Παρασκευή 6 Απριλίου 2018

Ἀπρίλης 1947: Ὁ ἱερέας Γεώργιος Σκρέκας ΚΡΕΜΑΤΑΙ ΕΠΙ ΞΥΛΟΥ ἀπὸ τοὺς ἄθεους τοῦ ΕΑΜ/ΕΛΑΣ!



Μέσα στοὺς ἑκατοντάδες Ἕλληνες ἱερεῖς ποὺ βρῆκαν μαρτυρικὸ θάνατο στὰ αἱμοσταγῆ χέρια τῶν ντόπιων ἀντίχριστων, ξεχωριστὴ θέση κατέχει ὁ ἱερέας Γεώργιος Σκρέκας. Σίγουρα, ὁ πανταχοῦ παρὼν Χριστὸς θὰ ἔχει τὴν ψυχὴ τοῦ Μάρτυρα δίπλα Του, στὸν Παράδεισο. Καθὼς πλησιάζει τὸ Πάσχα, ἂς θυμηθοῦμε τοὺς ἀληθινοὺς σύγχρονους Ἅγιους τῆς Ἑλλάδας μας καὶ ἂς ἀνάψουμε ἕνα κερὶ στὴ Μνήμη τους.

H ΣΤΑΥΡΩΣΙΣ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΣΚΡΕΚΑ

H Μεγάρχη εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ ὄμορφα καὶ μεγάλα χωριά, (κάτοικοι 1301 κατὰ τὴν ἀπογραφὴ τοῦ 1951), του Νομοῦ Τρικάλων. Ἔχει καὶ αὕτη τὴν δική της τραγικὴ ἱστορία. Τὴν ἱστορία ποῦ ἔγραψε μὲ τὸ αἷμα του καὶ τὴν ὑπέρτατη θυσία του, στὸν Βωμὸ τοῦ καθήκοντος, ὁ ΓΕΩΡΓΙΟΣ παπᾶ ΣΚΡΕΚΑΣ, καὶ παραμένει ἔκτοτε τὸ αἰώνιο σύμβολο ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΑΦΟΣΙΩΣΕΩΣ τῆς Πατρίδος του.

O Γεώργιος παπᾶ Σκρέκας, γεννήθηκε τὸ 1910 στὴν Μεγάρχη ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, οἱ ὅποιοι τὸν ἐγαλούχησαν μὲ τὰ Ἔλληνο - Χριστιανικὰ Ἰδεώδη. Στὸ χωριό του διδάχθηκε τὴν στοιχειώδη μόρφωση καὶ κατόπιν φοίτησε στὸ Ἑλληνικὸ Σχολεῖο Τρικάλων. Ἀπὸ μαθητὴς ἀκόμη ἐξεδήλωσε τὴν ἐπιθυμία νὰ ἀφοσιωθῇ στὴν ἐκκλησία. 0ι γονεῖς του δὲν ἀντέδρασαν. Ἔτσι περιεβλήθῃ τὸ σεπτὸ ράσο. Τὸ 1938 χειροτονήθηκε Ἱερέας. Λαϊκὸς παντρεύτηκε μιὰ θαυμάσια κοπέλα χριστιανικῶν ἀρχῶν, τὴν συγχωριανή του ΕΥΘΥΜΙΑ ΝΤΟΥΜΑ. Ἀπέκτησαν ἕξη (6) ἀγόρια. Τούς: ΙΩΑΝΝΗ, ΣΤΕΦΑΝΟ, ΒΑΣΙΛΗ, ΑΝΔΡΕΑ, ΑΧΙΛΛΕΑ καὶ ΓΙΩΡΓΟ.
Ὁ παπᾶ ΓΙΩΡΓΗΣ, ὅπως τὸν ὀνόμαζαν, ἦταν πολὺ ἀγαπητός, ὄχι μόνο στὴν ἰδιαιτέρα του πατρίδα ἀλλὰ καὶ στὰ γύρῳ χωριὰ καὶ ἰδίως στὰ Κρανιὰ καὶ Καλονέρι στὰ ὅποια εἶχε ὑπηρετήσει. Ἀπὸ τὸ 1944 τοποθετήθηκε ὁριστικὰ στὴν Μεγάρχη. Ἦταν τὸ καύχημα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως. Καὶ μὲ τὴν εὐγένεια ποὺ τὸν διέκρινε, τὴν ἀγαθοσύνη τῆς ψυχῆς του καὶ τίς ἀγαθοεργίες του, ἀγαπήθηκε ἀπὸ τὸ χριστεπώνυμο κοινὸ ὅλης τῆς περιοχῆς.
Ὑπῆρξε ἡ προσωποποίηση τῆς καλοσύνης καὶ δικαιοσύνης. Μὲ τὴν ἄοκνη δραστηριότητα τοῦ, τὴν γλυκύτητα τῶν λόγων του, τίς φιλάνθρωπες πράξεις του, τίς σοφὲς συμβουλές του, ὀμόρφαινε τίς ἀσχήμιες τῆς ζωῆς, γλυκαίνοντας τὴν πίκρα τῶν συνανθρώπων του καὶ λιγοστεύοντας τὸν πόνο τους.




Ἦταν ὁ φάρος καὶ ὁ ὁδηγὸς τῶν πιστῶν του, τοὺς ὁποίους προέτρεπε νὰ εἶναι πάντοτε καλοὶ Χριστιανοί, ἀφοσιωμένοι στὴν Πατρίδα, τὴν Θρησκεία, τὴν Οἰκογένεια, γιὰ νὰ ἔχουν τὴν εὐλογία τοῦ Κυρίου. Ἀγωνίζονταν νὰ θωράκιση τίς ψυχὲς τῶν ἁπλοϊκῶν συγχωριανῶν του, ὥστε νὰ συντρίβεται στὸ χαλύβδινο αὐτὸ ἀνθρώπινο τεῖχος τῶν πιστῶν του, κάθε ἀπόπειρα κομμουνιστικῆς προπαγάνδας καὶ παραπλανήσεως.


Στὶς δύσκολες ὧρες τῆς Ἐθνικῆς μας δοκιμασίας, ἐπειδὴ ὑπῆρξε ὁ κήρυκας τῶν χριστιανικῶν ἀληθειῶν, καυτηριάζοντας τίς ἄνομες πράξεις των ξενοκινήτων κομμουνιστῶν, τοὺς ὁποίους ἀποκαλοῦσε ΛΥΚΟΥΣ, οἱ φίλοι του καὶ οἱ συγγενεῖς του τὸν πιέζανε νὰ ἐγκαταλείψῃ τὴν Μεγάρχη δια νὰ μὴ τοῦ συμβῇ κανένα κακό. Ἡ ἀπάντησις τοῦ ἦταν ἀρνητική: «Πῶς νὰ ἐγκαταλείψω τὸ ποίμνιον μοῦ; Θὰ τὸ κατασπαράξουν οἱ ἀγριόλυκοι, οἱ ἄθρησκοι αὐτοὶ ποὺ δὲν φείδονται κανενός. Ὄχι! Θὰ μείνω πλησίον τοῦ νὰ τὸ προστατεύσω. Ἡ θέσις μου εἶναι κοντά του.»


