταδιακά το δένδρο ἄρχισε νὰ γεμίζει με διάφορα χρήσιμα εἴδη- κυρίως φαγώσιμα κι ἀργότερα ροῦχα κι ἀλλὰ εἴδη καθημερινῆς χρήσης, (κάτι ποὺ γινόταν στοὺς ἀρχαίους Ἑλληνικούς ναούς) συμβολίζοντας την προσφορά των Θείων Δώρων. Στὴν σύγχρονη Ἑλλάδα το ἔθιμο το εἰσήγαγαν οἱ Βαυαροί με τον στολισμό στὰ ἀνάκτορα του Ὄθωνα το 1833. Μετά τον το Β’ παγκόσμιο πόλεμο το δέντρο με τις πολύχρωμες μπάλες μπῆκε σε ὅλα τα ἑλληνικά σπίτια.
Φυσικά μεγάλη ἐντύπωση προκαλεῖ καὶ το μυθολογικό γεγονός του "Ἅγιο Βασίλη" με το ἕλκηθρο του ποῦ το κινοῦν οἱ ἱπτάμενοι τάρανδοι. Οὔτε αὐτὸ ὅπως καταλαβαίνετε, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ μὴν παρθεῖ ἀπὸ την Ἀρχαία Ἑλλάδα. Ὅπως ἀναφέραμε πιὸ πρίν , τον μῆνα Δεκέμβριο, οἱ Ἕλληνες γιόρταζαν τον Διόνυσο ἀλλὰ καὶ τον Φωτοφόρο Ἀπόλλωνα- Ἡλίου παριστάνοντας τον πάνω στὸ ἱπτάμενο ἅρμα του, νὰ μοιράζει το φῶς. Το ἅρμα ἔγινε ἕλκηθρο, τα ἄλογα ἔγιναν τάρανδοι καὶ το "δῶρο" του φωτός ποὺ μοίραζε στοὺς ἀνθρώπους ...ἔγινε κυριολεκτικά "μοίρασμα δώρων".
Τέλος το κόψιμο της βασιλόπιτας Ἀποτελεῖ ἐξελίξη του Ἀρχαῖο Ἑλληνικοῦ ἐθίμου του ἐορταστικοῦ ἄρτου, τον ὁποῖο οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες πρόσφεραν στοὺς θεούς σε μεγάλες ἀγροτικές γιορτές, ὅπως τα Θαλύσια καὶ τα Θεσμοφόρια.