Ἰξίωνασ
Στὴν Ἑλληνική μυθολογία, ὁ Ἰξίων (Ιξίωνας) ἦταν ἕνας ἀπό τους Λαπίθες, βασιλιᾶς τἠς Θεσσαλίας (μέ ἔδρα πιθανόν τὴν ἰωλκό) καὶ γιὸς τοῦ Φλεγύα. Γιὸς του ἦταν ὁ Πειρίθους. Ἔλαβε ὡς σύζυγο τὴ Δία, θυγατέρα του Δηιονέα ή Δηίονα, υἱοῦ του Αἰόλου, βασιλέα της Φωκίδας. Ὑποσχέθηκε στὸν πεθερό του ἕνα πολύτιμο δῶρο, ἀθέτησε ὅμως την ὑπόσχεσή του. Ο Δηϊονεύς σε ἀντίποινα ἔκλεψε μερικά ἀπὸ τα ἄλογα του ἰξίονα. Ο τελευταῖος ἀπέκρυψε την ὀργὴ του καὶ προσκάλεσε τον πεθερό του σε ἑορταστικό γεῦμα στή Λάρισα. Μόλις ἔφτασε ὁ Δηϊονέας, ὁ Ιξίωνας τον δολοφόνησε, σπρώχνοντάς τον στὴν πυρά. Με τὴ φρικτή αὐτή πράξη, ὁ Ἰξίωνας παραβίασε τον ἱερό γιὰ τους Ἕλληνες νόμο της φιλοξενίας, προστάτης του ὁποίου ἦταν ὁ Ξένιος Ζεύς. Οἱ γειτονικοί ἄρχοντες, προσβεβλημένοι, ἀρνήθηκαν νὰ του προσφέρουν ἀσύλῳ ἡ νὰ ἐκτελέσουν τα τελετουργικά ποῦ θὰ του ἐπέτρεπαν νὰ ἀποκαθαρθεῖ ἀπὸ την ἐνοχή του. Ἔκτοτε, ὁ Ιξίωνας κηρύχθηκε ἐκτός νόμου, ἔζησε ὥς ἀπόβλητος καὶ τον ἀπέφευγαν οἱ πάντες. Σκοτώνοντας τον πεθερό του, ἔγινε ὁ πρῶτος ἄνθρωπος στὴν Ἑλληνική μυθολογία ποὺ σκότωνε συγγενῆ του. Η τιμωρία ποῦ ἐπέσειε κάτι τέτοιο ἦταν τρομερή.
Κάποτε, ὁ Ἰξίωνας, γιὰ νὰ ξεφύγει ἀπό τους διῶκτες του, κατέφυγε ἱκέτης σε ναό του Δία. ἐκεῖνος συμπόνεσε τον Ἰξίωνα, γιὰ την κατάσταση καί τον ἔφερε στὸν Ὄλυμπο μαζί του.
Ο Ἰξίονας λοιπόν ἀπὸ τὴ μία στιγμή στὴν ἄλλη βρέθηκε ἀνάμεσα στοὺς 12 Θεούς του Ὀλύμπου, ἔλαβε την ἀθανασία τρώγοντας την θεϊκή τροφή τους, την ἀμβροσία, καὶ πίνοντας το νέκταρ καὶ ζοῦσε ἀνάμεσα τους. Σύντομα ἄρχισε νὰ ποθεῖ την Ἦρα, την βασίλισσα τῶν ὑπολοίπων Θεῶν καὶ την προστάτιδα του γάμου. Ἀρχικά ἤ Ἦρα προσπάθησε νὰ τον ἀποκρούσει διακριτικά, σύντομα ὅμως οι βλέψεις του Ἰξίονα ἔγιναν ἐμφανεῖς καὶ στοὺς ὑπόλοιπους Θεούς, ἀκόμα καὶ στὸν Δία. Γιὰ αὐτό το λόγο κάλεσε κοντά του μία νύμφη του οὐρανοῦ, τὴ Νεφέλη, καὶ της ἔδωσε τὴ μορφή της Ἤρας. Ο Ἰξίονας λοιπόν πέφτοντας στὴν πλάνη αὐτή ἑνώθηκε με τὴ Νεφέλη κι ἀπό την ἑνώση αὐτή γεννήθηκε ὁ πρῶτος Κένταυρος. Ἐξοργισμένος ὅμως ὁ Δίας με την αἰσχρότητα ἀλλὰ καὶ την ἀσέβεια ποὺ του ἀπέδειξε ὁ Ἰξίονας, του ἐπέβαλε ἕνα τρομερό αἰώνιο μαρτύριο, μιᾶς κι ἐκεῖνος δὲ μποροῦσε νὰ πεθάνει ἀφοῦ εἶχε γίνει ἀθάνατος.
Ο Ἰξίωνας κεραυνοβολήθηκε καὶ ἀποβλήθηκε από τον Ὄλυμπο. Ο Δίας διέταξε τον Ἔρμη νὰ δέσει τον ἰξίωνα σ' ἕναν τροχό. Ἔτσι δεμένος, ο Ίξίωνας περιφέρεται αἰώνια στὸν Τάρταρο.
Το ὀργάνῳ της τιμωρίας του ἰξίονα, ο τροχός, σπάνια περιγράφεται. Κατά τον Σχολιαστή των “Φοινίκων” του Εὐριπίδη (1185), ὁ τροχός ἀποτελοῦνταν ἀπὸ φλεγόμενες ἀκτῖνες. Ο Ἀπολλώνιος ὁ Ρόδιος (3,62) παραδίδει πῶς ὁ ἰξίονας συγκρατοῦνταν στὸν τροχό ἀπὸ χάλκινα δεσμά, ἐνῷ κατά τον Βιργίλιο (Γεωργικά 3, 38 καὶ Myth. Vat. I 14, II 106) ἀπὸ φίδια. Ἐπίσης καὶ πάλι κατά τον Βιργίλιο (Γεωργικά 4, 484) τον τροχό με τον Ιξίονα κατεδίωκαν δύο φίδια – σε σχέση ἴσως με το πρῶτο ἔγκλημα, καθώς ἦ τιμωρία γιὰ την παρενόχληση της Ἤρας ἦταν ὁ ἀέναα σε κίνηση τροχός.
Ὀ Διόδωροσ ό Σικελιώτησ ἀναφέρει τὴ σχετική μαρτυρία << μυθολογοῦσι τον
ἰξίονα διὰ το μέγεθος των ἡμαρτημένων ὑπό Διὸς εἰς τροχὸν ἐνδυθῆναι καὶ τελευτήσαντα την τιμωρίαν ἔχειν αἰώνιον>>. Εἶναι πολὺ πιθανὸ ὁ τροχὸς του ἠξίωνα νὰ κρύβει μηχανισμό κάποιου αὐτόματου τροχοῦ, ὁ ὁποῖος κινεῖται με μηχανική ἐνέργεια . Πολλοὶ μελετητές μάλιστά ταυτίζουν τον αὐτόματο αὐτό τροχὸ με το ἀστρονομικῷ φαινομενο τησ διαρκουσ τροχιασ του ηλιου γυρο απ τη σεληνη.
Σχετική παράσταση του μαρτυρίου του ἰξίωνα ὑπάρχει σε ἀμφορέα ποὺ χρονολογῆται γῦρο στὸ 330 π.χ. Καὶ φυλάσσεται στὸ μουσεῖο του Βερολίνου