Οἱ κομμουνιστοσυμμορίτες, γνωστοὶ ἀντίχριστοι, ἄθεοι ὑλιστές, δὲν ἠνείχοντο κληρικοὺς ἐμπνευσμένους κοντὰ στὸν λαό, διότι ἦσαν τὰ μεγάλα ἐμπόδια στὶς σκοτεινές των ἐπιδιώξεις. Γιὰ νὰ ἐξουδετερώσουν τελείως τὴν ἀντίδρασι τοῦ Παπᾶ Σκρέκα, ἐνήργησαν κατὰ τὸν συνηθισμένο ὕπουλο τρόπο τους:

Ἀργὰ τὸ βράδυ, στὶς 27 Μαρτίου 1947, ὅταν ὅλο τὸ χωριὸ κοιμότανε καὶ ὁ παπᾶς ξεκουράζονταν ἀπὸ τοὺς κόπους τῆς ἡμέρας, περὶ τοὺς πενῆντα ὁπλισμένους συμμορῖτες ὑπὸ τὸν Καπετὰν Φαρμάκη —κατὰ κόσμο ΧΡΗΣΤΟ Τζιατζια— ἀρχισυμμορίτη τῆς περιοχῆς μὲ πολὺ κακοῦργα ἔνστικτα, τὸν Τσίνα Δημήτριο τοῦ Γεωργίου, Ἴτσιο Γεώργιο τοῦ Ἀθανασίου, Βακούφεση Δημήτριο τοῦ Νικολάου, τὴν αὐτοάμυνα τῆς Μεγάρχης καὶ τοὺς συμμορῖτες τῆς περιοχῆς καμιὰ πενηνταριά, ὅλοι τους ἀγριωποὶ στὴν ὄψι, μὲ κακοῦργα ἔνστικτα, χτύπησαν δυνατὰ παρατεταμένα τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του. Ὁ παπᾶς πετάχτηκε ἀνήσυχος, ἔτρεξε, ἄνοιξε, καὶ βρέθηκε μπροστὰ σὲ ἀπαίσιους γενειοφόρους κομμουνιστοσυμμορίτες του ΕΛΑΣ, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ὁπλισμένοι. Μερικοὶ ὅρμησαν κατ' ἐπάνω του, τὸν ἔσυραν στὴν αὐλὴ τοῦ σπιτιοῦ του καὶ δέρνοντας τὸν ἀνελέητα, τὸν ἀκινητοποίησαν. Ἄλλοι συμμορῖτες ὅρμησαν στὸ σπίτι καταστρέφοντας τὰ πάντα, λεηλάτησαν ὅτι βρῆκαν ἀπὸ ρουχισμό, τρόφιμα, σιτάρι, καλαμπόκι, χρήματα, πῆραν ὅλα τὰ ζῶα, ἀναγκάζοντας τὸν γέρο πατέρα καὶ τὸν θεῖο τοῦ ἱερέως, νὰ ὁδηγήσουν τὰ ζωντανὰ μὲ συνοδεία δύο ὁπλισμένων συμμοριτῶν στὸ χωριὸ Πρόδρομος. Ταυτόχρονα ἔσυραν τὸν Ἱερέα σὲ ἕνα στάβλο τοῦ σπιτιοῦ του καὶ ἄρχισαν νὰ τὸν δέρνουν λυσσαλέα.


Ὁ ἄμοιρος Ἱερέας, κακοποιημένος ἀπάνθρωπα, καταματωμένος, μὲ οἰμωγὲς καὶ θρήνους, ζητοῦσε λίγο νερὸ νὰ σβήσει τὴν τρομερὴ δίψα του. Ἡ πρεσβυτέρα, στὶς ἱκεσίες τοῦ παπᾶ της καὶ σὲ ἄθλια ψυχικὴ κατάστασι ὅπως ἦταν, τοῦ πῆγε ἕνα κανάτι νερὸ νά τον ἀνακούφιση. Οἱ συμμορῖτες ἅρπαξαν τὸ δοχεῖο μὲ τὸ νερό, τὸ ἔρριξαν στὸν κακοποιημένο ἀπὸ αὐτοὺς ἱερέα καὶ ἄρχισαν νὰ ξυλοκοποῦν ἀγρίως καὶ τοὺς δύο μέχρις ἀναισθησίας. Τὸ μαρτύριο τοῦ παπα Σκρέκα διήρκεσε ὧρες.

Πολὺ πρὶν τὰ ξημερώματα, οἱ συμμορῖτες ἔφυγαν ἀπὸ τὴν Μεγάρχη, σέρνοντας τὸν παπᾶ Γιώργη ξυπόλυτο, ἡμίγυμνο, καταπληγιασμένο, καταματωμένο ἀπὸ τὸν ἄγριο ξυλοδαρμὸ καὶ τίς κακοποιήσεις, ἐνῶ στὸ σπίτι θρηνοῦσαν τὰ ἕξῃ τελείως ἀνήλικα παιδιά του, μὲ τὴν ἐπίσης κακοποιημένη πρεσβυτέρα μητέρα του.


Ὁ παπᾶ Σκρέκας, μεταφέρθηκε στὸ χωριὸ Γοργογύρι, κλείστηκε σὲ ἕναν ἀχυρῶνα καὶ κατὰ διαστήματα ἐδέρετο ἀπὸ διάφορους ἀγροίκους συμμορῖτες. Ὁ ἐφημέριος τοῦ χωριοῦ, μόλις πληροφορήθηκε τὸ τρομερὸ γεγονός, μὲ θάρρος ἔτρεξε κοντὰ στὸν κρατούμενο συλλείτουργο τοῦ. Παρεκάλεσε τοὺς συμμορῖτες νὰ τὸν ἐλευθερώσουν. Μάταια. Οἱ δύο παπᾶδες ἔκλαψαν μαζί. Καὶ ἦλθε ἡ ὥρα τῆς ἀναχωρήσεως ἀπὸ τὸ Γοργογύρι. Ὁ παπᾶ Σκρέκας, μὲ φανερὴ συγκίνησι καὶ δακρύβρεκτος, ἀσπάσθηκε τὸν συνάδελφο του λέγοντας τοῦ τὴν στιγμὴ τοῦ ἀποχωρισμοῦ των: «Ὁ Θεὸς γνωρίζει τί θὰ ἀπογίνω. Ἐὰν ὁ Κύριος μὲ καλέσει κοντά του διὰ μαρτυρίου, ἂς εἶναι εὐλογημένο τὸ ὄνομα τοῦ. Ἄς γίνει τὸ θέλημα Τοῦ»!


Οἱ συμμορίες ξεκίνησαν γι' ἀλλοῦ, σέρνοντας σχεδὸν ἡμιλιπόθυμο τὸν τόσο κακοποιημένο ἱερέα. Ἡ πρεσβυτέρα, ἀσθμαίνουσα, μὲ τὴν ψυχὴ στὸ στόμα, ἔφθασε στὸ Γοργογύρι. Γονάτισε μπροστὰ στοὺς συμμορῖτες, ἔκλαψε, παρεκάλεσε νὰ λυπηθοῦν τὸν καλὸν Ἱερέα καὶ πατέρα των ἕξῃ ἀνήλικων παιδιῶν τους. Ὁ παπᾶς βλέποντάς την, μὲ συγκρατημένη συγκίνησι τῆς φώναξε: «Ἐδῶ εἶσαι κι ἐσὺ παπαδιά; Ἔλπιζε στὸν Θεόν! Ἐκεῖνος διευθύνει. Ὑπομονή»!

Οἱ ἀγροῖκοι τὸν ἔσπρωξαν βάναυσα, ἀναγκάζοντας τὸν νὰ προχωρήσῃ. Στὴν παπαδιὰ δὲν ἐπέτρεψαν νὰ τοὺς ἀκολουθήση.ύστερα ἀπὸ ἐξαντλητικὴ πορεία ὡρῶν διὰ τῶν χωρίων Τύρνα καὶ Ξυλοπάροικον ἔφθασαν στὸ Νεραϊδοχώρι. Ἔρριξαν τὸν ἡμιθανῆ σχεδὸν παπᾶ Σκρέκα σὲ ἕνα σκοτεινὸ μπουντρούμι. Καθημερινῶς τὸν βασάνιζαν ἐπὶ ὧρες ἕως καὶ τὴν Μεγάλη Πέμπτη. Τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ 11 'Ἀπριλίου 1947, ὁ ἀρχισυμμορίτης τῆς περιοχῆς Καπετὰν Φαρμάκης, κατὰ κόσμον Χρῆστος Τζιατζιάς, ὅπως προαναφέραμε, τὸν ὁποῖον πολλάκις καὶ προθύμως ἐβοήθησεν οἰκονομικῶς ὁ λαμπρὸς Λεβίτης κατὰ τὸ παρελθόν, μπῆκε στὸ μπουντρούμι, τὸν ἅρπαξε βάναυσα, βίαια καὶ τὸν ἔσυρε ἔξω.


Σ.Σ.: Ό ἄτεγκτος, ὁ ἀδίστακτος αὐτὸς δολοφόνος, ὁ ἀπάνθρωπος ἐκτελεστὴς ἑκατοντάδος καὶ ἴσως πολὺ περισσοτέρων ἁγνῶν Ἑλλήνων πατριωτῶν ἀαφοσιωμένων εἰς τὰ Ἑλληνοχριστιανικὰ ἰδεώδη, μὲ τὴν δοθεῖσα γενικὴ ἀμνηστία τὸν Σεπτέμβριο 1974 ἐπέστρεψε ἀπὸ τὸ παραπέτασμα ὅπου εἶχε καταφύγει, ὅπως καὶ πληθώρα ἄλλων ἐγκληματιῶν τοῦ γένους μας, τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1977 στὴν Μεγάρχη, προκλητικὸς καὶ ἀμετανόητος, ὅπως δείχνει ἡ πολιτεία του.

Τὴν ἡμέρα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, ὁ καιρὸς ἦταν, ὅπως πάντα, μουντὸς βαριὰ σύννεφα κάλυπταν τὸν οὐρανό. Νόμιζε κάνεις ὀτι ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ θὰ ξεσποῦσε φοβερὴ μπόρα. Βαρύθυμες οἱ ψυχὲς καὶ οἱ μορφὲς τῶν πονεμένων ἀνθρώπων. Μέσα σ' αὐτὸν τὸν ἀνθρώπινο πόνο καὶ τὴν καταθλιπτικὴ ἀτμόσφαιρα, ἐκεῖ στὸ Νεραϊδοχώριο τοῦ ὄρους Κόζιακα, ὅπου ἦσαν τὰ λημέρια τῶν κομμουνιστοσυμμοριτῶν του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, δικάστηκε ἀπὸ Λαϊκὸ Δικαστήριο ὁ παπᾶ Σκρέκας. Χρέη Δικαστοῦ ἐκτελοῦσε ὁ συμμορίτης δάσκαλος ΜΑΝΑΦΑΣ, καταγόμενος ἀπὸ τὴν Ἁγία Μονὴ Τρικάλων. Ἐκτελεσταὶ ἦσαν οἱ Τζιατζιὰς Χρῆστος ἢ Καπετὰν Φαρμάκης, Μπακάλης Νικόλαος ἢ Καραπέτσας ἀπὸ τὸ Δενδροχώρι καὶ ἡ θηριώδης τὴν ὄψιν καὶ τὴν ψυχὴν συμμορίτισσα ἀπὸ τὴν Μεγάρχη, Οὐρανία Ντούμα.


Ἡ ἀπόφασις τοῦ Λαϊκοῦ Δικαστηρίου ἦταν ὅπως σὲ ὅλες τίς περιπτώσεις, ὁμόφωνα ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΙΚΗ.

Σὲ λίγο, κάπου ἐκεῖ κοντά, ἐπανελήφθῃ ἡ ἀπάνθρωπος, ἀνατριχιαστικὴ σκηνὴ τοῦ Γολγοθᾶ. Ὁ σεμνὸς καλοκάγαθος Παπᾶ - Σκρέκας, σταυρώθηκε κατὰ τὸν ἴδιο ἀκριβῶς τρόπο, ὅπως ὁ ΚΥΡΙΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ, σὲ ἕνα δίκορμο σταυροειδὲς ἔλατο, ἀφήνοντας ὀρφανὰ τὰ ἕξῃ ἀνήλικα παιδιά του, ἀπὸ ἡλικίας 10 χρόνων ἕως καὶ 6 μηνῶν, τὸ τελευταῖο ἀβάπτιστο βρέφος του, τὸ ὁποῖον καὶ φέρει τὸ ὄνομα τοῦ. Ὁ θάνατος τοῦ ὑπῆρξε μαρτυρικός. Ὅταν πλέον ξεψύχησε, τὸν πέταξαν —τὰ ἐγκληματικὰ αὐτὰ ἀποβράσματα τῆς Κοινωνίας— σὲ μιὰ παρακείμενη χαράδρα καὶ τὸν κάλυψαν μὲ κλαδιὰ καὶ πέτρες, γιὰ νὰ ἐξαφανίσουν τὰ ἴχνη του.


Λίγες ἡμέρες ἀργότερα, οἱ κομμουνιστοσυμμορίτες καταδιωκόμενοι ἀπὸ τίς ἔνδοξες Ἔνοπλες Δυνάμεις μας, ἐγκατέλειψαν τὸ Νεραϊδοχώρι. Κατὰ τίς ἐκκαθαριστικὲς ἐπιχειρήσεις τοῦ Στράτου μας, βρέθηκε τὸ πτῶμα τοῦ μάρτυρος ἱερέως τελείως ἀναλλοίωτο, χωρὶς καθόλου σημεῖα σήψεως. Ἡ ἰατροδικαστικὴ ἐξέτασις ἀπέδειξε ὀτι σταυρώθηκε ζωντανός. Ἐπιπλέον διαπιστώθηκε ἐξόρρυξις τῶν ὀφθαλμῶν του. Λογχισμὸς τῆς δεξιᾶς πλευρᾶς. Τὰ ὀστᾶ του ἦσαν καταθρυμματισμένα ἀπὸ τὰ ἀνελέητα φοβερὰ κτυπήματα. Ἐπίσης ὀτι εἶχε πυροβοληθεῖ στὸ μέτωπο καὶ στοὺς κροτάφους.

Ἀλήθεια, πόση κακία, πόση σκληρότητα, ἀπανθρωπιὰ καὶ πώρωσις, πόσο μῖσος ἐφώλιαζε στὶς ψυχὲς ὅλων ἐκείνων τῶν ἀπίστων καὶ ἄθεων, τοῦ συρφετοῦ τῶν καννιβάλων, ὥστε νὰ διαπράξουν ἕνα τόσο στυγερὸ ἀνοσιούργημα;

Ἡ κηδεία του τόσον ἀγρίως βασανισθέντος καὶ σταυρωθέντος Γεωργίου παπᾶ - Σκρέκα, ἔγινε στὰ Τρίκαλα δημοσία δαπάνη, μὲ τὴν συμμετοχὴ 60 ἱερέων ἐκ τοῦ Θεσσαλικοῦ κλήρου, πολιτικῶν καὶ στρατιωτικῶν Ἀρχῶν καὶ τοῦ κατασυγκινημένου λαοῦ, ποῦ προσῆλθε αὐθόρμητα μὲ κατανυκτικὴ εὐλάβεια γιὰ νὰ τίμηση τὸν Ἐθνομάρτυρα Ἱερέα.

Μετὰ δυόμιση χρόνια, τὸν Δεκέμβριο 1949 ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν σὲ πανηγυρικὴ Συνεδρία, ἀπένειμε χρυσὸ μετάλλιο «εἰς τὴν σεπτὴν ὁμάδα τῶν Ἑλλήνων Ἱερέων, τῶν ἀπὸ τοῦ 1941 ἕως καὶ Δεκέμβριον 1949, ὑπὲρ Πίστεως καὶ Πατρίδος μαρτυρησάντων, ἐκ τῶν ὁποίων ἄλλοι μὲν ἐτυφεκίσθησαν, ἄλλοι δὲ ἐσταυρώθησαν, ἄλλοι κατακρεουργήθηκαν, ἀπὸ τοὺς ἄθεους τῆς φυλῆς μας καὶ ἄλλοι ἐτάφησαν ζῶντες. Προτείνομεν ὅπως, «παρὰ τὸν ἀνδριάντα τοῦ σεπτοῦ Ἐθνομάρτυρος Ἱεράρχου Σμύρνης Χρυσοστόμου, ἀνεγερθῇ ἀντάξιον μνημεῖον τῆς Θυσίας ταύτης τῶν Ἱερέων, ἶνα,ἵνα ὑπενθυμίζῃ εἰς τοὺς Ἕλληνας καὶ τὰς γενεὰς τοῦ μέλλοντος, τὸ πρὸς τὴν Πίστιν καὶ τὴν Πατρίδα καθῆκον των καὶ τὴν ἀνήκουστον βαρβαρότητα τῶν ἀπίστων καὶ ἄθεων κομμουνιστοσυμμοριτῶν».


Τὸ Ἔθνος μας, διὰ τῆς Ἀκαδημίας, μεταξὺ τῶν μαρτύρων Ἱερέων, ἐτίμησε καὶ τὸν «παπᾶ Γεώργη Σκρέκα». Ἀνεγνώρισεν ὀτι ὁ Ἑλληνικὸς Κλῆρος ὑπῆρξε πρωτοπόρος καὶ πρωτεργάτης διὰ τὴν διατήρηση τῆς Ἐθνικῆς φλόγας καὶ ὁ ὁποῖος ἐπλήρωσε πάντοτε βαρὺ τίμημα διὰ τὴν πίστι του στὴν Θρησκεία καὶ τὴν ἀγάπη του στὴν Ἑλληνικὴ Πατρίδα. Μετὰ 12 χρόνια ἀπὸ τῆς συντριβῆς τοῦ συμμοριτισμοῦ καὶ μὲ πρωτοβουλία τοῦ Γενικοῦ Ἐπιτελείου Στρατοῦ, τοποθετήθηκε ἡ χάλκινη προτομὴ τοῦ εἰς τὸν χῶρο πρὸ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ «ΑΓΙΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ» Τρικάλων.

ΙΕΡΕΥΣ ΣΚΡΕΚΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΠΙΣΤΟΣ ΑΧΡΙ ΘΑΝΑΤΟΥ ΕΙΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ,

ΕΘΑΝΑΤΩΘΗ ΥΠΟ ΣΥΜΜΟΡΙΤΩΝ ΑΘΕΩΝ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΠΟΛΕΜΙΩΝ,

ΧΡΙΣΤΟΜΙΜΗΤΟΣ ΠΟΙΜΗΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΥΠΕΡΤΑΤΗΣ ΘΥΣΙΑΣ,

ΣΕΜΝΩΜΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, Ἀγλαϊσμα ΕΛΛΑΔΟΣ



(σ.σ. Ἡ προτομὴ τοῦ μάρτυρα ἱερέα Γιώργου Σκρέκα ξεθεμελιώθηκε καὶ κλάπηκε τὸ 1982 ἀπὸ κομμουνιστοσυμμορίτες -ὅπως εἰκάζεται- τῆς Μεγάρχης).

[Ἡ τελετὴ τῶν ἀποκαλυπτηρίων ἔγινε στὶς 18 Ἰουνίου 1961 μὲ κάθε ἐπισημότητα, παρουσία τῆς Οἰκογενείας ΣΚΡΕΚΑ, μὲ τὴν συμμετοχὴ Ἐκκλησιαστικῶν, Πολιτικῶν καὶ Στρατιωτικῶν Ἀρχῶν, Ἑνώσεως Ἀποστράτων Ἀξιωματικῶν, λειτουργῶν Δημοτικῆς καὶ Μέσης 'Ἐκπαιδεύσεως, Ἑνώσεως Ἀναπήρων καὶ Τραυματιῶν, Παλαιῶν Πολεμιστῶν, Ἐφεδροπολεμιστικῶν Ὀργανώσεων, διαφόρων ἄλλων Ὀργανισμῶν, μαθητιώσης νεολαίας καὶ σύμπαντος τοῦ λαοῦ τῶν Τρικάλων.

Ἡ σεμνὴ τελετὴ ὁλοκληρώθηκε μὲ ὁμιλίες, καταθέσεις στεφάνων, τήρηση σιγῆς ἑνὸς λεπτοῦ εἰς μνήμην Ἐθνομάρτυρος Ἱερέως Γεωργίου Σκρέκα καὶ τὴν ἀνάκρουση τοῦ 'Ἐθνικοῦ Ὕμνου. Ἡ Πατρίδα τίμησε τὸ ἐκλεκτό της τέκνο, τὸ ὁποῖον ὑπῆρξε καύχημα τῆς Ἐκκλησίας καὶ φωτεινὸ λαμπρὸ μετέωρο πίστεως καὶ αὐτοθυσίας τῆς νεωτέρας Ἑλλάδος.

Υ.Γ.: Γονεῖς Παπᾶ - Σκρέκα: ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ - ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ. Ἀδέλφια: ΓΕΩΡΓΙΟΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΣ καὶ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ]



Τρίτη 3 Απριλίου 2018

Γιατί ἡ εὐσέβεια πρὸς τους γονεῖς καὶ τους πατρώους θεούς εἶναι ἀρετή ..


Γιατί ἡ εὐσέβεια πρὸς τους γονεῖς καὶ τους πατρώους θεούς εἶναι ἀρετή ..

Ὁ Διόδωρος ὁ Σικελιώτης( περίπου 90- 20 π.α.χ.χ) ἔγραψε την Ἱστορική βιβλιοθήκη, μιά παγκόσμια ἱστορία σε 40 βιβλία ἀπὸ τα ὁποία σώθηκαν τα 15, ποῦ ξεκινᾶ ἀπὸ τα μυθικά χρόνια καὶ φτάνει μέχρι την ἐποχῆ του.

Το ἀπόσπασμα εἶναι του Διόδωρου Σικελιώτη καὶ ἀναφέρεται στὸν Αἰνεία, ὁ ὁποῖος μετά την ἅλωση της Τροίας οἱ Ἕλληνες του ἐπέτρεψαν νὰ πάρει ἀπὸ το σπίτι του ὅ΄,τι ἤθελε, αὐτὸς ἀντί νὰ πάρει χρυσάφι ἡ ἄλλα πολύτιμα ἀντικείμενα, ὅπως οἱ ἄλλοι Τρῶες, πῆρε στοὺς ὤμους του το γέρο πατέρα του καὶ τα προγονικά ἱερά...

Τῶν δὲ Ἑλλήνων ὑποσπόνδους τούτους ἀφέντων, καὶ συγχωρησάντων ἑκάστῳ λαβεῖν ὅσα δύναιτο τῶν ἰδίων, οἱ μὲν ἄλλοι πάντες ἄργυρον ἡ χρυσόν ἡ τινα της ἄλλης πολυτελείας ἔλαβον, Αἰνείας δὲ τον πατέρα γεγηρακότα τελέως ἀράμενος ἐπὶ τους ὤμους ἐξήνεγκεν.
Ἐφ' ὦ θαυμασθείς ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων ἔλαβεν ἐξουσίαν πάλιν ὁ βούλοιτο τῶν οἴκοθεν ἐκλέξασθαι. Ἀνελομένου δὲ αὐτοῦ τα ἱερὰ τα πατρώα, πολύ μᾶλλον ἐπαινεθῆναι συνέβη την ἀρετὴν, καὶ παρά πολεμίων ἐπισημασίας τυγχάνουσαν. Ἐφαίνετο γὰρ ὁ ἀνὴρ ἐν τοῖς μεγίστοις κινδύνοις πλείστην φροντίδα πεποιημένος της τε πρὸς γονεῖς ὁσιότητος καὶ της πρὸς θεούς εὐσεβείας.

Διόδωρος Σικελιώτης, βιβλιοθήκη 7.4.1-4

Ὅταν οἱ Ἕλληνες τους ἄφησαν νὰ φύγουν, ἀφοῦ συνομολόγησαν συνθήκη καὶ ἀφοῦ ἐπέτρεψαν στὸν καθένα νὰ πάρει ὅσα μποροῦσε ἀπὸ τα δικά του πράγματα, ὅλοι οἱ ἄλλοι πῆραν ἀσήμι ἡ χρυσάφι ἡ κάποια ἀπὸ τα ἄλλα πολύτιμα ἀντικείμενα, ὁ Αἰνείας ὅμως τον πατέρα του ποῦ ἦταν σε βαθειά γεράματα, ἀφοῦ τον σήκωσε στοὺς ὤμους του, τον μετέφερε ἕξω.
Ἐπειδή θαυμάσθηκε γι αὐτὴ την πράξη ἀπὸ τους Ἕλληνες, πῆρε πάλι το δικαίωμα νὰ διαλέξει ὃ,τι ἤθελε ἀπὸ τα πράγματα ποῦ ὑπῆρχαν στὸ σπίτι του. Καθώς αὐτὸς προτίμησε τα προγονικά ἱερὰ, συνέβη νὰ ἐπαινεθεῖ πολύ περισσότερο ἡ ἀρετὴ του , ἡ ὁποία ἐπιδοκιμάστηκε ἀπὸ τους ἐχθρούς.
Γιατί φαινόταν ὁ ἄντρας ὅτι στοὺς μεγαλύτερους κινδύνους φρόντιζε πάρα πολύ καὶ γιὰ το σεβασμό πρὸς τους γονεῖς καὶ γιὰ την εὐσέβεια πρὸς τους Θεούς.


Κυριακή 1 Απριλίου 2018

Τὸ Ἑλληνόπουλο ποῦ σαρώνει στὸ ΝΒΑ καὶ κανένα μέσω δὲν τὸν προβάλει γιατὶ εἶναι ἝΛΛΗΝΑΣ


Ὁ Γιῶργος Παπαγιαννης το Ἑλληνόπουλο που ἐπιλέχθηκε στὸ Ν 13 τους Sacramento Kings ! Μία Διάκριση τοῦ Ἑλληνικοῦ μπάσκετ, ξεπερνώντας τὸν Ἀντετοκούμπο.

Φυσικὰ καμία εἴδηση πουθενὰ δὲν ἔπαιξε, γιατί; 
 Μα φυσικα γιατὶ εἶναι ἙΛΛΗΝΑΣ καὶ ΛΕΥΚΟΣ. Ομως τὸ ...<< λάθος >> εἶναι ὅτι γεννήθηκε ἕλληνας .

Καὶ τὸ σπουδαιότερο εἶναι ὅτι νοιώθει ΠΕΡΙΦΑΝΟΣ γιὰ αὐτὸ   

Σχετική εικόναΑποτέλεσμα εικόναςΣχετική εικόνα
Σχετική εικόνα

Σάββατο 31 Μαρτίου 2018

Ὁ ΠΛΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΑ ΑΦΟΔΙΤΗ


ΠΛΑΤΩΝΟΣ
῾Η Παφίη Κυθέρεια δι' οἴδματος ἐς Κνίδον ἦλθε
βουλομένη κατιδεῖν εἰκόνα τὴν ἰδίην.
πάντῃ δ' ἀθρήσασα περισκέπτῳ ἐνὶ χώρῳ
φθέγξατο „Ποῦ γυμνὴν εἶδέ με Πραξιτέλης;”
Πραξιτέλης οὐκ εἶδεν, ἃ μὴ θέμις, ἀλλ' ὁ σίδηρος
ἔξεσεν, οἷά γ' ῎Αρης ἤθελε, τὴν Παφίην.
ΠΛΑΤΩΝΟΣ
Οὔτε σε Πραξιτέλης τεχνάσατο οὔθ' ὁ σίδαρος
ἀλλ' οὕτως ἔστης ὥς ποτε κρινομένη.

Ὁ ΠΛΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΑ ΑΦΟΔΙΤΗ
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
Ἡ θεά της Πάφου καὶ τῶν Κυθήρων ἦλθε σὰν κῦμα θαλάσσης
γιὰ νὰ δεῖ το ἄγαλμα ποῦ της ἀφιέρωσαν στὴν Κνίδο.
Κι ἀφοῦ θυμήθηκε ὅλους τους τόπους ποῦ πῆγε
Ἀπόρησε: «Πού με εἶδε ἔτσι γυμνή ὁ Πραξιτέλης;».
Δὲν χρειαζόταν νὰ σε δεῖ κυρά ὁ Πραξιτέλης, ἀλλὰ με την σμίλη του
φανέρωσε αὐτὰ ποῦ φανταζόταν ὅτι ἤθελε ἀπὸ σένα ὁ Ἄρης στὴν Πάφο.
Ἐσένα θεά δὲν σε φανερώνει οὔτε ὁ Πραξιτέλης, οὔτε ἡ σμίλη του
ἀλλὰ ἡ παμπάλαια φαντασία τῶν ἀνθρώπων.

Φωτογραφία του Nikos Soldatos.

ὉΜΗΡΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ Εἰς Ἀφροδίτην Ἀρχή


ὉΜΗΡΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ Εἰς Ἀφροδίτην
Ἀρχή

Μοῦσά μοι ἔννεπε ἔργα πολυχρύσου Ἀφροδίτης
Κύπριδος, ἥ τε θεοῖσιν ἐπὶ γλυκὺν ἵμερον ὦρσε
καί τ' ἐδαμάσσατο φῦλα καταθνητῶν ἀνθρώπων,
οἰωνούς τε διιπετέας καὶ θηρία πάντα,
5
ἠμὲν ὅσ' ἤπειρος πολλὰ τρέφει ἠδ' ὅσα πόντος·
πᾶσιν δ' ἔργα μέμηλεν ἐϋστεφάνου Κυθερείης.
τρισσὰς δ' οὐ δύναται πεπιθεῖν φρένας οὐδ' ἀπατῆσαι·
κούρην τ' αἰγιόχοιο Διὸς γλαυκῶπιν Ἀθήνην·
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
Ἔμπνευση στεῖλε μου, Μοῦσα νὰ πῶ, της χρυσοστόλιστης Ἀφροδίτης
της Κύπριας τα ἔργα, ποῦ καὶ γιὰ τους θεούς γλυκιά ἐπιθυμία ἐπέβαλε
ἀλλὰ καὶ δάμασε τις φυλές των πρόσκαιρων ἀνθρώπων,
ὅπως καὶ τῶν πουλιῶν ποῦ πετοῦν, καὶ ὅλων τῶν θηρίων,
καὶ ὅλα ὅσα τρέφει ἡ στεριά, μαζί κι θάλασσα ἀκόμα.
Μὰ ὅλα αὐτὰ τα ἔκανε ἡ καλοστεφανωμένη (Ἀφροδίτη) τῶν Κυθήρων
ποῦ κανείς δὲν δύναται νὰ της ἐπιβληθεῖ, ἡ νὰ την ἐξαπατήσει
οὔτε καὶ με τα ὅπλα της Ἀθηνᾶς της κόρης του Δία της γλαυκομάτας.
ΕΡΝΗΝΕΥΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
Κατεβαίνοντας στὴν γῆ ἡ Ἀφροδίτη πέρασε ἀπὸ τα Κύθηρα ποῦ νοοῦνται σὰν οὐράνια περιοχή δυσπρόσιτη ἀπὸ τους ἀνθρώπους. Κατά τον ποιητή «τα Κύθηρα ποτέ δὲν θὰ τα βροῦμε... ἄν χάσουμε το πλοῖο γραμμῆς».
Σὰν Κυθέρεια Ἀφροδίτη λατρευόταν ἡ Οὐράνια Ἀφροδίτη ποῦ ἐνέπνεε τον ἀνώτερο ἔρωτα. Χαρακτηριστικό της Οὐράνιας (Κυθέρειας) Ἀφροδίτης το στεφάνι (στεφανωμένη).
Ἀπὸ κεῖ ὅμως ἡ θεά κατέληξε στὴν Κύπρο ὅπου ἐμφανίστηκε στοὺς ἀνθρώπους σὰν δαίμων της σαρκικῆς ἐπιθυμίας, ὅπως μποροῦσαν νὰ την ἀντιληφθοῦν, ἀναλογικά με το ἐπίπεδο της νόησής τους. Καὶ ὅλα αὐτὰ, ὅπως μας ἐξηγεῖ ὁ ὕμνος, εἶναι τεχνάσματα της Οὐράνιας Ἀφροδίτης, ποῦ ἡ δύναμή της εἶναι ἀπεριόριστη ἀκόμη καὶ μεταξύ τῶν θεῶν.
Ἀντίστοιχα με τον «κλέφτη» Ἔρμή ἡ τον «διασκεδαστή» Διόνυσο, κλπ. Σὰν Κύπρια, ἡ Παφία ἀντιστοιχεῖ στὴν Πάνδημο Ἀφροδίτη, γι αὐτὸ καὶ ὁ Πραξιτέλης την ἀπεικόνισε με το ὁλόγυμνο μοντέλο της Φρύνης, σύμφωνα με σχετική διευκρινιστικό ἐπίγραμμα του Πλάτωνα. Γιατί ἡ ἀρχὴ της Ἑλληνικῆς μυσταγωγίας, ξεκινᾶ ἀπὸ κάποια ποταπή συνήθεια του μύστη, ἀπὸ την ὁποία ὁ μυσταγωγός τῶν ὁδηγεῖ βαθμιαία σε ἀνώτερες πράξεις.

Φωτογραφία του Nikos Soldatos.

Πέμπτη 29 Μαρτίου 2018

ΚΑΤΑΝΤΗΣΑΜΕ ΝΑ ΜΗΝ ΕΧΟΥΜΕ ΑΠΑΝΩ ΜΑΣ ΤΙΠΟΤΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ, ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΑΣ, ΙΣΑΜΕ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΜΑΣ.



ΚΑΤΑΝΤΗΣΑΜΕ ΝΑ ΜΗΝ ΕΧΟΥΜΕ ΑΠΑΝΩ ΜΑΣ ΤΙΠΟΤΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ, ΑΠΟ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΑΣ, ΙΣΑΜΕ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΜΑΣ.

Σήμερα νομίζεται καλὸς σὲ ὅλα, ὅποιος εἶναι ἀδιάφορος, ὅποιος δὲν νοιάζεται γιὰ τίποτα, ὅποιος δὲν νιώθει καμιὰ εὐθύνη. Ἀλλιῶς τὸν λένε σωβινιστή, τοπικιστή, μισαλλόδοξο, φανατικό. Ὅποιος ἀγαπᾶ

τὴν χώρα μας, τὰ ἤθη καὶ ἔθιμά μας, τὴν παράδοσή μας, τὴν γλώσσα μας, θεωρεῖται ὀπισθοδρομικός. Οἱ ἀδιάφοροι παιρνοῦν γιὰ φιλελεύθεροι ἄνθρωποι, γιὰ ἄνθρωποι ποὺ ζοῦνε μὲ τὸ πνεῦμα τῆς ἐποχῆς μας, ποὺ ἔχουν γιὰ πιστεύω τὴν καλοπέραση, τὸ εὔκολο κέρδος, τὶς εὐκολίες, τὶς ἀναπαύσεις, κι ἂς μὴν ἀπομείνῃ τίποτα ποὺ νὰ θυμίζῃ σὲ ποιὸ μέρος βρισκόμαστε, ἀπὸ ποὺ κρατᾶμε,

ποιοὶ ζήσανε πρὶν ἀπὸ μᾶς στὴν χώρα μας. Ἡ ξενομανία μᾶς ἔγινε τώρα σωστὴ ξενοδουλεία, σήμερα περνᾶ γιὰ ἀρετή, κι ὅποιος ἔχῃ τούτη τὴν ἀρρώστεια πιὸ βαρειὰ παρμένη, λογαριάζεται γιὰ σπουδαῖος ἄνθρωπος.


Ἡ Ἑλλάδα ἔγινε ἕνα παζάρι ποὺ πουλιοῦνται ὅλα, σὲ ὅποιον θέλῃ νὰ τὸ ἀγοράσῃ. Καταντήσαμε νὰ μὴν ἔχουμε ἀπάνω μας τίποτα ἑλληνικό, ἀπὸ τὸ σῶμα μας ἴσαμε τὸ πνεῦμα μας. Τὸ μασκάρεμα ἄρχισε πρῶτα ἀπὸ τὸ πνεῦμα, καὶ ὕστερα ἔφθασε καὶ στὸ σῶμα. Περισσότερο ἀντιστάθηκε σὲ αὐτὴ τὴν παραμόρφωση ὁ λαὸς καὶ βαστάξε καμπόσο, μὰ στὸ τέλος τὸν πῆρε τὸ ρεῦμα καὶ πάει καὶ αὐτός. Μάλιστα εἶναι χειρότερος ἀπὸ τοὺς γραμματισμένους. Τώρα μαϊμουδίζει τὰ φερσίματα καὶ τὶς κουβέντες ποὺ βλέπει στὸν κινηματογράφο, ἔγινε ἀφιλότιμος καὶ ἀδιάντροπος. Ἐνῷ πρῶτα ξεχώριζε ἀπὸ ἄλλες φυλές, γιατὶ ἦταν σεμνός, φιλότιμος, ντροπαλός, καλοδεκτικός, τώρα ἔγινε ἀγνώριστος. Τὰ ὄμορφα χαρακτηριστικά του σβήνουνε μέρα μὲ τὴν μέρα. Καὶ οἱ λιγοστοὶ ποὺ διατηροῦνε ἀκόμη λίγα σημάδια ἀπὸ τὴν ὀμορφιὰ τῆς ἑλληνικῆς ψυχῆς, παρασέρνονται σὲ αὐτὴ τὴν παραμόρφωση ἀπὸ τοὺς πολλούς, ποὺ εἶναι οἱ ἔξυπνοι, οἱ συγχρονισμένοι, οἱ μοντέρνοι, ἀλλὰ ποὺ εἶναι στ᾿ ἀληθινὰ οἱ ἀναίσθητοι καὶ οἱ ἀποκτηνωμένοι. Οἱ καλοὶ ντρέπονται γιατὶ εἶναι καλοί, συμμαζεμένοι καὶ μὲ ἀνατροφή. Οἱ ἄλλοι τοὺς λένε καθυστερημένους. Συμπαθητικὸς ἄνθρωπος δύσκολα βρίσκεται πιὰ σήμερα στὸν τόπο μας. Ἡ μόδα εἶναι νὰ εἶναι κανεὶς ἀντιπαθητικός, κρύος, ἄνοστος καὶ μάγκας. Μάλιστα ὅπως ὅλα φραγκέψανε, φράγκεψε καὶ ὁ μάγκας.


Οἱ πιὸ ἀγράμματοι ἀνακατώνουνε στὴν κουβέντα τους κάποια ἐγγλέζικα καὶ ἐκεῖ ποὺ δὲν χρειάζονται. Ὅσο γιὰ τοὺς γραμματισμένους, ὅλη ἡ γραμματοσύνη τους εἶναι νὰ μιλᾶνε ἐγγλέζικα καὶ σὲ λίγο καιρὸ δὲν θὰ ὑπάρχει Ἕλληνας νὰ μιλᾶ ἑλληνικά. Ἂς καταργηθῇ λοιπὸν ἡ ἑλληνικὴ γλώσσα ὁλότελα, νὰ μὴν κουράζονται τὰ παιδιά μας στὴν ἄσκοπη ἐκμάθευσή της. Κοιτάχτε τὰ παιδιά μας. Παρατηρεῖστε τὶς φυσιογνωμίες τους, τὸ βλέμμα τους, τὶς κουβέντες τους, τὰ ἀστεῖα τους, τὰ παιχνίδια τους. Ὅλα μυρίζουνε ... Ἑλλάδα, νὰ μὴν ἀβασκαθοῦμε! Τὸ μόνο ποὺ ἀπόμεινε ἑλληνικὸ εἶναι τὸ «ρέ». Τὸ μασκάρεμα γίνεται γοργὰ καὶ στὸ κορμὶ καὶ στὴν ψυχή. Οἱ λιγοστοὶ ποὺ ἀντιστέκονται ἀκόμη σὲ αὐτὸν τὸν κατακλυσμό, πῶς νὰ μπορέσουνε νὰ βαστάξουνε; Γύρω τους βογγᾶ ἡ μεθυσμένη ἀνθρωποθάλασσα. Ἔρχεται καινούργιος κόσμος! Τὸ κολοσσαῖο μὲ τὰ οὐρλιάσματά του σκεπάζει τὶς ψαλμῳδίες ποὺ λένε οἱ μάρτυρες, περιμένοντας τὰ θηρία νὰ τοὺς φᾶνε.


Ἀλλὰ ἂν θὰ λείψουν οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς, μήπως θὰ ἀπομείνουν τὰ βουνά, οἱ ἀκροθαλασσιές, οἱ θάλασσες, τὰ νησιὰ καὶ τὰ βράχια μὲ τὸν ἑλληνικὸ χαρακτήρα τους; Καθόλου! Τὰ περισσότερα τὰ ἔχουνε ἀγοράσει ἄνθρωποι ποὺ ἤρθανε ἀπὸ τὸν βόρειο Ὠκεανό, ἀπόγονοι τῶν Βικίγκων. Ἐκεῖνα τὰ κακόμοιρα νησιὰ τί συμφορὰ ἔχουνε πάθει! Ἡ φτώχεια τους στάθηκε ἡ καταστροφή τους. Σήμερα τὰ ρημάξανε ἄλλοι κουρσάροι, πιὸ ἐπικίνδυνοι ποὺ σφάζουνε μὲ τὸ μπαμπάκι. Σκλαβώσανε τὰ νησιὰ μὲ εὐγενικὸ τρόπο, μὲ τὸ χαμόγελο στὰ χείλη. Τὰ ἄσπρα σπιτάκια τῶν νησιωτῶν, ποὺ ζούσανε σὲ αὐτὰ ἁπλοϊκοὶ καὶ συμμαζεμένοι ἄνθρωποι, θαρρεῖς πὼς γίνανε δημόσια. Κυκλοφοροῦν χιλιάδες φωτογραφίες τῆς Μυκόνου, τῆς Πάρου, τῆς Αἴγινας, τῆς Ὕδρας, καὶ ἀντὶ νὰ βλέπῃ κανεὶς στοὺς στενοὺς δρόμους τοὺς κάποιους ἀραιοὺς νησιῶτες ψαράδες, ψημένους στὴν θάλασσα καὶ νησιώτισσες μὲ τὰ σεμνά τους ροῦχα, βλέπει νὰ γυρίζουν κάποια πλάσματα μισόγυμνα ἢ ὁλόγυμνα, ξενόφερτα, ἀγκαλιασμένοι θεατρινίστικα καὶ νὰ κάνουνε κάποιες ἄνοστες ἐπιδείξεις «ταμπλῶ βιβᾶν», σὰ νὰ παίζουν στὸν κινηματογράφο. Καὶ ρωτᾶς, κουνώντας τὸ κεφάλι σου: τί σχέση μπορεῖ νὰ ἔχουν αὐτὰ τὰ δίποδα, μὲ ἐκεῖνα τὰ σπίτια καὶ μὲ τὰ στενοσόκκακα τῶν νησιῶν; Ταιριάζουνε μὲ αὐτά, ὅσο ταιριάζουνε οἱ τουρίστες μὲ τὰ σὸρτς μὲ τὸν Παρθενώνα ποὺ μπροστά του φωτογραφίζονται. Ὅμως ἐκεῖ στέκονται ὅσο νὰ φωτογραφηθοῦνε, καὶ δὲν ἔχουνε γιὰ σπίτι τοὺς τὸν ἀρχαῖο ναό, ἐνῷ τοῦτοι στὰ νησιά, κατοικοῦνε μέσα σὲ ἐκεῖνα τὰ ἀταίριαστα σπίτια. Ὅλα ὑπηρετοῦνε τὰ γοῦστα αὐτῶν τῶν ἀφεντάδων. Μάλιστα τόσο πολὺ ἀγαποῦν αὐτοὶ τὴν Ἑλλάδα, ποὺ εἶναι ἐνθουσιασμένοι πὼς δὲν θὰ ἀφήσουνε τίποτα ἑλληνικὸ ὅπου πατήσουνε.


Καημένη Ἑλλάδα! Τί τέλος σὲ περίμενε! Μὰ δὲν ἔχεις μήτε κάποιον νὰ σὲ κλάψει, γιατὶ τὴν κηδεία σου τὴ γιορτάζουνε σὰν γάμο, μὲ χαρὲς καὶ μὲ τραγούδια, ποὺ αὐτὰ εὐτυχῶς δὲν εἶναι ἑλληνικά. Ἀκοῦστε τὴν ἑξῆς ἱστορία: ἡ χταπόδα βοσκᾶ στὸν πάτο τῆς θάλασσας, μαζὶ μὲ τὸ χταποδάκι. Ἄξαφνα τὸ καμακίζουνε. Τὸ χταποδάκι φωνάζει: μὲ πιάσανε μάνα! Ἡ μάνα του τοῦ λέγει: μὴν φοβᾶσαι παιδί μου! Ξαναφωνάζει τὸ μικρό: μὲ βγάζουν ἀπὸ τὴν θάλασσα! Πάλι λέγει ἡ μάνα: μὴν φοβᾶσαι παιδί μου. Καὶ πάλι: μὲ σγουρίζουνε μάνα! Μὴν φοβᾶσαι παιδί μου! Μὲ κόβουνε μὲ τὸ μαχαίρι! Μὴν φοβᾶσαι παιδί μου! Μὲ βράζουνε μάνα! Μὴν φοβᾶσαι παιδί μου! Μὲ μασᾶνε μάνα! Μὴν φοβᾶσαι παιδί μου! Πίνουνε κρασὶ μάνα! Τότε ἐκείνη ἀναστέναξε καὶ φώναξε: Ἄχ, σὲ ἔχασα παιδί μου! Γιατὶ τὸ κρασὶ εἶναι ὁ ἀντίμαχος τοῦ χταποδιοῦ, ἐπειδὴ τὸ λιώνει στὸ στομάχι. Δηλαδὴ ἡ μάνα δὲν φοβήθηκε μήτε τὸ μαχαίρι, μήτε τὴν φωτιά, μήτε τὰ δόντια, ἀλλὰ τὸ κρασί, ποὺ εἶναι πιὸ ἤρεμο καὶ ἀθῷο μπροστὰ στὰ μαχαίρια καὶ τὰ δόντια. Ἡ Ἑλλάδα σὰν τὸ χταποδάκι πέρασε ἀπὸ φωτιές, δόντια, μαχαίρια, ἀλλὰ πνεῦμα ΔΕΝ παρέδινε. Ὁ Φράγκος δὲν ἔρχεται μὲ μαχαίρια, πιστόλια καὶ φωτιές. Ἦρθε μὲ χάδια καὶ γλυκόλογα. Ἦρθε μὲ δῶρα, μὲ λεφτά, νὰ ἀνακουφίσῃ τὴν φτώχεια μας, νὰ διασκεδάσῃ μαζί μας, νὰ χορέψῃ μαζί μας, νὰ μᾶς εὐκολύνῃ τὴν ζωὴ μὲ τὰ μηχανήματά του. Ὅπως τὸ χταποδάκι ἔλιωσε στὸ κρασί, ἔτσι καὶ ἡ Ἑλλάδα κοντεύει νὰ χαθῇ ἀπὸ τὸ γλυκὸ κρασὶ ποὺ τὴν μέθυσε καὶ δὲν ξέρει τί κάνει καὶ ξεγυμνώθηκε καὶ στρήνιασε καὶ ἐκ τοῦ στρήνους αὐτῆς ἐπλούτισεν.